2013-06-28 16:23:04
Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης, Δικηγόρος Αθηνών
Η υπουργική απόφαση 36060/1155/Ε.103/ΦΕΚ Β/1450/14.06.2013 καθορίζει το πλαίσιο κανόνων, μέτρων και διαδικασιών για την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης του περιβάλλοντος από ...βιομηχανικές δραστηριότητες, σε συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας 2010/75/ΕΕ περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010.
Οι εγκαταστάσεις, οι μονάδες καύσης, οι μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, κατατάσσονται κατά περίπτωση, σύμφωνα με την υπ αριθ. 1958/2012 κοινή υπουργική απόφαση, όπως ισχύει, που εκδόθηκε κατ εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του Ν.4014/2011, στις υποκατηγορίες Α1 και Α2 της κατηγορίας Α και υπόκεινται στις ρυθμίσεις του νόμου αυτού. Ειδικότερα:
α) οι ανωτέρω εγκαταστάσεις ή μονάδες πρέπει να διαθέτουν περιβαλλοντική άδεια (ΑΕΠΟ), η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία, τις απαιτήσεις, τους όρους και τις προϋποθέσεις του Ν. 4014/2011 και των κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί ή εκδίδονται κατ εξουσιοδότησή του καθώς και με τις ειδικότερες απαιτήσεις της παρούσας απόφασης και
β) το γενικό περιεχόμενο (προδιαγραφές) της ΑΕΠΟ καθορίζεται στο παράρτημα Α της υπ αριθ. 48963/2012 κοινής υπουργικής απόφασης, που έχει εκδοθεί κατ' εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του Ν.4014/2011 και το ειδικότερο περιεχόμενό της από την παρούσα απόφαση.
Η περιβαλλοντική άδεια μπορεί να καλύπτει δύο ή περισσότερες εγκαταστάσεις ή τμήματα εγκαταστάσεων την εκμετάλλευση των οποίων έχει ο ίδιος φορέας εκμετάλλευσης στον ίδιο χώρο. Στην περίπτωση αυτή η ΑΕΠΟ ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις ώστε να εξασφαλίζεται ότι κάθε εγκατάσταση πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας απόφασης.
Η περιβαλλοντική άδεια μπορεί να καλύπτει διάφορα τμήματα μιας εγκατάστασης που εκμεταλλεύονται διαφορετικοί φορείς. Στις περιπτώσεις αυτές, η ΑΕΠΟ καθορίζει τις ευθύνες κάθε φορέα εκμετάλλευσης.
Σε κάθε περίπτωση από τις αναφερόμενες στις παραγράφους 2 και 3, κατά τη διαδικασία έκδοσης της ΑΕΠΟ πρέπει η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή να διασφαλίζει την αποτελεσματική ολοκληρωμένη προσέγγιση για την πρόληψη και τον έλεγχο των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, στα ύδατα και το έδαφος, τη διαχείριση των αποβλήτων, την ενεργειακή απόδοση και την πρόληψη των ατυχημάτων.
Σε περίπτωση εκσυγχρονισμού, επέκτασης, βελτίωσης ή τροποποίησης περιβαλλοντικά αδειοδοτημένων εγκαταστάσεων ή μονάδων εφαρμόζονται οι διατάξεις της υπ αριθ. 167563/2013 κοινής υπουργικής απόφασης (Β 964), που έχει εκδοθεί κατ εξουσιοδότηση του άρθρου 6 του Ν.4014/2011.
Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης κατοχής περιβαλλοντικής άδειας, είναι δυνατόν για ορισμένες κατηγορίες εγκαταστάσεων, μονάδων καύσης ή μονάδων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, να καθορίζονται ειδικές απαιτήσεις με τη μορφή γενικών δεσμευτικών κανόνων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 14. Όταν θεσπίζονται γενικοί δεσμευτικοί κανόνες η ΑΕΠΟ μπορεί να περιέχει απλή αναφορά στους κανόνες αυτούς.
Με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων του Π.Δ. 148/2009, σε περίπτωση συμβάντος ή ατυχήματος που επηρεάζει σημαντικά το περιβάλλον, τηρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:
α) ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει άμεσα την αρμόδια για την περιβαλλοντική άδεια αρχή
β) ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει αμέσως τα μέτρα για τον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την αποφυγή άλλων συμβάντων ή ατυχημάτων
γ) η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή απαιτεί από το φορέα εκμετάλλευσης να λάβει όλα τα κατάλληλα συμπληρωματικά μέτρα, τα οποία αυτή θεωρεί αναγκαία για τον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την αποφυγή άλλων συμβάντων ή ατυχημάτων.
Οι φορείς εκμετάλλευσης των δραστηριοτήτων του παραρτήματος Ι έχουν την ευθύνη να διασφαλίζουν τη λειτουργία των εν λόγω δραστηριοτήτων σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:
α) να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προληπτικά αντιρρυπαντικά μέτρα,
β) να εφαρμόζουν τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές,
γ) να μην προκαλούν σημαντική ρύπανση,
δ) να προλαμβάνουν την παραγωγή αποβλήτων σύμφωνα με την Ενότητα Β του Ν.4042/2012,
ε) στις περιπτώσεις που παράγονται απόβλητα, κατά σειρά προτεραιότητας και σύμφωνα με την Ενότητα Β' του Ν.4042/2012, να προετοιμάζουν αυτά για επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, ανάκτηση ή, όταν αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά αδύνατο, να τα διαθέτουν κατά τρόπο ώστε να αποφεύγονται ή να μειώνονται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον,
στ) να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά την ενέργεια,
ζ) να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη των ατυχημάτων και τον περιορισμό των συνεπειών τους,
η) να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων, ώστε να αποφεύγεται κάθε κίνδυνος ρύπανσης και ο χώρος της εκμετάλλευσης να επανέρχεται στην ικανοποιητική κατάσταση.
ο φορέας της δραστηριότητας υποχρεούται:
α) κατά τη διαδικασία έκδοσης της ΑΕΠΟ για την πραγματοποίηση της δραστηριότητας, να υποβάλλει στο φάκελο με τα συνοδευτικά της ΜΠΕ έγγραφα και στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν.4014/2011, εκτός των άλλων και όλα τα συνοδευτικά έγγραφα και στοιχεία που τεκμηριώνουν τη συμμόρφωσή του με τις ανωτέρω αρχές και
β) κατά τη λειτουργία της δραστηριότητας να τηρεί τους όρους της ΑΕΠΟ συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αναφέρονται στην τήρηση των αρχών και να θέτει στη διάθεση της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής, όταν του ζητείται, όλα τα αναγκαία στοιχεία και πληροφορίες που τεκμηριώνουν τη συμμόρφωσή του με τους όρους αυτούς.
Για την έναρξη της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης σύμφωνα με τα άρθρα 2, 3, 4,5 και 6 του Ν.4014/2011, ο ενδιαφερόμενος φορέας της εγκατάστασης υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια περιβαλλοντική αρχή που συνοδεύεται από φάκελο της ΜΠΕ και φάκελο με τα συνοδευτικά της ΜΠΕ έγγραφα και στοιχεία τα οποία εκτός των άλλων περιλαμβάνουν περιγραφή:
α) της εγκατάστασης και των δραστηριοτήτων της,
β) των πρώτων και βοηθητικών υλών, των λοιπών ουσιών και της ενέργειας που χρησιμοποιούνται ή παράγονται από την εγκατάσταση,
γ) των πηγών εκπομπών της εγκατάστασης,
δ) των συνθηκών του χώρου όπου θα λειτουργήσει η εγκατάσταση,
ε) όπου ισχύει, βασική έκθεση, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 2,
στ) της φύσης και των ποσοτήτων των προβλεπόμενων εκπομπών της εγκατάστασης σε κάθε επιμέρους στοιχείο του περιβάλλοντος καθώς και προσδιορισμό των σημαντικών επιπτώσεων των εκπομπών στο περιβάλλον,
ζ) της προτεινόμενης τεχνολογίας και των άλλων τεχνικών που αποσκοπούν στην πρόληψη των εκπομπών που προέρχονται από την εγκατάσταση ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, στη μείωσή τους,
η) των μέτρων, πρόληψης, προετοιμασίας για εκ νέου χρήση, ανακύκλωσης και ανάκτησης των αποβλήτων που παράγει η εγκατάσταση,
θ) των άλλων μέτρων που προβλέπονται για τη συμμόρφωση με τις βασικές αρχές για τη λειτουργία των δραστηριοτήτων,
ι) των προβλεπόμενων μέτρων παρακολούθησης των εκπομπών στο περιβάλλον,
ια) σε γενικές γραμμές των κύριων εναλλακτικών επιλογών όσον αφορά την τεχνολογία, τις τεχνικές και τα μέτρα που προτείνονται, οι οποίες έχουν μελετηθεί από τον αιτούντα.
Παύση λειτουργίας εγκαταστάσεων: 1. Η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή καθορίζει όρους στην ΑΕΠΟ με τους οποίους εξασφαλίζεται ότι κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων τηρούνται οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4. Οι όροι αυτοί καθορίζονται με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων του Ν.3199/2003 (Α'280) και του Π.Δ. 51/2007 (Α'54) που εκδόθηκε σε εφαρμογή του νόμου αυτού, των διατάξεων του Π.Δ. 148/2009 (Α'190) και της υπ' αριθ. 39626/2208/2009 κοινής υπουργικής απόφασης (Β' 2075) καθώς και των εθνικών και ενωσιακών διατάξεων που εκάστοτε ισχύουν σχετικά με την προστασία του εδάφους.
Στις περιπτώσεις που η δραστηριότητα περιλαμβάνει τη χρήση, παραγωγή ή απελευθέρωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών και λαμβάνοντας υπόψη την πιθανότητα ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στο χώρο της εγκατάστασης, ο φορέας εκμετάλλευσης συντάσσει βασική έκθεση και την υποβάλλει στην αρμόδια περιβαλλοντική αρχή ως εξής:
α) Σε περίπτωση νέας εγκατάστασης:
αα) η βασική έκθεση υποβάλλεται με το συνοδευτικό φάκελο της ΜΠΕ για την έκδοση της αρχικής ΑΕΠΟ, για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιανουαρίου 2013
ββ) εφόσον έχει ήδη υποβληθεί φάκελος ΜΠΕ για την έκδοση αρχικής ΑΕΠΟ πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, η βασική έκθεση υποβάλλεται πριν από την έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης. β) Σε περίπτωση υφιστάμενης εγκατάστασης: αα) εάν πρόκειται για τροποποίηση ή αναπροσαρμογή των όρων της ΑΕΠΟ με υποβολή νέας ΜΠΕ ή για ανανέωση της ΑΕΠΟ, η βασική έκθεση υποβάλλεται για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιανουαρίου 2014, εφόσον η εγκατάσταση περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ του άρθρου 5 της υπ' αριθ. 15393/2332/2002 κοινής υπουργικής απόφασης (Β'1022),
ββ) εάν πρόκειται για τροποποίηση ή αναπροσαρμογή των όρων της ΑΕΠΟ με υποβολή νέας ΜΠΕ ή για ανανέωση της ΑΕΠΟ, η βασική έκθεση υποβάλλεται για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιουλίου 2015, εφόσον η εγκατάσταση δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ του άρθρου 5 της υπ' αριθ. 15393/2332/2002 κοινής υπουργικής απόφασης (Β 1022)
Η βασική έκθεση περιλαμβάνει τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό της κατάστασης του εδάφους και της ρύπανσης των υπογείων υδάτων, ούτως ώστε να γίνεται ποσοτικοποιημένη σύγκριση της κατάστασης κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων σύμφωνα με την παράγραφο 3.
Η βασική έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:
α) στοιχεία για την παρούσα χρήση και, όταν διατίθενται, για τις χρήσεις του χώρου κατά το παρελθόν.
β) τα στοιχεία των μετρήσεων του εδάφους και των υπόγειων υδάτων που αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατεί, όταν διατίθενται κατά την κατάρτιση της έκθεσης, ή, εναλλακτικά, νέων μετρήσεων, λαμβανομένης υπόψη της πιθανότητας ρύπανσης του εδάφους ή των υπόγειων υδάτων από τις επικίνδυνες ουσίες οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, να παραχθούν ή να απελευθερωθούν από τη συγκεκριμένη εγκατάσταση.
Όταν τα στοιχεία που παρέχονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις της εθνικής ή της ενωσιακής νομοθεσίας πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας παραγράφου, τα στοιχεία αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ή να επισυνάπτονται στην υποβαλλόμενη βασική έκθεση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το περιεχόμενο της βασικής έκθεσης, όπως προβλέπεται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 22 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ.
Κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων, ο φορέας εκμετάλλευσης αξιολογεί την κατάσταση ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων από σχετικές επικίνδυνες ουσίες τις οποίες χρησιμοποιεί, παράγει ή απελευθερώνει η εγκατάσταση. Στις περιπτώσεις που η εγκατάσταση έχει προκαλέσει σημαντική ρύπανση του εδάφους ή των υπόγειων υδάτων από σχετικές επικίνδυνες ουσίες σε σύγκριση με την κατάσταση η οποία έχει προσδιορισθεί στη βασική έκθεση που αναφέρεται στις παραγράφους 2, 2.1 και 2.2, ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση της ρύπανσης αυτής και την επαναφορά του χώρου στην προηγούμενη κατάσταση. Για το λόγο αυτό, λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα εφαρμογής, από τεχνική άποψη, των εν λόγω μέτρων.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων και όταν η ρύπανση του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στο χώρο θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, ως αποτέλεσμα των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων τις οποίες διεξήγαγε ο φορέας εκμετάλλευσης πριν η ΑΕΠΟ της εγκατάστασης ανανεωθεί ή τροποποιηθεί για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιανουαρίου 2013 και λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του χώρου σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο δ), ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα με στόχο την απομάκρυνση, τον έλεγχο, τη συγκράτηση ή τη μείωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών, ούτως ώστε ο χώρος, λαμβανομένης υπ' όψιν της τρέχουσας ή της εγκεκριμένης μελλοντικής χρήσης του, να μην αποτελεί πλέον κίνδυνο.
Στις περιπτώσεις που ο φορέας εκμετάλλευσης δεν υποχρεούται να συντάξει τη βασική έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, λαμβάνει, τα απαραίτητα μέτρα κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων, με στόχο την απομάκρυνση, τον έλεγχο, τη συγκράτηση ή τη μείωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών, ούτως ώστε ο χώρος, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας ή της εγκεκριμένης μελλοντικής χρήσης του, να παύει να θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, λόγω της ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων ως αποτέλεσμα των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων και λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του χώρου της εγκατάστασης που έχουν διαπιστωθεί σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δ).
Το σύστημα περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων για τον έλεγχο της τήρησης των όρων της ΑΕΠΟ και των λοιπών απαιτήσεων της περιβαλλοντικής νομοθεσίας καθώς και για την εξέταση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τις εγκαταστάσεις , διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν.4014/2011.
Πρόσβαση στη δικαιοσύνη: 1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αποτελεί μέρος του ενδιαφερόμενου κοινού κατά την έννοια της παραγράφου 17 του άρθρου 3, δικαιούται να προσβάλλει τις πράξεις ή παραλείψεις της Διοίκησης που έχουν σχέση με θέματα ενημέρωσης και συμμετοχής του κατά τη διαδικασία έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων ενός έργου ή δραστηριότητας τόσο στα πλαίσια διοικητικού ελέγχου όσο και στο πλαίσιο δικαστικής προστασίας.
Τα μέσα ένδικης προστασίας του κοινού περιγράφονται στην υπ' αριθ. 9269/470/2007 κοινή υπουργική απόφαση (Β'286) που εκδόθηκε σε συμμόρφωση με την οδηγία 2003/35/ΕΚ.
Παράδοση και παραλαβή αποβλήτων:1. Ο φορέας εκμετάλλευσης της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων λαμβάνει όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις σχετικά με την παράδοση και την παραλαβή των αποβλήτων ώστε να προλαμβάνονται ή να περιορίζονται, όσο είναι εφικτό, οι αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και ειδικότερα η ρύπανση της ατμόσφαιρας, του εδάφους και των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, των οσμών και του θορύβου και οι άμεσοι κίνδυνοι για την υγεία.
Ο φορέας εκμετάλλευσης, πριν δεχθεί τα απόβλητα στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, προσδιορίζει τις ποσότητες κάθε κατηγορίας αποβλήτων, εάν είναι δυνατόν, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Κατάλογο Αποβλήτων (Απόφαση 2000/532/ΕΚ).
Πριν από την αποδοχή επικίνδυνων αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να συλλέγει τις διαθέσιμες πληροφορίες για τα απόβλητα προκειμένου να εξακριβώνει αν πληρούνται οι όροι και οι απαιτήσεις της ΑΕΠΟ, που ορίζονται στο άρθρο 39 παράγραφος 2.
Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν:
α) όλες τις πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία παραγωγής οι οποίες περιλαμβάνονται στα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α),
β) τη φυσική και, στο μέτρο του εφικτού, τη χημική σύσταση των αποβλήτων και όλες τις άλλες αναγκαίες πληροφορίες προκειμένου να εκτιμηθεί η καταλληλότητά τους για την προβλεπόμενη διεργασία αποτέφρωσης,
γ) στα επικίνδυνα χαρακτηριστικά των αποβλήτων, στις ουσίες με τις οποίες δεν μπορούν να αναμιχθούν και στις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται κατά το χειρισμό των αποβλήτων.
Πριν από την αποδοχή επικινδύνων αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, πρέπει να τηρούνται από τον φορέα εκμετάλλευσης τουλάχιστον οι ακόλουθες διαδικασίες παραλαβής:
α) έλεγχος των εγγράφων που απαιτούνται από τις σχετικές διατάξεις της Β' Ενότητας του Ν.4042/2012 και, ενδεχομένως, εκείνων που απαιτούνται από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων, καθώς και από την κείμενη εθνική και ενωσιακή νομοθεσία σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων.
β) λήψη αντιπροσωπευτικών δειγμάτων, εκτός εάν δεν ενδείκνυται, κατά το δυνατόν πριν από την εκφόρτωση, προκειμένου με τη διεξαγωγή ελέγχων να διαπιστώνεται ότι τα χαρακτηριστικά των αποβλήτων είναι σύμφωνα με τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 και να διευκολύνονται οι αρμόδιες αρχές, κατά τη διενέργεια ελέγχων, στον προσδιορισμό του είδους των αποβλήτων που υποβάλλονται σε επεξεργασία. Τα δείγματα αυτά πρέπει να διατηρούνται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση των αντίστοιχων αποβλήτων.
Με απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ μπορούν να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις των παραγράφων 2, 3 και 4, οι μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, οι οποίες αποτελούν τμήματα εγκαταστάσεων που καλύπτονται και αποτεφρώνουν ή συναποτεφρώνουν αποκλειστικά και μόνον τα δικά τους απόβλητα που παράγονται μέσα στην εγκατάσταση.
Σε όποιον προκαλεί ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος με πράξη ή παράλειψη που αντιβαίνει τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, επιβάλλονται οι ποινικές και διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 28, 29 και 30 του Ν.1650/1986 (Α'160), όπως το άρθρο 28 τροποποιήθηκε με την Ενότητα Α' του Ν.4042/2012 (Α'60) και το άρθρο 30 με το άρθρο 4 του Ν. 3010/2002 (Α'91) και στη συνέχεια με το άρθρο 21 του Ν.4014/2011 (Α 209).
Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, του οποίου η δραστηριότητα προκαλεί ζημία ή άμεση απειλή ζημίας στο περιβάλλον κατά παράβαση των διατάξεων της παρούσας απόφασης, φέρει περιβαλλοντική ευθύνη η οποία διέπεται από τις διατάξεις του Προεδρικού Διατάγματος 148/2009 (Α'190).
Οι κυρώσεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους επιβάλλονται ανεξάρτητα από τις κυρώσεις που προβλέπονται σε άλλες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
Το Υπουργείο ΠΕΚΑ σε συνεργασία, όπου απαιτείται, με τις συναρμόδιες αρχές και φορείς, παρέχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις αιτούμενες πληροφορίες σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 64 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ, σχετικά με την χρήση οργανικών διαλυτών και τις δυνατότητες υποκατάστασή τους.
Tromaktiko
Η υπουργική απόφαση 36060/1155/Ε.103/ΦΕΚ Β/1450/14.06.2013 καθορίζει το πλαίσιο κανόνων, μέτρων και διαδικασιών για την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης του περιβάλλοντος από ...βιομηχανικές δραστηριότητες, σε συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας 2010/75/ΕΕ περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010.
Οι εγκαταστάσεις, οι μονάδες καύσης, οι μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης, κατατάσσονται κατά περίπτωση, σύμφωνα με την υπ αριθ. 1958/2012 κοινή υπουργική απόφαση, όπως ισχύει, που εκδόθηκε κατ εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του Ν.4014/2011, στις υποκατηγορίες Α1 και Α2 της κατηγορίας Α και υπόκεινται στις ρυθμίσεις του νόμου αυτού. Ειδικότερα:
α) οι ανωτέρω εγκαταστάσεις ή μονάδες πρέπει να διαθέτουν περιβαλλοντική άδεια (ΑΕΠΟ), η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία, τις απαιτήσεις, τους όρους και τις προϋποθέσεις του Ν. 4014/2011 και των κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί ή εκδίδονται κατ εξουσιοδότησή του καθώς και με τις ειδικότερες απαιτήσεις της παρούσας απόφασης και
β) το γενικό περιεχόμενο (προδιαγραφές) της ΑΕΠΟ καθορίζεται στο παράρτημα Α της υπ αριθ. 48963/2012 κοινής υπουργικής απόφασης, που έχει εκδοθεί κατ' εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του Ν.4014/2011 και το ειδικότερο περιεχόμενό της από την παρούσα απόφαση.
Η περιβαλλοντική άδεια μπορεί να καλύπτει δύο ή περισσότερες εγκαταστάσεις ή τμήματα εγκαταστάσεων την εκμετάλλευση των οποίων έχει ο ίδιος φορέας εκμετάλλευσης στον ίδιο χώρο. Στην περίπτωση αυτή η ΑΕΠΟ ορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις ώστε να εξασφαλίζεται ότι κάθε εγκατάσταση πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας απόφασης.
Η περιβαλλοντική άδεια μπορεί να καλύπτει διάφορα τμήματα μιας εγκατάστασης που εκμεταλλεύονται διαφορετικοί φορείς. Στις περιπτώσεις αυτές, η ΑΕΠΟ καθορίζει τις ευθύνες κάθε φορέα εκμετάλλευσης.
Σε κάθε περίπτωση από τις αναφερόμενες στις παραγράφους 2 και 3, κατά τη διαδικασία έκδοσης της ΑΕΠΟ πρέπει η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή να διασφαλίζει την αποτελεσματική ολοκληρωμένη προσέγγιση για την πρόληψη και τον έλεγχο των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, στα ύδατα και το έδαφος, τη διαχείριση των αποβλήτων, την ενεργειακή απόδοση και την πρόληψη των ατυχημάτων.
Σε περίπτωση εκσυγχρονισμού, επέκτασης, βελτίωσης ή τροποποίησης περιβαλλοντικά αδειοδοτημένων εγκαταστάσεων ή μονάδων εφαρμόζονται οι διατάξεις της υπ αριθ. 167563/2013 κοινής υπουργικής απόφασης (Β 964), που έχει εκδοθεί κατ εξουσιοδότηση του άρθρου 6 του Ν.4014/2011.
Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης κατοχής περιβαλλοντικής άδειας, είναι δυνατόν για ορισμένες κατηγορίες εγκαταστάσεων, μονάδων καύσης ή μονάδων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, να καθορίζονται ειδικές απαιτήσεις με τη μορφή γενικών δεσμευτικών κανόνων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 14. Όταν θεσπίζονται γενικοί δεσμευτικοί κανόνες η ΑΕΠΟ μπορεί να περιέχει απλή αναφορά στους κανόνες αυτούς.
Με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων του Π.Δ. 148/2009, σε περίπτωση συμβάντος ή ατυχήματος που επηρεάζει σημαντικά το περιβάλλον, τηρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:
α) ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει άμεσα την αρμόδια για την περιβαλλοντική άδεια αρχή
β) ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει αμέσως τα μέτρα για τον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την αποφυγή άλλων συμβάντων ή ατυχημάτων
γ) η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή απαιτεί από το φορέα εκμετάλλευσης να λάβει όλα τα κατάλληλα συμπληρωματικά μέτρα, τα οποία αυτή θεωρεί αναγκαία για τον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την αποφυγή άλλων συμβάντων ή ατυχημάτων.
Οι φορείς εκμετάλλευσης των δραστηριοτήτων του παραρτήματος Ι έχουν την ευθύνη να διασφαλίζουν τη λειτουργία των εν λόγω δραστηριοτήτων σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:
α) να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προληπτικά αντιρρυπαντικά μέτρα,
β) να εφαρμόζουν τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές,
γ) να μην προκαλούν σημαντική ρύπανση,
δ) να προλαμβάνουν την παραγωγή αποβλήτων σύμφωνα με την Ενότητα Β του Ν.4042/2012,
ε) στις περιπτώσεις που παράγονται απόβλητα, κατά σειρά προτεραιότητας και σύμφωνα με την Ενότητα Β' του Ν.4042/2012, να προετοιμάζουν αυτά για επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, ανάκτηση ή, όταν αυτό είναι τεχνικά και οικονομικά αδύνατο, να τα διαθέτουν κατά τρόπο ώστε να αποφεύγονται ή να μειώνονται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον,
στ) να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά την ενέργεια,
ζ) να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την πρόληψη των ατυχημάτων και τον περιορισμό των συνεπειών τους,
η) να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων, ώστε να αποφεύγεται κάθε κίνδυνος ρύπανσης και ο χώρος της εκμετάλλευσης να επανέρχεται στην ικανοποιητική κατάσταση.
ο φορέας της δραστηριότητας υποχρεούται:
α) κατά τη διαδικασία έκδοσης της ΑΕΠΟ για την πραγματοποίηση της δραστηριότητας, να υποβάλλει στο φάκελο με τα συνοδευτικά της ΜΠΕ έγγραφα και στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν.4014/2011, εκτός των άλλων και όλα τα συνοδευτικά έγγραφα και στοιχεία που τεκμηριώνουν τη συμμόρφωσή του με τις ανωτέρω αρχές και
β) κατά τη λειτουργία της δραστηριότητας να τηρεί τους όρους της ΑΕΠΟ συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αναφέρονται στην τήρηση των αρχών και να θέτει στη διάθεση της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής, όταν του ζητείται, όλα τα αναγκαία στοιχεία και πληροφορίες που τεκμηριώνουν τη συμμόρφωσή του με τους όρους αυτούς.
Για την έναρξη της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης σύμφωνα με τα άρθρα 2, 3, 4,5 και 6 του Ν.4014/2011, ο ενδιαφερόμενος φορέας της εγκατάστασης υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια περιβαλλοντική αρχή που συνοδεύεται από φάκελο της ΜΠΕ και φάκελο με τα συνοδευτικά της ΜΠΕ έγγραφα και στοιχεία τα οποία εκτός των άλλων περιλαμβάνουν περιγραφή:
α) της εγκατάστασης και των δραστηριοτήτων της,
β) των πρώτων και βοηθητικών υλών, των λοιπών ουσιών και της ενέργειας που χρησιμοποιούνται ή παράγονται από την εγκατάσταση,
γ) των πηγών εκπομπών της εγκατάστασης,
δ) των συνθηκών του χώρου όπου θα λειτουργήσει η εγκατάσταση,
ε) όπου ισχύει, βασική έκθεση, σύμφωνα με το άρθρο 18, παράγραφος 2,
στ) της φύσης και των ποσοτήτων των προβλεπόμενων εκπομπών της εγκατάστασης σε κάθε επιμέρους στοιχείο του περιβάλλοντος καθώς και προσδιορισμό των σημαντικών επιπτώσεων των εκπομπών στο περιβάλλον,
ζ) της προτεινόμενης τεχνολογίας και των άλλων τεχνικών που αποσκοπούν στην πρόληψη των εκπομπών που προέρχονται από την εγκατάσταση ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατόν, στη μείωσή τους,
η) των μέτρων, πρόληψης, προετοιμασίας για εκ νέου χρήση, ανακύκλωσης και ανάκτησης των αποβλήτων που παράγει η εγκατάσταση,
θ) των άλλων μέτρων που προβλέπονται για τη συμμόρφωση με τις βασικές αρχές για τη λειτουργία των δραστηριοτήτων,
ι) των προβλεπόμενων μέτρων παρακολούθησης των εκπομπών στο περιβάλλον,
ια) σε γενικές γραμμές των κύριων εναλλακτικών επιλογών όσον αφορά την τεχνολογία, τις τεχνικές και τα μέτρα που προτείνονται, οι οποίες έχουν μελετηθεί από τον αιτούντα.
Παύση λειτουργίας εγκαταστάσεων: 1. Η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή καθορίζει όρους στην ΑΕΠΟ με τους οποίους εξασφαλίζεται ότι κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων τηρούνται οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4. Οι όροι αυτοί καθορίζονται με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων του Ν.3199/2003 (Α'280) και του Π.Δ. 51/2007 (Α'54) που εκδόθηκε σε εφαρμογή του νόμου αυτού, των διατάξεων του Π.Δ. 148/2009 (Α'190) και της υπ' αριθ. 39626/2208/2009 κοινής υπουργικής απόφασης (Β' 2075) καθώς και των εθνικών και ενωσιακών διατάξεων που εκάστοτε ισχύουν σχετικά με την προστασία του εδάφους.
Στις περιπτώσεις που η δραστηριότητα περιλαμβάνει τη χρήση, παραγωγή ή απελευθέρωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών και λαμβάνοντας υπόψη την πιθανότητα ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στο χώρο της εγκατάστασης, ο φορέας εκμετάλλευσης συντάσσει βασική έκθεση και την υποβάλλει στην αρμόδια περιβαλλοντική αρχή ως εξής:
α) Σε περίπτωση νέας εγκατάστασης:
αα) η βασική έκθεση υποβάλλεται με το συνοδευτικό φάκελο της ΜΠΕ για την έκδοση της αρχικής ΑΕΠΟ, για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιανουαρίου 2013
ββ) εφόσον έχει ήδη υποβληθεί φάκελος ΜΠΕ για την έκδοση αρχικής ΑΕΠΟ πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, η βασική έκθεση υποβάλλεται πριν από την έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης. β) Σε περίπτωση υφιστάμενης εγκατάστασης: αα) εάν πρόκειται για τροποποίηση ή αναπροσαρμογή των όρων της ΑΕΠΟ με υποβολή νέας ΜΠΕ ή για ανανέωση της ΑΕΠΟ, η βασική έκθεση υποβάλλεται για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιανουαρίου 2014, εφόσον η εγκατάσταση περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ του άρθρου 5 της υπ' αριθ. 15393/2332/2002 κοινής υπουργικής απόφασης (Β'1022),
ββ) εάν πρόκειται για τροποποίηση ή αναπροσαρμογή των όρων της ΑΕΠΟ με υποβολή νέας ΜΠΕ ή για ανανέωση της ΑΕΠΟ, η βασική έκθεση υποβάλλεται για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιουλίου 2015, εφόσον η εγκατάσταση δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ του άρθρου 5 της υπ' αριθ. 15393/2332/2002 κοινής υπουργικής απόφασης (Β 1022)
Η βασική έκθεση περιλαμβάνει τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό της κατάστασης του εδάφους και της ρύπανσης των υπογείων υδάτων, ούτως ώστε να γίνεται ποσοτικοποιημένη σύγκριση της κατάστασης κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων σύμφωνα με την παράγραφο 3.
Η βασική έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:
α) στοιχεία για την παρούσα χρήση και, όταν διατίθενται, για τις χρήσεις του χώρου κατά το παρελθόν.
β) τα στοιχεία των μετρήσεων του εδάφους και των υπόγειων υδάτων που αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατεί, όταν διατίθενται κατά την κατάρτιση της έκθεσης, ή, εναλλακτικά, νέων μετρήσεων, λαμβανομένης υπόψη της πιθανότητας ρύπανσης του εδάφους ή των υπόγειων υδάτων από τις επικίνδυνες ουσίες οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, να παραχθούν ή να απελευθερωθούν από τη συγκεκριμένη εγκατάσταση.
Όταν τα στοιχεία που παρέχονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις της εθνικής ή της ενωσιακής νομοθεσίας πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας παραγράφου, τα στοιχεία αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ή να επισυνάπτονται στην υποβαλλόμενη βασική έκθεση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το περιεχόμενο της βασικής έκθεσης, όπως προβλέπεται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 22 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ.
Κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων, ο φορέας εκμετάλλευσης αξιολογεί την κατάσταση ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων από σχετικές επικίνδυνες ουσίες τις οποίες χρησιμοποιεί, παράγει ή απελευθερώνει η εγκατάσταση. Στις περιπτώσεις που η εγκατάσταση έχει προκαλέσει σημαντική ρύπανση του εδάφους ή των υπόγειων υδάτων από σχετικές επικίνδυνες ουσίες σε σύγκριση με την κατάσταση η οποία έχει προσδιορισθεί στη βασική έκθεση που αναφέρεται στις παραγράφους 2, 2.1 και 2.2, ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση της ρύπανσης αυτής και την επαναφορά του χώρου στην προηγούμενη κατάσταση. Για το λόγο αυτό, λαμβάνεται υπόψη η δυνατότητα εφαρμογής, από τεχνική άποψη, των εν λόγω μέτρων.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων και όταν η ρύπανση του εδάφους και των υπόγειων υδάτων στο χώρο θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, ως αποτέλεσμα των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων τις οποίες διεξήγαγε ο φορέας εκμετάλλευσης πριν η ΑΕΠΟ της εγκατάστασης ανανεωθεί ή τροποποιηθεί για πρώτη φορά μετά τις 7 Ιανουαρίου 2013 και λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του χώρου σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο δ), ο φορέας εκμετάλλευσης λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα με στόχο την απομάκρυνση, τον έλεγχο, τη συγκράτηση ή τη μείωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών, ούτως ώστε ο χώρος, λαμβανομένης υπ' όψιν της τρέχουσας ή της εγκεκριμένης μελλοντικής χρήσης του, να μην αποτελεί πλέον κίνδυνο.
Στις περιπτώσεις που ο φορέας εκμετάλλευσης δεν υποχρεούται να συντάξει τη βασική έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, λαμβάνει, τα απαραίτητα μέτρα κατά την οριστική παύση των δραστηριοτήτων, με στόχο την απομάκρυνση, τον έλεγχο, τη συγκράτηση ή τη μείωση σχετικών επικίνδυνων ουσιών, ούτως ώστε ο χώρος, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας ή της εγκεκριμένης μελλοντικής χρήσης του, να παύει να θέτει σε σοβαρό κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, λόγω της ρύπανσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων ως αποτέλεσμα των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων και λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του χώρου της εγκατάστασης που έχουν διαπιστωθεί σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δ).
Το σύστημα περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων για τον έλεγχο της τήρησης των όρων της ΑΕΠΟ και των λοιπών απαιτήσεων της περιβαλλοντικής νομοθεσίας καθώς και για την εξέταση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τις εγκαταστάσεις , διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν.4014/2011.
Πρόσβαση στη δικαιοσύνη: 1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αποτελεί μέρος του ενδιαφερόμενου κοινού κατά την έννοια της παραγράφου 17 του άρθρου 3, δικαιούται να προσβάλλει τις πράξεις ή παραλείψεις της Διοίκησης που έχουν σχέση με θέματα ενημέρωσης και συμμετοχής του κατά τη διαδικασία έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων ενός έργου ή δραστηριότητας τόσο στα πλαίσια διοικητικού ελέγχου όσο και στο πλαίσιο δικαστικής προστασίας.
Τα μέσα ένδικης προστασίας του κοινού περιγράφονται στην υπ' αριθ. 9269/470/2007 κοινή υπουργική απόφαση (Β'286) που εκδόθηκε σε συμμόρφωση με την οδηγία 2003/35/ΕΚ.
Παράδοση και παραλαβή αποβλήτων:1. Ο φορέας εκμετάλλευσης της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων λαμβάνει όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις σχετικά με την παράδοση και την παραλαβή των αποβλήτων ώστε να προλαμβάνονται ή να περιορίζονται, όσο είναι εφικτό, οι αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και ειδικότερα η ρύπανση της ατμόσφαιρας, του εδάφους και των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, των οσμών και του θορύβου και οι άμεσοι κίνδυνοι για την υγεία.
Ο φορέας εκμετάλλευσης, πριν δεχθεί τα απόβλητα στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, προσδιορίζει τις ποσότητες κάθε κατηγορίας αποβλήτων, εάν είναι δυνατόν, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Κατάλογο Αποβλήτων (Απόφαση 2000/532/ΕΚ).
Πριν από την αποδοχή επικίνδυνων αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να συλλέγει τις διαθέσιμες πληροφορίες για τα απόβλητα προκειμένου να εξακριβώνει αν πληρούνται οι όροι και οι απαιτήσεις της ΑΕΠΟ, που ορίζονται στο άρθρο 39 παράγραφος 2.
Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν:
α) όλες τις πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία παραγωγής οι οποίες περιλαμβάνονται στα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α),
β) τη φυσική και, στο μέτρο του εφικτού, τη χημική σύσταση των αποβλήτων και όλες τις άλλες αναγκαίες πληροφορίες προκειμένου να εκτιμηθεί η καταλληλότητά τους για την προβλεπόμενη διεργασία αποτέφρωσης,
γ) στα επικίνδυνα χαρακτηριστικά των αποβλήτων, στις ουσίες με τις οποίες δεν μπορούν να αναμιχθούν και στις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται κατά το χειρισμό των αποβλήτων.
Πριν από την αποδοχή επικινδύνων αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, πρέπει να τηρούνται από τον φορέα εκμετάλλευσης τουλάχιστον οι ακόλουθες διαδικασίες παραλαβής:
α) έλεγχος των εγγράφων που απαιτούνται από τις σχετικές διατάξεις της Β' Ενότητας του Ν.4042/2012 και, ενδεχομένως, εκείνων που απαιτούνται από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων, καθώς και από την κείμενη εθνική και ενωσιακή νομοθεσία σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων.
β) λήψη αντιπροσωπευτικών δειγμάτων, εκτός εάν δεν ενδείκνυται, κατά το δυνατόν πριν από την εκφόρτωση, προκειμένου με τη διεξαγωγή ελέγχων να διαπιστώνεται ότι τα χαρακτηριστικά των αποβλήτων είναι σύμφωνα με τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 και να διευκολύνονται οι αρμόδιες αρχές, κατά τη διενέργεια ελέγχων, στον προσδιορισμό του είδους των αποβλήτων που υποβάλλονται σε επεξεργασία. Τα δείγματα αυτά πρέπει να διατηρούνται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση των αντίστοιχων αποβλήτων.
Με απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ μπορούν να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις των παραγράφων 2, 3 και 4, οι μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων, οι οποίες αποτελούν τμήματα εγκαταστάσεων που καλύπτονται και αποτεφρώνουν ή συναποτεφρώνουν αποκλειστικά και μόνον τα δικά τους απόβλητα που παράγονται μέσα στην εγκατάσταση.
Σε όποιον προκαλεί ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος με πράξη ή παράλειψη που αντιβαίνει τις διατάξεις της παρούσας απόφασης, επιβάλλονται οι ποινικές και διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 28, 29 και 30 του Ν.1650/1986 (Α'160), όπως το άρθρο 28 τροποποιήθηκε με την Ενότητα Α' του Ν.4042/2012 (Α'60) και το άρθρο 30 με το άρθρο 4 του Ν. 3010/2002 (Α'91) και στη συνέχεια με το άρθρο 21 του Ν.4014/2011 (Α 209).
Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, του οποίου η δραστηριότητα προκαλεί ζημία ή άμεση απειλή ζημίας στο περιβάλλον κατά παράβαση των διατάξεων της παρούσας απόφασης, φέρει περιβαλλοντική ευθύνη η οποία διέπεται από τις διατάξεις του Προεδρικού Διατάγματος 148/2009 (Α'190).
Οι κυρώσεις που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους επιβάλλονται ανεξάρτητα από τις κυρώσεις που προβλέπονται σε άλλες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.
Το Υπουργείο ΠΕΚΑ σε συνεργασία, όπου απαιτείται, με τις συναρμόδιες αρχές και φορείς, παρέχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις αιτούμενες πληροφορίες σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 64 της οδηγίας 2010/75/ΕΕ, σχετικά με την χρήση οργανικών διαλυτών και τις δυνατότητες υποκατάστασή τους.
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΗΔΙΚΑ ΓΙΑ ICD-10
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ