2013-07-17 01:32:05
Τίποτα πια δε φοβίζει αυτή τη σκληροτράχηλη μάνα της ζωής, τη Γραμματική Ταταράκη! Δοκιμάστηκε σ’όλη τη διάρκεια των 85 της χρόνων, κάτω από... αντίξοες συνθήκες επιβίωσης και στάθηκε γενναία και, για πολλά χρόνια τώρα, μετρά τις δυνάμεις της, βοηθώντας από το απόθεμα της ψυχής της, στο να κρατά το φούρνο της κόρης και του εγγονού της στο Σπήλι, τις ώρες που αυτοί ξεκουράζονται. Και τα καταφέρνει και εδώ ως… πεπειραμένη πωλήτρια. Δίδει, λοιπόν, το σύνθημα ότι η γυναίκα που δε… φοβάται τη δουλειά, μπορεί να πουλά και να εισπράττει με ακρίβεια, ακόμα και στα 85 της!
Με το μαύρο τσεμπέρι που δεν έφυγε από το κεφάλι της από τότε, όπως το συνηθίζουν στην Κρήτη, που ταξίδεψε για τον άλλο αιώνιο σταθμό του ο άντρας της, έχοντας επίγνωση των βιολογικών της αντοχών, θα πει: «Άμα φτάξεις στα 85, θα κουράσεις και θα κουραστείς. Εσείς οι νέοι δε θα ζήσετε όπως εμείς, ο θεός να σας –ε- γράφει χρόνους, γιατί έχετε άλλη ζωή και δε ζείτε στο δικό μας κλίμα…»
Γίνεται σαφής στα όσα υποστηρίζει: «Μπορεί η γενιά η δική μας να έζησε σκληρές μέρες και ώρες, να πεινάσαμε και να δυστυχήσαμε αλλά ήμασταν ευτυχισμένοι όλοι οι άνθρωποι. Δεν είχαμε κακία, μάλλον αγαθοσύνη είχαμε και η ζωή μας μπορεί να ήταν μαύρη όμως ήταν ευτυχισμένη. Αγαπούσαμε ο ένας τον άλλο κι ήμασταν μια αγκαλιά και προσωπικά χαίρομαι με την προκοπή του άλλου. Συμβαίνει το ίδιο στις σημερινές δουλειές;»
«ΚΛΕΨΑΝΕ ΚΑΙ ΦΑΓΑΝΕ ΤΑ ΛΕΦΤΑ…»
Κι όμως, αυτή η ατρόμητη ένιωσε το αδυσώπητο πρόσωπο του καταχτητή. Μέσα στην κατοχή αναγκάζονταν ξυπόλυτη ή «με φελούς» ως… πολυτελές υπόδημα να τρέχει στο χωράφι για να βρει και να θραφεί «σκορδουλάκους και χόρτα», χωρίς ψωμί και «τα σώχωρα ήταν επιταγμένα και δεν μπορούσαμε ούτε πατάτα να φυτέψουμε». Έφτασε, λοιπόν, σήμερα αφού συμπλήρωσε και την όγδοη δεκαετία της ζωής της, να βιώνει μια άλλη κατοχή που πλήττει περισσότερο τους νέους «Δύσκολη, πάρα πολύ δύσκολη η σημερινή ζωή και μας καταστρέψανε οι κυβερνήσεις», διαπιστώνει βλέποντας και ακούγοντας. «Κλέψανε τα λεφτά της χώρας και τα φάγανε και ύστερα λένε του φτωχού εργάτη να πληρώσει. Μα έχει μεροκάματο για να σου δώσει λεφτά; Κι αυτό που είχε του το έκοψες. Εδώ είναι η πίσσα κι ο παράδεισος κι αν υπάρχει ανωτέρα δύναμη θα πληρώσουν γιατί καταστρέψανε τον κόσμο και την πατρίδα μας…»
Αυτά είπε η αρχόντισσα Γραμματική και ετοιμάστηκε να εξυπηρετήσει στο φούρνο τον πελάτη που μπήκε νωρίς το απόγευμα. Του έδωσε αυτά που ζήτησε, του έκανε το λογαριασμό με το κομπιουτεράκι του μυαλού της και έφυγε. Πήγε απέναντι από το φούρνο στη σκιά και περίμενε τον επόμενο…
madeincreta.gr
Με το μαύρο τσεμπέρι που δεν έφυγε από το κεφάλι της από τότε, όπως το συνηθίζουν στην Κρήτη, που ταξίδεψε για τον άλλο αιώνιο σταθμό του ο άντρας της, έχοντας επίγνωση των βιολογικών της αντοχών, θα πει: «Άμα φτάξεις στα 85, θα κουράσεις και θα κουραστείς. Εσείς οι νέοι δε θα ζήσετε όπως εμείς, ο θεός να σας –ε- γράφει χρόνους, γιατί έχετε άλλη ζωή και δε ζείτε στο δικό μας κλίμα…»
Γίνεται σαφής στα όσα υποστηρίζει: «Μπορεί η γενιά η δική μας να έζησε σκληρές μέρες και ώρες, να πεινάσαμε και να δυστυχήσαμε αλλά ήμασταν ευτυχισμένοι όλοι οι άνθρωποι. Δεν είχαμε κακία, μάλλον αγαθοσύνη είχαμε και η ζωή μας μπορεί να ήταν μαύρη όμως ήταν ευτυχισμένη. Αγαπούσαμε ο ένας τον άλλο κι ήμασταν μια αγκαλιά και προσωπικά χαίρομαι με την προκοπή του άλλου. Συμβαίνει το ίδιο στις σημερινές δουλειές;»
«ΚΛΕΨΑΝΕ ΚΑΙ ΦΑΓΑΝΕ ΤΑ ΛΕΦΤΑ…»
Κι όμως, αυτή η ατρόμητη ένιωσε το αδυσώπητο πρόσωπο του καταχτητή. Μέσα στην κατοχή αναγκάζονταν ξυπόλυτη ή «με φελούς» ως… πολυτελές υπόδημα να τρέχει στο χωράφι για να βρει και να θραφεί «σκορδουλάκους και χόρτα», χωρίς ψωμί και «τα σώχωρα ήταν επιταγμένα και δεν μπορούσαμε ούτε πατάτα να φυτέψουμε». Έφτασε, λοιπόν, σήμερα αφού συμπλήρωσε και την όγδοη δεκαετία της ζωής της, να βιώνει μια άλλη κατοχή που πλήττει περισσότερο τους νέους «Δύσκολη, πάρα πολύ δύσκολη η σημερινή ζωή και μας καταστρέψανε οι κυβερνήσεις», διαπιστώνει βλέποντας και ακούγοντας. «Κλέψανε τα λεφτά της χώρας και τα φάγανε και ύστερα λένε του φτωχού εργάτη να πληρώσει. Μα έχει μεροκάματο για να σου δώσει λεφτά; Κι αυτό που είχε του το έκοψες. Εδώ είναι η πίσσα κι ο παράδεισος κι αν υπάρχει ανωτέρα δύναμη θα πληρώσουν γιατί καταστρέψανε τον κόσμο και την πατρίδα μας…»
Αυτά είπε η αρχόντισσα Γραμματική και ετοιμάστηκε να εξυπηρετήσει στο φούρνο τον πελάτη που μπήκε νωρίς το απόγευμα. Του έδωσε αυτά που ζήτησε, του έκανε το λογαριασμό με το κομπιουτεράκι του μυαλού της και έφυγε. Πήγε απέναντι από το φούρνο στη σκιά και περίμενε τον επόμενο…
madeincreta.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Νετανιάχου: Δεν δεχόμαστε «υπαγορεύσεις» για τα σύνορα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ