2013-07-23 00:24:49
Επρόκειτο για μία ακόμη μεταμεσονύκτια συμφωνία, από τις πολλές συμφωνίες που είναι τόσο νομικά περίπλοκες όσο και οικονομικά ακαταλαβίστικες. Οι Υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης συμφώνησαν την περασμένη εβδομάδα ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα αφιερώσει €60 δις από το ανώτατο όριο δανεισμού των €500 δις, για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της ευρωζώνης. Αν αυτό δεν είναι αρκετό, τα υπόλοιπα χρήματα για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της ευρωζώνης θα πρέπει να προέλθουν από τις εθνικές κυβερνήσεις, ή μέσω bail-ins με τη συμμετοχή των επενδυτών και των καταθετών.
Πόση λοιπόν ανακεφαλαιοποίηση μπορούμε να περιμένουμε; Η γαλλική εφημερίδα Les Echos παρήγαγε την περασμένη εβδομάδα μία εκτίμηση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων των «κακών» τραπεζών οι οποίες έχουν ρυθμιστεί ώστε να απορροφήσουν τις απώλειες από το στεγαστικό «κραχ» και την πιστωτική κρίση των ΗΠΑ. Η εκτίμηση αυτή αντιστοιχεί σε πάνω από €1 τρις –αν και περιλαμβάνει και το Ηνωμένο Βασίλειο. Πόσα από αυτά τα περιουσιακά στοιχεία είναι στην πραγματικότητα υπερεκτιμημένα, κανείς δεν ξέρει. Μπορούμε ωστόσο με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι πολλά από αυτά θα είναι τελικά άνευ αξίας.
Η εκτίμηση αυτή αφορά μόνο τις κακές τράπεζες. Θα πρέπει να προσθέσουμε και τις πραγματικές και τις κρυφές απώλειες από το υπόλοιπο τραπεζικό σύστημα. Δε γνωρίζουμε πόσο μεγάλες είναι αυτές οι κρυφές απώλειες εφόσον είναι, εξ ορισμού, κρυμμένες. Για να συγκαλύψουν μία απώλεια, οι τράπεζες χρησιμοποιούν τρικ όπως το να «προσποιούνται και να επεκτείνουν»: οι δανειστές μπορούν να αποφασίσουν να ανανεώσουν ένα μη εξυπηρετούμενο δάνειο το οποίο τεχνικά μετατρέπεται και πάλι σε καλό τη στιγμή που συμφωνηθεί το νέο δάνειο –σημείο στο οποίο ο δανειολήπτης δεν θα βρίσκεται από τεχνικής άποψης σε αθέτηση.
Ο λόγος για τον οποίο πιστεύω ότι το ποσό των κρυφών απωλειών σε τραπεζικούς ισολογισμούς είναι τελικά πολύ μεγάλο, είναι ο τεράστιος αριθμός και η κλίμακα των συσσωρευμένων κρίσεων κατά τη διάρκεια των οποίων οι ευρωπαϊκές τράπεζες κατάφεραν να χάσουν χρήματα τα τελευταία χρόνια: η κρίση των subprime στις ΗΠΑ, η στεγαστική φούσκα της ευρωζώνης, η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, οι πτωχεύσεις τραπεζών στην Κύπρο και η σύντομη αλλά απότομη ύφεση του 2009 που ακολουθήθηκε από τη Μεγάλη Ύφεση του 2011-13, χωρίς να φαίνεται κάποιο τέλος στον ορίζοντα.
Θα μπορούσαμε να ελπίζουμε ότι ένας έλεγχος ποιότητας περιουσιακών στοιχείων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο οποίος προβλέπεται για το επόμενο έτος, θα παρέχει σαφήνεια στην κατάσταση. Ωστόσο, αμφιβάλλω. Στο παρελθόν, οι ασκήσεις τραπεζικής διαφάνειας πραγματοποιήθηκαν με σκοπό να κρυφτεί η αλήθεια. Θυμάστε τα stress tests του 2011; Ή τον φαινομενικά ανεξάρτητο έλεγχο του ισπανικού τραπεζικού συστήματος, ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ισπανικές τράπεζες χρειάζονταν μόνο ελάχιστο νέο κεφάλαιο;
Αυτό που μου προκαλεί ιδιαίτερη αμφιβολία σχετικά με την «άσκηση» της ΕΚΤ, είναι ότι δε μπορώ να φανταστώ την κεντρική τράπεζα να καταλήγει με έναν αριθμό που θα είναι μεγαλύτερος από το διαθέσιμο κεφάλαιο.
Έτσι, αντί να περιμένουμε για αυτές τις εκτιμήσεις, ας δούμε έναν πρόχειρο υπολογισμό: Έχει περιθώριο λάθους το οποίο αντιστοιχεί περίπου στο μέγεθος της ιταλικής οικονομίας, αλλά προσφέρει, τουλάχιστον, μία τάξη μεγέθους ώστε να εξετάσουμε το πρόβλημα.
Το σύνολο του ισολογισμού του νομισματικού και δημοσιονομικού τομέα της ευρωζώνης ανήλθε σε €26,7 τρις τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους. Πόσο από αυτό είναι υπερτιμημένο; Στην Ιρλανδία, οι 10 μεγαλύτερες τράπεζες αντιπροσώπευαν τις απώλειες της τάξης του 10 τοις εκατό του συνόλου του τραπεζικού ενεργητικού της χώρας. Οι συνολικές απώλειες θα είναι υψηλότερες. Στην Ελλάδα, οι απώλειες ήταν το 24 τοις εκατό του συνόλου του ενεργητικού. Η κεντρική τράπεζα της Σλοβενίας εκτίμησε πρόσφατα ότι οι απώλειές της κυμαίνονταν στο 18,3 τοις εκατό. Στην Ισπανία και την Πορτογαλία, οι αναγνωρισμένες απώλειες είναι ήδη πάνω από 10 τοις εκατό, αλλά οι αριθμοί είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα είναι υψηλότεροι. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξάνονται επίσης με ραγδαίους ρυθμούς στην Ιταλία.
Η Γερμανία είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση. Εκ πρώτης όψεως, το γερμανικό τραπεζικό σύστημα φαίνεται υγιές. Σίγουρα πληροί τη λειτουργία του για παροχή πίστωσης στον ιδιωτικό τομέα με χαμηλά επιτόκια. Αλλά, εξακολουθώ να μην μπορώ να πιστέψω ότι το γερμανικό τραπεζικό σύστημα είναι φερέγγυο στο σύνολό του.
Η χώρα έχει τρέξει μεγάλα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών εδώ και μία δεκαετία, επί του παρόντος περίπου στο 6 τοις εκατό του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι οι γερμανικές τράπεζες πρέπει να έχουν μαζέψει τεράστια αποθέματα ξένων τίτλων –ένα μεγάλο, αλλά άγνωστο ποσοστό των οποίων είναι πιθανό να χρεοκοπήσουν, ιδιαίτερα αν το βασικό εργαλείο επίλυσης κρίσεων αποδειχθεί ότι είναι το bail-in των επενδυτών.
Από μόνες τους, οι τράπεζες αποτελούν περίπου το 5 τοις εκατό των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών. Αν προσθέσουμε άλλα 5 τοις εκατό από τις κρυφές απώλειες, τις απώλειες που συνεχίζουν να δημιουργούνται από τη διπλή ύφεση, και τις μελλοντικές απώλειες από το bail-in των επενδυτών, φτάνουμε στα €2,6 τρις. Φυσικά, δε χρειάζεται να αποκατασταθούν όλες αυτές οι απώλειες μέσω ανακεφαλαιοποίησης. Ορισμένες τράπεζες μπορεί να έχουν ακόμη κάποια αποθεματικά κεφάλαια. Άλλες τράπεζες μπορεί να κλείσουν. Αλλά, αυτό απλά μοιράζει τις απώλειες από το ένα άκρο του τραπεζικού τομέα στο άλλο.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι η εκτίμησή μου είναι τελείως λάθος, και ας αφαιρέσουμε το μέγεθος της ιταλικής οικονομίας από τον αριθμό που προέκυψε πριν. Ακόμα καταλήγουμε με €1 τρις. Με αυτή την τάξη μεγέθους, θα έχει πολύ λίγη σημασία αν ο ΕΜΣ μπορέσει τελικά να συνεισφέρει €60 δις, €80 δις ή μηδέν. Οι εθνικές κυβερνήσεις είναι σαφώς ανίκανες και απρόθυμες να καλύψουν το κενό. Και χωρίς χρήματα για την εξυγίανση των τραπεζών, ελάχιστη σημασία έχει το αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα γίνει η αρχή εξυγίανσης που δεν θα κάνει τη δουλειά, ή αν απλά δεν την κάνει κάποιος άλλος.
Αυτό μας αφήνει ως πιθανότερο αποτέλεσμα μία μακρά περίοδο ρυθμιστικής αυτοσυγκράτησης –την πολιτική εκδοχή του να «προσποιηθούν και να επεκτείνουν». Προσποιούνται ότι δεν βλέπουν τις απώλειες, και επεκτείνουν την κρίση.
banksnews.gr
Πόση λοιπόν ανακεφαλαιοποίηση μπορούμε να περιμένουμε; Η γαλλική εφημερίδα Les Echos παρήγαγε την περασμένη εβδομάδα μία εκτίμηση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων των «κακών» τραπεζών οι οποίες έχουν ρυθμιστεί ώστε να απορροφήσουν τις απώλειες από το στεγαστικό «κραχ» και την πιστωτική κρίση των ΗΠΑ. Η εκτίμηση αυτή αντιστοιχεί σε πάνω από €1 τρις –αν και περιλαμβάνει και το Ηνωμένο Βασίλειο. Πόσα από αυτά τα περιουσιακά στοιχεία είναι στην πραγματικότητα υπερεκτιμημένα, κανείς δεν ξέρει. Μπορούμε ωστόσο με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι πολλά από αυτά θα είναι τελικά άνευ αξίας.
Η εκτίμηση αυτή αφορά μόνο τις κακές τράπεζες. Θα πρέπει να προσθέσουμε και τις πραγματικές και τις κρυφές απώλειες από το υπόλοιπο τραπεζικό σύστημα. Δε γνωρίζουμε πόσο μεγάλες είναι αυτές οι κρυφές απώλειες εφόσον είναι, εξ ορισμού, κρυμμένες. Για να συγκαλύψουν μία απώλεια, οι τράπεζες χρησιμοποιούν τρικ όπως το να «προσποιούνται και να επεκτείνουν»: οι δανειστές μπορούν να αποφασίσουν να ανανεώσουν ένα μη εξυπηρετούμενο δάνειο το οποίο τεχνικά μετατρέπεται και πάλι σε καλό τη στιγμή που συμφωνηθεί το νέο δάνειο –σημείο στο οποίο ο δανειολήπτης δεν θα βρίσκεται από τεχνικής άποψης σε αθέτηση.
Ο λόγος για τον οποίο πιστεύω ότι το ποσό των κρυφών απωλειών σε τραπεζικούς ισολογισμούς είναι τελικά πολύ μεγάλο, είναι ο τεράστιος αριθμός και η κλίμακα των συσσωρευμένων κρίσεων κατά τη διάρκεια των οποίων οι ευρωπαϊκές τράπεζες κατάφεραν να χάσουν χρήματα τα τελευταία χρόνια: η κρίση των subprime στις ΗΠΑ, η στεγαστική φούσκα της ευρωζώνης, η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, οι πτωχεύσεις τραπεζών στην Κύπρο και η σύντομη αλλά απότομη ύφεση του 2009 που ακολουθήθηκε από τη Μεγάλη Ύφεση του 2011-13, χωρίς να φαίνεται κάποιο τέλος στον ορίζοντα.
Θα μπορούσαμε να ελπίζουμε ότι ένας έλεγχος ποιότητας περιουσιακών στοιχείων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο οποίος προβλέπεται για το επόμενο έτος, θα παρέχει σαφήνεια στην κατάσταση. Ωστόσο, αμφιβάλλω. Στο παρελθόν, οι ασκήσεις τραπεζικής διαφάνειας πραγματοποιήθηκαν με σκοπό να κρυφτεί η αλήθεια. Θυμάστε τα stress tests του 2011; Ή τον φαινομενικά ανεξάρτητο έλεγχο του ισπανικού τραπεζικού συστήματος, ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ισπανικές τράπεζες χρειάζονταν μόνο ελάχιστο νέο κεφάλαιο;
Αυτό που μου προκαλεί ιδιαίτερη αμφιβολία σχετικά με την «άσκηση» της ΕΚΤ, είναι ότι δε μπορώ να φανταστώ την κεντρική τράπεζα να καταλήγει με έναν αριθμό που θα είναι μεγαλύτερος από το διαθέσιμο κεφάλαιο.
Έτσι, αντί να περιμένουμε για αυτές τις εκτιμήσεις, ας δούμε έναν πρόχειρο υπολογισμό: Έχει περιθώριο λάθους το οποίο αντιστοιχεί περίπου στο μέγεθος της ιταλικής οικονομίας, αλλά προσφέρει, τουλάχιστον, μία τάξη μεγέθους ώστε να εξετάσουμε το πρόβλημα.
Το σύνολο του ισολογισμού του νομισματικού και δημοσιονομικού τομέα της ευρωζώνης ανήλθε σε €26,7 τρις τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους. Πόσο από αυτό είναι υπερτιμημένο; Στην Ιρλανδία, οι 10 μεγαλύτερες τράπεζες αντιπροσώπευαν τις απώλειες της τάξης του 10 τοις εκατό του συνόλου του τραπεζικού ενεργητικού της χώρας. Οι συνολικές απώλειες θα είναι υψηλότερες. Στην Ελλάδα, οι απώλειες ήταν το 24 τοις εκατό του συνόλου του ενεργητικού. Η κεντρική τράπεζα της Σλοβενίας εκτίμησε πρόσφατα ότι οι απώλειές της κυμαίνονταν στο 18,3 τοις εκατό. Στην Ισπανία και την Πορτογαλία, οι αναγνωρισμένες απώλειες είναι ήδη πάνω από 10 τοις εκατό, αλλά οι αριθμοί είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα είναι υψηλότεροι. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξάνονται επίσης με ραγδαίους ρυθμούς στην Ιταλία.
Η Γερμανία είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση. Εκ πρώτης όψεως, το γερμανικό τραπεζικό σύστημα φαίνεται υγιές. Σίγουρα πληροί τη λειτουργία του για παροχή πίστωσης στον ιδιωτικό τομέα με χαμηλά επιτόκια. Αλλά, εξακολουθώ να μην μπορώ να πιστέψω ότι το γερμανικό τραπεζικό σύστημα είναι φερέγγυο στο σύνολό του.
Η χώρα έχει τρέξει μεγάλα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών εδώ και μία δεκαετία, επί του παρόντος περίπου στο 6 τοις εκατό του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι οι γερμανικές τράπεζες πρέπει να έχουν μαζέψει τεράστια αποθέματα ξένων τίτλων –ένα μεγάλο, αλλά άγνωστο ποσοστό των οποίων είναι πιθανό να χρεοκοπήσουν, ιδιαίτερα αν το βασικό εργαλείο επίλυσης κρίσεων αποδειχθεί ότι είναι το bail-in των επενδυτών.
Από μόνες τους, οι τράπεζες αποτελούν περίπου το 5 τοις εκατό των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών. Αν προσθέσουμε άλλα 5 τοις εκατό από τις κρυφές απώλειες, τις απώλειες που συνεχίζουν να δημιουργούνται από τη διπλή ύφεση, και τις μελλοντικές απώλειες από το bail-in των επενδυτών, φτάνουμε στα €2,6 τρις. Φυσικά, δε χρειάζεται να αποκατασταθούν όλες αυτές οι απώλειες μέσω ανακεφαλαιοποίησης. Ορισμένες τράπεζες μπορεί να έχουν ακόμη κάποια αποθεματικά κεφάλαια. Άλλες τράπεζες μπορεί να κλείσουν. Αλλά, αυτό απλά μοιράζει τις απώλειες από το ένα άκρο του τραπεζικού τομέα στο άλλο.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι η εκτίμησή μου είναι τελείως λάθος, και ας αφαιρέσουμε το μέγεθος της ιταλικής οικονομίας από τον αριθμό που προέκυψε πριν. Ακόμα καταλήγουμε με €1 τρις. Με αυτή την τάξη μεγέθους, θα έχει πολύ λίγη σημασία αν ο ΕΜΣ μπορέσει τελικά να συνεισφέρει €60 δις, €80 δις ή μηδέν. Οι εθνικές κυβερνήσεις είναι σαφώς ανίκανες και απρόθυμες να καλύψουν το κενό. Και χωρίς χρήματα για την εξυγίανση των τραπεζών, ελάχιστη σημασία έχει το αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα γίνει η αρχή εξυγίανσης που δεν θα κάνει τη δουλειά, ή αν απλά δεν την κάνει κάποιος άλλος.
Αυτό μας αφήνει ως πιθανότερο αποτέλεσμα μία μακρά περίοδο ρυθμιστικής αυτοσυγκράτησης –την πολιτική εκδοχή του να «προσποιηθούν και να επεκτείνουν». Προσποιούνται ότι δεν βλέπουν τις απώλειες, και επεκτείνουν την κρίση.
banksnews.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Γεννήθηκε το «βασιλικό βρέφος» - Aγόρι γέννησε η Κέιτ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Ερασιτεχνισμός στο δημόσιο διάλογο για την Τρ.Κύπρου»
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ