Μήπως είναι τυχαίο ότι η Σαουδική Αραβία μπορεί να πραγματοποιεί επέμβαση στο Μπαχρέιν για να καταστείλει μια δημοκρατική διαδήλωση, να εκτελεί 76 άτομα μέσα στο 2011 (ανάμεσά τους και μια γυναίκα με την κατηγορία της « μαγείας »), να απειλεί με την ίδια τιμωρία έναν μπλόγκερ ο οποίος ανάρτησε στον λογαριασμό του στο Twitter έναν φανταστικό διάλογο με τον Προφήτη, να καταδικάζει τους κλέφτες σε ακρωτηριασμό, να επιβάλει τη θανατική ποινή σε όσους κρίνονται ένοχοι για βιασμό, μοιχεία, σοδομισμό, ομοφυλοφιλία, λαθρεμπόριο ναρκωτικών και αλλαγή θρησκείας, χωρίς, όπως φαίνεται, να συγκινείται κανείς ή σχεδόν κανείς, πέρα από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ; Ούτε το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ούτε η G20 της οποίας είναι μέλος η Σαουδική Αραβία, ούτε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η πρόεδρος του οποίου χαιρέτησε πρόσφατα τον « σημαντικό ρόλο » που παίζει το Ριάντ στη σταθεροποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, κάνουν την παραμικρή νύξη για τα τεκταινόμενα.
Τι κι αν το ίδιο αυτό μοναρχικό καθεστώς επιμένει να απαγορεύει στις γυναίκες –οι οποίες, ούτως ή άλλως, δεν μπορούν να μετακινηθούν με αυτοκίνητο χωρίς τη συνοδεία συζύγου ή οδηγού– να λάβουν μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες ; Ούτε αυτή η παραβίαση τουλάχιστον δύο άρθρων της Χάρτας του Αθλητισμού [1] προκαλεί ιδιαίτερες αντιδράσεις
Η ευνοϊκή μεταχείριση που απολαμβάνει σε μόνιμη βάση η μοναρχία των Ουαχαβιτών εκφράστηκε εκ νέου με δηλώσεις του πρωθυπουργού της Τυνησίας, Χαμάντι Τζεμπάλι, ο οποίος εγκωμίασε τους σαουδάραβες οικοδεσπότες του σε πρόσφατη επίσημη επίσκεψή του. Πάντως, το Ριάντ, το οποίο υποστήριζε έως την τελευταία στιγμή την κλίκα του Μπεν Άλι, αρνείται να εκδώσει τον ανατραπέντα δικτάτορα, ο οποίος κατέφυγε στη χώρα μαζί με την περιουσία που απέκτησε με δόλιες μεθόδους. Το χρήμα των χωρών του Κόλπου ενθαρρύνει, εξάλλου, τις προκλήσεις των Σαλαφιστών της Τυνησίας, χρηματοδοτώντας τηλεοπτικά κανάλια, τα οποία κηρύσσουν μια μεσαιωνική ερμηνεία του Ισλάμ.
Τον Ιανουάριο του 2008, ο γάλλος πρόεδρος, Νικολά Σαρκοζί, ισχυριζόταν ότι « υπό την ώθηση της Αυτού Μεγαλειότητος του βασιλιά Αμπντάλα », η Σαουδική Αραβία ανέπτυσσε « μια εκπολιτιστική πολιτική ». Τέσσερα χρόνια αργότερα, η χώρα αυτή στην οποία βασιλεύει η διαφθορά, έχει γίνει κατά κύριο λόγο η αιχμή του δόρατος του υπερσυντηρητικού Σουνιτισμού στον αραβικό κόσμο. Οι γέροντες του Ριάντ, οι οποίοι ταυτίζουν τις διαμαρτυρίες της σαουδαραβικής νεολαίας με μια « νέα μορφή τρομοκρατίας », νοιάζονται για το δίκαιο των λαών μόνο αν πρόκειται να το αντιπαραθέσουν στα καθεστώτα των αντιπάλων τους στη γύρω περιοχή, είτε « ριζοσπαστικά » είτε σιιτικά. Το βασίλειο νιώθει δίχως άλλο προστατευμένο από τις λαϊκές εκρήξεις, χάρη στα ψίχουλα που πετά στον κόσμο από ένα τμήμα των πετρελαϊκών εσόδων, χάρη στην απαξίωση της σουνιτικής πλειοψηφίας απέναντι στο 10% με 20% των Σιιτών στα ανατολικά της χώρας και τέλος, χάρη στο φόβητρο του Ιράν. Η διεθνής ανοχή που απολαμβάνει η σαουδαραβική μοναρχία αποτελεί μία επιπλέον προστατευτική ασπίδα.
Σημειώσεις[1] Το άρθρο 4 της ολυμπιακής χάρτας ορίζει ότι « κάθε άτομο πρέπει να έχει τη δυνατότητα να κάνει αθλητισμό χωρίς κανενός είδους διάκριση ». Το άρθρο 6 διευκρινίζει ότι « κάθε μορφής διάκριση απέναντι σε ένα άτομο με γνώμονα τη φυλή, τη θρησκεία, την πολιτική, το γένος είναι ασυμβίβαστη με τη συμμετοχή στο Ολυμπιακό Κίνημα».
Πηγή