2013-08-03 12:09:56
Κωνσταντίνος Φίλης*
Οι τελευταίες εξελίξεις στην Αίγυπτο καταδεικνύουν το εύθραστο της κατάστασης.
Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι παρέμειναν αδρανείς απέναντι στην πτώση του Μόρσι και ορισμένοι ήλπιζαν ότι θα αποδέχονταν σιωπηρά το ιδιότυπο στρατιωτικό πραξικόπημα της 3ης Ιουλίου.
Όμως, αυτό ήταν μία τακτική επιλογή, διότι σε διαφορετική περίπτωση ενδεχόμενες συγκρούσεις θα νομιμοποιούσαν την επέμβαση του στρατού, ως δήθεν αναγκαστικού εγγυητή της σταθερότητας. Συν το γεγονός ότι τίποτα δεν τους διασφάλιζε πως θα μπορούσαν, με αυτό τον τρόπο, να αποτρέψουν τη διαφαινόμενη ανατροπή του ισλαμιστή προέδρου. Αντ’αυτού κατόρθωσαν, την αμέσως επόμενη μέρα του πραξικοπήματος, να κατεβάσουν στους δρόμους σχεδόν 1 εκατομμύριο Αιγύπτιους. Εντός μίας ιδιαιτέρως αρνητικής συγκυρίας και μέσα σε καθεστώς αβεβαιότητας, η Μουσουλμανική Αδελφότητα κάνει εδώ και ένα μήνα συχνή επίδειξη δύναμης.
Έχοντας εργαστεί επί μακρόν εκτός νόμου, κέρδισε τη συμπάθεια, αν όχι την υποστήριξη, κοινωνικών ομάδων που βρίσκονταν επί μακρόν αποκλεισμένες από τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες. Τώρα δοκιμάζει τις αντοχές των αιγυπτιακών αρχών. Θεωρώντας πως με τον τρόπο που συντελέστηκε το πραξικόπημα έχουν πλέον ηθικό πλεονέκτημα, μοιάζουν αρκετά ψυχωμένοι για να διεκδικήσουν και να ενισχύσουν τη θέση τους έναντι του στρατιωτικού κατεστημένου.
Η απουσία σοβαρής και αξιόπιστης εναλλακτικής από πλευράς αντιπολίτευσης, καθώς και η ταύτιση πολλών από τους ηγέτες της με την παρούσα κατάσταση, μάλλον διευκολύνει το έργο των Αδελφών Μουσουλμάνων. Όπως, άλλωστε, και η στάση έναντι του Μόρσι (κρατείται σε άγνωστο, ακόμη, μέρος και αναμένεται να αντιμετωπίσει βαριές κατηγορίες), αλλά και η δυνατότητα που απέκτησαν οι δυνάμεις ασφαλείας να συλλαμβάνουν κατά το δοκούν. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν τον προ καιρού ισχυρισμό μας, ότι η επέμβαση του στρατού (ανεξαρτήτου αιτίας) συνιστούσε πισωγύρισμα.
Η εν εξελίξει σύνθετη εξίσωση αποτυπώνεται και στην παρατεταμένη αμηχανία του διεθνούς παράγοντα, που αδυνατεί αφενός να εκτιμήσει τις επιπτώσεις, αφετέρου να παρέμβει διπλωματικά χάριν της αναγκαίας σταθερότητας. Πάντως, η αδυναμία εξεύρεσης λύσης, πέραν του ότι δυναμιτίζει και πολώνει το κλίμα εσωτερικά- διευρύνοντας τα χάσματα- τορπιλίζει τις διαπραγματεύσεις με διεθνείς οργανισμούς για την παροχή οικονομικής βοήθειας, καθηλώνει ξένες επενδύσεις και υπονομεύει τον τουρισμό.
Η έντονη πλέον παρουσία Σαλαφιστών, σε συνάρτηση με τη σφοδρότητα που αντιμετωπίζουν οι δυνάμεις ασφαλείας τις συγκεντρώσεις, καθώς και το ενδεχόμενο η Μουσουλμανική Αδελφότητα να τεθεί εκ νέου εκτός νόμου, και ενώ στη Συρία ο Άσαντ φαίνεται να παίρνει το πάνω χέρι, δημιουργεί τις «κατάλληλες» προϋποθέσεις για την ανάδυση των σκληροπυρηνικών. Η μαζικότητα, ο βαθμός και η απήχηση τους θα κριθούν μεν στο χρόνο, αλλά η διαχείριση του θυμού αυτών που απώλεσαν την εξουσία με συνοπτικές –και ασφαλώς αντιδημοκρατικές- διαδικασίες, το κατά πόσο θα συμμετάσχουν ή όχι στην πολιτική ζύμωση, και ο βαθμός ανοχής από πλευράς Δυτικών στην αλαζονική στάση του στρατού θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις. Στα μάτια πολλών δε, τα παραπάνω θα νομιμοποιήσουν, λιγότερο ή περισσότερο, την έκταση αλλά κυρίως τη μορφή των αντιδράσεων.
Στο ιδανικό (και συνάμα μακρινό) σενάριο, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι εντάσσονται στην πολιτική διαδικασία που θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει την αναγνώριση της μεταβατικής κυβέρνησης, κάτι που εμμέσως θα αναγνώριζε το στρατιωτικό πραξικόπημα. Από την άλλη, θα είχαν την ευκαιρία να δοκιμαστούν στις εκλογές, όπου έχουν τη δυνατότητα κινητοποίησης μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Ποιος, όμως, θα τους εξασφαλίσει εκλογές επί ίσοις όροις για να τους πείσει να προσέλθουν σε διάλογο;
Πιθανότερο σενάριο είναι η ανυπακοή από πλευράς Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η αυτοπεριθωριοποίηση από τις πολιτικές διεργασίες με την παράλληλη αμφισβήτηση των θεσμών (κυβέρνησης, δικαστικής εξουσίας, στρατού), που πιθανότατα θα οδηγήσει –αν δεν επιδιωχθεί κιόλας- στον αποκλεισμό τους από τις εκλογές, όποτε αυτές λάβουν χώρα. Επιθέσεις σε συγκεκριμένους στόχους είναι πιθανές (στο Σινά μαίνονται μάχες εδώ και ένα μήνα), καθώς και η ανάδειξη φοντεμανταλιστικών δυνάμεων εντός της οργάνωσης, ελεγχόμενων ή μη από την κεντρική διοίκηση.
Σε μία τέτοια περίπτωση, ο κίνδυνος για αυτούς είναι να δαιμονοποιηθούν και να κατηγορηθούν ως εχθροί της χώρας, η οποία ενώ επιχειρεί να ορθοποδήσει θα δίνει την εικόνα αστάθειας, με τις συνεπαγόμενες για την οικονομία της συνέπειες. Όπως, άλλωστε, απέδειξε η διακυβέρνηση Μόρσι, η εγκαθίδρυση ενός ισλαμικού κράτους (και σίγουρα όχι ενός μετριοπαθούς, αν εν τέλει υπάρχει κάτι τέτοιο) και η παγίωση της επιρροής τους μέσω του ελέγχου όλων των πόλων εξουσίας αποτέλεσε το κυριότερο διακύβευμα έναντι της δοκιμαζόμενης οικονομίας, στην οποία δόθηκε η χαριστική βολή.
Άρα, τώρα που επανέρχεται επιτακτικά το ζήτημα της πολιτικής επιβίωσης των Αδελφών Μουσουλμάνων, πώς και ποιοι θα τους πείσουν ότι το κύριο πρόταγμα είναι η σωτηρία της πατρίδας, είτε με την υπό όρους συμμετοχή τους, είτε χωρίς αυτούς;
Αναφορικά με τη Διεθνή Κοινότητα, θα πρέπει άμεσα να αξιοποιήσει τα όποια μέσα επιρροής της, ειδικότερα προς το στρατό, που είναι αναμφίβολα ο κομβικός παίκτης, να συνδέσει το ξεπάγωμα των δανείων με την ομαλοποίηση ώστε μόνο τότε να εισρεύσει χρήμα στην αγορά (προτιμότερος τρόπος από τη μεγαλοψυχία αραβικών κρατών που σχεδόν ποτέ δεν μετουσιώνεται στα υπεσχημένα ποσά), αλλά το κυριότερο να προσφέρει προοπτική ενσωμάτωσης της Αιγύπτου σε ευρύτερες και επωφελείς για αυτήν συνέργειες (π.χ. στον ενεργειακό τομέα με την ΕΕ). Αυτό σταδιακά θα δημιουργήσει περισσότερη ζύμωση με το διεθνή παράγοντα, θα προκαλέσει επενδύσεις, ροή κεφαλαίων και τεχνογνωσίας, θα επιφέρει μεγαλύτερες αλληλεξάρτησεις, θα εμπεδώσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης, με συνέπεια αφενός να αναπτυχθούν αποτελεσματικότερα εργαλεία πίεσης, αφετέρου να διασφαλιστεί περιφερειακά ο εποικοδομητικός ρόλος του μεγαλύτερου αραβικού κράτους του κόσμου.
Ωστόσο, αυτή η διαδικασία που θα είναι μακρά, πιθανόν και επίπονη, υπόκειται εν πολλοίς στη συμφωνία όλων των μερών σε ένα οδικό χάρτη υπέρβασης των σημερινών αδιεξόδων. Αν αυτό δεν επιτευχθεί τότε το ενδεχόμενο επιστροφής στις μέρες Μουμπάρακ (με τα συν και τα πολλά πλην) ισχυροποιείται. Αν, πάντως, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι θελήσουν να αυτοαποκλειστούν, θα πρέπει με «χειρουργικό» τρόπο να τους αφαιρεθούν τα κύρια επιχειρήματα, που αυτή τη στιγμή βρίσκουν απήχηση.
Αν, μάλιστα, δοθεί στους Αιγύπτιους μία προοπτική διεξόδου με τρόπο που θα διευρύνει την παραγωγική βάση και θα μειώνει τον αριθμό των περιθωριοποιημένων, επακόλουθα θα αποδυναμωθούν τα εξτρεμιστικά στοιχεία και οι πρακτικές τους. Πόσο μακρινό, όμως, φαντάζει αυτό στην παρούσα φάση;
*Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι Διεθνολόγος και Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.
aiXmi
InfoGnomon
Οι τελευταίες εξελίξεις στην Αίγυπτο καταδεικνύουν το εύθραστο της κατάστασης.
Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι παρέμειναν αδρανείς απέναντι στην πτώση του Μόρσι και ορισμένοι ήλπιζαν ότι θα αποδέχονταν σιωπηρά το ιδιότυπο στρατιωτικό πραξικόπημα της 3ης Ιουλίου.
Όμως, αυτό ήταν μία τακτική επιλογή, διότι σε διαφορετική περίπτωση ενδεχόμενες συγκρούσεις θα νομιμοποιούσαν την επέμβαση του στρατού, ως δήθεν αναγκαστικού εγγυητή της σταθερότητας. Συν το γεγονός ότι τίποτα δεν τους διασφάλιζε πως θα μπορούσαν, με αυτό τον τρόπο, να αποτρέψουν τη διαφαινόμενη ανατροπή του ισλαμιστή προέδρου. Αντ’αυτού κατόρθωσαν, την αμέσως επόμενη μέρα του πραξικοπήματος, να κατεβάσουν στους δρόμους σχεδόν 1 εκατομμύριο Αιγύπτιους. Εντός μίας ιδιαιτέρως αρνητικής συγκυρίας και μέσα σε καθεστώς αβεβαιότητας, η Μουσουλμανική Αδελφότητα κάνει εδώ και ένα μήνα συχνή επίδειξη δύναμης.
Έχοντας εργαστεί επί μακρόν εκτός νόμου, κέρδισε τη συμπάθεια, αν όχι την υποστήριξη, κοινωνικών ομάδων που βρίσκονταν επί μακρόν αποκλεισμένες από τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες. Τώρα δοκιμάζει τις αντοχές των αιγυπτιακών αρχών. Θεωρώντας πως με τον τρόπο που συντελέστηκε το πραξικόπημα έχουν πλέον ηθικό πλεονέκτημα, μοιάζουν αρκετά ψυχωμένοι για να διεκδικήσουν και να ενισχύσουν τη θέση τους έναντι του στρατιωτικού κατεστημένου.
Η απουσία σοβαρής και αξιόπιστης εναλλακτικής από πλευράς αντιπολίτευσης, καθώς και η ταύτιση πολλών από τους ηγέτες της με την παρούσα κατάσταση, μάλλον διευκολύνει το έργο των Αδελφών Μουσουλμάνων. Όπως, άλλωστε, και η στάση έναντι του Μόρσι (κρατείται σε άγνωστο, ακόμη, μέρος και αναμένεται να αντιμετωπίσει βαριές κατηγορίες), αλλά και η δυνατότητα που απέκτησαν οι δυνάμεις ασφαλείας να συλλαμβάνουν κατά το δοκούν. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν τον προ καιρού ισχυρισμό μας, ότι η επέμβαση του στρατού (ανεξαρτήτου αιτίας) συνιστούσε πισωγύρισμα.
Η εν εξελίξει σύνθετη εξίσωση αποτυπώνεται και στην παρατεταμένη αμηχανία του διεθνούς παράγοντα, που αδυνατεί αφενός να εκτιμήσει τις επιπτώσεις, αφετέρου να παρέμβει διπλωματικά χάριν της αναγκαίας σταθερότητας. Πάντως, η αδυναμία εξεύρεσης λύσης, πέραν του ότι δυναμιτίζει και πολώνει το κλίμα εσωτερικά- διευρύνοντας τα χάσματα- τορπιλίζει τις διαπραγματεύσεις με διεθνείς οργανισμούς για την παροχή οικονομικής βοήθειας, καθηλώνει ξένες επενδύσεις και υπονομεύει τον τουρισμό.
Η έντονη πλέον παρουσία Σαλαφιστών, σε συνάρτηση με τη σφοδρότητα που αντιμετωπίζουν οι δυνάμεις ασφαλείας τις συγκεντρώσεις, καθώς και το ενδεχόμενο η Μουσουλμανική Αδελφότητα να τεθεί εκ νέου εκτός νόμου, και ενώ στη Συρία ο Άσαντ φαίνεται να παίρνει το πάνω χέρι, δημιουργεί τις «κατάλληλες» προϋποθέσεις για την ανάδυση των σκληροπυρηνικών. Η μαζικότητα, ο βαθμός και η απήχηση τους θα κριθούν μεν στο χρόνο, αλλά η διαχείριση του θυμού αυτών που απώλεσαν την εξουσία με συνοπτικές –και ασφαλώς αντιδημοκρατικές- διαδικασίες, το κατά πόσο θα συμμετάσχουν ή όχι στην πολιτική ζύμωση, και ο βαθμός ανοχής από πλευράς Δυτικών στην αλαζονική στάση του στρατού θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό τις εξελίξεις. Στα μάτια πολλών δε, τα παραπάνω θα νομιμοποιήσουν, λιγότερο ή περισσότερο, την έκταση αλλά κυρίως τη μορφή των αντιδράσεων.
Στο ιδανικό (και συνάμα μακρινό) σενάριο, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι εντάσσονται στην πολιτική διαδικασία που θα οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει την αναγνώριση της μεταβατικής κυβέρνησης, κάτι που εμμέσως θα αναγνώριζε το στρατιωτικό πραξικόπημα. Από την άλλη, θα είχαν την ευκαιρία να δοκιμαστούν στις εκλογές, όπου έχουν τη δυνατότητα κινητοποίησης μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Ποιος, όμως, θα τους εξασφαλίσει εκλογές επί ίσοις όροις για να τους πείσει να προσέλθουν σε διάλογο;
Πιθανότερο σενάριο είναι η ανυπακοή από πλευράς Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η αυτοπεριθωριοποίηση από τις πολιτικές διεργασίες με την παράλληλη αμφισβήτηση των θεσμών (κυβέρνησης, δικαστικής εξουσίας, στρατού), που πιθανότατα θα οδηγήσει –αν δεν επιδιωχθεί κιόλας- στον αποκλεισμό τους από τις εκλογές, όποτε αυτές λάβουν χώρα. Επιθέσεις σε συγκεκριμένους στόχους είναι πιθανές (στο Σινά μαίνονται μάχες εδώ και ένα μήνα), καθώς και η ανάδειξη φοντεμανταλιστικών δυνάμεων εντός της οργάνωσης, ελεγχόμενων ή μη από την κεντρική διοίκηση.
Σε μία τέτοια περίπτωση, ο κίνδυνος για αυτούς είναι να δαιμονοποιηθούν και να κατηγορηθούν ως εχθροί της χώρας, η οποία ενώ επιχειρεί να ορθοποδήσει θα δίνει την εικόνα αστάθειας, με τις συνεπαγόμενες για την οικονομία της συνέπειες. Όπως, άλλωστε, απέδειξε η διακυβέρνηση Μόρσι, η εγκαθίδρυση ενός ισλαμικού κράτους (και σίγουρα όχι ενός μετριοπαθούς, αν εν τέλει υπάρχει κάτι τέτοιο) και η παγίωση της επιρροής τους μέσω του ελέγχου όλων των πόλων εξουσίας αποτέλεσε το κυριότερο διακύβευμα έναντι της δοκιμαζόμενης οικονομίας, στην οποία δόθηκε η χαριστική βολή.
Άρα, τώρα που επανέρχεται επιτακτικά το ζήτημα της πολιτικής επιβίωσης των Αδελφών Μουσουλμάνων, πώς και ποιοι θα τους πείσουν ότι το κύριο πρόταγμα είναι η σωτηρία της πατρίδας, είτε με την υπό όρους συμμετοχή τους, είτε χωρίς αυτούς;
Αναφορικά με τη Διεθνή Κοινότητα, θα πρέπει άμεσα να αξιοποιήσει τα όποια μέσα επιρροής της, ειδικότερα προς το στρατό, που είναι αναμφίβολα ο κομβικός παίκτης, να συνδέσει το ξεπάγωμα των δανείων με την ομαλοποίηση ώστε μόνο τότε να εισρεύσει χρήμα στην αγορά (προτιμότερος τρόπος από τη μεγαλοψυχία αραβικών κρατών που σχεδόν ποτέ δεν μετουσιώνεται στα υπεσχημένα ποσά), αλλά το κυριότερο να προσφέρει προοπτική ενσωμάτωσης της Αιγύπτου σε ευρύτερες και επωφελείς για αυτήν συνέργειες (π.χ. στον ενεργειακό τομέα με την ΕΕ). Αυτό σταδιακά θα δημιουργήσει περισσότερη ζύμωση με το διεθνή παράγοντα, θα προκαλέσει επενδύσεις, ροή κεφαλαίων και τεχνογνωσίας, θα επιφέρει μεγαλύτερες αλληλεξάρτησεις, θα εμπεδώσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης, με συνέπεια αφενός να αναπτυχθούν αποτελεσματικότερα εργαλεία πίεσης, αφετέρου να διασφαλιστεί περιφερειακά ο εποικοδομητικός ρόλος του μεγαλύτερου αραβικού κράτους του κόσμου.
Ωστόσο, αυτή η διαδικασία που θα είναι μακρά, πιθανόν και επίπονη, υπόκειται εν πολλοίς στη συμφωνία όλων των μερών σε ένα οδικό χάρτη υπέρβασης των σημερινών αδιεξόδων. Αν αυτό δεν επιτευχθεί τότε το ενδεχόμενο επιστροφής στις μέρες Μουμπάρακ (με τα συν και τα πολλά πλην) ισχυροποιείται. Αν, πάντως, οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι θελήσουν να αυτοαποκλειστούν, θα πρέπει με «χειρουργικό» τρόπο να τους αφαιρεθούν τα κύρια επιχειρήματα, που αυτή τη στιγμή βρίσκουν απήχηση.
Αν, μάλιστα, δοθεί στους Αιγύπτιους μία προοπτική διεξόδου με τρόπο που θα διευρύνει την παραγωγική βάση και θα μειώνει τον αριθμό των περιθωριοποιημένων, επακόλουθα θα αποδυναμωθούν τα εξτρεμιστικά στοιχεία και οι πρακτικές τους. Πόσο μακρινό, όμως, φαντάζει αυτό στην παρούσα φάση;
*Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι Διεθνολόγος και Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.
aiXmi
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Δεν υπάρχει κρίση για τον ΓΑΠ - Με 500 ευρώ πλήρωσε τα παπούτσια του...
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Επισκόπηση Τύπου - Τι γράφουν τα σημερινά πρωτοσέλιδα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ