2013-08-05 18:00:27
Το βασικό χαρακτηριστικό του πλαισίου μέσα στο οποίο πραγματοποιήθηκε η ψηφοφορία στα κατεχόμενα την 28η Ιουλίου δεν ήταν οι γνωστές πτυχές του Κυπριακού που συνήθως γίνονται αντικείμενο αντιπαραθέσεων.
Όμως το ευρύτερο πλαίσιο που περιβάλλει την τουρκοκυπριακή κάλπη συνιστά μέρος μιας σχετικά νέας κοινωνικο-οικονομικής πραγματικότητας, η οποία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο επηρεάζει την εξέλιξη του Κυπριακού.
Οι Τουρκοκύπριοι ψήφισαν με βασικό κριτήριο την πορεία του επιβαλλόμενου από την Άγκυρα μετασχηματισμού του ψευδοκράτους, αλλά και την ανάγκη της ίδιας της κοινότητας να επανακαθορίσει τις σχέσεις της με την Τουρκία.
Στη μια πλευρά του διλήμματος ήταν το μεγάλο κόμμα της Δεξιάς, το Κόμμα Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ), το οποίο τα τελευταία χρόνια μετατράπηκε σε «τοπικό φορέα» υλοποίησης του μνημονίου της κυβέρνησης Έρντογαν. Το κόμμα ταυτίστηκε πλήρως με τις επιλογές της Άγκυρας και επιδίωξε να γίνει ο κυριότερος εκπρόσωπος της αντικατάστασης των «αρχαϊκών δομών» λειτουργίας του ψευδοκράτους από τις νέες δομές του νεοφιλελεύθερου εκσυγχρονισμού
. Προσπάθησε να αναλάβει το ρόλο κατάργησης ενός περιβάλλοντος «δυναστείας» όπου η εκτελεστική εξουσία ήταν ταυτόχρονα ο απόλυτος εκφραστής της κεμαλικής-κοσμικής εθνικής βούλησης, αλλά και ο πυλώνας διαμοιρασμού του «πλιάτσικου» με στόχο την παραγωγή και αναπαραγωγή εξαρτήσεων. Πρόκειται δηλαδή για μια προσπάθεια ριζικής ανατροπής της ιδρυτικής φιλοσοφίας του ψευδοκράτους και των κύκλων που ανατράφηκαν από αυτό, με στόχο το περαιτέρω άνοιγμα της αγοράς στην Τουρκία και την οριστική ήττα ενός περίεργου μοντέλου «κρατικής» ανάπτυξης.
Η αντίφαση προέκυψε ακριβώς σε αυτό το σημείο: Ο Έρντογαν επέλεξε ως φορέα μετασχηματισμού εκείνη την πολιτική δύναμη που οικοδόμησε στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα αυτό που ο ίδιος θέλει να κλείσει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Επομένως για να μετασχηματίσει το ψευδοκράτος θα έπρεπε προηγουμένως να μετασχηματίσει το ίδιο το ΚΕΕ. Ο Έρογλου και το ιστορικό του υπόβαθρο ήταν μια απειλητική παρουσία. Έτσι προέκυψαν οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις στο κόμμα, η φυγή της ομάδας Κασιήφ (ομάδα Έρογλου) και η συνεργασία της με τον Ντενκτάς. Μοιραία λοιπόν, η μία συνιστώσα του ευρύτερου πλαισίου των εκλογών ήταν αυτή που εξέφραζε ένα «εισαγόμενο» μοντέλο εκσυγχρονισμού, που εκτός των άλλων περιθωριοποιούσε την Τουρκοκυπριακή κοινότητα ως πολιτική ύπαρξη στην Κύπρο.
Σε αντιπαράθεση με το πιο πάνω, ήταν η αγωνία μιας μεγάλης μάζας της κοινότητας για τις συνέπειες του μνημονίου. Την ίδια στιγμή ήταν και η έκφραση διεκδίκησης για μια αναγκαία αλλαγή, η οποία όμως θα προέρχεται από την τουρκοκυπριακή πολιτική βούληση και τα ιδιαίτερα της χαρακτηριστικά. Σε αυτό το «στρατόπεδο» βρέθηκε η ευρύτερη κεντροαριστερά με επικεφαλής το Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα (ΡΤΚ) αλλά και μια μερίδα του τουρκοκυπριακού εθνικισμού έτσι όπως εκφράζεται από το Δημοκρατικό Κόμμα (ΔΚ) και το περιβάλλον Έρογλου. Επομένως το βασικό τους χαρακτηριστικό ήταν η κοινή υπογράμμιση (σε διαφορετικό βαθμό και περιεχόμενο) της εθνοκοινοτικής ύπαρξης των Τουρκοκυπρίων, της διεκδίκησης χειραφέτησης απέναντι στην Τουρκία, της θέλησης για δημιουργία προϋποθέσεων ενός τοπικού εκσυγχρονισμού που θα λαμβάνει υπόψη την κυπριακή διάσταση της κοινότητας και συνεπώς δε θα περιθωριοποιεί το διαχωριστικό-διαφοροποιητικό στοιχείο από την Τουρκία του Έρντογαν.
Στη βάση του πιο πάνω συλλογισμού, το αποτέλεσμα της κάλπης οδηγεί στα εξής συμπεράσματα: 1) Η Τουρκοκυπριακή κοινότητα εκφράζει μια γενικότερη απαξίωση προς το πολιτικό σύστημα έτσι όπως εξελίχθηκε από το 1974 (περίπου 30% αποχή). 2) Οι δυνάμεις που ενισχύθηκαν ήταν αυτές που στον ένα ή στον άλλο βαθμό απέρριψαν το τουρκικό μνημόνιο, ενώ κατά την περίοδο 2009-2013 προέβαλαν ξανά το μεγάλο ζήτημα της αναγνώρισης της κοινότητας σε ιστορικό υποκείμενο, αυτή τη φορά απέναντι στην Τουρκία. 3) Αυτοί που επέλεξαν να εκφράσουν σε τοπικό επίπεδο τα ξένα προς την κοινότητα στοιχεία του εκσυγχρονισμού, ηττήθηκαν. Το ΚΕΕ από το 44% βρέθηκε στο 27%, ενώ ο Ιρσέν Κιουτσιούκ – ο «πρωθυπουργός» του μνημονίου – δεν κατάφερε να κερδίσει καν έδρα στη «βουλή». 4) Έστω και αν τα συνολικά ποσοστά της Δεξιάς είναι περίπου στο 50%, εντούτοις η κεντροαριστερά φαίνεται να βγαίνει από το ιστορικό περιθώριο. 5) Ο Έρογλου κατάφερε να ελιχθεί μέσα από τις τεράστιες πιέσεις της Άγκυρας και προς το παρόν να επιβιώσει. Την ίδια στιγμή ο Ταλάτ μπαίνει ξανά στο προσκήνιο ως διεκδικητής της ηγεσίας της κοινότητας.
Δεν θα ήταν υπερβολή να σημειωθεί ότι μετά την 28η Ιουλίου, η πολιτική ζωή στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα είναι στο επίκεντρο μιας ριζικής αναδιαμόρφωσης. Οι αντιπαραθέσεις που έχουν στιγματίσει την πολιτική πραγματικότητα της κοινότητας, στέλνουν σαφώς το μήνυμα της διεκδίκησης για αλλαγή του περιεχομένου των σχέσεων Τουρκοκυπρίων-Τουρκίας. Αυτό γίνεται ανεξάρτητα από το εάν οι κομματικές ηγεσίες των Τουρκοκυπρίων θα διεκδικήσουν αυτή την αλλαγή ή όχι. Στη δημόσια σφαίρα έχουν ήδη καταγραφεί αιτήματα «κυπροκεντρικού» προσανατολισμού, τα οποία υπό προϋποθέσεις ανανοηματοδοτούν το ρόλο της Τουρκίας στην Κύπρο ιστορικά. Ιδιαίτερα ενώπιον της νέας πρωτοβουλίας συνομιλιών, επιβάλλεται όπως οι αντιδράσεις των Τουρκοκυπρίων αξιολογηθούν στο κυπριακό τους περιβάλλον και να μετατραπούν σε μια βάση διαλόγου και συνεργασίας με τις προοδευτικές-ομοσπονδιακές δυνάμεις της κοινότητας.
CyprusNews
InfoGnomon
Όμως το ευρύτερο πλαίσιο που περιβάλλει την τουρκοκυπριακή κάλπη συνιστά μέρος μιας σχετικά νέας κοινωνικο-οικονομικής πραγματικότητας, η οποία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο επηρεάζει την εξέλιξη του Κυπριακού.
Οι Τουρκοκύπριοι ψήφισαν με βασικό κριτήριο την πορεία του επιβαλλόμενου από την Άγκυρα μετασχηματισμού του ψευδοκράτους, αλλά και την ανάγκη της ίδιας της κοινότητας να επανακαθορίσει τις σχέσεις της με την Τουρκία.
Στη μια πλευρά του διλήμματος ήταν το μεγάλο κόμμα της Δεξιάς, το Κόμμα Εθνικής Ενότητας (ΚΕΕ), το οποίο τα τελευταία χρόνια μετατράπηκε σε «τοπικό φορέα» υλοποίησης του μνημονίου της κυβέρνησης Έρντογαν. Το κόμμα ταυτίστηκε πλήρως με τις επιλογές της Άγκυρας και επιδίωξε να γίνει ο κυριότερος εκπρόσωπος της αντικατάστασης των «αρχαϊκών δομών» λειτουργίας του ψευδοκράτους από τις νέες δομές του νεοφιλελεύθερου εκσυγχρονισμού
Η αντίφαση προέκυψε ακριβώς σε αυτό το σημείο: Ο Έρντογαν επέλεξε ως φορέα μετασχηματισμού εκείνη την πολιτική δύναμη που οικοδόμησε στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα αυτό που ο ίδιος θέλει να κλείσει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Επομένως για να μετασχηματίσει το ψευδοκράτος θα έπρεπε προηγουμένως να μετασχηματίσει το ίδιο το ΚΕΕ. Ο Έρογλου και το ιστορικό του υπόβαθρο ήταν μια απειλητική παρουσία. Έτσι προέκυψαν οι εσωτερικές αντιπαραθέσεις στο κόμμα, η φυγή της ομάδας Κασιήφ (ομάδα Έρογλου) και η συνεργασία της με τον Ντενκτάς. Μοιραία λοιπόν, η μία συνιστώσα του ευρύτερου πλαισίου των εκλογών ήταν αυτή που εξέφραζε ένα «εισαγόμενο» μοντέλο εκσυγχρονισμού, που εκτός των άλλων περιθωριοποιούσε την Τουρκοκυπριακή κοινότητα ως πολιτική ύπαρξη στην Κύπρο.
Σε αντιπαράθεση με το πιο πάνω, ήταν η αγωνία μιας μεγάλης μάζας της κοινότητας για τις συνέπειες του μνημονίου. Την ίδια στιγμή ήταν και η έκφραση διεκδίκησης για μια αναγκαία αλλαγή, η οποία όμως θα προέρχεται από την τουρκοκυπριακή πολιτική βούληση και τα ιδιαίτερα της χαρακτηριστικά. Σε αυτό το «στρατόπεδο» βρέθηκε η ευρύτερη κεντροαριστερά με επικεφαλής το Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα (ΡΤΚ) αλλά και μια μερίδα του τουρκοκυπριακού εθνικισμού έτσι όπως εκφράζεται από το Δημοκρατικό Κόμμα (ΔΚ) και το περιβάλλον Έρογλου. Επομένως το βασικό τους χαρακτηριστικό ήταν η κοινή υπογράμμιση (σε διαφορετικό βαθμό και περιεχόμενο) της εθνοκοινοτικής ύπαρξης των Τουρκοκυπρίων, της διεκδίκησης χειραφέτησης απέναντι στην Τουρκία, της θέλησης για δημιουργία προϋποθέσεων ενός τοπικού εκσυγχρονισμού που θα λαμβάνει υπόψη την κυπριακή διάσταση της κοινότητας και συνεπώς δε θα περιθωριοποιεί το διαχωριστικό-διαφοροποιητικό στοιχείο από την Τουρκία του Έρντογαν.
Στη βάση του πιο πάνω συλλογισμού, το αποτέλεσμα της κάλπης οδηγεί στα εξής συμπεράσματα: 1) Η Τουρκοκυπριακή κοινότητα εκφράζει μια γενικότερη απαξίωση προς το πολιτικό σύστημα έτσι όπως εξελίχθηκε από το 1974 (περίπου 30% αποχή). 2) Οι δυνάμεις που ενισχύθηκαν ήταν αυτές που στον ένα ή στον άλλο βαθμό απέρριψαν το τουρκικό μνημόνιο, ενώ κατά την περίοδο 2009-2013 προέβαλαν ξανά το μεγάλο ζήτημα της αναγνώρισης της κοινότητας σε ιστορικό υποκείμενο, αυτή τη φορά απέναντι στην Τουρκία. 3) Αυτοί που επέλεξαν να εκφράσουν σε τοπικό επίπεδο τα ξένα προς την κοινότητα στοιχεία του εκσυγχρονισμού, ηττήθηκαν. Το ΚΕΕ από το 44% βρέθηκε στο 27%, ενώ ο Ιρσέν Κιουτσιούκ – ο «πρωθυπουργός» του μνημονίου – δεν κατάφερε να κερδίσει καν έδρα στη «βουλή». 4) Έστω και αν τα συνολικά ποσοστά της Δεξιάς είναι περίπου στο 50%, εντούτοις η κεντροαριστερά φαίνεται να βγαίνει από το ιστορικό περιθώριο. 5) Ο Έρογλου κατάφερε να ελιχθεί μέσα από τις τεράστιες πιέσεις της Άγκυρας και προς το παρόν να επιβιώσει. Την ίδια στιγμή ο Ταλάτ μπαίνει ξανά στο προσκήνιο ως διεκδικητής της ηγεσίας της κοινότητας.
Δεν θα ήταν υπερβολή να σημειωθεί ότι μετά την 28η Ιουλίου, η πολιτική ζωή στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα είναι στο επίκεντρο μιας ριζικής αναδιαμόρφωσης. Οι αντιπαραθέσεις που έχουν στιγματίσει την πολιτική πραγματικότητα της κοινότητας, στέλνουν σαφώς το μήνυμα της διεκδίκησης για αλλαγή του περιεχομένου των σχέσεων Τουρκοκυπρίων-Τουρκίας. Αυτό γίνεται ανεξάρτητα από το εάν οι κομματικές ηγεσίες των Τουρκοκυπρίων θα διεκδικήσουν αυτή την αλλαγή ή όχι. Στη δημόσια σφαίρα έχουν ήδη καταγραφεί αιτήματα «κυπροκεντρικού» προσανατολισμού, τα οποία υπό προϋποθέσεις ανανοηματοδοτούν το ρόλο της Τουρκίας στην Κύπρο ιστορικά. Ιδιαίτερα ενώπιον της νέας πρωτοβουλίας συνομιλιών, επιβάλλεται όπως οι αντιδράσεις των Τουρκοκυπρίων αξιολογηθούν στο κυπριακό τους περιβάλλον και να μετατραπούν σε μια βάση διαλόγου και συνεργασίας με τις προοδευτικές-ομοσπονδιακές δυνάμεις της κοινότητας.
CyprusNews
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Δείτε ένα γκολ από πέναλτι να...τραβάς τις τρίχες σου!
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Προτείνουν νέο «χαράτσι»!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ