2013-08-09 15:00:14
Του Ν.Γ. Δρόσου
Η οικονομική θεωρία λέει ότι η μείωση της ζήτησης, εξαρτωμένης της ελαστικότητάς της, οφείλει να αντικατοπτρίζεται στο επίπεδο των τιμών. Στην Ελλάδα την έχουμε καταρρίψει για τους δικούς μας λόγους Από την Κυριακή 2 Μαΐου 2010, όπου εξαγγέλθηκαν τα πρώτα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής στο πλαίσιο του αρχικού μνημονίου, έως σήμερα, η χώρα έχει βιώσει μια σειρά δραματικών αλλαγών.
Ο παραγόμενος πλούτος της συρρικνώθηκε, σε αθροιστική βάση, κατά περίπου 25%, ήτοι κατά ένα ποσοστό το οποίο θεωρείται ρεκόρ σε καιρό ειρήνης.
Η «επίσημη» ανεργία εκτινάχθηκε σε επίπεδα άνω του 27,4% και ο αριθμός των ανέργων ξεπέρασε το 1,34 εκατομμύριο.
Χιλιάδες επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο σε όλη τη χώρα, και ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, και το εισόδημα της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών, συνταξιούχων, μισθωτών, ελεύθερων επαγγελματιών και άλλων γνώρισε μια εκτιμώμενη μέση μείωση που κυμαίνεται μεταξύ 35% και 50%, εξαρτωμένης της πηγής του.
Την ίδια ώρα, οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών σε αυτήν τη χώρα παρουσίασαν μια πρωτοφανή αντίσταση και αποκλιμακώθηκαν με ρυθμό ο οποίος όχι μόνον δεν συνάδει με τις πρωτοφανείς αλλαγές που γνώρισε ο τόπος μας, αλλά αψηφά και τις πλέον θεμελιώδεις αρχές της οικονομικής θεωρίας περί πληθωρισμού, δεδομένων της αρνητικής πιστωτικής επέκτασης και της ασφυκτικής μείωσης της ρευστότητας που βιώνει η Ελλάδα.
Μετά από τρία χρόνια μνημονίου, ο αποπληθωρισμός, ήτοι η εξασφάλιση αρνητικού προσήμου στην ποσοστιαία μεταβολή του δείκτη τιμών καταναλωτή, έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του μόλις τον προηγούμενο Μάρτιο, με ένα «σεμνό» -0,2% σε ετήσια βάση.
Έκτοτε, η μεταβολή αυτή παραμένει αρνητική, με πλέον πρόσφατη αυτή του Ιουλίου (-0,7%), που ανακοίνωσε χθες η ΕΛΣΤΑΤ.
Μεγάλο μέρος της αντίστασης που επέδειξε το επίπεδο των τιμών στη χώρα μας, εν μέσω δραματικής συρρίκνωσης εισοδημάτων, οφείλεται και στην υπερφορολόγηση, η οποία αντικατοπτρίστηκε στο επίπεδο των τιμών.
Ένα τεράστιο όμως μερίδιο της ευθύνης για την ύπαρξη αυτής της τάσης οφείλεται ευθέως στις δομικού χαρακτήρα στρεβλώσεις που εξακολουθεί να βιώνει η ελληνική οικονομία.
Στρεβλώσεις οι οποίες αντικατοπτρίζουν ευθέως την απουσία ανταγωνισμού και την παράταση της κυριαρχίας καρτέλ και συντεχνιών στη λειτουργία της.
Ως αποτέλεσμα, οι αγορές και τα επαγγέλματα παραμένουν επί της ουσίας κλειστά, η επιχειρηματικότητα εμποδίζεται από τη γραφειοκρατία, την αδιαφάνεια και τη φοροδιαφυγή και η αγοραστική δύναμη των πολιτών αυτής της χώρας μειώνεται ακόμη περισσότερο.
Με άλλα λόγια, το τελικό απότοκο της απουσίας προώθησης των δομικών μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη ο τόπος απεικονίζεται, πρώτον, στη μειωμένη αγοραστική δύναμη των κατοίκων του, με τις προφανείς κοινωνικές επιπτώσεις που τη συνοδεύουν και, δεύτερον, στη συνεπακόλουθη αδυναμία του να εξέλθει της κρίσης και να ανακάμψει οικονομικά.
Αυτό είναι το βαρύ οικονομικό και κοινωνικό τίμημα που πληρώνει σήμερα η Ελλάδα επειδή αρνείται να αλλάξει.
Όσο η φοροδιαφυγή κυριαρχεί και αναγκάζει την Πολιτεία να διατηρεί τους συντελεστές άμεσης ή έμμεσης φορολογίας σε υψηλά επίπεδα, όσο η γραφειοκρατία και η αδιαφάνεια κυριαρχούν, όσο τα καρτέλ και οι συντεχνίες βασιλεύουν και εμποδίζουν την εξασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού στην οικονομία, ο τόπος πολύ απλά δεν μπορεί να δει άσπρη ημέρα.
Πόσο δύσκολο είναι, άραγε, να γίνει το γεγονός αυτό κατανοητό;
Η οικονομία υπερφορολογείται, σημαντικοί κλάδοι της, όπως αυτός της ενέργειας ή των μεταφορών, παραμένουν ακόμη δέσμιοι συμφερόντων και δεν απελευθερώνονται, αυξάνοντας έτσι το τελικό κόστος σειράς προϊόντων, και ταυτόχρονα τα εισοδήματα συνεχίζουν να μειώνονται.
Μετά από όλα αυτά, όμως, ας μην αναρωτιόμαστε «τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;» euro2day.gr
Η οικονομική θεωρία λέει ότι η μείωση της ζήτησης, εξαρτωμένης της ελαστικότητάς της, οφείλει να αντικατοπτρίζεται στο επίπεδο των τιμών. Στην Ελλάδα την έχουμε καταρρίψει για τους δικούς μας λόγους Από την Κυριακή 2 Μαΐου 2010, όπου εξαγγέλθηκαν τα πρώτα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής στο πλαίσιο του αρχικού μνημονίου, έως σήμερα, η χώρα έχει βιώσει μια σειρά δραματικών αλλαγών.
Ο παραγόμενος πλούτος της συρρικνώθηκε, σε αθροιστική βάση, κατά περίπου 25%, ήτοι κατά ένα ποσοστό το οποίο θεωρείται ρεκόρ σε καιρό ειρήνης.
Η «επίσημη» ανεργία εκτινάχθηκε σε επίπεδα άνω του 27,4% και ο αριθμός των ανέργων ξεπέρασε το 1,34 εκατομμύριο.
Χιλιάδες επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο σε όλη τη χώρα, και ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, και το εισόδημα της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών, συνταξιούχων, μισθωτών, ελεύθερων επαγγελματιών και άλλων γνώρισε μια εκτιμώμενη μέση μείωση που κυμαίνεται μεταξύ 35% και 50%, εξαρτωμένης της πηγής του.
Την ίδια ώρα, οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών σε αυτήν τη χώρα παρουσίασαν μια πρωτοφανή αντίσταση και αποκλιμακώθηκαν με ρυθμό ο οποίος όχι μόνον δεν συνάδει με τις πρωτοφανείς αλλαγές που γνώρισε ο τόπος μας, αλλά αψηφά και τις πλέον θεμελιώδεις αρχές της οικονομικής θεωρίας περί πληθωρισμού, δεδομένων της αρνητικής πιστωτικής επέκτασης και της ασφυκτικής μείωσης της ρευστότητας που βιώνει η Ελλάδα.
Μετά από τρία χρόνια μνημονίου, ο αποπληθωρισμός, ήτοι η εξασφάλιση αρνητικού προσήμου στην ποσοστιαία μεταβολή του δείκτη τιμών καταναλωτή, έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του μόλις τον προηγούμενο Μάρτιο, με ένα «σεμνό» -0,2% σε ετήσια βάση.
Έκτοτε, η μεταβολή αυτή παραμένει αρνητική, με πλέον πρόσφατη αυτή του Ιουλίου (-0,7%), που ανακοίνωσε χθες η ΕΛΣΤΑΤ.
Μεγάλο μέρος της αντίστασης που επέδειξε το επίπεδο των τιμών στη χώρα μας, εν μέσω δραματικής συρρίκνωσης εισοδημάτων, οφείλεται και στην υπερφορολόγηση, η οποία αντικατοπτρίστηκε στο επίπεδο των τιμών.
Ένα τεράστιο όμως μερίδιο της ευθύνης για την ύπαρξη αυτής της τάσης οφείλεται ευθέως στις δομικού χαρακτήρα στρεβλώσεις που εξακολουθεί να βιώνει η ελληνική οικονομία.
Στρεβλώσεις οι οποίες αντικατοπτρίζουν ευθέως την απουσία ανταγωνισμού και την παράταση της κυριαρχίας καρτέλ και συντεχνιών στη λειτουργία της.
Ως αποτέλεσμα, οι αγορές και τα επαγγέλματα παραμένουν επί της ουσίας κλειστά, η επιχειρηματικότητα εμποδίζεται από τη γραφειοκρατία, την αδιαφάνεια και τη φοροδιαφυγή και η αγοραστική δύναμη των πολιτών αυτής της χώρας μειώνεται ακόμη περισσότερο.
Με άλλα λόγια, το τελικό απότοκο της απουσίας προώθησης των δομικών μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη ο τόπος απεικονίζεται, πρώτον, στη μειωμένη αγοραστική δύναμη των κατοίκων του, με τις προφανείς κοινωνικές επιπτώσεις που τη συνοδεύουν και, δεύτερον, στη συνεπακόλουθη αδυναμία του να εξέλθει της κρίσης και να ανακάμψει οικονομικά.
Αυτό είναι το βαρύ οικονομικό και κοινωνικό τίμημα που πληρώνει σήμερα η Ελλάδα επειδή αρνείται να αλλάξει.
Όσο η φοροδιαφυγή κυριαρχεί και αναγκάζει την Πολιτεία να διατηρεί τους συντελεστές άμεσης ή έμμεσης φορολογίας σε υψηλά επίπεδα, όσο η γραφειοκρατία και η αδιαφάνεια κυριαρχούν, όσο τα καρτέλ και οι συντεχνίες βασιλεύουν και εμποδίζουν την εξασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού στην οικονομία, ο τόπος πολύ απλά δεν μπορεί να δει άσπρη ημέρα.
Πόσο δύσκολο είναι, άραγε, να γίνει το γεγονός αυτό κατανοητό;
Η οικονομία υπερφορολογείται, σημαντικοί κλάδοι της, όπως αυτός της ενέργειας ή των μεταφορών, παραμένουν ακόμη δέσμιοι συμφερόντων και δεν απελευθερώνονται, αυξάνοντας έτσι το τελικό κόστος σειράς προϊόντων, και ταυτόχρονα τα εισοδήματα συνεχίζουν να μειώνονται.
Μετά από όλα αυτά, όμως, ας μην αναρωτιόμαστε «τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;» euro2day.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
"Ειναι πολλά τα 100 εκατομμύρια ευρω για έναν ποδοσφαιριστή"
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ