2013-09-11 09:35:36
"130 «θα», θαμπά και θολά: τόσα υπολογίστηκαν ιντερνετικά τα «θα» της ομιλίας του κ. Σαμαρά. Του κ. Βενιζέλου ουδείς, δυστυχώς, μπήκε στον κόπο να τα μετρήσει".
«Ο πρωθυπουργός ανέβηκε στη Θεσσαλονίκη για να σηματοδοτήσει το νέο αφήγημα». Αυτό τουλάχιστον ακούσαμε σε κάποιο κανάλι, μεγάλο, από ρεπόρτερ που ανήκει στην κατηγορία όσων, δημοσιογραφικώς αυτοακυρούμενοι, συγχέουν το ρεπορτάζ κόμματος με το (φιλο)κομματικό ρεπορτάζ, σαν ορισμένους αθλητικογράφους που μπερδεύουν τα πράγματα με τα αισθήματά τους και στήνουν το ρεπορτάζ τους για κάποια ομάδα υπό την οπτική φανατικού συνδεσμίτη. Αλλά το συνηθίσαμε και αυτό, όπως τόσα και τόσα· το αποδεχόμαστε περίπου σαν επιταγή της εθνικής μας ειμαρμένης.
Από το «story» λοιπόν, και δη το «success story», στο «αφήγημα», μια λέξη που την ανακάλυψαν εσχάτως πολιτικοί και πολιτικολογούντες και τη χρησιμοποιούν περισσότερο και από τους λογοτέχνες και τους κριτικούς λογοτεχνίας, σαν κατιτίς το φανταχτερό, το επίσημο, το αφ’ εαυτού σπουδαίο και αναβαθμιστικό. Αλλά κανένας όρος, όσο βαρύγδουπος, δεν προσδίδει κύρος και σπουδαιότητα απλώς και μόνο επειδή εκφωνείται ή γράφεται.
Ενα αφήγημα, για να είναι ό,τι ορίζει το όνομά του, θέλει πνοή (ας πούμε όραμα, στην πολιτική διάλεκτο), ξεκάθαρη πλοκή (στο ιδίωμα της πολιτικής ο όρος αντιστοιχεί στο σχέδιο ή το πρόγραμμα), βαθείς χαρακτήρες και όχι σκιές ή καρικατούρες σαν αυτές που κυκλοφορούν στα ευχολόγια ή τα υποσχεσιολόγια των πολιτευομένων, ευκρινή τεχνοτροπικό προσανατολισμό (δεν γίνεται να είσαι την ίδια στιγμή λειτουργός της νατουραλιστικής και της αυτόματης γραφής, ακριβώς όπως δεν νοείται να είσαι κήρυκας των Μνημονίων και ταυτόχρονα κήρυκας της κυρίαρχης, ευδαίμονος Ελλάδας)· επιπλέον, απαιτεί γλώσσα καίρια, σαφή, κυριολεκτούσα, το εντελώς αντίθετο μιας γλώσσας που για να συνταχθεί χρειάζεται 130 «θα», θαμπά και θολά: τόσα υπολογίστηκαν ιντερνετικά τα «θα» της ομιλίας του κ. Σαμαρά. Του κ. Βενιζέλου ουδείς, δυστυχώς, μπήκε στον κόπο να τα μετρήσει.
Από κοινού αλλά και αλληλοϋποβλεπόμενοι, ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης έστειλαν μηνύματα μιας άνευ ορίων αλλά και άνευ ερεισμάτων αισιοδοξίας, πλήρως αναντίστοιχης με το κοινωνικό αίσθημα. Ο κ. Σαμαράς διείδε και ανακοίνωσε ένα ευτυχές 2014, στηριζόμενος σε στατιστικά στοιχεία περιστασιακά και αμφισβητήσιμα: πρωτογενές πλεόνασμα (2,6 δισ. τη μία βδομάδα, μόλις 1,1 δισ. την επομένη), «μικρή υποχώρηση της ανεργίας», όταν έχει καρφωθεί στο 27% και για τις εθνικά και κοινωνικά ζωτικότατες ηλικίες ξεπερνάει το 60%, και επιπλέον ύφεση μικρότερη της προϋπολογισθείσας, κι ωστόσο ύφεση, και μάλιστα διαβρωτικά μεγάλη, αυτό είναι το ουσιώδες. Από την πλευρά του, ο συγκυβερνήτης κ. Βενιζέλος μέτρησε και διαπίστωσε ότι «έχουμε διανύσει τα 4/5 της διαδρομής», όταν εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες, με έναν ή δύο άνεργους σε κάθε οικογένεια, με έναν ή δύο υποαπασχολούμενους και υπομισθοδοτούμενους, και με το κοινωνικό κράτος υπό σάρωση, δεν βλέπουν καμία διαδρομή μπροστά τους. Μακάρι να είχαν τα πράγματα τη μισή έστω καλοσύνη αυτής που τους αποδίδουν οι ηγέτες της συγκυβέρνησης στο παραμυθητικό «αφήγημά» τους. Και μακάρι να είχε το «μακάρι» τη δύναμη να αλλάξει την πραγματικότητα...
Παντελής Μπουκάλας
communenews
«Ο πρωθυπουργός ανέβηκε στη Θεσσαλονίκη για να σηματοδοτήσει το νέο αφήγημα». Αυτό τουλάχιστον ακούσαμε σε κάποιο κανάλι, μεγάλο, από ρεπόρτερ που ανήκει στην κατηγορία όσων, δημοσιογραφικώς αυτοακυρούμενοι, συγχέουν το ρεπορτάζ κόμματος με το (φιλο)κομματικό ρεπορτάζ, σαν ορισμένους αθλητικογράφους που μπερδεύουν τα πράγματα με τα αισθήματά τους και στήνουν το ρεπορτάζ τους για κάποια ομάδα υπό την οπτική φανατικού συνδεσμίτη. Αλλά το συνηθίσαμε και αυτό, όπως τόσα και τόσα· το αποδεχόμαστε περίπου σαν επιταγή της εθνικής μας ειμαρμένης.
Από το «story» λοιπόν, και δη το «success story», στο «αφήγημα», μια λέξη που την ανακάλυψαν εσχάτως πολιτικοί και πολιτικολογούντες και τη χρησιμοποιούν περισσότερο και από τους λογοτέχνες και τους κριτικούς λογοτεχνίας, σαν κατιτίς το φανταχτερό, το επίσημο, το αφ’ εαυτού σπουδαίο και αναβαθμιστικό. Αλλά κανένας όρος, όσο βαρύγδουπος, δεν προσδίδει κύρος και σπουδαιότητα απλώς και μόνο επειδή εκφωνείται ή γράφεται.
Ενα αφήγημα, για να είναι ό,τι ορίζει το όνομά του, θέλει πνοή (ας πούμε όραμα, στην πολιτική διάλεκτο), ξεκάθαρη πλοκή (στο ιδίωμα της πολιτικής ο όρος αντιστοιχεί στο σχέδιο ή το πρόγραμμα), βαθείς χαρακτήρες και όχι σκιές ή καρικατούρες σαν αυτές που κυκλοφορούν στα ευχολόγια ή τα υποσχεσιολόγια των πολιτευομένων, ευκρινή τεχνοτροπικό προσανατολισμό (δεν γίνεται να είσαι την ίδια στιγμή λειτουργός της νατουραλιστικής και της αυτόματης γραφής, ακριβώς όπως δεν νοείται να είσαι κήρυκας των Μνημονίων και ταυτόχρονα κήρυκας της κυρίαρχης, ευδαίμονος Ελλάδας)· επιπλέον, απαιτεί γλώσσα καίρια, σαφή, κυριολεκτούσα, το εντελώς αντίθετο μιας γλώσσας που για να συνταχθεί χρειάζεται 130 «θα», θαμπά και θολά: τόσα υπολογίστηκαν ιντερνετικά τα «θα» της ομιλίας του κ. Σαμαρά. Του κ. Βενιζέλου ουδείς, δυστυχώς, μπήκε στον κόπο να τα μετρήσει.
Από κοινού αλλά και αλληλοϋποβλεπόμενοι, ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης έστειλαν μηνύματα μιας άνευ ορίων αλλά και άνευ ερεισμάτων αισιοδοξίας, πλήρως αναντίστοιχης με το κοινωνικό αίσθημα. Ο κ. Σαμαράς διείδε και ανακοίνωσε ένα ευτυχές 2014, στηριζόμενος σε στατιστικά στοιχεία περιστασιακά και αμφισβητήσιμα: πρωτογενές πλεόνασμα (2,6 δισ. τη μία βδομάδα, μόλις 1,1 δισ. την επομένη), «μικρή υποχώρηση της ανεργίας», όταν έχει καρφωθεί στο 27% και για τις εθνικά και κοινωνικά ζωτικότατες ηλικίες ξεπερνάει το 60%, και επιπλέον ύφεση μικρότερη της προϋπολογισθείσας, κι ωστόσο ύφεση, και μάλιστα διαβρωτικά μεγάλη, αυτό είναι το ουσιώδες. Από την πλευρά του, ο συγκυβερνήτης κ. Βενιζέλος μέτρησε και διαπίστωσε ότι «έχουμε διανύσει τα 4/5 της διαδρομής», όταν εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες, με έναν ή δύο άνεργους σε κάθε οικογένεια, με έναν ή δύο υποαπασχολούμενους και υπομισθοδοτούμενους, και με το κοινωνικό κράτος υπό σάρωση, δεν βλέπουν καμία διαδρομή μπροστά τους. Μακάρι να είχαν τα πράγματα τη μισή έστω καλοσύνη αυτής που τους αποδίδουν οι ηγέτες της συγκυβέρνησης στο παραμυθητικό «αφήγημά» τους. Και μακάρι να είχε το «μακάρι» τη δύναμη να αλλάξει την πραγματικότητα...
Παντελής Μπουκάλας
communenews
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ