2013-09-11 22:00:48
Φωτογραφία για Σέημους Χήνυ, νομπελίστας ποιητής: «Η Ελλάδα είναι κάτι παραπάνω από τόπος. Είναι πολιτισμικός χωρο-χρόνος»
«Η "ελληνική εμπειρία" υπήρξε, για μένα, μαγική. Όσα κατά καιρούς έχω διαβάσει και έχω γράψει μου έχουν αποδείξει ότι από τη λογοτεχνία, την τέχνη και την ιστορία της κλασικής περιόδου μπορεί να αντληθεί μεγάλη ψυχική, πολιτική και καλλιτεχνική δύναμη· ότι εκεί εδρεύουν η ενέργεια και η έμπνευση. Με άλλα λόγια: η πρόκληση του ανθρωπισμού διατηρεί την ισχύ της».

Έτσι αντιλαμβανόταν την Ελλάδα - την ίδια στιγμή αφηρημένα και συγκεκριμένα, καθώς αρμόζει σε έναν άνθρωπο του πνεύματος - ο μεγάλος Ιρλανδός ποιητής Σέημους Χήνυ, ο οποίος απεβίωσε στις 30 Αυγούστου 2013, σε ηλικία 74 ετών, έχοντας προλάβει να τιμηθεί με το Βραβείο Νόμπελ το 1995, «για τα λυρικής ομορφιάς και ηθικού βάθους έργα του», όπως είχε ανακοινώσει τότε η Σουηδική Ακαδημία.

Επ' ευκαιρία του θανάτου του, το online περιοδικό ιδεών, πολιτισμού και πολιτικής chronosmag.eu αναπαρήγαγε ένα μεγάλο απόσπασμα από το βιβλίο του: Η ελληνική εμπειρία (μτφρ. Κατερίνα Σχινά, επιμ. Κίρκη Κεφαλέα, Νεφέλη, Αθήνα 2006), από το οποίο αντλούμε εδώ μερικά «σπαράγματα»:


Πρέπει να πω ότι στους Δελφούς νιώθω σαν στο σπίτι μου. Ο τόπος με βάζει στον πειρασμό να τον θεωρήσω γενέθλιο – ίσως γιατί ένας από τους πρώτους ήχους που άκουσα στη ζωή μου προερχόταν από μια παλιά νεραντλία που υπήρχε στην αυλή του σπιτιού μας. Κάθε φορά που κάποιος αντλούσε νερό, ανεβοκατεβάζοντας τη μανιβέλα, εγώ άκουγα την πανάρχαιη λέξη «ομ-φα-λός», «ομ-φα-λός».

Όμως και στην Ελλάδα νιώθω σαν στο σπίτι μου, ίσως γιατί θεωρώ τον εαυτό μου ποιητικό γιο του Ησίοδου, αφού στην πραγματική ζωή πατέρας μου ήταν ένας αγρότης κι ένα από τα πρώτα μου ποιήματα είχε τον τίτλο «Ο προσωπικός μου Ελικώνας». Όμως, θεωρώ τον εαυτό μου και γιο του Ερμή, γιατί ο Ερμής ήταν ο θεός των πορθμέων, των ταξιδιωτών, των αγορών, των διασταυρώσεων. Ο Ερμής με το καπέλο του, το κηρύκειο και τα σανδάλια, ήταν ίδιος με τον πατέρα μου, έναν κτηνοτρόφο που κάθε εβδομάδα πήγαινε τα ζώα του στο παζάρι, φορώντας σανδάλια κι ένα πλατύγυρο καπέλο και κρατώντας πάντα μπαστούνι.

[...] Η «ελληνική εμπειρία» υπήρξε, για μένα, μαγική. Όσα κατά καιρούς έχω διαβάσει και έχω γράψει μου έχουν αποδείξει ότι από τη λογοτεχνία, την τέχνη και την ιστορία της κλασικής περιόδου μπορεί να αντληθεί μεγάλη ψυχική, πολιτική και καλλιτεχνική δύναμη· ότι εκεί εδρεύουν η ενέργεια και η έμπνευση. Με άλλα λόγια: η πρόκληση του ανθρωπισμού διατηρεί την ισχύ της. Πάρτε για παράδειγμα το χαρακτήρα του Νεοπτόλεμου στον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή: ο Νεοπτόλεμος αποδείχτηκε για μένα καλός σύντροφος, όταν επιχείρησα μια διασκευή του έργου για έναν ιρλανδικό θίασο το 1990. Όπως και πολλοί άλλοι Ιρλανδοί συγγραφείς, πιέστηκα κατά καιρούς να ενταχθώ στη μία ή την άλλη πολιτική ομάδα· όμως, ακόμη κι αν ήμουν σύμφωνος με την ιδεολογική θέση κάποιας από αυτές, αισθανόμουν ότι αν στρατευόμουν στις τάξεις της θα πρόδιδα κάποια εσωτερική συγγραφική επιταγή να παραμείνω ανεξάρτητος. Ήταν λοιπόν μια γνήσια απελευθερωτική εμπειρία η συνάντηση με τον Νεοπτόλεμο, γιατί αμέσως αναγνώρισα την τραγική θέση στην οποία βρισκόταν· ταυτίστηκα με το διχασμό του ανάμεσα στην επιθυμία να διατηρήσει τον αυτοσεβασμό του και την επιθυμία να είναι πιστός στις επιταγές της πατρίδας του. Ο Νεοπτόλεμος βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα ηθικό δίλημμα – από τη μια η ανθρωπιά του τον καλούσε να μην προδώσει το φίλο του, Φιλοκτήτη, και από την άλλη η στρατιωτική του τιμή επέτασσε να υπακούσει τον Οδυσσέα, ο οποίος απαιτούσε από εκείνον να εξαπατήσει τον Φιλοκτήτη. Θα έσωζε την ψυχή του αρνούμενος να υποταχθεί ή θα την πρόδινε εις όφελος της εν όπλοις αλληλεγγύης; Ξαναζούσα, μέσω ενός κλασικού έργου, το τραγικό δίλημμα που είχα βιώσει ιδιωτικά. […]

Όσο περνούν τα χρόνια, με ενδιαφέρει όλο και περισσότερο η προσπάθεια των σύγχρονων Ελλήνων ποιητών να γεφυρώσουν το χάσμα, να συνδέσουν την αρχαία Ελλάδα με το ελληνικό έθνος που αναδύθηκε μετά το 1821. Έχοντας ζήσει όλη μου τη ζωή σε μια χώρα της οποίας η ταυτότητα αντλεί πολλά στοιχεία από τον αρχαίο κελτικό και τον πρώιμο χριστιανικό πολιτισμό, αλλά που σήμερα λειτουργεί κι αυτή ευκαιριακά σε ένα ευρύτατα αγνωστικιστικό, καταναλωτικό σύμπαν παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, διακρίνω πολλά κοινά με τη σύγχρονη Ελλάδα. Έχω διαβάσει με ενδιαφέρον τα σχετικά με την άνοδο και την πτώση της μεγάλης Ιδέας· γνωρίζω τα δεινά της Ελλάδας στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, του εμφύλιου πολέμου, της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Νιώθω ευγνωμοσύνη για τον τρόπο με τον οποίο οι απογοητεύσεις της σύγχρονης εποχής διαθλώνται στα ποιήματα που έγραψε ο Σεφέρης στην Κύπρο τη δεκαετία του '50, όπου το ενδιάμεσο υλικό αντλείται όχι μόνο από τον Ευριπίδη αλλά και από τα χριστιανικά απόκρυφα· ευγνωμοσύνη για ανάλογες διαθλάσεις στα ποιήματα που έγραψε ο Καβάφης στην Αλεξάνδρεια χρόνια πριν· για τον τρόπο με τον οποίο ο Ρίτσος ξαναδουλεύει τους μύθους επιχειρώντας μια κριτική του σύγχρονου πολιτικού βίου· ευγνωμοσύνη για την αρκούδα του Σικελιανού στην Ιερά Οδό και για την κατσίκα του Ελύτη στον βραχώδη λόφο. Και πρέπει να πω ότι πάνω απ' όλα ευγνωμονώ τον Έντμουντ Κήλυ γιατί έκανε αυτούς τους αναγκαίους ποιητές προσιτούς στα αγγλικά.

Για να διαβάσετε ολόκληρο το απόσπασμα, μεταφερθείτε στη σελίδα του chronosmag.eu, πατώντας εδώ.
iefimerida.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ