2013-09-13 14:50:16
Στον κορυφαίο έλληνα θεατρικό σκηνοθέτη, Κάρολο Κουν, είναι αφιερωμένο το σημερινό της doodle της Google, με αφορμή την 105η επέτειο της γέννησής του.
Γεννήθηκε σαν σήμερα, 13 Σεπτεμβρίου, το 1908 στην Προύσα. Όταν ήταν 6 μηνών οι γονείς του μετακόμισαν στην Πόλη, στην οποία παρέμεινε ως τα 20 του χρόνια.
Κανένας από τους προγονούς του δεν είχε σχέση με την τέχνη, οι περισσότεροι είχαν ασχοληθεί με το εμπόριο και τις επιχειρήσεις. Το 1920 ξεκινάει σπουδές στη Ροβέρτειο Σχολή.
Για ένα χρόνο σπουδάζει Αισθητική στη Σορβόνη. Το 1929 εγκαθίσταται στην Αθήνα, όπου και εργάζεται ως καθηγητής της Αγγλικής Φιλολογίας και Γλώσσας στο Κολλέγιο Αθηνών από το 1930 ως το 1939. Με μαθητές του Κολλεγίου, παρουσιάζει τις πρώτες του σκηνοθεσίες σε έργα όπως «Όρνιθες», «Τρικυμία», «Πλούτος».
Τα έργα που ανέβηκαν από τη Λαϊκή Σκηνή, σε διάφορες σκηνές, ήταν τα εξής: «Ερωφίλη», «Άλκηστις», «Κατά φαντασίαν ασθενής», «Πλούτος», «Παντρολογήματα». Η «Λαϊκή Σκηνή» λειτούργησε ως τα μέσα του 1936, οπότε και διαλύθηκε για οικονομικούς λόγους.
Μετά τη διάλυση της «Λαϊκής Σκηνής» και την αποχώρηση από το Κολλέγιο Αθηνών, ο Κάρολος Κουν συνεργάστηκε πρώτα με το θίασο Κατερίνας (1939) σκηνοθετώντας την «Έντα Γκάμπλερ», με τον θίασο Κοτοπούλη (1939-1941), με τον οποίο ανέβασε 20 έργα, από τα οποία η Κοτοπούλη έπαιξε σε επτά, στην «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, στο «Μια γυναίκα χωρίς σημασία» του Όσκαρ Ουάιλντ κ.λ.π. Έπειτα, στην περίοδο 1941-1942, ξαναγύρισε στο θίασο Κατερίνας και σκηνοθέτησε άλλα επτά έργα, με τελευταίο την «Νόρα» του Ίψεν.
Το 1942, μέσα στην καρδία της Γερμανικής κατοχής, ο Κάρολος Κουν ιδρύει το Θέατρο Τέχνης. Η πρώτη παράσταση δόθηκε στις 7 Οκτωβρρίου 1942 στο Θέατρο «Αλίκης», με το έργο «Αγριόπαπια» του Ίψεν.
Το 1943 ιδρύεται ο Όμιλος Φίλων του Θεάτρου Τέχνης με σκοπό την επικοινωνία και την ανάπτυξη ενός ισχυρού δεσμού μεταξύ των θεατών και του Θεάτρου, καθώς και την οικονομική ενίσχυση του Θεάτρου Τέχνης.
Την «Αγριόπαπια» σύντομα ακολούθησε το δραματοποιημένο παραμύθι του Στρίνμπεργκ, «Σουάνεβιτ (Κύκνος)». Στη συνέχεια παρουσιάζονται έργα όπως: «Ρόσμερσχόλμ» του Ίψεν , «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε» του Πιραντέλλο, «Κωνσταντίνου και Ελένης» του Γ. Σεβαστίκογλου, «Βρυκόλακες» του Ίψεν, «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» του Πιραντέλλο, «Στέλλα Βιολάντη» του Ξενόπουλου.
Την περίοδο 1945-1946, ο Κουν επιστρέφει στον θίασο της Κατερίνας, όπου σκηνοθετεί πέντε έργα.
Η περίοδος αυτή ήταν ιδιαίτερα γόνιμη. Από το 1946 έως το 1949 οι παραστάσεις δίνονται στο Θέατρο Μουσούρη. Ο Κουν συνεργάζεται μεταξύ άλλων με την Έλλη Λαμπέτη και τη Μελίνα Μερκούρη και παρουσιάζει έργα όπως: «Γυάλινος Κόσμος» και «Λεωφορείο ο Πόθος» του Τ. Ουίλλιαμς, «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» του Ο’Νιλ, «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» και «Ο θάνατος του εμποράκου» του Μίλερ, «Το φιόρο του λεβάντε» του Ξενόπουλου, «Αχ, αυτά τα φαντάσματα» του ντε Φιλίππο.
Περάσαμε πολλές φάσεις αλλά πάντα κρατούσαμε στοιχεία από τις προηγούμενες, μολονότι τα έργα που παίξαμε κατόπιν ήταν εντελώς διαφορετικά. Στη δεύτερη περίοδο παίξαμε πολύ Τσέχωφ, Πιραντέλλο, Ουάιλντερ, Ουίλλιαμς και Μίλλερ. Μέσω του Πιραντέλλο ξανοιχτήκαμε στη φάση του θεάτρου του παραλόγου, στο οποίο «πέσαμε με τα μούτρα». Στο θέατρο του παραλόγου και στο επικό θέατρο του Μπρεχτ. Δουλέψαμε συγχρόνως αυτές τις δύο τάσεις, που είναι οι δύο πόλοι του σύγχρονου θεάτρου».
Ο Κουν γνωρίζει στο ελληνικό κοινό τον Ινγκ, τον Άλμπυ, τον Βαν Ίταλυ και άλλους αμερικάνους συγγραφείς. Με την αρχή της δεκαετίας του ’60, ο Κουν και το Θέατρο Τέχνης ανοίγουν αποφασιστικά τους δρόμους του παράλογου θεάτρου με πρώτες παραστάσεις Μπέκετ, Ιονέσκο, Ζενέ, Πίντερ, Αρραμπάλ, Γκομπρόβιτς, Βιτράκ κ.α. και διευρύνει το μοντέρνο θέατρο με Βάις, Φρις, Φο, Μποντ, Έρντμαν, Στράους, Ρουζέβιτς κ.α.
Έτσι ξεκινά μια μακρά σημαντική πορεία στο χώρο του αρχαίου δράματος, που συνοδεύεται από μεγάλες περιοδείες στο εξωτερικό και από μια σειρά συμμετοχών στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου.
Το 1967, ο Κουν σκηνοθετεί «Ρωμαίο και Ιουλιέττα» στο Stratford με ηθοποιούς του Royal Shakespeare Company. Είναι ο μόνος ξένος που σκηνοθετεί στο Stratford τα τελευταία 45 χρόνια.
Στα χρόνια της δικτατορίας, χρόνια κλειστής δουλειάς και άρνησης συμμετοχής σε κρατικές εκδηλώσεις ή φεστιβάλ, το Θέατρο Τέχνης ανεβάζει έργα όπως τον «Βόυτσεκ» του Μπύχνερ, το «Παιχνίδι της Σφαγής» του Ιονέσκο, την «Οπερέτα» του Γκομπρόβιτς, το «Τέλος του Παιχνιδιού» και το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ.
Το 1975 το Θέατρο Τέχνης παρουσιάζει στην Επίδαυρο την ιστορική παράσταση των «Ορνίθων» κι έτσι γίνεται το πρώτο θέατρο μετά το Εθνικό που συμμετέχει στο Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Το τελευταίο έργο που σκηνοθέτησε ο Κάρολος Κουν ήταν το 1987 ο «Ήχος του όπλου» της Λούλας Αναγνωστάκη.
Ο Κάρολος Κουν πέθανε στις 14 Φεβρουαρίου 1987.
skai.gr
Γεννήθηκε σαν σήμερα, 13 Σεπτεμβρίου, το 1908 στην Προύσα. Όταν ήταν 6 μηνών οι γονείς του μετακόμισαν στην Πόλη, στην οποία παρέμεινε ως τα 20 του χρόνια.
Κανένας από τους προγονούς του δεν είχε σχέση με την τέχνη, οι περισσότεροι είχαν ασχοληθεί με το εμπόριο και τις επιχειρήσεις. Το 1920 ξεκινάει σπουδές στη Ροβέρτειο Σχολή.
Για ένα χρόνο σπουδάζει Αισθητική στη Σορβόνη. Το 1929 εγκαθίσταται στην Αθήνα, όπου και εργάζεται ως καθηγητής της Αγγλικής Φιλολογίας και Γλώσσας στο Κολλέγιο Αθηνών από το 1930 ως το 1939. Με μαθητές του Κολλεγίου, παρουσιάζει τις πρώτες του σκηνοθεσίες σε έργα όπως «Όρνιθες», «Τρικυμία», «Πλούτος».
Τα έργα που ανέβηκαν από τη Λαϊκή Σκηνή, σε διάφορες σκηνές, ήταν τα εξής: «Ερωφίλη», «Άλκηστις», «Κατά φαντασίαν ασθενής», «Πλούτος», «Παντρολογήματα». Η «Λαϊκή Σκηνή» λειτούργησε ως τα μέσα του 1936, οπότε και διαλύθηκε για οικονομικούς λόγους.
Μετά τη διάλυση της «Λαϊκής Σκηνής» και την αποχώρηση από το Κολλέγιο Αθηνών, ο Κάρολος Κουν συνεργάστηκε πρώτα με το θίασο Κατερίνας (1939) σκηνοθετώντας την «Έντα Γκάμπλερ», με τον θίασο Κοτοπούλη (1939-1941), με τον οποίο ανέβασε 20 έργα, από τα οποία η Κοτοπούλη έπαιξε σε επτά, στην «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, στο «Μια γυναίκα χωρίς σημασία» του Όσκαρ Ουάιλντ κ.λ.π. Έπειτα, στην περίοδο 1941-1942, ξαναγύρισε στο θίασο Κατερίνας και σκηνοθέτησε άλλα επτά έργα, με τελευταίο την «Νόρα» του Ίψεν.
Το 1942, μέσα στην καρδία της Γερμανικής κατοχής, ο Κάρολος Κουν ιδρύει το Θέατρο Τέχνης. Η πρώτη παράσταση δόθηκε στις 7 Οκτωβρρίου 1942 στο Θέατρο «Αλίκης», με το έργο «Αγριόπαπια» του Ίψεν.
Το 1943 ιδρύεται ο Όμιλος Φίλων του Θεάτρου Τέχνης με σκοπό την επικοινωνία και την ανάπτυξη ενός ισχυρού δεσμού μεταξύ των θεατών και του Θεάτρου, καθώς και την οικονομική ενίσχυση του Θεάτρου Τέχνης.
Την «Αγριόπαπια» σύντομα ακολούθησε το δραματοποιημένο παραμύθι του Στρίνμπεργκ, «Σουάνεβιτ (Κύκνος)». Στη συνέχεια παρουσιάζονται έργα όπως: «Ρόσμερσχόλμ» του Ίψεν , «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε» του Πιραντέλλο, «Κωνσταντίνου και Ελένης» του Γ. Σεβαστίκογλου, «Βρυκόλακες» του Ίψεν, «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» του Πιραντέλλο, «Στέλλα Βιολάντη» του Ξενόπουλου.
Την περίοδο 1945-1946, ο Κουν επιστρέφει στον θίασο της Κατερίνας, όπου σκηνοθετεί πέντε έργα.
Η περίοδος αυτή ήταν ιδιαίτερα γόνιμη. Από το 1946 έως το 1949 οι παραστάσεις δίνονται στο Θέατρο Μουσούρη. Ο Κουν συνεργάζεται μεταξύ άλλων με την Έλλη Λαμπέτη και τη Μελίνα Μερκούρη και παρουσιάζει έργα όπως: «Γυάλινος Κόσμος» και «Λεωφορείο ο Πόθος» του Τ. Ουίλλιαμς, «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» του Ο’Νιλ, «Ήταν όλοι τους παιδιά μου» και «Ο θάνατος του εμποράκου» του Μίλερ, «Το φιόρο του λεβάντε» του Ξενόπουλου, «Αχ, αυτά τα φαντάσματα» του ντε Φιλίππο.
Περάσαμε πολλές φάσεις αλλά πάντα κρατούσαμε στοιχεία από τις προηγούμενες, μολονότι τα έργα που παίξαμε κατόπιν ήταν εντελώς διαφορετικά. Στη δεύτερη περίοδο παίξαμε πολύ Τσέχωφ, Πιραντέλλο, Ουάιλντερ, Ουίλλιαμς και Μίλλερ. Μέσω του Πιραντέλλο ξανοιχτήκαμε στη φάση του θεάτρου του παραλόγου, στο οποίο «πέσαμε με τα μούτρα». Στο θέατρο του παραλόγου και στο επικό θέατρο του Μπρεχτ. Δουλέψαμε συγχρόνως αυτές τις δύο τάσεις, που είναι οι δύο πόλοι του σύγχρονου θεάτρου».
Ο Κουν γνωρίζει στο ελληνικό κοινό τον Ινγκ, τον Άλμπυ, τον Βαν Ίταλυ και άλλους αμερικάνους συγγραφείς. Με την αρχή της δεκαετίας του ’60, ο Κουν και το Θέατρο Τέχνης ανοίγουν αποφασιστικά τους δρόμους του παράλογου θεάτρου με πρώτες παραστάσεις Μπέκετ, Ιονέσκο, Ζενέ, Πίντερ, Αρραμπάλ, Γκομπρόβιτς, Βιτράκ κ.α. και διευρύνει το μοντέρνο θέατρο με Βάις, Φρις, Φο, Μποντ, Έρντμαν, Στράους, Ρουζέβιτς κ.α.
Έτσι ξεκινά μια μακρά σημαντική πορεία στο χώρο του αρχαίου δράματος, που συνοδεύεται από μεγάλες περιοδείες στο εξωτερικό και από μια σειρά συμμετοχών στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου.
Το 1967, ο Κουν σκηνοθετεί «Ρωμαίο και Ιουλιέττα» στο Stratford με ηθοποιούς του Royal Shakespeare Company. Είναι ο μόνος ξένος που σκηνοθετεί στο Stratford τα τελευταία 45 χρόνια.
Στα χρόνια της δικτατορίας, χρόνια κλειστής δουλειάς και άρνησης συμμετοχής σε κρατικές εκδηλώσεις ή φεστιβάλ, το Θέατρο Τέχνης ανεβάζει έργα όπως τον «Βόυτσεκ» του Μπύχνερ, το «Παιχνίδι της Σφαγής» του Ιονέσκο, την «Οπερέτα» του Γκομπρόβιτς, το «Τέλος του Παιχνιδιού» και το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ.
Το 1975 το Θέατρο Τέχνης παρουσιάζει στην Επίδαυρο την ιστορική παράσταση των «Ορνίθων» κι έτσι γίνεται το πρώτο θέατρο μετά το Εθνικό που συμμετέχει στο Φεστιβάλ Επιδαύρου.
Το τελευταίο έργο που σκηνοθέτησε ο Κάρολος Κουν ήταν το 1987 ο «Ήχος του όπλου» της Λούλας Αναγνωστάκη.
Ο Κάρολος Κουν πέθανε στις 14 Φεβρουαρίου 1987.
skai.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ