2013-09-16 00:58:04
Φωτογραφία για Οι Γαριβαλδηνοί και η δράση τους στην απελευθέρωση της Δυτικής Μακεδονίας
Του δασκάλου Ηλία Γάγαλη

-Ο καταρτισμός του γαριβαλδινού σώματος των ερυθροχιτώνων.

-Η αναχώρηση από την Αθήνα για τη Μακεδονία.

Μετά την κήρυξη του βαλκανοτουρκικού πολέμου του 1912 και τις πρώτες επιτυχίες του ελληνικού τακτικού στρατού στα ελληνοτουρκικά σύνορα και τη νικηφόρα προέλασή του, κρίθηκε αναγκαίο να γίνουν δεκτοί αυτοί που ήθελαν για κατάταξη στα εθελοντικά σώματα. Τη στιγμή εκείνη δεν ήταν δυνατό να μείνουν απαθείς στο μεγάλο απελευθερωτικό αγώνα άντρες της περιοπής και του υψηλού φρονήματος όπως ο στρατηγός Ριτσιώτης Γαριβάλδης και ο κώμης Αλέξανδρος Ρώμας, βουλευτής Ζακύνθου και πρώην πρόεδρος της βουλής των Ελλήνων. Άνδρες οι οποίοι είχαν συμμετάσχει στον πόλεμο του 1897 και είχαν αγωνιστεί τόσο γενναία στο αριστερό μέρος της παράταξης στη μάχη του Δομοκού με τους ερυθροχίτωνες που βρίσκονταν κάτω από τις διαταγές τους Ιταλούς, Έλληνες και Γάλλους, δεν ήταν δυνατό παρά να καταλαμβάνονταν από ενθουσιασμό στην πρώτη βροντή του τηλεβόλου υπέρ της ελευθερίας ενός καταδυναστευόμενου λαού
. Αμέσως συνεννοήθηκαν τηλεφωνικά οι Γαριβάλδης και Ρώμας ,αποφάσισαν να καταρτίσουν σώμα ερυθροχιτώνων, το οποίο να πάρει πάρει μέρος στον πόλεμο. Γι αυτό ζήτησαν την έγκριση της ελληνικής κυβέρνησης και του τότε αρχιστράτηγου Διαδόχου Κωνσταντίνου. Η έγκριση που ζητήθηκε δόθηκε αμέσως και η κυβέρνηση διέταξε τις αρμόδιες αρχές να παραχωρήσουν τα απαραίτητα για τον καταρτισμό του σώματος.

Ο κόμης Αλέξανδρος Ρώμας δημοσίευσε πρόσκληση για την κατάταξη εθελοντών δια μέσου των εφημερίδων, έτσι ώστε μελλοντικά να καταρτιστεί σώμα ελλήνων εριθροχιτώνων. Μέσα σε λίγες μέρες προσήλθαν με προθυμία και ενθουσιασμό στο μέγαρο του κόμη Ρώμα στην οδό Πατησίων περισσότεροι από τρεις χιλιάδες εθελοντές. Από αυτούς γράφτηκαν γύρω στους χίλιους διακόσιους, καθόσον κατά την ιστορική παράδοση του σώματος των Γαριβαλδινών ο αριθμός των ανδρών του ανέρχονταν σε χίλιους. Μεταξύ των πρώτων προσήλθαν και τάχθηκαν στο πλευρό του κόμη διακεκριμένες στρατιωτικές και πολιτικές φυσιογνωμίες της ελληνικής κοινωνίας, από τις οποίες δεν έλειψαν αντιπρόσωποι όλων των τάξεων. Τα πρόσωπα αυτά ήταν:

Ο Δημήτριος Μπαρδόπουλος αξιωματικός του πεζικού, από τη μεγάλη οικογένεια της Μεσσηνίας, προερχόμενος από τη Στρατιωτική Σχολή των υπαξιωματικών με διακεκριμένη αξία και ικανότητα, γνωστή από τη λαμπρή εκείνη μάχη στο Γρίμποβο στη διάρκεια του πολέμου του 1897,γαμπρός στην αδερφή του υπουργού Εθνικής Οικονομίας Ανδρέα Μιχαλόπουλου.

Ο ποιητής-πολεμιστής Λορέντζος Μαβίλης που έδωσε τη ζωή του για την πατρίδα στη Μάχη του Δρίσκου 26 Νοεμβρίου 1912 για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων

Ο Λαυρέντιος Μαβίλης, βουλευτής Κέρκυρας, γνωστός ως ενθουσιώδης αγωνιστής από τον πόλεμο του 1897 και διακεκριμένη ποιητική μορφή στον «Ελληνικό Παρνασσό»,ο Αριστοτέλης Τοπάλης από τη γνωστή Κερκυραϊκή οικογένεια, ο Ναθαναήλ Δομενεγίνης από τη Ζάκυνθο πρώην Νομάρχης, ο Γεώργιος Χατζηκυριάκος από τα Ψαρρά της γνωστής ελληνικής οικογένειας εργοστασιαρχών, ο Θεόδωρος Μαντζουράνης δικηγόρος της γνωστής οικογένειας από τη Γορτυνία, ο Αλέξανδρος Γέροντας δημοτικός σύμβουλος Αθηνών, απόγονος της αρχοντικής Αθηναϊκής οικογένειας, ο Ιωάννης Θεοφιλάκης δικηγόρος και δημοτικός σύμβουλος Πειραιά, ο Λεωνίδας Μελετόπουλος φοιτητής, γιός του αρεοπαγίτη Μελέτιου Μελετόπουλου, ο Αθανάσιος Νοταράς της γνωστής κορινθιακής οικογένειας, ο Παναγιώτης Κονδύλης καθηγητής του Αρσακείου ο οποίος δεν υστέρησε σε κανένα αγώνα της Κρήτης, ο Γεώργιος Γιοβάνης από τους ηπειρώτες που είναι εγκατεστημένοι στην Κέρκυρα ,ο πρώην δήμαρχος Ρεθύμνου Κωνσταντίνος Γερακάρης, ο Ιωάννης Αθανασιάδης δικηγόρος από την Κρήτη, ο Ιωάννης Ταμιολάκης δικηγόρος και δημοσιογράφος από την Κρήτη, ο Ίωνας Κεφάλας δικηγόρος, ο Τέλλος Πρινόπουλος δικηγόρος και δημαρχιακός πάρεδρος Αθηνών ο Παναγιώτης Σταθόπουλος τελειόφοιτος Ιατρικής από τη Σπάρτη, ο Νικόλαος Καρβούνης δημοσιογράφος, ο Β. Βέργης γιατρός, ο Γ. Σκορδαράς εργολάβος, ο Δημοσθένης Δαπόντες μηχανικός και πολλοί άλλοι. Αλλά και οι οπλίτες, αυτοί που αποτέλεσαν το όλο σώμα, που ονομάστηκε «Σώμα Ελλήνων Ερυθροχιτώνων» κάτω από την αρχηγία του Αλέξανδρου Ρώμα, προέρχονταν από όλες τις έντιμες εργατικές τάξεις της Ελλάδος, ήταν ακόμη και πολλοί Έλληνες από το εξωτερικό και απέδειξαν όπως θα δούμε μέχρι το τέλος δράση, αυτοθυσία και απαράμιλλη γενναιότητα.

Μέσα σε περίπου είκοσι μέρες καταρτίστηκε άρτια το σώμα αυτό και διαιρέθηκε σε έξι λόχους, ο καθένας από τους οποίους περιλάμβανε δύναμη 200 περίπου ανδρών, με τους ανάλογους βαθμοφόρους. Στο υγειονομικό σώμα που καταρτίστηκε πήραν μέρος οι Γιαννακάκος-Ραζέλος και Ηλίας Μαυρομιχάλης με άλλους γιατρούς. Ιερείς του σώματος κατατάχτηκαν ο Παπαφώτης ως λοχαγός ιερέας, ο Αγαθάγγελος Καπάκας ιερομόναχος ως ανθυπολοχαγός, ο Μαρούδας όμοια και κάποιοι άλλοι. Η στολή των εριθροχιτώνων από τον αξιωματικό μέχρι το στρατιώτη ορίστηκε να αποτελείται από το ερυθρό χιτώνιο των γαριβαλδινών με παντελόνι χακί με κυανή επένδυση. Το πηλίκιο των αξιωματικών ήταν κόκκινο και των στρατιωτών χακί. Ο οπλισμός των ανδρών αποτελούνταν από όπλο Γκρα με τα εξαρτήματά του. Το σώμα εξοπλίστηκε με όπλο Γκρα εξαιτίας της έλλειψης κατά την εποχή εκείνη επαρκών όπλων Μάνλιχερ. Αν και το σώμα εξέφρασε τη δυσφορία του για τον οπλισμό με τον οποίο μειονεκτούσε, εντούτοις ο ενθουσιασμός και η γενναιότητά του έβαλε στην άκρη την μειονεκτικότητα του οπλισμού και ήταν έτοιμο να αναχωρήσει την 25η Οκτωβρίου 1912.

Γύρω στις 20 Οκτωβρίου έφτασε εντωμεταξύ από την Ιταλία στην Αθήνα οστρατηγός Ριτσιώτης Γαριβάλδης, για να κανονίσει με τον Αλέξανδρο Ρώμα και την κυβέρνηση ,σχετικά με τον καταρτισμό δικού του σώματος γαριβαλδινών αποτελούμενο από χίλιους περίπου οπλίτες και να πάρει οδηγίες για τα περαιτέρω. Είχε αποφασιστεί λοιπόν, να ενωθούν μετά τον καταρτισμό του ιδιαίτερο σώματος του στρατηγού Γαριβάλδη τα δυο αυτά σώματα και να αποτελέσουν δύναμη από 2000-2500 άντρες και να ενεργήσουν από κοινού πολεμικές επιχειρήσεις. Επρόκειτο μάλιστα όταν θα έφθανε η κατάλληλη στιγμή η δύναμη αυτή να κάνει απόβαση στα παράλια της Ηπείρου.

Αλλά εντωμεταξύ γεγονότα απροσδόκητα, όπως το ατύχημα της 5ηςμεραρχίας στο Σόροβιτς (Αμύνταιο Φλώρινας) κατά την 24η Οκτωβρίου 1912,επέβαλαν την αιφνιδιαστική αναχώρηση του έτοιμοι σώματος των Ελλήνων γαριβαλδινών που βρίσκονταν κάτω από την αρχηγία του Ρώμα. Το Υπουργείο Στρατιωτικών εγκατέλειψε την ιδέα της απόβασης στην Ήπειρο ,διέταξε τον αρχηγό του σώματος κόμη Ρώμα να αναχωρήσει αμέσως στη Μακεδονία, αφού θα συμπλήρωνε τις ελλείψεις του σώματός του.

Το σώμα αυτό βρίσκονταν στρατωνισμένο στο Πανεπιστήμιο, στα προπύλαια του οποίου γυμνάζονταν καθημερινά με επιμέλεια. Τρεις μέρες πριν την αναχώρησή του το επιθεώρησε ο στρατηγός Γαριβάλδης και έμεινε κατενθουσιασμένος από το ανδρικό παράστημα των οπλιτών και την προθυμία τους.

Ημέρα της απροσδόκητης αναχώρησης του σώματος είχε ορισθεί η 26η Οκτωβρίου 1912.Την προηγούμενη μετά το μεσημέρι πήγε στο Πανεπιστήμιο ο υπουργός των στρατιωτικών Ελευθέριος Βενιζέλος, όπου βρήκε παρατεταγμένο το σώμα και έτοιμο να αναχωρήσει για τον Πειραιά. Ο υπουργός προσφώνησε τους γενναίους εκείνους άντρες κατάλληλα τονίζοντας ότι ως Έλληνες ερυθροχίτωνες είχαν διπλή την υποχρέωση απέναντί της Ελλάδος και απέναντι της Ιταλίας να δοξάσουν αμφότερα τα όπλα. Ο κόμης Ρώμας αντιφώνησε ως αρχηγός του σώματος και διαβεβαίωσε ότι θέλει να ανταποκριθεί στις εντολές του Πρωθυπουργού και στις παραδόσεις του σώματος των ερυθροχιτώνων. Ζωηρές ζητωκραυγές κάλυψαν τους λόγους και των δύο και μετά από λίγο το σώμα αναχώρησε τμηματικά για τον Πειραιά, επευφημούμενο από το λαό της πρωτεύουσας.

Από εκεί επιβιβάστηκε την 26η πάνω σε δυο επιταγμένα ατμόπλοια για το Βόλο. Επικεφαλής του ενός πλοίου, που μετέφερε τρεις λόχους ,ήταν ο κόμης Ρώμας και επικεφαλής του άλλου μεταφέροντας τους τρεις υπόλοιπους λόχους, ο Δημήτριος Μπαρδόπουλος, ο οποίος είχε καταταγεί ως λοχαγός στο σώμα και είχε τη στρατιωτική διοίκηση των έξι λόχων. Γενικός λοιπόν αρχηγός ήταν ο κόμης Ρώμας και στρατιωτικός διοικητής και επιτελάρχης ο Δ. Μπαρδόπουλος. Ο πρώτος λόχος ήταν κάτω από την άμεση διοίκηση του κόμη Ρώμα και ο τρίτος λόχος κάτω από τη διοίκηση του Δ. Μπαρδόπουλου.

Το σώμα είχε διαταγή μετά την άφιξή του στο Βόλο να διευθυνθεί σιδηροδρομικά στη Λάρισα και από εκεί στο Σαραντάπορο, όπου θα συναντούσε το συνταγματάρχη του μηχανικού Χρύσανθο Σισίνη, στη διάθεση του οποίου θα τίθονταν, ως διοικητή των εφεδρειών.

Ενώ το σώμα μετέβαινε στη Μακεδονία ,ο στρατηγός Ριτσιώττης Γαριβάλδης επέστρεψε στην Πάτρα, όπου περίμενε τους γαριβαλδινούς εθελοντές από την Ιταλία, μετά από κάποιες μέρες έφτασε και πάλι στη Αθήνα με τους τρεις γιούς του, από τους οποίους ο μεγαλύτερος ο Πιπίνος Γαριβάλδης στρατηγός, είχε πάρει μέρος στην επανάσταση του Μεξικού. ο δεύτερος ήταν υπολοχαγός και ο τρίτος δεκανέας. Τον Γαριβάλδη συνόδευε και η γυναίκα του και η κόρη του, οι οποίες υπηρέτησαν στο σώμα ως νοσοκόμες. Επίσης ως νοσοκόμος προσήλθε και η ελληνίδα Ασπασία Ράλλη, κόρη του πρώην πρωθυπουργού Κυριακούλη Μαυρομιχάλη.

Μετά από μερικές μέρες συμπληρώθηκε η κατάταξη και των ανδρών αυτού του σώματος από 1200 περίπου, κάτω από τη διοίκηση του Πιπίνου Γαριβάλδη. Η δύναμή του αποτελούνταν από Ιταλούς, Έλληνες, Άγγλους και άλλους εθελοντές. Η ιταλική κυβέρνηση παρενέβαλε πολλά εμπόδια στην έλευση των ιταλών Γαριβαλδινών και γι αυτό ελάχιστοι Ιταλοί αξιωματικοί και στρατιώτες κατατάχτηκαν στη γαριβαλδινή φάλαγγα.

Και οι οπλίτες αυτού του σώματος φορούσαν αυτό το ρούχο και είχαν τον ίδιο οπλισμό, όπως και οι Έλληνες ερυθροχίτωνες. Το σώμα καταρτίστηκε μέσα σε δέκα περίπου μέρες και αναχώρησε και αυτό από την Αθήνα γύρω στις 17 Νοεμβρίου 1912 και από το Βόλο στα Τρίκαλα, την Καλαμπάκα, το Μαλακάσι και έφτασε κατευθείαν στο Μέτσοβο, όπου συναντήθηκε γύρω στις 20 Νοεμβρίου με το σώμα των Ελλήνων ερυθροχιτώνων, οπότε και επακολούθησε η σύμπραξή τους και η ενιαία τους δράση κατά τη μάχη του Δρίσκου.

Οι Έλληνες ερυθροχίτωνες στη Μακεδονία.-Κατάληψη και πυρπόληση του τουρκικού χωριού Ίσβορο (Λευκόβρυση Κοζάνης).-Μάχη προς τους Τούρκους των Καραγιαννίων (Καραγιάννια Κοζάνης).-Στη Σιάτιστα.-Εκστρατεία κατά των χωριών του Μπεκήρ Αγά και άλωση αυτών.-Είσοδος στα Γρεβενά

Οι Έλληνες ερυθροχίτωνες, λοιπόν σύμφωνα με τις αφηγήσεις των ίδιων, φτάνοντας στη Λάρισα αναχώρησαν από εκεί πεζοί και κάτω από συνεχή βροχή για το Καζακλάρ (Αμπελώνα Λάρισας), Τυρνάβου και Μελούνας έφτασαν στην Τσαρίτσανη. Από εκεί περπατώντας διαρκώς κατέληξαν δια μέσου της Ελασσόνας και του Σαρανταπόρου στα Σέρβια. Η στιγμή εκείνη ήταν πολύ κρίσιμη για ολόκληρο το μακεδονικό αγώνα, εξαιτίας του γνωστού ατυχήματος της 5ης μεραρχίας στο Σόροβιτς (Αμύνταιο).Κάτω από ποιες περιστάσεις συνέβη το ατύχημα εκείνο δε μας αφορά εδώ, το γεγονός όμως είναι ,ότι κατά τις ημέρες εκείνες αταξία όχι ευχάριστη είχε επακολουθήσει στο στρατό εκείνο, σε ανησυχία βρίσκονταν οι Έλληνες κάτοικοι αυτής της περιφέρειας. Στα Σέρβια είχαν συγκεντρωθεί, κατεχόμενοι από φόβο, γύρω στις δεκαπέντε χιλιάδες πρόσφυγες από την Κοζάνη και τα γύρω χωριά. Εξάλλου πολλοί πρόσφυγες είχαν καταφύγει και σε αυτή την Καλαμπάκα και σε άλλες Θεσσαλικές πόλεις. Ο στρατός που βρίσκονταν στα νεοκαταληφθέντα μακεδονικά εδάφη καταγίνονταν κάτω από τη διοίκηση των αξιωματικών σε εσπευσμένη οχύρωσή τους έτσι όπως αντιταχθεί άμυνα, σε περίπτωση που κατέβαινε προς το νότο ο τουρκικός στρατός του Μοναστηρίου. Εκείνη τη στιγμή έφτασε στα Σέρβια η ελληνική φάλαγγα των ερυθροχιτώνων, αφού προχώρησε εκεί γιατί καθοδόν δεν είχε συναντήσει τον αντισυνταγματάρχη Σισίνη.

Η άφιξή της όπως και η γρήγορη ενίσχυση του ελληνικού στρατού εγκαρδίωσε αυτούς που είχαν οπισθοχωρήσει και ανύψωσε το ηθικό τους και των κατοίκων. Αφού ξεκουράστηκαν μια μέρα στα Σέρβια οι Έλληνες ερυθροχίτωνες προχώρησαν προς την Κοζάνη, όπου έφτασαν γύρω στο απόγευμα κοντά σ’ αυτή. Πήραν από εκεί οδηγό από το Αρχηγείο της Κοζάνης και βάδισαν κατά του τουρκικού χωριού Ίσβορο (Λευκόβρυση),έχοντας διαταγή να το καταλάβουν και να διανυκτερεύσουν σ’ αυτό. Το χωριό Ίσβορο είχε καταληφθεί αρχικά από τον ελληνικό στρατό και ήταν από τα πλέον επικίνδυνα, γιατί σ’ αυτό βρίσκονταν ένοπλοι Τούρκοι, από τους επιτιθέμενους εναντίων των Ελλήνων. Ο τουρκικός στρατός είχε οπλίσει τα τουρκικά χωριά με σκοπό να αντισταθούν και να επιτεθούν κατά του ελληνικού στρατού, όπως έγινε στα Καϊλλάρια (Πτολεμαϊδα) ,κατά την υποχώρηση της 5ης μεραρχίας από τη Μπάνιτσα (Βεύη) μέχρι το Σόροβιτς (Αμύνταιο) στην Κοζάνη.

Οι Έλληνες ερυθροχίτωνες αφού βάδισαν κατά του Ίσβορου βρήκαν τους τούρκους χωρικούς ένοπλους και έτοιμους να τους επιτεθούν. Ο χότζας του χωριού είχε ανεβεί στο μιναρέ και παρότρυνε τους Τούρκους να κινήσουν ιερό πόλεμο κατά των απίστων, όπως άκουσε αυτό ένας από τους σαλπιγκτές των ερυθροχιτώνων, που γνώριζε την τουρκική γλώσσα. Οι Τούρκοι χωρικοί υποδέχθηκαν τους Έλληνες ερυθροχίτωνες με πυροβολισμούς και αυτοί ανταπάντησαν σ’ αυτούς. Από το φανατισμό και την εμμονή των Τούρκων χωρικών η μάχη είχε διάρκεια όλη τη νύχτα μέχρι το πρωί, όταν και νίκησαν θριαμβευτικά οι ερυθροχίτωνες .Στη διάρκεια της μάχης σκοτώθηκαν αρκετοί Τούρκοι χωρικοί, πολλοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Η καταστροφή του επαναστατημένου χωριού επιβάλλονταν πλέον από αυτή την ανάγκη της άμυνας του ελληνικού στρατού και οι ερυθροχίτωνες το πυρπόλησαν εξολοκλήρου. Κατά πάσα πιθανότητα στο χωριό βρίσκονταν μεγάλες αποθήκες πυρομαχικών, γιατί για πολλές μέρες κατόπιν ακούγονταν εκπυρσοκροτήσεις, προερχόμενες από τα πυρομαχικά που καίγονταν.

Οι κάτοικοι της Κοζάνης και των γύρω χωριών χαιρέτησαν πανηγυρικά την καταστροφή του τουρκικού χωριού Ίσβορο, γιατί αυτό αποτελούσε διαρκή φόβο για τους χριστιανούς γύρω και ήταν επικίνδυνη ενέδρα για τον ελληνικό στρατό. Στις εκκλησίες ψάλθηκαν δοξολογίες για την καταστροφή της εχθρικής εκείνης φωλιάς. Μετά από αυτή την επιτυχία οι ερυθροχίτωνες επέστρεψαν στην Κοζάνη, όπου ξεκουράστηκαν για μια μέρα.

Τότε αντικαταστάθηκε από τον Αρχιστράτηγο Διάδοχο ο μέραρχος της 5ης μεραρχίας Δημήτριος Ματθαιόπουλος, συνταγματάρχης του μηχανικού, με το Στέφανο Γενάδη όμοια συνταγματάρχη του μηχανικού και διατάχτηκε το σώμα των Ελλήνων ερυθροχιτώνων να κανονίσει τη θέση του σε σχέση με τα τακτικά σώματα του ελληνικού στρατού. Το σώμα λοιπόν των 1200 ερυθροχιτώνων αποτέλεσε μέρος μεικτού αποσπάσματος από ερυθροχίτωνες, ευζώνους, πεζικού και πυροβολικού,κάτω από τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Ηπίτη.

Από την Κοζάνη οι ερυθροχίτωνες διατάχθηκαν την 4η Νοεμβρίου να μεταβούν στη Σιάτιστα. Το σώμα από την Κοζάνη στη Σιάτιστα πέρασε από τη μέση των χωριών που ονομάζονται Καραγιάννια, από τα οποία οι κάτοικοι κατείχαν διάφορα σημεία, που δέσποζαν στο αμαξιτό δρόμο, του οποίου αποκατέστησαν τη συγκοινωνία με την καταδίωξη αυτών των χωρικών.

Ιδιαίτερα όμως ο δεύτερος λόχος της φάλαγγας των ερυθροχιτώνων, αποτελώντας την ημέρα εκείνη την οπισθοφυλακή και διοικούμενος από τον Υπολοχαγό Μ. Σακορράφα και τους ανθυπολοχαγούς Θ. Μανζουράνη, Ιωάννη Θεοφιλάκη και Κωνσταντίνο Γερακάρη, υπέστησαν αιφνιδιαστική επίθεση κοντά στα Καραγιάννια από σώμα τριακοσίων τουρκαλβανών, οπλισμένων με όπλα Μάουζερ, οι οποίοι είχαν καταλάβει τις λοφοσειρές εκατέρωθεν των Καραγιαννίων, που δέσποζαν στο δρόμο αυτό. Επίσης οι Τούρκοι χωρικοί πυροβολούσαν από τα σπίτια. Η μάχη κράτησε για τρεις ώρες περίπου, όταν μετά από κυκλωτική κίνηση των ερυθροχιτώνων διασκορπίστηκαν οι τουρκαλβανοί, άλλοι τράπηκαν από τη μια μεριά από τα δεξιά ,άλλοι από την άλλη προς τα αριστερά προς την πεδιάδα πίσω από τους λόφους. Στη διάρκεια της μάχης αυτής τραυματίστηκε από τους ερυθροχίτωνες ο λοχίας Νικόλαος Μπούχαλης, καφεπώλης Αθηνών, ο δεκανέας Θωμόπουλος φοιτητής και δυο οπλίτες: ο Παπαδημητρόπουλος και κάποιος άλλος.

Στη Σιάτιστα έφτασε το σώμα των ερυθροχιτώνων γύρω στο απόγευμα της 4ης Νοεμβρίου 1912 ,την πρώτη μέρα της μάχης που έγινε εκεί, στη διάρκεια της οποίας έπεσαν πολλοί, μεταξύ των οποίων ο Καπιτσίνης και ο Χατζηγιαννάκογλου. Εξαιτίας του σκοταδιού που ήρθε το σώμα δεν πήρε μέρος στη μάχη.

Είχε προηγηθεί το πρωί από την Κοζάνη, αφού ανέβηκε σε αμάξι ο αρχηγός Ρώμας, ακολουθούμενος από μερικούς αξιωματικούς και κάποιους οπλίτες συνολικά 18.Κατόρθωσε ο αρχηγός και πήρε μέρος στη μάχη με τους λίγους κάτω από τις διαταγές του άντρες.

Τη δεύτερη μέρα παρατάχτηκαν για μάχη ,αλλά αυτή ματαιώθηκε εξαιτίας της ξαφνικής υποχώρησης των Τούρκων που ήταν κάτω από τη διοίκηση του Μεχμέτ πασά. Η ελληνική παράταξη είχε μπροστά της το Μεχμέτ πασά που διέθετε 2000 στρατιώτες και δυο πυροβόλα. Η παράταξη των ελληνικών στρατευμάτων έγινε σύμφωνα με τις υποδείξεις του επιτελάρχη των ερυθροχιτώνων Δημητρίου Μπαρδοπούλου ,αφού συνεννοήθηκε και με τους λοιπούς σωματάρχες: το Νικόλαο Κλαδά λοχαγό του πυροβολικού και το Δημήτριο Σαραντόπουλο υπολοχαγό που διοικούσε δυο λόχους πεζοναυτών οπλισμένους με Γκρα και το Μεσσάλα λοχία της Σχολής Ευελπίδων που διοικούσε δυο πυροβόλα.

Τα πυροβόλα είχα πάρει διαταγές να πλησιάσουν πάνω στην κορυφογραμμή αριστερά από το δρόμο που οδηγούσε από τη Σιάτιστα στη Λιαψίστα (Νεάπολη Βοΐου Κοζάνης) και αφού πήραν τις θέσεις τους όλα τα σώματα κλήθηκε από τον κόμη Ρώμα ο Αντισυνταγματάρχης Ηπίτης ως αρχηγός του αποσπάσματος να αναλάβει να διευθύνει τη μάχη και να διατάξει την έναρξη του πυρός. Ο Ηπίτης πήγε εκεί αλλά αμέσως κατάλαβε μετά από πολύ γρήγορη αναγνώριση , ότι ο Μεχμέτ πασσάς είχε τραπεί σε φυγή μαζί με τα στρατεύματά του. Έτσι τα σώματα αποσύρθηκαν στην επισταθμία και παρέμειναν μόνο τα τμήματα προφυλακών.

Η οριστική απελευθέρωση της περιοχής Ηρακλεωτών Γρεβενών από τους Γαριβαλδινούς υπό τον Αλέξανδρο Ρώμα στις 7 Νοεμβρίου 1912

Την επομένη 6η Νοεμβρίου 1912 το σώμα των ερυθροχιτώνων πήρε διαταγή από τον αντισυνταγματάρχη Ηπίτη ,εκτελώντας διαταγές του Αρχιστρατήγου Διαδόχου Κωνσταντίνου να βαδίσει για να αλώσει τα τουρκικά χωριά: Κρύφτσι (Κιβωτό),Σούμπινο (Κοκκινιά) και Τσούρχλι (Άγιος Γεώργιος).Το τελευταίο χωριό ήταν η πατρίδα του λοχαγού και κατόπιν ταγματάρχη Μπεκήρ αγά, ο οποίος τρομοκρατούσε τότε εκείνη την περιφέρεια. Συγχρόνως είχαν επιφορτιστεί οι ερυθροχίτωνες να εξασφαλίσουν τη γέφυρα Πανάρετης που βρίσκονταν πάνω στον ποταμό Πραμόριτσα και πάνω στον αμαξιτό δρόμο Λιαψίστης-Γρεβενών. Οι ερυθροχίτωνες είχαν πληροφορηθεί ότι στο Κρύφτσι (Κιβωτό Γρεβενών) βρίσκονταν 980 ένοπλοι Τούρκοι του Μπεκήρ αγά.

Η διαταγή του Αντισυνταγματάρχη Ηπίτη που δόθηκε από τη Σιάτιστα είναι η παρακάτω;

Ο Διοικητής του μικτού αποσπάσματος

Προς τον αρχηγόν των Γαριβαλδινών κ. Α. Ρώμαν

Εντέλλομαι υμίν όπως αύριον την 7 ½ π.μ. ώραν αναχωρήσητε εντεύθεν διερχόμενοι διά της γέφυρας Πασσά μετά πάσης της υφ’ υμάς δυνάμεως προς τα χωρία Σούμπινον και Κρίφτσι. Εις τα χωρία ταύτα, εάν οι κάτοικοι δηλώσωσιν υποταγήν, θέλετε προβή εις τον αφοπλισμόν των Μουσουλμάνων κατοίκων, επισταμένην ποιούμενην έρευναν όπως αφαιρεθώσιν αυτοίς πάντα τα όπλα, συνάμα δε θέλετε προσπαθήσει όπως παρακωλύσητε πάσαν επικοινωνίαν των κατοίκων αυτών μετά των πέριξ, εν ή όμως περιπτώσει οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι προβάλωσιν αντίστασιν θέλετε καταστρέψει τα χωρία ταύτα, πλην των εν αυτοίς τυχόν υπαρχουσών χριστιανικών οικιών.

Μετά την καθ’ οιονδήποτε τρόπον κατάληψιν των χωρίων τούτων θέλετε εγκατασταθή εις τα χωρία Τσούρχλι και Κρίφτσι, έχοντες αποστολήν την παρεμπόδισιν και απώθησιν πάσας επικουρίας, ήτις τυχόν ήθελεν αποσταλεί εξ Ανασελίτσης (Λειψίστης) προς τον εν Γρεβενοίς εχθρόν, επιτηρούντες συνάμα την παρά την Πανάρετη γέφυραν της αμαξιτής οδού Γρεβενών-Ανασελίτσης. Εν Κρίφτσι και Τσούρχλι παραμένοντες θέλετε λάβει πάντα τα απαιτούμενα μέτρα ασφαλείας έχοντες υπ’ όψιν ότι πιθανόν να προσκρούση εφ’ υμών και ο εκ Γρεβενών πιθανόν να υποχωρήση εχθρός, θέλετε παραμείνει μέχρι νεωτέρας διαταγής μου. Περί των κινήσεων της υπ’ εμέ δυνάμεως θέλω κρατεί υμάς ενήμερον.

Σιάτιστα 5 Νοεμβρίου 1912

Α. ΗΠΙΤΗΣ αντισυνταγματάρχης

Για την κατάληψη αυτών των χωριών στάλθηκε μπροστά ο πέμπτος λόχος της φάλαγγας κάτω από τη διοίκηση του λοχαγού Βάσου Βέργη και κατέλαβε το απόγευμα το γεφύρι του πασσά πάνω στον ποταμό Αλιάκμονα. Το πρωϊ της επόμενης μέρας (7η Νοεμβρίου 1912) έφτασε και το κύριο σώμα από τους πέντε λοιπούς λόχους στη γέφυρα αυτή. Μετά από μικρή στάθμευση οι λόχοι διευθύνθηκαν ως εξής:

Ο τέταρτος λόχος κάτω από τη διοίκηση του λοχαγού Γεωργίου Μαρκόπουλου βάδισε πάνω στον αμαξιτό δρόμο από το γεφύρι του Πασσά προς το Νότο και συνάντησε τον αμαξιτό δρόμο που οδηγεί από την Ανασέλιτσα (Βόιο) περνώντας από το Κρύφτσι στα Γρεβενά. Κατευθύνθηκε ενάντια στο χωριό Κρύφτσι με σκοπό να επιτεθούν σ’ αυτό από την ανατολή. Ο πέμπτος λόχος κάτω από τη διοίκηση του Β. Βέργη βάδισε δεξιότερα από τον παραπάνω λόχο ,κατευθυνόμενος προς το βορειοδυτικό μέρος του χωριού. Ο έκτος λόχος κάτω από τη διοίκηση του υπολοχαγού Β. Καρναμπά βάδισε προς το νότο και κατέλαβε το χωριό Σούμπινο, το οποίο παραδόθηκε μετά από μικρή αντίσταση των χωρικών. Ο τρίτος λόχος με τον αρχηγό Αλέξανδρο Ρώμα και τον επιτελάρχη Μπαρδόπουλο και μαζί με τον πρώτο λόχο ,που διοικούσε ο λοχαγός Δ. Δαπόντε, βάδισε κατά μέτωπο προς το χωριό Κρύφτσι, παίρνοντας διεύθυνση βόρεια του Κρυφτσίου και διαθέτοντας τμήμα κατά του βορειοδυτικού μέρος αυτού. Τέλος ο δεύτερος λόχος κάτω από τη διοίκηση του Υπολοχαγού Μ. Σακόρραφου κατέλαβε τη γέφυρα Πανάρετης. Οι συνδυασμένες αυτές κινήσεις από όλα τα σημεία πέτυχαν και οι χωρικοί αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Μετά την παράδοση του Κρυφτσίου καταλήφθηκε και το χωριό Τσούρχλι από τρεις διμοιρίες του τρίτου λόχου, οι οποίες διοικούνταν από τους ανθυπολοχαγούς Χατζηκυριάκο και Νοταρά.

Λίγο πριν εξασφαλίσουν και καταλάβουν τη γέφυρα Πανάρετης ο Αλέξανδρος Ρώμας τηλεγραφεί από το Κρύφτσι αναφέροντας στον αντισυνταγματάρχη Ηπίτη την κατάληψη των χωριών :

Ο Αρχηγός του Σώματος των Ελλήνων Γαριβαλδινών

Προς τον Διοικητήν του μικτού αποσπάσματος Α. Ηπίτη

Λαμβάνομεν την τιμήν να φέρωμεν εις γνώσιν υμών ότι συμφώνως τη διαταγή σας κατελάβομεν τα χωρία: «Σούμπινον», «Κρύφτσι», και «Τσούρχλι» αμαχητί, όπλα δεν εύρομεν, οι κάτοικοι μας υπεδέχθησαν ενθουσιωδώς (εκ του φόβου των ανταρτών),εζητωκραύγασαν υπέρ του Βασιλέως μας και μας περιποιήθησαν πολύ. Η διαταγή σας όσον αφορά την γέφυραν «Πανάρετη» η ορισθείσα δύναμις βαδίζει προς κατάληψιν αυτής και αναμένομεν από στιγμής εις στιγμήν την αναφοράν ότι κατελήφθη. Η διαγωγή του σώματός μου υπήρξε κοσμία και παραδειγματική, το ηθικόν των ανδρών ακμαίον. Εν γεφύρα «Πασσά» συνελήφθη εις καταδότης όστις και ετυφεκίσθη.

Εν Κρύφτσι τη 7 Νοεμβρίου 1912

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΩΜΑΣ

Μετά από διήμερη παραμονή στο Κρύφτσι πήρε διαταγή η φάλαγγα των ερυθροχιτώνων να βαδίσει προς τα Γρεβενά, τα οποία κατέχονταν από το Μπεκήρ αγά.

Τα Γρεβενά κατόπιν των πρώτων νικηφόρων επιτυχιών του ελληνικού στρατού στο Σαραντάπορο, είχαν καταληφθεί από κάποιο τμήμα. Το τμήμα αυτό αναχώρησε μετά από αυτά για άλλες πολεμικές επιχειρήσεις ,άφησε στα Γρεβενά μικρή δύναμη κάτω από τη διοίκηση κάποιου υπολοχαγού. Εντωμεταξύ ο Μπεκήρ αγάς αφού επιτέθηκε αιφνιδιαστικά νύχτα κατά των Γρεβενών τα κατέλαβε, σκότωσε άοπλους χωρικούς και έβαλε φωτιά σε χριστιανικά σπίτια. Για να τον εκδιώξουν από τα Γρεβενά βάδισαν οι ερυθροχίτωνες των χωριών Κρύφτσι και Τσούρχλι, τα οποία χωριά ήταν το ορμητήριο των ενεργειών του Μπεκήρ, αυτός άφησε τα Γρεβενά και τράπηκε προς την Καστοριά. Εντωμεταξύ είχαν μπει στα Γρεβενά Έλληνες χωροφύλακες και κάποιοι αντάρτες κάτω από τη διοίκηση του ανθυπασπιστή χωροφυλακής Ζουρνατζή, συνολικά γύρω στους είκοσι, τους οποίους και βρήκαν καταφθάνοντας οι ερυθροχίτωνες.

Στα Γρεβενά παρέμειναν οι ερυθροχίτωνες, με διαταγή για μερικές μέρες και κάλεσαν τους κατοίκους που έφυγαν να γυρίσουν πίσω, οι οποίοι είχαν φύγει στην Καλαμπάκα, το Βελιμίστι (Αγιόφυλλο Καλαμπάκας) και τα Τρίκαλα ακόμα, όπως και το Μητροπολίτη Γρεβενών. Κατόπιν διατάχθηκαν να αφήσουν ένα λόχο στην πόλη και να φύγουν από εκεί για το Μέτσοβο, αφού έκαναν εκκαθάριση του εδάφους εκείνου από τις ληστρικές επιδρομές του Μπεκήρ και των άτακτων τουρκαλβανών που εκείνος διοικούσε[4].

Τρίτη 6 Νοεμβρίου.-

Μάχη του έκτου λόχου των ερυθροχιτώνων προς τους Τούρκους χωρικούς. Πυρπόληση του τουρκικού χωριού Μεγάλο Σειρήνι.

Ξεκίνησαν από τα Γρεβενά το σώμα και ξεκαθάρισε την περιφέρεια μέχρι το Μέτσοβο από τα άτακτα στοιχεία. Συμμορίες Αλβανών, Τούρκων και ρουμανιζόντων Βλάχων λεηλατούσαν τα ελληνικά χωριά ,κατέστρεφαν τις περιουσίες των κατοίκων και προξενούσαν σ’ αυτούς τρομερές καταστροφές. Όλες αυτές τις συμμορίες έτρεψαν σε φυγή οι Έλληνες ερυθροχίτωνες προς την κατεύθυνση Φούρκας-Κόνιτσας και έφτασαν τρεις μέρες για να εξαφανίσουν κάθε ίχνος αυτών των επιδρομέων και να εξασφαλίσουν τη ζωή και την περιουσία σε αμιγείς ελληνικούς πληθυσμούς της υπαίθρου ηπειρομακεδονικής αυτής περιοχής.

Οι έντρομοι πήραν θάρρος και δέχονταν με δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης τους γενναίους ερυθροχίτωνες, οι οποίοι με την εμφάνισή τους έδιναν την εντύπωση μεγαλύτερων δυνάμεων, σπέρνοντας τρόμο στους εχθρούς και δίνοντας θάρρος στους Έλληνες. Βάδιζαν κατά λόχους εφ’ ενός ζυγού και κάθε λόχος έδινε την εντύπωση ότι μπαίνει σύνταγμα αντί της ολιγάριθμης δύναμης των λόχων.

Ο λόχος αυτός είχε παραμείνει φρουρώντας τα Γρεβενά μέχρι να παραδοθεί η πόλη στο ελληνικό στρατό που ερχόταν και που ήταν κάτω από τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Ηπίτη. Προτού να αναχωρήσει από τα Γρεβενά ο τελευταίος αυτός έκτος λόχος, μερικοί από τους άντρες του πήγαν στο γειτονικό τουρκικό χωριό Μεγάλο Σειρήνι ,το οποίο βρίσκεται μεταξύ Γρεβενών και Τσουρχλίου, έπεσαν σε ενέδρα και πυροβολήθηκαν από τα σπίτια του χωριού. Από τους πυροβολισμούς τραυματίστηκαν δυο ερυθροχίτωνες ,ένας ο Μιχαλακέας σκοτώθηκε .Οι ερυθροχίτωνες πήραν για βοήθεια τους συναδέλφους τους από τα Γρεβενά ,κάτω από τη διοίκηση των υπολοχαγών: Σαμούτη, Νοταρά και Μαρτινέγκου, συνήψαν πολύωρη μάχη ενάντια των Τούρκων χωρικών, τους οποίους βοήθησαν και αρκετές οθωμανίδες. Τέλος οι ερυθροχίτωνες νίκησαν τους χωρικούς, σκότωσαν γύρω στους τριάντα και έκαψαν το χωριό. Από τους ερυθροχίτωνες σκοτώθηκαν δυο και τραυματίστηκαν δέκα. Οι Έλληνες κάτοικοι των χωριών των περιοχών εκείνων εξέφρασαν απερίφραστα τη χαρά τους και τους παρακαλούσαν θερμά να παραμείνουν μαζί τους. Αλλά αυτό ήταν αδύνατο ,γιατί οι ερυθροχίτωνες είχαν διαταγή να φτάσουν στο Μέτσοβο. Στα Γρεβενά αφού αρρώστησαν οι αξιωματικοί Σακόρραφος και Μακρόπουλος αποχώρησαν από το σώμα και πήγαν στην Αθήνα. Τον Σακόρραφο διαδέχθηκε στο δεύτερο λόχο ο Ματζουράνης και τον Μακρόπουλο στον τέταρτο λόχο ο Παναγιώτης Κονδύλης.

Πρώτη δημοσίευση: Χρονικά Δυτικής Μακεδονίας,Φ.521,Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2013,μέρος Α΄,σ.σ.12-13,Γρεβενά & Χρονικά Δυτικής Μακεδονίας,Φ.522,Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013,μέρος Β΄,σ.σ.12-13,Γρεβενά

greveniotis.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ