2013-09-18 02:40:05
Πέντε χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers η Ευρώπη παραμένει τόσο ευάλωτη όσο ήταν και την παραμονή της κατάρρευσης όπως επισημαίνουν σε κοινό άρθρο τους στον EUObserver οι Kenneth Haar, ερευνητής στην μη κυβερνητική οργάνωση Corporate Europe Observatory με έδρα τις Βρυξέλλες και η Anne van Schaik, ερευνήτρια στη ΜΚΟ Friends of the Earth Europe, επίσης με έδρα τις Βρυξέλλες.
Προβαίνοντας στον απολογισμό της ευρωπαϊκής στάσης για την αντιμετώπιση διεθνών χρηματοπιστωτικών κρίσεων, οι δυο αναλυτές επισημαίνουν ότι οι ηγέτες της ΕΕ δεν έχουν ακόμη διορθώσει τα προβλήματα που αποκαλύφθηκαν λόγω της κρίσης. Ειδικότερα, αναφέρουν τα εξής:
Πρώτον, οι ευρωπαϊκές τράπεζες εξακολουθούν να δανείζουν πολύ πάνω από τα όρια ασφαλείας. Λίγο πριν από την πτώχευσή της, η Lehman Brothers είχε δανειστεί ποσά που ισοδυναμούσαν με 31 φορές τα ίδια κεφάλαιά της. Οι ειδικοί λένε ότι αυτή η μόχλευση ήταν η κύρια αιτία της κατάρρευσής της. Σήμερα, τράπεζες όπως η Deutsche Bank και η Barclays δανείζονται ακόμη περισσότερο από ό,τι η Lehman και δεν υπάρχουν ευρωπαϊκοί κανόνες για να τις εμποδίσουν.
Δεύτερον, μολονότι τα όρια κεφαλαιακής επάρκειας έχουν αυξηθεί, παραμένουν χαμηλότερα από αυτά που απαιτούνταν από την Lehman Brothers πριν την πτώχευση. Όσο κι αν η Lehman κατόρθωνε να διασφαλίζει την τήρηση αυτών των όρων μέσω δημιουργικής λογιστικής, λίγα έχουν γίνει για να κλείσει το γιγαντιαίο κενό που παρατηρείται στην ΕΕ και στη διεθνή τραπεζική πρακτική για την πρόληψη τέτοιου είδους πρακτικών.
Τρίτον, οι συναλλαγές παραγώγων συνεχίζουν να αυξάνονται. Τα παράγωγα είναι από τα πλέον διαπραγματεύσιμα και ταυτόχρονα από τα πλέον αδιαφανή χρηματοοικονομικά προϊόντα. Οι ρυθμιστικές προτάσεις της ΕΕ περιέχουν κενά που επιτρέπουν την κερδοσκοπία να συνεχίζεται.
Τέλος, όπως επισημαίνουν, οι οίκοι αξιολόγησης παραμένουν ευάλωτοι σε χειραγώγηση. Στην πρώτη φάση της κρίσης, οι οίκοι συνιστούσαν στους επενδυτές προϊόντα-σκουπίδια και ο λόγος είναι ότι οι «εκδότες» των προϊόντων αυτών πλήρωναν τους οίκους προκειμένου να διασφαλίσουν αξιολόγηση AAA. Το σύστημα αυτό παραμένει ανέγγιχτο και πραγματικά εκπλήσσει η ευκολία με την οποία τα οικονομικά λόμπι διατήρησαν τον έλεγχο της πολιτικής. Κύρια τακτική τους είναι η κινδυνολογία, καθώς υποστηρίζουν ότι η εισαγωγή ρυθμιστικών κανόνων θα έβλαπτε την ανταγωνιστικότητα και θα αύξανε το κόστος εργασίας. Η θέση αυτή είναι οδυνηρά ειρωνική με δεδομένο τον αριθμό των θέσεων εργασίας που έχουν κοστίσει οι δικές τους αποτυχίες.
Ένα μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ελίτ είναι επίσης τυφλωμένο από την ιδεολογία της ενιαίας αγοράς, επισημαίνουν οι δυο αναλυτές, τονίζοντας πως η οικονομική κρίση είχε ως αποτέλεσμα εκατοντάδες σελίδες νέας ευρωπαϊκής νομοθεσίας, αλλά ελάχιστη αλλαγή. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να επανεκκινήσει η συζήτηση για την πορεία των μεταρρυθμίσεων. Αν η ΕΕ θέλει να αποφύγει μια ακόμη περίπτωση Lehman, και όλα όσα ακολούθησαν, πρέπει να προχωρήσει σε πολύ πιο φιλόδοξα βήματα, υπογραμμίζουν.
Καταλήγοντας οι δυο αναλυτές επισημαίνουν τα εξής:
«Η Ευρώπη πρέπει να σπάσει σε κομμάτια τις τράπεζες που είναι "πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν" και να επιβάλει φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Πρέπει επίσης να συρρικνώσει τις κερδοσκοπικές συναλλαγές επί παραγώγων και να πατάξει την φοροδιαφυγή. Προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης και να αλλάξει η τραπεζική κουλτούρα, η Ευρώπη πρέπει επίσης να τιμωρήσει τους διευθύνοντες συμβούλους και τις εταιρείες που ενεργούν κακόπιστα. Πολύ συχνά όμως αυτοί οι τελευταίοι δεν είναι παρά εγκληματίες "πολύ μεγάλοι για να πιαστούν"». Tromaktiko
Προβαίνοντας στον απολογισμό της ευρωπαϊκής στάσης για την αντιμετώπιση διεθνών χρηματοπιστωτικών κρίσεων, οι δυο αναλυτές επισημαίνουν ότι οι ηγέτες της ΕΕ δεν έχουν ακόμη διορθώσει τα προβλήματα που αποκαλύφθηκαν λόγω της κρίσης. Ειδικότερα, αναφέρουν τα εξής:
Πρώτον, οι ευρωπαϊκές τράπεζες εξακολουθούν να δανείζουν πολύ πάνω από τα όρια ασφαλείας. Λίγο πριν από την πτώχευσή της, η Lehman Brothers είχε δανειστεί ποσά που ισοδυναμούσαν με 31 φορές τα ίδια κεφάλαιά της. Οι ειδικοί λένε ότι αυτή η μόχλευση ήταν η κύρια αιτία της κατάρρευσής της. Σήμερα, τράπεζες όπως η Deutsche Bank και η Barclays δανείζονται ακόμη περισσότερο από ό,τι η Lehman και δεν υπάρχουν ευρωπαϊκοί κανόνες για να τις εμποδίσουν.
Δεύτερον, μολονότι τα όρια κεφαλαιακής επάρκειας έχουν αυξηθεί, παραμένουν χαμηλότερα από αυτά που απαιτούνταν από την Lehman Brothers πριν την πτώχευση. Όσο κι αν η Lehman κατόρθωνε να διασφαλίζει την τήρηση αυτών των όρων μέσω δημιουργικής λογιστικής, λίγα έχουν γίνει για να κλείσει το γιγαντιαίο κενό που παρατηρείται στην ΕΕ και στη διεθνή τραπεζική πρακτική για την πρόληψη τέτοιου είδους πρακτικών.
Τρίτον, οι συναλλαγές παραγώγων συνεχίζουν να αυξάνονται. Τα παράγωγα είναι από τα πλέον διαπραγματεύσιμα και ταυτόχρονα από τα πλέον αδιαφανή χρηματοοικονομικά προϊόντα. Οι ρυθμιστικές προτάσεις της ΕΕ περιέχουν κενά που επιτρέπουν την κερδοσκοπία να συνεχίζεται.
Τέλος, όπως επισημαίνουν, οι οίκοι αξιολόγησης παραμένουν ευάλωτοι σε χειραγώγηση. Στην πρώτη φάση της κρίσης, οι οίκοι συνιστούσαν στους επενδυτές προϊόντα-σκουπίδια και ο λόγος είναι ότι οι «εκδότες» των προϊόντων αυτών πλήρωναν τους οίκους προκειμένου να διασφαλίσουν αξιολόγηση AAA. Το σύστημα αυτό παραμένει ανέγγιχτο και πραγματικά εκπλήσσει η ευκολία με την οποία τα οικονομικά λόμπι διατήρησαν τον έλεγχο της πολιτικής. Κύρια τακτική τους είναι η κινδυνολογία, καθώς υποστηρίζουν ότι η εισαγωγή ρυθμιστικών κανόνων θα έβλαπτε την ανταγωνιστικότητα και θα αύξανε το κόστος εργασίας. Η θέση αυτή είναι οδυνηρά ειρωνική με δεδομένο τον αριθμό των θέσεων εργασίας που έχουν κοστίσει οι δικές τους αποτυχίες.
Ένα μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ελίτ είναι επίσης τυφλωμένο από την ιδεολογία της ενιαίας αγοράς, επισημαίνουν οι δυο αναλυτές, τονίζοντας πως η οικονομική κρίση είχε ως αποτέλεσμα εκατοντάδες σελίδες νέας ευρωπαϊκής νομοθεσίας, αλλά ελάχιστη αλλαγή. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να επανεκκινήσει η συζήτηση για την πορεία των μεταρρυθμίσεων. Αν η ΕΕ θέλει να αποφύγει μια ακόμη περίπτωση Lehman, και όλα όσα ακολούθησαν, πρέπει να προχωρήσει σε πολύ πιο φιλόδοξα βήματα, υπογραμμίζουν.
Καταλήγοντας οι δυο αναλυτές επισημαίνουν τα εξής:
«Η Ευρώπη πρέπει να σπάσει σε κομμάτια τις τράπεζες που είναι "πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν" και να επιβάλει φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Πρέπει επίσης να συρρικνώσει τις κερδοσκοπικές συναλλαγές επί παραγώγων και να πατάξει την φοροδιαφυγή. Προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης και να αλλάξει η τραπεζική κουλτούρα, η Ευρώπη πρέπει επίσης να τιμωρήσει τους διευθύνοντες συμβούλους και τις εταιρείες που ενεργούν κακόπιστα. Πολύ συχνά όμως αυτοί οι τελευταίοι δεν είναι παρά εγκληματίες "πολύ μεγάλοι για να πιαστούν"». Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Εκπομπές του Ραδιοφώνου της Εκκλησίας 89,5 τη Τετάρτη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ