2013-09-18 07:00:03
Εκπληκτικά επίκαιρες αποδεικνύονται οι ιδιόχειρες επιστολές, 37 τον αριθμό, του Ιωάννη Καποδίστρια, που απευθύνονται στον στενό συνεργάτη του Αλέξανδρο Κοντόσταυλο (1789-1865) και αναφέρονται σε τρέχουσες κρατικές υποθέσεις, κυρίως οικονομικού χαρακτήρα, των ετών 1828-1830.
Οι ανέκδοτες έως τώρα, οι επιστολές αυτές του Καποδίστρια είναι εξαιρετικά επίκαιρες, αφού αποκαλύπτουν τις αγωνιώδεις προσπάθειές του να βάλει τάξη στις υποθέσεις του νεοσύστατου κράτους χωρίς να υπολογίζει το οποιοδήποτε κόστος.
Χαρακτηριστικά είναι όσα γράφει για τους ισχυρούς Έλληνες της εποχής:
«…Θα με λυπούσε πολύ αν ο εγωισμός και η φιλοχρηματία των οικονομικά ισχυρών, των ανθρώπων με υπόληψη και των γαιοκτημόνων με ανάγκαζε να καταφύγω στη βία. Όμως, αν πρέπει να το κάνω δεν θα διστάσω, γιατί μου είναι αδύνατον να σταματήσω ή να κάνω πίσω…» (29 Φεβρουαρίου 1828).
Σε άλλη επιστολή του απαντάει στη διαβεβαίωση του Κοντόσταυλου ότι ο προϋπολογισμός του κράτους είναι ισοσκελισμένος:
«…Δεν συμμερίζομαι τη γνώμη σας σχετικά με τους εθνικούς πόρους και την ισορροπία που βρίσκετε ανάμεσα στα έξοδα και τα έσοδα. Αν συνυπολογίσετε τη φοβερή δυστυχία του λαού και την αφορία που θα μπορούσε να πλήξει επί μακρόν το έδαφος της Ελλάδας, ελλείψει πιστώσεων και κεφαλαίων, θα βλέπατε ότι τα μέσα που διαθέτουμε είναι τελείως δυσανάλογα προς τις ανάγκες μας, πράγμα που με ανησυχεί, διότι μπορώ και συμπάσχω, και υποφέρω περισσότερο από τους δυστυχείς που μου ζητούν ψωμί και δεν μπορώ να τους δώσω…» (13 Απριλίου 1828).
Αναδημοσίευση απο το αρχείο logiosermis.net
Οι ανέκδοτες έως τώρα, οι επιστολές αυτές του Καποδίστρια είναι εξαιρετικά επίκαιρες, αφού αποκαλύπτουν τις αγωνιώδεις προσπάθειές του να βάλει τάξη στις υποθέσεις του νεοσύστατου κράτους χωρίς να υπολογίζει το οποιοδήποτε κόστος.
Χαρακτηριστικά είναι όσα γράφει για τους ισχυρούς Έλληνες της εποχής:
«…Θα με λυπούσε πολύ αν ο εγωισμός και η φιλοχρηματία των οικονομικά ισχυρών, των ανθρώπων με υπόληψη και των γαιοκτημόνων με ανάγκαζε να καταφύγω στη βία. Όμως, αν πρέπει να το κάνω δεν θα διστάσω, γιατί μου είναι αδύνατον να σταματήσω ή να κάνω πίσω…» (29 Φεβρουαρίου 1828).
Σε άλλη επιστολή του απαντάει στη διαβεβαίωση του Κοντόσταυλου ότι ο προϋπολογισμός του κράτους είναι ισοσκελισμένος:
«…Δεν συμμερίζομαι τη γνώμη σας σχετικά με τους εθνικούς πόρους και την ισορροπία που βρίσκετε ανάμεσα στα έξοδα και τα έσοδα. Αν συνυπολογίσετε τη φοβερή δυστυχία του λαού και την αφορία που θα μπορούσε να πλήξει επί μακρόν το έδαφος της Ελλάδας, ελλείψει πιστώσεων και κεφαλαίων, θα βλέπατε ότι τα μέσα που διαθέτουμε είναι τελείως δυσανάλογα προς τις ανάγκες μας, πράγμα που με ανησυχεί, διότι μπορώ και συμπάσχω, και υποφέρω περισσότερο από τους δυστυχείς που μου ζητούν ψωμί και δεν μπορώ να τους δώσω…» (13 Απριλίου 1828).
Αναδημοσίευση απο το αρχείο logiosermis.net
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Σε τρίωρη στάση εργασίας τα Μέσα Ενημέρωσης
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πάει Σόφια ο Ατσάρα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ