2013-09-20 13:23:04
Απογοήτευση στους επιστήμονες έχει προκαλέσει η αδυναμία του ρομποτικού ρόβερ Curiosity της NASA να ανιχνεύσει μεθάνιο στον Άρη, ένα βασικό δείκτη βιολογικής δραστηριότητας, που θα ενίσχυε... τις θεωρίες τους ότι ο Κόκκινος Πλανήτης φιλοξενεί πιθανότατα κάποιες μορφές μικροβιακής ζωής.
Παρά τα νέα δεδομένα πάντως, που έρχονται σε αντίθεση με προηγούμενες μετρήσεις μεθανίου από τη Γη και από δορυφορικές διαστημοσυσκευές πέριξ του Άρη, δεν έχουν ακόμα πειστεί όλοι οι επιστήμονες ότι πράγματι το μεθάνιο απουσιάζει από τον γειτονικό πλανήτη.
Στην ατμόσφαιρα της Γη το 95% του μεθανίου (του απλούστερου οργανικού μορίου) παράγεται από μικροοργανισμούς και ζώα. Οι επιστήμονες ήλπιζαν ότι αν εντοπίσουν κάτι ανάλογο στον Άρη, θα είναι ένας αξιόπιστος δείκτης για την παρουσία και στον γειτονικό πλανήτη μικροβίων, πιθανώς κάτω από την επιφάνειά του, όμως, όπως παραδέχονται τώρα, οι προσδοκίες τους έχουν διαψευστεί.
«Με βάση τις προηγούμενες μετρήσεις μας (σ.σ. μέσω τηλεσκοπίων και δορυφόρων), περιμέναμε να πάμε εκεί και να βρούμε δέκα μέρη μεθανίου ανά δισεκατομμύριο όγκου (ppbv) ή και παραπάνω. Έτσι όταν πας να ψάξεις για κάτι και δεν το βρίσκεις, υπάρχει ένα αίσθημα απογοήτευσης», δήλωσε ο ερευνητής του Curiosity Κρις Γουέμπστερ του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας (Caltech).
H σχετική επιστημονική ανακοίνωση, με επικεφαλής τον ίδιο, έγινε στο περιοδικό Science, σύμφωνα με το BBC, τα πρακτορεία Reuters και Γαλλικό και το New Scientist.
Το όχημα της NASA αναλύει με τα εξελιγμένα επιστημονικά όργανά του τον αέρα του Άρη από τον Αύγουστο του 2012, όταν έφθασε στον πλανήτη, αλλά μέχρι τώρα δεν έχει εντοπίσει μεθάνιο. Αυτό σημαίνει πως αν το εν λόγω αέριο βρίσκεται εκεί, θα είναι σε πολύ μικρές και μη ανιχνεύσιμες ποσότητες (κάτω των 1,3 ppbv), τουλάχιστον έξι φορές λιγότερες από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Το μεθάνιο του Άρη -στο βαθμό που υπάρχει- ίσως έχει και άλλες πηγές προέλευσης, πέρα από μικροοργανισμούς, όπως κομήτες και αστεροειδείς που έπεσαν στον Άρη ή γεωλογικές διαδικασίες στο εσωτερικό του.
Οι επιστήμονες πάντως δεν αποκλείουν την πιθανότητα να ζουν ακόμα στον Άρη μικρόβια, αλλά διαφορετικού είδους, που δεν εκλύουν μεθάνιο. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες θεωρούν ότι πρέπει να γίνουν και άλλες μετρήσεις της αρειανής ατμόσφαιρας, προτού εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα.
Για «ένα μυστήριο που περιβάλλεται από ένα αίνιγμα», έκανε λόγο ο φυσικός Γιαν-Πέτερ Μίλερ του University College του Λονδίνου, o οποίος επεσήμανε ότι «οι έως τώρα μετρήσεις του Curiosity έρχονται σε σαφή αντίθεση με ό,τι έχει μετρηθεί από το διάστημα και από τη Γη». Όπως είπε, είναι πιθανό ότι το μεθάνιο βρίσκεται σε υψηλότερα στρώματα της αρειανής ατμόσφαιρας, γι' αυτό το ρόβερ δεν έχει καταφέρει να το ανιχνεύσει ακόμα.
Η πρώτη αναφορά εντοπισμού μεθανίου στον Άρη έγινε το 2003 από το δορυφόρο Mars Express του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA). Το 2016, μια άλλη ευρωπαϊκή διαστημοσυσκευή, το «ExoMars Trace Gas Orbiter», θα κάνει περαιτέρω έρευνες για το αέριο μεθάνιο.
Το ίδιο το "Curiosity", εξάλλου, πρόκειται να αναβαθμίσει τις ικανότητες ανίχνευσης που διαθέτει, έτσι ώστε να είναι σε θέση να εντοπίσει πολύ μικρότερες συγκεντρώσεις του άχρωμου και άοσμου αερίου, το οποίο διαρκεί περίπου 300 χρόνια στην ατμόσφαιρα της Γης, προτού διασπαστεί από την ηλιακή ακτινοβολία.
e-go.gr
Παρά τα νέα δεδομένα πάντως, που έρχονται σε αντίθεση με προηγούμενες μετρήσεις μεθανίου από τη Γη και από δορυφορικές διαστημοσυσκευές πέριξ του Άρη, δεν έχουν ακόμα πειστεί όλοι οι επιστήμονες ότι πράγματι το μεθάνιο απουσιάζει από τον γειτονικό πλανήτη.
Στην ατμόσφαιρα της Γη το 95% του μεθανίου (του απλούστερου οργανικού μορίου) παράγεται από μικροοργανισμούς και ζώα. Οι επιστήμονες ήλπιζαν ότι αν εντοπίσουν κάτι ανάλογο στον Άρη, θα είναι ένας αξιόπιστος δείκτης για την παρουσία και στον γειτονικό πλανήτη μικροβίων, πιθανώς κάτω από την επιφάνειά του, όμως, όπως παραδέχονται τώρα, οι προσδοκίες τους έχουν διαψευστεί.
«Με βάση τις προηγούμενες μετρήσεις μας (σ.σ. μέσω τηλεσκοπίων και δορυφόρων), περιμέναμε να πάμε εκεί και να βρούμε δέκα μέρη μεθανίου ανά δισεκατομμύριο όγκου (ppbv) ή και παραπάνω. Έτσι όταν πας να ψάξεις για κάτι και δεν το βρίσκεις, υπάρχει ένα αίσθημα απογοήτευσης», δήλωσε ο ερευνητής του Curiosity Κρις Γουέμπστερ του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας (Caltech).
H σχετική επιστημονική ανακοίνωση, με επικεφαλής τον ίδιο, έγινε στο περιοδικό Science, σύμφωνα με το BBC, τα πρακτορεία Reuters και Γαλλικό και το New Scientist.
Το όχημα της NASA αναλύει με τα εξελιγμένα επιστημονικά όργανά του τον αέρα του Άρη από τον Αύγουστο του 2012, όταν έφθασε στον πλανήτη, αλλά μέχρι τώρα δεν έχει εντοπίσει μεθάνιο. Αυτό σημαίνει πως αν το εν λόγω αέριο βρίσκεται εκεί, θα είναι σε πολύ μικρές και μη ανιχνεύσιμες ποσότητες (κάτω των 1,3 ppbv), τουλάχιστον έξι φορές λιγότερες από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Το μεθάνιο του Άρη -στο βαθμό που υπάρχει- ίσως έχει και άλλες πηγές προέλευσης, πέρα από μικροοργανισμούς, όπως κομήτες και αστεροειδείς που έπεσαν στον Άρη ή γεωλογικές διαδικασίες στο εσωτερικό του.
Οι επιστήμονες πάντως δεν αποκλείουν την πιθανότητα να ζουν ακόμα στον Άρη μικρόβια, αλλά διαφορετικού είδους, που δεν εκλύουν μεθάνιο. Σε κάθε περίπτωση, οι επιστήμονες θεωρούν ότι πρέπει να γίνουν και άλλες μετρήσεις της αρειανής ατμόσφαιρας, προτού εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα.
Για «ένα μυστήριο που περιβάλλεται από ένα αίνιγμα», έκανε λόγο ο φυσικός Γιαν-Πέτερ Μίλερ του University College του Λονδίνου, o οποίος επεσήμανε ότι «οι έως τώρα μετρήσεις του Curiosity έρχονται σε σαφή αντίθεση με ό,τι έχει μετρηθεί από το διάστημα και από τη Γη». Όπως είπε, είναι πιθανό ότι το μεθάνιο βρίσκεται σε υψηλότερα στρώματα της αρειανής ατμόσφαιρας, γι' αυτό το ρόβερ δεν έχει καταφέρει να το ανιχνεύσει ακόμα.
Η πρώτη αναφορά εντοπισμού μεθανίου στον Άρη έγινε το 2003 από το δορυφόρο Mars Express του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA). Το 2016, μια άλλη ευρωπαϊκή διαστημοσυσκευή, το «ExoMars Trace Gas Orbiter», θα κάνει περαιτέρω έρευνες για το αέριο μεθάνιο.
Το ίδιο το "Curiosity", εξάλλου, πρόκειται να αναβαθμίσει τις ικανότητες ανίχνευσης που διαθέτει, έτσι ώστε να είναι σε θέση να εντοπίσει πολύ μικρότερες συγκεντρώσεις του άχρωμου και άοσμου αερίου, το οποίο διαρκεί περίπου 300 χρόνια στην ατμόσφαιρα της Γης, προτού διασπαστεί από την ηλιακή ακτινοβολία.
e-go.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Στα χαρακώματα οι εκπαιδευτικοί του Ηρακλείου κλιμακώνουν τον αγώνα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ