2013-09-24 04:00:03
Η μαγεία στον Ελληνικό μύθο είναι πανταχού παρούσα. Διαπέρασε τις πεποιθήσεις της ελληνικής ζωής σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας, υποδεικνύοντας σε μεγάλο βαθμό τη θρησκευτική ομοιογένεια της αρχαιοελληνικής κοινωνίας. Η μαγεία εξυπηρετούσε, μεταξύ άλλων ως θεμέλιο για την ανθρώπινη γνώση και ήταν μέσο ελέγχου του άμεσου περιβάλλοντος, των δυνάμεων της φύσης, της ζωής και του θανάτου, καθώς και άλλων περιοχών της γνώσης, που τελούν σήμερα υπό την αιγίδα της τεχνολογίας.
Κ. Καλογερόπουλος (MA) in Anthropology
Όπως το θέτει μια σύγχρονη αυθεντία στο πεδίο της σύγχρονης ανθρωπολογίας:
«Η πρακτική της μαγείας ήταν πανταχού παρούσα στην κλασική αρχαιότητα. Οι σύγχρονοι του Πλάτωνα και του Σωκράτη τοποθετούσαν ειδώλια στους τάφους και τα κατώφλια [...] Ο Κικέρων χαμογέλασε με κάποιον που ισχυρίστηκε ότι είχε χάσει τη μνήμη του υπό την επιρροή κάποιας γοητείας και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος ισχυριζόταν πως όλοι φοβούνταν μήπως πέσουν θύματα της μαγείας.
Οι πολίτες της Τέω καταριούνταν εκείνον που θα επιτίθετο στην πόλη, ενώ στη Δωδεκάδελτο υπήρχαν νόμοι ενάντια στη μαγική μεταφορά της συγκομιδής από το ένα χωράφι στο άλλο. Οι αυτοκρατορικοί νομικοί κώδικες περιείχαν εκτεταμένες αναφορές ενάντια σε όλα τα είδη της μαγείας –εκτός από την ερωτική και τη μετεωρολογική [...] Οι μαγικές τελετουργίες οδήγησαν σταδιακά σε μια ανώτερη πνευματικότητα, ανοίγοντας εν τέλει το δρόμο στην υπέρτατη θεότητα»[1].
Δεδομένου ότι τα περισσότερα μέλη της αρχαιοελληνικής κοινωνίας ακολούθησαν το ίδιο βασικό σύνολο πεποιθήσεων σχετικά με την κλίμακα των μαγικών δυνατοτήτων, σε ό,τι αφορά στους θεούς και τις δυνατότητές τους, με τοπικές παραλλαγές βέβαια, το μυθολογικό σύστημα κατείχε αφεαυτού ενότητα και μια δομή στην οποία λίγο-πολύ μπορούσε να προβλεφθεί η προσθήκη των νέων χαρακτήρων, ή η απόδοση κάποιων ιδιοτήτων με αρκετή ακρίβεια.
Η αντανάκλαση αυτών των πεποιθήσεων στον κλασικό μύθο δεν ήταν κάποια άσκηση της φαντασίας με τον ίδιο τρόπο που γίνεται πιθανώς σήμερα. Ενώ οι αντιλήψεις και οι παρουσιάσεις των ιστορικών/μυθολογικών μορφών στο μύθο και η πλοκή των ενεργειών τους απαιτούσε μια ορισμένη δημιουργικότητα και ποιητική άδεια εκ μέρους του αφηγητή, η δομή του μαγικού κόσμου ήταν τμήμα ενός καλά εγκαθιδρυμένου πλαισίου από τα βάθη των προϊστορικών χρόνων.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κατέχει σημαντική θέση ο ρόλος των κενταύρων, τόσο πρακτικά όσο και συμβολικά. Στην ιστορία και την τέχνη οι κένταυροι απεικονίζονται με ανθρώπινο το άνω τμήμα του κορμού και ζωικό το κάτω. Ως ιδιοσυγκρασίες, όμως, φαίνεται πως δεν ήταν αρκετά ισορροπημένοι και παρουσιάζονται ως είδη πρωτόγονα που όφειλαν περισσότερα στη ζωική φύση τους παρά στην ανθρώπινη κληρονομιά τους.
Ο μύθος τους τοποθετεί στη Θεσσαλία, στην κατεξοχήν μαγική γη της Ελληνικής επικράτειας με τις φημισμένες μάγισσες, στις οποίες θα αφιερώσουμε μια ξεχωριστή σπουδή. Η παρουσία τους στη θεσσαλική γη αποδόθηκε σε έναν γηγενή βασιλιά των Λαπίθων[2]. Στα ελληνικά έργα τέχνης η τυπική απεικόνιση των Κενταύρων είναι εκείνη που τους δείχνει να επιτίθενται στους Λαπίθες, εμπλεκόμενοι σε πράξεις βιασμού και λεηλασίας, όπως και στην γαμήλια τελετή του Πειρίθου[3]. Γενικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παρουσία τους ήταν συμβολική των απεριόριστων και απρόβλεπτων ιδιοτήτων του φυσικού κόσμου.
Κατά τον ίδιο τρόπο η λογοτεχνική παρουσία τους στο μύθο είναι συχνά συμβολική της πολιτισμικής ανάγκης να καθιερωθεί -να επανακαθιερωθεί μάλλον- η κυριαρχία σε αυτό που οι Έλληνες της αρχαιότητας αντιλαμβάνονταν ως δική τους σφαίρα επιρροής. Οι ελληνικοί ήρωες έπρεπε για να καθιερώσουν την παρουσία του πολιτισμού τους σε έναν ευρύτερο κόσμο και αυτό το κατόρθωναν τυπικά δαμάζοντας μυθικά ή υπερφυσικά πλάσματα. Όμως, μη ανθρώπινα τέρατα όπως ήταν η Σκύλλα, η Χάρυβδις, η Χίμαιρα ή η Σφίγγα απεικόνιζαν τη μάχη ανάμεσα στον πολιτισμό και τον ευρύτερο κόσμο.
Υβριδικά ημιανθρώπινα πλάσματα τέτοια όπως ήταν οι κένταυροι αντιπροσώπευαν συχνότερα τις εισβολές αρνητικών όψεων εκείνου του μεγαλύτερου κόσμου στον κόσμο της δικαιοδοσίας των Ελλήνων[4]. Σε ένα ευρύτερο ψυχολογικό πλαίσιο πρόκειται για την εισβολή του ασυνείδητου κόσμου στις επικράτειες της καθημερινής συνείδησης, η αρχική σύγκρουση ανάμεσα στις απειλητικές μορφές ενός άγνωστου και σκοτεινού κόσμου και τον τακτοποιημένο κόσμο της λογικής συνείδησης. Τούτη η πρωτογενής σύγκρουση είναι η ίδια -αν και με διαφορετική μορφή- με τη σύγκρουση ανάμεσα στο διονυσιακό και το απολλώνειο στοιχείο[5].
Η παρουσία του Χείρωνα, αντιθετική στο είδος του, κατείχε μια πλήρως διαφορετική έννοια. Με έναν πολύ πραγματικό τρόπο, ο Χείρων θα μπορούσε να θεωρηθεί η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα σε ό,τι αφορά στο συμβολισμό του κένταυρου στον ελληνικό κόσμο. Εκεί που οι άλλοι αντιπροσώπευαν την κτηνωδία και τον κίνδυνο του φυσικού κόσμου, ο Χείρων αντιπροσωπεύει την αφθονία και την ευλογία του, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι δίδαξε σε διάφορους ήρωες τις εν δυνάμει αγαθοεργές δυνάμεις του φυσικού κόσμου –τις τέχνες της αστρολογίας, της βοτανικής, της θεραπείας, του κυνηγιού, της πολεμικής τέχνης, και της άσκησης των δικών τους εσωτερικών, φυσικών χαρισμάτων, δώρα των θεών μέσω κληρονομικής διαδοχής ή προστασίας.
Είναι σημαντικό ίσως να σημειώσουμε εδώ ότι, όπως τα υπερφυσικά χαρίσματα έπρεπε να παραχωρηθούν από τους θεούς, έτσι επίσης χρειαζόταν και μια τυπική εισαγωγή στη μαθητεία, προκειμένου να προσφερθούν τα οφέλη της σοφίας του. Τους μαθητές του Χείρωνα τους έφερναν είτε ή θεοί ή προηγούμενοι μαθητές του, που γνώριζαν τη διδασκαλία του και είχαν φθάσει ως εκεί με θεϊκή παρέμβαση.
Η πρωιμότερη αναφορά στον Χείρωνα ίσως είναι αυτή που απαντάται στις τελευταίες γραμμές της ησιόδειας Κοσμογονίας. Το όνομα του κένταυρου συνδέεται με ένα παιδί που γεννήθηκε από τον ήρωα Ιάσονα και τη μάγισσα Μήδεια: [...Κι αυτή στην εξουσία μπαίνοντας του Ιάσονα του βασιλιά, εγέννησε το Μήδειο, το γιο της, που τον ανάθρεψε στα βουνά ο Χείρων, ο γιος της Φιλύρας -και του μεγάλου Δία το σχέδιο γινόταν...][6]. Η ακριβής φύση αυτών των γραμμών είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, αν λάβουμε υπ’ όψιν μας την επερχόμενη μοίρα του συγκεκριμένου απογόνου -ένα παιδί προδιαγεγραμμένο να θανατωθεί στη νιότη του, παρά να εκτελέσει τα δικά του κατορθώματα.
Εδώ θα τολμούσαμε να πούμε πως ο Ησίοδος με τη ρήση «και του μεγάλου Δία το σχέδιο γινόταν» δεν αναφέρεται στον Μήδειο αλλά στον Χείρωνα. Ο σκοπός του Δία είναι ο ρόλος που εκπληρώνει ο Χείρων στη σφαίρα του Ελληνικού μύθου: να διδάξει τη μαγεία του στις μελλοντικές γενεές.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την αγάπη και την προσκόλληση που έδειχναν οι πρόγονοί μας στη γραμμή καταγωγής τους (μητρογραμμική ή πατρογραμμική), και του ρόλου που έπαιζε στον καθορισμό της κοινωνικής θέσης, έχει ενδιαφέρον να δούμε την καταγωγή του Χείρωνα. Αντίθετα από τους άλλους κένταυρους, ο Χείρων δεν κατάγεται από τους Λαπίθες. Κατάγεται από τον Κρόνο και τη νύμφη Φιλύρα. Όπως και άλλοι ολύμπιοι, ο Χείρων είναι παιδί του Κρόνου.
Ωστόσο, δεν κατέχει κάποιο ιδιαίτερο βασίλειο όπως οι άλλοι θεοί. Δεν δρα μέσα σε ένα προαποφασισμένο εννοιολογικό πλαίσιο. Μοιάζει περισσότερο να είναι απλά ένα τμήμα –ένα ουσιαστικό τμήμα- του κόσμου, που μπορεί να ενώσει κάποια ρήγματα στις λογικές αλληλουχίες της εικόνας που έχουμε για τη δημιουργία. Αυτή φαίνεται να είναι και η πλέον ενδιαφέρουσα από τις σύγχρονες απόψεις για τη λειτουργία της μαγείας, όπως την ανέπτυξε ο ιταλός ανθρωπολόγος de Μartino[7], που ερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη των αρχαίων λαών να διαμορφώνουν και να ερμηνεύουν τις λογικές ανακολουθίες του περιβάλλοντος κόσμου με τρόπο μαγικό.
Ο Χείρων κατέχει μια εγγενή γνώση του φυσικού κόσμου, που συμβολίζεται εξωτερικά με την κτηνώδη φύση του αλόγου. Ο δίμορφος Χείρων τον περιγράφει ο Απολλόδωρος[8], μια αναφορά που εκ πρώτης όψεως φαίνεται περιττή. Άλλωστε, κάθε κένταυρος κατείχε μια διπλή ανθρώπινη και ζωική μορφή.
Εντούτοις, όλοι οι άλλοι κένταυροι λειτουργούν μόνο σε έναν κόσμο, αυτόν της αγριότητας και των ενστίκτων. Ο Χείρων μόνος του γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ της φύσης και του πολιτισμού, λειτουργώντας ως αγωγός διαβίβασης εκείνων των ιδιοτήτων του φυσικού κόσμου που πιθανώς θα ωφελήσουν τον πολιτισμό με τις διδασκαλίες του. Η εγγενής γνώση του για τη μαγεία του φυσικού κόσμου μεταφέρθηκε στους διάσημους ήρωες-θεραπευτές μαθητές του, και μέσω αυτών, στον υπόλοιπο κόσμο.
Φαίνεται πως οι μύθοι για τη μαγεία του Χείρωνα αυξήθηκαν σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. Διατηρούμε μόνον κάποιους υπαινιγμούς για την προέλευσή του και ακόμα λιγότερες πληροφορίες για τους συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους να εκπλήρωσε το σκοπό του –δηλαδή τις μαγικο-θεραπευτικές δεξιότητες που δίδασκε στους μαθητές του, και τους τρόπους με τους οποίους εξελίχθηκαν οι δεξιότητες. Έχει υποτεθεί στο παρελθόν και σε ένα βαθμό είναι αποδεκτό ότι καθώς μεταβάλλονταν οι ιδέες περί εκπαίδευσης, αναπτύσσονταν και οι ιδέες για τη σοφία του Χείρωνα όπως και οι απόψεις για τον τρόπο με τον οποίο εκπαίδευε τους μαθητές του, ιδέες που υποστήριξε ο Πίνδαρος:
«Αλλά ο ξανθός Αχιλλέας, μένοντας στο σπίτι της Φιλύρας σαν παιδί, έκανε έργα μεγάλα, συχνά [45] κραδαίνοντας στα χέρια του ένα ακόντιο με μια κοντή λεπίδα (βραχυσίδαρον άκοντα), γοργός σαν τον άνεμο, έφερε το θάνατο στα άγρια λιοντάρια στη μάχη, σκότωσε κάπρους άγριους κι τα ασθμαίνοντα κουφάρια τους στον Κένταυρο, τον γιο του Κρόνου, στην αρχή σαν ήταν εξι χρόνων, και κατόπιν όλο το χρόνο που ‘μεινε εκεί, ένα παιδί που το παιχνίδι ήταν άθλοι δυνατοί. Τον θαύμαζε η Άρτεμις και η θαραλλέα Αθηνά, γιατί τα ελάφια τα σκότωνε δίχως σκυλιά και δόλιες παγίδες[9]. Γιατί εκείνος υπερείχε στα πόδια. Όλα αυτά που αφηγούμαι έπος των προγόνων είναι»[10].
Η αρχαιότητα των ιδεών που αφορούν στον Χείρωνα πιστοποιείται από τη φανερή ανάγκη του Πίνδαρου να ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι επινόηση δική του το γεγονός ότι ο Αχιλλέας διδάχθηκε να κυνηγά με αυτόν τον τρόπο, ούτε κάποιες πολιτισμικές εξελίξεις. Είναι ένα γνωστό γεγονός που έμαθε από παλαιότερες ιστορίες. Στην εποχή του οι άνθρωποι ανέπτυξαν άλλες ιδέες για τη γνώση και τις διδασκαλίες του Χείρωνα, τις οποίες επιχειρεί να περιγράψει λεπτομερειακά:
«Ο Χείρων με τη βαθιά του γνώση τον Ιάσονα δίδαξε στη λίθινη κατοικία του και τον Ασκληπιό μετά από αυτόν και του δίδαξε την τέχνη τη θεραπευτική με χέρια ευγενικά. Συν τω χρόνω γάμο κανόνισε για την αγλαόκολπη κόρη του Νηρέα, δίδαξε τον γιο της τον ευγενή τρέφοντας το πνεύμα του με τα πρέποντα. Κι όταν οι άνεμοι τον έσπρωξαν στην Τροία, στάθηκε ανάμεσα στις λόγχες και τις κραυγές της μάχης»[11].
Γνωρίζουμε από την Ιλιάδα ότι ένα τουλάχιστον από αυτά τα «πρέποντα» ήταν η θεραπεία, καθώς υπάρχουν δύο τουλάχιστον αναφορές για τις διδασκαλίες του Χείρωνα στο συγκεκριμένο έπος. Η πρώτη συνδέεται με τον Μενέλαο, που πληγώθηκε από τρωικό βέλος. Ένας γιατρός από τις τάξεις των Αχαιών ο Μαχάων, που συνέβαινε να είναι γιος του Ασκληπιού, κλήθηκε να «ρουφήξει το δηλητήριο από την πληγή και επιδέξια να επιθέσει πάνω της φάρμακα, που ο Χείρων έδωσε πριν από καιρό στον πατέρα του»[12]. Η δεύτερη αναφορά σχετίζεται έμμεσα με τον Αχιλλέα.
Ο Ευρύπυλος ζήτησε από το σύντροφό του στη μάχη Πάτροκλο να τον βοηθήσει. «Σώσε με τουλάχιστον τώρα [...] κόψε το βέλος από το μηρό μου, ξέπλυνε το μαύρο αίμα με ζεστό νερό και βάλε πάνω του καλά γιατρικά, από αυτά που λένε ότι σου είπε ο Αχιλλέας, αφού ο Χείρων, ο δικαιότερος του μίλησε γι’ αυτά»[13]. Όντας ο ίδιος ο Μαχάων πληγωμένος, η επόμενη καλύτερη επιλογή ήταν ένας μαθητής του Χείρωνα, ακόμα κι αν αυτός ο μαθητής δεν ήταν εκπαιδευμένος ως θεραπευτής. Τέτοια ήταν η πίστη στη σοφία του Κένταυρου.
Από τέτοιες σκόρπιες αναφορές, φαίνεται ξεκάθαρο ότι η πρόσθεση της θεραπείας, της αστρονομίας, της μαγείας και της φιλοσοφίας στο ρεπερτόριο των δεξιοτήτων που δίδασκε ο Χείρων συνδέεται άμεσα με τον αυξανόμενο πλούτο της γνώσης των αρχαίων Ελλήνων. Το σημαντικό στην προκειμένη περίπτωση είναι το γεγονός ότι σε αυτή τη γνώση θεμελιακή θέση κατέχει η μαγεία. Ένας πλούσιος σπόρος από τον οποίο ξεπηδά η συγκεκριμένη γνώση με μια γοργή διαδικασία ανάπτυξης της ανθρώπινης διάνοιας Κατά τον ίδιο τρόπο οι απεικονίσεις του Χείρωνα στην τέχνη υποδεικνύουν την ίδια αλλαγή ιδεών, όχι μόνο στη μορφή αλλά και την ουσία της εκπαίδευσης:
«Ο Χείρων δε φαίνεται μόνος στις αγγειογραφίες. Στις αρχαιότερες απεικονίσεις φαίνεται να δέχεται τον Αχιλλέα ως μαθητή του ή να παίρνει τον Αχιλλέα σαν παιδί από τα χέρια του Πηλέα, του πατέρα του. Ο ρόλος του Χείρωνα είναι συνδυασμός θετού πατέρα και διδάσκαλου. Αυτή είναι άλλωστε και η αρχαιότερη παράδοση. Ο Πηλέας, η Θέτις ή και οι δύο μαζί αποδίδουν το παιδί στην προστασία του διδάσκαλου για καθοδήγηση, μια καινοτομία που ώθησε την καλλιτεχνική φαντασία σε συγκεκριμένες απεικονίσεις κατά τα τέλη του 6ου αι. Π.Κ.Ε.»[14].
Ανεξάρτητα από τις αλλαγές στις λεπτομέρειες της εκπαίδευσης, ο πυρήνας της σχέσης μεταξύ του Χείρωνα και των μαθητών του παρέμεινε ο ίδιος. Ανεξάρτητα από την ηλικία κατά την οποία τους εμπιστεύονταν σε εκείνον, και ανεξάρτητα από το επίπεδο γνώσης που κατόρθωναν -είτε επρόκειτο να ζήσουν στην ερημιά, να αποβάλλουν τον ανθρώπινο μανδύα και να αναλάβουν μια θέση στον κόσμο σαν κυνηγοί, όπως ο Αχιλλέας ή ο Ακταίων, είτε να χρησιμοποιήσουν τα άφθονα δώρα του φυσικού κόσμου ως θεραπευτές, ή να διαβάσουν το μέλλον στα άστρα ή με άλλα μέσα όπως ο Αρισταίος- ανεξάρτητα από όλα αυτά, φαινόταν ως μαγεία, ισόμετρη με το επίπεδο δεξιοτήτων των ατόμων που απάρτιζαν τον περιβάλλοντα κοινωνικό ιστό.
Ο Χείρων ήταν πλέον ένα είδος αρχετύπου που ενοποιούσε και αιτιολογούσε τούτη τη μαγική γνώση. Μια γνώση που ήλθε από τους θεούς, αφού ήταν γιος του Κρόνου, και χρησιμοποιήθηκε από τον Ηρακλή για την ολοκλήρωση των άθλων του ή από τον Προμηθέα για τη διεύρυνση της ανθρώπινης γνώσης.
Η σχέση εμποτιζόταν επίσης με τη μαγεία για έναν ακόμα απλό λόγο -την κοινωνική πεποίθηση των Ελλήνων στο προκαθορισμένο και τη μοίρα. Εκείνοι που εκτελούσαν μεγάλους άθλους, ήταν προκαθορισμένο να το κάνουν. Γεννούνταν από θεότητες, που τους περνούσαν τις μαγικές τους ικανότητες. Αυτές οι ικανότητες ενδυναμώνονταν με την εκπαίδευση που λάμβαναν, και τους επέτρεπε να εκμεταλλεύονται πλήρως τα χαρίσματά τους.
Τούτη η εκπαίδευση ήταν δυνατή εξαιτίας της «μαγικής» τους σύνδεσης με τη θεότητα, εκπαίδευση που αποκαθιστούσε τις σιωπηλές «μαγικές» δυνατότητες πάνω τους μέσω της γνώσης, επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν φυσικές δυνάμεις ανεξήγητες και θαυμαστές. Αυτή είναι άλλωστε και η ουσία της μαγείας στο εννοιολογικό της πλαίσιο. Η βαθύτερη γνώση, που προωθείται βαθιά μέσα στο μέλλον, έως ότου γίνει αποδεκτή από το σύνολο της ανθρώπινης διάνοιας. Η εκπαίδευση του Χείρωνα ήταν κατάλληλη, γιατί ήταν αποκλειστική -και παρεχόταν μόνο σε εκείνους που αποδεικνύονταν άξιοί της εξαιτίας των προγόνων τους. Ήταν επίσης κατάλληλη, γιατί ήταν αποτελεσματική. Τούτο το παρατήρησε ο Νικολό Μακιαβέλι περίπου δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, όταν είπε:
«Υπάρχουν δύο τρόποι να μάχεσαι, μέσω του νόμου και μέσω της δύναμης. Ο πρώτος τρόπος ταιριάζει στον άνθρωπο και ο δεύτερος στα θηρία. Αφού, όμως, ο πρώτος τρόπος είναι ανεπαρκής, πολύ συχνά γίνεται αναγκαίο να καταφύγει κανείς στον δεύτερο. Για αυτό ο πρίγκηπας χρειάζεται να γνωρίζει να χρησιμοποιεί και τους δύο τρόπους και τον ανθρώπινο και τον θηριώδη.
Οι συγγραφείς της αρχαιότητας δίδασκαν τούτο το μάθημα αλληγορικά, όταν αφηγούνταν πώς ο Αχιλλέας και πολλοί άλλοι αρχαίοι πρίγκηπες στέλνονταν για διδασκαλία στον Χείρωνα τον κένταυρο. Έχοντας για δάσκαλο ένα πλάσμα μισό ανθρώπινο και μισό θηρίο σημαίνει ότι μαθαίνει κανείς πώς να χρησιμοποιεί τη μία και την άλλη φύση, και ότι η μία δίχως την άλλη δεν μπορεί να διαρκέσει»[15].
Και, τελικά, ήταν κατάλληλη εξαιτίας του ανθεκτικού στο χρόνο συμβολισμό του Χείρωνα –η αξία της γνώσης για χάρη της γνώσης, ακόμα και αν μπορούσε να μεταδοθεί μόνο στους λιγοστούς που επέβαλε ο αριστοκρατικός χαρακτήρας της αρχαιοελληνικής κοινωνίας. Τούτος ο συμβολισμός φαίνεται με σαφήνεια στο θάνατο του Χείρωνα. Ο θάνατος του αθάνατου Χείρωνα προήλθε από τη σύγκρουση αυτών των δύο κόσμων του φυσικού και του πολιτισμένου, το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης μεταξύ του είδους του, των άλλων κενταύρων, και του τελευταίου μαθητή του, του Ηρακλή.
Κατά τη διάρκεια της μάχης, όταν πρόστρεξαν στην προστασία του οι άλλοι κένταυροι για να αποφύγουν την οργή του Ηρακλή, ο Χείρων χτυπήθηκε από ένα βέλος του μαθητή του, βέλος εμποτισμένο στο αίμα της Ύδρας. Κατά σύμπτωση το ίδιο αίμα θα προκαλέσει και το θάνατο του ίδιου του Ηρακλή μέχρι να ολοκληρωθεί ο κύκλος του αίματος στο πρόσωπο του Προμηθέα[16]. Ο Χείρων δεν μπορούσε να θεραπευτεί μόνος του από την αγωνία του δηλητήριου της ύδρας και την ίδια στιγμή ήταν ανίκανος να πεθάνει με φυσικό τρόπο, όντας αθάνατος. Ζήτησε από τον Δία να τον απαλλάξει από την αθανασία του, αλλά ακόμα και ο θάνατός του υπηρέτησε ένα σκοπό στην υπηρεσία της γνώσης.
Με το θάνατό του απελευθέρωσε ένα άλλο σύμβολο της γνώσης από τα δεσμά του -τον Προμηθέα, τον Τιτάνα που έδωσε στους ανθρώπους τη φωτιά. Ο Προμηθέας καταδικάστηκε σε αιώνια φυλάκιση και αιώνιο βασανιστήριο «έως ότου κάποιος θεός να γίνει διάδοχός του, να αναλάβει τους βασάνους του Προμηθέα και να κατέβει στον σκοτεινό Άδη και τις σκιές του Τάρταρου»[17]. Τούτη η ακολουθία γεγονότων ενδυνάμωσε τον συμβολικό τριπλό δεσμό του Ηρακλή προς τον Χείρωνα, του Χείρωνα προς τον Προμηθέα και τελικά του Προμηθέα προς τον Ηρακλή και το κλείσιμο του κύκλου.
Τούτος ο δεσμός απεικονίζει αρχικά την αγριότητα του ανθρώπου της φύσης, κατόπιν τη γέφυρα ανάμεσα στον άνθρωπο και τη γνώση της φύσης και τέλος την απελευθέρωση του ανθρώπου μέσω του συμβόλου της μελλοντικής γνώσης. Ο θάνατος του Χείρωνα απομάκρυνε την ανάγκη μιας εξωτερικής διαμεσότητας ανάμεσα στη φυσική και την πνευματική ύπαρξη. Από αυτό το σημείο και μετά τούτο τον ρόλο τον παίζει η ανθρώπινη ψυχή. Ακόμα και στο θάνατό του ο σοφός κένταυρος άφησε πίσω μια τεράστια κληρονομία για την ανθρωπότητα. Την κληρονομιά της αυτογνωσίας και των θυσιών που απαιτεί η επίτευξή της.
arxaia-ellinika
logioshermes
Κ. Καλογερόπουλος (MA) in Anthropology
Όπως το θέτει μια σύγχρονη αυθεντία στο πεδίο της σύγχρονης ανθρωπολογίας:
«Η πρακτική της μαγείας ήταν πανταχού παρούσα στην κλασική αρχαιότητα. Οι σύγχρονοι του Πλάτωνα και του Σωκράτη τοποθετούσαν ειδώλια στους τάφους και τα κατώφλια [...] Ο Κικέρων χαμογέλασε με κάποιον που ισχυρίστηκε ότι είχε χάσει τη μνήμη του υπό την επιρροή κάποιας γοητείας και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος ισχυριζόταν πως όλοι φοβούνταν μήπως πέσουν θύματα της μαγείας.
Οι πολίτες της Τέω καταριούνταν εκείνον που θα επιτίθετο στην πόλη, ενώ στη Δωδεκάδελτο υπήρχαν νόμοι ενάντια στη μαγική μεταφορά της συγκομιδής από το ένα χωράφι στο άλλο. Οι αυτοκρατορικοί νομικοί κώδικες περιείχαν εκτεταμένες αναφορές ενάντια σε όλα τα είδη της μαγείας –εκτός από την ερωτική και τη μετεωρολογική [...] Οι μαγικές τελετουργίες οδήγησαν σταδιακά σε μια ανώτερη πνευματικότητα, ανοίγοντας εν τέλει το δρόμο στην υπέρτατη θεότητα»[1].
Δεδομένου ότι τα περισσότερα μέλη της αρχαιοελληνικής κοινωνίας ακολούθησαν το ίδιο βασικό σύνολο πεποιθήσεων σχετικά με την κλίμακα των μαγικών δυνατοτήτων, σε ό,τι αφορά στους θεούς και τις δυνατότητές τους, με τοπικές παραλλαγές βέβαια, το μυθολογικό σύστημα κατείχε αφεαυτού ενότητα και μια δομή στην οποία λίγο-πολύ μπορούσε να προβλεφθεί η προσθήκη των νέων χαρακτήρων, ή η απόδοση κάποιων ιδιοτήτων με αρκετή ακρίβεια.
Η αντανάκλαση αυτών των πεποιθήσεων στον κλασικό μύθο δεν ήταν κάποια άσκηση της φαντασίας με τον ίδιο τρόπο που γίνεται πιθανώς σήμερα. Ενώ οι αντιλήψεις και οι παρουσιάσεις των ιστορικών/μυθολογικών μορφών στο μύθο και η πλοκή των ενεργειών τους απαιτούσε μια ορισμένη δημιουργικότητα και ποιητική άδεια εκ μέρους του αφηγητή, η δομή του μαγικού κόσμου ήταν τμήμα ενός καλά εγκαθιδρυμένου πλαισίου από τα βάθη των προϊστορικών χρόνων.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κατέχει σημαντική θέση ο ρόλος των κενταύρων, τόσο πρακτικά όσο και συμβολικά. Στην ιστορία και την τέχνη οι κένταυροι απεικονίζονται με ανθρώπινο το άνω τμήμα του κορμού και ζωικό το κάτω. Ως ιδιοσυγκρασίες, όμως, φαίνεται πως δεν ήταν αρκετά ισορροπημένοι και παρουσιάζονται ως είδη πρωτόγονα που όφειλαν περισσότερα στη ζωική φύση τους παρά στην ανθρώπινη κληρονομιά τους.
Ο μύθος τους τοποθετεί στη Θεσσαλία, στην κατεξοχήν μαγική γη της Ελληνικής επικράτειας με τις φημισμένες μάγισσες, στις οποίες θα αφιερώσουμε μια ξεχωριστή σπουδή. Η παρουσία τους στη θεσσαλική γη αποδόθηκε σε έναν γηγενή βασιλιά των Λαπίθων[2]. Στα ελληνικά έργα τέχνης η τυπική απεικόνιση των Κενταύρων είναι εκείνη που τους δείχνει να επιτίθενται στους Λαπίθες, εμπλεκόμενοι σε πράξεις βιασμού και λεηλασίας, όπως και στην γαμήλια τελετή του Πειρίθου[3]. Γενικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παρουσία τους ήταν συμβολική των απεριόριστων και απρόβλεπτων ιδιοτήτων του φυσικού κόσμου.
Κατά τον ίδιο τρόπο η λογοτεχνική παρουσία τους στο μύθο είναι συχνά συμβολική της πολιτισμικής ανάγκης να καθιερωθεί -να επανακαθιερωθεί μάλλον- η κυριαρχία σε αυτό που οι Έλληνες της αρχαιότητας αντιλαμβάνονταν ως δική τους σφαίρα επιρροής. Οι ελληνικοί ήρωες έπρεπε για να καθιερώσουν την παρουσία του πολιτισμού τους σε έναν ευρύτερο κόσμο και αυτό το κατόρθωναν τυπικά δαμάζοντας μυθικά ή υπερφυσικά πλάσματα. Όμως, μη ανθρώπινα τέρατα όπως ήταν η Σκύλλα, η Χάρυβδις, η Χίμαιρα ή η Σφίγγα απεικόνιζαν τη μάχη ανάμεσα στον πολιτισμό και τον ευρύτερο κόσμο.
Υβριδικά ημιανθρώπινα πλάσματα τέτοια όπως ήταν οι κένταυροι αντιπροσώπευαν συχνότερα τις εισβολές αρνητικών όψεων εκείνου του μεγαλύτερου κόσμου στον κόσμο της δικαιοδοσίας των Ελλήνων[4]. Σε ένα ευρύτερο ψυχολογικό πλαίσιο πρόκειται για την εισβολή του ασυνείδητου κόσμου στις επικράτειες της καθημερινής συνείδησης, η αρχική σύγκρουση ανάμεσα στις απειλητικές μορφές ενός άγνωστου και σκοτεινού κόσμου και τον τακτοποιημένο κόσμο της λογικής συνείδησης. Τούτη η πρωτογενής σύγκρουση είναι η ίδια -αν και με διαφορετική μορφή- με τη σύγκρουση ανάμεσα στο διονυσιακό και το απολλώνειο στοιχείο[5].
Η παρουσία του Χείρωνα, αντιθετική στο είδος του, κατείχε μια πλήρως διαφορετική έννοια. Με έναν πολύ πραγματικό τρόπο, ο Χείρων θα μπορούσε να θεωρηθεί η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα σε ό,τι αφορά στο συμβολισμό του κένταυρου στον ελληνικό κόσμο. Εκεί που οι άλλοι αντιπροσώπευαν την κτηνωδία και τον κίνδυνο του φυσικού κόσμου, ο Χείρων αντιπροσωπεύει την αφθονία και την ευλογία του, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι δίδαξε σε διάφορους ήρωες τις εν δυνάμει αγαθοεργές δυνάμεις του φυσικού κόσμου –τις τέχνες της αστρολογίας, της βοτανικής, της θεραπείας, του κυνηγιού, της πολεμικής τέχνης, και της άσκησης των δικών τους εσωτερικών, φυσικών χαρισμάτων, δώρα των θεών μέσω κληρονομικής διαδοχής ή προστασίας.
Είναι σημαντικό ίσως να σημειώσουμε εδώ ότι, όπως τα υπερφυσικά χαρίσματα έπρεπε να παραχωρηθούν από τους θεούς, έτσι επίσης χρειαζόταν και μια τυπική εισαγωγή στη μαθητεία, προκειμένου να προσφερθούν τα οφέλη της σοφίας του. Τους μαθητές του Χείρωνα τους έφερναν είτε ή θεοί ή προηγούμενοι μαθητές του, που γνώριζαν τη διδασκαλία του και είχαν φθάσει ως εκεί με θεϊκή παρέμβαση.
Η πρωιμότερη αναφορά στον Χείρωνα ίσως είναι αυτή που απαντάται στις τελευταίες γραμμές της ησιόδειας Κοσμογονίας. Το όνομα του κένταυρου συνδέεται με ένα παιδί που γεννήθηκε από τον ήρωα Ιάσονα και τη μάγισσα Μήδεια: [...Κι αυτή στην εξουσία μπαίνοντας του Ιάσονα του βασιλιά, εγέννησε το Μήδειο, το γιο της, που τον ανάθρεψε στα βουνά ο Χείρων, ο γιος της Φιλύρας -και του μεγάλου Δία το σχέδιο γινόταν...][6]. Η ακριβής φύση αυτών των γραμμών είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, αν λάβουμε υπ’ όψιν μας την επερχόμενη μοίρα του συγκεκριμένου απογόνου -ένα παιδί προδιαγεγραμμένο να θανατωθεί στη νιότη του, παρά να εκτελέσει τα δικά του κατορθώματα.
Εδώ θα τολμούσαμε να πούμε πως ο Ησίοδος με τη ρήση «και του μεγάλου Δία το σχέδιο γινόταν» δεν αναφέρεται στον Μήδειο αλλά στον Χείρωνα. Ο σκοπός του Δία είναι ο ρόλος που εκπληρώνει ο Χείρων στη σφαίρα του Ελληνικού μύθου: να διδάξει τη μαγεία του στις μελλοντικές γενεές.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την αγάπη και την προσκόλληση που έδειχναν οι πρόγονοί μας στη γραμμή καταγωγής τους (μητρογραμμική ή πατρογραμμική), και του ρόλου που έπαιζε στον καθορισμό της κοινωνικής θέσης, έχει ενδιαφέρον να δούμε την καταγωγή του Χείρωνα. Αντίθετα από τους άλλους κένταυρους, ο Χείρων δεν κατάγεται από τους Λαπίθες. Κατάγεται από τον Κρόνο και τη νύμφη Φιλύρα. Όπως και άλλοι ολύμπιοι, ο Χείρων είναι παιδί του Κρόνου.
Ωστόσο, δεν κατέχει κάποιο ιδιαίτερο βασίλειο όπως οι άλλοι θεοί. Δεν δρα μέσα σε ένα προαποφασισμένο εννοιολογικό πλαίσιο. Μοιάζει περισσότερο να είναι απλά ένα τμήμα –ένα ουσιαστικό τμήμα- του κόσμου, που μπορεί να ενώσει κάποια ρήγματα στις λογικές αλληλουχίες της εικόνας που έχουμε για τη δημιουργία. Αυτή φαίνεται να είναι και η πλέον ενδιαφέρουσα από τις σύγχρονες απόψεις για τη λειτουργία της μαγείας, όπως την ανέπτυξε ο ιταλός ανθρωπολόγος de Μartino[7], που ερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη των αρχαίων λαών να διαμορφώνουν και να ερμηνεύουν τις λογικές ανακολουθίες του περιβάλλοντος κόσμου με τρόπο μαγικό.
Ο Χείρων κατέχει μια εγγενή γνώση του φυσικού κόσμου, που συμβολίζεται εξωτερικά με την κτηνώδη φύση του αλόγου. Ο δίμορφος Χείρων τον περιγράφει ο Απολλόδωρος[8], μια αναφορά που εκ πρώτης όψεως φαίνεται περιττή. Άλλωστε, κάθε κένταυρος κατείχε μια διπλή ανθρώπινη και ζωική μορφή.
Εντούτοις, όλοι οι άλλοι κένταυροι λειτουργούν μόνο σε έναν κόσμο, αυτόν της αγριότητας και των ενστίκτων. Ο Χείρων μόνος του γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ της φύσης και του πολιτισμού, λειτουργώντας ως αγωγός διαβίβασης εκείνων των ιδιοτήτων του φυσικού κόσμου που πιθανώς θα ωφελήσουν τον πολιτισμό με τις διδασκαλίες του. Η εγγενής γνώση του για τη μαγεία του φυσικού κόσμου μεταφέρθηκε στους διάσημους ήρωες-θεραπευτές μαθητές του, και μέσω αυτών, στον υπόλοιπο κόσμο.
Φαίνεται πως οι μύθοι για τη μαγεία του Χείρωνα αυξήθηκαν σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. Διατηρούμε μόνον κάποιους υπαινιγμούς για την προέλευσή του και ακόμα λιγότερες πληροφορίες για τους συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους να εκπλήρωσε το σκοπό του –δηλαδή τις μαγικο-θεραπευτικές δεξιότητες που δίδασκε στους μαθητές του, και τους τρόπους με τους οποίους εξελίχθηκαν οι δεξιότητες. Έχει υποτεθεί στο παρελθόν και σε ένα βαθμό είναι αποδεκτό ότι καθώς μεταβάλλονταν οι ιδέες περί εκπαίδευσης, αναπτύσσονταν και οι ιδέες για τη σοφία του Χείρωνα όπως και οι απόψεις για τον τρόπο με τον οποίο εκπαίδευε τους μαθητές του, ιδέες που υποστήριξε ο Πίνδαρος:
«Αλλά ο ξανθός Αχιλλέας, μένοντας στο σπίτι της Φιλύρας σαν παιδί, έκανε έργα μεγάλα, συχνά [45] κραδαίνοντας στα χέρια του ένα ακόντιο με μια κοντή λεπίδα (βραχυσίδαρον άκοντα), γοργός σαν τον άνεμο, έφερε το θάνατο στα άγρια λιοντάρια στη μάχη, σκότωσε κάπρους άγριους κι τα ασθμαίνοντα κουφάρια τους στον Κένταυρο, τον γιο του Κρόνου, στην αρχή σαν ήταν εξι χρόνων, και κατόπιν όλο το χρόνο που ‘μεινε εκεί, ένα παιδί που το παιχνίδι ήταν άθλοι δυνατοί. Τον θαύμαζε η Άρτεμις και η θαραλλέα Αθηνά, γιατί τα ελάφια τα σκότωνε δίχως σκυλιά και δόλιες παγίδες[9]. Γιατί εκείνος υπερείχε στα πόδια. Όλα αυτά που αφηγούμαι έπος των προγόνων είναι»[10].
Η αρχαιότητα των ιδεών που αφορούν στον Χείρωνα πιστοποιείται από τη φανερή ανάγκη του Πίνδαρου να ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι επινόηση δική του το γεγονός ότι ο Αχιλλέας διδάχθηκε να κυνηγά με αυτόν τον τρόπο, ούτε κάποιες πολιτισμικές εξελίξεις. Είναι ένα γνωστό γεγονός που έμαθε από παλαιότερες ιστορίες. Στην εποχή του οι άνθρωποι ανέπτυξαν άλλες ιδέες για τη γνώση και τις διδασκαλίες του Χείρωνα, τις οποίες επιχειρεί να περιγράψει λεπτομερειακά:
«Ο Χείρων με τη βαθιά του γνώση τον Ιάσονα δίδαξε στη λίθινη κατοικία του και τον Ασκληπιό μετά από αυτόν και του δίδαξε την τέχνη τη θεραπευτική με χέρια ευγενικά. Συν τω χρόνω γάμο κανόνισε για την αγλαόκολπη κόρη του Νηρέα, δίδαξε τον γιο της τον ευγενή τρέφοντας το πνεύμα του με τα πρέποντα. Κι όταν οι άνεμοι τον έσπρωξαν στην Τροία, στάθηκε ανάμεσα στις λόγχες και τις κραυγές της μάχης»[11].
Γνωρίζουμε από την Ιλιάδα ότι ένα τουλάχιστον από αυτά τα «πρέποντα» ήταν η θεραπεία, καθώς υπάρχουν δύο τουλάχιστον αναφορές για τις διδασκαλίες του Χείρωνα στο συγκεκριμένο έπος. Η πρώτη συνδέεται με τον Μενέλαο, που πληγώθηκε από τρωικό βέλος. Ένας γιατρός από τις τάξεις των Αχαιών ο Μαχάων, που συνέβαινε να είναι γιος του Ασκληπιού, κλήθηκε να «ρουφήξει το δηλητήριο από την πληγή και επιδέξια να επιθέσει πάνω της φάρμακα, που ο Χείρων έδωσε πριν από καιρό στον πατέρα του»[12]. Η δεύτερη αναφορά σχετίζεται έμμεσα με τον Αχιλλέα.
Ο Ευρύπυλος ζήτησε από το σύντροφό του στη μάχη Πάτροκλο να τον βοηθήσει. «Σώσε με τουλάχιστον τώρα [...] κόψε το βέλος από το μηρό μου, ξέπλυνε το μαύρο αίμα με ζεστό νερό και βάλε πάνω του καλά γιατρικά, από αυτά που λένε ότι σου είπε ο Αχιλλέας, αφού ο Χείρων, ο δικαιότερος του μίλησε γι’ αυτά»[13]. Όντας ο ίδιος ο Μαχάων πληγωμένος, η επόμενη καλύτερη επιλογή ήταν ένας μαθητής του Χείρωνα, ακόμα κι αν αυτός ο μαθητής δεν ήταν εκπαιδευμένος ως θεραπευτής. Τέτοια ήταν η πίστη στη σοφία του Κένταυρου.
Από τέτοιες σκόρπιες αναφορές, φαίνεται ξεκάθαρο ότι η πρόσθεση της θεραπείας, της αστρονομίας, της μαγείας και της φιλοσοφίας στο ρεπερτόριο των δεξιοτήτων που δίδασκε ο Χείρων συνδέεται άμεσα με τον αυξανόμενο πλούτο της γνώσης των αρχαίων Ελλήνων. Το σημαντικό στην προκειμένη περίπτωση είναι το γεγονός ότι σε αυτή τη γνώση θεμελιακή θέση κατέχει η μαγεία. Ένας πλούσιος σπόρος από τον οποίο ξεπηδά η συγκεκριμένη γνώση με μια γοργή διαδικασία ανάπτυξης της ανθρώπινης διάνοιας Κατά τον ίδιο τρόπο οι απεικονίσεις του Χείρωνα στην τέχνη υποδεικνύουν την ίδια αλλαγή ιδεών, όχι μόνο στη μορφή αλλά και την ουσία της εκπαίδευσης:
«Ο Χείρων δε φαίνεται μόνος στις αγγειογραφίες. Στις αρχαιότερες απεικονίσεις φαίνεται να δέχεται τον Αχιλλέα ως μαθητή του ή να παίρνει τον Αχιλλέα σαν παιδί από τα χέρια του Πηλέα, του πατέρα του. Ο ρόλος του Χείρωνα είναι συνδυασμός θετού πατέρα και διδάσκαλου. Αυτή είναι άλλωστε και η αρχαιότερη παράδοση. Ο Πηλέας, η Θέτις ή και οι δύο μαζί αποδίδουν το παιδί στην προστασία του διδάσκαλου για καθοδήγηση, μια καινοτομία που ώθησε την καλλιτεχνική φαντασία σε συγκεκριμένες απεικονίσεις κατά τα τέλη του 6ου αι. Π.Κ.Ε.»[14].
Ανεξάρτητα από τις αλλαγές στις λεπτομέρειες της εκπαίδευσης, ο πυρήνας της σχέσης μεταξύ του Χείρωνα και των μαθητών του παρέμεινε ο ίδιος. Ανεξάρτητα από την ηλικία κατά την οποία τους εμπιστεύονταν σε εκείνον, και ανεξάρτητα από το επίπεδο γνώσης που κατόρθωναν -είτε επρόκειτο να ζήσουν στην ερημιά, να αποβάλλουν τον ανθρώπινο μανδύα και να αναλάβουν μια θέση στον κόσμο σαν κυνηγοί, όπως ο Αχιλλέας ή ο Ακταίων, είτε να χρησιμοποιήσουν τα άφθονα δώρα του φυσικού κόσμου ως θεραπευτές, ή να διαβάσουν το μέλλον στα άστρα ή με άλλα μέσα όπως ο Αρισταίος- ανεξάρτητα από όλα αυτά, φαινόταν ως μαγεία, ισόμετρη με το επίπεδο δεξιοτήτων των ατόμων που απάρτιζαν τον περιβάλλοντα κοινωνικό ιστό.
Ο Χείρων ήταν πλέον ένα είδος αρχετύπου που ενοποιούσε και αιτιολογούσε τούτη τη μαγική γνώση. Μια γνώση που ήλθε από τους θεούς, αφού ήταν γιος του Κρόνου, και χρησιμοποιήθηκε από τον Ηρακλή για την ολοκλήρωση των άθλων του ή από τον Προμηθέα για τη διεύρυνση της ανθρώπινης γνώσης.
Η σχέση εμποτιζόταν επίσης με τη μαγεία για έναν ακόμα απλό λόγο -την κοινωνική πεποίθηση των Ελλήνων στο προκαθορισμένο και τη μοίρα. Εκείνοι που εκτελούσαν μεγάλους άθλους, ήταν προκαθορισμένο να το κάνουν. Γεννούνταν από θεότητες, που τους περνούσαν τις μαγικές τους ικανότητες. Αυτές οι ικανότητες ενδυναμώνονταν με την εκπαίδευση που λάμβαναν, και τους επέτρεπε να εκμεταλλεύονται πλήρως τα χαρίσματά τους.
Τούτη η εκπαίδευση ήταν δυνατή εξαιτίας της «μαγικής» τους σύνδεσης με τη θεότητα, εκπαίδευση που αποκαθιστούσε τις σιωπηλές «μαγικές» δυνατότητες πάνω τους μέσω της γνώσης, επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν φυσικές δυνάμεις ανεξήγητες και θαυμαστές. Αυτή είναι άλλωστε και η ουσία της μαγείας στο εννοιολογικό της πλαίσιο. Η βαθύτερη γνώση, που προωθείται βαθιά μέσα στο μέλλον, έως ότου γίνει αποδεκτή από το σύνολο της ανθρώπινης διάνοιας. Η εκπαίδευση του Χείρωνα ήταν κατάλληλη, γιατί ήταν αποκλειστική -και παρεχόταν μόνο σε εκείνους που αποδεικνύονταν άξιοί της εξαιτίας των προγόνων τους. Ήταν επίσης κατάλληλη, γιατί ήταν αποτελεσματική. Τούτο το παρατήρησε ο Νικολό Μακιαβέλι περίπου δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, όταν είπε:
«Υπάρχουν δύο τρόποι να μάχεσαι, μέσω του νόμου και μέσω της δύναμης. Ο πρώτος τρόπος ταιριάζει στον άνθρωπο και ο δεύτερος στα θηρία. Αφού, όμως, ο πρώτος τρόπος είναι ανεπαρκής, πολύ συχνά γίνεται αναγκαίο να καταφύγει κανείς στον δεύτερο. Για αυτό ο πρίγκηπας χρειάζεται να γνωρίζει να χρησιμοποιεί και τους δύο τρόπους και τον ανθρώπινο και τον θηριώδη.
Οι συγγραφείς της αρχαιότητας δίδασκαν τούτο το μάθημα αλληγορικά, όταν αφηγούνταν πώς ο Αχιλλέας και πολλοί άλλοι αρχαίοι πρίγκηπες στέλνονταν για διδασκαλία στον Χείρωνα τον κένταυρο. Έχοντας για δάσκαλο ένα πλάσμα μισό ανθρώπινο και μισό θηρίο σημαίνει ότι μαθαίνει κανείς πώς να χρησιμοποιεί τη μία και την άλλη φύση, και ότι η μία δίχως την άλλη δεν μπορεί να διαρκέσει»[15].
Και, τελικά, ήταν κατάλληλη εξαιτίας του ανθεκτικού στο χρόνο συμβολισμό του Χείρωνα –η αξία της γνώσης για χάρη της γνώσης, ακόμα και αν μπορούσε να μεταδοθεί μόνο στους λιγοστούς που επέβαλε ο αριστοκρατικός χαρακτήρας της αρχαιοελληνικής κοινωνίας. Τούτος ο συμβολισμός φαίνεται με σαφήνεια στο θάνατο του Χείρωνα. Ο θάνατος του αθάνατου Χείρωνα προήλθε από τη σύγκρουση αυτών των δύο κόσμων του φυσικού και του πολιτισμένου, το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης μεταξύ του είδους του, των άλλων κενταύρων, και του τελευταίου μαθητή του, του Ηρακλή.
Κατά τη διάρκεια της μάχης, όταν πρόστρεξαν στην προστασία του οι άλλοι κένταυροι για να αποφύγουν την οργή του Ηρακλή, ο Χείρων χτυπήθηκε από ένα βέλος του μαθητή του, βέλος εμποτισμένο στο αίμα της Ύδρας. Κατά σύμπτωση το ίδιο αίμα θα προκαλέσει και το θάνατο του ίδιου του Ηρακλή μέχρι να ολοκληρωθεί ο κύκλος του αίματος στο πρόσωπο του Προμηθέα[16]. Ο Χείρων δεν μπορούσε να θεραπευτεί μόνος του από την αγωνία του δηλητήριου της ύδρας και την ίδια στιγμή ήταν ανίκανος να πεθάνει με φυσικό τρόπο, όντας αθάνατος. Ζήτησε από τον Δία να τον απαλλάξει από την αθανασία του, αλλά ακόμα και ο θάνατός του υπηρέτησε ένα σκοπό στην υπηρεσία της γνώσης.
Με το θάνατό του απελευθέρωσε ένα άλλο σύμβολο της γνώσης από τα δεσμά του -τον Προμηθέα, τον Τιτάνα που έδωσε στους ανθρώπους τη φωτιά. Ο Προμηθέας καταδικάστηκε σε αιώνια φυλάκιση και αιώνιο βασανιστήριο «έως ότου κάποιος θεός να γίνει διάδοχός του, να αναλάβει τους βασάνους του Προμηθέα και να κατέβει στον σκοτεινό Άδη και τις σκιές του Τάρταρου»[17]. Τούτη η ακολουθία γεγονότων ενδυνάμωσε τον συμβολικό τριπλό δεσμό του Ηρακλή προς τον Χείρωνα, του Χείρωνα προς τον Προμηθέα και τελικά του Προμηθέα προς τον Ηρακλή και το κλείσιμο του κύκλου.
Τούτος ο δεσμός απεικονίζει αρχικά την αγριότητα του ανθρώπου της φύσης, κατόπιν τη γέφυρα ανάμεσα στον άνθρωπο και τη γνώση της φύσης και τέλος την απελευθέρωση του ανθρώπου μέσω του συμβόλου της μελλοντικής γνώσης. Ο θάνατος του Χείρωνα απομάκρυνε την ανάγκη μιας εξωτερικής διαμεσότητας ανάμεσα στη φυσική και την πνευματική ύπαρξη. Από αυτό το σημείο και μετά τούτο τον ρόλο τον παίζει η ανθρώπινη ψυχή. Ακόμα και στο θάνατό του ο σοφός κένταυρος άφησε πίσω μια τεράστια κληρονομία για την ανθρωπότητα. Την κληρονομιά της αυτογνωσίας και των θυσιών που απαιτεί η επίτευξή της.
arxaia-ellinika
logioshermes
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Οι δηλώσεις να γίνουν πράξεις»
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Λύγισε» η Μπιλμπάο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ