2013-10-13 08:35:08
Απαξιώνονται καθημερινά τα ακίνητα όλης της χώρας, καθώς οι μεν πωλητές αδυνατούν να τα διαθέσουν, οι δε αγοραστές αδυνατούν να τα αποκτήσουν, παρά τη δραματική υποχώρηση των τιμών, κυρίως σε περιοχές του κέντρου. Την ίδια στιγμή, η πώληση σε τιμές κάτω της αντικειμενικής αξίας τείνει να γίνει καθεστώς στην αγορά, τάση η οποία θα συνεχιστεί όσο οι τιμές υποχωρούν και όσο οι αντικειμενικές παραμένουν στο επίπεδο του 2007.
Η μεγαλύτερη υποχώρηση καταγράφεται πάντως στις μεταχειρισμένες κατοικίες και ιδίως όσες έχουν κατασκευαστεί πριν από το 2000, όπως γράφει στην Καθημερινή ο Νίκος Ρουσάνογλου. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στο ότι οι πωλητές είναι ιδιώτες, οι οποίοι συχνά έχουν άμεση ανάγκη να διαθέσουν το ακίνητό τους, είτε λόγω χρεών προς τις τράπεζες, είτε γιατί αδυνατούν να ανταποκριθούν στην αυξημένη φορολογία. Από την άλλη πλευρά, οι μεσίτες διαπιστώνουν ότι ναι μεν υπάρχει αγοραστικό ενδιαφέρον, ιδίως από τη στιγμή που οι τιμές είναι τόσο χαμηλές, αλλά ελλείψει τραπεζικής χρηματοδότησης, ελάχιστοι διαθέτουν την απαιτούμενη ρευστότητα.
Ασφαλώς και στο παρελθόν, η ελληνική κτηματαγορά είχε κληθεί να λειτουργήσει χωρίς μεγάλη συμμετοχή του τραπεζικού κλάδου, που απέκτησε κυρίαρχο ρόλο μόνο κατά την τελευταία δεκαετία, με την είσοδο στο ευρώ και την πτώση των επιτοκίων. Ωστόσο, τα προηγούμενα χρόνια, οι αγοραστές είχαν τη δυνατότητα να συγκεντρώσουν το απαιτούμενο ποσό για την απόκτηση ακινήτου, είτε μέσω πώλησης άλλων περιουσιακών στοιχείων (π.χ. οικόπεδα, παλιότερο ακίνητο στο χωριό), είτε μέσω αποταμίευσης, καθώς λόγω υψηλού πληθωρισμού, τα επιτόκια των καταθετικών λογαριασμών ήταν ιδιαίτερα υψηλά. Σήμερα, αμφότεροι οι παράγοντες έχουν εκλείψει, με αποτέλεσμα οι αγοραπωλησίες να καταγράφουν το ένα αρνητικό μετά το άλλο.
Σύμφωνα με τον κ. Θ. Μητράκο, επικεφαλής του Τμήματος Ανάλυσης για την αγορά ακινήτων της Τράπεζας της Ελλάδος, ο αριθμός των συναλλαγών στην κτηματαγορά βρίσκεται σήμερα σε επίπεδο που κινείται μεταξύ του 10% - 20% του επιπέδου που βρισκόταν πριν από την κρίση.
Εν ολίγοις, η αγορά έχει απολέσει το 80% με 90% της δυναμικής της με βάση τις συναλλαγές. Ειδικότερα, από 215 χιλιάδες συναλλαγές που είχαν καταγραφεί το 2005 εκτιμάται ότι φέτος δεν θα γίνουν πάνω από 30.000 συναλλαγές κάθε είδους ακινήτου. Αναφορικά με τις επενδύσεις στην κτηματαγορά, αυτές βρίσκονται σήμερα στο 1/8 και φέτος δεν θα γίνουν πάνω από 1 δισ. ευρώ όταν το 2007 είχαν ξεπεράσει τα 7 δισ. ευρώ.
Απόρροια των παραπάνω είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών, χάθηκαν 230.000 θέσεις από τον κλάδο των κατασκευών. Δεδομένου ότι ο συνολικός αριθμός των ανέργων στη χώρα υπολογίζεται σε 1,5 εκατ., είναι προφανές ότι άνω του 15% αυτών έχουν προκύψει από την οικοδομή και τις κατασκευές, δείγμα του πλήγματος που έχει υποστεί ο κλάδος.
Σύμφωνα με την έρευνα που παρουσίασε ο κ. Μητράκος στο 8ο Business Forum που πραγματοποιήθηκε εντός της εβδομάδας από το περιοδικό RE+D, η συνολική πτώση των τιμών των κατοικιών σε πανελλαδικό επίπεδο αγγίζει το 30,3% κατά μέσο όρο, από την αρχή της κρίσης (τρίτο τρίμηνο του 2008), μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του 2013. Η μεγαλύτερη μείωση έχει σημειωθεί στη Θεσσαλονίκη με 38,8%, ενώ στην Αθήνα η μείωση των τιμών αγγίζει το 32,2%.
Σημειωτέον ότι η μέση τιμή στην περιοχή της Αθήνας διαμορφώθηκε σε 165.000 ευρώ, ή 1.865 ευρώ/τ.μ. Στον αντίποδα, σαφώς μικρότερη υποχώρηση καταγράφουν οι τιμές στις υπόλοιπες μεγάλες πόλεις της χώρας.
Συγκεκριμένα, στην Πάτρα η πτώση είναι της τάξεως του 22,4%, στη Λάρισα οι αξίες έχουν μειωθεί κατά 28,2% και στο Ηράκλειο κατά 21,9%.
Πάντως, στο σύνολο της χώρας, με βάση τις εκτιμήσεις των μεσιτικών γραφείων, η πτώση των τιμών των κατοικιών είναι ακόμα μεγαλύτερη και αγγίζει το 38,7%. Αντίστοιχα, οι μεσίτες εκτιμούν ότι η πτώση των τιμών στα εμπορικά ακίνητα αγγίζει το 46%, τα γραφεία καταγράφουν μείωση της τάξεως του 43,4% και οι αποθήκες / βιομηχανικά ακίνητα έχουν υποχωρήσει κατά 44,4%.
Αλλο ένα βασικό συμπέρασμα της έρευνας της ΤτΕ, είναι το γεγονός ότι σήμερα, ο μέσος χρόνος αναμονής για την πώληση μιας κατοικίας προσεγγίζει τους 10 μήνες. Αντίστοιχα, η μέση έκπτωση, δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στη ζητούμενη τιμή και την τιμή στην οποία εντέλει πραγματοποιείται μια συναλλαγή αγγίζει το 20%. Στην έρευνα επισημαίνεται επίσης ότι καθοριστικός παράγοντας για την πτώση της ζήτησης και τη μείωση των τιμών (πέραν της υπερπροσφοράς ακινήτων προς πώληση) είναι και η υπερβολική φορολόγηση των ακινήτων, όπως επίσης και η αστάθεια του φορολογικού καθεστώτος, το οποίο διαφοροποιείται σχεδόν σε ετήσια βάση, ανάλογα με τις ανάγκες του προϋπολογισμού.
Παρ’ όλα αυτά, δύσκολα προβλέπεται να διαφοροποιηθεί αισθητά η εικόνα από πλευράς φορολογίας, τουλάχιστον όσον αφορά τους υφιστάμενους ιδιοκτήτες, δεδομένου ότι το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2014, που γνωστοποιήθηκε εντός της εβδομάδας, προβλέπει έσοδα από τα ακίνητα της τάξεως των 3,8 δισ. ευρώ (βεβαιωμένα), από τα οποία το οικονομικό επιτελείο προσδοκά στην είσπραξη 2,9 δισ. ευρώ.
Τα έσοδα αυτά απορρέουν από τον νέο ενιαίο φόρο ακινήτων, ο οποίος θα αντικαταστήσει τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ) και το Εκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων (ΕΕΤΑ).
xespao
Η μεγαλύτερη υποχώρηση καταγράφεται πάντως στις μεταχειρισμένες κατοικίες και ιδίως όσες έχουν κατασκευαστεί πριν από το 2000, όπως γράφει στην Καθημερινή ο Νίκος Ρουσάνογλου. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στο ότι οι πωλητές είναι ιδιώτες, οι οποίοι συχνά έχουν άμεση ανάγκη να διαθέσουν το ακίνητό τους, είτε λόγω χρεών προς τις τράπεζες, είτε γιατί αδυνατούν να ανταποκριθούν στην αυξημένη φορολογία. Από την άλλη πλευρά, οι μεσίτες διαπιστώνουν ότι ναι μεν υπάρχει αγοραστικό ενδιαφέρον, ιδίως από τη στιγμή που οι τιμές είναι τόσο χαμηλές, αλλά ελλείψει τραπεζικής χρηματοδότησης, ελάχιστοι διαθέτουν την απαιτούμενη ρευστότητα.
Ασφαλώς και στο παρελθόν, η ελληνική κτηματαγορά είχε κληθεί να λειτουργήσει χωρίς μεγάλη συμμετοχή του τραπεζικού κλάδου, που απέκτησε κυρίαρχο ρόλο μόνο κατά την τελευταία δεκαετία, με την είσοδο στο ευρώ και την πτώση των επιτοκίων. Ωστόσο, τα προηγούμενα χρόνια, οι αγοραστές είχαν τη δυνατότητα να συγκεντρώσουν το απαιτούμενο ποσό για την απόκτηση ακινήτου, είτε μέσω πώλησης άλλων περιουσιακών στοιχείων (π.χ. οικόπεδα, παλιότερο ακίνητο στο χωριό), είτε μέσω αποταμίευσης, καθώς λόγω υψηλού πληθωρισμού, τα επιτόκια των καταθετικών λογαριασμών ήταν ιδιαίτερα υψηλά. Σήμερα, αμφότεροι οι παράγοντες έχουν εκλείψει, με αποτέλεσμα οι αγοραπωλησίες να καταγράφουν το ένα αρνητικό μετά το άλλο.
Σύμφωνα με τον κ. Θ. Μητράκο, επικεφαλής του Τμήματος Ανάλυσης για την αγορά ακινήτων της Τράπεζας της Ελλάδος, ο αριθμός των συναλλαγών στην κτηματαγορά βρίσκεται σήμερα σε επίπεδο που κινείται μεταξύ του 10% - 20% του επιπέδου που βρισκόταν πριν από την κρίση.
Εν ολίγοις, η αγορά έχει απολέσει το 80% με 90% της δυναμικής της με βάση τις συναλλαγές. Ειδικότερα, από 215 χιλιάδες συναλλαγές που είχαν καταγραφεί το 2005 εκτιμάται ότι φέτος δεν θα γίνουν πάνω από 30.000 συναλλαγές κάθε είδους ακινήτου. Αναφορικά με τις επενδύσεις στην κτηματαγορά, αυτές βρίσκονται σήμερα στο 1/8 και φέτος δεν θα γίνουν πάνω από 1 δισ. ευρώ όταν το 2007 είχαν ξεπεράσει τα 7 δισ. ευρώ.
Απόρροια των παραπάνω είναι το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών, χάθηκαν 230.000 θέσεις από τον κλάδο των κατασκευών. Δεδομένου ότι ο συνολικός αριθμός των ανέργων στη χώρα υπολογίζεται σε 1,5 εκατ., είναι προφανές ότι άνω του 15% αυτών έχουν προκύψει από την οικοδομή και τις κατασκευές, δείγμα του πλήγματος που έχει υποστεί ο κλάδος.
Σύμφωνα με την έρευνα που παρουσίασε ο κ. Μητράκος στο 8ο Business Forum που πραγματοποιήθηκε εντός της εβδομάδας από το περιοδικό RE+D, η συνολική πτώση των τιμών των κατοικιών σε πανελλαδικό επίπεδο αγγίζει το 30,3% κατά μέσο όρο, από την αρχή της κρίσης (τρίτο τρίμηνο του 2008), μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του 2013. Η μεγαλύτερη μείωση έχει σημειωθεί στη Θεσσαλονίκη με 38,8%, ενώ στην Αθήνα η μείωση των τιμών αγγίζει το 32,2%.
Σημειωτέον ότι η μέση τιμή στην περιοχή της Αθήνας διαμορφώθηκε σε 165.000 ευρώ, ή 1.865 ευρώ/τ.μ. Στον αντίποδα, σαφώς μικρότερη υποχώρηση καταγράφουν οι τιμές στις υπόλοιπες μεγάλες πόλεις της χώρας.
Συγκεκριμένα, στην Πάτρα η πτώση είναι της τάξεως του 22,4%, στη Λάρισα οι αξίες έχουν μειωθεί κατά 28,2% και στο Ηράκλειο κατά 21,9%.
Πάντως, στο σύνολο της χώρας, με βάση τις εκτιμήσεις των μεσιτικών γραφείων, η πτώση των τιμών των κατοικιών είναι ακόμα μεγαλύτερη και αγγίζει το 38,7%. Αντίστοιχα, οι μεσίτες εκτιμούν ότι η πτώση των τιμών στα εμπορικά ακίνητα αγγίζει το 46%, τα γραφεία καταγράφουν μείωση της τάξεως του 43,4% και οι αποθήκες / βιομηχανικά ακίνητα έχουν υποχωρήσει κατά 44,4%.
Αλλο ένα βασικό συμπέρασμα της έρευνας της ΤτΕ, είναι το γεγονός ότι σήμερα, ο μέσος χρόνος αναμονής για την πώληση μιας κατοικίας προσεγγίζει τους 10 μήνες. Αντίστοιχα, η μέση έκπτωση, δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στη ζητούμενη τιμή και την τιμή στην οποία εντέλει πραγματοποιείται μια συναλλαγή αγγίζει το 20%. Στην έρευνα επισημαίνεται επίσης ότι καθοριστικός παράγοντας για την πτώση της ζήτησης και τη μείωση των τιμών (πέραν της υπερπροσφοράς ακινήτων προς πώληση) είναι και η υπερβολική φορολόγηση των ακινήτων, όπως επίσης και η αστάθεια του φορολογικού καθεστώτος, το οποίο διαφοροποιείται σχεδόν σε ετήσια βάση, ανάλογα με τις ανάγκες του προϋπολογισμού.
Παρ’ όλα αυτά, δύσκολα προβλέπεται να διαφοροποιηθεί αισθητά η εικόνα από πλευράς φορολογίας, τουλάχιστον όσον αφορά τους υφιστάμενους ιδιοκτήτες, δεδομένου ότι το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2014, που γνωστοποιήθηκε εντός της εβδομάδας, προβλέπει έσοδα από τα ακίνητα της τάξεως των 3,8 δισ. ευρώ (βεβαιωμένα), από τα οποία το οικονομικό επιτελείο προσδοκά στην είσπραξη 2,9 δισ. ευρώ.
Τα έσοδα αυτά απορρέουν από τον νέο ενιαίο φόρο ακινήτων, ο οποίος θα αντικαταστήσει τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (ΦΑΠ) και το Εκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων (ΕΕΤΑ).
xespao
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η SAPPHIRE εντυπωσιάζει με τις νέες R280X κάρτες
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ