2012-04-11 14:32:33
Φωτογραφία για Το μοιραίο Γερμανικό λάθος
By Martin Wolf

Πόσο πολύ έχει προχωρήσει η ευρωζώνη στην επίλυση τηςκρίσης; Οι αισιόδοξοι θα απαντούσαν ότι η ευρωζώνη γλίτωσε από το έμφραγμα αλλάπως έχει ακόμη να χειριστεί μία δύσκολη διαδικασία ανάρρωσης, όπουπάντα υπάρχει ο κίνδυνος νέων καρδιακών ανακοπών. 

 Πρέπει επίσης να υιοθετήσει ένα καθεστώς που θα μπορεί να την προστατεύσει απόμελλοντικές κρίσεις. Και αυτό το θέμα δεν έχει τελειώσει. Η ευρωζώνη όμως, έχεικερδίσει χρόνο. Το μεγάλο ερώτημα είναι πως θα τον εκμεταλλευτεί. 

Ένα κρίσιμο σημείο ωστόσο, είναι να συμφωνήσουν όλες οι πλευρές στα αίτια τηςασθένειας. Σε αυτό το επίπεδο επιτυγχάνεται πρόοδος τουλάχιστον στους κόλπουςτων οικονομολόγων. Είναι πλέον ευρέως αποδεκτό ότι τοισοζύγιο πληρωμών είναι ουσιώδες για να ερμηνευθεί η τρέχουσα κρίση.Πράγματι, το ισοζύγιο πληρωμών μπορεί να είναι πολύ πιο σημαντικό για τα μέλητης ευρωζώνης, από ότι για άλλες χώρες που δεν συνδέονται με κάποια μορφήσυναλλαγματικής ένωσης. 


Ο Hans Werner Sinn, τουινστιτούτου Ifo,εξηγεί σε ειδική έκθεση ότι «η νομισματική ένωση της Ευρώπης αντιμετωπίζεισοβαρή κρίση στο εσωτερικό ισοζύγιο πληρωμών που είναι κατά πολλούς τρόπους παρόμοιαμε την κρίση του συστήματος Bretton Woods». 

Τον Μάρτιο, ο ευρωπαϊκό think tank, Bruegel,εξέδωσε παρόμοια έκθεση με τίτλο «Ξαφνικά Εμπόδια στην Ευρωζώνη». Τότε, στατέλη Μαρτίου, ο πρόεδρος της Bundesbank, Jens Weidmann,αναφέρθηκε στο επίμαχο θέμα με ομιλία του στο Λονδίνο για την «Εξισορρόπηση τηςΕυρώπης».

Στα χρόνια της ευφορίας προ τηςχρηματοοικονομικής κρίσης, τα κεφάλαια μετακινούνταν απρόσκοπτα. Ελλάδα,Πορτογαλία και Ισπανία κατέγραφαν ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγώντης τάξεως του 10% του ΑΕΠ. Τα ελλείμματα αυτά, χρηματοδότησαν τιςπλεονάζουσες δαπάνες στον ιδιωτικό τομέα, τον δημόσιο τομέα ή και στους δύο. Ηπερίοδος ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης επίσης δημιούργησεμεγάλες ζημίες στην εξωτερική ανταγωνιστικότητα. 

Ακολούθησαν τα «Ξαφνικά Εμπόδια» στις εισροές κεφαλαίων. Όπως σημειώνεικαι η έκθεση του Bruegel, αυτάτα εμπόδια δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας κρίσης του 2008(επηρεάζοντας την Ελλάδα και την Ιρλανδία), την άνοιξη του 2010 (επηρεάζονταςτην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία) και τελικά, το δεύτερο εξάμηνο του2011 (επηρεάζοντας την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία). 

Σε ορισμένες περιπτώσεις, όσα συνέβησαν ξεπέρασαν την απλή διακοπή των κεφαλαιακώνεισροών. Στην Ιρλανδία επί παραδείγματι, καταγράφηκε σημαντικήφυγή κεφαλαίων. Σαφέστατα, όταν σταματά η εισροή κεφαλαίωνστον ιδιωτικό τομέα, καταρρέει η οικονομία και η δημοσιονομική θέσηεπιδεινώνεται ταχύτατα. 

Η ευρωζώνη δεν ήταν προετοιμασμένη για τέτοιου είδους παρεμπόδιση στηδιασυνοριακή χρηματοδότηση. Θεωρούσε ότι αυτό το ενδεχόμενο ήταν απίθανο. Απότην στιγμή όμως, που ο φόβος επαληθεύθηκε, η ευρωζώνη είχε δύο επιλογές: ή ναεπιβάλει έξωθεν προσαρμογή των χωρών που αποκλείστηκαν από τις αγορές ή να τιςχρηματοδοτήσει μέσω των επίσημων θεσμών της. Επιλέχθηκε η δεύτερη επιλογή, μεβασική πηγή χρηματοδότησης την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα η οποία έπαιξε τονρόλο του ύστατου δανειστή στις τράπεζες. 

Με άλλα λόγια, η ΕΚΤμετατράπηκε στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. 

Τι μένει λοιπόν να γίνει; Ο κ. Weidman περιγράφει αυτό που θεωρείται «τυπικήγερμανική θέση». Στηρίζεταιστην αρχή ότι «οι ελλειμματικές χώρες πρέπει να προσαρμοστούν. Πρέπει νααντιμετωπίσουν τα διαρθρωτικά τους προβλήματα. Πρέπει να μειώσουν την εγχώριαζήτησή τους. Πρέπει να γίνουν πιο ανταγωνιστικές και να αυξήσουν τις εξαγωγέςτους». 

Σε αυτό το πλαίσιο, ποιος είναι ο ρόλος των πλεονασματικών χωρών; Ως προς αυτό,ο κ. Weidman είναισαφής: «Ορισμένοι θεωρούν ότι η εξισορρόπηση μπορεί να συμβεί με συνάντηση όλωντων πλευρών στα μέσα της διαδρομής, καθιστώντας δηλαδή τις πλεονασματικές χώρεςόπως η Γερμανία, λιγότερο ανταγωνιστικές. Η πρόταση αυτή συνεπάγεται ότι ηδιαδικασία προσαρμογής θα κατανεμηθεί μεταξύ των ελλειμματικών και τωνπλεονασματικών χωρών. Πρέπει όμως, να αναρωτηθούμε: που θα μαςοδηγήσει αυτή η διαδικασία; Πώς μπορεί να πετύχει η Ευρώπη… εάν παραδώσουμε τηνανταγωνιστικότητα που κερδίσαμε με μεγάλο αγώνα; Για να πετύχουμε, η Ευρώπη πρέπειστο σύνολό της να γίνει πιο δυναμική, πιο εφευρετική και πιο παραγωγική». 

Τέτοιου τύπου σχόλια όμως, συγχέουν την παραγωγικότητα με τηνανταγωνιστικότητα. Οι διαφορές όμως, είναι ευδιάκριτες. Ηαμερικανική οικονομία, επί παραδείγματι, είναι πιο παραγωγική, αλλά λιγότεροανταγωνιστική από την κινεζική οικονομία. Η εξωτερική ανταγωνιστικότητα είναισχετική. Επιπλέον, η προσαρμογή θα έπρεπε να κατανεμηθεί και σε παγκόσμιοεπίπεδο. Ο κ. Weidman τογνωρίζει αυτό. Όπως αναφέρει: «βεβαίως, οι πλεονασματικές χώρες θα επηρεαστούντελικά από τη διαδικασία προσαρμογής των ελλειμματικών χωρών». Το ερώτημα είναιμε ποιον μηχανισμό θα επηρεαστούν; 

Η εξωτερική ανταγωνιστικότητα της ευρωζώνης εξαρτάται από τη συναλλαγματικήισοτιμία. Παρόλα αυτά, η συναλλαγματική ισοτιμία δεν αποτελεί μεταβλητή πουμπορεί να χρησιμοποιήσει η πολιτική. Τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης μπορούν ναβελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους μόνο μεταξύ τους. Αυτόακριβώς έκανε η Γερμανία κατά την δεκαετία του 2000. Αυτό τώρα πρέπει ναανατραπεί. 

Δύο εξαιρετικές εκθέσεις της Goldman Sachs,δίνουν κάποια εικόνα ως προς το τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Καταλήγει ότι γιανα επιτευχθεί μία βιώσιμη εξωτερική θέση, η Πορτογαλία χρειάζεται πραγματική υποτίμησητης συναλλαγματικής της ισοτιμίας κατά 35%, η Ελλάδα 30%, η Ισπανία 20% και ηΙταλία 10% - 15%, ενώ η Ιρλανδία θεωρείται πλέονανταγωνιστική. 

Τέτοιου τύπου προσαρμογή συνεπάγεται αντισταθμιστική ανατίμηση στις χώρες τουευρωπαϊκού πυρήνα. Επιπλέον, με τον μέσο πληθωρισμό της ευρωζώνης στο 2% και –ας πούμε- μηδενικό πληθωρισμό στις μη ανταγωνιστικές χώρες της ευρωζώνης, ηδιαδικασία προσαρμογής μπορεί να οδηγήσει την Πορτογαλία και την Ελλάδα 15χρόνια πίσω, την Ισπανία 10 χρόνια και την Ιταλία 5 με 10 χρόνιαπίσω. Επιπλέον, αυτό συνεπάγεται ετήσιο πληθωρισμό στο 4% για τα υπόλοιπα μέλητης ευρωζώνης. 

Αλήθεια, μπορεί να γίνει τέτοιου βαθμού εσωτερική προσαρμογή με φυσικό τρόπο;Ναι θα μπορούσε. Προς το παρόν, η ΕΚΤ ακολουθεί επεκτατική πολιτική. Παράλληλα,οι γερμανικές τράπεζες αδιαμφισβήτητα θέλουν να ανοίξουν την στρόφιγγα τηςχρηματοδότησης στο εσωτερικό της χώρας. Η σημαντική ενίσχυση της πίστωσης στηΓερμανία θα βοηθούσε πολύ.

Εάν όμως, δεν συμβεί κάτι τέτοιο; Τότε, η αποδυναμωμένη από τη λιτότηταευρωζώνη θα οδηγηθεί σε μία μακρά περίοδο αδύναμης ζήτησης. Μπορεί κατάσυνέπεια, να δημιουργηθεί μία μεγάλη στροφή στις καθαρές εξαγωγές. Ο υπόλοιποςκόσμος όμως, θα θεωρήσει πως η ευρωζώνη στρέφεται σε εξαγωγική πολιτική ειςβάρος των ανταγωνιστών της. Θα είναι αδύνατον να αποδεχθεί αυτή τηνστροφή εν μέσω αυτού του δύσκολου οικονομικού κλίματος. 

Σκεφτείτε ότι η ευρωζώνη θα ακολουθεί αυτή την εξαγωγική πολιτική, ενώπαράλληλα, θα ζητά από τρίτες χώρες να στηρίξουν τις οικονομίες της ευρωζώνηςπου βρίσκονται στη δίνη της κρίσης δίνοντας επιπλέον πόρους στο Διεθνές ΝομισματικόΤαμείο. Είναι σαφές ότι οι άλλες χώρες θα πρέπει απλούστατα νααρνηθούν. 

Τα καλά νέα είναι η συμφωνία που αναδύεται ως προς τον ρόλο του ισοζυγίουπληρωμών στην δημιουργία της κρίσης. Τα κακά νέα είναι πως η ευρωζώνη δεν έχει ακόμησυμφωνήσει ότι η ανταγωνιστικότητα είναι αναγκαστικά σχετικός όρος. Όταν τοκάνει και αυτό, τότε ο δρόμος προς την ανάρρωση θα είναι δύσκολος μεν, αλλάτουλάχιστον ξεκάθαρος. ΠΗΓΗ: FT.com

Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
Πώς να μετρηθεί το θράσος;
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πώς να μετρηθεί το θράσος;
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ