2013-10-26 19:26:44
Romowie, foto: (fot. sxc.hu)
Για τους συναδέλφους του στην Ευελπίδων είναι ο «Τσιγγάνος δικηγόρος». Για τους δικούς του, στον καταυλισμό της Αγίας Βαρβάρας, είναι «αυτός που πήγε με τους άλλους». Ο Λευτέρης Κωνσταντινίδης έπλευσε κόντρα στο ρεύμα και βγήκε, σε αντίθεση με τους περισσότερους, από τη ρουφήχτρα του καταυλισμού.
Ηταν 20 ετών όταν ανακοίνωσε στους γονείς του ότι θα γραφτεί σε νυχτερινό σχολείο με σκοπό να γίνει δικηγόρος. «Η μητέρα μου είχε ενστάσεις», λέει ο ίδιος. Ηξερε από τότε ότι η διαδρομή που επέλεξε ήταν «δύσκολη και μοναχική. Εμάς που ξεφεύγουμε, μας τρώει η μοναξιά». Επειτα από λίγα χρόνια πέρασε το κατώφλι της φοιτητικής εστίας της Νομικής στην Κομοτηνή.
Σήμερα, στα 30 του, ασκούμενος δικηγόρος πια, ισχυρίζεται ότι «τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο». Το «δικηγόρος» από μόνο του βέβαια δεν συνεπάγεται καμία τρομερή καταξίωση στην κοινότητα Ρομά. «"Και πόσα λεφτά βγάζεις; Παντρεύτηκες; Τι υποθέσεις έχεις; Σε ξέρουν;" Αυτά όλα μετράνε», λέει ο ίδιος.
Ως γνήσιος Τσιγγάνος, ο Λευτέρης μπήκε από νωρίς στη βιοπάλη. «Στα 10 μου ο πατέρας μου με έβαλε στη δουλειά. Μικροπωλητής». Στον καταυλισμό τον χρησιμοποιούν ως θετικό παράδειγμα. Αναφέρεται στην πυραμίδα του Μάσλοου και στην ιεράρχηση των ανθρώπινων αναγκών. «Στον τομέα της υγείας, της εκπαίδευσης, της στέγασης και της εργασιακής απασχόλησης πρέπει να γίνουν έργα». Παρομοιάζει τους Τσιγγάνους στην Ελλάδα με τους σεισμόπληκτους. «Είμαστε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Οταν πηγαίνουμε σε καταυλισμούς και βλέπουμε παιδιά δαγκωμένα από ποντίκια, μπορούμε να μιλάμε για πρόσβαση στην εκπαίδευση; Η κοινωνία είναι σπρίντερ και ο Τσιγγάνος ακόμα δεν έχει ξεκινήσει να μπουσουλάει».
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=394464
Για τους συναδέλφους του στην Ευελπίδων είναι ο «Τσιγγάνος δικηγόρος». Για τους δικούς του, στον καταυλισμό της Αγίας Βαρβάρας, είναι «αυτός που πήγε με τους άλλους». Ο Λευτέρης Κωνσταντινίδης έπλευσε κόντρα στο ρεύμα και βγήκε, σε αντίθεση με τους περισσότερους, από τη ρουφήχτρα του καταυλισμού.
Ηταν 20 ετών όταν ανακοίνωσε στους γονείς του ότι θα γραφτεί σε νυχτερινό σχολείο με σκοπό να γίνει δικηγόρος. «Η μητέρα μου είχε ενστάσεις», λέει ο ίδιος. Ηξερε από τότε ότι η διαδρομή που επέλεξε ήταν «δύσκολη και μοναχική. Εμάς που ξεφεύγουμε, μας τρώει η μοναξιά». Επειτα από λίγα χρόνια πέρασε το κατώφλι της φοιτητικής εστίας της Νομικής στην Κομοτηνή.
Σήμερα, στα 30 του, ασκούμενος δικηγόρος πια, ισχυρίζεται ότι «τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο». Το «δικηγόρος» από μόνο του βέβαια δεν συνεπάγεται καμία τρομερή καταξίωση στην κοινότητα Ρομά. «"Και πόσα λεφτά βγάζεις; Παντρεύτηκες; Τι υποθέσεις έχεις; Σε ξέρουν;" Αυτά όλα μετράνε», λέει ο ίδιος.
Ως γνήσιος Τσιγγάνος, ο Λευτέρης μπήκε από νωρίς στη βιοπάλη. «Στα 10 μου ο πατέρας μου με έβαλε στη δουλειά. Μικροπωλητής». Στον καταυλισμό τον χρησιμοποιούν ως θετικό παράδειγμα. Αναφέρεται στην πυραμίδα του Μάσλοου και στην ιεράρχηση των ανθρώπινων αναγκών. «Στον τομέα της υγείας, της εκπαίδευσης, της στέγασης και της εργασιακής απασχόλησης πρέπει να γίνουν έργα». Παρομοιάζει τους Τσιγγάνους στην Ελλάδα με τους σεισμόπληκτους. «Είμαστε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Οταν πηγαίνουμε σε καταυλισμούς και βλέπουμε παιδιά δαγκωμένα από ποντίκια, μπορούμε να μιλάμε για πρόσβαση στην εκπαίδευση; Η κοινωνία είναι σπρίντερ και ο Τσιγγάνος ακόμα δεν έχει ξεκινήσει να μπουσουλάει».
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=394464
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μετ’ αποδοχών η απεργία των διοικητικών στα ΑΕΙ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ισόβια σε Βρετανό ακροδεξιό
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ