2013-11-03 17:30:02
Γράφει ο Αχιλλέας Τζορμακλιώτης
Ούτε ενάμισι μήνας δε πρόλαβε καλά καλά να περάσει και μία ακόμη δολοφονία - αυτή τη φορά στο Ηράκλειο – ήρθε να προστεθεί σε αυτή του Παύλου Φύσσα. Μάλιστα, πολλοί συνδέουν τα δύο αυτά γεγονότα, παρουσιάζοντας ουσιαστικά το περιστατικό του Ηρακλείου ως «απάντηση» σε εκείνο του Κερατσινίου. Δηλαδή, στη μία χρυσαυγίτες σκότωσαν (κατά κάποιους) αναρχικό και στην άλλη αναρχικοί δολοφόνησαν χρυσαυγίτες.
Ωραία. Ας υποθέσουμε ότι τα πράγματα έχουν κάπως έτσι, που οδηγούμαστε; Προφανώς, κάποιοι θα τάσσονται υπέρ των δολοφόνων από το Κερατσίνι και κάποιοι υπέρ αυτών του Ηρακλείου. Ορισμένοι, σίγουρα, θα προσπαθούν να βρουν το δίκιο τους κρυβόμενοι πίσω από αυτά τα περιστατικά. Στη Βουλή θα συνεχίσουν απτόητοι να τσακώνονται οι μεν με τους δε και τέλος, ίσως – ποιος ξέρει – δοθούν και άλλες παρόμοιες «απαντήσεις». Κάτι που φυσικά απευχόμαστε (ελπίζω) όλοι.
Και συνεχίζω με τις ερωτήσεις μου. Καταλήγουμε κάπου; Όχι. Αυτήν την απαντώ μόνος μου. Το δύστυχο σε αυτή τη χώρα είναι ότι ποτέ δε φτάνουμε από τη μία άκρη του νήματος στην άλλη, γιατί πάντοτε κάπου στη μέση χάνουμε τη… μπάλα. Τρεις άνθρωποι πεθάνανε και ένας δίνει την «μάχη» του στο νοσοκομείο. Μαζί με αυτούς, πολλοί ακόμα (γονείς, συγγενής, φίλοι) πεθαίνουν κάθε μέρα ζώντας με την απώλειά τους. Η ωμή βία ζει, δρα και αναπνέει σε κάθε κεντρικό δρόμο της πρωτεύουσας και όχι μόνο. Τόσα εκατομμύρια πολίτες αναγκάζονται να ζούνε με το φόβο και να κλαίνε συνεχώς νέους ανθρώπους.
Και όλα αυτά παραβλέπονται. Όλο το σύστημα λειτουργεί συντηρώντας έναν εμφύλιο πόλεμο, γιατί, ενδεχομένως, αυτό βολεύει. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι όλοι από τη δική μας πλευρά το συντηρούμε. Ψάχνουμε να βρούμε το θύτη και το θύμα ή καλύτερα τους θύτες και τα θύματα. Λες και τα πραγματικά θύματα δεν είμαστε εμείς που καθόμαστε αποσβολωμένοι να παρακολουθούμε κάθε διεφθαρμένο υπάνθρωπο να προσπαθεί να βρει το δίκιο του.
Όσο, λοιπόν, συνεχίζουμε να προσπαθούμε να λύσουμε διλλήματα του τύπου δεξιά ή αριστερά (πιάνοντας όλο το φάσμα, με το κέντρο μαζί), Κερατσίνι ή Ηράκλειο, τόσο θα συνεχίζουμε να αποτελούμε μαριονέτες του εμφυλίου τον οποίο δημιούργησαν και συντηρούνε. Δε χρειάζονται απαντήσεις, οι απαντήσεις είναι τα ονόματα: Παύλος Φύσσας, Γιώργος Φουντούλης και Μανώλης Καπελώνης. Όλα τα άλλα, είναι να’ χαμε να λέγαμε.
Αφού είναι ώρες που σκέφτομαι πως ο Καζαντζάκης θα’ ναι πολύ ευτυχισμένος. «Αυτό που θέλω να αφήσω πίσω μου, όταν πεθάνω, είναι ένα καμένο κάστρο. Τίποτε άλλο» συνήθιζε να λέει. Τώρα δε ξέρω αν με τη παρομοίωση του κάστρου εννοούσε την Ελλάδα, αλλά αν εννοούσε αυτή τα λόγια του πραγματοποιήθηκαν. Πιο «καμένο» από αυτή, δεν υπάρχει άλλο κάστρο.
logioshermes
Ούτε ενάμισι μήνας δε πρόλαβε καλά καλά να περάσει και μία ακόμη δολοφονία - αυτή τη φορά στο Ηράκλειο – ήρθε να προστεθεί σε αυτή του Παύλου Φύσσα. Μάλιστα, πολλοί συνδέουν τα δύο αυτά γεγονότα, παρουσιάζοντας ουσιαστικά το περιστατικό του Ηρακλείου ως «απάντηση» σε εκείνο του Κερατσινίου. Δηλαδή, στη μία χρυσαυγίτες σκότωσαν (κατά κάποιους) αναρχικό και στην άλλη αναρχικοί δολοφόνησαν χρυσαυγίτες.
Ωραία. Ας υποθέσουμε ότι τα πράγματα έχουν κάπως έτσι, που οδηγούμαστε; Προφανώς, κάποιοι θα τάσσονται υπέρ των δολοφόνων από το Κερατσίνι και κάποιοι υπέρ αυτών του Ηρακλείου. Ορισμένοι, σίγουρα, θα προσπαθούν να βρουν το δίκιο τους κρυβόμενοι πίσω από αυτά τα περιστατικά. Στη Βουλή θα συνεχίσουν απτόητοι να τσακώνονται οι μεν με τους δε και τέλος, ίσως – ποιος ξέρει – δοθούν και άλλες παρόμοιες «απαντήσεις». Κάτι που φυσικά απευχόμαστε (ελπίζω) όλοι.
Και συνεχίζω με τις ερωτήσεις μου. Καταλήγουμε κάπου; Όχι. Αυτήν την απαντώ μόνος μου. Το δύστυχο σε αυτή τη χώρα είναι ότι ποτέ δε φτάνουμε από τη μία άκρη του νήματος στην άλλη, γιατί πάντοτε κάπου στη μέση χάνουμε τη… μπάλα. Τρεις άνθρωποι πεθάνανε και ένας δίνει την «μάχη» του στο νοσοκομείο. Μαζί με αυτούς, πολλοί ακόμα (γονείς, συγγενής, φίλοι) πεθαίνουν κάθε μέρα ζώντας με την απώλειά τους. Η ωμή βία ζει, δρα και αναπνέει σε κάθε κεντρικό δρόμο της πρωτεύουσας και όχι μόνο. Τόσα εκατομμύρια πολίτες αναγκάζονται να ζούνε με το φόβο και να κλαίνε συνεχώς νέους ανθρώπους.
Και όλα αυτά παραβλέπονται. Όλο το σύστημα λειτουργεί συντηρώντας έναν εμφύλιο πόλεμο, γιατί, ενδεχομένως, αυτό βολεύει. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι όλοι από τη δική μας πλευρά το συντηρούμε. Ψάχνουμε να βρούμε το θύτη και το θύμα ή καλύτερα τους θύτες και τα θύματα. Λες και τα πραγματικά θύματα δεν είμαστε εμείς που καθόμαστε αποσβολωμένοι να παρακολουθούμε κάθε διεφθαρμένο υπάνθρωπο να προσπαθεί να βρει το δίκιο του.
Όσο, λοιπόν, συνεχίζουμε να προσπαθούμε να λύσουμε διλλήματα του τύπου δεξιά ή αριστερά (πιάνοντας όλο το φάσμα, με το κέντρο μαζί), Κερατσίνι ή Ηράκλειο, τόσο θα συνεχίζουμε να αποτελούμε μαριονέτες του εμφυλίου τον οποίο δημιούργησαν και συντηρούνε. Δε χρειάζονται απαντήσεις, οι απαντήσεις είναι τα ονόματα: Παύλος Φύσσας, Γιώργος Φουντούλης και Μανώλης Καπελώνης. Όλα τα άλλα, είναι να’ χαμε να λέγαμε.
Αφού είναι ώρες που σκέφτομαι πως ο Καζαντζάκης θα’ ναι πολύ ευτυχισμένος. «Αυτό που θέλω να αφήσω πίσω μου, όταν πεθάνω, είναι ένα καμένο κάστρο. Τίποτε άλλο» συνήθιζε να λέει. Τώρα δε ξέρω αν με τη παρομοίωση του κάστρου εννοούσε την Ελλάδα, αλλά αν εννοούσε αυτή τα λόγια του πραγματοποιήθηκαν. Πιο «καμένο» από αυτή, δεν υπάρχει άλλο κάστρο.
logioshermes
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ανατροπή και νίκη για την Καλλονή
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Θερμό και ξηρό χειμώνα προβλέπει το Accuweather
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ