2013-11-18 23:18:06
Οι μειώσεις του παρεμβατικού επιτοκίου της ΕΚΤ εξαρτώνται από την περαιτέρω υποχώρηση του πληθωρισμού και την περαιτέρω ενίσχυση του νομίσματος, είναι το βασικό συμπέρασμα μελέτης της Τράπεζας Πειραιώς στην οποία εξετάζει το κατά πόσο οι Κεντρικές Τράπεζες των χωρών της ΝΑ Ευρώπης ακολουθούν κάποιο κανόνα για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής και ποιες είναι οι μεταβλητές που επηρεάζουν την άσκησή της.
Η Τρ. Πειραιώς σημειώνει ότι από το ξέσπασμα της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και στη συνέχεια της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη οι κυβερνήσεις στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης συνειδητοποίησαν ότι η επιτακτική ανάγκη της μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος στερούσε σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα της τόνωσης της οικονομίας μέσω της αύξησης της δημόσιας δαπάνης και κατ’ επέκταση της άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής.
Όμως, η υποχώρηση των πληθωριστικών πιέσεων που προέκυψε ως απόρροια της υποχώρησης της εγχώριας και εξωτερικής οικονομικής δραστηριότητας έδωσε τη δυνατότητα στην άσκηση της νομισματικής πολιτικής να χρησιμοποιηθεί ως σημαντικό εργαλείο για τη τόνωση της οικονομίας.
Στο πλαίσιο της διερεύνησης του κατά πόσο οι Κεντρικές Τράπεζες των χωρών της ΝΑ Ευρώπης ακολουθούν κάποιο κανόνα για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής και ποιες είναι οι μεταβλητές που επηρεάζουν την άσκησή της, η Πειραιώς χρησιμοποεί ως θεωρητικό υπόβαθρο τον Κανόνα του Taylor, σύμφωνα με τον οποίον το πραγματικό επιτόκιο συνάδει με τη μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη της οικονομίας υπό την προϋπόθεση της διατήρησης τόσο της οικονομικής δραστηριότητας όσο και των τιμών πλησίον της ισορροπίας τους. Πιο αναλυτικά, στην περίπτωση θετικής απόκλισης από την ισορροπία, η Κεντρική Τράπεζα πρέπει να αυξήσει το παρεμβατικό επιτόκιο (δηλαδή στρέφεται προς την υιοθέτηση περιοριστικής νομισματικής πολιτικής) για την αποτροπή της «υπερθέρμανσης» της οικονομίας. Αντίθετα, στην περίπτωση αρνητικής απόκλισης από την ισορροπία, η Κεντρική Τράπεζα πρέπει να μειώσει το παρεμβατικό επιτόκιο (δηλαδή στρέφεται προς την υιοθέτηση χαλαρής νομισματικής πολιτικής) για την αποτροπή της έντονης ύφεσης.
Η εμπειρική εργασία έχει καταδείξει ότι ο Κανόνας του Taylor μπορεί να ερμηνεύσει σε σημαντικό βαθμό τις αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών των ανεπτυγμένων οικονομιών. Όμως, στην περίπτωση των αναδυόμενων – αναπτυσσόμενων οικονομιών, οι Κεντρικές Τράπεζες πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη μεγαλύτερο σύνολο μεταβλητών (σε σχέση με το κλασικό δίπολο του πληθωρισμού και της ανάπτυξης) για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της διερεύνησής της Τράπεζας Πειραιώς οι Κεντρικές Τράπεζες της Ρουμανίας, της Σερβίας και της Ουκρανίας λαμβάνουν υπόψη μεταβλητές που αντιπροσωπεύουν την σταθερότητα του νομίσματος, της αβεβαιότητας που επικρατεί και της νομισματικής πολιτικής της EKT. Τα υποδείγματα στα οποία καταλήγει συμφωνούν σε ικανοποιητικό βαθμό με τη νομισματική πολιτική που ακολουθούν οι συγκεκριμένες Κεντρικές Τράπεζες. Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι μειώσεις του παρεμβατικού επιτοκίου εξαρτώνται από την περαιτέρω υποχώρηση του πληθωρισμού και την περαιτέρω ενίσχυση του νομίσματος.
capital.gr
Η Τρ. Πειραιώς σημειώνει ότι από το ξέσπασμα της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και στη συνέχεια της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη οι κυβερνήσεις στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης συνειδητοποίησαν ότι η επιτακτική ανάγκη της μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος στερούσε σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα της τόνωσης της οικονομίας μέσω της αύξησης της δημόσιας δαπάνης και κατ’ επέκταση της άσκησης της δημοσιονομικής πολιτικής.
Όμως, η υποχώρηση των πληθωριστικών πιέσεων που προέκυψε ως απόρροια της υποχώρησης της εγχώριας και εξωτερικής οικονομικής δραστηριότητας έδωσε τη δυνατότητα στην άσκηση της νομισματικής πολιτικής να χρησιμοποιηθεί ως σημαντικό εργαλείο για τη τόνωση της οικονομίας.
Στο πλαίσιο της διερεύνησης του κατά πόσο οι Κεντρικές Τράπεζες των χωρών της ΝΑ Ευρώπης ακολουθούν κάποιο κανόνα για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής και ποιες είναι οι μεταβλητές που επηρεάζουν την άσκησή της, η Πειραιώς χρησιμοποεί ως θεωρητικό υπόβαθρο τον Κανόνα του Taylor, σύμφωνα με τον οποίον το πραγματικό επιτόκιο συνάδει με τη μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη της οικονομίας υπό την προϋπόθεση της διατήρησης τόσο της οικονομικής δραστηριότητας όσο και των τιμών πλησίον της ισορροπίας τους. Πιο αναλυτικά, στην περίπτωση θετικής απόκλισης από την ισορροπία, η Κεντρική Τράπεζα πρέπει να αυξήσει το παρεμβατικό επιτόκιο (δηλαδή στρέφεται προς την υιοθέτηση περιοριστικής νομισματικής πολιτικής) για την αποτροπή της «υπερθέρμανσης» της οικονομίας. Αντίθετα, στην περίπτωση αρνητικής απόκλισης από την ισορροπία, η Κεντρική Τράπεζα πρέπει να μειώσει το παρεμβατικό επιτόκιο (δηλαδή στρέφεται προς την υιοθέτηση χαλαρής νομισματικής πολιτικής) για την αποτροπή της έντονης ύφεσης.
Η εμπειρική εργασία έχει καταδείξει ότι ο Κανόνας του Taylor μπορεί να ερμηνεύσει σε σημαντικό βαθμό τις αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών των ανεπτυγμένων οικονομιών. Όμως, στην περίπτωση των αναδυόμενων – αναπτυσσόμενων οικονομιών, οι Κεντρικές Τράπεζες πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη μεγαλύτερο σύνολο μεταβλητών (σε σχέση με το κλασικό δίπολο του πληθωρισμού και της ανάπτυξης) για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της διερεύνησής της Τράπεζας Πειραιώς οι Κεντρικές Τράπεζες της Ρουμανίας, της Σερβίας και της Ουκρανίας λαμβάνουν υπόψη μεταβλητές που αντιπροσωπεύουν την σταθερότητα του νομίσματος, της αβεβαιότητας που επικρατεί και της νομισματικής πολιτικής της EKT. Τα υποδείγματα στα οποία καταλήγει συμφωνούν σε ικανοποιητικό βαθμό με τη νομισματική πολιτική που ακολουθούν οι συγκεκριμένες Κεντρικές Τράπεζες. Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι μειώσεις του παρεμβατικού επιτοκίου εξαρτώνται από την περαιτέρω υποχώρηση του πληθωρισμού και την περαιτέρω ενίσχυση του νομίσματος.
capital.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οι 7 τροφές που απογειώνουν τη λίμπιντο!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ