2013-11-22 00:16:08
Σαν σήμερα, το 1882, άφησε την τελευταία του πνοή ο Ρώσος θεωρητικός της επανάστασης, Σεργκέι Νετσάγιεφ, ίσως ο σημαντικότερος εκφραστής του ρεύματος του μηδενισμού.
Το λεγόμενο κίνημα του Νιχιλισμού αναπτύχθηκε στη Ρωσία της δεκαετίας του 1860, λόγω των τραγικών κοινωνικών συνθηκών που μάστιζαν τον ρωσικό λαό και δημιουργούσαν ένα διάχυτο κλίμα απελπισίας.
Στις συνθήκες αυτές μεγαλώνει και ο νεαρός Σεργκέι Γκενάντιεβιτς Νετσάγιεφ, που γεννιέται το 1847 από φτωχούς γονείς στη μικρή εργατική πόλη Ιβάνοβο. Από μικρός βιώνει τις κοινωνικές ανισότητες και την καταπίεση της ρωσικής κοινωνίας που θα διαμορφώσουν την ακραία πολιτική του αντίληψη και το φανατικό του μίσος για το τσαρικό καθεστώς.
Σε ηλικία 18 ετών φεύγει για την Αγ. Πετρούπολη, όπου διδάσκει σε σχολείο, ως αυτοδίδακτος δάσκαλος, ενώ παράλληλα παρακολουθεί διαλέξεις στο τοπικό πανεπιστήμιο και έρχεται σε επαφή με ριζοσπαστικές οργανώσεις και κείμενα, όπως αυτά των «Δεκεμβριστών», του «Κύκλου Πετρασέφσκι» (στον οποίο συμμετείχε ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι) και του αναρχικού Μιχαήλ Μπακούνιν. Παίρνει μέρος στην φοιτητική εξέγερση του 1868-1869, ως ηγέτης μιας ριζοσπαστικής ομάδας και συγγράφει το «Πρόγραμμα επαναστατικών πράξεων» που θέτει την κοινωνική επανάσταση ως τον υπέρτατο σκοπό.
Κάπου τότε αρχίζει να παρουσιάζει και τα πρώτα νιχιλιστικά στοιχεία του χαρακτήρα του, αφού τον Ιανουάριο του 1869 διαδίδει φήμες πως έχει συλληφθεί από τις αστυνομικές αρχές, με σκοπό να χτίσει την εικόνα του γενναίου και περιβόητου επαναστάτη-δραπέτη. Με αυτή την ταυτότητα θα φύγει για την Γενεύη, όπου θα παρουσιαστεί στον, εξόριστο εκεί, Μπακούνιν ως εκπρόσωπος του επαναστατικού κινήματος και θα κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Οι δυο τους αναπτύσσουν μια πολύ στενή σχέση, με τον 55χρονο θεωρητικό του Αναρχισμού να βλέπει στο πρόσωπο του Νετσάγιεφ την αυθεντική φωνή της ρωσικής νεολαίας, την οποία θεωρεί την πιο επαναστατική στον κόσμο. Λέγεται επίσης πως ο Μπακούνιν ερωτεύεται παράφορα τον νεαρό, τη στιγμή που το περιβάλλον του αρχίζει να εκφράζει ανησυχίες για τον φανατισμό που επιδεικνύει ο Νετσάγιεφ.
Την άνοιξη του 1869, ο Νετσάγιεφ γράφει την «Κατήχηση του Επαναστάτη», ένα πρόγραμμα για την «αμείλικτη καταστροφή» του κράτους και της κοινωνίας. Η θεμελιώδης αρχή της μπροσούρας είναι η ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», που θα αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο της επαναστατικής σταδιοδρομίας του Νετσάγιεφ, ο οποίος πιστεύει πως ο επαναστάτης πρέπει να έχει «στα έσχατα βάθη της ύπαρξής του» την εξέγερση, να είναι «αμείλικτος εχθρός αυτού του κόσμου» και να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο του δοθεί για να τα καταφέρει, συμπεριλαμβανομένης φυσικά και της βίας.
Την ίδια χρονιά, ο Νετσάγιεφ επιστρέφει στη Ρωσία και τη Μόσχα αποφασισμένος να ξεκινήσει την επανάσταση τον επόμενο χρόνο και ιδρύει την οργάνωση «Λαϊκή Εκδίκηση» με τα χρήματα που έχει μαζέψει στη Γενεύη. Μιλάει παθιασμένα για τον σκοπό του και στρατολογεί μέλη για την οργάνωση, στα οποία επιβάλει την απόλυτη υποταγή στις αρχές της «Κατήχησης» και στον αρχηγό, δηλαδή τον ίδιο.
Οι μηδενιστικές του πρακτικές θα ξεφύγουν από τον έλεγχο, όταν ο Ιβάν Ιβάνοφ, φοιτητής και μέλος της «Λαϊκής Εκδίκησης», θα αντιδράσει στον αυταρχισμό του Νετσάγιεφ, με τον δεύτερο να τον κατηγορεί ως προδότη και να τον εκτελεί βάναυσα με τη βοήθεια των υπόλοιπων μελών στις 21 Νοεμβρίου του 1869. Συγκεκριμένα, ο Ιβάνοφ ξυλοκοπείται, στραγγαλίζεται, πυροβολείται και το πτώμα του πετιέται σε μια παγωμένη λίμνη της Μόσχας. Από το περιστατικό αυτό θα εμπνευστεί και το πολιτικό μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι «Οι Δαιμονισμένοι», το οποίο εκδίδεται τρία χρόνια αργότερα και αναφέρεται στο Νετσάγιεφ μέσα από τον πρωταγωνιστή, Πιότρ Βερχοβένσκι.
Η δολοφονία του Ιβάνοφ αποκαλύπτεται και ο Νετσάγιεφ αναγκάζεται να δραπετεύσει και πάλι στην Ελβετία, τη στιγμή που 67 συντροφοί του συλλαμβάνονται από τις αστυνομικές αρχές. Εκεί τον υποδέχονται ο Μπακούνιν και οι υπόλοιποι εξόριστοι της Γενεύεις, που τον χρηματοδοτούν για να συνεχίσει το επαναστατικό του έργο. Εκδίδει δύο ριζοσπαστικά περιοδικά και δημοσιεύει τα «Θεμέλια του Μελλοντικού Κοινωνικού Συστήματος», ένα σύγγραμα που οραματίζεται μια μορφή απολυταρχικού κομμουναλισμού, την οποία οι Μαρξ και Ένγκελς θα αποκαλέσουν αργότερα «κομμουνισμό στρατοπέδου».
Ο Νετσάγιεφ είναι καταζητούμενος διεθνώς και η τρομερή καχυποψία του τον κάνει να κατασκοπεύει και να εκβιάζει ακόμα και τους κοντινότερους του ανθρώπους. Έρχεται σε ρήξη με τους περισσότερους από τους συντρόφους του και παρά τις προσπάθειες του Μπακούνιν να τον συνετίσει, η συμπεριφορά του οδηγεί στη διαγραφή του από την Πρώτη Διεθνή, όταν ο Μαρξ αποκαλύπτει ένα εκβιαστικό γράμμα του Νετσάγιεφ προς κάποιον εκδότη.
Λίγο καιρό μετά, συλλαμβάνεται στη Ζυρίχη και παραπέμπεται στη ρωσική δικαιοσύνη, που τον καταδικάζει σε 20χρόνια στα κάτεργα για τον φόνο του Ιβάνοφ. Μάλιστα, οι τσαρικές αρχές προσφέρουν στον Νετσάγιεφ την εύνοιά τους με αντάλλαγμα να γίνει καταδότης και αυτός αρνείται, παραμένοντας πιστός στις αρχές του, και οδηγείται στη φυλακή. Εκεί, θα πάρει με το μέρος του τους φύλακες και θα τους χρησιμοποιήσει για να έρθει σε επαφή με διάφορες επαναστατικές ομάδες, όπως η διοβόητη τρομοκρατική οργάνωση Narodnaya Volya. Οι προσπάθειές του να δραπετεύσει θα πέσουν στο κενό και ο Νετσάγιεφ θα πεθάνει στη φύλακή από φυματίωση στις 21 Νοεμβρίου του 1882.
Η σκέψη του όμως θα παραμείνει ζωντανή μέχρι και τις μέρες μας και ο «νετσαγεφισμός» θα εκφραστεί μέσα από πολλές ιστορικές συγκυρίες. Αρκετοί ιστορικοί υποστηρίζουν πως οι Λένιν και Στάλιν ουσιαστικά άσκησαν την εξουσία τους μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ενώ οι Μαύροι Πάνθηρες επανεξέδωσαν την «Κατήχηση του Επαναστάτη» το 1969, εκατό χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευση της μπροσούρας, και οι Ερυθρές Ταξιαρχίες που ξεκίνησαν τη δράση τους τον ίδιο χρόνο, εππηρεάστηκαν έντονα από το έργο του Σεργκέι Νετσάγιεφ.
tvxs.gr
Το λεγόμενο κίνημα του Νιχιλισμού αναπτύχθηκε στη Ρωσία της δεκαετίας του 1860, λόγω των τραγικών κοινωνικών συνθηκών που μάστιζαν τον ρωσικό λαό και δημιουργούσαν ένα διάχυτο κλίμα απελπισίας.
Στις συνθήκες αυτές μεγαλώνει και ο νεαρός Σεργκέι Γκενάντιεβιτς Νετσάγιεφ, που γεννιέται το 1847 από φτωχούς γονείς στη μικρή εργατική πόλη Ιβάνοβο. Από μικρός βιώνει τις κοινωνικές ανισότητες και την καταπίεση της ρωσικής κοινωνίας που θα διαμορφώσουν την ακραία πολιτική του αντίληψη και το φανατικό του μίσος για το τσαρικό καθεστώς.
Σε ηλικία 18 ετών φεύγει για την Αγ. Πετρούπολη, όπου διδάσκει σε σχολείο, ως αυτοδίδακτος δάσκαλος, ενώ παράλληλα παρακολουθεί διαλέξεις στο τοπικό πανεπιστήμιο και έρχεται σε επαφή με ριζοσπαστικές οργανώσεις και κείμενα, όπως αυτά των «Δεκεμβριστών», του «Κύκλου Πετρασέφσκι» (στον οποίο συμμετείχε ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι) και του αναρχικού Μιχαήλ Μπακούνιν. Παίρνει μέρος στην φοιτητική εξέγερση του 1868-1869, ως ηγέτης μιας ριζοσπαστικής ομάδας και συγγράφει το «Πρόγραμμα επαναστατικών πράξεων» που θέτει την κοινωνική επανάσταση ως τον υπέρτατο σκοπό.
Κάπου τότε αρχίζει να παρουσιάζει και τα πρώτα νιχιλιστικά στοιχεία του χαρακτήρα του, αφού τον Ιανουάριο του 1869 διαδίδει φήμες πως έχει συλληφθεί από τις αστυνομικές αρχές, με σκοπό να χτίσει την εικόνα του γενναίου και περιβόητου επαναστάτη-δραπέτη. Με αυτή την ταυτότητα θα φύγει για την Γενεύη, όπου θα παρουσιαστεί στον, εξόριστο εκεί, Μπακούνιν ως εκπρόσωπος του επαναστατικού κινήματος και θα κερδίσει την εμπιστοσύνη του. Οι δυο τους αναπτύσσουν μια πολύ στενή σχέση, με τον 55χρονο θεωρητικό του Αναρχισμού να βλέπει στο πρόσωπο του Νετσάγιεφ την αυθεντική φωνή της ρωσικής νεολαίας, την οποία θεωρεί την πιο επαναστατική στον κόσμο. Λέγεται επίσης πως ο Μπακούνιν ερωτεύεται παράφορα τον νεαρό, τη στιγμή που το περιβάλλον του αρχίζει να εκφράζει ανησυχίες για τον φανατισμό που επιδεικνύει ο Νετσάγιεφ.
Την άνοιξη του 1869, ο Νετσάγιεφ γράφει την «Κατήχηση του Επαναστάτη», ένα πρόγραμμα για την «αμείλικτη καταστροφή» του κράτους και της κοινωνίας. Η θεμελιώδης αρχή της μπροσούρας είναι η ρήση «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», που θα αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο της επαναστατικής σταδιοδρομίας του Νετσάγιεφ, ο οποίος πιστεύει πως ο επαναστάτης πρέπει να έχει «στα έσχατα βάθη της ύπαρξής του» την εξέγερση, να είναι «αμείλικτος εχθρός αυτού του κόσμου» και να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο του δοθεί για να τα καταφέρει, συμπεριλαμβανομένης φυσικά και της βίας.
Την ίδια χρονιά, ο Νετσάγιεφ επιστρέφει στη Ρωσία και τη Μόσχα αποφασισμένος να ξεκινήσει την επανάσταση τον επόμενο χρόνο και ιδρύει την οργάνωση «Λαϊκή Εκδίκηση» με τα χρήματα που έχει μαζέψει στη Γενεύη. Μιλάει παθιασμένα για τον σκοπό του και στρατολογεί μέλη για την οργάνωση, στα οποία επιβάλει την απόλυτη υποταγή στις αρχές της «Κατήχησης» και στον αρχηγό, δηλαδή τον ίδιο.
Οι μηδενιστικές του πρακτικές θα ξεφύγουν από τον έλεγχο, όταν ο Ιβάν Ιβάνοφ, φοιτητής και μέλος της «Λαϊκής Εκδίκησης», θα αντιδράσει στον αυταρχισμό του Νετσάγιεφ, με τον δεύτερο να τον κατηγορεί ως προδότη και να τον εκτελεί βάναυσα με τη βοήθεια των υπόλοιπων μελών στις 21 Νοεμβρίου του 1869. Συγκεκριμένα, ο Ιβάνοφ ξυλοκοπείται, στραγγαλίζεται, πυροβολείται και το πτώμα του πετιέται σε μια παγωμένη λίμνη της Μόσχας. Από το περιστατικό αυτό θα εμπνευστεί και το πολιτικό μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι «Οι Δαιμονισμένοι», το οποίο εκδίδεται τρία χρόνια αργότερα και αναφέρεται στο Νετσάγιεφ μέσα από τον πρωταγωνιστή, Πιότρ Βερχοβένσκι.
Η δολοφονία του Ιβάνοφ αποκαλύπτεται και ο Νετσάγιεφ αναγκάζεται να δραπετεύσει και πάλι στην Ελβετία, τη στιγμή που 67 συντροφοί του συλλαμβάνονται από τις αστυνομικές αρχές. Εκεί τον υποδέχονται ο Μπακούνιν και οι υπόλοιποι εξόριστοι της Γενεύεις, που τον χρηματοδοτούν για να συνεχίσει το επαναστατικό του έργο. Εκδίδει δύο ριζοσπαστικά περιοδικά και δημοσιεύει τα «Θεμέλια του Μελλοντικού Κοινωνικού Συστήματος», ένα σύγγραμα που οραματίζεται μια μορφή απολυταρχικού κομμουναλισμού, την οποία οι Μαρξ και Ένγκελς θα αποκαλέσουν αργότερα «κομμουνισμό στρατοπέδου».
Ο Νετσάγιεφ είναι καταζητούμενος διεθνώς και η τρομερή καχυποψία του τον κάνει να κατασκοπεύει και να εκβιάζει ακόμα και τους κοντινότερους του ανθρώπους. Έρχεται σε ρήξη με τους περισσότερους από τους συντρόφους του και παρά τις προσπάθειες του Μπακούνιν να τον συνετίσει, η συμπεριφορά του οδηγεί στη διαγραφή του από την Πρώτη Διεθνή, όταν ο Μαρξ αποκαλύπτει ένα εκβιαστικό γράμμα του Νετσάγιεφ προς κάποιον εκδότη.
Λίγο καιρό μετά, συλλαμβάνεται στη Ζυρίχη και παραπέμπεται στη ρωσική δικαιοσύνη, που τον καταδικάζει σε 20χρόνια στα κάτεργα για τον φόνο του Ιβάνοφ. Μάλιστα, οι τσαρικές αρχές προσφέρουν στον Νετσάγιεφ την εύνοιά τους με αντάλλαγμα να γίνει καταδότης και αυτός αρνείται, παραμένοντας πιστός στις αρχές του, και οδηγείται στη φυλακή. Εκεί, θα πάρει με το μέρος του τους φύλακες και θα τους χρησιμοποιήσει για να έρθει σε επαφή με διάφορες επαναστατικές ομάδες, όπως η διοβόητη τρομοκρατική οργάνωση Narodnaya Volya. Οι προσπάθειές του να δραπετεύσει θα πέσουν στο κενό και ο Νετσάγιεφ θα πεθάνει στη φύλακή από φυματίωση στις 21 Νοεμβρίου του 1882.
Η σκέψη του όμως θα παραμείνει ζωντανή μέχρι και τις μέρες μας και ο «νετσαγεφισμός» θα εκφραστεί μέσα από πολλές ιστορικές συγκυρίες. Αρκετοί ιστορικοί υποστηρίζουν πως οι Λένιν και Στάλιν ουσιαστικά άσκησαν την εξουσία τους μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ενώ οι Μαύροι Πάνθηρες επανεξέδωσαν την «Κατήχηση του Επαναστάτη» το 1969, εκατό χρόνια μετά την πρώτη δημοσίευση της μπροσούρας, και οι Ερυθρές Ταξιαρχίες που ξεκίνησαν τη δράση τους τον ίδιο χρόνο, εππηρεάστηκαν έντονα από το έργο του Σεργκέι Νετσάγιεφ.
tvxs.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πορτογαλία: Στους δρόμους οι αστυνομικοί
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ