2013-11-22 12:01:54
KENΤΡΙΚΗ ΕΙΣΗΓΗΣΗ
Κριτων Χρυσοχοϊδησ
Διευθυντὴς Ἰνστιτούτου Ἱστορικῶν Ἐρευνῶν / ΕΙΕ
Ἡ Ἀθωνική Λογιοσύνη (10ος-19ος αἰ.).
Ἀπόπειρα γιά ἕνα ἱστορικό διάγραμμα
Ἡ Ἁγιορειτική Λογιοσύνη ὁριοθετεῖται κατ᾽ἀρχήν ἀπό τήν ὁποιασδήποτε μορφῆς ἤ εἴδους συγγραφική παραγωγή τῶν μοναχῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὡς Ἀθωνίτες λόγιοι, στήν προκειμένη περίπτωση, πρέπει κατ᾽ ἀρχήν να νοηθοῦν οἱ μοναχοί οἱ ὁποῖοι ἐγκαταβίωσαν μόνιμα στόν Ἄθω ἀναπτύσσοντας σχεδόν κατά κανόνα τή συγγραφική τους δραστηριότητα σέ κάποιο μεγάλο ἤ μικρότερο μοναστικό ἵδρυμα.
Στήν Ἁγιορειτική Λογιοσύνη ὅμως πρέπει νά συγκαταριθμηθεῖ καί πλείαδα μοναστῶν οἱ ὁποῖοι γιά κάποιο μακρό ἤ καί βραχύτερο διάστημα τοῦ παραγωγικοῦ τους βίου διέμειναν στόν Ἄθω ἀναπτύσσοντας παράλληλα οἱασδήποτε μορφῆς συγγραφική δραστηριότητα ἤ τουλάχιστον ἡ πνευματική τους παραγωγή καί ἡ καθιέρωσή τους ὀφείλεται σέ μέγιστο βαθμό στήν ἐκεῖ παρουσία τους.
Ὁ κύκλος τῶν Ἀθωνιτῶν λογίων διευρύνεται ἀκόμη περισσότερο ἐάν συμπεριληφθοῦν σέ αὐτόν καί οἱ ἀριθμητικά ἀκόμη περισσότεροι μοναχοί, κάτοχοι ἐκκλησιαστικῆς ἀλλά σχεδόν κατά κανόνα καί θύραθεν παιδείας, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν νά ἐπιδείξουν συστηματικό συγγραφικό ἤ ἐρανιστικό ἤ μεταφραστικό ἔργο, ὅμως ἡ πνευματική καλλιέργεια, μόρφωση καί εὐρυμάθεια ἀνιχνεύονται σέ ἐλάσσονες συγγραφές (π.χ. ἐπιστολογραφία).
Ἡ Ἁγιορειτική λογιοσύνη δέν ἀποτελεῖ αὐτόνομο πνευματικό φαινόμενο, ἀλλά:
α) Βρίσκεται (τουλάχιστον στούς βυζαντινούς χρόνους, ἀλλά σέ ἄλλες περιόδους τῶν μεταβυζαντινῶν χρόνων) σέ πλήρη ἀντιστοιχία μέ τόν βαθμό ἐγγραμματοσύνης τοῦ συνόλου τῶν μοναχῶν τῆς Ἀθωνικῆς μοναστικῆς κοινότητας.
β) Ἡ πυκνότητα τῆς παρουσίας λογίων μοναχῶν στό Ἅγιον Ὄρος ἀλλά καί τό μέγεθος καί τό εὖρος τῆς συγγραφικῆς παραγωγῆς τους συμπίπτει ἤ βαίνει παράλληλα μέ τήν ἐμφάνιση μεγάλων πνευματικῶν κινημάτων (π.χ. Ἡσυχασμός, κίνημα τῶν Κολλυβάδων) ἤ καί ἀλλότριων, κοσμικῶν ἰδεολογικῶν ρευμάτων τά ὁποῖα μεταφέρονται ἤ διαμορφώνονται στήν καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολή (π.χ. κίνημα τοῦ Νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ).
γ) Ἀναπτύσσεται ἀκολουθῶντας τίς ἱστορικές τύχες τοῦ ὀρθόδοξου κόσμου τόν ὁποῖον ἐκπροσωπεῖ.
Kriton Chryssochoidis
Director of the Institute for Historical Research,
National Hellenic Research Foundation.
Athonite Scholarship (10th-19th cent.).
An attempt at an historical outline
Athonite scholarship is primarily defined by the literary output, of whatever form or kind, of the monks of Mount Athos. The term ‘Athonite scholars’, in this particular case, should be understood as referring mainly to monks who resided permanently on Athos and who, almost without exception, engaged in their writing activeties at some sort of monastic foundation.
The term ‘Athonite scholars’, however, should also encompass a number of monks who resided on Athos for a particular period, of whatever length, of their literary lives, whilst they were engaged in writing activity of any form, or at least monks whose spiritual works and the establishment of those works are largely due to their presence there.
The circle of Athonite scholars could be extended even further to include the even larger number of monks who had received both an ecclesiastical education and, in most cases, a secular one; monks who have no systematic body of work as authors, compilers or translators to show for themselves yet whose spiritual cultivation, learning and erudition are evident in works of a minor nature (e.g. letters).
Athonite scholarship is not an autonomous spiritual phenomenon but:
a) Is (at least in the Byzantine period but also in other phases of the post-Byzantine era) in complete correspondence with the level of literacy of the monks of the Athonite monastic community as a whole;
b) The number of scholarly monks on Mount Athos, as well as the size and breadth of their literary output, coincides, or runs in parallel, with the appearance of major spiritual movements (e.g. Hesychasm, the Kollyvades movement) or external, secular ideological currents that are introduced into or formed in the Greek East (e.g. the Modern Greek Enlightenment);
c) Develops in accordance with the historical fortunes of the Greek world that it represents.
Κωνσταντινοσ Μαναφησ
Ὁμότ. Καθηγητὴς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς ΕΚΠΑ
Ἄγνωστος Βίος τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, ἀρχῶν τοῦ 11ου αἰῶνος
Στους δύο γνωστούς βίους τoυ οσίου Αθανασίου του Άθω, τον βίον Α και τον βίον Β, των οποίων η συγγραφή τοποθετείται το 1025 του Α και μεταξύ των ετών 1050-1150 του Β, προστίθεται με την ανακοίνωση αυτή τρίτος βίος του οσίου. Ο βίος αυτός περιέχεται στον μεμβράνιον Σιναϊτικόν κώδικα Μ63, του οποίου σώζονται δύο τετράδια (16 φφ.). Το όνομα του γραφέως δεν αναφέρεται, αποδεικνύεται όμως ότι ήταν Λαυριώτης μοναχός και εγκατεβίωνε στη Λαύρα υπό τον Όσιο Αθανάσιο Ηγούμενον. Η συγγραφή του βίου τοποθετείται ευθύς μετά την κοίμησιν του οσίου, το δε περιεχόμενον του ήταν γνωστό στους συγγραφείς των βίων Α και Β.
Κonstantinos Manafis
Emeritus Professor of the Faculty of Philosophy, NKUA
The unknown vita of Saint Athanasios the Athonite, early 11th century
To the two known vitae of Saint Athanasios the Athonite, vita A and vita B, which the literature dates at 1025 and between1050-1150 respectively, can, as this paper puts forward, be added a third vita. This vita is contained in the Codex Sinaiticus vellum parchment M63, of which two quires (16 pages) are extant. The name of the scribe is absent, though it has been proven to be a monk who resided at Lavra under Hegumen Athanasios. The authoring of the vita is dated immediately after the death of Athanasios, and its contents were known to the writers of vitae A and B.
Στεφανοσ Ευθυμιαδησ
Καθηγητὴς Ἀνοικτοῦ Πανεπιστημίου Κύπρου, Κοσμήτορας τῆς Σχολῆς Ἀνθρωπιστικῶν καὶ Κοινωνικῶν Ἐπιστημῶν
Λόγια καὶ ρητορικά στοιχεῖα στοὺς Βίους τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου του Ἀθωνίτη
Βασικὸς ἄξονας τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας πού, ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1960 καὶ μὲ ἀφορμὴ τὸν ἑορτασμὸ της χιλιετηρίδας τοῦ Ἀγίου Ὄρους, ἀφιερώθηκε στοὺς δύο Βίους τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, ὑπῆρξε τὸ ζήτημα τῆς χρονικῆς προτεραιότητας τοῦ ἑνὸς (Βίος Α) ἢ τοῦ ἄλλου (Βίος Β). Τὸ ἐνδιαφέρον αὐτὸ ἀνανεώθηκε τὴν ἑπόμενη δεκαετία μὲ τὴν κριτικὴ ἔκδοση τῶν δύο βιογραφιῶν τοῦ ἁγίου ἀπὸ τὸν Βέλγο Jacques Noret, ὁ ὁποῖος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μελέτη τῆς χειρόγραφης παράδοσης, πλαισίωσε τὴν ἔκδοσή του μὲ ἐκτενὴ συζήτηση γύρω ἀπὸ τὸ θέμα αὐτό. Ἠ ἀπόδειξη τῆς ἀρχαιότητας τοῦ λογιότερου καὶ ἐκτενεστέρου Βίου Α ἔναντι τοῦ Βίου Β ἐξακολουθεῖ νὰ γεννᾶ εὔλογα ἐρωτήματα ὡς πρὸς τοὺς λόγους οἱ ὁποῖοι ὁδήγησαν, σὲ σύντομο σχετικὰ χρονικὸ διάστημα, στὴ συγγραφὴ καὶ δεύτερου Βίου γιὰ τὸν ἴδιο ἅγιο. Τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ συναρτῶνται ἄμεσα μὲ τὰ λόγια καὶ τὰ ρητορικὰ στοιχεῖα τῶν δύο κειμένων καὶ κατὰ τοῦτο ἀξίζουν νὰ διευρευνηθοῦν καὶ ὑπὸ τὴν προοπτικὴ αὐτή.
Stefanos Efthymiadis
Professor at the Open University of Cyprus, Dean
of the Faculty of Humanities and Social Sciences.
Scholarly and rhetorical elements in the vitae of St. Athanasios
the Athonite
A pivotal question in the scientific research that, since the 1960s and as a result of the celebration of Athos’s millenium, has been devoted to the two vitae of St. Athanasios the Athonite, has been the question of which of the two vitae (Vita A or Vita B) takes historical precedence. There was a resurgence of interest in this question in the following decade when the critical edition of the two biographies of the saint was published by the Belgian Jacques Noret, who, apart from studying the manuscript tradition, included an extensive discussion of the subject. The proof that the more scholarly and extensive Vita A is older than Vita B continues to raise plausible questions about the reasons that led, within a relatively short period of time, to the writing of a second vita of the same saint. These questions are directly connected with the scholarly and rhetorical elements of the two texts and so are worth investigating from this point of view.
Συμεων Πασχαλιδησ
Ἀναπλ. Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ
Ἐκφάνσεις τῆς λογιότητας στὸ Ἅγιον Ὄρο κατὰ τὴν Παλαιολόγεια περίοδο
Ἡ παλαιολόγεια περίοδος στό Ἅγιον Ὄρος χαρακτηρίζεται ἀπό τή μεγάλη πνευματική ἀκμή τοῦ 14ου καί τῶν ἀρχῶν τοῦ 15ου αἰώνα, πού ἐκφράστηκε μέσα ἀπό τήν ἵδρυση νέων Μονῶν καί τόν ἐμπλουτισμό τῶν πνευματικῶν θησαυρῶν τῶν Ἁγιορειτικῶν Βιβλιοθηκῶν, κυρίως δέ μέσα ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ Ἡσυχαστικοῦ κινήματος καί μιᾶς πλειάδος λογίων Ἁγιορειτῶν πού διεδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο μέ τό συγγραφικό ἔργο καί τήν ἐκκλησιαστική δραστηριότητά τους στίς πνευματικές ζυμώσεις καί ἀντιπαραθέσεις αὐτῆς τῆς κρίσιμης περιόδου.
Οἱ λόγιες συνιστῶσες αὐτῆς τῆς πνευματικῆς ἀναγέννησης πού παρατηρεῖται στόν παλαιολόγειο Ἄθωνα σχετίζονται ἄμεσα μέ τήν συνειδητή ἀναβάθμιση τῆς λειτουργίας τῶν μοναστηριακῶν Βιβλιοθηκῶν καί τῶν ἀντιγραφικῶν ἐργαστηρίων, πού ὀργανώνονται καλύτερα κατά τήν περίοδο αὐτή γιά νά ἀνταποκριθοῦν στίς αὐξημένες ἀνάγκες τῶν μοναστηριῶν, ἀλλά καί τίς νέες τάσεις κωδικοποίησης, ὅπως ἐκφράζονται μέσα ἀπό τή συγκρότηση ἁγιορειτικῶν συλλογῶν (Πανηγυρικά, Ὁμιλιάρια, Ὑπομνήματα, λειτουργικές συλλογές), στίς ὁποῖες θησαυρίζεται μέ συνειδητό τρόπο ἡ ἁγιορειτική πνευματική παραγωγή καί ἀποτυπώνεται ἡ ἀθωνική πνευματικότητα.
Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον ἐμφανίζει καί μία ἄλλη παράμετρος αὐτῆς τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου τοῦ πνεύματος τῆς λογιότητας στήν ἁγιορειτική πραγματικότητα: ἡ καλλιέργεια καί προβολή τῆς ἐγκυκλίου παιδείας καί τῆς ἀνάλογης πνευματικῆς παραγωγῆς, ὅπως μαρτυρεῖται στά ἔργα τῶν κύριων ἐκπροσώπων τῆς ἡσυχαστικῆς (Γρηγόριος Παλαμᾶς, Φιλόθεος Κόκκινος, Μακάριος Μακρῆς) ἀλλά καί τῶν ἀντιησυχαστικῆς (Πρόχορος Κυδώνης) παράδοσης στό Ἅγιον Ὄρος. Τό στοιχεῖο αὐτό συνδέεται ἀναπόσπαστα μέ τό ἀνάλογο πνευματικό status καί παιδευτικὸ πλαίσιο τῶν πόλεων ἀπό τίς ὁποῖες προέρχονταν τά πρόσωπα αὐτά, καθώς καί πολλοί ἄλλοι βυζαντινοί λόγιοι, «λόγων καὶ σοφίας παντοδαπῆς καὶ Mουσῶν τρόφιμοι», καί κυρίως τῆς Κωνσταντινούπολης καί τῆς Θεσσαλονίκης, τῶν κέντρων στὰ ὁποῖα καλλιεργήθηκε σὲ πολὺ ὑψηλὸ βαθμὸ ἡ ἐγκύκλιος παίδευσις κατά τούς παλαιολόγειους χρόνους.
Symeon Paschalides
Associate Professor of the School of Theology AUTH
Manivestations of Scholarship on Mount Athos
during the Palaeologan period
The Palaeologan period on Mount Athos is characterised by the great spiritual flowering of the 14thand early 15th centuries, which was expressed through the foundation of new monasteries, the enrichment of the spiritual treasures in the Athonite libraries, and, above all, through the appearance of the Hesychast movement and a number of Athonite scholars who, through their writings and ecclesiastical activities, played a leading role in the spiritual fermentations and controversies of this critical period.
The scholarly components of this spiritual renaissance on Palaeologan Athos are directly connected with the conscious improvement in the operation of the monastery libraries and the scriptoria, which were organised more effectively during this period so as to meet the increased needs of the monasteries, and also with the new tendencies towards codification, as was expressed in the formation of Athonite collections (panegyrika, homiliaria, hypomnemata, liturgical collections), which constituted a conscious attempt to amass Athos’s spiritual riches and compile a record of Athonite spirituality.
Another parameter of this triumphant entry of the spirit of scholarship into the reality of Athonite life is of particular interest: the cultivation and promotion of a general all-round education and an analogous spiritual output, as may be seen in the works of the chief exponents of the Hesychast (Gregory Palamas, Philotheos Kokkinos, Makarios Makres) and Anti-Hesychast (Prochoros Kydones) traditions on Mount Athos. This element is inextricably linked with the spiritual status and educational context of the cities from which these figures and numerous other Byzantine scholars – ‘students of learning, wisdom of all kinds and the Muses’ – came, most notably Constantinople and Thessalonica, the centres in which the enkyklios paideia (system of general education) was cultivated to a very high degree during the Palaeologan period.
Αγγελικη Δεληκαρη
Λέκτορας, Τμήματος Ἱστορίας καὶ Ἀρχαιολογίας τοῦ Α.Π.Θ.
Γεωργίου Γλαβᾶ Ὁμιλία εἰς τὴν Μεγάλη καὶ Ἁγία Παρασκευή.
Ἡ ἑλληνικὴ ἀθωνικὴ παράδοση καὶ παλαιοσλαβικὴ μετάφρασή της
Η χειρόγραφη παράδοση του έργου του Γεωργίου Γλαβά (μέσα 14ου αι.) Ομιλία εις την αγίαν και Μεγάλην Παρασκευήν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η Ομιλία μας είναι γνωστή όχι μόνο στο ελληνικό πρωτότυπο, αλλά και από την παλαιοσλαβική μετάφρασή της (η οποία παραδίδεται από τρία χειρόγραφα σερβικής παραλλαγής). Το ελληνικό κείμενο διασώζεται σε δύο χειρόγραφα, το ένα από τα οποία απόκειται στη Βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Η αρχαιότητα του ενός σλαβικού χειρογράφου, το οποίο χρονολογείται περί το 1360-1365, δηλαδή περίπου στην εποχή κατά την οποία έζησε και ο συγγραφέας της Ομιλίας, καθώς και η συγγένεια που διαπιστώνεται ότι έχει με το Λαυριωτικό χειρόγραφο, το μοναδικό που παραδίδει το πλήρες ελληνικό κείμενο της Ομιλίας, μας επιτρέπει να προβούμε σε διάφορες προτάσεις για την αποκατάσταση του κειμένου. Η ανακοίνωση αυτή αποτελεί μια πρόδρομη παρουσίαση της έκδοσης και του σχολιασμού του κειμένου που θα ακολουθήσει.
Angeliki Delikari
Lecturer of the School of History and Archaeology, Aristotle University of Thessaloniki
George Glabas’ Homily to the Great and Holy Paraskeve.
The Greek Athonite tradition and its Old Slavic translation
The manuscript tradition of George Glabas’ work (mid-14thcent.), Homily to the Great and Holy Paraskeve, is of particular interest. The Homily is known to us not only from the Greek original but also from its Old Slavic translation (which is transmitted by only three manuscripts in a Serbian variant). The Greek text is preserved in two manuscripts, one of which lies in the library of the Great Lavra Monastery on Mount Athos. The antiquity of the Slavic manuscript, which dates to c. 1360-1365, that is to say, about the time in which the author of the Homilyhimself lived, as well as the similarity it bears to the manuscript at the Great Lavra – the only one to transmit the complete Greek text of the Homily – permits us to put forward various proposals regarding the restoration of the text. This paper represents an initial presentation of the forthcoming publication of the text and accompanying commentary.
ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΛΟΓΙΟΙ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ: ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΑΜΦΙΔΡΟΜΗ
ATHONITE SCHOLARS AND LIBRARIES: A TWO-WAY RELATIONSHIP
Φαιδων Χατζηαντωνιου
Ἀρχιτέκτων - Ἀναστηλωτὴς
Βιβλιοθῆκες στὴν Μονὴ Βατοπεδίου.
Κατηγορίες βιβλίων - Ὀργάνωση καὶ λειτουργία τῶν χώρων
Την ύπαρξη δύο βιβλιοθηκών στην Μονή Βατοπεδίου μαρτυρούν περιηγητές που την επισκέφθηκαν τον 18ο αιώνα (Κομνηνός, Μπάρσκι). Την εποχή εκείνη η "μεγάλη βιβλιοθήκη"βρισκόταν πάνω από το δοχειό, στο κέντρο της αυλής του μοναστηριού. Μία "μικρότερη βιβλιοθήκη" είδε ο Μπάρσκι στο καθολικό, πάνω από την λιτή, κοντά στα κατηχούμενα. Δείγματα αυτής της συλλογής ήρθαν στο φως σε αποθέτη εντός της στέγης του παρεκκλησίου του Αγίου Δημητρίου, κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης τμήματος της στέγης του καθολικού στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Μία τρίτη μικρή βιβλιοθήκη βρισκόταν σε διαμέρισμα του ορόφου πάνω από το ανατολικό τμήμα της τράπεζας. Κατά τις εργασίες αποκατάστασης του διανομείου της τράπεζας, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αποκαλύφθηκε στην βορειοανατολική γωνία του κτιρίου η παλαιά κοχλιωτή πετρόχτιστη σκάλα που οδηγούσε στα διαμερίσματα του ορόφου.
Δεύτερη μεγαλύτερη ανάμεσα στις αγιορειτικές βιβλιοθήκες ως προς τον αριθμό των χειρογράφων που ξεπερνούν τα 2.000, η βιβλιοθήκη της Μονής Βατοπεδίου στεγάζεται στον πύργο της Παναγίας, στην βορειοανατολική γωνία του περιβόλου, ενώ μέρος των παλαιτύπων μαζί με τις νεώτερες εκδόσεις στεγάζονται στο μέσον της βόρειας πτέρυγας.
Faidon Chatziantoniou
Architect-Restorer
Libraries at Vatopedi Monastery.
Book categories – Organisation and operation of spaces
Travellers who visited the Monastery of Vatopedi in the 18thcentury (Comnenos, Barsky) recount the existence of two libraries. At that time, the ‘Great library’ was located above the ‘docheion’ (olive-oil store), in the centre of the monastery cloisters. Barsky notes that he saw a ‘smaller library’ in the Katholikon, above the narthex (‘lete’), adjacent to the books of the catechism. Samples of this collection came to light in a storage space (‘apothetis’) in the roof of the chapel of Saint Dimitrios during restoration works on a section of the roof of the Katholikon in the mid 1980s. A third small library was to be found in an apartment on the floor above the eastern part of the refectory. During restoration works on the refectory mess (‘dianomeion’) in the early 90s, an old winding stone staircase was discovered in the north-eastern corner of the building which once led to the apartments of that floor.
The library of Vatopedi Monastery, which, holding over 2,000 manuscripts, is the second largest in numerical terms on Mount Athos, is housed in the Tower of the Virgin Mary, in the north-east corner of the monastery complex, while a part of the incunabula together with more recent publications are housed in the centre of the north wing.
Mirjiana Zivojinovic
Σερβικὴ Ἀκαδημία Ἐπιστημῶν καὶ Τεχνῶν
Ἀρχεῖο – Βιβλιοθήκη – Ἀντιγραφεῖς χειρογράφων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλιανδαρίου ἀπὸ τὸν 13ο καὶ τὸν 15ο αἰώνα
Ο πυρήνας του αρχείου και της βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου –ήτοι οι ιδρυτικές πράξεις και τα αναγκαία για την πνευματική ζωή της αδελφότητας βιβλία– δημιουργήθηκε, ως είθισται στα μοναστήρια, κατά τον χρόνο ίδρυσής της.
ΑΡΧΕΙΟ – Καθώς η σερβική Ιερά Μονή Χιλιανδαρίου ιδρύθηκε στην επικράτεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, έγγραφα που την αφορούσαν εξέδωσαν τόσο οι βυζαντινοί αυτοκράτορες όσο και οι σέρβοι ηγεμόνες. Τα έγγραφα αυτά –γραμμένα στην ελληνική και στην παλαιοσερβική γλώσσα αντίστοιχα– φυλάσσονται σε δύο ξεχωριστές συλλογές στο αρχείο της Μονής. Έχοντας επίγνωση της σημασίας αυτών των εγγράφων για την οικονομική και τη νομική υπόσταση της Μονής, οι μοναχοί της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου άρχισαν από πολύ νωρίς να λαμβάνουν μέτρα για τη συντήρησή τους, για τον σκοπό δε αυτόν ανέπτυξαν διάφορες δραστηριότητες, όπως:
α) συνέταξαν αντίγραφα των σημαντικότερων εγγράφων, τα οποία επικύρωνε κατά τον χρόνο σύνταξής τους ο εκάστοτε «Πρώτος» του Αγίου Όρους, πολύ συχνά δε ο Μητροπολίτης Ιερισσού και Αγίου Όρους ή κάποιος άλλος μητροπολίτης που ετύγχανε παρεπιδημών στο Άγιον Όρος, όπως κατά καιρούς συνέβη με τους μητροπολίτες Βαρδαρίου,Κασσανδρείας και Μελενίκου. Στο αρχείο της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου φυλάσσονται έως σήμερα χρυσόβουλα, πρωτίστως εκείνα που αφορούν το νομικό καθεστώς της Μονής, π.χ. τα σχετικά χρυσόβουλα των ετών 1198 και 1199, εκείνα που αφορούν περιουσιακής φύσεως προνόμια, π.χ. τα χρυσόβουλα που εξέδωσε ο αυτοκράτωρ Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος τον Φεβρουάριο και τον Σεπτέμβριο του 1321, καθώς και καταστατικοί χάρτες που αφορούν τα μετόχια της Μονής, των οποίων τα πρωτότυπα και τα αντίγραφα φυλάσσονταν μαζί, κατά κανόνα για λόγους διευκόλυνσης νομικών διαδικασιών που συνδέονταν με τα συγκεκριμένα μετόχια, π.χ. νομικές πράξεις που αφορούσαν το μετόχιον της Μονής στο Λοζίκι,
β) συγκέντρωσαν τις αναθεωρήσεις παλαιότερων εγγράφων, οι οποίες επισημαίνονται με σημειώσεις στην πίσω σελίδα των σχετικών εγγράφων, ιδίως δε αποδεικνύονται με βάση τον κατάλογο όλων των ελληνικών εγγράφων από το 1299-1300 ο οποίος συνετάγη στην παλαιοσερβική γλώσσα,
γ) τέλος, ταξινόμησαν τις σχετικές πράξεις σύμφωνα με την ιδιαίτερη βαρύτητά τους και λαμβάνοντας υπόψη την αρχική τους ταξινόμηση, όπως συνέβη με τις πράξεις που είχαν συνταχθεί στην ελληνική γλώσσα περί το 1328.
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΧΙΛΙΑΝΔΑΡΙΟΥ – Η ίδρυση της πρώτης βιβλιοθήκης ανάγεται στις πρώτες τρεις ή τέσσερις δεκαετίες του 13ουαιώνα, δηλαδή ενώ ακόμη ο Άγιος Σάββας ήταν εν ζωή. Εκτός από τα λειτουργικά βιβλία, η βιβλιοθήκη αυτή περιλαμβάνει το παλαιότερο σωζόμενο χειρόγραφο του «Τυπικού» της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου, καθώς και, κατά πάσα πιθανότητα, τα ευαγγέλια του Μίροσλαβ και του Βούκαν. Από τον 13ο αιώνα και εξής, η συλλογή της βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου εμπλουτίστηκε, αφενός μέσω της αντιγραφής βιβλίων στα εργαστήρια της Μονής και, αφετέρου, μέσω δωρεών ηγεμόνων και άλλων σημαντικών προσώπων, όπως συνέβη με τον «Νομοκανόνα», η αντιγραφή του οποίου για λογαριασμό της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου πραγματοποιήθηκε από τον Μητροπολίτη Ράσκας Γκριγκόριγιε, ή με το «Τετραευαγγέλιον» που δώρισε το 1316 ο βασιλιάς Μιλούτιν στο ησυχαστήριον του Αγίου Σάββα στις Καρυές.
ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΙΣ. Εκτός από τους ανώνυμους αντιγραφείς, των οποίων η παρουσία υπήρξε αδιάλειπτη στα εργαστήρια της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου, δεν είναι λίγοι οι επώνυμοι αντιγραφείς, τα ονόματα των οποίων γνωρίζουμε από τις επιγραφές που συνέτασσαν στον κολοφώνα του εκάστοτε αντιγραφέντος βιβλίου. Ο κολοφώνας συνήθως περιείχε σύντομη παράκληση να μνημονεύεται το όνομα του γραφέως, ενίοτε το όνομα του εργαστηρίου στο οποίο πραγματοποιήθηκε η αντιγραφή του βιβλίου, πληροφορίες σχετικά με τον παραγγελιοδότη του βιβλίου ή ελλιπείς χρονολογικές ενδείξεις. Οι γνωστοί αντιγραφείς του 13ου αιώνα ήταν «ο αμαρτωλός ιερομόναχος Θεόδουλος» και ο «γραμματικός Θεόδουλος». Οι γνωστοί αντιγραφείς του 14ουαιώνα ήταν ο Ρωμανός, ο «Δαμιανός, υπουργός του Αβερκίου», ο Ιώβ και ο μοναχός Μάρκος. Τέλος, γνωστός αντιγραφέας των αρχών του 15ου αιώνα είναι ο Ιώβ ή Γιοβάν (Ιωάννης).
Οι προσπάθειες των μοναχών της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου να διασώσουν τα έγγραφα και την πλούσια βιβλιοθήκη της Μονής, καθώς και οι σχετικώς πολυάριθμοι ταλαντούχοι και επώνυμοι αντιγραφείς, οι οποίοι δημιούργησαν ιδιαίτερη σχολή αντιγραφέων, επιβεβαιώνουν την παγιωμένη εδώ και χρόνια άποψη ότι η Ιερά Μονή Χιλιανδαρίου αποτέλεσε το σημαντικότερο πολιτισμικό κέντρο του μεσαιωνικού σερβικού κράτους.
Mirjiana Zivojinovic
Serbian Academy of Sciences and Arts
Archive – Library – Scribes of the Monastery of Hilandar
from the 13th to the 15th century
The core of the archive and the library of Hilandar – i.e. the founders’ acts and books necessary for the spiritual life of the brethren – was created, as is usual in monasteries, as soon as the monastery was founded.
ARCHIVE – Given that the Serbian Hilandar was founded on the territory of the Byzantine Empire, both Byzantine emperors and Serbian rulers issued documents to this monastery. The documents – in the Greek and the Old Serbian languages – are kept in the archive of the monastery in two separate groups. In their realisation of the importance of these acts for the economic and legal life of the monastery, the monks of Hilandar, at a very early date, began taking steps for their preservation, which was reflected through various activities: A) creating transcripts of the most important documents, which were then validated by the protos of Mount Athos, very often the bishop of Ierissos and Mount Athos, or by another bishop who was present on Mount Athos, as did the bishops of Vardariou, Kasandreias and Melnik. Chrysoboulloi have been preserved in the archive of Hilandar to this day – primarily those concerning the legal position of Hilandar, i.e. those from 1198 and 1199; concerning the monastery’s property privileges, e.g. the chrysoboulloiof Emperor Andronikos II, of February and September 1321; these acts also include the charters dealing with the individual metochia of the monastery, which were kept and copied together, usually for the purpose of legal proceedings regarding certain metochia, e.g. acts regarding the metochion in Lozikion; B) revisions of documents, evidence of which are the notes written on the back of the documents and, particularly, the inventory of all Greek documents in the Old Serbian language from 1299/1300; C) finally, the classification of acts according to their importance and their arrangement in the appropriate deposits, as was done with the Greek acts around 1328.
LIBRARY OF HILANDAR – The first library fund is dated to the first three or four decades of the 13th century, i.e. in the period when Saint Sava was alive. Besides liturgical books, this fund also includes the oldest preserved transcript of the typikonof Hilandar and, probably, the gospels of Miroslav and Vukan. During the 13thand in the subsequent centuries, the library collection of Hilandar grew by means of the copying of books in the scriptoriaof Hilandar and by donations from rulers and other renowned persons, such as the Nomokanon, the copying of which was completed for Hilandar by the Bishop of Raška Grigorije, or the Tetraevangelion which King Milutin donated in 1316 to Saint Sabbas’ hesychasterion in Karyes.
SCRIBES – COPIERS. Besides the anonymous copyiers, who were always present in Hilandar, there were relatively numerous copiers who are known from the inscriptions they would enter at the end of a copied book. These usually contained a brief request to be mentioned, sometimes also the name of the scriptorium in which the transcript was made, information about the person commissioning the transcript, or incomplete chronological indications. The known scribes – copiers in the 13thcentury were the “sinful hieromonachosTeodul (Theodoulos)” and the grammatikosTeodul (Theodoulos); in the 14th century – Roman (Romanos), “Damjan (Damianos) hypourgos of Averkije (Aberkios),” Jov (Ιωβ) and the monk Marko (Markos); finally, at the start of the 15th century, it was Job or Jovan (Ιωάννης).
The efforts of the monks of Hilandar to preserve the monastery’s documents, the rich library and the relatively numerous talented and renowned scribes – copiers, who formed a separate school for scribes, confirm the view, presented long ago, of Hilandar, as the most significant cultural centre of the medieval Serbian state
Χαριτων Καρανασιοσ
Δ/ντὴς Ἐρευνῶν τοῦ Κέντρου Ἐρεύνης τοῦ Μεσαιωνικοῦ καὶ Νέου Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν
Ὁ παλαιότερος γνωστὸς κατάλογος χειρογράφων καὶ ἐντύπων τῆς Ι. Μ. Ἰβήρων (1723) καὶ ὁ πρώην Ἄρτης Νεόφυτος Μαυρομμάτης
Στὸν ἀκατάγραφο κώδ. Ἰβήρων 1945 εἶναι καταχωρισμένος ὁ παλαιότερος σωζόμενος κατάλογος τῶν ἐντύπων καὶ χειρογράφων βιβλίων τῆς μονῆς, χρονολογημένος στὶς 15 Μαΐου 1723. Ὁ κατάλογος ἀποτελεῖ συνάμα καὶ τὸν παλαιότερο σωζόμενο κατάλογο χειρογράφων μονῆς τοῦ Ἁγ. Ὄρους. Ὁ κατάλογος περιλαμβάνει περὶ τοὺς 850 τίτλους ἐντύπων καθὼς καὶ 115 χειρόγραφα - συνολικά, ἐλαφρῶς ὑπὲρ τῶν χιλίων τόμων. Βάσει τεκμηρίων ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία τοῦ πρώην Ἄρτης Νεοφύτου Μαυρομμάτη -ἀπὸ τὸν Μάρτιο 1723 ἐγκαταβίωνε στὴ μονὴ Ἰβήρων- μὲ τὸν Ἀναστάσιο Γόρδιο καὶ τὸν ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Νικόλαο Μαυροκορδάτο, διατυπώνεται ἡ ὑπόθεση ὅτι ὁ κατάλογος συντάχθηκε μὲ πρωτοβουλία τοῦ Νεοφύτου καὶ τὴν προτροπὴ τοῦ Νικολάου, ὁ ὁποῖος ἐνδιαφέρθηκε νὰ ἀποκτήσει χειρόγραφα τῆς μονῆς Ἰβήρων, καθὼς διατηροῦσε μία ἀπὸ τὶς σημαντικότερες βιβλιοθῆκες ἑλληνικῶν χειρογράφων στὴν Εὐρώπη κατὰ τὴν ἀνωτέρω ἐποχή. Ἀπὸ τὰ περιεχόμενα ἐντύπων καὶ χειρογράφων προκύπτει ὅτι ἡ μονὴ διέθετε σημαντικότατα κείμενα ἀρχαίων, βυζαντινῶν ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινῶν συγγραφέων. Βασικὸ desideratum γιὰ τὴν περαιτέρω μελέτη τοῦ καταλόγου ἀποτελεῖ ἡ ἔκδοση του, ἀλλὰ καὶ ἡ προσπάθεια ταύτισης τῶν ἐντύπων καὶ χειρογράφων ποὺ περιλαμβάνει, ὅσο τὸ ἐπιτρέπουν οἱ ἀποσπασματικοὶ τίτλοι.
Chariton Karanasios
Director of Research, Research Centre for Medieval
and Modern Hellenism, Academy of Athens
The oldest known catalogue of manuscripts and printed books of the Holy Monastery of Iviron (1723) and Neophytos Mavrommatis, former Metropolitan of Arta
The uncatalogued codex Iviron 1945 contains the oldest surviving catalogue of the monastery’s manuscripts and printed books, dated 15 May 1723. The catalogue is also the oldest surviving manuscript catalogue of any Athonite monastery. It contains the titles of about 850 printed books and 115 manuscripts – almost one thousand volumes in total. In the correspondence of Neophytos Mavrommatis, former Metropolitan of Arta (who resided at the Iviron Monastery from March 1723 onwards), with Anastasios Gordios and the Prince of Wallachia, Nicolas Mavrocordatos, there is evidence to suppose that the catalogue was compiled at Neophytos’ initiative and the urging of Nicolas, who was interested in acquiring manuscripts from Iviron Monastery as he kept one of the most important libraries of Greek manuscripts in Europe at the time. The catalogue’s contents reveal that the monastery possessed very important texts by ancient, Byzantine and post-Byzantine authors. A basic desideratum for the further study of the catalogue is that it should be published and that efforts should be made to identify the manuscripts and printed books that it contains, as far as the fragmentary nature of the titles allows.
Ζησησ Μελισσακησ
Παλαιογράφος – Ἰνστιτοῦτο Ἱστορικῶν Ἐρευνῶν / ΕΙΕ
Λόγιοι ταξιδιῶτες καὶ ἁγιορεῖτες μοναχοὶ στὶς ἀθωνικὲς βιβλιοθῆκες.
Συνάντηση ἐνδιαφερόντων, προσδοκιῶν, νοοτροπιῶν (15ος-19οςαἰ.)
Ἕνας σημαντικὸς ἀριθμὸς ἀπὸ τοὺς ταξιδιῶτες ποὺ περιηγήθηκαν τὸν Ἄθωνα μεταξὺ τοῦ 15ου καὶ τοῦ 19ου αἰ. διέθετε σὲ μεγαλύτερο ἢ μικρότερο βαθμὸ λόγια ἐνδιαφέροντα καὶ πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἐπισκέφθηκαν, ἢ ἐπεδίωξαν νὰ ἐπισκεφθοῦν, τὶς ἁγιορειτικὲς βιβλιοθῆκες μὲ σκοπὸ τὴν ἀνακάλυψη, τὴ μελέτη, ἀλλὰ συχνὰ καὶ τὴν ἀπόκτηση, σημαντικῶν χειρογράφων. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ἐπισκέψεών τους οἱ περιηγητὲς αὐτοὶ ἦλθαν σὲ ἐπαφὴ μὲ ἁγιορεῖτες μοναχοὺς ποὺ συνήθως δὲν συναισθάνονταν πλήρως τὴν ἀξία τῶν βιβλίων τους, ἀντιδρῶντας μὲ ποικίλους τρόπους στὶς ἐπιδιώξεις τῶν ξένων.
Στὴν ἀνακοίνωση ἐξετάζονται οἱ κυριότερες περιπτώσεις ξένων λογίων ποὺ ἐνδιαφέρθηκαν γιὰ τὶς ἀθωνικὲς βιβλιοθήκες μέχρι τὸν 19ο αἰ. καὶ κυρίως αὐτὴ τοῦ Ἕλληνα Μηνᾶ Μηνωίδη, γιὰ τὴν ὁποία διαθέτουμε πολλὲς πληροφορίες. Ἐξετάζεται τὸ ἐπίπεδο τῶν γνώσεών τους, οἱ σκοποί τους, ἡ στάση τῶν μοναχῶν ἀπέναντι στὴ λογιοσύνη καὶ στὴ διαφορετικότητά τους, καθὼς καὶ οἱ συνέπειες τῆς συνειδητοποίησης ἀπὸ τοὺς Ἁγιορεῖτες τῆς ἀξίας τῶν μοναστηριακῶν συλλογῶν τους.
Zisis Melissakis
Palaeography Specialist – Institute of Historical Research / NHRF
Learned travellers and Athonite monks in the libraries of Mount Athos. Meeting of interest, expectation, mentalities
(15th-19thcenturies)
A large number of travellers who visited Athos between the 15thand 19th centuries possessed to varying degrees a scholarly interest, and many visited or attempted to visit the libraries on Athos with a view to discover, study or frequently to obtain important manuscripts. During their visits, these travellers came into contact with Athonite monks who commonly did not fully appreciate the worth of their books and reacted in various ways to the foreigners’ requests.
In this paper, the major instances of foreign scholars’ interest in Athonite libraries up to the 19th century are examined, with particular focus on that of the Greek Minas Minoidis, about whom we have a great deal of information. Amongst the aspects examined are their level of knowledge, their motives, the monks’ stance towards both scholarship and the different characters of the foreigners. The consequences of the monks’ realisation of the value of their monastery collections are also investigated.
ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΚΟΙΤΙΔΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ
MOUNT ATHOS CRADLE OF SCHOLARSHIP DURING THE TIME OF TURKISH RULE
Συμεων Πασχαλιδησ
Ἀναπλ. Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ
Δημοσθενησ Κακλαμανοσ
Θεολόγος, ὑποψ. δρ Θεολογίας
Ὁ μοναχὸς Ἀγάπιος Λάνδος καὶ ἡ ἰδέα τῆς ἔκδοσης Συλλογῶν ἀπὸ ἁγιορειτικὰ χειρόγραφα: Ἡ Καλοκαιρινὴκαὶ ὁ ἀνέκδοτος δεύτερος τόμος της
Ὁ κρητικὸς μοναχὸς Ἀγάπιος Λάνδος, ποὺ ἀσκήτευσε γιά ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα τῆς ζωῆς του στό Ἅγιον Ὄρος, ἀποτελεῖ ἕναν ἀπό τούς σημαντικότερους λογίους τοῦ 17ου αἰώνα. Στήν ἁγιορειτική περίοδο τοῦ βίου του ἀνήκει μάλιστα ἕνα σημαντικό τμῆμα τῆς συγγραφικῆς καί ἐκδοτικῆς του δραστηριότητας. Tό ἔργο τοῦ Λάνδου ὑπῆρξε πολύ σημαντικό καί τά βιβλία πού ἐξέδωσε γνώρισαν ἀλλεπάλληλες ἐπανεκδόσεις, ἀκόμη καὶ ὣς τὶς μέρες μας, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χαρακτηρίζονται δικαίως ὡς τὰ «μπεστ-σέλερ τῆς Τουρκοκρατίας καὶ τοῦ 19ου αἰώνα».
Τό γεγονός τῆς ἔντυπης ἐκδόσεως σημαντικότατων πνευματικῶν ἔργων, ὅπως τό Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία,ὁ Θηκαρᾶς καί τό Θεοτοκάριον, καθώς καί συλλογῶν βυζαντινῶν ἁγιολογικῶν κειμένων, ὅπως ὁ Παράδεισος, τό Ἐκλόγιον, ὁ Nέος Παράδεισος καί ἡ Kαλοκαιρινή, συνιστᾶ,πέραν τῆς σημασίας τους γιὰ τὴν ἱστορία τοῦ ἑλληνικοῦ βιβλίου καὶ τὴ μελέτη τῆς δημώδους γλώσσας τῆς ἐποχῆς τοῦ Λάνδου, μία ἰδιαίτερη συμβολή τοῦ σπουδαίου αὐτοῦ Ἁγιορείτη λογίου. Αὐτό ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι στό ἔργο τοῦ Ἀγαπίου Λάνδου ἐντοπίζονται γιά πρώτη φορά συναρμοσμένες ἡ ἰδέα τῆς συλλογῆς μέ ἐκείνην τῆς παραφράσεως καί κυρίως τῆς ἔντυπης ἐκδόσεως αὐτῶν τῶν ἔργων, στοιχεῖο πού μᾶς ἐπιτρέπει νά μιλοῦμε για ἐκφράσεις ἑνός «ἀθωνικοῦ ἐγκυκλοπαιδισμοῦ».
Στήν εἰσήγησή μας παρουσιάζεται ἕνα ἀτελῶς ἐκδεδομένο ἔργο του, ἡ Καλοκαιρινή, στό ὁποῖο ὁ Λάνδος ἐπέλεξε νά περιλάβει 26 βυζαντινά ἁγιολογικά κείμενα γιά ἁγίους πού ἑορτάζουν κατά τό δεύτερο ἑξάμηνο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους (Μάρτιος-Αὔγουστος), τά ὁποῖα συνέλεξε ἀπό ἁγιορειτικούς κώδικες καί παρέφρασε στή δημώδη γλώσσα. Παρά τό γεγονός ὅτι ἡ Καλοκαιρινήἐκδόθηκεγιά πρώτη φορά αὐτοτελῶς τό 1656 στή Βενετία, προκύπτει πώς ὁ Ἀγάπιος προετοίμαζε ἕνα δεύτερο τόμο ἤ μία ἐμπλουτισμένη μέ ἐπιπλέον ἁγιολογικό ὑλικό νέα ἔκδοση πού δέν πρόλαβε νά πραγματοποιήσει, πιθανόν ἐξαιτίας τοῦ ἐπελθόντος θανάτου του.
Ὁ δεύτερος τόμος τῆς Καλοκαιρινῆς περιλαμβάνεται στόν Ἱεροσολυμιτικό κώδικα 567 τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου Σάβα, συσταχωμένος μαζί μέ τήν ἔντυπη Kαλοκαιρινή. Ὁ κώδικας αὐτός θεωρεῖται αὐτόγραφος τοῦ Ἀγαπίου Λάνδου καί ἐπιγράφεται, ὅπως καί τό ἐκδεδομένο ἔργο, Kαλοκαιρινή. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι περιλαμβάνει μεγαλύτερο ἀριθμό ἁγιολογικῶν κειμένων (30) ἀπό τόν πρῶτο, συμπληρώνοντας τά κενά του (π.χ. περιλαμβάνει τέσσερα κείμενα γιά ἁγίους τοῦ Ἀπριλίου, ἐνῶ στήν ἔντυπη ἔκδοση δέν ὑπάρχει κανένα), ἐνῶ τρία ἀπό τά περιληφθέντα ἔργα ἀφοροῦν σέ ἁγιορεῖτες ἁγίους (Πέτρος ὁ Ἀθωνίτης, Εὐθύμιος ὁ Ἴβηρ, καί Νήφων ὁ Ἀθωνίτης).
Symeon Paschalides
Associate Professor of the Faculty of Theology AUTH
Demosthenes Kaklamanos
Theologian, PhD candidate in Theology
The monk Agapios Landos and the idea of publishing Collections
of athonite manuscripts: the Kalokairine
and its unpublished second volume
The Cretan monk Agapios Landos, who lived for a long period of his life as an ascetic on Mount Athos, is one of the most important scholars of the 17th century. Indeed, a considerable part of his writing and publishing was carried out during the years he lived on Athos. Landos’ work was very important and the books that he published have been repeatedly reissued, even in our own time, to the extent that they have justifiably been described as the ‘bestsellers of the Turkish period and the 19th century.’
Apart from the importance that Landos’ printed editions have for the history of Greek books and the study of the vernacular in Landos’ day, the fact that printed editions were published of very important spiritual works, such as Hamartolon Soteria, Thekarasand the Theotokarion, as well as collections of Byzantine hagiological texts, such as the Paradeisos, the Eklogion, the Neos Paradeisos and the Kalokairine, lends the work of this great Athonite scholar a special significance. This is due to the fact that in Agapios Landos’ work we find for the first time the idea of compiling a collection of texts combined with the idea of paraphrasing, and, what is more, in printed editions of these works, a fact that permits us to describe these as expressions of an ‘Athonite encyclopaedism.’
In our paper we present an incompletely published work of his, the Kalokairine, in which Agapios chose to include 26 Byzantine hagiological texts on saints whose feast-days lie in the second half of the ecclesiastical year (March-August), which he gathered together from Athonite codices and paraphrased into the vernacular. Despite the fact that the Kalokairine was published for the first time as a complete edition in 1656 in Venice, it emerges that Agapios was preparing a second volume or a new edition enriched with additional hagiological material that he did not have time to finish, probably as a result of his death.
The second volume of the Kalokairine is contained in Codex 567 of the Monastery of St. Sabbas near Jerusalem, bound together with a printed version of the Kalokairine. This codex is believed to be in the hand of Agapios Landos himself and, like the published work, is entitled Kalokairine. It is noteworthy that it contains a larger number of hagiological texts (30) than the first volume, thus filling in various gaps in the former (e.g. it includes four texts on saints in the month of April, while the printed edition contains none), while three of the included works concern Athonite saints (Peter the Athonite, Euthymios of Iviron and Nephon the Athonite).
Αγαμεμνων Τσελικας
Φιλόλογος – Παλαιογράφος. Προϊστάμενος τοῦ Ἱστορικοῦ καὶ Παλαιογραφικοῦ Ἀρχείου τοῦ Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἐθνικῆς Τραπέζης
Μεταφράσεις λόγων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ βίων ἁγίων στὸ Ἅγιον Ὅρος (17ος-18ος αι.)
Μὲ ἀφορμὴ δύο χειρόγραφα ἁγιορειτικῆς προέλευσης τοῦ 17ου καὶ 18ου αἰώνα, τὸ ἕνα ἀνήκει στὴ συλλογὴ τοῦ Ἱστορικοῦ καὶ Παλαιογραφικοῦ Ἀρχείου καὶ περιέχει μετάφραση τοῦ Βίου καὶ τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, καὶ τὸ ἄλλο προέρχεται ἀπὸ τὴ μονὴ Ἁγίων Πάντων Πατρῶν καὶ περιέχει μετάφραση τῶν Ἀσκητικῶν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, γίνεται ἀναφορὰ στὸ θέμα τοῦ μεταφραστικοῦ κινήματος στὸ ἁπλοελληνικὸ ἰδίωμα θρησκευτικῶν κειμένων πού ἀναπτύχθηκε κυρίως στὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπὸ τὸν 17ον αἰώνα καὶ ἑξῆς. Θίγονται πλευρὲς τοῦ κινήματος ποὺ ἀφοροῦν τὰ πρόσωπα, τὰ κείμενα, τὶς ἀνάγκες ποὺ ἐξυπηρετοῦσαν οἱ μεταφράσεις αὐτὲς καὶ γενικότερα ἡ φιλολογική τους διάσταση στὸ πλαίσιο τῆς ἱστορίας τῆς νεοελληνικῆς γλώσσας καὶ γραμματείας.
Agamemnon Tselikas
Philologist – Palaeographer. Head of Historical and
Palaeographical Archive at the National Bank of Greece Cultural Foundation
Translations of Learned Fathers of the Church and the Lives of the Saints on Mount Athos (17th-18th centuries)
Two manuscripts deriving from Mount Athos of the 17thand 18th centuries, one belonging to the Historical and Palaeographical Collection and containing a translation of the Life and Miracles of St George, while the other from the Holy Monastery of All Saints, Patras, which contains the translation of the Ascetics of St Basil the Great, provide a focus on the movement of translating religious texts into simple vernacular Greek which developed principally on Mount Athos from the 17thcentury onwards. Aspects of this movement regarding the individuals, the texts, the needs these translations served as well as the general philological dimension are covered as a part of the history of the Modern Greek language and literature.
Παναγιωτης Ι. Σκαλτσης
Ἀναπλ. Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ
Ἡ περὶ τοῦ ἄρτου τῆς Προσκομιδῆς ἔριδα στὸ Ἅγιον Ὄρος κατὰ τὸν 17ο αἰώνα. Πρόσωπα καὶ Κείμενα
Στα μέσα του 17ου αιώνα προκλήθηκε «εκκλησιαστική διχοστασία, η περί της ιεράς προσκομιδής»όπως σημειώνει ο Μανουήλ Γεδεών. Κατά την έριδα αυτή, η οποία εξαπλώθηκε και έξω του Αγίου όρους, το πρόβλημα ήταν ποια είναι τα δεξιά του άρτου και πού τίθενται οι μερίδες της Παναγίας και των ταγμάτων των αγίων στο δισκάριο κατά την τέλεση της Προσκομιδής.
Το πρόβλημα ξεκίνησε από το έντυπο Ευχολόγιο που εκδόθηκε στη Βενετία το έτος 1609 από τον Αντώνιο Πινέλλο. Στο Ευχολόγιο αυτό, όπως και σε κείμενο του εκ Κρήτης καταγομένου πρώην ηγουμένου της Μονής Βατοπεδίου Βενεδίκτου, διατυπώθηκε η άποψη ότι τα δεξιά του αμνού, όπου τοποθετείται η μερίδα της Θεοτόκου και των αγίων, είναι το μέρος της δεξιάς χειρός του ιερέα καθώς αυτός λειτουργώντας βλέπει προς το θυσιαστήριο.
Οι Αγιορείτες, πιστοί στην παράδοση που θέλει τη μερίδα της Θεοτόκου να τίθεται δεξιά του αμνού, που αντιστοιχεί στο αριστερά του ιερέα, αντέδρασαν στη νέα εξέλιξη και απευθύνθηκαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ζητώντας την παρέμβασή του. Εκ του Πατριαρχείου προέρχονται τα εξής κείμενα τα οποία συνιστούν «αστασίαστον αγάπην» και τήρηση της παραδόσεως:
α) Επιστολή πατριαρχική του κυρ. Διονυσίου Γ΄ του Βαρδαλή (1662-1665).
β)Επιστολή συνοδική του πατριάρχου κυρ Παρθενίου Δ΄ του μογιλάλου (Μάιο του 1667).
γ)Απόκρισις μικρά (τις) του μεγάλου Ρήτορος της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας κυρ-Μπαλασίου (σύντομη και εκτενής μορφή, πρώτο ήμισυ του 17ου αι.)
Σχετικό με το θέμα είναι και το κείμενο «του θεοφιλεστάτου επισκόπου και σοφωτάτου μεγίστου διδασκάλου και θεολόγου κυρίου Ιλαρίωνος Τζιγάλα, επιστολή σταλθείσα εν των Αγιωνύμω Όρει προς Θεόκλητονεκκλησιάρχην της σεβασμίας και βασιλικής μονής των Ιβήρων περί της προσκομιδής». Από τα σημαντικότερα επίσης περί του ζητήματος κείμενα, προερχόμενο μάλιστα από το Άγιον Όρος, είναι και η περί της Προσκομιδής του αγίου άρτου πραγματεία του Ιερομονάχου Θεοκλήτου, εκκλησιάρχου και δομεστίχου της σεβασμίας και βασιλικής μονής των Ιβήρων (1665). Ο Θεόκλητος στηριζόμενος σε κείμενα του αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης, αλλά του ερμηνευτή της θείας Λειτουργίας Ιωάννου Ναθαναήλ (16ου αι.) υποστηρίζει το παραδεδομένον, ότι τα δεξιά του άρτου κατά την Προσκομιδή είναι αριστερά όπως βλέπει ο ιερέας όταν λειτουργεί. Η ερμηνεία αυτή έκτοτε αποτυπώθηκε και στο έντυπο Ευχολόγιο και η εν λόγω έριδα έληξε χωρίς άλλες διχοστασίες και εντάσεις.
Panagiotis I. Skaltsis
Associate agioritikesmnimes
Κριτων Χρυσοχοϊδησ
Διευθυντὴς Ἰνστιτούτου Ἱστορικῶν Ἐρευνῶν / ΕΙΕ
Ἡ Ἀθωνική Λογιοσύνη (10ος-19ος αἰ.).
Ἀπόπειρα γιά ἕνα ἱστορικό διάγραμμα
Ἡ Ἁγιορειτική Λογιοσύνη ὁριοθετεῖται κατ᾽ἀρχήν ἀπό τήν ὁποιασδήποτε μορφῆς ἤ εἴδους συγγραφική παραγωγή τῶν μοναχῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὡς Ἀθωνίτες λόγιοι, στήν προκειμένη περίπτωση, πρέπει κατ᾽ ἀρχήν να νοηθοῦν οἱ μοναχοί οἱ ὁποῖοι ἐγκαταβίωσαν μόνιμα στόν Ἄθω ἀναπτύσσοντας σχεδόν κατά κανόνα τή συγγραφική τους δραστηριότητα σέ κάποιο μεγάλο ἤ μικρότερο μοναστικό ἵδρυμα.
Στήν Ἁγιορειτική Λογιοσύνη ὅμως πρέπει νά συγκαταριθμηθεῖ καί πλείαδα μοναστῶν οἱ ὁποῖοι γιά κάποιο μακρό ἤ καί βραχύτερο διάστημα τοῦ παραγωγικοῦ τους βίου διέμειναν στόν Ἄθω ἀναπτύσσοντας παράλληλα οἱασδήποτε μορφῆς συγγραφική δραστηριότητα ἤ τουλάχιστον ἡ πνευματική τους παραγωγή καί ἡ καθιέρωσή τους ὀφείλεται σέ μέγιστο βαθμό στήν ἐκεῖ παρουσία τους.
Ὁ κύκλος τῶν Ἀθωνιτῶν λογίων διευρύνεται ἀκόμη περισσότερο ἐάν συμπεριληφθοῦν σέ αὐτόν καί οἱ ἀριθμητικά ἀκόμη περισσότεροι μοναχοί, κάτοχοι ἐκκλησιαστικῆς ἀλλά σχεδόν κατά κανόνα καί θύραθεν παιδείας, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν νά ἐπιδείξουν συστηματικό συγγραφικό ἤ ἐρανιστικό ἤ μεταφραστικό ἔργο, ὅμως ἡ πνευματική καλλιέργεια, μόρφωση καί εὐρυμάθεια ἀνιχνεύονται σέ ἐλάσσονες συγγραφές (π.χ. ἐπιστολογραφία).
Ἡ Ἁγιορειτική λογιοσύνη δέν ἀποτελεῖ αὐτόνομο πνευματικό φαινόμενο, ἀλλά:
α) Βρίσκεται (τουλάχιστον στούς βυζαντινούς χρόνους, ἀλλά σέ ἄλλες περιόδους τῶν μεταβυζαντινῶν χρόνων) σέ πλήρη ἀντιστοιχία μέ τόν βαθμό ἐγγραμματοσύνης τοῦ συνόλου τῶν μοναχῶν τῆς Ἀθωνικῆς μοναστικῆς κοινότητας.
β) Ἡ πυκνότητα τῆς παρουσίας λογίων μοναχῶν στό Ἅγιον Ὄρος ἀλλά καί τό μέγεθος καί τό εὖρος τῆς συγγραφικῆς παραγωγῆς τους συμπίπτει ἤ βαίνει παράλληλα μέ τήν ἐμφάνιση μεγάλων πνευματικῶν κινημάτων (π.χ. Ἡσυχασμός, κίνημα τῶν Κολλυβάδων) ἤ καί ἀλλότριων, κοσμικῶν ἰδεολογικῶν ρευμάτων τά ὁποῖα μεταφέρονται ἤ διαμορφώνονται στήν καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολή (π.χ. κίνημα τοῦ Νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ).
γ) Ἀναπτύσσεται ἀκολουθῶντας τίς ἱστορικές τύχες τοῦ ὀρθόδοξου κόσμου τόν ὁποῖον ἐκπροσωπεῖ.
Kriton Chryssochoidis
Director of the Institute for Historical Research,
National Hellenic Research Foundation.
Athonite Scholarship (10th-19th cent.).
An attempt at an historical outline
Athonite scholarship is primarily defined by the literary output, of whatever form or kind, of the monks of Mount Athos. The term ‘Athonite scholars’, in this particular case, should be understood as referring mainly to monks who resided permanently on Athos and who, almost without exception, engaged in their writing activeties at some sort of monastic foundation.
The term ‘Athonite scholars’, however, should also encompass a number of monks who resided on Athos for a particular period, of whatever length, of their literary lives, whilst they were engaged in writing activity of any form, or at least monks whose spiritual works and the establishment of those works are largely due to their presence there.
The circle of Athonite scholars could be extended even further to include the even larger number of monks who had received both an ecclesiastical education and, in most cases, a secular one; monks who have no systematic body of work as authors, compilers or translators to show for themselves yet whose spiritual cultivation, learning and erudition are evident in works of a minor nature (e.g. letters).
Athonite scholarship is not an autonomous spiritual phenomenon but:
a) Is (at least in the Byzantine period but also in other phases of the post-Byzantine era) in complete correspondence with the level of literacy of the monks of the Athonite monastic community as a whole;
b) The number of scholarly monks on Mount Athos, as well as the size and breadth of their literary output, coincides, or runs in parallel, with the appearance of major spiritual movements (e.g. Hesychasm, the Kollyvades movement) or external, secular ideological currents that are introduced into or formed in the Greek East (e.g. the Modern Greek Enlightenment);
c) Develops in accordance with the historical fortunes of the Greek world that it represents.
Κωνσταντινοσ Μαναφησ
Ὁμότ. Καθηγητὴς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς ΕΚΠΑ
Ἄγνωστος Βίος τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, ἀρχῶν τοῦ 11ου αἰῶνος
Στους δύο γνωστούς βίους τoυ οσίου Αθανασίου του Άθω, τον βίον Α και τον βίον Β, των οποίων η συγγραφή τοποθετείται το 1025 του Α και μεταξύ των ετών 1050-1150 του Β, προστίθεται με την ανακοίνωση αυτή τρίτος βίος του οσίου. Ο βίος αυτός περιέχεται στον μεμβράνιον Σιναϊτικόν κώδικα Μ63, του οποίου σώζονται δύο τετράδια (16 φφ.). Το όνομα του γραφέως δεν αναφέρεται, αποδεικνύεται όμως ότι ήταν Λαυριώτης μοναχός και εγκατεβίωνε στη Λαύρα υπό τον Όσιο Αθανάσιο Ηγούμενον. Η συγγραφή του βίου τοποθετείται ευθύς μετά την κοίμησιν του οσίου, το δε περιεχόμενον του ήταν γνωστό στους συγγραφείς των βίων Α και Β.
Κonstantinos Manafis
Emeritus Professor of the Faculty of Philosophy, NKUA
The unknown vita of Saint Athanasios the Athonite, early 11th century
To the two known vitae of Saint Athanasios the Athonite, vita A and vita B, which the literature dates at 1025 and between1050-1150 respectively, can, as this paper puts forward, be added a third vita. This vita is contained in the Codex Sinaiticus vellum parchment M63, of which two quires (16 pages) are extant. The name of the scribe is absent, though it has been proven to be a monk who resided at Lavra under Hegumen Athanasios. The authoring of the vita is dated immediately after the death of Athanasios, and its contents were known to the writers of vitae A and B.
Στεφανοσ Ευθυμιαδησ
Καθηγητὴς Ἀνοικτοῦ Πανεπιστημίου Κύπρου, Κοσμήτορας τῆς Σχολῆς Ἀνθρωπιστικῶν καὶ Κοινωνικῶν Ἐπιστημῶν
Λόγια καὶ ρητορικά στοιχεῖα στοὺς Βίους τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου του Ἀθωνίτη
Βασικὸς ἄξονας τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας πού, ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1960 καὶ μὲ ἀφορμὴ τὸν ἑορτασμὸ της χιλιετηρίδας τοῦ Ἀγίου Ὄρους, ἀφιερώθηκε στοὺς δύο Βίους τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, ὑπῆρξε τὸ ζήτημα τῆς χρονικῆς προτεραιότητας τοῦ ἑνὸς (Βίος Α) ἢ τοῦ ἄλλου (Βίος Β). Τὸ ἐνδιαφέρον αὐτὸ ἀνανεώθηκε τὴν ἑπόμενη δεκαετία μὲ τὴν κριτικὴ ἔκδοση τῶν δύο βιογραφιῶν τοῦ ἁγίου ἀπὸ τὸν Βέλγο Jacques Noret, ὁ ὁποῖος, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μελέτη τῆς χειρόγραφης παράδοσης, πλαισίωσε τὴν ἔκδοσή του μὲ ἐκτενὴ συζήτηση γύρω ἀπὸ τὸ θέμα αὐτό. Ἠ ἀπόδειξη τῆς ἀρχαιότητας τοῦ λογιότερου καὶ ἐκτενεστέρου Βίου Α ἔναντι τοῦ Βίου Β ἐξακολουθεῖ νὰ γεννᾶ εὔλογα ἐρωτήματα ὡς πρὸς τοὺς λόγους οἱ ὁποῖοι ὁδήγησαν, σὲ σύντομο σχετικὰ χρονικὸ διάστημα, στὴ συγγραφὴ καὶ δεύτερου Βίου γιὰ τὸν ἴδιο ἅγιο. Τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ συναρτῶνται ἄμεσα μὲ τὰ λόγια καὶ τὰ ρητορικὰ στοιχεῖα τῶν δύο κειμένων καὶ κατὰ τοῦτο ἀξίζουν νὰ διευρευνηθοῦν καὶ ὑπὸ τὴν προοπτικὴ αὐτή.
Stefanos Efthymiadis
Professor at the Open University of Cyprus, Dean
of the Faculty of Humanities and Social Sciences.
Scholarly and rhetorical elements in the vitae of St. Athanasios
the Athonite
A pivotal question in the scientific research that, since the 1960s and as a result of the celebration of Athos’s millenium, has been devoted to the two vitae of St. Athanasios the Athonite, has been the question of which of the two vitae (Vita A or Vita B) takes historical precedence. There was a resurgence of interest in this question in the following decade when the critical edition of the two biographies of the saint was published by the Belgian Jacques Noret, who, apart from studying the manuscript tradition, included an extensive discussion of the subject. The proof that the more scholarly and extensive Vita A is older than Vita B continues to raise plausible questions about the reasons that led, within a relatively short period of time, to the writing of a second vita of the same saint. These questions are directly connected with the scholarly and rhetorical elements of the two texts and so are worth investigating from this point of view.
Συμεων Πασχαλιδησ
Ἀναπλ. Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ
Ἐκφάνσεις τῆς λογιότητας στὸ Ἅγιον Ὄρο κατὰ τὴν Παλαιολόγεια περίοδο
Ἡ παλαιολόγεια περίοδος στό Ἅγιον Ὄρος χαρακτηρίζεται ἀπό τή μεγάλη πνευματική ἀκμή τοῦ 14ου καί τῶν ἀρχῶν τοῦ 15ου αἰώνα, πού ἐκφράστηκε μέσα ἀπό τήν ἵδρυση νέων Μονῶν καί τόν ἐμπλουτισμό τῶν πνευματικῶν θησαυρῶν τῶν Ἁγιορειτικῶν Βιβλιοθηκῶν, κυρίως δέ μέσα ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ Ἡσυχαστικοῦ κινήματος καί μιᾶς πλειάδος λογίων Ἁγιορειτῶν πού διεδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο μέ τό συγγραφικό ἔργο καί τήν ἐκκλησιαστική δραστηριότητά τους στίς πνευματικές ζυμώσεις καί ἀντιπαραθέσεις αὐτῆς τῆς κρίσιμης περιόδου.
Οἱ λόγιες συνιστῶσες αὐτῆς τῆς πνευματικῆς ἀναγέννησης πού παρατηρεῖται στόν παλαιολόγειο Ἄθωνα σχετίζονται ἄμεσα μέ τήν συνειδητή ἀναβάθμιση τῆς λειτουργίας τῶν μοναστηριακῶν Βιβλιοθηκῶν καί τῶν ἀντιγραφικῶν ἐργαστηρίων, πού ὀργανώνονται καλύτερα κατά τήν περίοδο αὐτή γιά νά ἀνταποκριθοῦν στίς αὐξημένες ἀνάγκες τῶν μοναστηριῶν, ἀλλά καί τίς νέες τάσεις κωδικοποίησης, ὅπως ἐκφράζονται μέσα ἀπό τή συγκρότηση ἁγιορειτικῶν συλλογῶν (Πανηγυρικά, Ὁμιλιάρια, Ὑπομνήματα, λειτουργικές συλλογές), στίς ὁποῖες θησαυρίζεται μέ συνειδητό τρόπο ἡ ἁγιορειτική πνευματική παραγωγή καί ἀποτυπώνεται ἡ ἀθωνική πνευματικότητα.
Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον ἐμφανίζει καί μία ἄλλη παράμετρος αὐτῆς τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου τοῦ πνεύματος τῆς λογιότητας στήν ἁγιορειτική πραγματικότητα: ἡ καλλιέργεια καί προβολή τῆς ἐγκυκλίου παιδείας καί τῆς ἀνάλογης πνευματικῆς παραγωγῆς, ὅπως μαρτυρεῖται στά ἔργα τῶν κύριων ἐκπροσώπων τῆς ἡσυχαστικῆς (Γρηγόριος Παλαμᾶς, Φιλόθεος Κόκκινος, Μακάριος Μακρῆς) ἀλλά καί τῶν ἀντιησυχαστικῆς (Πρόχορος Κυδώνης) παράδοσης στό Ἅγιον Ὄρος. Τό στοιχεῖο αὐτό συνδέεται ἀναπόσπαστα μέ τό ἀνάλογο πνευματικό status καί παιδευτικὸ πλαίσιο τῶν πόλεων ἀπό τίς ὁποῖες προέρχονταν τά πρόσωπα αὐτά, καθώς καί πολλοί ἄλλοι βυζαντινοί λόγιοι, «λόγων καὶ σοφίας παντοδαπῆς καὶ Mουσῶν τρόφιμοι», καί κυρίως τῆς Κωνσταντινούπολης καί τῆς Θεσσαλονίκης, τῶν κέντρων στὰ ὁποῖα καλλιεργήθηκε σὲ πολὺ ὑψηλὸ βαθμὸ ἡ ἐγκύκλιος παίδευσις κατά τούς παλαιολόγειους χρόνους.
Symeon Paschalides
Associate Professor of the School of Theology AUTH
Manivestations of Scholarship on Mount Athos
during the Palaeologan period
The Palaeologan period on Mount Athos is characterised by the great spiritual flowering of the 14thand early 15th centuries, which was expressed through the foundation of new monasteries, the enrichment of the spiritual treasures in the Athonite libraries, and, above all, through the appearance of the Hesychast movement and a number of Athonite scholars who, through their writings and ecclesiastical activities, played a leading role in the spiritual fermentations and controversies of this critical period.
The scholarly components of this spiritual renaissance on Palaeologan Athos are directly connected with the conscious improvement in the operation of the monastery libraries and the scriptoria, which were organised more effectively during this period so as to meet the increased needs of the monasteries, and also with the new tendencies towards codification, as was expressed in the formation of Athonite collections (panegyrika, homiliaria, hypomnemata, liturgical collections), which constituted a conscious attempt to amass Athos’s spiritual riches and compile a record of Athonite spirituality.
Another parameter of this triumphant entry of the spirit of scholarship into the reality of Athonite life is of particular interest: the cultivation and promotion of a general all-round education and an analogous spiritual output, as may be seen in the works of the chief exponents of the Hesychast (Gregory Palamas, Philotheos Kokkinos, Makarios Makres) and Anti-Hesychast (Prochoros Kydones) traditions on Mount Athos. This element is inextricably linked with the spiritual status and educational context of the cities from which these figures and numerous other Byzantine scholars – ‘students of learning, wisdom of all kinds and the Muses’ – came, most notably Constantinople and Thessalonica, the centres in which the enkyklios paideia (system of general education) was cultivated to a very high degree during the Palaeologan period.
Αγγελικη Δεληκαρη
Λέκτορας, Τμήματος Ἱστορίας καὶ Ἀρχαιολογίας τοῦ Α.Π.Θ.
Γεωργίου Γλαβᾶ Ὁμιλία εἰς τὴν Μεγάλη καὶ Ἁγία Παρασκευή.
Ἡ ἑλληνικὴ ἀθωνικὴ παράδοση καὶ παλαιοσλαβικὴ μετάφρασή της
Η χειρόγραφη παράδοση του έργου του Γεωργίου Γλαβά (μέσα 14ου αι.) Ομιλία εις την αγίαν και Μεγάλην Παρασκευήν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η Ομιλία μας είναι γνωστή όχι μόνο στο ελληνικό πρωτότυπο, αλλά και από την παλαιοσλαβική μετάφρασή της (η οποία παραδίδεται από τρία χειρόγραφα σερβικής παραλλαγής). Το ελληνικό κείμενο διασώζεται σε δύο χειρόγραφα, το ένα από τα οποία απόκειται στη Βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος. Η αρχαιότητα του ενός σλαβικού χειρογράφου, το οποίο χρονολογείται περί το 1360-1365, δηλαδή περίπου στην εποχή κατά την οποία έζησε και ο συγγραφέας της Ομιλίας, καθώς και η συγγένεια που διαπιστώνεται ότι έχει με το Λαυριωτικό χειρόγραφο, το μοναδικό που παραδίδει το πλήρες ελληνικό κείμενο της Ομιλίας, μας επιτρέπει να προβούμε σε διάφορες προτάσεις για την αποκατάσταση του κειμένου. Η ανακοίνωση αυτή αποτελεί μια πρόδρομη παρουσίαση της έκδοσης και του σχολιασμού του κειμένου που θα ακολουθήσει.
Angeliki Delikari
Lecturer of the School of History and Archaeology, Aristotle University of Thessaloniki
George Glabas’ Homily to the Great and Holy Paraskeve.
The Greek Athonite tradition and its Old Slavic translation
The manuscript tradition of George Glabas’ work (mid-14thcent.), Homily to the Great and Holy Paraskeve, is of particular interest. The Homily is known to us not only from the Greek original but also from its Old Slavic translation (which is transmitted by only three manuscripts in a Serbian variant). The Greek text is preserved in two manuscripts, one of which lies in the library of the Great Lavra Monastery on Mount Athos. The antiquity of the Slavic manuscript, which dates to c. 1360-1365, that is to say, about the time in which the author of the Homilyhimself lived, as well as the similarity it bears to the manuscript at the Great Lavra – the only one to transmit the complete Greek text of the Homily – permits us to put forward various proposals regarding the restoration of the text. This paper represents an initial presentation of the forthcoming publication of the text and accompanying commentary.
ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΛΟΓΙΟΙ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ: ΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΑΜΦΙΔΡΟΜΗ
ATHONITE SCHOLARS AND LIBRARIES: A TWO-WAY RELATIONSHIP
Φαιδων Χατζηαντωνιου
Ἀρχιτέκτων - Ἀναστηλωτὴς
Βιβλιοθῆκες στὴν Μονὴ Βατοπεδίου.
Κατηγορίες βιβλίων - Ὀργάνωση καὶ λειτουργία τῶν χώρων
Την ύπαρξη δύο βιβλιοθηκών στην Μονή Βατοπεδίου μαρτυρούν περιηγητές που την επισκέφθηκαν τον 18ο αιώνα (Κομνηνός, Μπάρσκι). Την εποχή εκείνη η "μεγάλη βιβλιοθήκη"βρισκόταν πάνω από το δοχειό, στο κέντρο της αυλής του μοναστηριού. Μία "μικρότερη βιβλιοθήκη" είδε ο Μπάρσκι στο καθολικό, πάνω από την λιτή, κοντά στα κατηχούμενα. Δείγματα αυτής της συλλογής ήρθαν στο φως σε αποθέτη εντός της στέγης του παρεκκλησίου του Αγίου Δημητρίου, κατά τη διάρκεια των εργασιών αποκατάστασης τμήματος της στέγης του καθολικού στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Μία τρίτη μικρή βιβλιοθήκη βρισκόταν σε διαμέρισμα του ορόφου πάνω από το ανατολικό τμήμα της τράπεζας. Κατά τις εργασίες αποκατάστασης του διανομείου της τράπεζας, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αποκαλύφθηκε στην βορειοανατολική γωνία του κτιρίου η παλαιά κοχλιωτή πετρόχτιστη σκάλα που οδηγούσε στα διαμερίσματα του ορόφου.
Δεύτερη μεγαλύτερη ανάμεσα στις αγιορειτικές βιβλιοθήκες ως προς τον αριθμό των χειρογράφων που ξεπερνούν τα 2.000, η βιβλιοθήκη της Μονής Βατοπεδίου στεγάζεται στον πύργο της Παναγίας, στην βορειοανατολική γωνία του περιβόλου, ενώ μέρος των παλαιτύπων μαζί με τις νεώτερες εκδόσεις στεγάζονται στο μέσον της βόρειας πτέρυγας.
Faidon Chatziantoniou
Architect-Restorer
Libraries at Vatopedi Monastery.
Book categories – Organisation and operation of spaces
Travellers who visited the Monastery of Vatopedi in the 18thcentury (Comnenos, Barsky) recount the existence of two libraries. At that time, the ‘Great library’ was located above the ‘docheion’ (olive-oil store), in the centre of the monastery cloisters. Barsky notes that he saw a ‘smaller library’ in the Katholikon, above the narthex (‘lete’), adjacent to the books of the catechism. Samples of this collection came to light in a storage space (‘apothetis’) in the roof of the chapel of Saint Dimitrios during restoration works on a section of the roof of the Katholikon in the mid 1980s. A third small library was to be found in an apartment on the floor above the eastern part of the refectory. During restoration works on the refectory mess (‘dianomeion’) in the early 90s, an old winding stone staircase was discovered in the north-eastern corner of the building which once led to the apartments of that floor.
The library of Vatopedi Monastery, which, holding over 2,000 manuscripts, is the second largest in numerical terms on Mount Athos, is housed in the Tower of the Virgin Mary, in the north-east corner of the monastery complex, while a part of the incunabula together with more recent publications are housed in the centre of the north wing.
Mirjiana Zivojinovic
Σερβικὴ Ἀκαδημία Ἐπιστημῶν καὶ Τεχνῶν
Ἀρχεῖο – Βιβλιοθήκη – Ἀντιγραφεῖς χειρογράφων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χιλιανδαρίου ἀπὸ τὸν 13ο καὶ τὸν 15ο αἰώνα
Ο πυρήνας του αρχείου και της βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου –ήτοι οι ιδρυτικές πράξεις και τα αναγκαία για την πνευματική ζωή της αδελφότητας βιβλία– δημιουργήθηκε, ως είθισται στα μοναστήρια, κατά τον χρόνο ίδρυσής της.
ΑΡΧΕΙΟ – Καθώς η σερβική Ιερά Μονή Χιλιανδαρίου ιδρύθηκε στην επικράτεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, έγγραφα που την αφορούσαν εξέδωσαν τόσο οι βυζαντινοί αυτοκράτορες όσο και οι σέρβοι ηγεμόνες. Τα έγγραφα αυτά –γραμμένα στην ελληνική και στην παλαιοσερβική γλώσσα αντίστοιχα– φυλάσσονται σε δύο ξεχωριστές συλλογές στο αρχείο της Μονής. Έχοντας επίγνωση της σημασίας αυτών των εγγράφων για την οικονομική και τη νομική υπόσταση της Μονής, οι μοναχοί της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου άρχισαν από πολύ νωρίς να λαμβάνουν μέτρα για τη συντήρησή τους, για τον σκοπό δε αυτόν ανέπτυξαν διάφορες δραστηριότητες, όπως:
α) συνέταξαν αντίγραφα των σημαντικότερων εγγράφων, τα οποία επικύρωνε κατά τον χρόνο σύνταξής τους ο εκάστοτε «Πρώτος» του Αγίου Όρους, πολύ συχνά δε ο Μητροπολίτης Ιερισσού και Αγίου Όρους ή κάποιος άλλος μητροπολίτης που ετύγχανε παρεπιδημών στο Άγιον Όρος, όπως κατά καιρούς συνέβη με τους μητροπολίτες Βαρδαρίου,Κασσανδρείας και Μελενίκου. Στο αρχείο της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου φυλάσσονται έως σήμερα χρυσόβουλα, πρωτίστως εκείνα που αφορούν το νομικό καθεστώς της Μονής, π.χ. τα σχετικά χρυσόβουλα των ετών 1198 και 1199, εκείνα που αφορούν περιουσιακής φύσεως προνόμια, π.χ. τα χρυσόβουλα που εξέδωσε ο αυτοκράτωρ Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος τον Φεβρουάριο και τον Σεπτέμβριο του 1321, καθώς και καταστατικοί χάρτες που αφορούν τα μετόχια της Μονής, των οποίων τα πρωτότυπα και τα αντίγραφα φυλάσσονταν μαζί, κατά κανόνα για λόγους διευκόλυνσης νομικών διαδικασιών που συνδέονταν με τα συγκεκριμένα μετόχια, π.χ. νομικές πράξεις που αφορούσαν το μετόχιον της Μονής στο Λοζίκι,
β) συγκέντρωσαν τις αναθεωρήσεις παλαιότερων εγγράφων, οι οποίες επισημαίνονται με σημειώσεις στην πίσω σελίδα των σχετικών εγγράφων, ιδίως δε αποδεικνύονται με βάση τον κατάλογο όλων των ελληνικών εγγράφων από το 1299-1300 ο οποίος συνετάγη στην παλαιοσερβική γλώσσα,
γ) τέλος, ταξινόμησαν τις σχετικές πράξεις σύμφωνα με την ιδιαίτερη βαρύτητά τους και λαμβάνοντας υπόψη την αρχική τους ταξινόμηση, όπως συνέβη με τις πράξεις που είχαν συνταχθεί στην ελληνική γλώσσα περί το 1328.
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΧΙΛΙΑΝΔΑΡΙΟΥ – Η ίδρυση της πρώτης βιβλιοθήκης ανάγεται στις πρώτες τρεις ή τέσσερις δεκαετίες του 13ουαιώνα, δηλαδή ενώ ακόμη ο Άγιος Σάββας ήταν εν ζωή. Εκτός από τα λειτουργικά βιβλία, η βιβλιοθήκη αυτή περιλαμβάνει το παλαιότερο σωζόμενο χειρόγραφο του «Τυπικού» της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου, καθώς και, κατά πάσα πιθανότητα, τα ευαγγέλια του Μίροσλαβ και του Βούκαν. Από τον 13ο αιώνα και εξής, η συλλογή της βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου εμπλουτίστηκε, αφενός μέσω της αντιγραφής βιβλίων στα εργαστήρια της Μονής και, αφετέρου, μέσω δωρεών ηγεμόνων και άλλων σημαντικών προσώπων, όπως συνέβη με τον «Νομοκανόνα», η αντιγραφή του οποίου για λογαριασμό της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου πραγματοποιήθηκε από τον Μητροπολίτη Ράσκας Γκριγκόριγιε, ή με το «Τετραευαγγέλιον» που δώρισε το 1316 ο βασιλιάς Μιλούτιν στο ησυχαστήριον του Αγίου Σάββα στις Καρυές.
ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΙΣ. Εκτός από τους ανώνυμους αντιγραφείς, των οποίων η παρουσία υπήρξε αδιάλειπτη στα εργαστήρια της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου, δεν είναι λίγοι οι επώνυμοι αντιγραφείς, τα ονόματα των οποίων γνωρίζουμε από τις επιγραφές που συνέτασσαν στον κολοφώνα του εκάστοτε αντιγραφέντος βιβλίου. Ο κολοφώνας συνήθως περιείχε σύντομη παράκληση να μνημονεύεται το όνομα του γραφέως, ενίοτε το όνομα του εργαστηρίου στο οποίο πραγματοποιήθηκε η αντιγραφή του βιβλίου, πληροφορίες σχετικά με τον παραγγελιοδότη του βιβλίου ή ελλιπείς χρονολογικές ενδείξεις. Οι γνωστοί αντιγραφείς του 13ου αιώνα ήταν «ο αμαρτωλός ιερομόναχος Θεόδουλος» και ο «γραμματικός Θεόδουλος». Οι γνωστοί αντιγραφείς του 14ουαιώνα ήταν ο Ρωμανός, ο «Δαμιανός, υπουργός του Αβερκίου», ο Ιώβ και ο μοναχός Μάρκος. Τέλος, γνωστός αντιγραφέας των αρχών του 15ου αιώνα είναι ο Ιώβ ή Γιοβάν (Ιωάννης).
Οι προσπάθειες των μοναχών της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου να διασώσουν τα έγγραφα και την πλούσια βιβλιοθήκη της Μονής, καθώς και οι σχετικώς πολυάριθμοι ταλαντούχοι και επώνυμοι αντιγραφείς, οι οποίοι δημιούργησαν ιδιαίτερη σχολή αντιγραφέων, επιβεβαιώνουν την παγιωμένη εδώ και χρόνια άποψη ότι η Ιερά Μονή Χιλιανδαρίου αποτέλεσε το σημαντικότερο πολιτισμικό κέντρο του μεσαιωνικού σερβικού κράτους.
Mirjiana Zivojinovic
Serbian Academy of Sciences and Arts
Archive – Library – Scribes of the Monastery of Hilandar
from the 13th to the 15th century
The core of the archive and the library of Hilandar – i.e. the founders’ acts and books necessary for the spiritual life of the brethren – was created, as is usual in monasteries, as soon as the monastery was founded.
ARCHIVE – Given that the Serbian Hilandar was founded on the territory of the Byzantine Empire, both Byzantine emperors and Serbian rulers issued documents to this monastery. The documents – in the Greek and the Old Serbian languages – are kept in the archive of the monastery in two separate groups. In their realisation of the importance of these acts for the economic and legal life of the monastery, the monks of Hilandar, at a very early date, began taking steps for their preservation, which was reflected through various activities: A) creating transcripts of the most important documents, which were then validated by the protos of Mount Athos, very often the bishop of Ierissos and Mount Athos, or by another bishop who was present on Mount Athos, as did the bishops of Vardariou, Kasandreias and Melnik. Chrysoboulloi have been preserved in the archive of Hilandar to this day – primarily those concerning the legal position of Hilandar, i.e. those from 1198 and 1199; concerning the monastery’s property privileges, e.g. the chrysoboulloiof Emperor Andronikos II, of February and September 1321; these acts also include the charters dealing with the individual metochia of the monastery, which were kept and copied together, usually for the purpose of legal proceedings regarding certain metochia, e.g. acts regarding the metochion in Lozikion; B) revisions of documents, evidence of which are the notes written on the back of the documents and, particularly, the inventory of all Greek documents in the Old Serbian language from 1299/1300; C) finally, the classification of acts according to their importance and their arrangement in the appropriate deposits, as was done with the Greek acts around 1328.
LIBRARY OF HILANDAR – The first library fund is dated to the first three or four decades of the 13th century, i.e. in the period when Saint Sava was alive. Besides liturgical books, this fund also includes the oldest preserved transcript of the typikonof Hilandar and, probably, the gospels of Miroslav and Vukan. During the 13thand in the subsequent centuries, the library collection of Hilandar grew by means of the copying of books in the scriptoriaof Hilandar and by donations from rulers and other renowned persons, such as the Nomokanon, the copying of which was completed for Hilandar by the Bishop of Raška Grigorije, or the Tetraevangelion which King Milutin donated in 1316 to Saint Sabbas’ hesychasterion in Karyes.
SCRIBES – COPIERS. Besides the anonymous copyiers, who were always present in Hilandar, there were relatively numerous copiers who are known from the inscriptions they would enter at the end of a copied book. These usually contained a brief request to be mentioned, sometimes also the name of the scriptorium in which the transcript was made, information about the person commissioning the transcript, or incomplete chronological indications. The known scribes – copiers in the 13thcentury were the “sinful hieromonachosTeodul (Theodoulos)” and the grammatikosTeodul (Theodoulos); in the 14th century – Roman (Romanos), “Damjan (Damianos) hypourgos of Averkije (Aberkios),” Jov (Ιωβ) and the monk Marko (Markos); finally, at the start of the 15th century, it was Job or Jovan (Ιωάννης).
The efforts of the monks of Hilandar to preserve the monastery’s documents, the rich library and the relatively numerous talented and renowned scribes – copiers, who formed a separate school for scribes, confirm the view, presented long ago, of Hilandar, as the most significant cultural centre of the medieval Serbian state
Χαριτων Καρανασιοσ
Δ/ντὴς Ἐρευνῶν τοῦ Κέντρου Ἐρεύνης τοῦ Μεσαιωνικοῦ καὶ Νέου Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν
Ὁ παλαιότερος γνωστὸς κατάλογος χειρογράφων καὶ ἐντύπων τῆς Ι. Μ. Ἰβήρων (1723) καὶ ὁ πρώην Ἄρτης Νεόφυτος Μαυρομμάτης
Στὸν ἀκατάγραφο κώδ. Ἰβήρων 1945 εἶναι καταχωρισμένος ὁ παλαιότερος σωζόμενος κατάλογος τῶν ἐντύπων καὶ χειρογράφων βιβλίων τῆς μονῆς, χρονολογημένος στὶς 15 Μαΐου 1723. Ὁ κατάλογος ἀποτελεῖ συνάμα καὶ τὸν παλαιότερο σωζόμενο κατάλογο χειρογράφων μονῆς τοῦ Ἁγ. Ὄρους. Ὁ κατάλογος περιλαμβάνει περὶ τοὺς 850 τίτλους ἐντύπων καθὼς καὶ 115 χειρόγραφα - συνολικά, ἐλαφρῶς ὑπὲρ τῶν χιλίων τόμων. Βάσει τεκμηρίων ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία τοῦ πρώην Ἄρτης Νεοφύτου Μαυρομμάτη -ἀπὸ τὸν Μάρτιο 1723 ἐγκαταβίωνε στὴ μονὴ Ἰβήρων- μὲ τὸν Ἀναστάσιο Γόρδιο καὶ τὸν ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Νικόλαο Μαυροκορδάτο, διατυπώνεται ἡ ὑπόθεση ὅτι ὁ κατάλογος συντάχθηκε μὲ πρωτοβουλία τοῦ Νεοφύτου καὶ τὴν προτροπὴ τοῦ Νικολάου, ὁ ὁποῖος ἐνδιαφέρθηκε νὰ ἀποκτήσει χειρόγραφα τῆς μονῆς Ἰβήρων, καθὼς διατηροῦσε μία ἀπὸ τὶς σημαντικότερες βιβλιοθῆκες ἑλληνικῶν χειρογράφων στὴν Εὐρώπη κατὰ τὴν ἀνωτέρω ἐποχή. Ἀπὸ τὰ περιεχόμενα ἐντύπων καὶ χειρογράφων προκύπτει ὅτι ἡ μονὴ διέθετε σημαντικότατα κείμενα ἀρχαίων, βυζαντινῶν ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινῶν συγγραφέων. Βασικὸ desideratum γιὰ τὴν περαιτέρω μελέτη τοῦ καταλόγου ἀποτελεῖ ἡ ἔκδοση του, ἀλλὰ καὶ ἡ προσπάθεια ταύτισης τῶν ἐντύπων καὶ χειρογράφων ποὺ περιλαμβάνει, ὅσο τὸ ἐπιτρέπουν οἱ ἀποσπασματικοὶ τίτλοι.
Chariton Karanasios
Director of Research, Research Centre for Medieval
and Modern Hellenism, Academy of Athens
The oldest known catalogue of manuscripts and printed books of the Holy Monastery of Iviron (1723) and Neophytos Mavrommatis, former Metropolitan of Arta
The uncatalogued codex Iviron 1945 contains the oldest surviving catalogue of the monastery’s manuscripts and printed books, dated 15 May 1723. The catalogue is also the oldest surviving manuscript catalogue of any Athonite monastery. It contains the titles of about 850 printed books and 115 manuscripts – almost one thousand volumes in total. In the correspondence of Neophytos Mavrommatis, former Metropolitan of Arta (who resided at the Iviron Monastery from March 1723 onwards), with Anastasios Gordios and the Prince of Wallachia, Nicolas Mavrocordatos, there is evidence to suppose that the catalogue was compiled at Neophytos’ initiative and the urging of Nicolas, who was interested in acquiring manuscripts from Iviron Monastery as he kept one of the most important libraries of Greek manuscripts in Europe at the time. The catalogue’s contents reveal that the monastery possessed very important texts by ancient, Byzantine and post-Byzantine authors. A basic desideratum for the further study of the catalogue is that it should be published and that efforts should be made to identify the manuscripts and printed books that it contains, as far as the fragmentary nature of the titles allows.
Ζησησ Μελισσακησ
Παλαιογράφος – Ἰνστιτοῦτο Ἱστορικῶν Ἐρευνῶν / ΕΙΕ
Λόγιοι ταξιδιῶτες καὶ ἁγιορεῖτες μοναχοὶ στὶς ἀθωνικὲς βιβλιοθῆκες.
Συνάντηση ἐνδιαφερόντων, προσδοκιῶν, νοοτροπιῶν (15ος-19οςαἰ.)
Ἕνας σημαντικὸς ἀριθμὸς ἀπὸ τοὺς ταξιδιῶτες ποὺ περιηγήθηκαν τὸν Ἄθωνα μεταξὺ τοῦ 15ου καὶ τοῦ 19ου αἰ. διέθετε σὲ μεγαλύτερο ἢ μικρότερο βαθμὸ λόγια ἐνδιαφέροντα καὶ πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἐπισκέφθηκαν, ἢ ἐπεδίωξαν νὰ ἐπισκεφθοῦν, τὶς ἁγιορειτικὲς βιβλιοθῆκες μὲ σκοπὸ τὴν ἀνακάλυψη, τὴ μελέτη, ἀλλὰ συχνὰ καὶ τὴν ἀπόκτηση, σημαντικῶν χειρογράφων. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ἐπισκέψεών τους οἱ περιηγητὲς αὐτοὶ ἦλθαν σὲ ἐπαφὴ μὲ ἁγιορεῖτες μοναχοὺς ποὺ συνήθως δὲν συναισθάνονταν πλήρως τὴν ἀξία τῶν βιβλίων τους, ἀντιδρῶντας μὲ ποικίλους τρόπους στὶς ἐπιδιώξεις τῶν ξένων.
Στὴν ἀνακοίνωση ἐξετάζονται οἱ κυριότερες περιπτώσεις ξένων λογίων ποὺ ἐνδιαφέρθηκαν γιὰ τὶς ἀθωνικὲς βιβλιοθήκες μέχρι τὸν 19ο αἰ. καὶ κυρίως αὐτὴ τοῦ Ἕλληνα Μηνᾶ Μηνωίδη, γιὰ τὴν ὁποία διαθέτουμε πολλὲς πληροφορίες. Ἐξετάζεται τὸ ἐπίπεδο τῶν γνώσεών τους, οἱ σκοποί τους, ἡ στάση τῶν μοναχῶν ἀπέναντι στὴ λογιοσύνη καὶ στὴ διαφορετικότητά τους, καθὼς καὶ οἱ συνέπειες τῆς συνειδητοποίησης ἀπὸ τοὺς Ἁγιορεῖτες τῆς ἀξίας τῶν μοναστηριακῶν συλλογῶν τους.
Zisis Melissakis
Palaeography Specialist – Institute of Historical Research / NHRF
Learned travellers and Athonite monks in the libraries of Mount Athos. Meeting of interest, expectation, mentalities
(15th-19thcenturies)
A large number of travellers who visited Athos between the 15thand 19th centuries possessed to varying degrees a scholarly interest, and many visited or attempted to visit the libraries on Athos with a view to discover, study or frequently to obtain important manuscripts. During their visits, these travellers came into contact with Athonite monks who commonly did not fully appreciate the worth of their books and reacted in various ways to the foreigners’ requests.
In this paper, the major instances of foreign scholars’ interest in Athonite libraries up to the 19th century are examined, with particular focus on that of the Greek Minas Minoidis, about whom we have a great deal of information. Amongst the aspects examined are their level of knowledge, their motives, the monks’ stance towards both scholarship and the different characters of the foreigners. The consequences of the monks’ realisation of the value of their monastery collections are also investigated.
ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΚΟΙΤΙΔΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ
MOUNT ATHOS CRADLE OF SCHOLARSHIP DURING THE TIME OF TURKISH RULE
Συμεων Πασχαλιδησ
Ἀναπλ. Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ
Δημοσθενησ Κακλαμανοσ
Θεολόγος, ὑποψ. δρ Θεολογίας
Ὁ μοναχὸς Ἀγάπιος Λάνδος καὶ ἡ ἰδέα τῆς ἔκδοσης Συλλογῶν ἀπὸ ἁγιορειτικὰ χειρόγραφα: Ἡ Καλοκαιρινὴκαὶ ὁ ἀνέκδοτος δεύτερος τόμος της
Ὁ κρητικὸς μοναχὸς Ἀγάπιος Λάνδος, ποὺ ἀσκήτευσε γιά ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα τῆς ζωῆς του στό Ἅγιον Ὄρος, ἀποτελεῖ ἕναν ἀπό τούς σημαντικότερους λογίους τοῦ 17ου αἰώνα. Στήν ἁγιορειτική περίοδο τοῦ βίου του ἀνήκει μάλιστα ἕνα σημαντικό τμῆμα τῆς συγγραφικῆς καί ἐκδοτικῆς του δραστηριότητας. Tό ἔργο τοῦ Λάνδου ὑπῆρξε πολύ σημαντικό καί τά βιβλία πού ἐξέδωσε γνώρισαν ἀλλεπάλληλες ἐπανεκδόσεις, ἀκόμη καὶ ὣς τὶς μέρες μας, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χαρακτηρίζονται δικαίως ὡς τὰ «μπεστ-σέλερ τῆς Τουρκοκρατίας καὶ τοῦ 19ου αἰώνα».
Τό γεγονός τῆς ἔντυπης ἐκδόσεως σημαντικότατων πνευματικῶν ἔργων, ὅπως τό Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία,ὁ Θηκαρᾶς καί τό Θεοτοκάριον, καθώς καί συλλογῶν βυζαντινῶν ἁγιολογικῶν κειμένων, ὅπως ὁ Παράδεισος, τό Ἐκλόγιον, ὁ Nέος Παράδεισος καί ἡ Kαλοκαιρινή, συνιστᾶ,πέραν τῆς σημασίας τους γιὰ τὴν ἱστορία τοῦ ἑλληνικοῦ βιβλίου καὶ τὴ μελέτη τῆς δημώδους γλώσσας τῆς ἐποχῆς τοῦ Λάνδου, μία ἰδιαίτερη συμβολή τοῦ σπουδαίου αὐτοῦ Ἁγιορείτη λογίου. Αὐτό ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι στό ἔργο τοῦ Ἀγαπίου Λάνδου ἐντοπίζονται γιά πρώτη φορά συναρμοσμένες ἡ ἰδέα τῆς συλλογῆς μέ ἐκείνην τῆς παραφράσεως καί κυρίως τῆς ἔντυπης ἐκδόσεως αὐτῶν τῶν ἔργων, στοιχεῖο πού μᾶς ἐπιτρέπει νά μιλοῦμε για ἐκφράσεις ἑνός «ἀθωνικοῦ ἐγκυκλοπαιδισμοῦ».
Στήν εἰσήγησή μας παρουσιάζεται ἕνα ἀτελῶς ἐκδεδομένο ἔργο του, ἡ Καλοκαιρινή, στό ὁποῖο ὁ Λάνδος ἐπέλεξε νά περιλάβει 26 βυζαντινά ἁγιολογικά κείμενα γιά ἁγίους πού ἑορτάζουν κατά τό δεύτερο ἑξάμηνο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους (Μάρτιος-Αὔγουστος), τά ὁποῖα συνέλεξε ἀπό ἁγιορειτικούς κώδικες καί παρέφρασε στή δημώδη γλώσσα. Παρά τό γεγονός ὅτι ἡ Καλοκαιρινήἐκδόθηκεγιά πρώτη φορά αὐτοτελῶς τό 1656 στή Βενετία, προκύπτει πώς ὁ Ἀγάπιος προετοίμαζε ἕνα δεύτερο τόμο ἤ μία ἐμπλουτισμένη μέ ἐπιπλέον ἁγιολογικό ὑλικό νέα ἔκδοση πού δέν πρόλαβε νά πραγματοποιήσει, πιθανόν ἐξαιτίας τοῦ ἐπελθόντος θανάτου του.
Ὁ δεύτερος τόμος τῆς Καλοκαιρινῆς περιλαμβάνεται στόν Ἱεροσολυμιτικό κώδικα 567 τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου Σάβα, συσταχωμένος μαζί μέ τήν ἔντυπη Kαλοκαιρινή. Ὁ κώδικας αὐτός θεωρεῖται αὐτόγραφος τοῦ Ἀγαπίου Λάνδου καί ἐπιγράφεται, ὅπως καί τό ἐκδεδομένο ἔργο, Kαλοκαιρινή. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι περιλαμβάνει μεγαλύτερο ἀριθμό ἁγιολογικῶν κειμένων (30) ἀπό τόν πρῶτο, συμπληρώνοντας τά κενά του (π.χ. περιλαμβάνει τέσσερα κείμενα γιά ἁγίους τοῦ Ἀπριλίου, ἐνῶ στήν ἔντυπη ἔκδοση δέν ὑπάρχει κανένα), ἐνῶ τρία ἀπό τά περιληφθέντα ἔργα ἀφοροῦν σέ ἁγιορεῖτες ἁγίους (Πέτρος ὁ Ἀθωνίτης, Εὐθύμιος ὁ Ἴβηρ, καί Νήφων ὁ Ἀθωνίτης).
Symeon Paschalides
Associate Professor of the Faculty of Theology AUTH
Demosthenes Kaklamanos
Theologian, PhD candidate in Theology
The monk Agapios Landos and the idea of publishing Collections
of athonite manuscripts: the Kalokairine
and its unpublished second volume
The Cretan monk Agapios Landos, who lived for a long period of his life as an ascetic on Mount Athos, is one of the most important scholars of the 17th century. Indeed, a considerable part of his writing and publishing was carried out during the years he lived on Athos. Landos’ work was very important and the books that he published have been repeatedly reissued, even in our own time, to the extent that they have justifiably been described as the ‘bestsellers of the Turkish period and the 19th century.’
Apart from the importance that Landos’ printed editions have for the history of Greek books and the study of the vernacular in Landos’ day, the fact that printed editions were published of very important spiritual works, such as Hamartolon Soteria, Thekarasand the Theotokarion, as well as collections of Byzantine hagiological texts, such as the Paradeisos, the Eklogion, the Neos Paradeisos and the Kalokairine, lends the work of this great Athonite scholar a special significance. This is due to the fact that in Agapios Landos’ work we find for the first time the idea of compiling a collection of texts combined with the idea of paraphrasing, and, what is more, in printed editions of these works, a fact that permits us to describe these as expressions of an ‘Athonite encyclopaedism.’
In our paper we present an incompletely published work of his, the Kalokairine, in which Agapios chose to include 26 Byzantine hagiological texts on saints whose feast-days lie in the second half of the ecclesiastical year (March-August), which he gathered together from Athonite codices and paraphrased into the vernacular. Despite the fact that the Kalokairine was published for the first time as a complete edition in 1656 in Venice, it emerges that Agapios was preparing a second volume or a new edition enriched with additional hagiological material that he did not have time to finish, probably as a result of his death.
The second volume of the Kalokairine is contained in Codex 567 of the Monastery of St. Sabbas near Jerusalem, bound together with a printed version of the Kalokairine. This codex is believed to be in the hand of Agapios Landos himself and, like the published work, is entitled Kalokairine. It is noteworthy that it contains a larger number of hagiological texts (30) than the first volume, thus filling in various gaps in the former (e.g. it includes four texts on saints in the month of April, while the printed edition contains none), while three of the included works concern Athonite saints (Peter the Athonite, Euthymios of Iviron and Nephon the Athonite).
Αγαμεμνων Τσελικας
Φιλόλογος – Παλαιογράφος. Προϊστάμενος τοῦ Ἱστορικοῦ καὶ Παλαιογραφικοῦ Ἀρχείου τοῦ Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἐθνικῆς Τραπέζης
Μεταφράσεις λόγων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ βίων ἁγίων στὸ Ἅγιον Ὅρος (17ος-18ος αι.)
Μὲ ἀφορμὴ δύο χειρόγραφα ἁγιορειτικῆς προέλευσης τοῦ 17ου καὶ 18ου αἰώνα, τὸ ἕνα ἀνήκει στὴ συλλογὴ τοῦ Ἱστορικοῦ καὶ Παλαιογραφικοῦ Ἀρχείου καὶ περιέχει μετάφραση τοῦ Βίου καὶ τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, καὶ τὸ ἄλλο προέρχεται ἀπὸ τὴ μονὴ Ἁγίων Πάντων Πατρῶν καὶ περιέχει μετάφραση τῶν Ἀσκητικῶν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, γίνεται ἀναφορὰ στὸ θέμα τοῦ μεταφραστικοῦ κινήματος στὸ ἁπλοελληνικὸ ἰδίωμα θρησκευτικῶν κειμένων πού ἀναπτύχθηκε κυρίως στὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπὸ τὸν 17ον αἰώνα καὶ ἑξῆς. Θίγονται πλευρὲς τοῦ κινήματος ποὺ ἀφοροῦν τὰ πρόσωπα, τὰ κείμενα, τὶς ἀνάγκες ποὺ ἐξυπηρετοῦσαν οἱ μεταφράσεις αὐτὲς καὶ γενικότερα ἡ φιλολογική τους διάσταση στὸ πλαίσιο τῆς ἱστορίας τῆς νεοελληνικῆς γλώσσας καὶ γραμματείας.
Agamemnon Tselikas
Philologist – Palaeographer. Head of Historical and
Palaeographical Archive at the National Bank of Greece Cultural Foundation
Translations of Learned Fathers of the Church and the Lives of the Saints on Mount Athos (17th-18th centuries)
Two manuscripts deriving from Mount Athos of the 17thand 18th centuries, one belonging to the Historical and Palaeographical Collection and containing a translation of the Life and Miracles of St George, while the other from the Holy Monastery of All Saints, Patras, which contains the translation of the Ascetics of St Basil the Great, provide a focus on the movement of translating religious texts into simple vernacular Greek which developed principally on Mount Athos from the 17thcentury onwards. Aspects of this movement regarding the individuals, the texts, the needs these translations served as well as the general philological dimension are covered as a part of the history of the Modern Greek language and literature.
Παναγιωτης Ι. Σκαλτσης
Ἀναπλ. Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ
Ἡ περὶ τοῦ ἄρτου τῆς Προσκομιδῆς ἔριδα στὸ Ἅγιον Ὄρος κατὰ τὸν 17ο αἰώνα. Πρόσωπα καὶ Κείμενα
Στα μέσα του 17ου αιώνα προκλήθηκε «εκκλησιαστική διχοστασία, η περί της ιεράς προσκομιδής»όπως σημειώνει ο Μανουήλ Γεδεών. Κατά την έριδα αυτή, η οποία εξαπλώθηκε και έξω του Αγίου όρους, το πρόβλημα ήταν ποια είναι τα δεξιά του άρτου και πού τίθενται οι μερίδες της Παναγίας και των ταγμάτων των αγίων στο δισκάριο κατά την τέλεση της Προσκομιδής.
Το πρόβλημα ξεκίνησε από το έντυπο Ευχολόγιο που εκδόθηκε στη Βενετία το έτος 1609 από τον Αντώνιο Πινέλλο. Στο Ευχολόγιο αυτό, όπως και σε κείμενο του εκ Κρήτης καταγομένου πρώην ηγουμένου της Μονής Βατοπεδίου Βενεδίκτου, διατυπώθηκε η άποψη ότι τα δεξιά του αμνού, όπου τοποθετείται η μερίδα της Θεοτόκου και των αγίων, είναι το μέρος της δεξιάς χειρός του ιερέα καθώς αυτός λειτουργώντας βλέπει προς το θυσιαστήριο.
Οι Αγιορείτες, πιστοί στην παράδοση που θέλει τη μερίδα της Θεοτόκου να τίθεται δεξιά του αμνού, που αντιστοιχεί στο αριστερά του ιερέα, αντέδρασαν στη νέα εξέλιξη και απευθύνθηκαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ζητώντας την παρέμβασή του. Εκ του Πατριαρχείου προέρχονται τα εξής κείμενα τα οποία συνιστούν «αστασίαστον αγάπην» και τήρηση της παραδόσεως:
α) Επιστολή πατριαρχική του κυρ. Διονυσίου Γ΄ του Βαρδαλή (1662-1665).
β)Επιστολή συνοδική του πατριάρχου κυρ Παρθενίου Δ΄ του μογιλάλου (Μάιο του 1667).
γ)Απόκρισις μικρά (τις) του μεγάλου Ρήτορος της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας κυρ-Μπαλασίου (σύντομη και εκτενής μορφή, πρώτο ήμισυ του 17ου αι.)
Σχετικό με το θέμα είναι και το κείμενο «του θεοφιλεστάτου επισκόπου και σοφωτάτου μεγίστου διδασκάλου και θεολόγου κυρίου Ιλαρίωνος Τζιγάλα, επιστολή σταλθείσα εν των Αγιωνύμω Όρει προς Θεόκλητονεκκλησιάρχην της σεβασμίας και βασιλικής μονής των Ιβήρων περί της προσκομιδής». Από τα σημαντικότερα επίσης περί του ζητήματος κείμενα, προερχόμενο μάλιστα από το Άγιον Όρος, είναι και η περί της Προσκομιδής του αγίου άρτου πραγματεία του Ιερομονάχου Θεοκλήτου, εκκλησιάρχου και δομεστίχου της σεβασμίας και βασιλικής μονής των Ιβήρων (1665). Ο Θεόκλητος στηριζόμενος σε κείμενα του αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης, αλλά του ερμηνευτή της θείας Λειτουργίας Ιωάννου Ναθαναήλ (16ου αι.) υποστηρίζει το παραδεδομένον, ότι τα δεξιά του άρτου κατά την Προσκομιδή είναι αριστερά όπως βλέπει ο ιερέας όταν λειτουργεί. Η ερμηνεία αυτή έκτοτε αποτυπώθηκε και στο έντυπο Ευχολόγιο και η εν λόγω έριδα έληξε χωρίς άλλες διχοστασίες και εντάσεις.
Panagiotis I. Skaltsis
Associate agioritikesmnimes
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Με "ζεστές" τσέπες θα παίξουν στον Άρη εναντίον του ΠΑΟΚ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ