2013-11-26 00:28:07
Κείμενο: Όμηρος Ταχμαζίδης
Το ιστορικό: Ο όρος ξενίζει: δημοκρατικός κομμουνισμός – δεν αναφέρομαι στον περίφημο τρίτο δρόμο προς τον σοσιαλισμό, ούτε στον ευρωκομμουνισμό. Ο όρος δεν είναι καν δική μου επινόηση: αφορά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και στην πολιτική παρουσία των διαφόρων εκδοχών της κομμουνιστικής Αριστεράς – την περίοδο από την ίδρυση έως τον εκσταλινισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (KPD). Ο δημοκρατικός κομμουνισμός είναι ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε για τον τίτλο ενός βιβλίου του Hermann Weber, με θέμα την ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, που κυκλοφόρησε το 1969: Demokratischer Kommunismus? Geschichte und Politik der kommunistischen Bewegung – Δημοκρατικός κομμουνισμός; Ιστορία και πολιτική του κομμουνιστικού κινήματος.
Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης: Η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας απέναντι στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης είναι ένα θέμα που έρχεται και επανέρχεται στις συζητήσεις που αφορούν στον (σημερινό) κίνδυνο από τον (ελληνικό) νατσισμό: η ευθύνη των κομμουνιστών ηγετών για την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία είναι ένα επιχείρημα που επικαλούνται όσοι πρεσβεύουν θεωρητικά τη σύγκλιση των δυνάμεων της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος ενάντια στον κίνδυνο του φασισμού – τα περισσότερα επιχειρήματα αναμασημένα δεν προσφέρουν περισσότερα στοιχεία στη συζήτηση, απλώς ενισχύουν «βεβαιότητες» και «αλήθειες».
Οι απαρχές και η κατάληξη: Για το λόγο αυτό θεωρώ ότι έχει κάποια σημασία η αναμόχλευση των αγνώστων πτυχών της γερμανικής κομμουνιστικής Αριστεράς την εποχή του Μεσοπολέμου: ο δημοκρατικός κομμουνισμός είναι ένας όρος με τον οποίο γίνεται προσπάθεια να περιγραφεί μια περιορισμένη αριθμητικά, αλλά ποιοτικά αξιόλογη πτυχή του γερμανικού κομμουνιστικού κινήματος – η δεκαετία του 1920 είναι κρίσιμη για την πορεία της συγκρότησης του μονολιθικού κομμουνιστικού κόμματος που ακολούθησε τις επόμενες δεκαετίες εξαιτίας της διαδικασίας του εκσταλινισμού των κομμουνιστικών κομμάτων
. Ο τελευταίος τεχνικός όρος δεν μπορεί να περιγράψει επακριβώς τη διαδικασία αποδημοκράτισης του κομμουνιστικού κινήματος στην Γερμανία: αν και στη Γερμανία δεν υπήρξε στη δεκαετία του 1920 κάτι αντίστοιχο με εκείνο του Αντόνιο Γκράμσι στην Ιταλία, κανείς δεν πρέπει να υποτιμήσει την κομμουνιστική αντιπολίτευση στο πλαίσιο του κομμουνιστικού κινήματος και τις θεωρητικές πολιτικές συμβολές στην κατεύθυνση μιας πιο «ανοιχτής» πολιτικής. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας (Αντιπολίτευση)( KPDO) και διάφοροι πολιτικοί και θεωρητικοί του έδωσαν απαράμιλλες πολιτικές αναλύσεις για την πορεία των πραγμάτων και για την ανάγκη συμμαχίας των εργατικών κομμάτων της χώρας, δηλαδή του Κομμουνιστικού και του Σοσιαλδημοκρατικού απέναντι στον κίνδυνο του νατσισμού. Κινήθηκαν δηλαδή στην αντίθετη εντελώς κατεύθυνση από αυτή που επέλεξε στο τέλος το Κομμουνιστικό Κόμμα και ο ηγέτης του Ernst «Teddy” Thaelmann – από το χαϊδευτικό “Teddy” του ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος, αποκλήθηκαν οι ομάδες κομματικών τραμπούκων που έδρασαν κατά της κομμουνιστικής αντιπολίτευσης «Teddy Rowdies».
Πρόκειται για την πορεία ενός πολιτικού επαναστατικού κινήματος, το οποίο επλήγη στις απαρχές του από δύο σημαντικές απώλειες: της Ρόζα Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λήμπκνεχτ. Η Ρ. Λούξεμπουργκ ήταν από τις πρώτες προσωπικότητες του επαναστατικού σοσιαλισμού που διατύπωσαν ανοικτά τις ενστάσεις τους ενάντια στις πολιτικές πρακτικές των Ρώσσων Μπολσεβίκων: «ελευθερία είναι πάντοτε η ελευθερία εκείνου που σκέφτεται διαφορετικά» - και μόνο αυτή η φράση της Γερμανίδας επαναστάτριας, την κατατάσσει στον αντίποδα της πολιτικής της δικτατορίας του προλεταριάτου, όπως διατυπώθηκε από τους Μπολσεβίκους.
Η κομμουνιστική αντιπολίτευση: Από τις καταβολές αυτές φαίνεται ότι άρδευε δύναμη και η αντιπολίτευση των δημοκρατικών Κομμουνιστών απέναντι στις επιλογές του Κομμουνιστικού Κόμματος: για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας ήταν αναγκαία η κατάκτηση της πλειοψηφίας των ανθρώπων της εργασίας μέσω του δημοκρατικού σχηματισμού της λαϊκής θέλησης. Η δημοκρατική κομμουνιστική αντιπολίτευση αντιλαμβανόταν, σε αντίθεση με την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης ως κατάκτηση και για αυτό απαιτούσε το σχηματισμό μετώπου των εργατικών κομμάτων απέναντι στον κίνδυνο του νατσισμού. Τελικώς, ο μεν σταλινισμός επικράτησε στο χώρο της γερμανικής κομμουνιστικής Αριστεράς, ο δε νατσισμός επικράτησε στην Γερμανία: και έστειλε «ορθόδοξους» κομμουνιστές, δημοκράτες κομμουνιστές, σοσιαλδημοκράτες, αστούς φιλελεύθερους και χριστιανούς αντιφρονούντες στις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Επίσης, η κομμουνιστική αντιπολίτευση είχε τοποθετηθεί ενάντια στις επεμβάσεις της Μόσχας και της Κομμουνιστικής Διεθνούς στα εσωτερικά του γερμανικού κομμουνιστικού κινήματος.
Το μάθημα: Υπάρχει ένας παλιός τόπος σε σχέση με τη σημασία της ιστορίας: historia magistra vitae – αποδίδεται στον Κικέρωνα. Όσο και εάν είναι ελκυστική αυτή η ρήση, η ιστορία δεν έχει παραδειγματικό χαρακτήρα για τις ανθρώπινες πράξεις: από την ιστορία δεν μαθαίνουν οι άνθρωποι, ή τουλάχιστον δεν μαθαίνουν με τον τρόπο που αυτοί νομίζουν ότι μαθαίνουν – το παράδειγμα της ανόδου της ελληνικής εκδοχής του χιτλερισμού στο πολιτικό προσκήνιο, καταδεικνύει το πόσο δύσκολα μαθαίνει κανείς από τα προηγούμενα παθήματά του. Από την ιστορία μαθαίνουμε ελάχιστα, γιατί απλούστατα αφορά παθήματα άλλων: το πάθημα μάθημα αφορά προσωπικές εμπειρίες, όχι ομάδες ατόμων και εθνών – αυτό φαίνεται συμβαίνει και στην ελληνική περίπτωση αναφορικά με την καταπολέμηση του νατσιστικού φαινομένου.
Αντιπολιτευτικά: Για να επιστρέψω στα ιστορικά δεδομένα: τα μέλη του λεγόμενου δημοκρατικού κομμουνισμού προειδοποιούσαν και τους κομμουνιστές και τους σοσιαλδημοκράτες για μια σειρά από ενδεχόμενα που αργότερα επιβεβαιώθηκαν με τον πιο οικτρό τρόπο – ότι για παράδειγμα ο Αδόλφος Χίτλερ δε θα παρέδιδε την εξουσία εκούσια, ότι θα καταργούσε την αστική δημοκρατία, ότι θα εξόντωνε το εργατικό κίνημα, ότι θα προετοίμαζε έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο, ακόμη ότι αποσκοπούσε στην ωμή δουλεία των υποταγμένων λαών και ότι εκπροσωπούσε μια ρατσιστική ιδεολογία. Επίσης επεσήμαναν τις σημαντικές διαφορές ανάμεσα στον ιταλικό φασισμό και τον γερμανικό νατσισμό υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, τον απάνθρωπο αντισημιτισμό των χιτλερικών. Για αυτό έπρεπε οι κομμουνιστές και οι υπόλοιποι Αριστεροί να υποστηρίξουν την Δημοκρατία της Βαϊμάρης: αναφορικά δε με την περίφημη δικτατορία του προλεταριάτου, αν και δεν την απέρριπταν, έδιναν μια εντελώς διαφορετική ερμηνεία από εκείνη που έδιδε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας και η Κομμουνιστική Διεθνής: « Η προλεταριακή δικτατορία είναι μόνο δυνατή, όταν στηρίζεται και μεταφέρεται από την επαναστατική θέληση για αγώνα της πλειονότητας των εργατών, προς το συμφέρον των οποίων βρίσκεται η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Εναντίον σε αυτή την θέληση πλειοψηφίας δεν είναι ποτέ δυνατή η προλεταριακή δικτατορία σε αναπτυγμένες χώρες όπως η Γερμανία. Όποιος προπαγανδίζει κάτι άλλο, δεν προπαγανδίζει τον κομμουνισμό, αλλά ένα συγκεχυμένο μείγμα από αναρχοσυνδικαλιστικό μπλανκισμό».
Λησμονημένα: Θεωρώ ότι παρόμοιοι προβληματισμοί – σήμερα ιστορικά ξεπερασμένοι – ταλανίζουν ακόμη μεγάλα τμήματα της ελληνικής Αριστεράς και μαζί με αυτά ολόκληρο τον ελληνικό λαό : αυτός είναι και ο λόγος που επιστρέφω στον Μεσοπόλεμο και αναφέρομαι στην άνοδο του νατσισμού στην Γερμανία – η σημερινή Ελλάδα δεν είναι η Γερμανία του Μεσοπολέμου, αλλά κάποιοι κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να μετατρέψουν την καθημερινότητά μας σε καρικατούρα εκείνης της εποχής. Και αυτοί δεν είναι μόνο οι κωμικοτραγικοί με τους ξυρισμένους εγκεφάλους και τις καμμένες φλάντζες, αλλά και πολλοί άλλοι που συμβάλλουν με τον τρόπο τους στη δημιουργία πολιτικής ατμόσφαιρας τύπου Δημοκρατίας της Βαϊμάρης: ένας τρόπος είναι να στιγματίζεις τους πάντες ως «φασίστες» και τα πάντα ως «φασιστικά» - όποιος νομίζει ότι αυτό είναι ελληνικό προνόμιο δεν έχει παρά να θυμηθεί τον χαρακτηρισμό της σοσιαλδημοκρατίας ως «αριστερής πτέρυγας του φασισμού», κάτι που επέκριναν τότε με σφοδρότητα οι «δημοκρατικοί κομμουνιστές» που αντιπολιτευόταν το Κομμουνιστικό Κόμμα και τη μονολιθική πολιτική του.
Η μονολιθικότητα καταγραφόταν και στη γλώσσα της καθημερινότητας: με τα λόγια ενός σημαντικού εκπροσώπου του μικρού δημοκρατικού ρεύματος στο χώρο του γερμανικού κομμουνισμού, του August Thalheimer - «Με τον καιρό έγινε σε εμάς το κάθε τι και ο καθένας φασισμός. Ο φασισμός έγινε η νύχτα, στην οποία εξαφανίσθηκαν όλες οι ταξικές και πολιτικοκομματικές διαφορές… Ο φασισμός δεν ήταν μόνο ο Χίτλερ, αλλά και η γερμανική δημοκρατικά ενδεδυμένη μεγαλοαστική τάξη με αιχμή τον Seeckt. Η σοσιαλδημοκρατία έγινε “η αριστερή πτέρυγα του φασισμού”». [Όσοι έχουν ασχοληθεί με τον Καρλ Μαρξ αντιλαμβάνονται ότι πίσω από αυτή την άποψη του August Thalheimer βρίσκεται η θέση του ιδρυτή του διαλεκτικού υλισμού για τον «βονοπαρτισμό», όπως την ανέπτυξε στις εργασίες του «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία» και «Η 18η Μπρυμαίρ του Λ. Βονοπάρτη»].
Επίκαιρα: Κάποιες από τις εμ πειρίες εκείνης της εποχής έχουν σημασία και σήμερα: δεν έχουν διδακτική σημασία, αλλά είναι υλικό για σύγκριση με ανάλογες πολιτικές και πρακτικές – το κακό εμφανίζεται με διάφορα προσωπεία για να αποκρύψει το πραγματικό του πρόσωπο. Όσοι συμβάλλουν σε αυτήν την απόκρυψη συμβάλλουν στην επικράτηση του: «Οι νάτσηδες πρόβαλλαν την αξίωση, να αγωνισθούν με πόλεμο για την εθνική απελευθέρωση της Γερμανίας από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Οι κομμουνιστές εξαναγκάσθηκαν από σύμπασα την Κομμουνιστική Διεθνή αντί να αντιπαραθέσουν σε αυτή την καθαρά ιμπεριαλιστική λύση εκείνη του διεθνούς σοσιαλισμού, να συναγωνίζονται με τους φασίστες στην ανακοίνωση μιας λαϊκής επανάστασης για εθνική απελευθέρωση από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών» - όσοι σήμερα στην Ελλάδα μιλούν με εθνικοπατριωτικό στόμφο για «Κατοχές» και άλλα παρόμοια δεν απέχουν πολύ από την πολιτική και την πρακτική του σταλινικού Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Tromaktiko
Το ιστορικό: Ο όρος ξενίζει: δημοκρατικός κομμουνισμός – δεν αναφέρομαι στον περίφημο τρίτο δρόμο προς τον σοσιαλισμό, ούτε στον ευρωκομμουνισμό. Ο όρος δεν είναι καν δική μου επινόηση: αφορά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και στην πολιτική παρουσία των διαφόρων εκδοχών της κομμουνιστικής Αριστεράς – την περίοδο από την ίδρυση έως τον εκσταλινισμό του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (KPD). Ο δημοκρατικός κομμουνισμός είναι ένας όρος που χρησιμοποιήθηκε για τον τίτλο ενός βιβλίου του Hermann Weber, με θέμα την ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, που κυκλοφόρησε το 1969: Demokratischer Kommunismus? Geschichte und Politik der kommunistischen Bewegung – Δημοκρατικός κομμουνισμός; Ιστορία και πολιτική του κομμουνιστικού κινήματος.
Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης: Η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας απέναντι στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης είναι ένα θέμα που έρχεται και επανέρχεται στις συζητήσεις που αφορούν στον (σημερινό) κίνδυνο από τον (ελληνικό) νατσισμό: η ευθύνη των κομμουνιστών ηγετών για την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία είναι ένα επιχείρημα που επικαλούνται όσοι πρεσβεύουν θεωρητικά τη σύγκλιση των δυνάμεων της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος ενάντια στον κίνδυνο του φασισμού – τα περισσότερα επιχειρήματα αναμασημένα δεν προσφέρουν περισσότερα στοιχεία στη συζήτηση, απλώς ενισχύουν «βεβαιότητες» και «αλήθειες».
Οι απαρχές και η κατάληξη: Για το λόγο αυτό θεωρώ ότι έχει κάποια σημασία η αναμόχλευση των αγνώστων πτυχών της γερμανικής κομμουνιστικής Αριστεράς την εποχή του Μεσοπολέμου: ο δημοκρατικός κομμουνισμός είναι ένας όρος με τον οποίο γίνεται προσπάθεια να περιγραφεί μια περιορισμένη αριθμητικά, αλλά ποιοτικά αξιόλογη πτυχή του γερμανικού κομμουνιστικού κινήματος – η δεκαετία του 1920 είναι κρίσιμη για την πορεία της συγκρότησης του μονολιθικού κομμουνιστικού κόμματος που ακολούθησε τις επόμενες δεκαετίες εξαιτίας της διαδικασίας του εκσταλινισμού των κομμουνιστικών κομμάτων
Πρόκειται για την πορεία ενός πολιτικού επαναστατικού κινήματος, το οποίο επλήγη στις απαρχές του από δύο σημαντικές απώλειες: της Ρόζα Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λήμπκνεχτ. Η Ρ. Λούξεμπουργκ ήταν από τις πρώτες προσωπικότητες του επαναστατικού σοσιαλισμού που διατύπωσαν ανοικτά τις ενστάσεις τους ενάντια στις πολιτικές πρακτικές των Ρώσσων Μπολσεβίκων: «ελευθερία είναι πάντοτε η ελευθερία εκείνου που σκέφτεται διαφορετικά» - και μόνο αυτή η φράση της Γερμανίδας επαναστάτριας, την κατατάσσει στον αντίποδα της πολιτικής της δικτατορίας του προλεταριάτου, όπως διατυπώθηκε από τους Μπολσεβίκους.
Η κομμουνιστική αντιπολίτευση: Από τις καταβολές αυτές φαίνεται ότι άρδευε δύναμη και η αντιπολίτευση των δημοκρατικών Κομμουνιστών απέναντι στις επιλογές του Κομμουνιστικού Κόμματος: για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας ήταν αναγκαία η κατάκτηση της πλειοψηφίας των ανθρώπων της εργασίας μέσω του δημοκρατικού σχηματισμού της λαϊκής θέλησης. Η δημοκρατική κομμουνιστική αντιπολίτευση αντιλαμβανόταν, σε αντίθεση με την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης ως κατάκτηση και για αυτό απαιτούσε το σχηματισμό μετώπου των εργατικών κομμάτων απέναντι στον κίνδυνο του νατσισμού. Τελικώς, ο μεν σταλινισμός επικράτησε στο χώρο της γερμανικής κομμουνιστικής Αριστεράς, ο δε νατσισμός επικράτησε στην Γερμανία: και έστειλε «ορθόδοξους» κομμουνιστές, δημοκράτες κομμουνιστές, σοσιαλδημοκράτες, αστούς φιλελεύθερους και χριστιανούς αντιφρονούντες στις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Επίσης, η κομμουνιστική αντιπολίτευση είχε τοποθετηθεί ενάντια στις επεμβάσεις της Μόσχας και της Κομμουνιστικής Διεθνούς στα εσωτερικά του γερμανικού κομμουνιστικού κινήματος.
Το μάθημα: Υπάρχει ένας παλιός τόπος σε σχέση με τη σημασία της ιστορίας: historia magistra vitae – αποδίδεται στον Κικέρωνα. Όσο και εάν είναι ελκυστική αυτή η ρήση, η ιστορία δεν έχει παραδειγματικό χαρακτήρα για τις ανθρώπινες πράξεις: από την ιστορία δεν μαθαίνουν οι άνθρωποι, ή τουλάχιστον δεν μαθαίνουν με τον τρόπο που αυτοί νομίζουν ότι μαθαίνουν – το παράδειγμα της ανόδου της ελληνικής εκδοχής του χιτλερισμού στο πολιτικό προσκήνιο, καταδεικνύει το πόσο δύσκολα μαθαίνει κανείς από τα προηγούμενα παθήματά του. Από την ιστορία μαθαίνουμε ελάχιστα, γιατί απλούστατα αφορά παθήματα άλλων: το πάθημα μάθημα αφορά προσωπικές εμπειρίες, όχι ομάδες ατόμων και εθνών – αυτό φαίνεται συμβαίνει και στην ελληνική περίπτωση αναφορικά με την καταπολέμηση του νατσιστικού φαινομένου.
Αντιπολιτευτικά: Για να επιστρέψω στα ιστορικά δεδομένα: τα μέλη του λεγόμενου δημοκρατικού κομμουνισμού προειδοποιούσαν και τους κομμουνιστές και τους σοσιαλδημοκράτες για μια σειρά από ενδεχόμενα που αργότερα επιβεβαιώθηκαν με τον πιο οικτρό τρόπο – ότι για παράδειγμα ο Αδόλφος Χίτλερ δε θα παρέδιδε την εξουσία εκούσια, ότι θα καταργούσε την αστική δημοκρατία, ότι θα εξόντωνε το εργατικό κίνημα, ότι θα προετοίμαζε έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο, ακόμη ότι αποσκοπούσε στην ωμή δουλεία των υποταγμένων λαών και ότι εκπροσωπούσε μια ρατσιστική ιδεολογία. Επίσης επεσήμαναν τις σημαντικές διαφορές ανάμεσα στον ιταλικό φασισμό και τον γερμανικό νατσισμό υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, τον απάνθρωπο αντισημιτισμό των χιτλερικών. Για αυτό έπρεπε οι κομμουνιστές και οι υπόλοιποι Αριστεροί να υποστηρίξουν την Δημοκρατία της Βαϊμάρης: αναφορικά δε με την περίφημη δικτατορία του προλεταριάτου, αν και δεν την απέρριπταν, έδιναν μια εντελώς διαφορετική ερμηνεία από εκείνη που έδιδε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας και η Κομμουνιστική Διεθνής: « Η προλεταριακή δικτατορία είναι μόνο δυνατή, όταν στηρίζεται και μεταφέρεται από την επαναστατική θέληση για αγώνα της πλειονότητας των εργατών, προς το συμφέρον των οποίων βρίσκεται η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Εναντίον σε αυτή την θέληση πλειοψηφίας δεν είναι ποτέ δυνατή η προλεταριακή δικτατορία σε αναπτυγμένες χώρες όπως η Γερμανία. Όποιος προπαγανδίζει κάτι άλλο, δεν προπαγανδίζει τον κομμουνισμό, αλλά ένα συγκεχυμένο μείγμα από αναρχοσυνδικαλιστικό μπλανκισμό».
Λησμονημένα: Θεωρώ ότι παρόμοιοι προβληματισμοί – σήμερα ιστορικά ξεπερασμένοι – ταλανίζουν ακόμη μεγάλα τμήματα της ελληνικής Αριστεράς και μαζί με αυτά ολόκληρο τον ελληνικό λαό : αυτός είναι και ο λόγος που επιστρέφω στον Μεσοπόλεμο και αναφέρομαι στην άνοδο του νατσισμού στην Γερμανία – η σημερινή Ελλάδα δεν είναι η Γερμανία του Μεσοπολέμου, αλλά κάποιοι κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να μετατρέψουν την καθημερινότητά μας σε καρικατούρα εκείνης της εποχής. Και αυτοί δεν είναι μόνο οι κωμικοτραγικοί με τους ξυρισμένους εγκεφάλους και τις καμμένες φλάντζες, αλλά και πολλοί άλλοι που συμβάλλουν με τον τρόπο τους στη δημιουργία πολιτικής ατμόσφαιρας τύπου Δημοκρατίας της Βαϊμάρης: ένας τρόπος είναι να στιγματίζεις τους πάντες ως «φασίστες» και τα πάντα ως «φασιστικά» - όποιος νομίζει ότι αυτό είναι ελληνικό προνόμιο δεν έχει παρά να θυμηθεί τον χαρακτηρισμό της σοσιαλδημοκρατίας ως «αριστερής πτέρυγας του φασισμού», κάτι που επέκριναν τότε με σφοδρότητα οι «δημοκρατικοί κομμουνιστές» που αντιπολιτευόταν το Κομμουνιστικό Κόμμα και τη μονολιθική πολιτική του.
Η μονολιθικότητα καταγραφόταν και στη γλώσσα της καθημερινότητας: με τα λόγια ενός σημαντικού εκπροσώπου του μικρού δημοκρατικού ρεύματος στο χώρο του γερμανικού κομμουνισμού, του August Thalheimer - «Με τον καιρό έγινε σε εμάς το κάθε τι και ο καθένας φασισμός. Ο φασισμός έγινε η νύχτα, στην οποία εξαφανίσθηκαν όλες οι ταξικές και πολιτικοκομματικές διαφορές… Ο φασισμός δεν ήταν μόνο ο Χίτλερ, αλλά και η γερμανική δημοκρατικά ενδεδυμένη μεγαλοαστική τάξη με αιχμή τον Seeckt. Η σοσιαλδημοκρατία έγινε “η αριστερή πτέρυγα του φασισμού”». [Όσοι έχουν ασχοληθεί με τον Καρλ Μαρξ αντιλαμβάνονται ότι πίσω από αυτή την άποψη του August Thalheimer βρίσκεται η θέση του ιδρυτή του διαλεκτικού υλισμού για τον «βονοπαρτισμό», όπως την ανέπτυξε στις εργασίες του «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία» και «Η 18η Μπρυμαίρ του Λ. Βονοπάρτη»].
Επίκαιρα: Κάποιες από τις εμ πειρίες εκείνης της εποχής έχουν σημασία και σήμερα: δεν έχουν διδακτική σημασία, αλλά είναι υλικό για σύγκριση με ανάλογες πολιτικές και πρακτικές – το κακό εμφανίζεται με διάφορα προσωπεία για να αποκρύψει το πραγματικό του πρόσωπο. Όσοι συμβάλλουν σε αυτήν την απόκρυψη συμβάλλουν στην επικράτηση του: «Οι νάτσηδες πρόβαλλαν την αξίωση, να αγωνισθούν με πόλεμο για την εθνική απελευθέρωση της Γερμανίας από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Οι κομμουνιστές εξαναγκάσθηκαν από σύμπασα την Κομμουνιστική Διεθνή αντί να αντιπαραθέσουν σε αυτή την καθαρά ιμπεριαλιστική λύση εκείνη του διεθνούς σοσιαλισμού, να συναγωνίζονται με τους φασίστες στην ανακοίνωση μιας λαϊκής επανάστασης για εθνική απελευθέρωση από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών» - όσοι σήμερα στην Ελλάδα μιλούν με εθνικοπατριωτικό στόμφο για «Κατοχές» και άλλα παρόμοια δεν απέχουν πολύ από την πολιτική και την πρακτική του σταλινικού Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Χώρισε τη γυναίκα του γιατί βρήκε τσιγάρο στην τσάντα της
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ