2013-12-16 17:03:06
Γράφει ο Σεραφείμ Αθ. Κοτρώτσος
Έχει ανοίξει για τα καλά η συζήτηση για τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας. Η τρόικα φέρεται να κλιμακώνει την πίεση προς την κυβέρνηση μεταξύ άλλων και προς αυτή την κατεύθυνση. Αν και σε ό,τι αφορά την Τρόικα μαθαίνουμε συνήθως αυτά και μόνο... που συμφέρουν την επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης, επιχειρώ εδώ να αποκρυπτογραφήσω τη σχετική συζήτηση.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
Τα επί μεγάλο χρονικό διάστημα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συνεχίζουν να αυξάνουν με έντονους ρυθμούς. Η τάση δεν αναστρέφεται όσο δεν βελτιώνονται οι συνθήκες στην αγορά, όσο δηλαδή η ανεργία παραμένει σε επίπεδα ρεκόρ, η παραγωγική οικονομία δεν λειτουργεί και το κράτος συνεχίζει την ανελέητη φοροεπιδρομή του.
Το σχέδιο της Τρόικας
Η πρόθεση της τρόικας γύρω από τις τράπεζες είναι συγκεκριμένη: ζητά την λεγόμενη απομόχλευση, δηλαδή τη μείωση των δανεισμένων κεφαλαίων, βίαια, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, με κύριο στόχο την εκκαθάριση των τραπεζικών ισολογισμών από οποιοδήποτε στοιχείο τους δεν έχει πλέον αξία
. Τα κρατικά ομόλογα έχουν ήδη κουρευτεί οπότε το στοιχείο που κυρίως παραμένει «φουσκωμένο» στα οικονομικά των τραπεζών είναι τα δάνεια που έχουν δώσει και δεν θα εισπράξουν. Όσα από αυτά λοιπόν παρουσιάζουν μεγαλύτερο του λογικού για την κατηγορία τους κίνδυνο μη εξυπηρέτησης πρέπει με κάποιο τρόπο είτε να αλλάξουν (π.χ. επιμήκυνση) ώστε να μπορούν να εξυπηρετηθούν, είτε να φύγουν από το χαρτοφυλάκιο των τραπεζών.
Ασκείται λοιπόν μεγάλη πίεση. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτή η πίεση έχει αποτέλεσμα και πραγματοποιούνται έστω τμηματικές πληρωμές / ρυθμίσεις / επιμηκύνσεις κλπ. Σε σημαντικό ποσοστό όμως των υποθέσεων, όσο η οικονομία παραμένει κρανίου τόπος, δεν υπάρχει βιώσιμη λύση. Τα δάνεια αυτά αργά ή γρήγορα (η Τρόικα είναι σαφώς υπέρ του γρήγορα) θα αφαιρεθούν από το ενεργητικό των τραπεζών. Όσα από αυτά είναι εφικτό θα πωληθούν σε μη τραπεζικούς φορείς μαζί με τις υποθήκες και τα λοιπά δικαιώματά τους. Τα περισσότερα από τα υπόλοιπα πιθανώς θα μεταφερθούν σε φορείς εκκαθάρισης και θα απασχολούν τα δικαστήρια για τις επόμενες δεκαετίες.
Ενδεχόμενη απελευθέρωση πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας όλοι γνωρίζουν ότι δεν θα πετύχει πολλά προς την κατεύθυνση των εισπράξεων. Ίσως ελάχιστοι από τους δανειολήπτες υπό τον φόβο ενός πλειστηριασμού να βρουν κάποια κεφάλαια - είτε δικά τους είτε τρίτων που θα τους δανείσουν - και να αποπληρώσουν μέρος των χρεών. Οι περισσότεροι όμως δανειολήπτες απλώς δεν θα μπορέσουν να πληρώσουν, ενώ ούτε οι τράπεζες θα καταφέρουν να πάρουν τα χρήματά τους.
Τότε γιατί η πίεση για απελευθέρωση των πλειστηριασμών;
Τα ενυπόθηκα δάνεια εξ ορισμού έχουν τον κίνδυνο κατάσχεσης του ακινήτου σε περίπτωση μη εξόφλησης. Δυστυχώς όμως ο κίνδυνος δεν περιορίζεται εκεί. Αν το προσημειωμένο ακίνητο για το οποίο χορηγήθηκε ένα δάνειο σε ενδεχόμενο πλειστηριασμό δεν πιάσει την αξία του οφειλόμενου ποσού (όχι απίθανο όταν η αγορά έχει υποχωρήσει σημαντικά) ο δανειστής ενδέχεται να μπορεί να διεκδικήσει επιπλέον ποσά από τον δανειολήπτη! Όμως αυτές οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες και συναντούν μεγάλη αντίσταση και αυτή τη φορά η Τρόικα πιέζει για ταχεία εκκαθάριση του τραπεζικού συστήματος από στοιχεία ενεργητικού που δεν έχουν ικανοποιητική αξία.
Η πιθανότερη κατάληξη αυτών των δανείων μαζί με τα υποθηκευμένα ακίνητα είναι τα λεγόμενα distress funds, ας τα ονομάσουμε εδώ κεφάλαια έκτακτης ανάγκης, τα οποία παγκοσμίως αγοράζουν επισφάλειες από αγορές που βρίσκονται στο ναδίρ. Τα κεφάλαια αυτά προφανώς αναλαμβάνουν αυτό το ρίσκο προσδοκώντας σε πολλαπλάσιο όφελος. Αγοράζουν τις επισφάλειες πληρώνοντας πολύ κάτω από την ονομαστική τους αξία (μερικές φορές στο 1/10), ελπίζοντας να κερδίσουν μετά από μερικά χρόνια, όταν η οικονομία «ανέβει» έστω και λίγο, πουλώντας τα δάνεια ή τα υποθηκευμένα στοιχεία σε αξίες αρκετές φορές πάνω από αυτές που κατέβαλαν για να τα αγοράσουν. Προφανώς οι φορείς αυτοί δεν αγοράζουν δάνεια αν απαγορεύεται η κατάσχεση. Το μοντέλο τους έχει νόημα αν μπορούν να ρευστοποιήσουν τα πάγια μετά από μερικά χρόνια.
Η Τρόικα θέλει να προχωρήσει η εφαρμογή της συνταγής. Η δανειακή απομόχλευση απαιτεί να πληρώσει κάποιος το κενό. Προφανώς το κύριο μέρος μεταφέρεται στους πολίτες, δια της χρηματοδότησης των τραπεζικών κεφαλαιοποιήσεων, ελπίζοντας να ανακτήσουν τις επενδύσεις τους από την πώληση των μετοχών των τραπεζών. Ένα μικρότερο μέρος επιχειρείται να πληρωθεί από τα distress funds. Αυτοί οι φορείς δεν είναι φιλανθρωπικά σωματεία. Προφανώς ζητούν ελεύθερους πλειστηριασμούς για να αγοράσουν τα κόκκινα δάνεια.
Χωρίς αυτούς τους φορείς στην εξίσωση, η εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών δεν έχει πολλές λύσεις. Πρακτικά μόνη εναλλακτική είναι η δημιουργία μιας κρατικής εταιρείας εκκαθάρισης που να αναλάβει τη διαχείριση όλου του προβληματικού χαρτοφυλακίου. Σε αυτή την περίπτωση οι τράπεζες θα χάσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έναντι μηδενικού αντιτίμου, άρα δεν θα εισπράξουν ούτε το 1/10 της ονομαστικής τιμής.
Γιατί οι τράπεζες δεν «κουρεύουν» τα δάνεια αντί να τα πουλήσουν «κουρεμένα»
Το παραπάνω ερώτημα τίθεται σε αρκετές πολιτικές συζητήσεις. Δυστυχώς δεν έχει βάση. Τα δάνεια που πωλούνται σε distress funds δεν είναι αυτά στα οποία υπάρχει μια μερική δυσκολία αποπληρωμής. Σε αυτά, στις περισσότερες περιπτώσεις, η τράπεζα είναι σε θέση να προχωρήσει σε κάποια ρύθμιση απευθείας με το δανειολήπτη ή ο δανειολήπτης βρίσκει λύση δια της νομικής οδού. Είναι άπειρα τα δάνεια που έτσι έχουν παγώσει ή πληρώνονται έναντι αυτών πολύ μικρές δόσεις για προσωρινό διάστημα. Εξυπηρετεί και τις τράπεζες αυτό καθώς αυτά τα δάνεια παραμένουν παραγωγικά για αυτές και θεωρούνται στοιχεία ενεργητικού.
Στα distress funds πωλούνται κουρεμένα τα πραγματικό «κατακόκκινα» δάνεια. Είναι αυτά στα οποία ο δανειολήπτης δεν έχει πληρώσει επί πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν μπορεί ή δεν επιθυμεί να έρθει σε διακανονισμό, η τράπεζα δεν μπορεί να τα κρατάει άλλο στον ισολογισμό της και το κόστος σε χρήμα και χρόνο διεκδίκησης όποιου μέρους τους είναι μεγαλύτερο από το άμεσα προσδοκώμενο όφελος. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μάλλον βέβαιο ότι το 1/10 που προσφέρουν για να τα εξαγοράσουν τα distress funds είναι περίπου το μέγιστο που θα έβρισκε κανείς στην αγορά.
Τι θα προκαλέσει ενδεχόμενη απελευθέρωση των πλειστηριασμών
Η αγορά των ακινήτων έχει περίσσεια από προσφορά και ελάχιστη ζήτηση. Ενδεχόμενη απελευθέρωση πλειστηριασμών δεν θα αυξήσει προφανώς τη ζήτηση. Ίσως αυξήσει την προσφορά, στο βαθμό που οι τράπεζες ή τα distress funds επιλέξουν να την αξιοποιήσουν. Ως εκ τούτου το μόνο που μπορεί να αναμένει κανείς είναι οι τιμές να πιεστούν ακόμα πιο κάτω. Πιο πιθανό πάντως είναι να μην διενεργηθούν πλειστηριασμοί σε ευρεία κλίμακα υπό τις παρούσες συνθήκες της αγοράς.
Η διαπραγμάτευση με την τρόικα
Οι Ελληνικές κοινοβουλευτικές πολιτικές δυνάμεις δυστυχώς στερούνται σχεδίου για τη αντιμετώπιση της κρίσης. Κόμματα κυβέρνησης και αντιπολίτευσης δεν παρουσιάζουν ένα πλάνο με αρχή, μέση και τέλος για το πού πιστεύουν ότι πρέπει να πάει η Ελλάδα και πώς αυτό θα πραγματοποιηθεί. Όσο αυτό συμβαίνει όλοι τους παραμένουν έρμαια της Τρόικας, η οποία εν αντιθέσει με το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο, έχει ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο.
Το σχέδιο της Τρόικας
Η Τρόικα ήρθε στη χώρα μας από την αρχή με την πρόταση της εσωτερικής υποτίμησης και ταυτόχρονης απομόχλευσης του τραπεζικού κλάδου. Η κυνική λογική της Τρόικας είναι απλή: «αν δεν θέλετε να φτιάξετε σοβαρό κράτος εμείς δεν μπορούμε να σας το επιβάλουμε. Όμως μπορούμε να σας υποχρεώσουμε να συρρικνωθείτε. Έτσι θα είστε ο ελάχιστος δυνατός κίνδυνος για τους υπόλοιπους και στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας θα πάρετε έναν ρόλο που να ταιριάζει στα τριτοκοσμικά κράτη στα οποία γίνεται ανεκτό το χάος που έχετε δημιουργήσει και πασχίζετε να διατηρήσετε».
Η συνταγή της εσωτερικής υποτίμησης είναι η λεγόμενη «δημιουργική καταστροφή». Στη θεωρία, το σχέδιο επιχειρεί να μειώσει όλες τις εσωτερικές τιμές (περίπου όπως θα λειτουργούσε μα μεγάλη νομισματική υποτίμηση), ώστε η ντόπια παραγωγή να γίνει με αυτόν τον τρόπο ξανά ανταγωνιστική ως φθηνότερη, καθώς σε παραγωγικότητα υστερεί κατά πολύ, παρά το γεγονός ότι πολλοί Έλληνες εργάζονται σημαντικά περισσότερες ώρες την εβδομάδα από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Η συνταγή αυτή όπου εφαρμόστηκε δυστυχώς αποδείχθηκε επίπονη. Όταν μάλιστα ο ρυθμός της επιδιωκόμενης εσωτερικής υποτίμησης είναι ταχύς, τα πράγματα γίνονται τραγικά. Στην περίπτωσή της Ελλάδος όμως, εκτός από επίπονη, η λύση αυτή είναι επιπλέον αναποτελεσματική!
Πώς λειτουργεί η εσωτερική υποτίμηση
Ακόμα κι αν ξεχνούσαμε όλους τους άλλους παράγοντες ανταγωνιστικότητας, για να είχε επιτυχία η συνταγή θα απαιτούσε πτώση μισθών και λοιπών αξιών παραγωγικών πόρων της Ελλάδας σε επίπεδα γειτόνων ανταγωνιστών (π.χ. Βουλγαρίας, Τουρκίας ή ακόμα και Αιγύπτου). Τα κόστη ζωής δυστυχώς υποχωρούν πάντοτε με χρονική υστέρηση σε σχέση με τους μειούμενους μισθούς. Σήμερα η Ελλάδα έχει μισθούς εποχών δραχμής στην καλύτερη περίπτωση, ανεργία εποχών μεταπολεμικής περιόδου και κόστος ζωής σύγχρονης Γερμανίας! Αυτό το χάσμα δεν είναι τυχαίο. Είναι αναμενόμενο αποτέλεσμα της εσωτερικής υποτίμησης. Όταν κανείς δουλεύει μόνο πάνω στην οριζόντια μείωση των αμοιβών ελπίζοντας μέσω αυτών να συμπαρασύρει όλα τα υπόλοιπα προς τα κάτω, το χάσμα είναι αναμενόμενο. Προφανώς η οικονομία για να αντιδράσει και να αναδιαταχθεί σε πιο ανταγωνιστικές δομές χρειάζεται μεγάλο χρονικό διάστημα. Επιπλέον, το ίδιο χάσμα δημιουργείται και μεταξύ κρατικών δαπανών και φορολογικών εσόδων. Όσο η οικονομία κατεβαίνει μειώνονται τα κρατικά έσοδα και προφανώς το δυσκίνητο κομματικό κράτος με τις οριακές του παρεμβάσεις καθυστερεί δραματικά να μειώσει τις δαπάνες του.
Άρα το πραγματικό έλλειμμα τόσο σε επίπεδο οικογενειακού προϋπολογισμού όσο και στο επίπεδο του κρατικού προϋπολογισμού γίνεται διαρκές. Μικραίνει ποσοτικά όσο μικραίνουν τα μεγέθη, αλλά θέλει έναν μακρύ δρόμο για να αντιστραφεί.
Γιατί η συνταγή δεν πρόκειται να λειτουργήσει στην Ελλάδα
Το χειρότερο όμως είναι ότι το σχέδιο είναι για εμάς αδιέξοδο! Μια οικονομία που βασίζεται κυρίως στην εσωτερική κατανάλωση όπως η δική μας, καθώς προσπαθεί να ξαναβρεί ισορροπία σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο με τόσο βίαιο τρόπο, είναι προφανές ότι δημιουργεί ένα πελώριο κενό κεφαλαίων στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Τα παλιά δάνεια που εξυπηρετούνταν σε μεγάλο βαθμό όταν το επίπεδο ΑΕΠ (και τιμών) ήταν 30-40% ανώτερο του σημερινού, είναι αδύνατο να εξυπηρετούνται με το επίπεδο εισοδήματος εμφανώς μειωμένο και την συνεχιζόμενη ύφεση. Όσο όμως δημιουργούνται νέα κενά στο τραπεζικό σύστημα, τόσο λιγότερα τραπεζικά κεφάλαια είναι διαθέσιμα για επενδύσεις και τόσο περισσότερα απορροφά το σύστημα ώστε να πετυχαίνει τις λεγόμενες διασώσεις του, που έχουν αυστηρά προσωρινό χαρακτήρα.
Σε κάθε κύκλο εμφανίζονται νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ο ρυθμός αύξησης είναι διαρκώς μη διαχειρίσιμος. Κάπου εκεί κάνουν την εμφάνισή τους οι έννοιες των «κουρεμάτων», των ανακεφαλαιοποιήσεων και των distress funds, ως λύσεις της καταστροφής, μπαλώματα στη λαβωμένη γάστρα ενός πλοίου που βουλιάζει.
Με αυτή την πολιτική ο τραπεζικός κλάδος έχει εισέλθει σε φαύλο κύκλο εκκαθάρισης. Σε κάθε τέτοιο κύκλο υποτίθεται ότι εξυγιαίνεται, αλλά λίγους μήνες μετά έχει νέο όγκο από «κόκκινα» δάνεια να αντιμετωπίσει, καθώς η οικονομία έχει υποχωρήσει σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα. Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών όσο συνεχίζεται αυτή η πολιτική δεν είναι μια έκτακτη ανάγκη αλλά επανέρχεται ως διαρκής, μέχρι να καταγραφεί ουσιώδης και πραγματική ανάπτυξη, ή να εκμηδενιστεί ο δανεισμός!
Έτσι εμφανίζεται το σπιράλ της ύφεσης και η πραγματική και βιώσιμη ανάπτυξη διαρκώς προαναγγέλλεται, αλλά ποτέ δεν έρχεται. Και η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει με δημιουργική λογιστική, παρουσιάζοντας ότι η χώρα βγαίνει από την κρίση επειδή επιτυγχάνει ένα ισχνό πρωτογενές πλεόνασμα, όταν όλοι γνωρίζουν ότι η χώρα έχει ουσιαστικά κηρύξει στάση πληρωμής του κράτους προς τους πιστωτές της του εσωτερικού της χώρας και κανένας δείκτης βιομηχανικής ή άλλης παραγωγής δεν καταδεικνύει την ανασύνταξη κάποιου παραγωγικού ιστού. Συνεπώς η κατανάλωση μειώνεται έντονα, η κρατική δαπάνη λιγότερο έντονα αλλά δεν επέρχεται υποκατάσταση αυτών με επενδύσεις οι σημαντικές εισροές χρήματος από το εξωτερικό. Χάνεται η κατανάλωση και στη θέση της δεν έρχεται τίποτε!
Προφανώς η συνταγή της αναδιάρθρωσης των τιμών (εσωτερική υποτίμηση) δεν είναι λύση που να αντιμετωπίζει τα δομικά προβλήματα της χώρας μας. Θα ήταν ενδεχομένως λύση για ένα οργανωμένο δυτικό κράτος. Εδώ όμως χρειαζόμαστε πολύ πιο θεμελιώδεις αλλαγές. Η βασικότερες εστίες μη ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας δεν είναι το επίπεδο τιμών της μισθωτής εργασίας. Όταν η γραφειοκρατία, οι πελατειακές σχέσεις του πολιτικού συστήματος, η καθυστέρηση απόδοσης δικαιοσύνης, η υπερρύθμιση, η ληστρική φορολογία, το τραγικό ασφαλιστικό, η συχνή αλλαγή των κανόνων οικονομικής δραστηριότητας, η χαμηλή παραγωγικότητα του κρατικού τομέα και βέβαια οι δαιδαλώδης νομοθεσία παραμένουν σε ισχύ, η επίτευξη ανταγωνιστικότητας μέσω της μείωσης των τιμών είναι ουτοπική. Πιθανώς ακόμα και με μηδενικούς μισθούς θα παραμέναμε μη ανταγωνιστικοί. Όταν ο Έλληνας πρέπει να κλείσει το εμπορικό κατάστημα γιατί η κατανάλωση υποχωρεί έντονα, πρέπει να μπορεί να ανοίξει επιχείρηση που θα παράξει εξαγώγιμο προϊόν. Κανονικά θα έπρεπε να είχε κίνητρα για αυτό πολύ πριν η κατανάλωση εκμηδενιστεί. Όμως όχι μόνο δεν υπάρχουν κίνητρα αλλά επιπλέον η μετάβαση εμποδίζεται έντονα από τις προαναφερθείσες Ελληνικές παθογένειες. Αυτά οι Ελληνικές κυβερνήσεις ελάχιστα τα αγγίζουν αν και τα γνωρίζουν.
Γιατί οι Ελληνικές κυβερνήσεις δεν παίρνουν άλλο δρόμο;
Τα παραδοσιακά Ελληνικά κόμματα περιγράφουν μέτρα για αυτά τα προβλήματα στα προεκλογικά τους προγράμματα εδώ και δεκαετίες. Αρκετά από αυτά έχουν επιπλέον επισημανθεί σε δεκάδες μελέτες που έχει ακριβοπληρώσει το κράτος. Πολλά έχουν υπογραφεί στα λεγόμενα μνημόνια και έχουν ακόμα ψηφιστεί στη βουλή, όμως δεν βρίσκουν ποτέ το δρόμο της εφαρμογής. Το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο δεν θέλει με κανένα τρόπο να στεναχωρήσει τα πολύ δικά του παιδιά. Είτε είναι κρατικοί υπάλληλοι σε αντιπαραγωγικές δομές, είτε προμηθευτές του κράτους, είτε άλλες συντεχνίες που ζουν από τον παραλογισμό του κράτους, όλοι σιτίζονται άμεσα ή έμμεσα από το προβληματικό αυτό σύστημα. Το πολιτικό κατεστημένο χρειάζεται αυτό το χάος για να μπορεί να κρατάει υπό έλεγχο αυτούς που παρασιτούν εις βάρος των λίγων υπολοίπων. Και η σχέση τους με τα παραδοσιακά Ελληνικά κόμματα βασίζεται σε αυτόν τον παρασιτισμό.
Έτσι οι Ελληνικές κυβερνήσεις αντί δομικών αλλαγών συνεχίζουν την υπερφορολόγηση και τις οριζόντιες περικοπές, γνωρίζοντας καλά ότι αυτές οι πολιτικές είναι δίχως αύριο, όμως διασώζουν σήμερα τον σκληρό πυρήνα τους. Άλλωστε το μόνο ενδιαφέρον τους είναι η προσωρινή διατήρηση της εξουσίας. Ελπίζουν έτσι να αποφύγουν το άνοιγμα του κουτιού της Πανδώρας. Επιχειρούν να κρατήσουν κλειστούς τους καυτούς φακέλους υποθέσεων που θα σήμαιναν το τέλος της πολιτικής καριέρας των περισσότερων κορυφαίων στελεχών των κοινοβουλευτικών κομμάτων, αν όχι και την φυλάκισή τους. Ο στόχος τους είναι με κάθε θυσία – των άλλων – να μένουν μέσα στο παιχνίδι εξουσίας, ώστε να προστατεύουν τον εαυτό τους και τον πολύ στενό κύκλο τους.
Ρωτήθηκε ο πολίτης;
Είναι προφανές ότι ο Έλληνας πολίτης σε μεγάλο ποσοστό δεν συμμερίζεται το σχέδιο της εσωτερικής υποτίμησης ούτε τις υπόλοιπες παραμέτρους της πολιτικής που εφαρμόζεται. Οι πολιτικοί ποτέ δεν μοιράστηκαν μαζί του κάποιο πλάνο. Οι πολίτες ποτέ δεν ενέκριναν την πολιτική που εφαρμόζεται δια της ψήφου τους. Γι΄ αυτό άλλωστε το όλο θέμα είναι πάνω από όλα έλλειμμα Δημοκρατίας.
Η τρόικα τι κάνει;
Η Τρόικα είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να πιέσει για ουσιώδεις δομικές μεταρρυθμίσεις. Ίσως δεν μπορεί γιατί φοβάται μην … αλλάξει συνομιλητή με έναν ακόμα λιγότερο αξιόπιστο, όπως η σημερινή αντιπολίτευση. Ίσως δεν θέλει, γιατί δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητές της η δική μας εξυγίανση. Μένει λοιπόν σε μια λογιστική, μακροσκοπική προσέγγιση, αγοράζει κι αυτή χρόνο για δικούς της λόγους.
Δεν μπορεί επίσης να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η Τρόικα να έχει από καιρό συμφωνήσει στο πάγωμα των πλειστηριασμών, καθώς ούτε οι Τράπεζες φαίνεται να καίγονται για να προχωρήσουν σε τέτοιες ενέργειες. Δεν είναι απίθανο η Τρόικα να διαπραγματεύεται αυτή τη στιγμή άλλα πράγματα, αλλά για επικοινωνιακούς λόγους αυτό να μην δημοσιοποιείται, ώστε η κυβέρνηση τις επόμενες ημέρες να ανακοινώσει το μεγάλο της επίτευγμα: την παράταση του παγώματος πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας μετά από δήθεν σκληρή διαπραγμάτευση. Ένα επίτευγμα κενό περιεχομένου καθώς όπως εξηγήθηκε παραπάνω κανείς δεν πιστεύει σε κάποιο αποτέλεσμα από τους πλειστηριασμούς.
Τι μπορεί να γίνει;
Η μόνη αισιόδοξη προοπτική της Ελληνικής κοινωνίας είναι να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τις παθογένειές της και να επενδύσει στην καινοτομία και τη δυναμική εξωστρεφή μικρομεσαία επιχείρηση, αξιοποιώντας τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Αν άρουμε όλα τα εμπόδια που σήμερα υπάρχουν ώστε να επιτραπεί η δυναμική ανάπτυξη εξωστρεφών επιχειρήσεων θα αναστραφεί αυτόματα η τάση. Το δημιουργικό απόθεμα του Έλληνα που επί δεκαετίες καταπιέζεται θα εκτιναχθεί σαν αναπτυξιακό ελατήριο. Η πολυετής «υποχρεωτική εκπαίδευση» του Έλληνα στις επιχειρηματικές κακουχίες της ντόπιας οικονομίας τον έχουν προετοιμάσει για τα χειρότερα. Αν ξαφνικά το περιβάλλον γίνει κατά τι πιο φιλικό προς την οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα η δυναμική που θα αναπτυχθεί είναι ικανή να ανατρέψει όλα τα υπόλοιπα αδιέξοδα.
Ωστόσο οι κυρίαρχοι πολιτικοί σχηματισμοί και το στελεχιακό τους δυναμικό ούτε θέλουν ούτε μπορούν να εφαρμόσουν τέτοιες αλλαγές.
Η τύχη μας λοιπόν είναι στα χέρια ημών των πολιτών. Βλέπετε η ελευθερία που προσφέρει ακόμα και η λειψή Δημοκρατία που έχουμε στη χώρα μας έρχεται μαζί με πολύ μεγάλες ευθύνες. Μόλις το συνειδητοποιήσουμε η κατάσταση θα αρχίσει να αλλάζει ραγδαία προς το καλύτερο.
*Σεραφείμ Αθ. Κοτρώτσος
Ηλεκτρολόγος Μηχανικός & Μηχ. Η/Υ, Δρ. ΕΜΠ, Σύμβουλος επιχειρήσεων
Εκπρόσωπος Τύπου & Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου «Δημιουργία, ξανά!»
Tromaktiko
Έχει ανοίξει για τα καλά η συζήτηση για τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας. Η τρόικα φέρεται να κλιμακώνει την πίεση προς την κυβέρνηση μεταξύ άλλων και προς αυτή την κατεύθυνση. Αν και σε ό,τι αφορά την Τρόικα μαθαίνουμε συνήθως αυτά και μόνο... που συμφέρουν την επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης, επιχειρώ εδώ να αποκρυπτογραφήσω τη σχετική συζήτηση.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
Τα επί μεγάλο χρονικό διάστημα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συνεχίζουν να αυξάνουν με έντονους ρυθμούς. Η τάση δεν αναστρέφεται όσο δεν βελτιώνονται οι συνθήκες στην αγορά, όσο δηλαδή η ανεργία παραμένει σε επίπεδα ρεκόρ, η παραγωγική οικονομία δεν λειτουργεί και το κράτος συνεχίζει την ανελέητη φοροεπιδρομή του.
Το σχέδιο της Τρόικας
Η πρόθεση της τρόικας γύρω από τις τράπεζες είναι συγκεκριμένη: ζητά την λεγόμενη απομόχλευση, δηλαδή τη μείωση των δανεισμένων κεφαλαίων, βίαια, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, με κύριο στόχο την εκκαθάριση των τραπεζικών ισολογισμών από οποιοδήποτε στοιχείο τους δεν έχει πλέον αξία
Ασκείται λοιπόν μεγάλη πίεση. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτή η πίεση έχει αποτέλεσμα και πραγματοποιούνται έστω τμηματικές πληρωμές / ρυθμίσεις / επιμηκύνσεις κλπ. Σε σημαντικό ποσοστό όμως των υποθέσεων, όσο η οικονομία παραμένει κρανίου τόπος, δεν υπάρχει βιώσιμη λύση. Τα δάνεια αυτά αργά ή γρήγορα (η Τρόικα είναι σαφώς υπέρ του γρήγορα) θα αφαιρεθούν από το ενεργητικό των τραπεζών. Όσα από αυτά είναι εφικτό θα πωληθούν σε μη τραπεζικούς φορείς μαζί με τις υποθήκες και τα λοιπά δικαιώματά τους. Τα περισσότερα από τα υπόλοιπα πιθανώς θα μεταφερθούν σε φορείς εκκαθάρισης και θα απασχολούν τα δικαστήρια για τις επόμενες δεκαετίες.
Ενδεχόμενη απελευθέρωση πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας όλοι γνωρίζουν ότι δεν θα πετύχει πολλά προς την κατεύθυνση των εισπράξεων. Ίσως ελάχιστοι από τους δανειολήπτες υπό τον φόβο ενός πλειστηριασμού να βρουν κάποια κεφάλαια - είτε δικά τους είτε τρίτων που θα τους δανείσουν - και να αποπληρώσουν μέρος των χρεών. Οι περισσότεροι όμως δανειολήπτες απλώς δεν θα μπορέσουν να πληρώσουν, ενώ ούτε οι τράπεζες θα καταφέρουν να πάρουν τα χρήματά τους.
Τότε γιατί η πίεση για απελευθέρωση των πλειστηριασμών;
Τα ενυπόθηκα δάνεια εξ ορισμού έχουν τον κίνδυνο κατάσχεσης του ακινήτου σε περίπτωση μη εξόφλησης. Δυστυχώς όμως ο κίνδυνος δεν περιορίζεται εκεί. Αν το προσημειωμένο ακίνητο για το οποίο χορηγήθηκε ένα δάνειο σε ενδεχόμενο πλειστηριασμό δεν πιάσει την αξία του οφειλόμενου ποσού (όχι απίθανο όταν η αγορά έχει υποχωρήσει σημαντικά) ο δανειστής ενδέχεται να μπορεί να διεκδικήσει επιπλέον ποσά από τον δανειολήπτη! Όμως αυτές οι διαδικασίες είναι χρονοβόρες και συναντούν μεγάλη αντίσταση και αυτή τη φορά η Τρόικα πιέζει για ταχεία εκκαθάριση του τραπεζικού συστήματος από στοιχεία ενεργητικού που δεν έχουν ικανοποιητική αξία.
Η πιθανότερη κατάληξη αυτών των δανείων μαζί με τα υποθηκευμένα ακίνητα είναι τα λεγόμενα distress funds, ας τα ονομάσουμε εδώ κεφάλαια έκτακτης ανάγκης, τα οποία παγκοσμίως αγοράζουν επισφάλειες από αγορές που βρίσκονται στο ναδίρ. Τα κεφάλαια αυτά προφανώς αναλαμβάνουν αυτό το ρίσκο προσδοκώντας σε πολλαπλάσιο όφελος. Αγοράζουν τις επισφάλειες πληρώνοντας πολύ κάτω από την ονομαστική τους αξία (μερικές φορές στο 1/10), ελπίζοντας να κερδίσουν μετά από μερικά χρόνια, όταν η οικονομία «ανέβει» έστω και λίγο, πουλώντας τα δάνεια ή τα υποθηκευμένα στοιχεία σε αξίες αρκετές φορές πάνω από αυτές που κατέβαλαν για να τα αγοράσουν. Προφανώς οι φορείς αυτοί δεν αγοράζουν δάνεια αν απαγορεύεται η κατάσχεση. Το μοντέλο τους έχει νόημα αν μπορούν να ρευστοποιήσουν τα πάγια μετά από μερικά χρόνια.
Η Τρόικα θέλει να προχωρήσει η εφαρμογή της συνταγής. Η δανειακή απομόχλευση απαιτεί να πληρώσει κάποιος το κενό. Προφανώς το κύριο μέρος μεταφέρεται στους πολίτες, δια της χρηματοδότησης των τραπεζικών κεφαλαιοποιήσεων, ελπίζοντας να ανακτήσουν τις επενδύσεις τους από την πώληση των μετοχών των τραπεζών. Ένα μικρότερο μέρος επιχειρείται να πληρωθεί από τα distress funds. Αυτοί οι φορείς δεν είναι φιλανθρωπικά σωματεία. Προφανώς ζητούν ελεύθερους πλειστηριασμούς για να αγοράσουν τα κόκκινα δάνεια.
Χωρίς αυτούς τους φορείς στην εξίσωση, η εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών δεν έχει πολλές λύσεις. Πρακτικά μόνη εναλλακτική είναι η δημιουργία μιας κρατικής εταιρείας εκκαθάρισης που να αναλάβει τη διαχείριση όλου του προβληματικού χαρτοφυλακίου. Σε αυτή την περίπτωση οι τράπεζες θα χάσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έναντι μηδενικού αντιτίμου, άρα δεν θα εισπράξουν ούτε το 1/10 της ονομαστικής τιμής.
Γιατί οι τράπεζες δεν «κουρεύουν» τα δάνεια αντί να τα πουλήσουν «κουρεμένα»
Το παραπάνω ερώτημα τίθεται σε αρκετές πολιτικές συζητήσεις. Δυστυχώς δεν έχει βάση. Τα δάνεια που πωλούνται σε distress funds δεν είναι αυτά στα οποία υπάρχει μια μερική δυσκολία αποπληρωμής. Σε αυτά, στις περισσότερες περιπτώσεις, η τράπεζα είναι σε θέση να προχωρήσει σε κάποια ρύθμιση απευθείας με το δανειολήπτη ή ο δανειολήπτης βρίσκει λύση δια της νομικής οδού. Είναι άπειρα τα δάνεια που έτσι έχουν παγώσει ή πληρώνονται έναντι αυτών πολύ μικρές δόσεις για προσωρινό διάστημα. Εξυπηρετεί και τις τράπεζες αυτό καθώς αυτά τα δάνεια παραμένουν παραγωγικά για αυτές και θεωρούνται στοιχεία ενεργητικού.
Στα distress funds πωλούνται κουρεμένα τα πραγματικό «κατακόκκινα» δάνεια. Είναι αυτά στα οποία ο δανειολήπτης δεν έχει πληρώσει επί πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν μπορεί ή δεν επιθυμεί να έρθει σε διακανονισμό, η τράπεζα δεν μπορεί να τα κρατάει άλλο στον ισολογισμό της και το κόστος σε χρήμα και χρόνο διεκδίκησης όποιου μέρους τους είναι μεγαλύτερο από το άμεσα προσδοκώμενο όφελος. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μάλλον βέβαιο ότι το 1/10 που προσφέρουν για να τα εξαγοράσουν τα distress funds είναι περίπου το μέγιστο που θα έβρισκε κανείς στην αγορά.
Τι θα προκαλέσει ενδεχόμενη απελευθέρωση των πλειστηριασμών
Η αγορά των ακινήτων έχει περίσσεια από προσφορά και ελάχιστη ζήτηση. Ενδεχόμενη απελευθέρωση πλειστηριασμών δεν θα αυξήσει προφανώς τη ζήτηση. Ίσως αυξήσει την προσφορά, στο βαθμό που οι τράπεζες ή τα distress funds επιλέξουν να την αξιοποιήσουν. Ως εκ τούτου το μόνο που μπορεί να αναμένει κανείς είναι οι τιμές να πιεστούν ακόμα πιο κάτω. Πιο πιθανό πάντως είναι να μην διενεργηθούν πλειστηριασμοί σε ευρεία κλίμακα υπό τις παρούσες συνθήκες της αγοράς.
Η διαπραγμάτευση με την τρόικα
Οι Ελληνικές κοινοβουλευτικές πολιτικές δυνάμεις δυστυχώς στερούνται σχεδίου για τη αντιμετώπιση της κρίσης. Κόμματα κυβέρνησης και αντιπολίτευσης δεν παρουσιάζουν ένα πλάνο με αρχή, μέση και τέλος για το πού πιστεύουν ότι πρέπει να πάει η Ελλάδα και πώς αυτό θα πραγματοποιηθεί. Όσο αυτό συμβαίνει όλοι τους παραμένουν έρμαια της Τρόικας, η οποία εν αντιθέσει με το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο, έχει ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο.
Το σχέδιο της Τρόικας
Η Τρόικα ήρθε στη χώρα μας από την αρχή με την πρόταση της εσωτερικής υποτίμησης και ταυτόχρονης απομόχλευσης του τραπεζικού κλάδου. Η κυνική λογική της Τρόικας είναι απλή: «αν δεν θέλετε να φτιάξετε σοβαρό κράτος εμείς δεν μπορούμε να σας το επιβάλουμε. Όμως μπορούμε να σας υποχρεώσουμε να συρρικνωθείτε. Έτσι θα είστε ο ελάχιστος δυνατός κίνδυνος για τους υπόλοιπους και στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας θα πάρετε έναν ρόλο που να ταιριάζει στα τριτοκοσμικά κράτη στα οποία γίνεται ανεκτό το χάος που έχετε δημιουργήσει και πασχίζετε να διατηρήσετε».
Η συνταγή της εσωτερικής υποτίμησης είναι η λεγόμενη «δημιουργική καταστροφή». Στη θεωρία, το σχέδιο επιχειρεί να μειώσει όλες τις εσωτερικές τιμές (περίπου όπως θα λειτουργούσε μα μεγάλη νομισματική υποτίμηση), ώστε η ντόπια παραγωγή να γίνει με αυτόν τον τρόπο ξανά ανταγωνιστική ως φθηνότερη, καθώς σε παραγωγικότητα υστερεί κατά πολύ, παρά το γεγονός ότι πολλοί Έλληνες εργάζονται σημαντικά περισσότερες ώρες την εβδομάδα από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Η συνταγή αυτή όπου εφαρμόστηκε δυστυχώς αποδείχθηκε επίπονη. Όταν μάλιστα ο ρυθμός της επιδιωκόμενης εσωτερικής υποτίμησης είναι ταχύς, τα πράγματα γίνονται τραγικά. Στην περίπτωσή της Ελλάδος όμως, εκτός από επίπονη, η λύση αυτή είναι επιπλέον αναποτελεσματική!
Πώς λειτουργεί η εσωτερική υποτίμηση
Ακόμα κι αν ξεχνούσαμε όλους τους άλλους παράγοντες ανταγωνιστικότητας, για να είχε επιτυχία η συνταγή θα απαιτούσε πτώση μισθών και λοιπών αξιών παραγωγικών πόρων της Ελλάδας σε επίπεδα γειτόνων ανταγωνιστών (π.χ. Βουλγαρίας, Τουρκίας ή ακόμα και Αιγύπτου). Τα κόστη ζωής δυστυχώς υποχωρούν πάντοτε με χρονική υστέρηση σε σχέση με τους μειούμενους μισθούς. Σήμερα η Ελλάδα έχει μισθούς εποχών δραχμής στην καλύτερη περίπτωση, ανεργία εποχών μεταπολεμικής περιόδου και κόστος ζωής σύγχρονης Γερμανίας! Αυτό το χάσμα δεν είναι τυχαίο. Είναι αναμενόμενο αποτέλεσμα της εσωτερικής υποτίμησης. Όταν κανείς δουλεύει μόνο πάνω στην οριζόντια μείωση των αμοιβών ελπίζοντας μέσω αυτών να συμπαρασύρει όλα τα υπόλοιπα προς τα κάτω, το χάσμα είναι αναμενόμενο. Προφανώς η οικονομία για να αντιδράσει και να αναδιαταχθεί σε πιο ανταγωνιστικές δομές χρειάζεται μεγάλο χρονικό διάστημα. Επιπλέον, το ίδιο χάσμα δημιουργείται και μεταξύ κρατικών δαπανών και φορολογικών εσόδων. Όσο η οικονομία κατεβαίνει μειώνονται τα κρατικά έσοδα και προφανώς το δυσκίνητο κομματικό κράτος με τις οριακές του παρεμβάσεις καθυστερεί δραματικά να μειώσει τις δαπάνες του.
Άρα το πραγματικό έλλειμμα τόσο σε επίπεδο οικογενειακού προϋπολογισμού όσο και στο επίπεδο του κρατικού προϋπολογισμού γίνεται διαρκές. Μικραίνει ποσοτικά όσο μικραίνουν τα μεγέθη, αλλά θέλει έναν μακρύ δρόμο για να αντιστραφεί.
Γιατί η συνταγή δεν πρόκειται να λειτουργήσει στην Ελλάδα
Το χειρότερο όμως είναι ότι το σχέδιο είναι για εμάς αδιέξοδο! Μια οικονομία που βασίζεται κυρίως στην εσωτερική κατανάλωση όπως η δική μας, καθώς προσπαθεί να ξαναβρεί ισορροπία σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο με τόσο βίαιο τρόπο, είναι προφανές ότι δημιουργεί ένα πελώριο κενό κεφαλαίων στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Τα παλιά δάνεια που εξυπηρετούνταν σε μεγάλο βαθμό όταν το επίπεδο ΑΕΠ (και τιμών) ήταν 30-40% ανώτερο του σημερινού, είναι αδύνατο να εξυπηρετούνται με το επίπεδο εισοδήματος εμφανώς μειωμένο και την συνεχιζόμενη ύφεση. Όσο όμως δημιουργούνται νέα κενά στο τραπεζικό σύστημα, τόσο λιγότερα τραπεζικά κεφάλαια είναι διαθέσιμα για επενδύσεις και τόσο περισσότερα απορροφά το σύστημα ώστε να πετυχαίνει τις λεγόμενες διασώσεις του, που έχουν αυστηρά προσωρινό χαρακτήρα.
Σε κάθε κύκλο εμφανίζονται νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ο ρυθμός αύξησης είναι διαρκώς μη διαχειρίσιμος. Κάπου εκεί κάνουν την εμφάνισή τους οι έννοιες των «κουρεμάτων», των ανακεφαλαιοποιήσεων και των distress funds, ως λύσεις της καταστροφής, μπαλώματα στη λαβωμένη γάστρα ενός πλοίου που βουλιάζει.
Με αυτή την πολιτική ο τραπεζικός κλάδος έχει εισέλθει σε φαύλο κύκλο εκκαθάρισης. Σε κάθε τέτοιο κύκλο υποτίθεται ότι εξυγιαίνεται, αλλά λίγους μήνες μετά έχει νέο όγκο από «κόκκινα» δάνεια να αντιμετωπίσει, καθώς η οικονομία έχει υποχωρήσει σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα. Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών όσο συνεχίζεται αυτή η πολιτική δεν είναι μια έκτακτη ανάγκη αλλά επανέρχεται ως διαρκής, μέχρι να καταγραφεί ουσιώδης και πραγματική ανάπτυξη, ή να εκμηδενιστεί ο δανεισμός!
Έτσι εμφανίζεται το σπιράλ της ύφεσης και η πραγματική και βιώσιμη ανάπτυξη διαρκώς προαναγγέλλεται, αλλά ποτέ δεν έρχεται. Και η κυβέρνηση προσπαθεί να πείσει με δημιουργική λογιστική, παρουσιάζοντας ότι η χώρα βγαίνει από την κρίση επειδή επιτυγχάνει ένα ισχνό πρωτογενές πλεόνασμα, όταν όλοι γνωρίζουν ότι η χώρα έχει ουσιαστικά κηρύξει στάση πληρωμής του κράτους προς τους πιστωτές της του εσωτερικού της χώρας και κανένας δείκτης βιομηχανικής ή άλλης παραγωγής δεν καταδεικνύει την ανασύνταξη κάποιου παραγωγικού ιστού. Συνεπώς η κατανάλωση μειώνεται έντονα, η κρατική δαπάνη λιγότερο έντονα αλλά δεν επέρχεται υποκατάσταση αυτών με επενδύσεις οι σημαντικές εισροές χρήματος από το εξωτερικό. Χάνεται η κατανάλωση και στη θέση της δεν έρχεται τίποτε!
Προφανώς η συνταγή της αναδιάρθρωσης των τιμών (εσωτερική υποτίμηση) δεν είναι λύση που να αντιμετωπίζει τα δομικά προβλήματα της χώρας μας. Θα ήταν ενδεχομένως λύση για ένα οργανωμένο δυτικό κράτος. Εδώ όμως χρειαζόμαστε πολύ πιο θεμελιώδεις αλλαγές. Η βασικότερες εστίες μη ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας δεν είναι το επίπεδο τιμών της μισθωτής εργασίας. Όταν η γραφειοκρατία, οι πελατειακές σχέσεις του πολιτικού συστήματος, η καθυστέρηση απόδοσης δικαιοσύνης, η υπερρύθμιση, η ληστρική φορολογία, το τραγικό ασφαλιστικό, η συχνή αλλαγή των κανόνων οικονομικής δραστηριότητας, η χαμηλή παραγωγικότητα του κρατικού τομέα και βέβαια οι δαιδαλώδης νομοθεσία παραμένουν σε ισχύ, η επίτευξη ανταγωνιστικότητας μέσω της μείωσης των τιμών είναι ουτοπική. Πιθανώς ακόμα και με μηδενικούς μισθούς θα παραμέναμε μη ανταγωνιστικοί. Όταν ο Έλληνας πρέπει να κλείσει το εμπορικό κατάστημα γιατί η κατανάλωση υποχωρεί έντονα, πρέπει να μπορεί να ανοίξει επιχείρηση που θα παράξει εξαγώγιμο προϊόν. Κανονικά θα έπρεπε να είχε κίνητρα για αυτό πολύ πριν η κατανάλωση εκμηδενιστεί. Όμως όχι μόνο δεν υπάρχουν κίνητρα αλλά επιπλέον η μετάβαση εμποδίζεται έντονα από τις προαναφερθείσες Ελληνικές παθογένειες. Αυτά οι Ελληνικές κυβερνήσεις ελάχιστα τα αγγίζουν αν και τα γνωρίζουν.
Γιατί οι Ελληνικές κυβερνήσεις δεν παίρνουν άλλο δρόμο;
Τα παραδοσιακά Ελληνικά κόμματα περιγράφουν μέτρα για αυτά τα προβλήματα στα προεκλογικά τους προγράμματα εδώ και δεκαετίες. Αρκετά από αυτά έχουν επιπλέον επισημανθεί σε δεκάδες μελέτες που έχει ακριβοπληρώσει το κράτος. Πολλά έχουν υπογραφεί στα λεγόμενα μνημόνια και έχουν ακόμα ψηφιστεί στη βουλή, όμως δεν βρίσκουν ποτέ το δρόμο της εφαρμογής. Το ντόπιο πολιτικό κατεστημένο δεν θέλει με κανένα τρόπο να στεναχωρήσει τα πολύ δικά του παιδιά. Είτε είναι κρατικοί υπάλληλοι σε αντιπαραγωγικές δομές, είτε προμηθευτές του κράτους, είτε άλλες συντεχνίες που ζουν από τον παραλογισμό του κράτους, όλοι σιτίζονται άμεσα ή έμμεσα από το προβληματικό αυτό σύστημα. Το πολιτικό κατεστημένο χρειάζεται αυτό το χάος για να μπορεί να κρατάει υπό έλεγχο αυτούς που παρασιτούν εις βάρος των λίγων υπολοίπων. Και η σχέση τους με τα παραδοσιακά Ελληνικά κόμματα βασίζεται σε αυτόν τον παρασιτισμό.
Έτσι οι Ελληνικές κυβερνήσεις αντί δομικών αλλαγών συνεχίζουν την υπερφορολόγηση και τις οριζόντιες περικοπές, γνωρίζοντας καλά ότι αυτές οι πολιτικές είναι δίχως αύριο, όμως διασώζουν σήμερα τον σκληρό πυρήνα τους. Άλλωστε το μόνο ενδιαφέρον τους είναι η προσωρινή διατήρηση της εξουσίας. Ελπίζουν έτσι να αποφύγουν το άνοιγμα του κουτιού της Πανδώρας. Επιχειρούν να κρατήσουν κλειστούς τους καυτούς φακέλους υποθέσεων που θα σήμαιναν το τέλος της πολιτικής καριέρας των περισσότερων κορυφαίων στελεχών των κοινοβουλευτικών κομμάτων, αν όχι και την φυλάκισή τους. Ο στόχος τους είναι με κάθε θυσία – των άλλων – να μένουν μέσα στο παιχνίδι εξουσίας, ώστε να προστατεύουν τον εαυτό τους και τον πολύ στενό κύκλο τους.
Ρωτήθηκε ο πολίτης;
Είναι προφανές ότι ο Έλληνας πολίτης σε μεγάλο ποσοστό δεν συμμερίζεται το σχέδιο της εσωτερικής υποτίμησης ούτε τις υπόλοιπες παραμέτρους της πολιτικής που εφαρμόζεται. Οι πολιτικοί ποτέ δεν μοιράστηκαν μαζί του κάποιο πλάνο. Οι πολίτες ποτέ δεν ενέκριναν την πολιτική που εφαρμόζεται δια της ψήφου τους. Γι΄ αυτό άλλωστε το όλο θέμα είναι πάνω από όλα έλλειμμα Δημοκρατίας.
Η τρόικα τι κάνει;
Η Τρόικα είτε δεν μπορεί είτε δεν θέλει να πιέσει για ουσιώδεις δομικές μεταρρυθμίσεις. Ίσως δεν μπορεί γιατί φοβάται μην … αλλάξει συνομιλητή με έναν ακόμα λιγότερο αξιόπιστο, όπως η σημερινή αντιπολίτευση. Ίσως δεν θέλει, γιατί δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητές της η δική μας εξυγίανση. Μένει λοιπόν σε μια λογιστική, μακροσκοπική προσέγγιση, αγοράζει κι αυτή χρόνο για δικούς της λόγους.
Δεν μπορεί επίσης να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η Τρόικα να έχει από καιρό συμφωνήσει στο πάγωμα των πλειστηριασμών, καθώς ούτε οι Τράπεζες φαίνεται να καίγονται για να προχωρήσουν σε τέτοιες ενέργειες. Δεν είναι απίθανο η Τρόικα να διαπραγματεύεται αυτή τη στιγμή άλλα πράγματα, αλλά για επικοινωνιακούς λόγους αυτό να μην δημοσιοποιείται, ώστε η κυβέρνηση τις επόμενες ημέρες να ανακοινώσει το μεγάλο της επίτευγμα: την παράταση του παγώματος πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας μετά από δήθεν σκληρή διαπραγμάτευση. Ένα επίτευγμα κενό περιεχομένου καθώς όπως εξηγήθηκε παραπάνω κανείς δεν πιστεύει σε κάποιο αποτέλεσμα από τους πλειστηριασμούς.
Τι μπορεί να γίνει;
Η μόνη αισιόδοξη προοπτική της Ελληνικής κοινωνίας είναι να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τις παθογένειές της και να επενδύσει στην καινοτομία και τη δυναμική εξωστρεφή μικρομεσαία επιχείρηση, αξιοποιώντας τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Αν άρουμε όλα τα εμπόδια που σήμερα υπάρχουν ώστε να επιτραπεί η δυναμική ανάπτυξη εξωστρεφών επιχειρήσεων θα αναστραφεί αυτόματα η τάση. Το δημιουργικό απόθεμα του Έλληνα που επί δεκαετίες καταπιέζεται θα εκτιναχθεί σαν αναπτυξιακό ελατήριο. Η πολυετής «υποχρεωτική εκπαίδευση» του Έλληνα στις επιχειρηματικές κακουχίες της ντόπιας οικονομίας τον έχουν προετοιμάσει για τα χειρότερα. Αν ξαφνικά το περιβάλλον γίνει κατά τι πιο φιλικό προς την οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα η δυναμική που θα αναπτυχθεί είναι ικανή να ανατρέψει όλα τα υπόλοιπα αδιέξοδα.
Ωστόσο οι κυρίαρχοι πολιτικοί σχηματισμοί και το στελεχιακό τους δυναμικό ούτε θέλουν ούτε μπορούν να εφαρμόσουν τέτοιες αλλαγές.
Η τύχη μας λοιπόν είναι στα χέρια ημών των πολιτών. Βλέπετε η ελευθερία που προσφέρει ακόμα και η λειψή Δημοκρατία που έχουμε στη χώρα μας έρχεται μαζί με πολύ μεγάλες ευθύνες. Μόλις το συνειδητοποιήσουμε η κατάσταση θα αρχίσει να αλλάζει ραγδαία προς το καλύτερο.
*Σεραφείμ Αθ. Κοτρώτσος
Ηλεκτρολόγος Μηχανικός & Μηχ. Η/Υ, Δρ. ΕΜΠ, Σύμβουλος επιχειρήσεων
Εκπρόσωπος Τύπου & Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου «Δημιουργία, ξανά!»
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΕΡΥΘΡΟΛΕΥΚΟ MEETING ΜΕ ΜΑΝΤΣΕΣΤΕΡ Γ. ΚΑΙ UEFA
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΟΑΕΔ: Ξεκίνησε η καταβολή του δώρου Χριστουγέννων
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ