2013-12-18 15:55:07
Μόλις πέντε χρόνια από τότε που οι σχολιαστές άρχισαν να κάνουν έκκληση για έναν κοινό υπερεθνικό μηχανισμό προστασίας για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, οι Ευρωπαίοι υπουργοί οικονομικών πλησιάζουν επιτέλους στην επίτευξη ενός τέτοιου μηχανισμού, φτάνοντας σήμερα σε ευρεία πολιτική συμφωνία.
Ήταν πάντα σαφές ότι μία τραπεζική ένωση για ένα 17μελές νομισματικό μπλοκ θα ήταν κάθε άλλο παρά τέλεια. Θα χρειαζόταν να είναι μία σύνθετη, υβριδική κατασκευή. Αλλά θα μπορούσε να είναι χρήσιμη σε μακροπρόθεσμη βάση, διότι σε 10 ή 20 χρόνια η ευρωζώνη θα μπορούσε να καταλήξει με έναν τραπεζικό τομέα που να μη χρειάζεται να εξαρτάται πλέον κατά κύριο λόγο από τα κράτη μέλη. Ή τουλάχιστον, έτσι νομίζαμε όλοι.
Πολλοί υποστηρικτές της τραπεζικής ένωσης, υποτιμήσαμε το οικονομικό της κόστος. Με την εναλλαγή από το εθνικό καθεστώς στην υπερεθνική τραπεζική ένωση, έρχεται και η ανάγκη, για παράδειγμα, να εναρμονιστεί το πώς οι τράπεζες δίνουν λογαριασμό για τα επισφαλή δάνεια. Τώρα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διεξάγει ελέγχους των τραπεζικών ισολογισμών, οι οποίοι θα ακολουθηθούν από τεστ αντοχής.
Η απάντηση των τραπεζών ήταν η απομόχλευση. Όσο λιγότερα επισφαλή περιουσιακά στοιχεία έχουν στους ισολογισμούς τους, τόσο λιγότερο κεφάλαιο θα χρειαστεί να αυξήσουν αν προκύψει κάτι από τα τεστ αντοχής. Αυτό σημαίνει ότι η τραπεζική ένωση επιδείνωσε, ή τουλάχιστον παράτεινε, την πιστωτική κρίση. Με άλλα λόγια, έρχεται με ένα διόλου ασήμαντο κόστος.
Σε σχέση με το κόστος, θα πρέπει κανείς να εξετάσει και τα πιθανά οφέλη. Αυτό που μπορεί να προκύψει από τη διαδικασία είναι ένα αποτοξινωμένο τραπεζικό σύστημα λιτών προδιαγραφών. Οι τραπεζικοί και οι εθνικοί κίνδυνοι δεν θα συμπίπτουν πλέον, βάζοντας τέλος στον περιβόητο «βρόχο θανάτου» που μαστίζει τις κυβερνήσεις και τις τράπεζες σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Ο τραπεζικός τομέας μπορεί να ενοποιηθεί σε διασυνοριακό επίπεδο και να γίνει πιο αποτελεσματικός. Και η τραπεζική ένωση θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν μηχανισμό ασφαλείας ενάντια στις κρίσεις για ολόκληρη την ευρωζώνη. Αν γινόταν σωστά, θα μπορούσε να ήταν ένα εξαιρετικά σημαντικό έργο.
Αλλά, εκτός και αν δούμε κάποιες σημαντικές αλλαγές στην ισορροπία του επιχειρήματος, η πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε την περασμένη εβδομάδα απλά δεν είναι αρκετή. Δεν ελπίζω σε τίποτε βέβαια, από τη στιγμή που η πολιτική συμφωνία έχει ολοκληρωθεί. Ωστόσο, εάν δεν υπάρξουν σημαντικές προσθήκες σε ό,τι μας έχουν πει σχετικά με τη συμφωνία, δε νομίζω ότι η συγκεκριμένη τραπεζική ένωση αξίζει την υποστήριξή μας.
Για να γίνει κατανοητό αυτό, είναι σημαντικό να πάρετε μία αίσθηση της κλίμακας των πραγμάτων. Η ΕΚΤ θα καταλήξει ως η εποπτική αρχή 128 τραπεζών. Μαζί, αυτές οι τράπεζες ευθύνονται για το 85 τοις εκατό του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού του τραπεζικού συστήματος της ευρωζώνης. Ο συνολικός ισολογισμός του χρηματοπιστωτικού τομέα της ευρωζώνης, χωρίς να περιλαμβάνει τις κεντρικές τράπεζες, ήταν € 31,4 τρισ. στα τέλη Οκτωβρίου. Το 85 τοις εκατό μεταφράζεται κατά προσέγγιση σε περίπου 26 με 27 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Το ταμείο εξυγίανσης των τραπεζών για τη νέα αυτή τραπεζική ένωση θα δημιουργηθεί μέσα σε 10 χρόνια, μέσω τραπεζικών εισφορών. Στο τέλος αυτής της περιόδου θα έχει φτάσει τα 55 δισ. ευρώ –μόλις το 0,2 τοις εκατό της βάσης των στοιχείων ενεργητικού. Οι περισσότερες από αυτές τις τράπεζες έχουν περιουσιακά στοιχεία άνω των 30 δισ. ευρώ. Στην περίπτωση μίας συστημικής κρίσης κατά την οποία οι τράπεζες ενδέχεται ξαφνικά να καταρρεύσουν, ολόκληρο το ευρωπαϊκό ταμείο εξυγίανσης θα μπορούσε εύκολα να χρησιμοποιηθεί από μία μόνο τράπεζα μεσαίου μεγέθους. Μία υπενθύμιση του πόσο ακριβή μπορεί να είναι μία εξυγίανση των τραπεζών ήρθε την περασμένη εβδομάδα από την Σλοβενία, μία μικρή χώρα η οποία έφτασε τους εθνικούς της πόρους στα όριά τους αντλώντας νέα κεφάλαια αξίας 3 δισ. ευρώ στις τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας.
Όπως υποστήριξε και ο Angel Ubide σε σημείωμά του για το Peterson Institute for International Economics, ένα ταμείο εξυγίανσης χρειάζεται γραμμή πίστωσης ώστε να αντιμετωπίζει τις απρόβλεπτες ανάγκες. Δεν υπάρχουν πολλές προφανείς πηγές. Η ΕΚΤ αποτελεί μία –αν και κάτι τέτοιο μπορεί να είναι τραβηγμένο ως προς τα νόμιμα καθήκοντά της. Έτσι, μας μένει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ), το ταμείο διάσωσης του μπλοκ, ως η καλύτερη πηγή για να παράσχει ένα τέτοιο πιστωτικό όριο.
Ωστόσο, η Γερμανία και οι άλλες πιστώτριες χώρες έχουν αντισταθεί σε αυτό το ενδεχόμενο –μέχρι στιγμής. Αν επικρατήσει αυτή η θέση, τότε θα έχουμε μία τραπεζική ένωση χωρίς δημοσιονομικό μηχανισμό ασφαλείας. Αυτό θα αφήσει το ταμείο εξυγίανσης, όπως το αντιλαμβανόμαστε επί του παρόντος, ικανό να ανταποκριθεί μόνο αν ένας μεμονωμένος διευθυντής τράπεζας το βάλει στα πόδια με τα λεφτά του ταμείου της τράπεζάς του. Χωρίς γραμμή πίστωσης, δε μπορούμε να μιλάμε για εργαλείο αντιμετώπισης κρίσεων.
Θα αντισταθμιστεί λοιπόν το κόστος από τα οφέλη της τραπεζικής ένωσης; Αν το ταμείο εξυγίανσης καταλήξει μόνιμα χωρίς γραμμή πίστωσης, είναι ξεκάθαρο πως όχι. Υπάρχουν σημαντικές δαπάνες βραχυπρόθεσμα, και κανένα κέρδος σε μακροπρόθεσμη βάση. Εάν η τραπεζική ένωση δεν παρέχει την ελάχιστη υπηρεσία ασφάλισης κατά της κρίσης, τότε ποιο το νόημα;
Τι θα γινόταν λοιπόν με μία τραπεζική ένωση με γραμμή πίστωσης; Αυτό θα εξαρτιόταν από το μέγεθος της γραμμής πίστωσης και από τους κανόνες εμπλοκής. Αν η γραμμή πίστωσης ήταν 55 ακόμη δισεκατομμύρια ευρώ, αυτό δεν θα έκανε καμία διαφορά απολύτως. Τότε απλά θα μπορούσαμε να διασώσουμε δύο μεσαίες τράπεζες αντί για μία. Και αν οι κανόνες ψηφοφορίας είναι έτσι διαμορφωμένοι που μία μικρή ομάδα πιστωτών θα μπορεί να ασκήσει βέτο σε μία μεγάλη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τότε δε μπορούμε να μιλάμε ούτε και για πραγματικό μηχανισμό ασφάλισης. Πως θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε τη λέξη «ασφάλεια» εφόσον η πληρωμή θα εξαρτάται από τα χούγια του γερμανικού κοινοβουλίου;
Εδώ λοιπόν θα τράβαγα μία κόκκινη γραμμή. Με έναν λογικό μηχανισμό ασφαλείας θα έλεγα ναι, ας προχωρήσουμε και αντιμετωπίζουμε τα μελλοντικά προβλήματα αργότερα. Χωρίς έναν τέτοιο μηχανισμό, δεν υπάρχει κανένα νόημα. Αυτή δεν είναι τραπεζική ένωση, και πρέπει απλά να απορριφθεί.
banksnews.gr
Ήταν πάντα σαφές ότι μία τραπεζική ένωση για ένα 17μελές νομισματικό μπλοκ θα ήταν κάθε άλλο παρά τέλεια. Θα χρειαζόταν να είναι μία σύνθετη, υβριδική κατασκευή. Αλλά θα μπορούσε να είναι χρήσιμη σε μακροπρόθεσμη βάση, διότι σε 10 ή 20 χρόνια η ευρωζώνη θα μπορούσε να καταλήξει με έναν τραπεζικό τομέα που να μη χρειάζεται να εξαρτάται πλέον κατά κύριο λόγο από τα κράτη μέλη. Ή τουλάχιστον, έτσι νομίζαμε όλοι.
Πολλοί υποστηρικτές της τραπεζικής ένωσης, υποτιμήσαμε το οικονομικό της κόστος. Με την εναλλαγή από το εθνικό καθεστώς στην υπερεθνική τραπεζική ένωση, έρχεται και η ανάγκη, για παράδειγμα, να εναρμονιστεί το πώς οι τράπεζες δίνουν λογαριασμό για τα επισφαλή δάνεια. Τώρα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διεξάγει ελέγχους των τραπεζικών ισολογισμών, οι οποίοι θα ακολουθηθούν από τεστ αντοχής.
Η απάντηση των τραπεζών ήταν η απομόχλευση. Όσο λιγότερα επισφαλή περιουσιακά στοιχεία έχουν στους ισολογισμούς τους, τόσο λιγότερο κεφάλαιο θα χρειαστεί να αυξήσουν αν προκύψει κάτι από τα τεστ αντοχής. Αυτό σημαίνει ότι η τραπεζική ένωση επιδείνωσε, ή τουλάχιστον παράτεινε, την πιστωτική κρίση. Με άλλα λόγια, έρχεται με ένα διόλου ασήμαντο κόστος.
Σε σχέση με το κόστος, θα πρέπει κανείς να εξετάσει και τα πιθανά οφέλη. Αυτό που μπορεί να προκύψει από τη διαδικασία είναι ένα αποτοξινωμένο τραπεζικό σύστημα λιτών προδιαγραφών. Οι τραπεζικοί και οι εθνικοί κίνδυνοι δεν θα συμπίπτουν πλέον, βάζοντας τέλος στον περιβόητο «βρόχο θανάτου» που μαστίζει τις κυβερνήσεις και τις τράπεζες σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Ο τραπεζικός τομέας μπορεί να ενοποιηθεί σε διασυνοριακό επίπεδο και να γίνει πιο αποτελεσματικός. Και η τραπεζική ένωση θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν μηχανισμό ασφαλείας ενάντια στις κρίσεις για ολόκληρη την ευρωζώνη. Αν γινόταν σωστά, θα μπορούσε να ήταν ένα εξαιρετικά σημαντικό έργο.
Αλλά, εκτός και αν δούμε κάποιες σημαντικές αλλαγές στην ισορροπία του επιχειρήματος, η πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε την περασμένη εβδομάδα απλά δεν είναι αρκετή. Δεν ελπίζω σε τίποτε βέβαια, από τη στιγμή που η πολιτική συμφωνία έχει ολοκληρωθεί. Ωστόσο, εάν δεν υπάρξουν σημαντικές προσθήκες σε ό,τι μας έχουν πει σχετικά με τη συμφωνία, δε νομίζω ότι η συγκεκριμένη τραπεζική ένωση αξίζει την υποστήριξή μας.
Για να γίνει κατανοητό αυτό, είναι σημαντικό να πάρετε μία αίσθηση της κλίμακας των πραγμάτων. Η ΕΚΤ θα καταλήξει ως η εποπτική αρχή 128 τραπεζών. Μαζί, αυτές οι τράπεζες ευθύνονται για το 85 τοις εκατό του συνόλου των στοιχείων ενεργητικού του τραπεζικού συστήματος της ευρωζώνης. Ο συνολικός ισολογισμός του χρηματοπιστωτικού τομέα της ευρωζώνης, χωρίς να περιλαμβάνει τις κεντρικές τράπεζες, ήταν € 31,4 τρισ. στα τέλη Οκτωβρίου. Το 85 τοις εκατό μεταφράζεται κατά προσέγγιση σε περίπου 26 με 27 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Το ταμείο εξυγίανσης των τραπεζών για τη νέα αυτή τραπεζική ένωση θα δημιουργηθεί μέσα σε 10 χρόνια, μέσω τραπεζικών εισφορών. Στο τέλος αυτής της περιόδου θα έχει φτάσει τα 55 δισ. ευρώ –μόλις το 0,2 τοις εκατό της βάσης των στοιχείων ενεργητικού. Οι περισσότερες από αυτές τις τράπεζες έχουν περιουσιακά στοιχεία άνω των 30 δισ. ευρώ. Στην περίπτωση μίας συστημικής κρίσης κατά την οποία οι τράπεζες ενδέχεται ξαφνικά να καταρρεύσουν, ολόκληρο το ευρωπαϊκό ταμείο εξυγίανσης θα μπορούσε εύκολα να χρησιμοποιηθεί από μία μόνο τράπεζα μεσαίου μεγέθους. Μία υπενθύμιση του πόσο ακριβή μπορεί να είναι μία εξυγίανση των τραπεζών ήρθε την περασμένη εβδομάδα από την Σλοβενία, μία μικρή χώρα η οποία έφτασε τους εθνικούς της πόρους στα όριά τους αντλώντας νέα κεφάλαια αξίας 3 δισ. ευρώ στις τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας.
Όπως υποστήριξε και ο Angel Ubide σε σημείωμά του για το Peterson Institute for International Economics, ένα ταμείο εξυγίανσης χρειάζεται γραμμή πίστωσης ώστε να αντιμετωπίζει τις απρόβλεπτες ανάγκες. Δεν υπάρχουν πολλές προφανείς πηγές. Η ΕΚΤ αποτελεί μία –αν και κάτι τέτοιο μπορεί να είναι τραβηγμένο ως προς τα νόμιμα καθήκοντά της. Έτσι, μας μένει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ), το ταμείο διάσωσης του μπλοκ, ως η καλύτερη πηγή για να παράσχει ένα τέτοιο πιστωτικό όριο.
Ωστόσο, η Γερμανία και οι άλλες πιστώτριες χώρες έχουν αντισταθεί σε αυτό το ενδεχόμενο –μέχρι στιγμής. Αν επικρατήσει αυτή η θέση, τότε θα έχουμε μία τραπεζική ένωση χωρίς δημοσιονομικό μηχανισμό ασφαλείας. Αυτό θα αφήσει το ταμείο εξυγίανσης, όπως το αντιλαμβανόμαστε επί του παρόντος, ικανό να ανταποκριθεί μόνο αν ένας μεμονωμένος διευθυντής τράπεζας το βάλει στα πόδια με τα λεφτά του ταμείου της τράπεζάς του. Χωρίς γραμμή πίστωσης, δε μπορούμε να μιλάμε για εργαλείο αντιμετώπισης κρίσεων.
Θα αντισταθμιστεί λοιπόν το κόστος από τα οφέλη της τραπεζικής ένωσης; Αν το ταμείο εξυγίανσης καταλήξει μόνιμα χωρίς γραμμή πίστωσης, είναι ξεκάθαρο πως όχι. Υπάρχουν σημαντικές δαπάνες βραχυπρόθεσμα, και κανένα κέρδος σε μακροπρόθεσμη βάση. Εάν η τραπεζική ένωση δεν παρέχει την ελάχιστη υπηρεσία ασφάλισης κατά της κρίσης, τότε ποιο το νόημα;
Τι θα γινόταν λοιπόν με μία τραπεζική ένωση με γραμμή πίστωσης; Αυτό θα εξαρτιόταν από το μέγεθος της γραμμής πίστωσης και από τους κανόνες εμπλοκής. Αν η γραμμή πίστωσης ήταν 55 ακόμη δισεκατομμύρια ευρώ, αυτό δεν θα έκανε καμία διαφορά απολύτως. Τότε απλά θα μπορούσαμε να διασώσουμε δύο μεσαίες τράπεζες αντί για μία. Και αν οι κανόνες ψηφοφορίας είναι έτσι διαμορφωμένοι που μία μικρή ομάδα πιστωτών θα μπορεί να ασκήσει βέτο σε μία μεγάλη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τότε δε μπορούμε να μιλάμε ούτε και για πραγματικό μηχανισμό ασφάλισης. Πως θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε τη λέξη «ασφάλεια» εφόσον η πληρωμή θα εξαρτάται από τα χούγια του γερμανικού κοινοβουλίου;
Εδώ λοιπόν θα τράβαγα μία κόκκινη γραμμή. Με έναν λογικό μηχανισμό ασφαλείας θα έλεγα ναι, ας προχωρήσουμε και αντιμετωπίζουμε τα μελλοντικά προβλήματα αργότερα. Χωρίς έναν τέτοιο μηχανισμό, δεν υπάρχει κανένα νόημα. Αυτή δεν είναι τραπεζική ένωση, και πρέπει απλά να απορριφθεί.
banksnews.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Θήβα: Στοίβαξε έξι ανθρώπους κάτω από ένα σεντόνι!
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
3 μικρομεσαία... «τέρατα» οικονομίας!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ