2014-01-21 16:37:10
Η αυστηρή ευρωπαϊκή εποπτεία θα ακολουθεί τη χώρα μας για πολλά ακόμη χρόνια έστω κι αν όλα εξελιχθούν ομαλά, τα μνημόνια αποτελέσουν πολύ σύντομα παρελθόν και η χώρα επιστρέψει στις αγορές!
Αυτό είναι το εντυπωσιακότερο από τα συμπεράσματα της ενδιάμεσης έκθεσης για την ελληνική οικονομία που εκπόνησε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, στην οποία περιλαμβάνεται απολογισμός, κριτική και συστάσεις για τον ρόλο που θα διαδραματίσουν οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί εποπτείας στη μεταμνημονιακή εποχή.
Πράγματι, στην έκθεση τονίζεται σαφώς ότι το σύστημα οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ αλλάζει με την επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων και ευκολότερων διαδικασιών επιβολής κυρώσεων για χώρες που βρίσκονται εκτός μνημονίων. Ειδικά μάλιστα για την Ελλάδα, που διατηρεί υψηλό δημόσιο χρέος, το Γραφείο Προϋπολογισμού κάνει λόγο για τη δυνατότητα άμεσης παρέμβασης της ΕΕ στις εθνικές διαδικασίες κατάρτισης του προϋπολογισμού, θέτοντας ζητήματα δημοκρατικής νομιμοποίησης που ξεπερνούν ακόμη και τα Εθνικά Κοινοβούλια. Οποιο κράτος ζητήσει βοήθεια, τονίζεται χαρακτηριστικά στην έκθεση, θα τη λάβει μόνον αν δεχθεί όρους οικονομικής πολιτικής, δηλαδή αν δεχθεί να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και διατηρήσιμης δημοσιονομικής εξυγίανσης.
ΧΙΟΝΟΣΤΙΒΑΔΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΦΩΣ!
Ασκώντας κριτική για τα μέχρι σήμερα πεπραγμένα, οι συντάκτες της έκθεσης δεν διστάζουν να κάνουν λόγο για το φαινόμενο της «χιονοστιβάδας», προβλέποντας ότι οι πολιτικές προτεραιότητες μπορεί να αποδειχθούν αντιπαραγωγικές με την έννοια ότι η πτώση του ΑΕΠ δυσκολεύει τις μεταρρυθμίσεις και την επίτευξη μιας όχι προσωρινής, αλλά διατηρήσιμης ισορροπίας των προϋπολογισμών με εξάλειψη πρωτογενών ελλειμμάτων. Εκτιμούν πάντως ότι, υπό προϋποθέσεις, η πολιτική της χώρας μπορεί να βελτιωθεί εντός αυτού του περιοριστικού πλαισίου. Και αυτό, καθώς το σύστημα της ΕΕ δεν λειτουργεί μόνον περιοριστικά, αλλά προσφέρει και ευκαιρίες για την αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας (εφόσον αρθούν οι στρεβλώσεις που εμποδίζουν την αποτελεσματική λειτουργία των αγορών), τη βελτίωση των υποδομών, τη χρηματοδότηση εξωστρεφών μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος μέσω της ΕΚΤ.
Ασκώντας, εξάλλου, κριτική στο νέο δόγμα δημοσιονομικής σταθερότητας η έκθεση αναφέρει ότι το δημοσιονομικό σύμφωνο διευκολύνει την έναρξη και εξέλιξη μιας διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος σε βάρος ενός κράτους-μέλους. Καθιερώνει, για παράδειγμα, την αρχή της αντίστροφης πλειοψηφίας για τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης στην περίπτωση που επιχειρηθεί να διακοπεί η διαδικασία αν ένα κράτος -μέλος δεν συμμορφώνεται με τις συστάσεις. Κάθε κράτος-μέλος μπορεί να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αν εκτιμά ότι άλλο κράτος δεν τηρεί τις δεσμεύσεις του συμφώνου. Αν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο συμφωνήσει, μπορεί να επιβάλει κύρωση έως το 0,1% του ΑΕΠ του μη συμμορφούμενου κράτους.
Κατά ενδιαφέροντα τρόπο δεν αποφασίζουν τελικά οι πολιτικοί του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά μία ανεξάρτητη Αρχή για την επιβολή κυρώσεων. Με τον τρόπο αυτόν ελπίζεται ότι αυξάνεται η αξιοπιστία του συστήματος πειθάρχησης και κυρώσεων. Ομως οι κυρώσεις μόνον για την περίπτωση που οι κυβερνήσεις δεν καθιερώνουν το όριο του 0,5% και όχι σε περίπτωση που δεν το τηρούν! Γενικά, η εξέλιξη της νέας οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ οδηγεί σε περαιτέρω μετατοπίσεις εξουσίας «προς τα πάνω», δηλαδή προς τους κεντρικούς θεσμούς της ΕΕ και της ευρωζώνης τροποποιώντας την ευρωπαϊκή διαδικασία ενοποίησης.
Πέραν αυτών, τα βασικότερα συμπεράσματά της έχουν ως εξής:
ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
Την αδυναμία της Ελλάδας να μειώσει με αποκλειστική εθνική προσπάθεια το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος στο νέο, πιο περιοριστικό πλαίσιο της ευρωζώνης επισημαίνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην ενδιάμεση έκθεσή του για τη νέα οικονομική διακυβέρνηση στη ζώνη του ευρώ, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Παράλληλα προτρέπει την πολιτική ηγεσία να αξιοποιήσει την κριτική στην οικονομική πολιτική που ακολουθείται στην Ευρώπη, που ασκούν διεθνή ερευνητικά κέντρα, ΔΝΤ και ΟΟΣΑ, ώστε να επιτύχουν τα μέγιστα δυνατά οφέλη για τη χώρα.
«Κράτη-μέλη, όπως η Ελλάδα, δεν έχουν την παραμικρή δυνατότητα να μειώσουν το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος του 170% του ΑΕΠ στο επίπεδο που απαιτούν οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες αποκλειστικά μόνο με εθνικές προσπάθειες», επισημαίνουν χαρακτηριστικά οι συντάκτες της έκθεσης, καθηγητές Οικονομικών κκ. Π. Λιαργκόβας, Π. Καζάκος και Δ. Μήτση και σπεύδουν να υπογραμμίσουν ότι «αν το επιχειρήσουν θα πρέπει να εφαρμόσουν και στο μέλλον τυφλή λιτότητα, που όμως θα επιδεινώσει την κρίση χωρίς να λύσει το πρόβλημα της υπερχρέωσης». Επικαλούνται μάλιστα την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε διεθνώς κατά της πολιτικής αυτής και επιβάλλει την ανάγκη αναθεώρησής της. «Από την ταχύτερη ανάπτυξη θα εξαρτηθεί αν οι δημοσιονομικές και εξωτερικές ισορροπίες, που φαίνονται ότι επιτυγχάνονται, αποδειχθούν διατηρήσιμες ή όχι» υποστηρίζουν και υπενθυμίζουν τις κυριότερες προτάσεις που υπεδείχθησαν από τους διεθνείς οργανισμούς για την έξοδο από την κρίση. Μεταξύ άλλων επικαλούνται:
α. Διαγραφή χρεών, κλιμάκωση της οικονομικής προσαρμογής σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, γεγονός που ισοδυναμεί με χαλάρωση της λιτότητας.
β. Ευέλικτα προγράμματα που να ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα οικονομικά δεδομένα των επιμέρους κρατών-μελών και
γ. περισσότερο επεκτατική πολιτική στις χώρες χωρίς δημοσιονομικά προβλήματα, όπως η Γερμανία, ώστε το βάρος της προσαρμογής να μην πέφτει μόνο στις υπερχρεωμένες χώρες.
ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ
«Ολα αυτά μας αφορούν και θα πρέπει να αποτελούν ουσιαστικό μέρος των ελληνικών χειρισμών στην ΕΕ, μαζί πάντως με τη συνέχιση κρίσιμων μεταρρυθμίσεων και την αποφυγή υποτροπής σε μία πολιτική ελλειμμάτων και χρεών», συμπεραίνουν οι τρεις καθηγητές, μη παραλείποντας όμως να τονίσουν ότι παρά ταύτα η χώρα «δεν θα μπορέσει να αξιοποιήσει τις υπάρχουσες και τις υπό εκκόλαψη δυνατότητες για δάνεια και οικονομική βοήθεια αν αρνηθεί να ανταποκριθεί στους περιοριστικούς κανόνες και στις διαδικασίες που επιβάλλει η νέα οικονομική διακυβέρνηση και αν, σε ακραία περίπτωση, αποφασίσει μονομερώς διακοπή εξυπηρέτησης του χρέους».
Τέλος, οι τρεις καθηγητές καυτηριάζουν τη μεγαλύτερη παρέμβαση τα τελευταία χρόνια των κεντρικών θεσμών της ΕΕ (Επιτροπή, Συμβούλιο, κ.λπ.) στις διαδικασίες κατάρτισης και εκτέλεσης των εθνικών προϋπολογισμών και των κοινωνικών πολιτικών, εγείροντας ζητήματα δημοκρατικής νομιμοποίησης. «Οι χειρισμοί της κρίσης χρέους οδήγησαν σε αναθέρμανση εθνικιστικών στερεοτύπων και αξιοποίησή τους από πάσης φύσεως λαϊκισμούς, Δεξιούς και Αριστερούς», σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης και καταλήγουν ότι μπορεί η αλληλεγγύη προς τις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης να είναι μικρή μπροστά στα οφέλη που απολαμβάνουν οι πιο ισχυρές οικονομίες από την εσωτερική αγορά και το ευρώ, αλλά εξελίσσεται και με τα σημερινά δεδομένα της χώρας οι ευκαιρίες αυτές δεν πρέπει να υποτιμηθούν.
kerdos.gr
Αυτό είναι το εντυπωσιακότερο από τα συμπεράσματα της ενδιάμεσης έκθεσης για την ελληνική οικονομία που εκπόνησε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, στην οποία περιλαμβάνεται απολογισμός, κριτική και συστάσεις για τον ρόλο που θα διαδραματίσουν οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί εποπτείας στη μεταμνημονιακή εποχή.
Πράγματι, στην έκθεση τονίζεται σαφώς ότι το σύστημα οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ αλλάζει με την επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων και ευκολότερων διαδικασιών επιβολής κυρώσεων για χώρες που βρίσκονται εκτός μνημονίων. Ειδικά μάλιστα για την Ελλάδα, που διατηρεί υψηλό δημόσιο χρέος, το Γραφείο Προϋπολογισμού κάνει λόγο για τη δυνατότητα άμεσης παρέμβασης της ΕΕ στις εθνικές διαδικασίες κατάρτισης του προϋπολογισμού, θέτοντας ζητήματα δημοκρατικής νομιμοποίησης που ξεπερνούν ακόμη και τα Εθνικά Κοινοβούλια. Οποιο κράτος ζητήσει βοήθεια, τονίζεται χαρακτηριστικά στην έκθεση, θα τη λάβει μόνον αν δεχθεί όρους οικονομικής πολιτικής, δηλαδή αν δεχθεί να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και διατηρήσιμης δημοσιονομικής εξυγίανσης.
ΧΙΟΝΟΣΤΙΒΑΔΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΦΩΣ!
Ασκώντας κριτική για τα μέχρι σήμερα πεπραγμένα, οι συντάκτες της έκθεσης δεν διστάζουν να κάνουν λόγο για το φαινόμενο της «χιονοστιβάδας», προβλέποντας ότι οι πολιτικές προτεραιότητες μπορεί να αποδειχθούν αντιπαραγωγικές με την έννοια ότι η πτώση του ΑΕΠ δυσκολεύει τις μεταρρυθμίσεις και την επίτευξη μιας όχι προσωρινής, αλλά διατηρήσιμης ισορροπίας των προϋπολογισμών με εξάλειψη πρωτογενών ελλειμμάτων. Εκτιμούν πάντως ότι, υπό προϋποθέσεις, η πολιτική της χώρας μπορεί να βελτιωθεί εντός αυτού του περιοριστικού πλαισίου. Και αυτό, καθώς το σύστημα της ΕΕ δεν λειτουργεί μόνον περιοριστικά, αλλά προσφέρει και ευκαιρίες για την αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας (εφόσον αρθούν οι στρεβλώσεις που εμποδίζουν την αποτελεσματική λειτουργία των αγορών), τη βελτίωση των υποδομών, τη χρηματοδότηση εξωστρεφών μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος μέσω της ΕΚΤ.
Ασκώντας, εξάλλου, κριτική στο νέο δόγμα δημοσιονομικής σταθερότητας η έκθεση αναφέρει ότι το δημοσιονομικό σύμφωνο διευκολύνει την έναρξη και εξέλιξη μιας διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος σε βάρος ενός κράτους-μέλους. Καθιερώνει, για παράδειγμα, την αρχή της αντίστροφης πλειοψηφίας για τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης στην περίπτωση που επιχειρηθεί να διακοπεί η διαδικασία αν ένα κράτος -μέλος δεν συμμορφώνεται με τις συστάσεις. Κάθε κράτος-μέλος μπορεί να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αν εκτιμά ότι άλλο κράτος δεν τηρεί τις δεσμεύσεις του συμφώνου. Αν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο συμφωνήσει, μπορεί να επιβάλει κύρωση έως το 0,1% του ΑΕΠ του μη συμμορφούμενου κράτους.
Κατά ενδιαφέροντα τρόπο δεν αποφασίζουν τελικά οι πολιτικοί του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά μία ανεξάρτητη Αρχή για την επιβολή κυρώσεων. Με τον τρόπο αυτόν ελπίζεται ότι αυξάνεται η αξιοπιστία του συστήματος πειθάρχησης και κυρώσεων. Ομως οι κυρώσεις μόνον για την περίπτωση που οι κυβερνήσεις δεν καθιερώνουν το όριο του 0,5% και όχι σε περίπτωση που δεν το τηρούν! Γενικά, η εξέλιξη της νέας οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ οδηγεί σε περαιτέρω μετατοπίσεις εξουσίας «προς τα πάνω», δηλαδή προς τους κεντρικούς θεσμούς της ΕΕ και της ευρωζώνης τροποποιώντας την ευρωπαϊκή διαδικασία ενοποίησης.
Πέραν αυτών, τα βασικότερα συμπεράσματά της έχουν ως εξής:
ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
Την αδυναμία της Ελλάδας να μειώσει με αποκλειστική εθνική προσπάθεια το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος στο νέο, πιο περιοριστικό πλαίσιο της ευρωζώνης επισημαίνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην ενδιάμεση έκθεσή του για τη νέα οικονομική διακυβέρνηση στη ζώνη του ευρώ, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Παράλληλα προτρέπει την πολιτική ηγεσία να αξιοποιήσει την κριτική στην οικονομική πολιτική που ακολουθείται στην Ευρώπη, που ασκούν διεθνή ερευνητικά κέντρα, ΔΝΤ και ΟΟΣΑ, ώστε να επιτύχουν τα μέγιστα δυνατά οφέλη για τη χώρα.
«Κράτη-μέλη, όπως η Ελλάδα, δεν έχουν την παραμικρή δυνατότητα να μειώσουν το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος του 170% του ΑΕΠ στο επίπεδο που απαιτούν οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες αποκλειστικά μόνο με εθνικές προσπάθειες», επισημαίνουν χαρακτηριστικά οι συντάκτες της έκθεσης, καθηγητές Οικονομικών κκ. Π. Λιαργκόβας, Π. Καζάκος και Δ. Μήτση και σπεύδουν να υπογραμμίσουν ότι «αν το επιχειρήσουν θα πρέπει να εφαρμόσουν και στο μέλλον τυφλή λιτότητα, που όμως θα επιδεινώσει την κρίση χωρίς να λύσει το πρόβλημα της υπερχρέωσης». Επικαλούνται μάλιστα την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε διεθνώς κατά της πολιτικής αυτής και επιβάλλει την ανάγκη αναθεώρησής της. «Από την ταχύτερη ανάπτυξη θα εξαρτηθεί αν οι δημοσιονομικές και εξωτερικές ισορροπίες, που φαίνονται ότι επιτυγχάνονται, αποδειχθούν διατηρήσιμες ή όχι» υποστηρίζουν και υπενθυμίζουν τις κυριότερες προτάσεις που υπεδείχθησαν από τους διεθνείς οργανισμούς για την έξοδο από την κρίση. Μεταξύ άλλων επικαλούνται:
α. Διαγραφή χρεών, κλιμάκωση της οικονομικής προσαρμογής σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, γεγονός που ισοδυναμεί με χαλάρωση της λιτότητας.
β. Ευέλικτα προγράμματα που να ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα οικονομικά δεδομένα των επιμέρους κρατών-μελών και
γ. περισσότερο επεκτατική πολιτική στις χώρες χωρίς δημοσιονομικά προβλήματα, όπως η Γερμανία, ώστε το βάρος της προσαρμογής να μην πέφτει μόνο στις υπερχρεωμένες χώρες.
ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ
«Ολα αυτά μας αφορούν και θα πρέπει να αποτελούν ουσιαστικό μέρος των ελληνικών χειρισμών στην ΕΕ, μαζί πάντως με τη συνέχιση κρίσιμων μεταρρυθμίσεων και την αποφυγή υποτροπής σε μία πολιτική ελλειμμάτων και χρεών», συμπεραίνουν οι τρεις καθηγητές, μη παραλείποντας όμως να τονίσουν ότι παρά ταύτα η χώρα «δεν θα μπορέσει να αξιοποιήσει τις υπάρχουσες και τις υπό εκκόλαψη δυνατότητες για δάνεια και οικονομική βοήθεια αν αρνηθεί να ανταποκριθεί στους περιοριστικούς κανόνες και στις διαδικασίες που επιβάλλει η νέα οικονομική διακυβέρνηση και αν, σε ακραία περίπτωση, αποφασίσει μονομερώς διακοπή εξυπηρέτησης του χρέους».
Τέλος, οι τρεις καθηγητές καυτηριάζουν τη μεγαλύτερη παρέμβαση τα τελευταία χρόνια των κεντρικών θεσμών της ΕΕ (Επιτροπή, Συμβούλιο, κ.λπ.) στις διαδικασίες κατάρτισης και εκτέλεσης των εθνικών προϋπολογισμών και των κοινωνικών πολιτικών, εγείροντας ζητήματα δημοκρατικής νομιμοποίησης. «Οι χειρισμοί της κρίσης χρέους οδήγησαν σε αναθέρμανση εθνικιστικών στερεοτύπων και αξιοποίησή τους από πάσης φύσεως λαϊκισμούς, Δεξιούς και Αριστερούς», σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης και καταλήγουν ότι μπορεί η αλληλεγγύη προς τις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης να είναι μικρή μπροστά στα οφέλη που απολαμβάνουν οι πιο ισχυρές οικονομίες από την εσωτερική αγορά και το ευρώ, αλλά εξελίσσεται και με τα σημερινά δεδομένα της χώρας οι ευκαιρίες αυτές δεν πρέπει να υποτιμηθούν.
kerdos.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΒΕΡΓΕΤΗΣ : ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΔΥΝΑΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΟΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΕΟΠΥΥ: Κούρεμα στις διαγνωστικές εξετάσεις το 2014
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ