2014-02-03 17:06:06
Το Συμβούλιο Ιδρύματος (Σ.Ι.), σύμφωνα με το νέο θεσμικό πλαίσιο για τα Ελληνικά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ), είναι ένας... νέος πυλώνας διοίκησης στα Πανεπιστήμια της χώρας μας με θεμελιώδη θεσμικό ρόλο τη γενική εποπτεία και τον έλεγχο της λειτουργίας του Ιδρύματος. Ο ελεγκτικός ρόλος που έχουν τα Σ.Ι. απέναντι στους Πρυτάνεις και Κοσμήτορες, θεωρήθηκε αναγκαίος λόγω των αυξημένων αρμοδιοτήτων που αναθέτει ο Νόμος στους δύο αυτούς θεσμούς των ΑΕΙ αλλά και με βάση την από δεκαετίες σχετική διεθνή πραγματικότητα. Μία από τις αρμοδιότητες που ρητά ο νόμος αναθέτει στα Σ.Ι. είναι η προεπιλογή των υποψηφίων για τη θέση του Πρύτανη, ο οποίος εκλέγεται από τους Καθηγητές και Λέκτορες του Ιδρύματος. Η προεπιλογή των υποψηφίων επεκτάθηκε και για τη θέση του Κοσμήτορα, όταν ο Νόμος 4076/2012 μετέφερε την αρμοδιότητα εκλογής του Κοσμήτορα από το Συμβούλιο στους Καθηγητές της Σχολής. Σημειώνεται δε ότι το Σ.Ι. έχει διατηρήσει τη δυνατότητα ακόμη και να παύσει τον Κοσμήτορα από τα καθήκοντα του.
Το Σ.Ι. του ΕΚΠΑ πριν λίγες μέρες εξέτασε τις υποψηφιότητες για τις θέσεις των Κοσμητόρων, μεταξύ άλλων της Φιλοσοφικής και της Θεολογικής Σχολής και έκρινε ότι η μοναδική υποψήφια στην πρώτη περίπτωση και ένας εκ των δύο υποψηφίων στη δεύτερη, δεν πληρούσαν τις ουσιαστικές προϋποθέσεις για τη θέση του Κοσμήτορα. Μόνο η πρώτη αυτών των αποφάσεων προκάλεσε έντονες (πανομοιότυπες) αντιδράσεις από συνδικαλιστικούς φορείς και παρατάξεις πανεπιστημιακών. Γιατί άραγε δεν έγινε καμιά αναφορά στη δεύτερη απόρριψη, στην οποία λογικά εφαρμόζονται όλες οι επί της αρχής αναφορές των διαμαρτυρομένων;
Σχετικά με το θέμα αυτό, η εκτελεστική Γραμματεία της ΚΙΠΑΝ διαπιστώνει τα εξής:
Η νομιμότητα της απόφασης εξαρτάται από το πώς ερμηνεύεται ο ρόλος που αναθέτει ο Νόμος στα Σ.Ι. για την έγκριση μιας υποψηφιότητας, και ειδικότερα με ποιόν τρόπο κρίνεται η ύπαρξη των ουσιαστικών προσόντων ενός υποψηφίου που διεκδικεί τη θέση του Κοσμήτορα (ή Πρύτανη). Αν επρόκειτο απλώς για μία διαπίστωση της ύπαρξης των τυπικών προσόντων, θα αρκούσε αυτό να γίνει από τις αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες του Ιδρύματος ή την Εκλογική Επιτροπή της Σχολής. Επειδή όμως σαφώς πρόκειται για μια διαδικασία ουσιαστικής κρίσης που διερευνά κατά πόσο ο/η υποψήφιος/α δύναται να ανταποκριθεί με επάρκεια και αποτελεσματικότητα στα καθήκοντα του Κοσμήτορα, και να συνεργαστεί με τα υπόλοιπα ακαδημαϊκά όργανα (για μία ολόκληρη τετραετία!), όντως το Σ.Ι. έχει την αρμοδιότητα και το δικαίωμα να απορρίψει υποψηφιότητες που δεν πληρούν
τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, και όχι απλώς να περιορίσει τον αριθμό των υποψηφίων σε τρεις. Με άλλα λόγια, το Σ.Ι. έχει την ευθύνη για επιλογή μεταξύ των υποβληθεισών υποψηφιοτήτων, ανεξαρτήτως του αριθμού των υποψηφίων. Σημειωτέον ότι αυτό το είχαν αποδεχθεί ομόφωνα όλα τα μέλη του Σ.Ι. του ΕΚΠΑ το περασμένο καλοκαίρι, όταν κλήθηκαν από τον Πρόεδρο να διαμορφώσουν τους κανόνες επιλογής των υποψηφίων Κοσμητόρων/Πρυτάνεων.
Εκτός από τη νομιμότητα της απόφασης, όσοι αντιδρούν στην απόφαση του Σ.Ι. του ΕΚΠΑ, θέτουν και ερωτήματα για τη νομιμοποίηση που έχουν τα Σ.Ι. στη λήψη παρόμοιων αποφάσεων. Oι αντιδράσεις αυτές, εκτός από περιπτώσεις καλοπροαίρετου προβληματισμού (πιθανώς ελλιπώς ενημερωμένων) συναδέλφων, προέρχονται κυρίως από την ίδια ακριβώς μειοψηφία των Πανεπιστημιακών που αντέδρασε εξαρχής στην ίδια την ύπαρξη των Συμβουλίων, προσπάθησε να παρεμποδίσει τη διαδικασία εκλογής με κάλπη αλλά και με ηλεκτρονικό τρόπο -ενίοτε ασκώντας φυσική και ψυχολογική βία- και συνεχίζει με κάθε μέσο την υπονόμευσή τους. Η παράταξη «Συνάντηση Πανεπιστημιακών Δασκάλων» αναφέρει χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή της στις 30-1-2014:
«Για εμάς τα Συμβούλια Ιδρύματος παραμένουν ξένα και εχθρικά σώματα μέσα στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Εκπροσωπούν την αιχμή του δόρατος μιας επιχείρησης κατάλυσης του δημόσιου, δωρεάν και δημοκρατικού χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης. Παραμένει στόχος του συλλογικού αγώνα μας η κατάργησή τους, όπως και όλου του καταστροφικού θεσμικού πλαισίου που επιχειρείται με κάθε βίαιο τρόπο να επιβληθεί, ξεκινώντας από το νόμο 4009/11. Είναι επομένως όργανα απονομιμοποιημένα στη συνείδηση της πανεπιστημιακής κοινότητας και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε ο χρόνος του καταστροφικού τους έργου να είναι όσο πιο σύντομος γίνεται.»
Η παράταξη αυτή εξακολουθεί να αρνείται να αποδεχθεί το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων Καθηγητών, που συμμετείχαν στην ηλεκτρονική διαδικασία εκλογής, με ποσοστά που κατά μέσο όρο σε εθνικό επίπεδο προσέγγισε το 80% και σε κάποιες περιπτώσεις πανεπιστημίων ξεπέρασε ακόμα και το 95% των εκλεκτόρων, νομιμοποίησε πλήρως και κατά τον πιο σύγχρονο δημοκρατικό τρόπο την ύπαρξη των Συμβουλίων και απέρριψε τη δική τους αρνητική και καταστροφολογική τακτική. Η δε στελέχωση όλων ανεξαιρέτως των Σ.Ι. από ένα ανέλπιστα μεγάλο αριθμό πανεπιστημιακών δασκάλων υψηλού ακαδημαϊκού κύρους και ανιδιοτελώς προσφερθέντων κυρίως της αλλοδαπής, αλλά και της ημεδαπής, έδωσε επιπλέον και την πλήρη ακαδημαϊκή νομιμοποίηση στο νέο θεσμό.
Η απόφαση του Σ.Ι. του ΕΚΠΑ έδωσε την ευκαιρία να βάλλουν κατά του θεσμού -σαν έτοιμοι από καιρό …- όσοι, φανερά ή κρυφά, ήταν και είναι εναντίον της μεταρρύθμισης στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Αυτοί που επιδιώκουν την επιστροφή στο προϋπάρχον θεσμικό πλαίσιο, με σκοπό τη διατήρηση ακμαίου και αδιατάρακτου του status quo και κυρίως του τρόπου διαχείρισης των πανεπιστημιακών πραγμάτων σε συνθήκες πλήρους αδιαφάνειας και μη λογοδοσίας, δεν είναι μόνο όσοι εξαρχής ήταν αντίθετοι με τα Συμβούλια και το νέο θεσμικό πλαίσιο - η «Συνάντηση Πανεπιστημιακών Δασκάλων» και η ΔΗΠΑΚ, που άλλωστε δεν ψήφισαν την πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΓ της ΠΟΣΔΕΠ της 24-
1-2014 [2]- είναι δυστυχώς, (προς κατάπληξη και των ίδιων των συναδέλφων που τους εξέλεξαν, με βάση τις θέσεις τους υπέρ της ανανέωσης, της μεταρρύθμισης και της ακαδημαϊκότητας) και οι εκπρόσωποι των γιατρών «Συνεργασίας Πανεπιστημιακών- ΑΣΚΕΥ», της «Αριστερής Μεταρρύθμισης-ΑΡΜΕ» και της «Ενωτικής Ακαδημαϊκής Πρωτοβουλίας-ΕΑΠ», που έχουν την πλήρη ευθύνη για την απόφαση της ΕΓ της ΠΟΣΔΕΠ [2], μέσω της οποίας συντάσσονται με τις κάθε είδους αντιδράσεις και αμφισβητήσεις του θεσμού και του ρόλου των Συμβουλίων.
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, η Κίνηση Πανεπιστημιακής Αναβάθμισης
καταψήφισε την απόφαση της Ε.Γ. της ΠΟΣΔΕΠ της 24 Ιανουαρίου 2014, η οποία (πέραν των ανακριβειών) κατακρίνει το Σ.Ι. του ΕΚΠΑ για την απόφασή του, καθώς επίσης το ρόλο και τις αρμοδιότητες των Σ.Ι. Μια απόφαση, που απομακρύνει την Ομοσπονδία από τη μέχρι τώρα πορεία της και σαφώς κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από τις παλαιότερες σχετικές αποφάσεις των θεσμικών οργάνων αλλά και αυτές του 11ου Συνεδρίου της ΠΟΣΔΕΠ,
θεωρεί ότι η ενέργεια αυτή του Σ.Ι. είναι απολύτως εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων, που ο Νόμος του παρέχει, και
τέλος, δηλώνει ότι θα συνεχίσει, μαζί με την μεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων Πανεπιστημιακών Καθηγητών, να αγωνίζεται στην κατεύθυνση της μεταρρύθμισης, διότι πιστεύει πως –πέραν των άλλων θετικών- αυτό το θεσμικό πλαίσιο … «καθιστά, με σαφή και απόλυτο τρόπο, βασική πηγή εξουσίας σε κάθε Πανεπιστήμιο αυτούς που εξ ορισμού έχουν τη γνώση και την εμπειρία, δηλαδή τους πανεπιστημιακούς δασκάλους» (Βλ. [1], σελ. 3). Παράλληλα βέβαια, όπως κατ’ επανάληψη το έχει δηλώσει και πράξει, θα προτείνει, όποτε είναι αναγκαίο, μέτρα για την βελτίωση και ενίσχυση του θεσμικού αυτού πλαισίου, κυρίως βέβαια όταν θα υπάρχει μια συνολική αποτίμηση από την πλήρη εφαρμογή του.
Αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τη χώρα και το λαό της –ειδικά σε αυτές τις δραματικές στιγμές που περνά σχεδόν κάθε ελληνική οικογένεια- άμεσα … «το σύστημα Ανώτατης Εκπαίδευσης να κλείσει το μακρύ κύκλο εσωστρέφειας και να συμβάλει με τη νέα του δομή στη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Έρευνα» (Βλ. [1], σελ. 5), συνεισφέροντας σημαντικά στην έξοδο της χώρας από τη βαθειά και πολύμορφη κρίση κατά ένα σύγχρονο και ορθολογικά αναπτυξιακό τρόπο.
Ε Κ Τ Ε Λ Ε Σ Τ Ι Κ Η Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Ε Ι Α
της
Κ Ι Ν Η Σ Η Σ Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Α Κ Η Σ Α Ν Α Β Α Θ Μ Ι Σ Η Σ Tromaktiko
Το Σ.Ι. του ΕΚΠΑ πριν λίγες μέρες εξέτασε τις υποψηφιότητες για τις θέσεις των Κοσμητόρων, μεταξύ άλλων της Φιλοσοφικής και της Θεολογικής Σχολής και έκρινε ότι η μοναδική υποψήφια στην πρώτη περίπτωση και ένας εκ των δύο υποψηφίων στη δεύτερη, δεν πληρούσαν τις ουσιαστικές προϋποθέσεις για τη θέση του Κοσμήτορα. Μόνο η πρώτη αυτών των αποφάσεων προκάλεσε έντονες (πανομοιότυπες) αντιδράσεις από συνδικαλιστικούς φορείς και παρατάξεις πανεπιστημιακών. Γιατί άραγε δεν έγινε καμιά αναφορά στη δεύτερη απόρριψη, στην οποία λογικά εφαρμόζονται όλες οι επί της αρχής αναφορές των διαμαρτυρομένων;
Σχετικά με το θέμα αυτό, η εκτελεστική Γραμματεία της ΚΙΠΑΝ διαπιστώνει τα εξής:
Η νομιμότητα της απόφασης εξαρτάται από το πώς ερμηνεύεται ο ρόλος που αναθέτει ο Νόμος στα Σ.Ι. για την έγκριση μιας υποψηφιότητας, και ειδικότερα με ποιόν τρόπο κρίνεται η ύπαρξη των ουσιαστικών προσόντων ενός υποψηφίου που διεκδικεί τη θέση του Κοσμήτορα (ή Πρύτανη). Αν επρόκειτο απλώς για μία διαπίστωση της ύπαρξης των τυπικών προσόντων, θα αρκούσε αυτό να γίνει από τις αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες του Ιδρύματος ή την Εκλογική Επιτροπή της Σχολής. Επειδή όμως σαφώς πρόκειται για μια διαδικασία ουσιαστικής κρίσης που διερευνά κατά πόσο ο/η υποψήφιος/α δύναται να ανταποκριθεί με επάρκεια και αποτελεσματικότητα στα καθήκοντα του Κοσμήτορα, και να συνεργαστεί με τα υπόλοιπα ακαδημαϊκά όργανα (για μία ολόκληρη τετραετία!), όντως το Σ.Ι. έχει την αρμοδιότητα και το δικαίωμα να απορρίψει υποψηφιότητες που δεν πληρούν
τις ουσιαστικές προϋποθέσεις, και όχι απλώς να περιορίσει τον αριθμό των υποψηφίων σε τρεις. Με άλλα λόγια, το Σ.Ι. έχει την ευθύνη για επιλογή μεταξύ των υποβληθεισών υποψηφιοτήτων, ανεξαρτήτως του αριθμού των υποψηφίων. Σημειωτέον ότι αυτό το είχαν αποδεχθεί ομόφωνα όλα τα μέλη του Σ.Ι. του ΕΚΠΑ το περασμένο καλοκαίρι, όταν κλήθηκαν από τον Πρόεδρο να διαμορφώσουν τους κανόνες επιλογής των υποψηφίων Κοσμητόρων/Πρυτάνεων.
Εκτός από τη νομιμότητα της απόφασης, όσοι αντιδρούν στην απόφαση του Σ.Ι. του ΕΚΠΑ, θέτουν και ερωτήματα για τη νομιμοποίηση που έχουν τα Σ.Ι. στη λήψη παρόμοιων αποφάσεων. Oι αντιδράσεις αυτές, εκτός από περιπτώσεις καλοπροαίρετου προβληματισμού (πιθανώς ελλιπώς ενημερωμένων) συναδέλφων, προέρχονται κυρίως από την ίδια ακριβώς μειοψηφία των Πανεπιστημιακών που αντέδρασε εξαρχής στην ίδια την ύπαρξη των Συμβουλίων, προσπάθησε να παρεμποδίσει τη διαδικασία εκλογής με κάλπη αλλά και με ηλεκτρονικό τρόπο -ενίοτε ασκώντας φυσική και ψυχολογική βία- και συνεχίζει με κάθε μέσο την υπονόμευσή τους. Η παράταξη «Συνάντηση Πανεπιστημιακών Δασκάλων» αναφέρει χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή της στις 30-1-2014:
«Για εμάς τα Συμβούλια Ιδρύματος παραμένουν ξένα και εχθρικά σώματα μέσα στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Εκπροσωπούν την αιχμή του δόρατος μιας επιχείρησης κατάλυσης του δημόσιου, δωρεάν και δημοκρατικού χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης. Παραμένει στόχος του συλλογικού αγώνα μας η κατάργησή τους, όπως και όλου του καταστροφικού θεσμικού πλαισίου που επιχειρείται με κάθε βίαιο τρόπο να επιβληθεί, ξεκινώντας από το νόμο 4009/11. Είναι επομένως όργανα απονομιμοποιημένα στη συνείδηση της πανεπιστημιακής κοινότητας και θα κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε ο χρόνος του καταστροφικού τους έργου να είναι όσο πιο σύντομος γίνεται.»
Η παράταξη αυτή εξακολουθεί να αρνείται να αποδεχθεί το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων Καθηγητών, που συμμετείχαν στην ηλεκτρονική διαδικασία εκλογής, με ποσοστά που κατά μέσο όρο σε εθνικό επίπεδο προσέγγισε το 80% και σε κάποιες περιπτώσεις πανεπιστημίων ξεπέρασε ακόμα και το 95% των εκλεκτόρων, νομιμοποίησε πλήρως και κατά τον πιο σύγχρονο δημοκρατικό τρόπο την ύπαρξη των Συμβουλίων και απέρριψε τη δική τους αρνητική και καταστροφολογική τακτική. Η δε στελέχωση όλων ανεξαιρέτως των Σ.Ι. από ένα ανέλπιστα μεγάλο αριθμό πανεπιστημιακών δασκάλων υψηλού ακαδημαϊκού κύρους και ανιδιοτελώς προσφερθέντων κυρίως της αλλοδαπής, αλλά και της ημεδαπής, έδωσε επιπλέον και την πλήρη ακαδημαϊκή νομιμοποίηση στο νέο θεσμό.
Η απόφαση του Σ.Ι. του ΕΚΠΑ έδωσε την ευκαιρία να βάλλουν κατά του θεσμού -σαν έτοιμοι από καιρό …- όσοι, φανερά ή κρυφά, ήταν και είναι εναντίον της μεταρρύθμισης στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Αυτοί που επιδιώκουν την επιστροφή στο προϋπάρχον θεσμικό πλαίσιο, με σκοπό τη διατήρηση ακμαίου και αδιατάρακτου του status quo και κυρίως του τρόπου διαχείρισης των πανεπιστημιακών πραγμάτων σε συνθήκες πλήρους αδιαφάνειας και μη λογοδοσίας, δεν είναι μόνο όσοι εξαρχής ήταν αντίθετοι με τα Συμβούλια και το νέο θεσμικό πλαίσιο - η «Συνάντηση Πανεπιστημιακών Δασκάλων» και η ΔΗΠΑΚ, που άλλωστε δεν ψήφισαν την πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΓ της ΠΟΣΔΕΠ της 24-
1-2014 [2]- είναι δυστυχώς, (προς κατάπληξη και των ίδιων των συναδέλφων που τους εξέλεξαν, με βάση τις θέσεις τους υπέρ της ανανέωσης, της μεταρρύθμισης και της ακαδημαϊκότητας) και οι εκπρόσωποι των γιατρών «Συνεργασίας Πανεπιστημιακών- ΑΣΚΕΥ», της «Αριστερής Μεταρρύθμισης-ΑΡΜΕ» και της «Ενωτικής Ακαδημαϊκής Πρωτοβουλίας-ΕΑΠ», που έχουν την πλήρη ευθύνη για την απόφαση της ΕΓ της ΠΟΣΔΕΠ [2], μέσω της οποίας συντάσσονται με τις κάθε είδους αντιδράσεις και αμφισβητήσεις του θεσμού και του ρόλου των Συμβουλίων.
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, η Κίνηση Πανεπιστημιακής Αναβάθμισης
καταψήφισε την απόφαση της Ε.Γ. της ΠΟΣΔΕΠ της 24 Ιανουαρίου 2014, η οποία (πέραν των ανακριβειών) κατακρίνει το Σ.Ι. του ΕΚΠΑ για την απόφασή του, καθώς επίσης το ρόλο και τις αρμοδιότητες των Σ.Ι. Μια απόφαση, που απομακρύνει την Ομοσπονδία από τη μέχρι τώρα πορεία της και σαφώς κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από τις παλαιότερες σχετικές αποφάσεις των θεσμικών οργάνων αλλά και αυτές του 11ου Συνεδρίου της ΠΟΣΔΕΠ,
θεωρεί ότι η ενέργεια αυτή του Σ.Ι. είναι απολύτως εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων, που ο Νόμος του παρέχει, και
τέλος, δηλώνει ότι θα συνεχίσει, μαζί με την μεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων Πανεπιστημιακών Καθηγητών, να αγωνίζεται στην κατεύθυνση της μεταρρύθμισης, διότι πιστεύει πως –πέραν των άλλων θετικών- αυτό το θεσμικό πλαίσιο … «καθιστά, με σαφή και απόλυτο τρόπο, βασική πηγή εξουσίας σε κάθε Πανεπιστήμιο αυτούς που εξ ορισμού έχουν τη γνώση και την εμπειρία, δηλαδή τους πανεπιστημιακούς δασκάλους» (Βλ. [1], σελ. 3). Παράλληλα βέβαια, όπως κατ’ επανάληψη το έχει δηλώσει και πράξει, θα προτείνει, όποτε είναι αναγκαίο, μέτρα για την βελτίωση και ενίσχυση του θεσμικού αυτού πλαισίου, κυρίως βέβαια όταν θα υπάρχει μια συνολική αποτίμηση από την πλήρη εφαρμογή του.
Αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τη χώρα και το λαό της –ειδικά σε αυτές τις δραματικές στιγμές που περνά σχεδόν κάθε ελληνική οικογένεια- άμεσα … «το σύστημα Ανώτατης Εκπαίδευσης να κλείσει το μακρύ κύκλο εσωστρέφειας και να συμβάλει με τη νέα του δομή στη χάραξη εθνικής στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Έρευνα» (Βλ. [1], σελ. 5), συνεισφέροντας σημαντικά στην έξοδο της χώρας από τη βαθειά και πολύμορφη κρίση κατά ένα σύγχρονο και ορθολογικά αναπτυξιακό τρόπο.
Ε Κ Τ Ε Λ Ε Σ Τ Ι Κ Η Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Ε Ι Α
της
Κ Ι Ν Η Σ Η Σ Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Α Κ Η Σ Α Ν Α Β Α Θ Μ Ι Σ Η Σ Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ