2014-02-09 09:00:41
Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
Τα διεθνή και περιφερειακά δεδομένα που πλαισιώνουν τη νέα προσπάθεια αναζήτησης λύσης είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά που υπήρχαν την εποχή της διαπραγμάτευσης του Σχεδίου Ανάν στην περίοδο 2002-2004
Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών, και κυρίως οι επαφές του Προέδρου της Κύπρου Ν.Αναστασιάδη στη Λευκωσία με τις κομματικές ηγεσίες και στην Αθήνα με τον πρωθυπουργό Αντ. Σαμαρά δείχνουν αποδοχή του προσχεδίου κοινού ανακοινωθέντος, οι θέσεις του οποίου φαίνεται καταρχήν να γίνονται αποδεκτές από την ελληνοκυπριακή πλευρά και ανοίγουν τον δρόμο για την επανέναρξη των Συνομιλιών.
Είναι κάτι περισσότερο από προφανές ότι ΗΠΑ και Βρετανία που είναι οι δύο επισπεύδουσες την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων δυνάμεις εκτιμούν ότι υπό την πίεση του ναυαγίου των περιφερειακών της φιλοδοξιών στη Μέση Ανατολή, αλλά και της σοβαρής εσωτερικής αμφισβήτησης και πολιτικής έντασης, η κυβέρνηση Ερντογάν θα είναι υποχρεωμένη να κρατήσει μια εποικοδομητική από ό,τι μέχρι πρόσφατα στάση στην αναζητηση λύσης του Κυπριακού.
Η επίλυση του Κυπριακού στην Ουάσιγκτον και στο Λονδίνο, πέραν του ότι θα εκτονώνει μια εστία έντασης σε μια φλεγόμενη περιοχή, εκτιμάται ότι θα διευκολύνει την εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου ενεργειακού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και ότι θα συμβάλει στην αποκατάσταση των σχέσεων της Αγκυρας με τις ΗΠΑ αλλά και με το Τελ Αβίβ.
Προφανώς στον σχεδιασμό της πολιτικής για το Κυπριακό, ΗΠΑ και Βρετανία εκτιμούν ότι η σταθεροποίηση που θα επέλθει από την επίλυση του Κυπριακού θα καταστήσει τη Μεγαλόνησσο πόλο έλξης επενδύσεων, μια προοπτική που με δεδομένη τη σημερινή οικονομική συγκυρία προσδοκάται ότι θα είναι θετικό κίνητρο για τη Λευκωσία.
Προφανώς για την ελληνοκυπριακή πλευρά το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στη διάσφαλιση της Ενιαίας Κυριαρχίας και Ιθαγένειας της Διζωνικής - Δικοινοτικής Ομοσπονδίας που θα διαμορφωθεί, ενώ μέχρι τώρα η Άγκυρα και η τουρκοκυπριακή ηγεσία επί της ουσίας διεκδικούσαν χαλαρή συνομοσπονδία δύο κυρίαρχων κρατών.
Τα διεθνή και περιφερειακά δεδομένα που πλαισιώνουν τη νέα προσπάθεια αναζήτησης λύσης είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά που υπήρχαν την εποχή της διαπραγμάτευσης του Σχεδίου Ανάν στην περίοδο 2002-2004.
Σήμερα δεν μπορεί να επισείεται ως φόβητρο η σύνδεση της επίλυσης του Κυπριακού με την ολοκλήρωση της πλήρους ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., ενώ οι πάντες γνωρίζουν ότι και όταν αρθεί το βέτο της Λευκωσίας σε μιά σειρά κεφαλαίων της ενταξιακής διαπραγμάτευσης Ε.Ε.-Τουρκίας δεν ανοίγει σε καμία περίπτωση ο δρόμος γιά την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων.
Την αρχή της Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με ενιαία διεθνή υπόσταση και παρουσία συμφώνησαν το 1977 ο τότε Πορόεδρος της Κύπρου Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς. Παρά τις προσπάθειες των Γ.Γ. του ΟΗΕ Βαλντχάιμ, Ντε Κουέγιαρ και Μπούτρος Γκάλι η υλοποίηση της καταρχήν συνφωνίας των δύο ηγετών προσέκρουε στην αναδίπλωση της τουρκοκυπριακής πλευράς σε πιο σκληρές θέσεις.
Το σχέδιο Ανάν προσπάθησε να συνδέσει την επίλυση του Κυπριακού -άτυπα αλλά ουσιαστικά- τόσο με την ολοκλήρωση της πλήρους ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., όσο και της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων Ε.Ε.-Τουρκίας, καθώς η Αγκυρα είχε λάβει στη Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι το 1999 το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας. Η σύνδεση αυτή κατέστη αντιπαραγωγική, καθώς η πλειονότητα των Ελληνοκυπρίων την θεώρησε εκβιαστική με κατάληξη την απόρριψη του Σχεδίου από τους ψηφοφόρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=27689&subid=2&pubid=113215981
Τα διεθνή και περιφερειακά δεδομένα που πλαισιώνουν τη νέα προσπάθεια αναζήτησης λύσης είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά που υπήρχαν την εποχή της διαπραγμάτευσης του Σχεδίου Ανάν στην περίοδο 2002-2004
Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών, και κυρίως οι επαφές του Προέδρου της Κύπρου Ν.Αναστασιάδη στη Λευκωσία με τις κομματικές ηγεσίες και στην Αθήνα με τον πρωθυπουργό Αντ. Σαμαρά δείχνουν αποδοχή του προσχεδίου κοινού ανακοινωθέντος, οι θέσεις του οποίου φαίνεται καταρχήν να γίνονται αποδεκτές από την ελληνοκυπριακή πλευρά και ανοίγουν τον δρόμο για την επανέναρξη των Συνομιλιών.
Είναι κάτι περισσότερο από προφανές ότι ΗΠΑ και Βρετανία που είναι οι δύο επισπεύδουσες την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων δυνάμεις εκτιμούν ότι υπό την πίεση του ναυαγίου των περιφερειακών της φιλοδοξιών στη Μέση Ανατολή, αλλά και της σοβαρής εσωτερικής αμφισβήτησης και πολιτικής έντασης, η κυβέρνηση Ερντογάν θα είναι υποχρεωμένη να κρατήσει μια εποικοδομητική από ό,τι μέχρι πρόσφατα στάση στην αναζητηση λύσης του Κυπριακού.
Η επίλυση του Κυπριακού στην Ουάσιγκτον και στο Λονδίνο, πέραν του ότι θα εκτονώνει μια εστία έντασης σε μια φλεγόμενη περιοχή, εκτιμάται ότι θα διευκολύνει την εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου ενεργειακού πλούτου της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και ότι θα συμβάλει στην αποκατάσταση των σχέσεων της Αγκυρας με τις ΗΠΑ αλλά και με το Τελ Αβίβ.
Προφανώς στον σχεδιασμό της πολιτικής για το Κυπριακό, ΗΠΑ και Βρετανία εκτιμούν ότι η σταθεροποίηση που θα επέλθει από την επίλυση του Κυπριακού θα καταστήσει τη Μεγαλόνησσο πόλο έλξης επενδύσεων, μια προοπτική που με δεδομένη τη σημερινή οικονομική συγκυρία προσδοκάται ότι θα είναι θετικό κίνητρο για τη Λευκωσία.
Προφανώς για την ελληνοκυπριακή πλευρά το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στη διάσφαλιση της Ενιαίας Κυριαρχίας και Ιθαγένειας της Διζωνικής - Δικοινοτικής Ομοσπονδίας που θα διαμορφωθεί, ενώ μέχρι τώρα η Άγκυρα και η τουρκοκυπριακή ηγεσία επί της ουσίας διεκδικούσαν χαλαρή συνομοσπονδία δύο κυρίαρχων κρατών.
Τα διεθνή και περιφερειακά δεδομένα που πλαισιώνουν τη νέα προσπάθεια αναζήτησης λύσης είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά που υπήρχαν την εποχή της διαπραγμάτευσης του Σχεδίου Ανάν στην περίοδο 2002-2004.
Σήμερα δεν μπορεί να επισείεται ως φόβητρο η σύνδεση της επίλυσης του Κυπριακού με την ολοκλήρωση της πλήρους ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., ενώ οι πάντες γνωρίζουν ότι και όταν αρθεί το βέτο της Λευκωσίας σε μιά σειρά κεφαλαίων της ενταξιακής διαπραγμάτευσης Ε.Ε.-Τουρκίας δεν ανοίγει σε καμία περίπτωση ο δρόμος γιά την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων.
Την αρχή της Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με ενιαία διεθνή υπόσταση και παρουσία συμφώνησαν το 1977 ο τότε Πορόεδρος της Κύπρου Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς. Παρά τις προσπάθειες των Γ.Γ. του ΟΗΕ Βαλντχάιμ, Ντε Κουέγιαρ και Μπούτρος Γκάλι η υλοποίηση της καταρχήν συνφωνίας των δύο ηγετών προσέκρουε στην αναδίπλωση της τουρκοκυπριακής πλευράς σε πιο σκληρές θέσεις.
Το σχέδιο Ανάν προσπάθησε να συνδέσει την επίλυση του Κυπριακού -άτυπα αλλά ουσιαστικά- τόσο με την ολοκλήρωση της πλήρους ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε., όσο και της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων Ε.Ε.-Τουρκίας, καθώς η Αγκυρα είχε λάβει στη Σύνοδο Κορυφής του Ελσίνκι το 1999 το καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας. Η σύνδεση αυτή κατέστη αντιπαραγωγική, καθώς η πλειονότητα των Ελληνοκυπρίων την θεώρησε εκβιαστική με κατάληξη την απόρριψη του Σχεδίου από τους ψηφοφόρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=27689&subid=2&pubid=113215981
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ