2014-02-12 20:30:14
Δρ. Γεωργίου Κ. Φίλη
Η κίνηση του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να καλέσει την Ελλάδα στην συνάντηση για την κατάπαυση του πυρός στην Συρία, μπορεί να εξέπληξε κάποιους, ακόμα και μέσα στην ελληνική κυβέρνηση, αλλά καταδεικνύει, ότι η χώρα μας ακόμα και στην συγκεκριμένη οικονομική συγκυρία, αποτελεί έναν σημαντικό γεωπολιτικό δρώντα για το διεθνές σύστημα.
Η Αθήνα θα πρέπει να κατανοήσει ότι η «Γενέυη ΙΙ» αποτελεί μία διαδικασία στην οποία διακυβεύεται όχι απλά το μέλλον της Συρίας αλλά η ειρήνη, η σταθερότητα και η ισορροπία σε μία ευρύτερη περιοχή που μπορούμε να ορίσουμε ως τον υδάτινο άξονα Μαύρη Θάλασσα-Στενά-Αιγαίο-Ανατολική Μεσόγειος και επηρεάζει άμεσα τα εθνικά μας συμφέροντα.
Άρα, ο ρόλος της Αθήνας δεν θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί με μία τυπική συμμετοχή μας κατά την έναρξη της διαδικασίας πριν από λίγες ημέρες, και κατά την υπογραφή μας στην συμφωνία – εάν και εφόσον υπάρξει κάτι τέτοιο – με την λήξη αυτής της διαπραγμάτευσης. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η θέση μας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς και το διακύβευμα για τον ελληνισμό είναι τεράστιο, πολύπλευρο και καθοριστικό για το μέλλον και τον ρόλο μας ως ενεργού γεωπολιτικού δρώντος στον 21ο αιώνα.
Είναι σαφές ότι οι επαφές που έγιναν με επισήμους και ομολόγους άλλων χωρών είναι χρήσιμες και φυσικά στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας κάθε συζήτηση αναφορικά με συμφωνίες στενού εθνικού ενδιαφέροντος είναι πάντα ευπρόσδεκτες. Όμως η διαδικασία «Γενεύη ΙΙ» δεν πρόκειται για ένα φόρουμ τύπου Νταβός, αλλά έχει να κάνει με τη λήξη ή την ανακωχή σε μία σύγκρουση η οποία επηρεάζει τις ισορροπίες στην περιοχή μας σε βαθμό ανάλογο με την ένταση της κρίσης.
Άρα, η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να συμμετάσχει όχι ως ένας τυπικά ενδιαφερόμενος και ως ένας πρακτικά παρατηρητής των εξελίξεων. Αντιθέτως, θα πρέπει να προσπαθήσει να λάβει έναν εάν όχι ηγετικό ρόλο σίγουρα όμως έναν σημαντικό στην διαπραγμάτευση και να αποδείξει ότι παρά την πρόσκαιρη οικονομική της αδυναμία, η γεωπολιτική της αξία αυξάνει.
Με βάση το παραπάνω σκεπτικό θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε τρεις πολύ σημαντικούς λόγους οι οποίοι επιτάσσουν η Αθήνα να συμμετάσχει ενεργά στην συγκεκριμένη ειρηνευτική διαδικασία, έναν γεωπολιτικό, έναν γεωοικονομικό και έναν γεωπολιτισμικό:
Πρώτον, η έννοια της εξισορρόπησης του ρόλου της Τουρκίας θα πρέπει να αποτελέσει ίσως την κυριότερη γεωπολιτική παράμετρο που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας. Είναι σίγουρο ότι η στρατηγική την οποία έχει ακολουθήσει η Άγκυρα στην συγκεκριμένη κρίση, της έχει δημιουργήσει εχθρούς σε όλα τα στρατόπεδα.
Η πρόσκληση της Ελλάδας πιθανότατα σχετίζεται και με αυτή την παράμετρο αφού τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία, για διαφορετικούς λόγους η κάθε μία, θεωρητικά δεν θα έβλεπαν με άσχημο μάτι την συμμετοχή μας. Με άλλα λόγια η χρεοκοπία της πολιτικής του Νεοθωμανισμού ειδικά στο θέμα της Συρίας, δίνει ρόλο στην χώρα μας τον οποίο θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε στο έπακρο.
Δεύτερον, η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να εμπλακεί στην συγκεκριμένη συζήτηση και διαδικασία ειρήνευσης αφού πέραν της γεωπολιτικής παραμέτρου, υπάρχει μία τεράστια γεωοικονομική εξέλιξη στην περιοχή και αυτή δεν είναι άλλη από τον ενεργειακό ανταγωνισμό που έχει ανακύψει στην Ανατολική Μεσόγειο, είτε μιλάμε για εκμετάλλευση κοιτασμάτων είτε για την σχεδίαση αγωγών και τερματικών σταθμών. Είναι σαφές, ότι το καθεστώς που θα προκύψει στην Συρία θα επηρεάσει άμεσα τα συμφέροντα του ελληνισμού (κυπριακού και ελλαδικού) τόσο αναφορικά με τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη) όσο και με την χάραξη αγωγών και ενεργειακών διαδρομών.
Τρίτον, η προστασία της Βυζαντινής και Ελληνο-ορθόδοξης κληρονομίας και κοινότητας στην ευρύτερη περιοχή δεν είναι χρέος μόνο της ομόδοξης Ρωσίας αλλά και υποχρέωση της Ελλάδας, αφού σε τελική ανάλυση η περιοχή αποτελεί σφαίρα προαιώνιας θετικής πολιτισμικής επιρροής της.
Να σημειωθεί ότι η απουσία «αποικιακής» ιστορίας – τουλάχιστον την σύγχρονη εποχή – επιτρέπει στην χώρα μας να δηλώσει αντικειμενικός δρώντας ο οποίος επιζητά την προστασία της κληρονομίας του παρελθόντος χωρίς ιδιοτελείς σκοπούς, όπως θα μπορούσε κάποιος να προσδώσει στην ρωσική εμπλοκή. Ας μην ξεχνάμε ότι ο πόλεμος της Κριμαίας στα μέσα του 19ου αιώνα ξεκίνησε από μία κρίση στην περιοχή και η εμπλοκή της Αγίας Πετρούπολης σχετιζόταν με την ανάγκη της προστασίας των Ορθοδόξων.
Και μόνο για αυτούς τους τρεις λόγους και για τον κάθε έναν ξεχωριστά η Αθήνα θα πρέπει να λειτουργήσει ως ένας «έντιμος διαμεσολαβητής» (Honest Broker) μεταξύ των εμπλεκομένων. Οι σημερινές προκλήσεις μπορεί να είναι πολλές αλλά τα μελλοντικά κέρδη θα είναι περισσότερα.
http://www.defence-point.gr/news/?p=95586
Η κίνηση του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών να καλέσει την Ελλάδα στην συνάντηση για την κατάπαυση του πυρός στην Συρία, μπορεί να εξέπληξε κάποιους, ακόμα και μέσα στην ελληνική κυβέρνηση, αλλά καταδεικνύει, ότι η χώρα μας ακόμα και στην συγκεκριμένη οικονομική συγκυρία, αποτελεί έναν σημαντικό γεωπολιτικό δρώντα για το διεθνές σύστημα.
Η Αθήνα θα πρέπει να κατανοήσει ότι η «Γενέυη ΙΙ» αποτελεί μία διαδικασία στην οποία διακυβεύεται όχι απλά το μέλλον της Συρίας αλλά η ειρήνη, η σταθερότητα και η ισορροπία σε μία ευρύτερη περιοχή που μπορούμε να ορίσουμε ως τον υδάτινο άξονα Μαύρη Θάλασσα-Στενά-Αιγαίο-Ανατολική Μεσόγειος και επηρεάζει άμεσα τα εθνικά μας συμφέροντα.
Άρα, ο ρόλος της Αθήνας δεν θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί με μία τυπική συμμετοχή μας κατά την έναρξη της διαδικασίας πριν από λίγες ημέρες, και κατά την υπογραφή μας στην συμφωνία – εάν και εφόσον υπάρξει κάτι τέτοιο – με την λήξη αυτής της διαπραγμάτευσης. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η θέση μας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς και το διακύβευμα για τον ελληνισμό είναι τεράστιο, πολύπλευρο και καθοριστικό για το μέλλον και τον ρόλο μας ως ενεργού γεωπολιτικού δρώντος στον 21ο αιώνα.
Είναι σαφές ότι οι επαφές που έγιναν με επισήμους και ομολόγους άλλων χωρών είναι χρήσιμες και φυσικά στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας κάθε συζήτηση αναφορικά με συμφωνίες στενού εθνικού ενδιαφέροντος είναι πάντα ευπρόσδεκτες. Όμως η διαδικασία «Γενεύη ΙΙ» δεν πρόκειται για ένα φόρουμ τύπου Νταβός, αλλά έχει να κάνει με τη λήξη ή την ανακωχή σε μία σύγκρουση η οποία επηρεάζει τις ισορροπίες στην περιοχή μας σε βαθμό ανάλογο με την ένταση της κρίσης.
Άρα, η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να συμμετάσχει όχι ως ένας τυπικά ενδιαφερόμενος και ως ένας πρακτικά παρατηρητής των εξελίξεων. Αντιθέτως, θα πρέπει να προσπαθήσει να λάβει έναν εάν όχι ηγετικό ρόλο σίγουρα όμως έναν σημαντικό στην διαπραγμάτευση και να αποδείξει ότι παρά την πρόσκαιρη οικονομική της αδυναμία, η γεωπολιτική της αξία αυξάνει.
Με βάση το παραπάνω σκεπτικό θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε τρεις πολύ σημαντικούς λόγους οι οποίοι επιτάσσουν η Αθήνα να συμμετάσχει ενεργά στην συγκεκριμένη ειρηνευτική διαδικασία, έναν γεωπολιτικό, έναν γεωοικονομικό και έναν γεωπολιτισμικό:
Πρώτον, η έννοια της εξισορρόπησης του ρόλου της Τουρκίας θα πρέπει να αποτελέσει ίσως την κυριότερη γεωπολιτική παράμετρο που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας. Είναι σίγουρο ότι η στρατηγική την οποία έχει ακολουθήσει η Άγκυρα στην συγκεκριμένη κρίση, της έχει δημιουργήσει εχθρούς σε όλα τα στρατόπεδα.
Η πρόσκληση της Ελλάδας πιθανότατα σχετίζεται και με αυτή την παράμετρο αφού τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία, για διαφορετικούς λόγους η κάθε μία, θεωρητικά δεν θα έβλεπαν με άσχημο μάτι την συμμετοχή μας. Με άλλα λόγια η χρεοκοπία της πολιτικής του Νεοθωμανισμού ειδικά στο θέμα της Συρίας, δίνει ρόλο στην χώρα μας τον οποίο θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε στο έπακρο.
Δεύτερον, η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να εμπλακεί στην συγκεκριμένη συζήτηση και διαδικασία ειρήνευσης αφού πέραν της γεωπολιτικής παραμέτρου, υπάρχει μία τεράστια γεωοικονομική εξέλιξη στην περιοχή και αυτή δεν είναι άλλη από τον ενεργειακό ανταγωνισμό που έχει ανακύψει στην Ανατολική Μεσόγειο, είτε μιλάμε για εκμετάλλευση κοιτασμάτων είτε για την σχεδίαση αγωγών και τερματικών σταθμών. Είναι σαφές, ότι το καθεστώς που θα προκύψει στην Συρία θα επηρεάσει άμεσα τα συμφέροντα του ελληνισμού (κυπριακού και ελλαδικού) τόσο αναφορικά με τον καθορισμό των θαλασσίων ζωνών (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη) όσο και με την χάραξη αγωγών και ενεργειακών διαδρομών.
Τρίτον, η προστασία της Βυζαντινής και Ελληνο-ορθόδοξης κληρονομίας και κοινότητας στην ευρύτερη περιοχή δεν είναι χρέος μόνο της ομόδοξης Ρωσίας αλλά και υποχρέωση της Ελλάδας, αφού σε τελική ανάλυση η περιοχή αποτελεί σφαίρα προαιώνιας θετικής πολιτισμικής επιρροής της.
Να σημειωθεί ότι η απουσία «αποικιακής» ιστορίας – τουλάχιστον την σύγχρονη εποχή – επιτρέπει στην χώρα μας να δηλώσει αντικειμενικός δρώντας ο οποίος επιζητά την προστασία της κληρονομίας του παρελθόντος χωρίς ιδιοτελείς σκοπούς, όπως θα μπορούσε κάποιος να προσδώσει στην ρωσική εμπλοκή. Ας μην ξεχνάμε ότι ο πόλεμος της Κριμαίας στα μέσα του 19ου αιώνα ξεκίνησε από μία κρίση στην περιοχή και η εμπλοκή της Αγίας Πετρούπολης σχετιζόταν με την ανάγκη της προστασίας των Ορθοδόξων.
Και μόνο για αυτούς τους τρεις λόγους και για τον κάθε έναν ξεχωριστά η Αθήνα θα πρέπει να λειτουργήσει ως ένας «έντιμος διαμεσολαβητής» (Honest Broker) μεταξύ των εμπλεκομένων. Οι σημερινές προκλήσεις μπορεί να είναι πολλές αλλά τα μελλοντικά κέρδη θα είναι περισσότερα.
http://www.defence-point.gr/news/?p=95586
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ποιος άραγε φοβάται την κρίση του λαού;
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Δύσκολες ώρες για τον Γιάννη Πρετεντέρη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ