2014-04-02 21:57:07
από την Ελένη Α. Αλεξανδρίδου*
Ας ανοίξουμε τα ματιά μας και να δούμε τον Αυτισμό όπως οι ίδιοι οι αυτιστικοί τον γνωρίζουν και το βιώνουν Ας βγει επιτέλους ο Αυτισμός από το σκοτάδι της άγνοιας και του στιγματισμού.
Ευχαριστώ θερμά την κ. Πέρλα Μεσσίνα (Αυτιστική Ενήλικας, Β.Α. Ψυχολογίας/Κοινωνιολογίας και Πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Αυτιστικών Asperger και ΥΛΑ) για τη βοήθεια και την καθοδήγηση στην εκπόνηση του άρθρου.
Κατάρριψη των μύθων γύρω από τον αυτισμό:
«Το παιδί μου αποφεύγει να κοιτά στα ματιά οποιονδήποτε άνθρωπο»: Ένας αυτιστικός έχει γεννηθεί με την ικανότητα να βλέπει και να αναγνωρίζει την ποιότητα του ανθρώπου που έχει δίπλα του. Με άλλα λόγια, μπορεί να καταλάβει τους ανθρώπους που το αποδέχονται ως ίσο και να συνδεθεί μαζί τους. Αποδεχτείτε το γεγονός πως αν δεν υπάρχει σεβασμός, εμπιστοσύνη, κατανόηση και συναισθηματική σύνδεση, το παιδί θα αποφύγει να κοιτάξει κάποιον άλλο – εκτός των οικείων του – στα μάτια.
«Το παιδί μου αντιδρά αρνητικά στην σωματική επαφή με άλλον άνθρωπο»: Για τον ίδιο λόγο που δε θεωρεί σημαντική την οπτική επαφή, δε θέλει και τη σωματική επαφή με άτομα που δεν του είναι οικεία – ή για να είμαστε πιο ακριβείς – με άτομα που δεν του δείχνουν σεβασμό. Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που πρέπει να εμβαθύνουμε σε ότι αφορά το κατά πόσο οι συναισθηματικές και ψυχολογικές ανάγκες του παιδιού καλύπτονται ή όχι από το οικογενειακό του περιβάλλον. Με άλλα λόγια, δε φταίει το παιδί που αντιδρά με αυτό τον τρόπο, γιατί η αντίδραση του είναι ένδειξη έλλειψης αγάπης και σεβασμού από τον κοινωνικό περίγυρό του και το οικογενειακό περιβάλλον του πιέζοντάς το να δημιουργήσει κοινωνικές σχέσεις διαιωνίζει απλά το πρόβλημα. Πολλά αυτιστικά παιδιά ίσως να φτάνουν στο άλλο άκρο και αναζητούν συνεχώς την σωματική επαφή με τους άλλους. Τα παιδιά αυτά τα βλέπουν οι άλλοι ως «τρυφερά» και «συναισθηματικά» χωρίς να κατανοούν ότι το παιδί φέρεται με αυτόν τον τρόπο σε μια προσπάθεια να δείξει στους γύρο του πως χρειάζεται από αυτούς αυτή την τρυφερότητα και συναισθηματική ένωση.
«Το παιδί μου δεν αντιδρά όταν του μιλούν»: Δε δίνει σημασία γιατί πολύ απλά το ενοχλούν. Αν την ώρα που σκέφτεται, φαντάζεται, επεξεργάζεται και παρατηρεί κάτι, κάποιος του μιλήσει θα διακόψει τις σκέψεις του. Πριν, λοιπόν, επιμείνετε να του μιλάτε και να θυμώνετε που δεν σας απαντά, μπείτε στη θέση του και αναλογιστείτε πως θα αντιδρούσατε εσείς αν ήσασταν απασχολημένοι με κάτι και ερχόταν εκείνο να σας ρωτήσει κάτι και περίμενε την απάντηση εκείνη τη στιγμή.
«Το παιδί μου όταν επικοινωνεί με κάποιον δεν εκφράζει τα συναισθήματά του»: Για έναν αυτιστικό, η επικοινωνία λειτουργεί ως μια διαδικασία ανταλλαγής απόψεων, πληροφοριών, ιδεών και γνώσεων με νόημα, μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ατόμων. Μέσα σε μια τόσο ξεκάθαρη διαδικασία δεν μπορεί να ενταχθεί το συναίσθημα γιατί για αυτό δεν υπάρχει σοβαρός λόγος.
«Το παιδί μου δεν εκφράζει τα συναισθήματά του όταν ασχολείται με κάτι»: Όταν κάνει κάτι είναι απόλυτα συγκεντρωμένο εκεί. Όπως ένας επιστήμονας δεν εμπλέκεται συναισθηματικά με το αντικείμενο το οποίο ερευνά, μελετά, παρατηρεί και κατανοεί, έτσι και το αυτιστικό παιδί δεν εμπλέκεται συναισθηματικά με αυτό που κάνει.
«Το παιδί μου αντιδρά όταν το διακόπτουμε από αυτό που κάνει»: Απόλυτα λογικό! Κάθε παιδί ή ενήλικας θα αντιδρούσε αν το διέκοπταν ενώ ήταν απορροφημένος σε κάτι. Ελάτε στη θέση του παιδιού και ξανασκεφτείτε πριν παρέμβετε με αγένεια σε ότι κάνει.
«Το παιδί μου δεν αγκαλιάζει και δε φιλά άλλους ανθρώπους»: Επανερχόμαστε πάλι στην αναγκαιότητα ύπαρξης ανθρωπισμού, δικαιοσύνης, ισότητας και σεβασμού από την πλευρά του ανθρώπου που έχει απέναντί του ένας αυτιστικός. Αν δεν τα νιώθει όλα αυτά, τότε δε θέλει καμία επαφή με όποιον είναι γύρω του και οι γονείς του πρέπει να σέβονται την απόφασή του.
«Το παιδί μου δεν αντιδρά στην παρουσία συνομήλικων παιδιών και δεν έρχεται σε επαφή μαζί τους»: Όπως ήδη αναφέραμε, ο αυτιστικός δεν παρατηρεί απλά τους γύρω του για να τους επεξεργαστεί, αλλά για να διαπιστώσει αν είναι «άξιοι» ώστε να έρθει σε επαφή μαζί τους. Αν, λοιπόν, καταλήξει στο ότι δεν είναι άξιοι, τότε δε θα έρθει ποτέ σε επαφή μαζί τους γιατί η επαφή αυτή είναι χάσιμο χρόνου.
«Το παιδί μου δε χτίζει φιλίες»: Θα κάνει φίλους και θα μείνει σε φιλίες μόνο όταν βρει κάποιον που είναι άξιος του χρόνου ή της ενέργειας που θα καταναλώσει για τη δημιουργία και τη διατήρηση της φιλίας. Η αυτιστική λογική, θεωρεί άχρηστη τη χρήση κανόνων φιλίας. Η σύνδεση με κάποιον γίνεται με διαφορετικό τρόπο, για αυτό και υπάρχει μεγάλη επιφυλακτικότητα από μέρους τους να δώσουν τη φιλία τους.
«Το παιδί μου προτιμά να μένει μόνο του»: Ναι, θέλει να μένει μόνο του, του αρέσει η απομόνωση και εμείς, σε τέτοιες στιγμές, διακρίνουμε έντονα την ηρεμία στο πρόσωπό του. Όταν η συμπεριφορά των γύρων του είναι κουραστική, εκνευριστική ή πολύ απλά θέλει τον προσωπικό του χώρο – χρόνο, τότε το περιβάλλον της απομόνωσης είναι η πιο ευχάριστη και ουσιαστική επαφή με τον ίδιο του τον εαυτό.
«Το παιδί μου απομονώνετε ακόμα και όταν στον ίδιο χώρο υπάρχουν παιδιά της ηλικίας του»: Για να εμπλακεί με παιδιά της ηλικίας του, πρέπει πρώτα να τα παρατηρήσει, να κατανοήσει τον τρόπο συμπεριφοράς τους ώστε να μπορέσει να εναρμονιστεί και ενσωματωθεί στο δικό τους κόσμο. Επανερχόμαστε δηλαδή στο θέμα του σεβασμού και δε ξεχνάμε το γεγονός ότι δε μπορούμε όλοι να ταιριάζουμε με όλους! Ας μην ξεχνάμε ότι σ’ έναν χώρο με πολλά άλλα παιδιά υπάρχει και πολύς θόρυβος που ενοχλεί το αυτιστικό παιδί καθώς και ο κίνδυνος κάποιο από αυτά να τον σπρώξει ή ακουμπήσει χωρίς λόγο. Κάθε τέτοια επαφή όταν είναι απρόσμενη είναι πολύ κουραστική για τον αυτιστικό.
«Το παιδί μου είναι υπερκινητικό»: Η υπερκινητικότητα των αυτιστικών παιδιών οφείλεται στην ανάγκη κατανάλωσης της ενέργειας που έχει συσσωρευτεί μέσα του. Αποτελεί διέξοδο διότι αν δεν αποβληθεί αυτή η ενέργεια, το μυαλό θα μπλοκάρει, δε θα σκεφτεί με λογική και το επόμενο στάδιο είναι τα ξεσπάσματα άγχους και θυμού. Χαρείτε την εκτόνωση του παιδιού σας.
«Το παιδί μου εμμένει και επαναλαμβάνει ξανά και ξανά φράσεις που ακούει»:Το παιδί επαναλαμβάνει ότι ακούει και το κάνει για να μας δείξει πως το άκουσε, πήρε το μήνυμα και ζητά την αποδοχή μας αποδοχή πως αυτό που άκουσε είναι σωστό. Είναι μία δική του ανάγκη να δουλέψει «στο στόμα του» κάθε καινούργιο που μαθαίνει. Όπως ένα βρέφος θα βάλει κάτι στο στόμα του για να το «πιπιλίσει» με την γλώσσα του και τα χείλη του, έτσι και το παιδί με αυτισμό, «ηχολαλώντας» κάνει την ομιλία τρισδιάστατη (δημιουργείται μια σφαιρική εικόνα του τι λέει ο άλλος). Τα παιδιά στα οποία έχει απαγορευτεί να το κάνουν επειδή η επιστήμη σταμπάρισε την ηχολαλία σαν κάτι κακό, δεν θα αναπτύξουν σωστά και γρήγορα την ικανότητα αύτη, σε σύγκριση με τα παιδιά που ηχολογούσαν και δεν τους απαγορεύτηκε να το κάνουν.
«Το παιδί μου δε παίζει με τα κατάλληλα, για την ηλικία του, παιχνίδια»: Τελικά ποιος θα μας πει ποιο παιχνίδι είναι κατάλληλο ή όχι. Ποιος θα κατηγοριοποιήσει τα παιχνίδια σε αυτά για αυτιστικά και σε μη-αυτιστικά παιδιά. Ως γονείς ή εκπαιδευτικοί, δε θα πρέπει να εμπλεκόμαστε στις ανάγκες που θέλει να καλύψει το παιδί με το παιχνίδι. Είναι προσωπική του υπόθεση.
«Το παιδί μου δίνει υπερβολική σημασία στη λεπτομέρεια»: Και αυτό γιατί να είναι απαραίτητα κακό; Οι λεπτομέρειες είναι αυτές που συνθέτουν κάτι. Ένα αυτιστικό παιδί, μπορεί με τις αισθήσεις και την επιμονή του να διαμορφώσει σφαιρικά τη δομή του αντικειμένου και να μάθει να αναγνωρίζει πάντοτε τα μέρη του χωρίς να το συγχέει με άλλα, κάτι που δε μπορούμε σε καμία περίπτωση να κάνουμε εμείς.
«Το παιδί μου προτιμά να κάνει την ίδια δραστηριότητα ξανά και ξανά»: Ναι το κάνει και δε βαριέται ούτε στιγμή, γιατί μέσα από την επανάληψη, είτε ανακαλύπτει κάθε φορά λεπτομέρειες που δεν είχε παρατηρήσει, είτε βελτιώνει αυτό που κάνει ώστε να το τελειοποιήσει όσο μπορεί. Επειδή ένα μη-αυτιστικό μυαλό δε μπορεί να αντιληφθεί αυτή τη δραστηριότητα, δε σημαίνει ότι αποτελεί στερεότυπη αντίδραση ενός αυτιστικού.
«Το παιδί μου δε δείχνει ενδιαφέρον σε καινούργια πράγματα»: Όταν επέλθει ολοκλήρωση – τελειοποίηση του «πράγματος» με το οποίο ασχολείται το παιδί, τότε και μόνο τότε θα δείξει ενδιαφέρον για κάτι καινούργιο. Ένα αυτιστικό παιδί δομεί τα ερεθίσματα και τις πληροφορίες που λαμβάνει από το περιβάλλον στο μυαλό του με τέλεια οργάνωση και αυτό το βοηθά να τα ανακτήσει και να τα συνδέσει με τις νέες πληροφορίες.
«Το παιδί μου δε δείχνει ενδιαφέρον στο να μάθει κάτι καινούργιο»: Λογικό. Για να ασχοληθεί με κάτι καινούργιο πρέπει πρώτα να το έχει επεξεργαστεί (παρατηρεί, μαθαίνει, αναγνωρίζει) και να το έχει αφομοιώσει με τον δικό του τρόπο. Δεν μπορούμε να του επιβάλλουμε εμείς τα θέλω μας και ζητάμε να δείξει ενδιαφέρον σε ότι μας αρέσει.
Και μην ξεχνάτε!
Ένας αυτιστικός:
Σκέφτεται, παρατηρεί, κατανοεί τον κόσμο γύρω του με διαφορετικό τρόπο.
Εξωτερικεύει τα όσα νιώθει με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο.
Έχει μικρότερη αίσθηση του πόνου.
Δεν του αρέσει να τον αγγίζουν όταν του μιλούν.
Αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο σκέψης το άγχος και το φόβο του.
Είναι θαρραλέος και δε φοβάται εύκολα!
Παρατηρεί αμέσως τις αλλαγές!
Χρησιμοποιεί την ευγένεια όταν την εισπράττει.
Η ειλικρίνειά του μπορεί να ενοχλήσει.
Παίζει με διαφορετικό τρόπο από τα άλλα παιδιά.
Παίζει μόνος του ευχάριστα χωρίς να βαριέται.
Όταν είναι απασχολημένος δε σε ακούει!
Είναι πολύ ταχτικός με τα πράγματά του.
Τι περιμένει από το σχολείο και τους εκπαιδευτικούς ένας αυτιστικός μαθητής
Ας ανοίξουμε τα ματιά μας και να δούμε τον Αυτισμό όπως οι ίδιοι οι αυτιστικοί τον γνωρίζουν και το βιώνουν.
Ας βγει επιτέλους ο Αυτισμός από το σκοτάδι της άγνοιας και του στιγματισμού.
Ευχαριστώ θερμά την κ. Πέρλα Μεσσίνα (Αυτιστική Ενήλικας, Β.Α. Ψυχολογίας/Κοινωνιολογίας και Πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Αυτιστικών Asperger και ΥΛΑ) για τη βοήθεια και την καθοδήγηση στην εκπόνηση του άρθρου.
Τι θα εισέπραττε ένα αυτιστικό παιδί στο σχολείο αν προσπαθούσαν να το καταλάβουν:
Η σχολική κοινότητα για να πράξει ουσιαστικό έργο πρέπει να ξεπεράσει τα όρια του δικού της «φυσιολογικού τρόπου ζωής» και να δώσει – ποσοτικά και ποιοτικά – στα παιδιά με αυτισμό την εκπαίδευση που δικαιούνται. Το υπάρχον σχολείο έχει δομηθεί με τρόπο ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες ενός «μέσου» μαθητή. Ακόμη και η ύπαρξη ειδικού σχολείου ή τμημάτων ένταξης, δε μπορεί τις περισσότερες φορές να καλύψει τις ανάγκες ενός αυτιστικού μαθητή και να αναδείξει τις ικανότητες και δεξιότητες του. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, ο αυτιστικός μαθητής να αδικείται, να λαμβάνει ελλιπή εκπαίδευση και κατ’ επέκταση να μειονεκτεί στην υπόλοιπη ζωή του. Ώσπου να δημιουργηθεί ένα τέτοιο σχολείο, ο κάθε εκπαιδευτικός μπορεί να λάβει υπόψη του τις ακόλουθες προτάσεις Η αλλαγή του περιβάλλοντος προκαλεί στο αυτιστικό παιδί έντονα αισθήματα και σε συνδυασμό με την ενέργεια που πηγάζει από αυτά, οδηγείται σε διεξόδους εκτόνωσης (εξωτερίκευση ενέργειας) και δεν μπορεί την τρέχουσα στιγμή να υπακούσει σε οδηγίες και εντολές. Η προσοχή του διασπάται και ο εκπαιδευτικός οφείλει να αποδεχτεί την ανάγκη αυτή.
Οι συνθήκες του σχολείου πρέπει να εξασφαλίζουν την συναισθηματική ηρεμία και σταθερότητα. Για παράδειγμα, ένα πείραγμα, μια αγενής παρατήρηση, μια αδικία, μπορούν να αναστατώσουν ένα αυτιστικό παιδί.
Ένα αυτιστικό παιδί πρέπει να εκπαιδευτεί στον τρόπο που θα συμπεριφέρεται στις διάφορες κοινωνικές και μη καταστάσεις. Αυτό που το οποιοδήποτε παιδί κάνει ενστικτωδώς (π.χ. ακολουθεί κάποιον κανόνα), ο αυτιστικός πρέπει να το διδαχθεί για να μπορέσει να κατανοήσει τις διαστάσεις του και τον λόγο ύπαρξης και υλοποίησής του. Πρέπει να του δοθούν ξεκάθαρες και ειλικρινείς απαντήσεις. Μια καλή πρόταση για να επιτευχθεί αυτό από το σχολείο είναι τα παιχνίδια – ρόλοι.
Η σχολική κοινότητα είναι αρωγός στην αίσθηση σταθερότητας και οργάνωσης που οφείλει να έχει κάθε αυτιστικό παιδί. Έτσι, μέσα από την κατάλληλη διδασκαλία πρέπει να μάθει στο παιδί να αντιμετωπίζει τους φόβους, τις ανησυχίες του και να αφήσει ελεύθερο τον εαυτό του.
Η ανυπομονησία – σε κανονικές συνθήκες – αποτελεί χαρακτηριστικό τους και ορισμένες φορές, ακόμα και αν έχουν εκπαιδευτεί (π.χ. να περιμένει ένα παιδί στη σειρά του), δυσκολεύονται να την ελέγξουν. Εδώ ο εκπαιδευτικός πρέπει να βρει εναλλακτικές στρατηγικές για να βοηθήσει το παιδί.
Όπως κάθε παιδί, έτσι και το αυτιστικό παιδί, έχει ανάγκη από την επιβράβευση. Αυτή θα το βοηθήσει να συνεχίσει την προσπάθεια και να κατανοήσει πως οι διδακτικές στρατηγικές που το δυσκόλεψαν στην αρχή, είχαν ως στόχο την άνοδό του.
Οι φωνές του εκπαιδευτικού θα προκαλέσουν τις φωνές του παιδιού. Αν, λοιπόν, ένας εκπαιδευτικός δεν αποδεχτεί τον τρόπο σκέψης ενός αυτιστικού παιδιού και προσπαθήσει με τις φωνές να επιβάλλει τα θέλω του σε αυτό, τότε είναι λογικές οι εκφράσεις θυμού, επίθεσης και φυγής από την πλευρά του παιδιού, γιατί θα αντιδράσει όπως θα έκανε ο οποιοσδήποτε. Αυτό που χρειάζεται σε αυτή την περίπτωση είναι μια ψύχραιμη και φιλική διάθεση και μια απλή υπενθύμιση του τι πρέπει να κάνει το παιδί.
Ένα αυτιστικό παιδί, έχει συνήθως χαμηλή αυτοεκτίμηση γιατί εξαιτίας της διαφορετικότητάς του, γίνεται αποδέκτης κριτικής και παρατηρήσεων. Οι εκπαιδευτικοί, δεν πρέπει μόνο να αποτρέπουν τέτοιες καταστάσεις, αλλά να διδάσκουν στα παιδιά μηχανισμούς άμυνας ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν τέτοιες καταστάσεις και έξω από το σχολείο.
Ένας λειτουργικός τρόπος να κατανοήσει ένα αυτιστικό παιδί τα λάθη του ή το αν κατάφερε αυτό που του ζητήθηκε, είναι η χρήση μιας κλίμακας (χρήσιμο σε μεγαλύτερα παιδιά). Έτσι, σε μια κλίμακα για παράδειγμα από το 1 έως το 7, το παιδί θα ξέρει ότι όταν ο εκπαιδευτικός του πει 4, τότε έχει ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις, διαφορετικά δεν έχει καταφέρει να κατακτήσει κάτι (-4) ή έχει ξεπεράσει τα όρια και πρέπει να επανέλθει (4+).
Ο εκπαιδευτικός οφείλει να σέβεται τη συνεχή προσπάθεια που καταβάλλει ένα αυτιστικό παιδί – ακόμα και αν δε το βλέπουμε – για να μετριάσει τις αντιδράσεις του παρά τα συναισθήματα άγχους και σύγχυσης που βιώνουν.
Τέλος, ένα ακόμη πολύ σημαντικό ζήτημα το οποίο οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να διαχειριστούν σωστά, είναι η έλλειψη, συχνά, κινητικού συντονισμού από το αυτιστικό παιδί . Σε αυτή την περίπτωση, οφείλουν να εντάξουν το παιδί σε πλαίσια που να μην το υποτιμούν, εξαιτίας αυτής του της δυσκολίας που μπορεί να προκαλέσει αισθήματα ανικανότητας στο ίδιο ή να γίνει αποδέκτης πειραγμάτων από τα άλλα παιδιά.
*Φιλόλογος, Πτυχιούχος Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας Ιωαννίνων
Ειδίκευση στον Τομέα της Παιδαγωγικής Επιστήμης
filologosonlinegr.blogspot.gr
Ας ανοίξουμε τα ματιά μας και να δούμε τον Αυτισμό όπως οι ίδιοι οι αυτιστικοί τον γνωρίζουν και το βιώνουν Ας βγει επιτέλους ο Αυτισμός από το σκοτάδι της άγνοιας και του στιγματισμού.
Ευχαριστώ θερμά την κ. Πέρλα Μεσσίνα (Αυτιστική Ενήλικας, Β.Α. Ψυχολογίας/Κοινωνιολογίας και Πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Αυτιστικών Asperger και ΥΛΑ) για τη βοήθεια και την καθοδήγηση στην εκπόνηση του άρθρου.
Κατάρριψη των μύθων γύρω από τον αυτισμό:
«Το παιδί μου αποφεύγει να κοιτά στα ματιά οποιονδήποτε άνθρωπο»: Ένας αυτιστικός έχει γεννηθεί με την ικανότητα να βλέπει και να αναγνωρίζει την ποιότητα του ανθρώπου που έχει δίπλα του. Με άλλα λόγια, μπορεί να καταλάβει τους ανθρώπους που το αποδέχονται ως ίσο και να συνδεθεί μαζί τους. Αποδεχτείτε το γεγονός πως αν δεν υπάρχει σεβασμός, εμπιστοσύνη, κατανόηση και συναισθηματική σύνδεση, το παιδί θα αποφύγει να κοιτάξει κάποιον άλλο – εκτός των οικείων του – στα μάτια.
«Το παιδί μου αντιδρά αρνητικά στην σωματική επαφή με άλλον άνθρωπο»: Για τον ίδιο λόγο που δε θεωρεί σημαντική την οπτική επαφή, δε θέλει και τη σωματική επαφή με άτομα που δεν του είναι οικεία – ή για να είμαστε πιο ακριβείς – με άτομα που δεν του δείχνουν σεβασμό. Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που πρέπει να εμβαθύνουμε σε ότι αφορά το κατά πόσο οι συναισθηματικές και ψυχολογικές ανάγκες του παιδιού καλύπτονται ή όχι από το οικογενειακό του περιβάλλον. Με άλλα λόγια, δε φταίει το παιδί που αντιδρά με αυτό τον τρόπο, γιατί η αντίδραση του είναι ένδειξη έλλειψης αγάπης και σεβασμού από τον κοινωνικό περίγυρό του και το οικογενειακό περιβάλλον του πιέζοντάς το να δημιουργήσει κοινωνικές σχέσεις διαιωνίζει απλά το πρόβλημα. Πολλά αυτιστικά παιδιά ίσως να φτάνουν στο άλλο άκρο και αναζητούν συνεχώς την σωματική επαφή με τους άλλους. Τα παιδιά αυτά τα βλέπουν οι άλλοι ως «τρυφερά» και «συναισθηματικά» χωρίς να κατανοούν ότι το παιδί φέρεται με αυτόν τον τρόπο σε μια προσπάθεια να δείξει στους γύρο του πως χρειάζεται από αυτούς αυτή την τρυφερότητα και συναισθηματική ένωση.
«Το παιδί μου δεν αντιδρά όταν του μιλούν»: Δε δίνει σημασία γιατί πολύ απλά το ενοχλούν. Αν την ώρα που σκέφτεται, φαντάζεται, επεξεργάζεται και παρατηρεί κάτι, κάποιος του μιλήσει θα διακόψει τις σκέψεις του. Πριν, λοιπόν, επιμείνετε να του μιλάτε και να θυμώνετε που δεν σας απαντά, μπείτε στη θέση του και αναλογιστείτε πως θα αντιδρούσατε εσείς αν ήσασταν απασχολημένοι με κάτι και ερχόταν εκείνο να σας ρωτήσει κάτι και περίμενε την απάντηση εκείνη τη στιγμή.
«Το παιδί μου όταν επικοινωνεί με κάποιον δεν εκφράζει τα συναισθήματά του»: Για έναν αυτιστικό, η επικοινωνία λειτουργεί ως μια διαδικασία ανταλλαγής απόψεων, πληροφοριών, ιδεών και γνώσεων με νόημα, μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ατόμων. Μέσα σε μια τόσο ξεκάθαρη διαδικασία δεν μπορεί να ενταχθεί το συναίσθημα γιατί για αυτό δεν υπάρχει σοβαρός λόγος.
«Το παιδί μου δεν εκφράζει τα συναισθήματά του όταν ασχολείται με κάτι»: Όταν κάνει κάτι είναι απόλυτα συγκεντρωμένο εκεί. Όπως ένας επιστήμονας δεν εμπλέκεται συναισθηματικά με το αντικείμενο το οποίο ερευνά, μελετά, παρατηρεί και κατανοεί, έτσι και το αυτιστικό παιδί δεν εμπλέκεται συναισθηματικά με αυτό που κάνει.
«Το παιδί μου αντιδρά όταν το διακόπτουμε από αυτό που κάνει»: Απόλυτα λογικό! Κάθε παιδί ή ενήλικας θα αντιδρούσε αν το διέκοπταν ενώ ήταν απορροφημένος σε κάτι. Ελάτε στη θέση του παιδιού και ξανασκεφτείτε πριν παρέμβετε με αγένεια σε ότι κάνει.
«Το παιδί μου δεν αγκαλιάζει και δε φιλά άλλους ανθρώπους»: Επανερχόμαστε πάλι στην αναγκαιότητα ύπαρξης ανθρωπισμού, δικαιοσύνης, ισότητας και σεβασμού από την πλευρά του ανθρώπου που έχει απέναντί του ένας αυτιστικός. Αν δεν τα νιώθει όλα αυτά, τότε δε θέλει καμία επαφή με όποιον είναι γύρω του και οι γονείς του πρέπει να σέβονται την απόφασή του.
«Το παιδί μου δεν αντιδρά στην παρουσία συνομήλικων παιδιών και δεν έρχεται σε επαφή μαζί τους»: Όπως ήδη αναφέραμε, ο αυτιστικός δεν παρατηρεί απλά τους γύρω του για να τους επεξεργαστεί, αλλά για να διαπιστώσει αν είναι «άξιοι» ώστε να έρθει σε επαφή μαζί τους. Αν, λοιπόν, καταλήξει στο ότι δεν είναι άξιοι, τότε δε θα έρθει ποτέ σε επαφή μαζί τους γιατί η επαφή αυτή είναι χάσιμο χρόνου.
«Το παιδί μου δε χτίζει φιλίες»: Θα κάνει φίλους και θα μείνει σε φιλίες μόνο όταν βρει κάποιον που είναι άξιος του χρόνου ή της ενέργειας που θα καταναλώσει για τη δημιουργία και τη διατήρηση της φιλίας. Η αυτιστική λογική, θεωρεί άχρηστη τη χρήση κανόνων φιλίας. Η σύνδεση με κάποιον γίνεται με διαφορετικό τρόπο, για αυτό και υπάρχει μεγάλη επιφυλακτικότητα από μέρους τους να δώσουν τη φιλία τους.
«Το παιδί μου προτιμά να μένει μόνο του»: Ναι, θέλει να μένει μόνο του, του αρέσει η απομόνωση και εμείς, σε τέτοιες στιγμές, διακρίνουμε έντονα την ηρεμία στο πρόσωπό του. Όταν η συμπεριφορά των γύρων του είναι κουραστική, εκνευριστική ή πολύ απλά θέλει τον προσωπικό του χώρο – χρόνο, τότε το περιβάλλον της απομόνωσης είναι η πιο ευχάριστη και ουσιαστική επαφή με τον ίδιο του τον εαυτό.
«Το παιδί μου απομονώνετε ακόμα και όταν στον ίδιο χώρο υπάρχουν παιδιά της ηλικίας του»: Για να εμπλακεί με παιδιά της ηλικίας του, πρέπει πρώτα να τα παρατηρήσει, να κατανοήσει τον τρόπο συμπεριφοράς τους ώστε να μπορέσει να εναρμονιστεί και ενσωματωθεί στο δικό τους κόσμο. Επανερχόμαστε δηλαδή στο θέμα του σεβασμού και δε ξεχνάμε το γεγονός ότι δε μπορούμε όλοι να ταιριάζουμε με όλους! Ας μην ξεχνάμε ότι σ’ έναν χώρο με πολλά άλλα παιδιά υπάρχει και πολύς θόρυβος που ενοχλεί το αυτιστικό παιδί καθώς και ο κίνδυνος κάποιο από αυτά να τον σπρώξει ή ακουμπήσει χωρίς λόγο. Κάθε τέτοια επαφή όταν είναι απρόσμενη είναι πολύ κουραστική για τον αυτιστικό.
«Το παιδί μου είναι υπερκινητικό»: Η υπερκινητικότητα των αυτιστικών παιδιών οφείλεται στην ανάγκη κατανάλωσης της ενέργειας που έχει συσσωρευτεί μέσα του. Αποτελεί διέξοδο διότι αν δεν αποβληθεί αυτή η ενέργεια, το μυαλό θα μπλοκάρει, δε θα σκεφτεί με λογική και το επόμενο στάδιο είναι τα ξεσπάσματα άγχους και θυμού. Χαρείτε την εκτόνωση του παιδιού σας.
«Το παιδί μου εμμένει και επαναλαμβάνει ξανά και ξανά φράσεις που ακούει»:Το παιδί επαναλαμβάνει ότι ακούει και το κάνει για να μας δείξει πως το άκουσε, πήρε το μήνυμα και ζητά την αποδοχή μας αποδοχή πως αυτό που άκουσε είναι σωστό. Είναι μία δική του ανάγκη να δουλέψει «στο στόμα του» κάθε καινούργιο που μαθαίνει. Όπως ένα βρέφος θα βάλει κάτι στο στόμα του για να το «πιπιλίσει» με την γλώσσα του και τα χείλη του, έτσι και το παιδί με αυτισμό, «ηχολαλώντας» κάνει την ομιλία τρισδιάστατη (δημιουργείται μια σφαιρική εικόνα του τι λέει ο άλλος). Τα παιδιά στα οποία έχει απαγορευτεί να το κάνουν επειδή η επιστήμη σταμπάρισε την ηχολαλία σαν κάτι κακό, δεν θα αναπτύξουν σωστά και γρήγορα την ικανότητα αύτη, σε σύγκριση με τα παιδιά που ηχολογούσαν και δεν τους απαγορεύτηκε να το κάνουν.
«Το παιδί μου δε παίζει με τα κατάλληλα, για την ηλικία του, παιχνίδια»: Τελικά ποιος θα μας πει ποιο παιχνίδι είναι κατάλληλο ή όχι. Ποιος θα κατηγοριοποιήσει τα παιχνίδια σε αυτά για αυτιστικά και σε μη-αυτιστικά παιδιά. Ως γονείς ή εκπαιδευτικοί, δε θα πρέπει να εμπλεκόμαστε στις ανάγκες που θέλει να καλύψει το παιδί με το παιχνίδι. Είναι προσωπική του υπόθεση.
«Το παιδί μου δίνει υπερβολική σημασία στη λεπτομέρεια»: Και αυτό γιατί να είναι απαραίτητα κακό; Οι λεπτομέρειες είναι αυτές που συνθέτουν κάτι. Ένα αυτιστικό παιδί, μπορεί με τις αισθήσεις και την επιμονή του να διαμορφώσει σφαιρικά τη δομή του αντικειμένου και να μάθει να αναγνωρίζει πάντοτε τα μέρη του χωρίς να το συγχέει με άλλα, κάτι που δε μπορούμε σε καμία περίπτωση να κάνουμε εμείς.
«Το παιδί μου προτιμά να κάνει την ίδια δραστηριότητα ξανά και ξανά»: Ναι το κάνει και δε βαριέται ούτε στιγμή, γιατί μέσα από την επανάληψη, είτε ανακαλύπτει κάθε φορά λεπτομέρειες που δεν είχε παρατηρήσει, είτε βελτιώνει αυτό που κάνει ώστε να το τελειοποιήσει όσο μπορεί. Επειδή ένα μη-αυτιστικό μυαλό δε μπορεί να αντιληφθεί αυτή τη δραστηριότητα, δε σημαίνει ότι αποτελεί στερεότυπη αντίδραση ενός αυτιστικού.
«Το παιδί μου δε δείχνει ενδιαφέρον σε καινούργια πράγματα»: Όταν επέλθει ολοκλήρωση – τελειοποίηση του «πράγματος» με το οποίο ασχολείται το παιδί, τότε και μόνο τότε θα δείξει ενδιαφέρον για κάτι καινούργιο. Ένα αυτιστικό παιδί δομεί τα ερεθίσματα και τις πληροφορίες που λαμβάνει από το περιβάλλον στο μυαλό του με τέλεια οργάνωση και αυτό το βοηθά να τα ανακτήσει και να τα συνδέσει με τις νέες πληροφορίες.
«Το παιδί μου δε δείχνει ενδιαφέρον στο να μάθει κάτι καινούργιο»: Λογικό. Για να ασχοληθεί με κάτι καινούργιο πρέπει πρώτα να το έχει επεξεργαστεί (παρατηρεί, μαθαίνει, αναγνωρίζει) και να το έχει αφομοιώσει με τον δικό του τρόπο. Δεν μπορούμε να του επιβάλλουμε εμείς τα θέλω μας και ζητάμε να δείξει ενδιαφέρον σε ότι μας αρέσει.
Και μην ξεχνάτε!
Ένας αυτιστικός:
Σκέφτεται, παρατηρεί, κατανοεί τον κόσμο γύρω του με διαφορετικό τρόπο.
Εξωτερικεύει τα όσα νιώθει με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο.
Έχει μικρότερη αίσθηση του πόνου.
Δεν του αρέσει να τον αγγίζουν όταν του μιλούν.
Αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο σκέψης το άγχος και το φόβο του.
Είναι θαρραλέος και δε φοβάται εύκολα!
Παρατηρεί αμέσως τις αλλαγές!
Χρησιμοποιεί την ευγένεια όταν την εισπράττει.
Η ειλικρίνειά του μπορεί να ενοχλήσει.
Παίζει με διαφορετικό τρόπο από τα άλλα παιδιά.
Παίζει μόνος του ευχάριστα χωρίς να βαριέται.
Όταν είναι απασχολημένος δε σε ακούει!
Είναι πολύ ταχτικός με τα πράγματά του.
Τι περιμένει από το σχολείο και τους εκπαιδευτικούς ένας αυτιστικός μαθητής
Ας ανοίξουμε τα ματιά μας και να δούμε τον Αυτισμό όπως οι ίδιοι οι αυτιστικοί τον γνωρίζουν και το βιώνουν.
Ας βγει επιτέλους ο Αυτισμός από το σκοτάδι της άγνοιας και του στιγματισμού.
Ευχαριστώ θερμά την κ. Πέρλα Μεσσίνα (Αυτιστική Ενήλικας, Β.Α. Ψυχολογίας/Κοινωνιολογίας και Πρόεδρο του Συλλόγου Ελλήνων Αυτιστικών Asperger και ΥΛΑ) για τη βοήθεια και την καθοδήγηση στην εκπόνηση του άρθρου.
Τι θα εισέπραττε ένα αυτιστικό παιδί στο σχολείο αν προσπαθούσαν να το καταλάβουν:
Η σχολική κοινότητα για να πράξει ουσιαστικό έργο πρέπει να ξεπεράσει τα όρια του δικού της «φυσιολογικού τρόπου ζωής» και να δώσει – ποσοτικά και ποιοτικά – στα παιδιά με αυτισμό την εκπαίδευση που δικαιούνται. Το υπάρχον σχολείο έχει δομηθεί με τρόπο ώστε να εξυπηρετεί τις ανάγκες ενός «μέσου» μαθητή. Ακόμη και η ύπαρξη ειδικού σχολείου ή τμημάτων ένταξης, δε μπορεί τις περισσότερες φορές να καλύψει τις ανάγκες ενός αυτιστικού μαθητή και να αναδείξει τις ικανότητες και δεξιότητες του. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, ο αυτιστικός μαθητής να αδικείται, να λαμβάνει ελλιπή εκπαίδευση και κατ’ επέκταση να μειονεκτεί στην υπόλοιπη ζωή του. Ώσπου να δημιουργηθεί ένα τέτοιο σχολείο, ο κάθε εκπαιδευτικός μπορεί να λάβει υπόψη του τις ακόλουθες προτάσεις Η αλλαγή του περιβάλλοντος προκαλεί στο αυτιστικό παιδί έντονα αισθήματα και σε συνδυασμό με την ενέργεια που πηγάζει από αυτά, οδηγείται σε διεξόδους εκτόνωσης (εξωτερίκευση ενέργειας) και δεν μπορεί την τρέχουσα στιγμή να υπακούσει σε οδηγίες και εντολές. Η προσοχή του διασπάται και ο εκπαιδευτικός οφείλει να αποδεχτεί την ανάγκη αυτή.
Οι συνθήκες του σχολείου πρέπει να εξασφαλίζουν την συναισθηματική ηρεμία και σταθερότητα. Για παράδειγμα, ένα πείραγμα, μια αγενής παρατήρηση, μια αδικία, μπορούν να αναστατώσουν ένα αυτιστικό παιδί.
Ένα αυτιστικό παιδί πρέπει να εκπαιδευτεί στον τρόπο που θα συμπεριφέρεται στις διάφορες κοινωνικές και μη καταστάσεις. Αυτό που το οποιοδήποτε παιδί κάνει ενστικτωδώς (π.χ. ακολουθεί κάποιον κανόνα), ο αυτιστικός πρέπει να το διδαχθεί για να μπορέσει να κατανοήσει τις διαστάσεις του και τον λόγο ύπαρξης και υλοποίησής του. Πρέπει να του δοθούν ξεκάθαρες και ειλικρινείς απαντήσεις. Μια καλή πρόταση για να επιτευχθεί αυτό από το σχολείο είναι τα παιχνίδια – ρόλοι.
Η σχολική κοινότητα είναι αρωγός στην αίσθηση σταθερότητας και οργάνωσης που οφείλει να έχει κάθε αυτιστικό παιδί. Έτσι, μέσα από την κατάλληλη διδασκαλία πρέπει να μάθει στο παιδί να αντιμετωπίζει τους φόβους, τις ανησυχίες του και να αφήσει ελεύθερο τον εαυτό του.
Η ανυπομονησία – σε κανονικές συνθήκες – αποτελεί χαρακτηριστικό τους και ορισμένες φορές, ακόμα και αν έχουν εκπαιδευτεί (π.χ. να περιμένει ένα παιδί στη σειρά του), δυσκολεύονται να την ελέγξουν. Εδώ ο εκπαιδευτικός πρέπει να βρει εναλλακτικές στρατηγικές για να βοηθήσει το παιδί.
Όπως κάθε παιδί, έτσι και το αυτιστικό παιδί, έχει ανάγκη από την επιβράβευση. Αυτή θα το βοηθήσει να συνεχίσει την προσπάθεια και να κατανοήσει πως οι διδακτικές στρατηγικές που το δυσκόλεψαν στην αρχή, είχαν ως στόχο την άνοδό του.
Οι φωνές του εκπαιδευτικού θα προκαλέσουν τις φωνές του παιδιού. Αν, λοιπόν, ένας εκπαιδευτικός δεν αποδεχτεί τον τρόπο σκέψης ενός αυτιστικού παιδιού και προσπαθήσει με τις φωνές να επιβάλλει τα θέλω του σε αυτό, τότε είναι λογικές οι εκφράσεις θυμού, επίθεσης και φυγής από την πλευρά του παιδιού, γιατί θα αντιδράσει όπως θα έκανε ο οποιοσδήποτε. Αυτό που χρειάζεται σε αυτή την περίπτωση είναι μια ψύχραιμη και φιλική διάθεση και μια απλή υπενθύμιση του τι πρέπει να κάνει το παιδί.
Ένα αυτιστικό παιδί, έχει συνήθως χαμηλή αυτοεκτίμηση γιατί εξαιτίας της διαφορετικότητάς του, γίνεται αποδέκτης κριτικής και παρατηρήσεων. Οι εκπαιδευτικοί, δεν πρέπει μόνο να αποτρέπουν τέτοιες καταστάσεις, αλλά να διδάσκουν στα παιδιά μηχανισμούς άμυνας ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν τέτοιες καταστάσεις και έξω από το σχολείο.
Ένας λειτουργικός τρόπος να κατανοήσει ένα αυτιστικό παιδί τα λάθη του ή το αν κατάφερε αυτό που του ζητήθηκε, είναι η χρήση μιας κλίμακας (χρήσιμο σε μεγαλύτερα παιδιά). Έτσι, σε μια κλίμακα για παράδειγμα από το 1 έως το 7, το παιδί θα ξέρει ότι όταν ο εκπαιδευτικός του πει 4, τότε έχει ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις, διαφορετικά δεν έχει καταφέρει να κατακτήσει κάτι (-4) ή έχει ξεπεράσει τα όρια και πρέπει να επανέλθει (4+).
Ο εκπαιδευτικός οφείλει να σέβεται τη συνεχή προσπάθεια που καταβάλλει ένα αυτιστικό παιδί – ακόμα και αν δε το βλέπουμε – για να μετριάσει τις αντιδράσεις του παρά τα συναισθήματα άγχους και σύγχυσης που βιώνουν.
Τέλος, ένα ακόμη πολύ σημαντικό ζήτημα το οποίο οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να διαχειριστούν σωστά, είναι η έλλειψη, συχνά, κινητικού συντονισμού από το αυτιστικό παιδί . Σε αυτή την περίπτωση, οφείλουν να εντάξουν το παιδί σε πλαίσια που να μην το υποτιμούν, εξαιτίας αυτής του της δυσκολίας που μπορεί να προκαλέσει αισθήματα ανικανότητας στο ίδιο ή να γίνει αποδέκτης πειραγμάτων από τα άλλα παιδιά.
*Φιλόλογος, Πτυχιούχος Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας Ιωαννίνων
Ειδίκευση στον Τομέα της Παιδαγωγικής Επιστήμης
filologosonlinegr.blogspot.gr
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Βενεζουέλα: Με δελτίο τροφίμων στα... σούπερ μάρκετ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ