2014-04-04 15:59:19
Εκλεισε ο δρόμος προς τα δεξιά για τη Ν.Δ.
Στέφανος Κασιμάτης
Το είπε μόνος του ο παραιτηθείς γενικός γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου, υπενθυμίζοντας τη ρήση που αποδίδεται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή (τον κανονικό, εννοείται...), ότι στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται αλλά δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται.
Επομένως, όταν αυτά που γίνονται αλλά δεν λέγονται τα βλέπει κιόλας ο καθένας στην τηλεοπτική οθόνη, όπως συνέβη με το βίντεο της συνομιλίας Μπαλτάκου και Κασιδιάρη, κάθε συζήτηση περιττεύει. «Εξοδος εμπρός δεξιά!», όπως λέει σε τόνο κάπως προστακτικό η φωνή από το μικρόφωνο στον κινηματογράφο «Δεξαμενή», όταν τελειώνει η πρώτη προβολή. Ως προς αυτό το σκέλος της υπόθεσης, λοιπόν, η διαχείριση της κρίσης ήταν αυτή που έπρεπε: ούτε χρονοτριβή υπήρξε στην αποπομπή του Παναγιώτη Μπαλτάκου ούτε περιττές φλυαρίες. Μένει να δούμε, όμως, αν μας πείθουν ή όχι οι εξηγήσεις που έδωσε αργότερα ο παραιτηθείς.
Προσωπικώς, διόλου δεν με απασχολεί το συγκεκριμένο ερώτημα. Για τον λόγο ότι είμαι και εγώ ένας από τους παρά πολλούς εκείνους που ενοχλήθηκαν ή σοκαρίστηκαν από την άνεση και την οικειότητα του Π. Μπαλτάκου στη συνομιλία του με τον Ηλία Κασιδιάρη, επειδή παρόμοια άνεση με τον περί ου ο λόγος δεν είναι εύκολο να έχει ο καθένας, έστω και αν αυτή είναι προσποιητή. Αν ο Π. Μπαλτάκος θυσιάστηκε «πλαγιάζοντας» με τον εχθρό (μεταφορικώς μιλώ, μην παρεξηγούμεθα...) για να τον παραπλανά, ποσώς με ενδιαφέρει. Ούτως ή άλλως, αυτό είναι κάτι το οποίο δύσκολα θα μπορούσε να αποδειχθεί υπό ομαλές συνθήκες. Υπό τις παρούσες συνθήκες κυβερνητικής κρίσης, μάλιστα, είναι αδύνατο να αποδειχθεί, διότι είμαι σχεδόν βέβαιος ότι η γραμμή άμυνας της κυβέρνησης είναι να περιχαρακωθεί η ευθύνη στο πρόσωπο του Π. Μπαλτάκου. Κοινώς, «δεν με ξέρεις, δεν σε ξέρω· υποφέρεις, υποφέρω», για να θυμηθούμε τον «Ηλία του 16ου».
Εστω και αν δεν είναι δυνατόν να απαντηθεί εντούτοις το ερώτημα εάν και κατά πόσον μπορούμε να πιστέψουμε τις εξηγήσεις Μπαλτάκου ή όχι, πρέπει να τεθεί, επειδή αναλόγως με την απάντηση που βολεύει τον καθένα τοποθετείται επιλεκτικά και στο πολιτικό ζήτημα που ανέκυψε. Καταδικάζουμε τον Π. Μπαλτάκο στο πυρ το εξώτερο για την τερατώδη απρονοησία των χειρισμών του και για την εμπιστοσύνη που έδειξε προς τη Χρυσή Αυγή ή επειδή, σε γενικές γραμμές, δεχόμαστε ως αληθή την εικόνα που παρουσιάζει στον Ηλ. Κασιδιάρη κατά τη συνομιλία τους;
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης προφανώς υιοθετεί τη δεύτερη θέση. Προεξοφλεί, δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ (Λαφαζανιστές-Τσιπριστές) ότι όσα λέει ο Π. Μπαλτάκος ισχύουν κατά λέξιν, διότι με αυτή την προϋπόθεση μπορεί να πιέζει την κυβέρνηση, ζητώντας την παραίτηση του Χ. Αθανασίου και ιδίως του Ν. Δένδια ― του οποίου την επιτυχία στο υπουργείο Δημοσίας Τάξεως δεν μπορεί να χωνέψει με τίποτε. «Είναι μείζον ηθικό και πολιτικό ζήτημα», είπε σε τηλεοπτική συνέντευξή του ο Αλέξης Τσίπρας, «επειδή αποκαλύπτει τον τρόπο που σκέπτεται ο πρωθυπουργός». Διευκρίνισε, δε, ότι ο τρόπος αυτός αποβλέπει «στο κομματικό όφελος» από τις ψήφους της Χ.Α. που θα επαναπατρισθούν στη Ν.Δ.
Διαφεύγει όμως από τον Αλ. Τσίπρα κάτι θεμελιώδες στην υπόθεση: ότι η συγκεκριμένη θέση περί σκευωρίας είναι εκείνη που εν τέλει βολεύει τη Χ.Α. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, έδωσαν οι ίδιοι το βίντεο (προϊόν υποκλοπής, προφανώς) στη δημοσιότητα. Προκειμένου, δηλαδή, να πλήξει την κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ (Λ-Τ) δέχεται τόσο εύκολα να συμπλέει με τη Χ.Α.; Διερωτώμαι πόσο χειρότερη είναι, σε τελευταία ανάλυση, αυτή η στάση έναντι της Χ.Α. από εκείνη του Π. Μπαλτάκου. Αν είναι τόσο κακό να θέλεις να διαλύσεις τη Χ.Α., επειδή ελπίζεις ότι έτσι θα εισπράξεις κάποιους ψηφοφόρους της, πόσο χειρότερο είναι να συμπλέεις με τη Χ.Α. για να εμποδίσεις τον αντίπαλό σου να πάρει τις ψήφους της; Κατά τη γνώμη μου, μείζον ηθικό και πολιτικό ζήτημα συνιστά και η στάση του ΣΥΡΙΖΑ. Σημειωτέον δε ότι αυτή η σύμπλευση δεν είναι αποτέλεσμα ενός αυτοσχεδιασμού της στιγμής. Θυμίζω, σχετικώς, ότι τον τελευταίο καιρό ορισμένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (Λ-Τ), όπως ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Ν. Βούτσης, έχουν προκαλέσει κατάπληξη υποστηρίζοντας την άποψη ότι η Ν.Δ. χειραγωγεί τη Δικαιοσύνη στο ζήτημα της Χ.Α.
Ποιο μπορεί να είναι όμως το απώτερο συμφέρον του ΣΥΡΙΖΑ (Λ-Τ) από τη συντήρηση της παρουσίας της Χ.Α. στην πολιτική σκηνή; Σίγουρα πρέπει να είναι κάτι σοβαρότερο από το να εμποδίσει τη ροή ψηφοφόρων της Χ.Α. προς τη Ν.Δ. Ξέρουμε ότι οι βλάκες είναι μεν η πλειονότητα στη ζωή, αλλά υπάρχουν και οι άλλοι που καταλαβαίνουν· και αυτοί οπωσδήποτε ενοχλούνται από τη σύμπλευση ριζοσπαστικής Αριστεράς και Ακροδεξιάς. Εδώ, η ιστορία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης είναι άκρως διαφωτιστική. Διαβάζω αυτό τον καιρό το θαυμάσιο βιβλίο του σερ Ρίτσαρντ Εβανς «Η Ελευση του Γ΄ Ράιχ» (κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μια εξόχως επιμελημένη έκδοση από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια), στο οποίο ο διακεκριμένος καθηγητής του Κέμπριτζ εξηγεί πως η αποτυχία της Βαϊμάρης και η σύγκρουση των άκρων του πολιτικού φάσματος ωφείλετο σε μεγάλο βαθμό στην αδυναμία των δημοκρατικών κομμάτων να συνυπάρξουν παραγωγικά.
Τι σημαίνει αυτό για εμάς; (Κι όταν λέω «εμάς», εννοώ τα κόμματα του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου.) Οτι αυτό που πρέπει να μας απασχολήσει είναι η εξεύρεση κοινού πεδίου δράσης. Για τη Ν.Δ., ειδικά, ο δρόμος προς το άκρο της Δεξιάς έχει κλείσει μετά το φιάσκο Μπαλτάκου. Αυτός που μένει ανοιχτός είναι ο δρόμος προς το Κέντρο, δηλαδή η κατεύθυνση προς την οποία κινείται ο λογικός κόσμος που προέρχεται μεν από την Αριστερά, αλλά αντιλαμβάνεται ότι η λύση του προβλήματός μας βρίσκεται στην εφαρμογή «δεξιών» συνταγών: δημοσιονομική εξυγίανση, αποκρατικοποιήσεις, μείωση του Δημοσίου, αξιολόγηση δομών και προσωπικού, συνεργασίες ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Με απλά λόγια; Η Ν.Δ. πρέπει να βρει τα μέσα που θα διευκολύνουν τη σύμπλευσή της με την Κεντροαριστερά.
Kαθημερινή
InfoGnomon
Στέφανος Κασιμάτης
Το είπε μόνος του ο παραιτηθείς γενικός γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου, υπενθυμίζοντας τη ρήση που αποδίδεται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή (τον κανονικό, εννοείται...), ότι στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται αλλά δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται.
Επομένως, όταν αυτά που γίνονται αλλά δεν λέγονται τα βλέπει κιόλας ο καθένας στην τηλεοπτική οθόνη, όπως συνέβη με το βίντεο της συνομιλίας Μπαλτάκου και Κασιδιάρη, κάθε συζήτηση περιττεύει. «Εξοδος εμπρός δεξιά!», όπως λέει σε τόνο κάπως προστακτικό η φωνή από το μικρόφωνο στον κινηματογράφο «Δεξαμενή», όταν τελειώνει η πρώτη προβολή. Ως προς αυτό το σκέλος της υπόθεσης, λοιπόν, η διαχείριση της κρίσης ήταν αυτή που έπρεπε: ούτε χρονοτριβή υπήρξε στην αποπομπή του Παναγιώτη Μπαλτάκου ούτε περιττές φλυαρίες. Μένει να δούμε, όμως, αν μας πείθουν ή όχι οι εξηγήσεις που έδωσε αργότερα ο παραιτηθείς.
Προσωπικώς, διόλου δεν με απασχολεί το συγκεκριμένο ερώτημα. Για τον λόγο ότι είμαι και εγώ ένας από τους παρά πολλούς εκείνους που ενοχλήθηκαν ή σοκαρίστηκαν από την άνεση και την οικειότητα του Π. Μπαλτάκου στη συνομιλία του με τον Ηλία Κασιδιάρη, επειδή παρόμοια άνεση με τον περί ου ο λόγος δεν είναι εύκολο να έχει ο καθένας, έστω και αν αυτή είναι προσποιητή. Αν ο Π. Μπαλτάκος θυσιάστηκε «πλαγιάζοντας» με τον εχθρό (μεταφορικώς μιλώ, μην παρεξηγούμεθα...) για να τον παραπλανά, ποσώς με ενδιαφέρει. Ούτως ή άλλως, αυτό είναι κάτι το οποίο δύσκολα θα μπορούσε να αποδειχθεί υπό ομαλές συνθήκες. Υπό τις παρούσες συνθήκες κυβερνητικής κρίσης, μάλιστα, είναι αδύνατο να αποδειχθεί, διότι είμαι σχεδόν βέβαιος ότι η γραμμή άμυνας της κυβέρνησης είναι να περιχαρακωθεί η ευθύνη στο πρόσωπο του Π. Μπαλτάκου. Κοινώς, «δεν με ξέρεις, δεν σε ξέρω· υποφέρεις, υποφέρω», για να θυμηθούμε τον «Ηλία του 16ου».
Εστω και αν δεν είναι δυνατόν να απαντηθεί εντούτοις το ερώτημα εάν και κατά πόσον μπορούμε να πιστέψουμε τις εξηγήσεις Μπαλτάκου ή όχι, πρέπει να τεθεί, επειδή αναλόγως με την απάντηση που βολεύει τον καθένα τοποθετείται επιλεκτικά και στο πολιτικό ζήτημα που ανέκυψε. Καταδικάζουμε τον Π. Μπαλτάκο στο πυρ το εξώτερο για την τερατώδη απρονοησία των χειρισμών του και για την εμπιστοσύνη που έδειξε προς τη Χρυσή Αυγή ή επειδή, σε γενικές γραμμές, δεχόμαστε ως αληθή την εικόνα που παρουσιάζει στον Ηλ. Κασιδιάρη κατά τη συνομιλία τους;
Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης προφανώς υιοθετεί τη δεύτερη θέση. Προεξοφλεί, δηλαδή, ο ΣΥΡΙΖΑ (Λαφαζανιστές-Τσιπριστές) ότι όσα λέει ο Π. Μπαλτάκος ισχύουν κατά λέξιν, διότι με αυτή την προϋπόθεση μπορεί να πιέζει την κυβέρνηση, ζητώντας την παραίτηση του Χ. Αθανασίου και ιδίως του Ν. Δένδια ― του οποίου την επιτυχία στο υπουργείο Δημοσίας Τάξεως δεν μπορεί να χωνέψει με τίποτε. «Είναι μείζον ηθικό και πολιτικό ζήτημα», είπε σε τηλεοπτική συνέντευξή του ο Αλέξης Τσίπρας, «επειδή αποκαλύπτει τον τρόπο που σκέπτεται ο πρωθυπουργός». Διευκρίνισε, δε, ότι ο τρόπος αυτός αποβλέπει «στο κομματικό όφελος» από τις ψήφους της Χ.Α. που θα επαναπατρισθούν στη Ν.Δ.
Διαφεύγει όμως από τον Αλ. Τσίπρα κάτι θεμελιώδες στην υπόθεση: ότι η συγκεκριμένη θέση περί σκευωρίας είναι εκείνη που εν τέλει βολεύει τη Χ.Α. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, έδωσαν οι ίδιοι το βίντεο (προϊόν υποκλοπής, προφανώς) στη δημοσιότητα. Προκειμένου, δηλαδή, να πλήξει την κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ (Λ-Τ) δέχεται τόσο εύκολα να συμπλέει με τη Χ.Α.; Διερωτώμαι πόσο χειρότερη είναι, σε τελευταία ανάλυση, αυτή η στάση έναντι της Χ.Α. από εκείνη του Π. Μπαλτάκου. Αν είναι τόσο κακό να θέλεις να διαλύσεις τη Χ.Α., επειδή ελπίζεις ότι έτσι θα εισπράξεις κάποιους ψηφοφόρους της, πόσο χειρότερο είναι να συμπλέεις με τη Χ.Α. για να εμποδίσεις τον αντίπαλό σου να πάρει τις ψήφους της; Κατά τη γνώμη μου, μείζον ηθικό και πολιτικό ζήτημα συνιστά και η στάση του ΣΥΡΙΖΑ. Σημειωτέον δε ότι αυτή η σύμπλευση δεν είναι αποτέλεσμα ενός αυτοσχεδιασμού της στιγμής. Θυμίζω, σχετικώς, ότι τον τελευταίο καιρό ορισμένα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (Λ-Τ), όπως ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος Ν. Βούτσης, έχουν προκαλέσει κατάπληξη υποστηρίζοντας την άποψη ότι η Ν.Δ. χειραγωγεί τη Δικαιοσύνη στο ζήτημα της Χ.Α.
Ποιο μπορεί να είναι όμως το απώτερο συμφέρον του ΣΥΡΙΖΑ (Λ-Τ) από τη συντήρηση της παρουσίας της Χ.Α. στην πολιτική σκηνή; Σίγουρα πρέπει να είναι κάτι σοβαρότερο από το να εμποδίσει τη ροή ψηφοφόρων της Χ.Α. προς τη Ν.Δ. Ξέρουμε ότι οι βλάκες είναι μεν η πλειονότητα στη ζωή, αλλά υπάρχουν και οι άλλοι που καταλαβαίνουν· και αυτοί οπωσδήποτε ενοχλούνται από τη σύμπλευση ριζοσπαστικής Αριστεράς και Ακροδεξιάς. Εδώ, η ιστορία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης είναι άκρως διαφωτιστική. Διαβάζω αυτό τον καιρό το θαυμάσιο βιβλίο του σερ Ρίτσαρντ Εβανς «Η Ελευση του Γ΄ Ράιχ» (κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μια εξόχως επιμελημένη έκδοση από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια), στο οποίο ο διακεκριμένος καθηγητής του Κέμπριτζ εξηγεί πως η αποτυχία της Βαϊμάρης και η σύγκρουση των άκρων του πολιτικού φάσματος ωφείλετο σε μεγάλο βαθμό στην αδυναμία των δημοκρατικών κομμάτων να συνυπάρξουν παραγωγικά.
Τι σημαίνει αυτό για εμάς; (Κι όταν λέω «εμάς», εννοώ τα κόμματα του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου.) Οτι αυτό που πρέπει να μας απασχολήσει είναι η εξεύρεση κοινού πεδίου δράσης. Για τη Ν.Δ., ειδικά, ο δρόμος προς το άκρο της Δεξιάς έχει κλείσει μετά το φιάσκο Μπαλτάκου. Αυτός που μένει ανοιχτός είναι ο δρόμος προς το Κέντρο, δηλαδή η κατεύθυνση προς την οποία κινείται ο λογικός κόσμος που προέρχεται μεν από την Αριστερά, αλλά αντιλαμβάνεται ότι η λύση του προβλήματός μας βρίσκεται στην εφαρμογή «δεξιών» συνταγών: δημοσιονομική εξυγίανση, αποκρατικοποιήσεις, μείωση του Δημοσίου, αξιολόγηση δομών και προσωπικού, συνεργασίες ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Με απλά λόγια; Η Ν.Δ. πρέπει να βρει τα μέσα που θα διευκολύνουν τη σύμπλευσή της με την Κεντροαριστερά.
Kαθημερινή
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ