2014-04-12 15:03:25
Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη
[email protected]
Η πανέμορφη 14χρονη Μαρία, που καταγόταν από πτωχή ελληνοποντιακή χριστιανική οικογένεια, βοηθούσε τους γονείς της στις αγροτοκτηνοτροφικές εργασίες, στο χωριό Λιβερά του Πόντου και από μια ενέργειά της, έμελλε να γίνει νύφη σουλτάνου, σύζυγος σουλτάνου, δηλαδή Σουλτάνα και μητέρα Σουλτάνου! Και ιδού πώς.
Όταν ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο πορθητής εξεστράτευσε από την Σινώπη για την Τραπεζούντα, αντί της παραλιακής οδού, ακολούθησε σε λοξή πορεία την εσωτερική, μέσω Αμάσειας και Σεβάστειας που οδηγούσε στο Ερζερούμ, για να πάει στο φρούριο του Λευκού Κριού ( Κογιουνλού χισάρ). Όταν πέρασε το Ερζινγκιάν, προχώρησε δια μέσω των ορέων, πέρασε την Αργυρούπολη (Γκιουμουσχανέ) και σταμάτησε στο χωριό Λιβερά, για να ξεκουραστεί και να ξεδιψάσει. Εκεί συνάντησε στην Κρήνη του Αγίου Κωνσταντίνου, μια νεαρή πανέμορφη βοσκοπούλα, την Μαρία, κόρη του ιερέα Χριστοφόρου, «ωρεάζουσα τα πρόβατα της και άδουσα», ( φύλαγε τα πρόβατά της και τραγουδούσε).
Ο σουλτάνος, θαμπώθηκε από τα κάλλη της ωραίας παρθένου, την κάλεσε κοντά του και της ζήτησε να του προσφέρει νερό με το χρυσό ποτήρι ( μαστραπά) που της έδωσε. Η Μαρία πήρε το ποτήρι, το γέμισε νερό και ευπρεπώς, με επιδέξια χάρη, του το πρόσφερε, βάζοντας όμως μέσα στο νερό, το μεγάλο δάκτυλο του χεριού της, τον αντίχειρα. Ο Σουλτάνος, εκδήλωσε την απαρέσκεια του γι αυτό, και άδειασε το νερό, ζητώντας της να του φέρει άλλο, καθαρό. Εκείνη έσπευσε, αλλά τη φορά αυτή μέσα στο κύπελλο έβαλε να πλέει, κομμάτι από ξερό φύλλο πλατάνου. Ο Σουλτάνος γεμάτος θυμό επέπληξε την κόρη και διέταξε να την τιμωρήσουν! Πριν όμως γίνει αυτό, της ζήτησε να εξηγήσει γιατί το έκανε! Με σεβασμό είπε στον σουλτάνο, ότι «το νερό είναι πολύ κρύο και ο κραταιός αυθέντης που είναι ιδρωμένος αν το πιεί, θα κινδυνεύσει η υγεία του!» Και πρόσθεσε, ότι το έκανε αυτό, για να τον προφυλάξει.
Ο σουλτάνος την άκουσε με προσοχή, ενώ εκείνη, ξαναγέμισε το ποτήρι, το κράτησε σφιχτά στις παλάμες των χεριών της να το ζεστάνει και αφού παρήλθε λίγος χρόνος, του το πρόσφερε λέγοντας, «τώρα μπορείς να το πιείς, δεν κινδυνεύεις!»
Η ιστορική βρύση στο χωριό Λιβερά, όπως είναι σήμερα
Ο Σουλτάνος ξεδίψασε από το νερό, αλλά γοητευμένος και συγκινημένος από τη συμπεριφορά και τα κάλλη της νέας, τη ζήτησε από τον πατέρα της. Θα τολμούσε άραγε ο παπα-Χριστόφορος να πεί όχι; Έτσι η Μαρία ακολούθησε τον Σουλτάνο, που της έδωσε το προσωνύμιο «Γκιουλμπαχάρ» δηλαδή «εαρινόν άνθος» ( ρόδο της ανοίξεως) και την έστειλε μαζί με διάφορα λάφυρα και δώρα στο γιο του Βαγιαζήτ, που ήταν έπαρχος- τοπάρχης στην Αμάσεια, για να την νυμφευθεί… Έτσι η Μαρία έγινε σύζυγος του σουλτάνου Βαγιαζήτ Β΄ υιού του σουλτάνου Μωάμεθ του Πορθητού και μητέρα του σουλτάνου Σελίμ Α΄ που γεννήθηκε το 1467 και ανέβηκε στο θρόνο των χαλιφών το 1512 Από τη θέση της σουλτάνας, η Μαρία ωφέλησε το χωριό της Λιβερά δίδοντας προνόμια στους Έλληνες. Όταν περιέπεσε ( συνηθισμένο φαινόμενο) σε δυσμένεια στο παλάτι, απεστάλη στην Τραπεζούντα, διατηρώντας όμως τις τιμές της βασιλομήτορος και οικοδόμησε εκεί τέμενος, το Ιμαρέτ, που υπάρχει και σήμερα. Και όταν πέθανε το 1495, ετάφη στο τέμενος ενώ η φράση «μπαρούχ Ρούμ» δηλαδή ανήκε στο γένος των Ελλήνων, ήτο Ρωμαία δέσποινα, αναγράφεται στην επιτάφιο πλάκα του μαυσωλείου της περικαλλούς ελληνίδας Ποντίας.
Το επίγραμμα στο Μαυσωλείο
Ιδού τι γράφει το επίγραμμα στο Μαυσωλείο της Γκιούλ Μπαχάρ, στο Ιμαρέτ της Τραπεζούντος, στα αραβικά: «΄Οταν η ρωμαία αύτη Δέσποινα έστρεψε το πρόσωπον εκ του παρόντος κόσμου εις τον μέλλοντα, εδόθη αυτή ο θρόνος του Παραδείσου και μία αιώνιος βασιλεία. Όταν δε ευαρεστήθηκε να αποστραφεί την δόξα του μάταιου τούτου κόσμου, δόθηκε σ’ αυτήν από τον Θεό η αιώνιος δόξα, επειδή κατήλθε επ’ αυτήν παρά του Θεού η αιώνιος μακαριότης. Η αιώνιος μακαριότης έστω επ’ αυτής». Είναι η χρονιά του θανάτου της ωραίας σουλτάνας Βαλιδέ Γκιουλμπαχάρ, το οθωμανικό έτος 911, δηλαδή το 1495.
*το άρθρο δημοσιευτηκε στην εφημερίδα Real News
InfoGnomon
[email protected]
Η πανέμορφη 14χρονη Μαρία, που καταγόταν από πτωχή ελληνοποντιακή χριστιανική οικογένεια, βοηθούσε τους γονείς της στις αγροτοκτηνοτροφικές εργασίες, στο χωριό Λιβερά του Πόντου και από μια ενέργειά της, έμελλε να γίνει νύφη σουλτάνου, σύζυγος σουλτάνου, δηλαδή Σουλτάνα και μητέρα Σουλτάνου! Και ιδού πώς.
Όταν ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο πορθητής εξεστράτευσε από την Σινώπη για την Τραπεζούντα, αντί της παραλιακής οδού, ακολούθησε σε λοξή πορεία την εσωτερική, μέσω Αμάσειας και Σεβάστειας που οδηγούσε στο Ερζερούμ, για να πάει στο φρούριο του Λευκού Κριού ( Κογιουνλού χισάρ). Όταν πέρασε το Ερζινγκιάν, προχώρησε δια μέσω των ορέων, πέρασε την Αργυρούπολη (Γκιουμουσχανέ) και σταμάτησε στο χωριό Λιβερά, για να ξεκουραστεί και να ξεδιψάσει. Εκεί συνάντησε στην Κρήνη του Αγίου Κωνσταντίνου, μια νεαρή πανέμορφη βοσκοπούλα, την Μαρία, κόρη του ιερέα Χριστοφόρου, «ωρεάζουσα τα πρόβατα της και άδουσα», ( φύλαγε τα πρόβατά της και τραγουδούσε).
Ο σουλτάνος, θαμπώθηκε από τα κάλλη της ωραίας παρθένου, την κάλεσε κοντά του και της ζήτησε να του προσφέρει νερό με το χρυσό ποτήρι ( μαστραπά) που της έδωσε. Η Μαρία πήρε το ποτήρι, το γέμισε νερό και ευπρεπώς, με επιδέξια χάρη, του το πρόσφερε, βάζοντας όμως μέσα στο νερό, το μεγάλο δάκτυλο του χεριού της, τον αντίχειρα. Ο Σουλτάνος, εκδήλωσε την απαρέσκεια του γι αυτό, και άδειασε το νερό, ζητώντας της να του φέρει άλλο, καθαρό. Εκείνη έσπευσε, αλλά τη φορά αυτή μέσα στο κύπελλο έβαλε να πλέει, κομμάτι από ξερό φύλλο πλατάνου. Ο Σουλτάνος γεμάτος θυμό επέπληξε την κόρη και διέταξε να την τιμωρήσουν! Πριν όμως γίνει αυτό, της ζήτησε να εξηγήσει γιατί το έκανε! Με σεβασμό είπε στον σουλτάνο, ότι «το νερό είναι πολύ κρύο και ο κραταιός αυθέντης που είναι ιδρωμένος αν το πιεί, θα κινδυνεύσει η υγεία του!» Και πρόσθεσε, ότι το έκανε αυτό, για να τον προφυλάξει.
Ο σουλτάνος την άκουσε με προσοχή, ενώ εκείνη, ξαναγέμισε το ποτήρι, το κράτησε σφιχτά στις παλάμες των χεριών της να το ζεστάνει και αφού παρήλθε λίγος χρόνος, του το πρόσφερε λέγοντας, «τώρα μπορείς να το πιείς, δεν κινδυνεύεις!»
Η ιστορική βρύση στο χωριό Λιβερά, όπως είναι σήμερα
Ο Σουλτάνος ξεδίψασε από το νερό, αλλά γοητευμένος και συγκινημένος από τη συμπεριφορά και τα κάλλη της νέας, τη ζήτησε από τον πατέρα της. Θα τολμούσε άραγε ο παπα-Χριστόφορος να πεί όχι; Έτσι η Μαρία ακολούθησε τον Σουλτάνο, που της έδωσε το προσωνύμιο «Γκιουλμπαχάρ» δηλαδή «εαρινόν άνθος» ( ρόδο της ανοίξεως) και την έστειλε μαζί με διάφορα λάφυρα και δώρα στο γιο του Βαγιαζήτ, που ήταν έπαρχος- τοπάρχης στην Αμάσεια, για να την νυμφευθεί… Έτσι η Μαρία έγινε σύζυγος του σουλτάνου Βαγιαζήτ Β΄ υιού του σουλτάνου Μωάμεθ του Πορθητού και μητέρα του σουλτάνου Σελίμ Α΄ που γεννήθηκε το 1467 και ανέβηκε στο θρόνο των χαλιφών το 1512 Από τη θέση της σουλτάνας, η Μαρία ωφέλησε το χωριό της Λιβερά δίδοντας προνόμια στους Έλληνες. Όταν περιέπεσε ( συνηθισμένο φαινόμενο) σε δυσμένεια στο παλάτι, απεστάλη στην Τραπεζούντα, διατηρώντας όμως τις τιμές της βασιλομήτορος και οικοδόμησε εκεί τέμενος, το Ιμαρέτ, που υπάρχει και σήμερα. Και όταν πέθανε το 1495, ετάφη στο τέμενος ενώ η φράση «μπαρούχ Ρούμ» δηλαδή ανήκε στο γένος των Ελλήνων, ήτο Ρωμαία δέσποινα, αναγράφεται στην επιτάφιο πλάκα του μαυσωλείου της περικαλλούς ελληνίδας Ποντίας.
Το επίγραμμα στο Μαυσωλείο
Ιδού τι γράφει το επίγραμμα στο Μαυσωλείο της Γκιούλ Μπαχάρ, στο Ιμαρέτ της Τραπεζούντος, στα αραβικά: «΄Οταν η ρωμαία αύτη Δέσποινα έστρεψε το πρόσωπον εκ του παρόντος κόσμου εις τον μέλλοντα, εδόθη αυτή ο θρόνος του Παραδείσου και μία αιώνιος βασιλεία. Όταν δε ευαρεστήθηκε να αποστραφεί την δόξα του μάταιου τούτου κόσμου, δόθηκε σ’ αυτήν από τον Θεό η αιώνιος δόξα, επειδή κατήλθε επ’ αυτήν παρά του Θεού η αιώνιος μακαριότης. Η αιώνιος μακαριότης έστω επ’ αυτής». Είναι η χρονιά του θανάτου της ωραίας σουλτάνας Βαλιδέ Γκιουλμπαχάρ, το οθωμανικό έτος 911, δηλαδή το 1495.
*το άρθρο δημοσιευτηκε στην εφημερίδα Real News
InfoGnomon
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Παρκάρισμα για... Όσκαρ ή για Χρυσά Βατόμουρα; [Video]
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Ο ΑΣΘΕΝΗΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ»
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ