2014-04-27 09:53:54
Βάσος Βασιλείου
Λευκωσία: Όσο κι αν η απόσταση του χρόνου επουλώνει τις πληγές, τίποτε δεν μπορεί να δικαιολογήσει το γεγονός ότι σήμερα, με 40 χρόνια καθυστέρηση, ένα χωριό, η Άσσια, αρχίζει να κηδεύει τους ανθρώπους της, θύματα μιας φρικτής μαζικής δολοφονίας, ανάλογη της οποίας στον σύγχρονο κόσμο είναι μόνο οι υποθέσεις Σερβίας - Κροατίας, που οδηγήθηκαν στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης. Αλλά, στη δική μας περίπτωση δεν ισχύουν οι κανόνες του διεθνούς δικαίου, παρότι μια ολόκληρη κοινότητα εισέρχεται από σήμερα σε μακρά περίοδο πένθους, στην προσφυγιά.
Οι συγγενείς αγνοουμένων της Άσσιας, σχεδόν 40 χρόνια μετά την ομαδική δολοφονία 52 συγχωριανών τους και άλλων 18 από τα γύρω χωριά, θα αρχίσουν να θάβουν τους νεκρούς τους, οι οποίοι αναγνωρίστηκαν με τη μέθοδο DNA.
Η πρώτη κηδεία τελέστηκε σήμερα από τον ιερό ναό Αποστόλου Ανδρέα στο Πλατύ και ο πρώτος νεκρός είναι ο Απόστολος Τόφας, ο οποίος βρέθηκε μαζί με άλλους δολοφονηθέντες σε ομαδικό τάφο στο χωριό Ορνίθι. Αγνοείτο από τις 14/8/1974 όταν συνελήφθη με δεκάδες άνδρες του χωριού και άλλους κατοίκους άλλων κοινοτήτων που μετέβησαν εκείνες τις μέρες στην Άσσια, θεωρώντας ότι εκεί υπήρχε περισσότερη ασφάλεια.
Οι συγγενείς θα βρεθούν ενώπιον μιας τραγικής πραγματικότητας, αφού ελάχιστοι σκελετοί είναι πλήρεις. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ολοκληρωμένοι σκελετοί είναι επτά και σε πρώτη φάση θα ταφούν οι τρεις, στη συνέχεια οι τέσσερις και ακολούθως ό,τι απέμεινε από τα λείψανα των υπολοίπων περίπου 63 αγνοουμένων που συνελήφθησαν στην Άσσια.
Σύμφωνα με πληροφορίες, σε κάποιες περιπτώσεις ταυτοποιήθηκαν πολύ μικρά τεμάχια οστών όπως δάκτυλα ή επιγονατίδες των αγνοουμένων.
Το ότι δεν βρέθηκαν περισσότερα οστά οφείλεται στο ότι οι Τούρκοι είχαν μετακινήσει τα οστά στην προσπάθειά τους να μην εντοπιστούν και να εκτεθούν για την ομαδική δολοφονία περίπου 70 ανθρώπων.
Όπως όλα δείχνουν κάποιοι από αυτούς που ερρίφθησαν πρώτοι στους λάκκους, καλύφθηκαν από λάσπη και όταν οι Τούρκοι επιχείρησαν αργότερα να τους ξεθάψουν για να τους μετακινήσουν στον νέο χώρο ταφής, δεν τους εντόπισαν, εξ ου και δεν τους μετακίνησαν. Εντοπίστηκαν μόνο κατά τις εκσκαφές, όταν οι τρεις λάκκοι στους οποίους ρίφθηκαν, ενώθηκαν σε ένα όταν η εκσκαφή προχώρησε σε βάθος.
Το γεγονός ότι πολλοί από τους συγγενείς θα πάρουν ελάχιστα οστά προκάλεσε συζήτηση ανάμεσα στους Ασσιώτες, αφού κάποιοι εισηγήθηκαν πως δεν είναι σωστό να τελεστούν τόσες πολλές κηδείες κατά τις οποίες ουσιαστικά δεν θα θαφτούν ολοκληρωμένα λείψανα.
Η πρόταση που υπεβλήθη προέβλεπε ομαδική ταφή όλων των λειψάνων σε συγκεκριμένο σημείο. Από την άλλη, υπάρχουν και αυτοί που επιθυμούν να θάψουν όσα οστά των συγγενών τους βρέθηκαν, σε έναν οικογενειακό τάφο, κοντά στον χώρο διαμονής της οικογένειας, ώστε να επισκέπτονται συχνά τον τάφο.
Σύμφωνα με τις κατά καιρούς περιγραφές Ασσιωτών αλλά και σύμφωνα με πληροφορίες, που είναι αναρτημένες στην ιστοσελίδα του «Πολιτιστικού Συνδέσμου» των Ασσιωτών, η κοινότητα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα και της βαρβαρότητας των τουρκικών στρατευμάτων τη 14η Αυγούστου 1974. Το χωριό δεν είχε τμήματα της εθνοφρουράς να το προστατεύουν και η φρούρησή του υποτυπώδης.
Χωρίς καμία προειδοποίηση και χωρίς να σημειωθούν μάχες στην περιοχή, τα τουρκικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Άσσια στις 14 Αυγούστου 1974, ημέρα της δεύτερης εισβολής.
Αρκετοί πρόλαβαν να διαφύγουν, όμως σημαντικός αριθμός Ασσιωτών, που υπολογίζεται σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις γύρω στους 1.300 (από σύνολο περίπου 2.700 κατοίκων) παρέμειναν εγκλωβισμένοι για να βιώσουν δύο εβδομάδες ωμής βίας, εκφοβισμού και ωμοτήτων.
Δεκατέσσερις αθώοι πολίτες εκτελέστηκαν εν ψυχρώ τις πρώτες ώρες της κατάληψης του χωριού. Όλοι οι άνδρες και μεγάλος αριθμός εφήβων συνελήφθησαν και τελούσαν υπό τη φρούρηση του τουρκικού στρατού. Οι γυναίκες και τα παιδιά βίωσαν ανείπωτες κακουχίες, τον οργανωμένο και συστηματικό εκφοβισμό και εξευτελισμό, πείνα, δίψα και τη συστηματική λεηλασία της περιουσίας τους από τον τουρκικό στρατό και Τουρκοκυπρίους από γειτονικά χωριά.
Μετά τη βίαιη εκδίωξη των κατοίκων μεταξύ της 24ης και 28ης Αυγούστου 1974 και την ολοκλήρωση της ανταλλαγής αιχμαλώτων τους επόμενους μήνες, 83 άνθρωποι δεν γύρισαν ποτέ.
Όσοι συνελήφθησαν κρατήθηκαν για περίπου 7-8 μέρες και θεάθηκαν κυρίως σε καφενεία. Από εκεί, οι Τούρκοι τους οδήγησαν στο Γκαράζ Παυλίδη στη Λευκωσία, όπου αφέθησαν τα άτομα νεαρότερης ηλικίας και οι άνδρες ηλικίας άνω των 50 ετών οδηγήθηκαν πίσω στην Άσσια. Από εκεί τους οδήγησαν για δεύτερη φορά στο Γκαράζ Παυλίδη αλλά και πάλι τους επέστρεψαν πίσω στο χωριό.
Οι εκτελέσεις διεπράχθησαν, σύμφωνα με πληροφορίες, από Τούρκο λοχαγό και δύο υπαξιωματικούς. Τα πρώτα λείψανα εντοπίστηκαν το 2009, αλλά στη συνέχεια οι εκταφές ανεστάλησαν και επαναλήφθηκαν στη συνέχεια.
Βαρύς ο φόρος αίματος
Με βάση στοιχεία που συγκέντρωσε ο Πολιτιστικός Σύνδεσμος Άσσιας, τους περισσότερους αγνοούμενους της τουρκικής εισβολής (με βάση τον τόπο καταγωγής) είχε η Λευκωσία με 90 αγνοούμενους, με την Άσσια να ακολουθεί στη δεύτερη θέση με 84 και την Αμμόχωστο στην τρίτη θέση με 75.
Εξάλλου, όσον αφορά στον τόπο εξαφάνισης των αγνοουμένων, η Άσσια κατατάσσεται πρώτη με 105 ανθρώπους και ακολουθούν η Κερύνεια και η Λάπηθος με 94 και 90 αντίστοιχα.
Σημειώνεται επίσης πως οκτώ από τα παιδιά κάτω των 18 ετών, των οποίων αγνοείται η τύχη, κατάγονται από την Άσσια.
Από τους 316 πολίτες πέραν των 60 ετών που αγνοούνται, οι 21 είναι από την Άσσια, ενώ από τους 613 άμαχους πολίτες που αγνοούνται οι 70 προέρχονται από την Άσσια που αντιπροσωπεύουν το 11,4% του συνόλου.
Στους 105 αγνοούμενους που περιλαμβάνονται στον κατάλογο όλων όσοι εξαφανίστηκαν στην Άσσια, περιλαμβάνονται και οι περίπου 70 του ομαδικού τάφου στο Ορνίθι καθώς και άλλοι που δολοφονήθηκαν και θάφτηκαν σε άλλα σημεία.
Από τους 105 αγνοούμενους, οι 75 ήταν κάτοικοι της Άσσιας ενώ οι υπόλοιποι 30 προέρχονταν από άλλες περιοχές όπως η Αγκαστίνα, η Αφάνεια, η Βώνη, το Δίκωμο, η Κοντέα και ο Τράχωνας.
Ο Ανδρέας Κασάπης από την Άσσια (17 χρόνων την περίοδο της εισβολής και Αμερικανός πολίτης) ήταν ο πρώτος αγνοούμενος της τουρκικής εισβολής, του οποίου τα λείψανα εντοπίστηκαν και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο του DNA τον Μάρτιο του 1998.
«Σεβαστές οι επιθυμίες της κάθε οικογένειας»
Ο κοινοτάρχης Άσσιας, Γιώργος Ιωάννου, ερωτηθείς σχετικά ανέφερε στον «Φ» πως η κοινότητα δεν μπορεί να επέμβει ή να υποχρεώσει τους συγγενείς να δεχθούν να θάψουν όλα τα οστά σε έναν ομαδικό τάφο. Είναι σεβαστές οι επιθυμίες της κάθε οικογένειας, είπε ο κοινοτάρχης.
Στο μεταξύ, κάποιοι συγγενείς συμβουλεύτηκαν δικηγόρους και εξετάζουν το ενδεχόμενο να προσφύγουν ενώπιον δικαστηρίων καταγγέλλοντας την Τουρκία, αφού, σύμφωνα με μαρτυρίες, τους αγνοούμενους της Άσσιας εκτέλεσαν τρεις αξιωματικοί και υπαξιωματικοί του τουρκικού στρατού και μάλιστα στο βιβλίο του Κώστα Τζιορζή από την Άσσια, υπάρχει λεπτομερής περιγραφή της εκτέλεσης και της ταφής των Ασσιωτών.
Ο κοινοτάρχης, ερωτηθείς σχετικά, ανέφερε ότι τα πιθανά μέτρα που θα ληφθούν θα εξεταστούν όταν έρθει η ώρα. Αυτό που προέχει τώρα είναι να παραλάβει ο κάθε συγγενής τα οστά των δικών του, να τελέσει την ταφή και ακολούθως θα εξεταστούν όλες οι πιθανές ενέργειες, είπε.
Ο εκπρόσωπος της ελληνοκυπριακής πλευράς στη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων ανέφερε στον «Φ» πως σε πρώτη φάση θα δοθούν προς ταφή τρία λείψανα και ακολούθως άλλα τέσσερα ενώ τα υπόλοιπα θα θαφτούν σε μεταγενέστερο στάδιο.
Συγκλονιστική ιστορία ενός Ε/κ και ενός Τ/κ
Λίγες ώρες πριν από την εκτέλεση των Ασσιωτών το 1974, ένας Τουρκοκύπριος αξιωματικός της «Αστυνομίας» και ένας Ελληνοκύπριος, ο Λαμπρής, αγκαλιάστηκαν και έκλαψαν και ο πρώτος του ευχήθηκε να επιστρέψει σπίτι του σώος.
Ο Λαμπρής, ο οποίος, όταν οι Τουρκοκύπριοι άρχισαν να εγκαταλείπουν την Άσσια περί το 1958, διέθεσε το φορτηγό του για να τους μεταφέρει τα πράγματα.
Ο Λαμπρής, όταν άλλοι δεν έμπαιναν στα γύρω τουρκοκυπριακά χωριά, σε δίσεκτους καιρούς, μπαινόβγαινε και μάλιστα εξακολουθούσε να έχει φίλους. Του πρόσφεραν «τσιππόπιττα» και είχε εμπιστοσύνη να την τρώει και να προσφέρει και στην οικογένειά του, όταν άλλοι του έλεγαν ότι οι Τούρκοι θα τον δηλητηριάσουν. Όταν του έλεγαν γνωστοί και φίλοι ότι «εν να σε ψατζιέψουν», παρατηρούσε πως αν ήθελαν να του κάνουν κακό θα μπορούσαν οποιαδήποτε στιγμή να τον σκοτώσουν.
Ο Λαμπρής Πιερή και πολλοί άλλοι έπεσαν θύματα των συνθηκών και των εντολών του τουρκικού στρατού. Εκτός από φορτηγό, ο Λαμπρής διέθετε και εκσκαφέα με τον οποίο βοήθησε στην ταφή Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι δολοφονήθηκαν κατά την είσοδο του τουρκικού στρατού στην Άσσια.
Από εκεί και πέρα ακούστηκαν διάφορα για τον θάνατό του καθώς και για τον θανάτο δεκάδων άλλων Ασσιωτών.
Μία από τις πληροφορίες που διέρρευσε είναι ότι οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν τον Λαμπρή και στην ταφή συγχωριανών του οι οποίοι εκτελέστηκαν. Οι πληροφορίες φέρουν τον Λαμπρή να εκτελέστηκε όταν αρνήθηκε να σπρώξει στα πηγάδια συγχωριανούς του, οι οποίοι εξακολουθούσαν ακόμη να βρίσκονται εν ζωή και μετά που πυροβολήθηκαν από τους Τούρκους. Η πληροφορία προήλθε από Τουρκοκύπριο, ο οποίος διέμενε στο Λονδίνο.
Οι ενήλικες Ασσιώτες, μεταξύ των οποίων και ο Λαμπρής, φορτώθηκαν σε φορτηγά και άρχισε η πορεία επιστροφής τους στο γκαράζ Παυλίδη αλλά για κάποιο λόγο πέρασαν από την Κερύνεια. Τα φορτηγά με τους συλληφθέντες σταμάτησαν έξω από τον Αστυνομικό Σταθμό.
Τη στιγμή εκείνη βγήκε έξω ένας αξιωματικός της «Αστυνομίας», ο οποίος τελικά ήταν Τουρκοκύπριος. Ρώτησε τους συλληφθέντες από πού κατάγονταν και του απάντησαν από την Άσσια. «Ο Λαμπρής είναι μαζί σας;», ρώτησε ο αξιωματικός. Του απάντησαν «ναι» και τον φώναξε να κατεβεί κάτω. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες νεαρότερων που δεν εκτελέστηκαν, ο Τουρκοκύπριος αξιωματικός της «Αστυνομίας» και ο Λαμπρής αγκαλιάστηκαν και έκλαιγαν αγκαλιασμένοι. Ήταν ο γιος του Κουτσοχάσανου, όπως αποκαλείτο πατέρας του Τουρκοκυπρίου. «Μεν φοάσαι», του είπε ο Τουρκοκύπριος, «αφού σας εφέραν ώς εδώ δεν θα σας σκοτώσουν». Και όντως δεν τους σκότωσαν σε αυτή τη διαδρομή. Τους οδήγησαν στο Γκαράζ Παυλίδη, από όπου τους σήκωσαν ξανά και τους εκτέλεσαν καθοδόν προς την Άσσια.
Φιλελεύθερος
InfoGnomon
Λευκωσία: Όσο κι αν η απόσταση του χρόνου επουλώνει τις πληγές, τίποτε δεν μπορεί να δικαιολογήσει το γεγονός ότι σήμερα, με 40 χρόνια καθυστέρηση, ένα χωριό, η Άσσια, αρχίζει να κηδεύει τους ανθρώπους της, θύματα μιας φρικτής μαζικής δολοφονίας, ανάλογη της οποίας στον σύγχρονο κόσμο είναι μόνο οι υποθέσεις Σερβίας - Κροατίας, που οδηγήθηκαν στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης. Αλλά, στη δική μας περίπτωση δεν ισχύουν οι κανόνες του διεθνούς δικαίου, παρότι μια ολόκληρη κοινότητα εισέρχεται από σήμερα σε μακρά περίοδο πένθους, στην προσφυγιά.
Οι συγγενείς αγνοουμένων της Άσσιας, σχεδόν 40 χρόνια μετά την ομαδική δολοφονία 52 συγχωριανών τους και άλλων 18 από τα γύρω χωριά, θα αρχίσουν να θάβουν τους νεκρούς τους, οι οποίοι αναγνωρίστηκαν με τη μέθοδο DNA.
Η πρώτη κηδεία τελέστηκε σήμερα από τον ιερό ναό Αποστόλου Ανδρέα στο Πλατύ και ο πρώτος νεκρός είναι ο Απόστολος Τόφας, ο οποίος βρέθηκε μαζί με άλλους δολοφονηθέντες σε ομαδικό τάφο στο χωριό Ορνίθι. Αγνοείτο από τις 14/8/1974 όταν συνελήφθη με δεκάδες άνδρες του χωριού και άλλους κατοίκους άλλων κοινοτήτων που μετέβησαν εκείνες τις μέρες στην Άσσια, θεωρώντας ότι εκεί υπήρχε περισσότερη ασφάλεια.
Οι συγγενείς θα βρεθούν ενώπιον μιας τραγικής πραγματικότητας, αφού ελάχιστοι σκελετοί είναι πλήρεις. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ολοκληρωμένοι σκελετοί είναι επτά και σε πρώτη φάση θα ταφούν οι τρεις, στη συνέχεια οι τέσσερις και ακολούθως ό,τι απέμεινε από τα λείψανα των υπολοίπων περίπου 63 αγνοουμένων που συνελήφθησαν στην Άσσια.
Σύμφωνα με πληροφορίες, σε κάποιες περιπτώσεις ταυτοποιήθηκαν πολύ μικρά τεμάχια οστών όπως δάκτυλα ή επιγονατίδες των αγνοουμένων.
Το ότι δεν βρέθηκαν περισσότερα οστά οφείλεται στο ότι οι Τούρκοι είχαν μετακινήσει τα οστά στην προσπάθειά τους να μην εντοπιστούν και να εκτεθούν για την ομαδική δολοφονία περίπου 70 ανθρώπων.
Όπως όλα δείχνουν κάποιοι από αυτούς που ερρίφθησαν πρώτοι στους λάκκους, καλύφθηκαν από λάσπη και όταν οι Τούρκοι επιχείρησαν αργότερα να τους ξεθάψουν για να τους μετακινήσουν στον νέο χώρο ταφής, δεν τους εντόπισαν, εξ ου και δεν τους μετακίνησαν. Εντοπίστηκαν μόνο κατά τις εκσκαφές, όταν οι τρεις λάκκοι στους οποίους ρίφθηκαν, ενώθηκαν σε ένα όταν η εκσκαφή προχώρησε σε βάθος.
Το γεγονός ότι πολλοί από τους συγγενείς θα πάρουν ελάχιστα οστά προκάλεσε συζήτηση ανάμεσα στους Ασσιώτες, αφού κάποιοι εισηγήθηκαν πως δεν είναι σωστό να τελεστούν τόσες πολλές κηδείες κατά τις οποίες ουσιαστικά δεν θα θαφτούν ολοκληρωμένα λείψανα.
Η πρόταση που υπεβλήθη προέβλεπε ομαδική ταφή όλων των λειψάνων σε συγκεκριμένο σημείο. Από την άλλη, υπάρχουν και αυτοί που επιθυμούν να θάψουν όσα οστά των συγγενών τους βρέθηκαν, σε έναν οικογενειακό τάφο, κοντά στον χώρο διαμονής της οικογένειας, ώστε να επισκέπτονται συχνά τον τάφο.
Σύμφωνα με τις κατά καιρούς περιγραφές Ασσιωτών αλλά και σύμφωνα με πληροφορίες, που είναι αναρτημένες στην ιστοσελίδα του «Πολιτιστικού Συνδέσμου» των Ασσιωτών, η κοινότητα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα και της βαρβαρότητας των τουρκικών στρατευμάτων τη 14η Αυγούστου 1974. Το χωριό δεν είχε τμήματα της εθνοφρουράς να το προστατεύουν και η φρούρησή του υποτυπώδης.
Χωρίς καμία προειδοποίηση και χωρίς να σημειωθούν μάχες στην περιοχή, τα τουρκικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Άσσια στις 14 Αυγούστου 1974, ημέρα της δεύτερης εισβολής.
Αρκετοί πρόλαβαν να διαφύγουν, όμως σημαντικός αριθμός Ασσιωτών, που υπολογίζεται σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις γύρω στους 1.300 (από σύνολο περίπου 2.700 κατοίκων) παρέμειναν εγκλωβισμένοι για να βιώσουν δύο εβδομάδες ωμής βίας, εκφοβισμού και ωμοτήτων.
Δεκατέσσερις αθώοι πολίτες εκτελέστηκαν εν ψυχρώ τις πρώτες ώρες της κατάληψης του χωριού. Όλοι οι άνδρες και μεγάλος αριθμός εφήβων συνελήφθησαν και τελούσαν υπό τη φρούρηση του τουρκικού στρατού. Οι γυναίκες και τα παιδιά βίωσαν ανείπωτες κακουχίες, τον οργανωμένο και συστηματικό εκφοβισμό και εξευτελισμό, πείνα, δίψα και τη συστηματική λεηλασία της περιουσίας τους από τον τουρκικό στρατό και Τουρκοκυπρίους από γειτονικά χωριά.
Μετά τη βίαιη εκδίωξη των κατοίκων μεταξύ της 24ης και 28ης Αυγούστου 1974 και την ολοκλήρωση της ανταλλαγής αιχμαλώτων τους επόμενους μήνες, 83 άνθρωποι δεν γύρισαν ποτέ.
Όσοι συνελήφθησαν κρατήθηκαν για περίπου 7-8 μέρες και θεάθηκαν κυρίως σε καφενεία. Από εκεί, οι Τούρκοι τους οδήγησαν στο Γκαράζ Παυλίδη στη Λευκωσία, όπου αφέθησαν τα άτομα νεαρότερης ηλικίας και οι άνδρες ηλικίας άνω των 50 ετών οδηγήθηκαν πίσω στην Άσσια. Από εκεί τους οδήγησαν για δεύτερη φορά στο Γκαράζ Παυλίδη αλλά και πάλι τους επέστρεψαν πίσω στο χωριό.
Οι εκτελέσεις διεπράχθησαν, σύμφωνα με πληροφορίες, από Τούρκο λοχαγό και δύο υπαξιωματικούς. Τα πρώτα λείψανα εντοπίστηκαν το 2009, αλλά στη συνέχεια οι εκταφές ανεστάλησαν και επαναλήφθηκαν στη συνέχεια.
Βαρύς ο φόρος αίματος
Με βάση στοιχεία που συγκέντρωσε ο Πολιτιστικός Σύνδεσμος Άσσιας, τους περισσότερους αγνοούμενους της τουρκικής εισβολής (με βάση τον τόπο καταγωγής) είχε η Λευκωσία με 90 αγνοούμενους, με την Άσσια να ακολουθεί στη δεύτερη θέση με 84 και την Αμμόχωστο στην τρίτη θέση με 75.
Εξάλλου, όσον αφορά στον τόπο εξαφάνισης των αγνοουμένων, η Άσσια κατατάσσεται πρώτη με 105 ανθρώπους και ακολουθούν η Κερύνεια και η Λάπηθος με 94 και 90 αντίστοιχα.
Σημειώνεται επίσης πως οκτώ από τα παιδιά κάτω των 18 ετών, των οποίων αγνοείται η τύχη, κατάγονται από την Άσσια.
Από τους 316 πολίτες πέραν των 60 ετών που αγνοούνται, οι 21 είναι από την Άσσια, ενώ από τους 613 άμαχους πολίτες που αγνοούνται οι 70 προέρχονται από την Άσσια που αντιπροσωπεύουν το 11,4% του συνόλου.
Στους 105 αγνοούμενους που περιλαμβάνονται στον κατάλογο όλων όσοι εξαφανίστηκαν στην Άσσια, περιλαμβάνονται και οι περίπου 70 του ομαδικού τάφου στο Ορνίθι καθώς και άλλοι που δολοφονήθηκαν και θάφτηκαν σε άλλα σημεία.
Από τους 105 αγνοούμενους, οι 75 ήταν κάτοικοι της Άσσιας ενώ οι υπόλοιποι 30 προέρχονταν από άλλες περιοχές όπως η Αγκαστίνα, η Αφάνεια, η Βώνη, το Δίκωμο, η Κοντέα και ο Τράχωνας.
Ο Ανδρέας Κασάπης από την Άσσια (17 χρόνων την περίοδο της εισβολής και Αμερικανός πολίτης) ήταν ο πρώτος αγνοούμενος της τουρκικής εισβολής, του οποίου τα λείψανα εντοπίστηκαν και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο του DNA τον Μάρτιο του 1998.
«Σεβαστές οι επιθυμίες της κάθε οικογένειας»
Ο κοινοτάρχης Άσσιας, Γιώργος Ιωάννου, ερωτηθείς σχετικά ανέφερε στον «Φ» πως η κοινότητα δεν μπορεί να επέμβει ή να υποχρεώσει τους συγγενείς να δεχθούν να θάψουν όλα τα οστά σε έναν ομαδικό τάφο. Είναι σεβαστές οι επιθυμίες της κάθε οικογένειας, είπε ο κοινοτάρχης.
Στο μεταξύ, κάποιοι συγγενείς συμβουλεύτηκαν δικηγόρους και εξετάζουν το ενδεχόμενο να προσφύγουν ενώπιον δικαστηρίων καταγγέλλοντας την Τουρκία, αφού, σύμφωνα με μαρτυρίες, τους αγνοούμενους της Άσσιας εκτέλεσαν τρεις αξιωματικοί και υπαξιωματικοί του τουρκικού στρατού και μάλιστα στο βιβλίο του Κώστα Τζιορζή από την Άσσια, υπάρχει λεπτομερής περιγραφή της εκτέλεσης και της ταφής των Ασσιωτών.
Ο κοινοτάρχης, ερωτηθείς σχετικά, ανέφερε ότι τα πιθανά μέτρα που θα ληφθούν θα εξεταστούν όταν έρθει η ώρα. Αυτό που προέχει τώρα είναι να παραλάβει ο κάθε συγγενής τα οστά των δικών του, να τελέσει την ταφή και ακολούθως θα εξεταστούν όλες οι πιθανές ενέργειες, είπε.
Ο εκπρόσωπος της ελληνοκυπριακής πλευράς στη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων ανέφερε στον «Φ» πως σε πρώτη φάση θα δοθούν προς ταφή τρία λείψανα και ακολούθως άλλα τέσσερα ενώ τα υπόλοιπα θα θαφτούν σε μεταγενέστερο στάδιο.
Συγκλονιστική ιστορία ενός Ε/κ και ενός Τ/κ
Λίγες ώρες πριν από την εκτέλεση των Ασσιωτών το 1974, ένας Τουρκοκύπριος αξιωματικός της «Αστυνομίας» και ένας Ελληνοκύπριος, ο Λαμπρής, αγκαλιάστηκαν και έκλαψαν και ο πρώτος του ευχήθηκε να επιστρέψει σπίτι του σώος.
Ο Λαμπρής, ο οποίος, όταν οι Τουρκοκύπριοι άρχισαν να εγκαταλείπουν την Άσσια περί το 1958, διέθεσε το φορτηγό του για να τους μεταφέρει τα πράγματα.
Ο Λαμπρής, όταν άλλοι δεν έμπαιναν στα γύρω τουρκοκυπριακά χωριά, σε δίσεκτους καιρούς, μπαινόβγαινε και μάλιστα εξακολουθούσε να έχει φίλους. Του πρόσφεραν «τσιππόπιττα» και είχε εμπιστοσύνη να την τρώει και να προσφέρει και στην οικογένειά του, όταν άλλοι του έλεγαν ότι οι Τούρκοι θα τον δηλητηριάσουν. Όταν του έλεγαν γνωστοί και φίλοι ότι «εν να σε ψατζιέψουν», παρατηρούσε πως αν ήθελαν να του κάνουν κακό θα μπορούσαν οποιαδήποτε στιγμή να τον σκοτώσουν.
Ο Λαμπρής Πιερή και πολλοί άλλοι έπεσαν θύματα των συνθηκών και των εντολών του τουρκικού στρατού. Εκτός από φορτηγό, ο Λαμπρής διέθετε και εκσκαφέα με τον οποίο βοήθησε στην ταφή Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι δολοφονήθηκαν κατά την είσοδο του τουρκικού στρατού στην Άσσια.
Από εκεί και πέρα ακούστηκαν διάφορα για τον θάνατό του καθώς και για τον θανάτο δεκάδων άλλων Ασσιωτών.
Μία από τις πληροφορίες που διέρρευσε είναι ότι οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν τον Λαμπρή και στην ταφή συγχωριανών του οι οποίοι εκτελέστηκαν. Οι πληροφορίες φέρουν τον Λαμπρή να εκτελέστηκε όταν αρνήθηκε να σπρώξει στα πηγάδια συγχωριανούς του, οι οποίοι εξακολουθούσαν ακόμη να βρίσκονται εν ζωή και μετά που πυροβολήθηκαν από τους Τούρκους. Η πληροφορία προήλθε από Τουρκοκύπριο, ο οποίος διέμενε στο Λονδίνο.
Οι ενήλικες Ασσιώτες, μεταξύ των οποίων και ο Λαμπρής, φορτώθηκαν σε φορτηγά και άρχισε η πορεία επιστροφής τους στο γκαράζ Παυλίδη αλλά για κάποιο λόγο πέρασαν από την Κερύνεια. Τα φορτηγά με τους συλληφθέντες σταμάτησαν έξω από τον Αστυνομικό Σταθμό.
Τη στιγμή εκείνη βγήκε έξω ένας αξιωματικός της «Αστυνομίας», ο οποίος τελικά ήταν Τουρκοκύπριος. Ρώτησε τους συλληφθέντες από πού κατάγονταν και του απάντησαν από την Άσσια. «Ο Λαμπρής είναι μαζί σας;», ρώτησε ο αξιωματικός. Του απάντησαν «ναι» και τον φώναξε να κατεβεί κάτω. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες νεαρότερων που δεν εκτελέστηκαν, ο Τουρκοκύπριος αξιωματικός της «Αστυνομίας» και ο Λαμπρής αγκαλιάστηκαν και έκλαιγαν αγκαλιασμένοι. Ήταν ο γιος του Κουτσοχάσανου, όπως αποκαλείτο πατέρας του Τουρκοκυπρίου. «Μεν φοάσαι», του είπε ο Τουρκοκύπριος, «αφού σας εφέραν ώς εδώ δεν θα σας σκοτώσουν». Και όντως δεν τους σκότωσαν σε αυτή τη διαδρομή. Τους οδήγησαν στο Γκαράζ Παυλίδη, από όπου τους σήκωσαν ξανά και τους εκτέλεσαν καθοδόν προς την Άσσια.
Φιλελεύθερος
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Γεωργιάδης: Κάποιοι δεν άντεξαν το βάρος
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΜΠΕΝ : ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΚΑΙ... ΛΙΒΕΡΠΟΥΛ!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ