2014-05-01 00:46:03
Φωτογραφία για Τα ψάρια «τρελάθηκαν»...
Οι ωκεανοί είναι οι κύριοι ρυθμιστές του παγκόσμιου κλίματος και κρύβουν τεράστια ποικιλία ειδών και οικοσυστημάτων. Περίπου το 90% της βιομάζας του πλανήτη βρίσκεται στους ωκεανούς, από μικρόβια μέχρι τα πιο έξυπνα ζώα της Γης, τις φάλαινες. Ωστόσο, παρόλη τη σπουδαιότητα των ωκεάνιων, θαλάσσιων και παράκτιων οικοσυστημάτων, ακόμη ο υδάτινος αυτός κόσμος δε λαμβάνει την προσοχή που του αρμόζει από τον άνθρωπο.

Η οξίνιση των θαλασσών εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για τη συμπεριφορά πολλών ψαριών, καθώς δείχνουν να χάνουν το ένστικτο της επιβίωσης και της αυτοσυντήρησης, με συνέπεια να πέφτουν πιο εύκολα στο στόμα άλλων ψαριών. Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας νέας αυστραλο-αμερικανικής επιστημονικής έρευνας, που διαπίστωσε ότι μερικά ψάρια «τρελαίνονται» σε τέτοιο βαθμό, που έλκονται πια από την μυρωδιά των θηρευτών τους, προσφέροντας έτσι τον εαυτό ως γεύμα.


Οι ερευνητές, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό κλιματικής αλλαγής «Nature Climate Change», σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, μελέτησαν τις αλλαγές στη συμπεριφορά των ψαριών που ζουν σε κοραλλιογενείς υφάλους στα ανοιχτά της Παπούα Νέας Γουινέας. Στην περιοχή αυτή τα νερά είναι από τη φύση τους όξινα, καθώς αναβλύζουν μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα από υποθαλάσσια ηφαίστεια. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι σε αυτά τα όξινα νερά η συμπεριφορά των ψαριών γίνεται ριψοκίνδυνη. Έτσι, οι ερευνητές συμπέραναν ότι, καθώς οι ωκεανοί απορροφούν ολοένα περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα και γίνονται πιο όξινοι, στο μέλλον ανάλογα «τρελή» συμπεριφορά μπορεί να αποκτήσουν πολύ μεγαλύτεροι πληθυσμοί ψαριών.

«Τα ψάρια, υπό φυσιολογικές συνθήκες, αποφεύγουν την μυρωδιά ενός θηρευτή, πράγμα απόλυτα δικαιολογημένο. Όμως τώρα έχουν αρχίσει να έλκονται από αυτή την μυρωδιά. Επίσης κολυμπούν πλέον πιο μακριά από το καταφύγιό τους και είναι γενικά πιο κινητικά, κολυμπώντας πέρα-δώθε πιο συχνά. Αυτή η συμπεριφορά είναι πολύ πιο επικίνδυνη για τα ίδια, καθώς είναι πιθανότερο να πέσουν θύμα επίθεσης από κάποιον θηρευτή», δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας.

Περίπου το 30% του διοξειδίου του άνθρακα, που απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα, καταλήγει στις θάλασσες του πλανήτη, κάνοντάς τες σταδιακά όλο και πιο όξινες. Η οξίνιση αναμένεται να λάβει παγκόσμιες -και ανησυχητικές- διαστάσεις έως το τέλος του 21ου αιώνα.

Οι ερευνητές εκτιμούν, με βάση τα νέα ευρήματα, πως τα ψάρια δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στα όξινα νερά, ακόμη κι όταν έχουν ζήσει σε αυτά όλη τη ζωή τους. Ενώ το αυξημένο διοξείδιο στο νερό δεν επηρεάζει τις μεταβολικές και «αθλητικές» επιδόσεις των ψαριών, που γίνονται ακόμη πιο κινητικά, φαίνεται αντίθετα να έχει επιπτώσεις στη συμπεριφορά τους.

«Το μέγεθος και ο ρυθμός της σημερινής μόλυνσης από άνθρακα, και η οξίνιση των ωκεανών που έρχεται ως αποτέλεσμα, είναι πρωτοφανής στη γνωστή ιστορία της Γης [...] Το θανάσιμο «τρίﻨτης οξίνισης, της θέρμανσης και της αποξυγόνωσης επηρεάζει σημαντικά το πόσο παραγωγικός και αποδοτικός είναι ο ωκεανός», αναφέρει σχετική έκθεση του ΟΗΕ.

Τα αέρια του θερμοκηπίου ανεβάζουν τη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας, η οποία με τη σειρά θερμαίνει τους ωκεανούς από πάνω προς τα κάτω. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή, είναι πλέον «ουσιαστικά σίγουρο» ότι τα ανώτερα στρώματα των ωκεανών θερμάνθηκαν το διάστημα 1971-2010. Και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος εξαφάνισης για ορισμένα είδη, ενώ οι πληθυσμοί πολλών αλιευόμενων ειδών μετακινούνται προς τους πόλους.

Έλλειψη δράσεων και μελετών

Τα προβλήματα που αφορούν στα θαλάσσια οικοσυστήματα απλώς τυγχάνουν μιας επιφανειακής/πρόχειρης επεξεργασίας και αντιμετώπισης, σε ό,τι αφορά τόσο στη λήψη αποφάσεων όσο και στην ολοκλήρωση σχεδίων δράσης και μελετών. Ο άνθρωπος φαίνεται ότι ακόμα και σήμερα θεωρεί δεδομένη τη συνεχή εκμετάλλευση των υπηρεσιών που προσφέρουν τα οικοσυστήματα. Η αντίληψη της ανεξάντλητης ρυποχωρητικότητας των ωκεανών, η ανεξέλεγκτη εκμετάλλευση πόρων και η εισαγωγή  ξενικών εισβαλλόντων ειδών οδήγησε στη ρύπανση, στην υποβάθμιση ή ακόμα και καταστροφή οικοτόπων και στην εξαφάνιση ειδών. Τα ιχθυοαποθέματα εξαιτίας της υπεραλίευσης, της παράνομης αλιείας και της χρήσης καταστρεπτικών αλιευτικών εργαλείων βρίσκονται σε πορεία κατάρρευσης, ενώ το θαλάσσιο-ωκεάνιο περιβάλλον γίνεται όλο και πιο θερμό, όξινο και αφιλόξενο. Όλα αυτά τα προβλήματα μεγεθύνονται υπό το πρίσμα της επιταχυνόμενης κλιματικής αλλαγής εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας.

Παγκοσμίως ήδη γίνονται αντιληπτές αλλαγές στο περιβάλλον με έντονες επιπτώσεις, όπως αύξηση της στάθμης της θάλασσας, επιδείνωση της συχνότητας των έντονων καιρικών φαινομένων (καταιγίδες κ.τ.λ.), μείωση στη διαθεσιμότητα των φυσικών πόρων, διαταραχή εποχικών καιρικών μοτίβων, λιώσιμο πολικών πάγων, αλλαγές στην παροχή και ποιότητα γλυκού νερού. Αυτές οι αλλαγές συμβαίνουν με ρυθμούς ταχύτατους, άνευ προηγουμένου, που τελικά έχουν αντίκτυπο και στον άνθρωπο, είτε μέσω της υποβάθμισης της υγείας και της ποιότητας ζωής του, είτε μέσα από την γενικευμένη κρίση στην οικονομία.

Οι ωκεανοί λειτουργούν ως «παγίδες» διοξειδίου του άνθρακα

Ένας πολύ σημαντικός δείκτης της υποβάθμισης των ωκεανών, είναι το φαινόμενο της οξίνισής τους, δηλαδή της μείωσης του pΗ τους. Με λίγα λόγια, οι ωκεανοί μπορούν να λειτουργούν ως «παγίδες» διοξειδίου του άνθρακα, μετριάζοντας μάλιστα έτσι τα αποτελέσματα των αυξημένων εκπομπών του αερίου αυτού εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας, αυξάνοντας όμως ταυτόχρονα την οξύτητα του νερού. Συγκεκριμένα, απορροφούν μεταξύ του ¼ και ½ του ανθρωπογενούς CO2, ενώ από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης η οξίνιση της επιφάνειας των ωκεανών αυξήθηκε κατά 30%. Ο ρυθμός με τον οποίο αυξάνεται η συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας υπολογίζεται ότι είναι περίπου 100 φορές μεγαλύτερος τα τελευταία 650.000 χρόνια.

Αν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί και στο μέλλον, σημαντικοί θαλάσσιοι οργανισμοί με ασβεστολιθικό εξωσκελετό (π.χ. ασβεστολιθικοί κοραλλιογενείς ύφαλοι, εξωτερικά προστατευτικά περιβλήματα οργανισμών), όπως κοράλλια και πλαγκτό, θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες επιβίωσης. Η διαταραχή στη σύνθεση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, εξαιτίας της αδυναμίας των οργανισμών αυτών να προσαρμοστούν στις ταχύτατα μεταβαλλόμενες συνθήκες στη χημεία των θαλασσών, μπορεί να προκαλέσει στο τέλος ακόμα και την κατάρρευση ιχθυαποθεμάτων (καταστροφή οικοτόπων, μείωση τροφής) σε πολλές περιοχές και συνεπώς την οικονομική καταστροφή παράκτιων και θαλάσσιων αλιέων, αλλά και την τουριστική υποβάθμιση αυτών των περιοχών (π.χ. κοραλλιογενείς ύφαλοι αποτελούν θέλγητρο για τους λάτρεις της κατάδυσης).

Στην Ελλάδα τα δεδομένα για το θέμα αυτό είναι αποσπασματικά και αφορούν μόλις στα τελευταία 10 χρόνια. Συστηματικότερη δουλειά γίνεται τα τελευταία 3 χρόνια με τη συνεργασία:

•    του Εργαστηρίου Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης και Αντιρρυπαντικής Τεχνολογίας, του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος, Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, και

•    ερευνητών του ΕΛΚΕΘΕ.

Η εξαίρεση στον κανόνα

Η οξίνιση αποσαθρώνει τους κοραλλιογενείς υφάλους, οι οποίοι δεν μπορούν να διαμορφώσουν ανθρακικό ασβέστιο, την ουσία δηλαδή που συνιστά τον εξωτερικό σκελετό τους. Συνέπεια αυτού είναι να βλάπτεται δραματικά η βιοποικιλότητα, καθώς οι κοραλλιογενείς ύφαλοι περιέχουν δυσανάλογα υψηλό ποσοστό ειδών χλωρίδας και πανίδας βάσει της επιφάνειας που καλύπτουν.

Όπως σε κάθε περίπτωση, σε κάθε κανόνα υπάρχει και μια εξαίρεση. Επιστήμονες του Woods Hole Oceanographic Institution (WHOI) ανακάλυψαν έναν κοραλλιογενή ύφαλο στον δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό, κοντά στα νησιά Παλάου, που αναπτύσσεται άριστα υπό όξινες συνθήκες. Μάλιστα, ο συγκεκριμένος ύφαλος έχει υψηλότερα επίπεδα βιοποικιλότητας σε σύγκριση με γειτονικούς υφάλους όπου τα επίπεδα οξίνισης είναι χαμηλότερα.

Οι ερευνητές δεν γνωρίζουν τις ακριβείς αιτίες του φαινομένου, εικάζουν ωστόσο ότι οφείλεται σε ένα μοναδικό συνδυασμό χημικών και βιολογικών παραγόντων. Συγκεκριμένα, εκτιμούν ότι οι συνθήκες οξίνισης στην περιοχή δεν οφείλονται σε ανθρωπογενή αίτια, αλλά διαμορφώθηκαν λόγω των απομονωμένων χερσαίων μαζών που περικλείουν τον ύφαλο.

«Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών με κολπίσκους και στενά που δεν επιτρέπουν τη γρήγορη ανανέωση των υδάτων στην περιοχή», αναφέρει η επιστήμονας Katie Shamberger. «Έτσι, το νερό παραμένει σταθερό για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στην περιοχή απ’ ό,τι συμβαίνει με τους υπόλοιπους υφάλους», προσθέτει.

Οι επιστήμονες αναφέρουν ότι οι συνθήκες οξίνισης είναι μη ανθρωπογενείς και επικρατούν στην περιοχή εδώ και εκατομμύρια χρόνια, διάστημα ικανό ώστε οι διάφοροι οργανισμοί να καταφέρουν να αντεπεξέλθουν και να προσαρμοστούν κατάλληλα. Παρόλα αυτά, η ύπαρξη του συγκεκριμένου υφάλου δεν σημαίνει ότι το σύνολό τους μπορεί να αντεπεξέλθει σε συνθήκες οξίνισης.
greenweek.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ