2014-05-07 19:22:03
Τον κανονισμό "Περί αναθέσεως και εκτελέσεως παρά της Εκκλησίας της Ελλάδος συμβάσεων έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών" ψήφισε πρόσφατα η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος. Σε αυτόν ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις κατά τους οποίους ανατίθενται, συνάπτονται και εκτελούνται αι συμβάσεις έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών, τας οποίας αναθέτει το νομικόν πρόσωπον της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Δείτε αναλυτικά:
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 255/2014/14 (ΦΕΚ 95 Α/15-04-2014) : Περί αναθέσεως και εκτελέσεως παρά της Εκκλησίας της Ελλάδος συμβάσεων έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών.
Η ΔΙΑΡΚΗΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Έχουσα υπ’ όψιν:
1. τας διατάξεις του άρθρου 46 παρ. 2 του ν. 590/1977 «Περί καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (ΦΕΚ Α΄ 146), όπως ισχύουν κατόπιν τροποποιήσεως του άρθρου 68 παρ. 6 του ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄ 32),
2. το άρθρον 46 παρ. 2 του Ν. 590/1977,
3. το άρθρο 68 παρ. 3 του Ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄/32/ 11-02-2014),
4. την ανάγκην ρυθμίσεως της αναθέσεως και εκτελέσεως των έργων και μελετών δια την αξιοποίησιν της εκκλησιαστικής περιουσίας,
5. τό από 19.3.2014 Υπηρεσιακό – Εισηγητικό σημείωμα του Ειδικού Νομικού Συμβούλου της Εκκλησίας της Ελλάδος
Ψηφίζει τον υπ’ αριθμ.255/2014 Κανονισμόν, ο οποίος έχει ως ακολούθως:
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΑΡΙΘ. 255/2014
Περί αναθέσεως και εκτελέσεως παρά της Εκκλησίας της Ελλάδος συμβάσεων έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρον 1
Αντικείμενον του Κανονισμού
1. Αντικείμενον του παρόντος Κανονισμού αποτελεί ο καθορισμός των όρων και προϋποθέσεων, κατά τους οποίους ανατίθενται, συνάπτονται και εκτελούνται αι συμβάσεις έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών, τας οποίας αναθέτει το νομικόν πρόσωπον της Εκκλησίας της Ελλάδος.
2. Περί του ορισμού του εκκλησιαστικού έργου ισχύουν οι ορισμοί του Κανονισμού 55/1974 (ΦΕΚ Α΄ 185/1.7.1974).
3. «Μελέτη εκκλησιαστικού έργου» είναι το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και ερεύνης, που αποβλέπει εις την παραγωγήν εκκλησιαστικού έργου ή εις την επέμβασιν επί εκκλησιαστικού έργου ή εις τον σχεδιασμόν και την απεικόνισιν εκκλησιαστικού έργου. Η μελέτη έχει την έκτασιν και το βάθος που καθορίζεται με την σύμβασιν αναθέσεώς της, απεικονίζεται δε και παραδίδεται εις την Αναθέτουσαν Αρχήν με συγκεκριμένην συμπεφωνημένην μορφήν.
4. «Σύμβασις παροχής υπηρεσιών συναφών με εκκλησιαστικά έργα» είναι η σύμβασις εις την οποίαν η παροχή του αναδόχου συνίσταται εις την προσφοράν γνώσεων και ικανοτήτων, διά της διαθέσεως κυρίως συγκεκριμένου επιστημονικού προσωπικού και άλλων μέσων δι' ωρισμένον χρονικόν διάστημα, που προσδιορίζεται είτε ημερολογιακώς είτε εν συναρτήσει με ωρισμένον γεγονός της διαδικασίας παραγωγής εκκλησιαστικού έργου.
Ως συμβάσεις παροχής υπηρεσιών νοούνται ιδίως αι συμβάσεις:
α΄. Δια την σύνταξιν των τευχών διαγωνισμού αναθέσεως μελέτης ή υπηρεσίας.
β΄. Δια τον έλεγχον και την επίβλεψιν έργου ή μελέτης.
γ΄. Δια την υποστήριξιν της Εκκλησίας της Ελλάδος είτε κατά την διαδικασίαν αναθέσεως συμβάσεως μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, είτε εις την επίβλεψιν ή τον έλεγχον μελέτης είτε εις την διοίκησιν ή επίβλεψιν ή έλεγχον έργου.
5. Εν περιπτώσει αμφισβητήσεως περί τον χαρακτηρισμόν έργου τινός ως καλλιτεχνικού αποφαίνεται εν ολομελεία το Κεντρικόν Συμβούλιον Εκκλησιαστικής Αρχιτεκτονικής (Κ.Ε.Σ.Ε.Α.) της Εκκλησίας της Ελλάδος.
6. Έκαστον των έργων περιλαμβάνει την εκπόνησιν της μελέτης και την εκτέλεσιν της κατασκευής του.
7. Τα έργα, αι μελέται και αι παροχαί συναφών υπηρεσιών δια την ανάπτυξιν και αξιοποίησιν της εκκλησιαστικής περιουσίας εις το πλαίσιον των νομοθετημένων σκοπών της Ε.Κ.Υ.Ο. κατά τον Κανονισμόν 240/2013 (ΦΕΚ Α΄ 243), ως εκάστοτε ισχύει, δεν αποτελούν «δημόσια έργα» ή «διοικητικές συμβάσεις έργων ή μελετών» ή «δημόσιες συμβάσεις έργων» ή «δημόσιες συμβάσεις μελετών» κατά την έννοιαν της σχετικής νομοθεσίας (ν. 3669/2008 ν. 3316/2005. π.δ. 60/2007, π.δ. 59/2007), καθ’ όσον η Εκκλησία της Ελλάδος δεν συνιστά «οργα-νισμόν δημοσίου δικαίου» κατά την έννοιαν των οδηγιών 2004/17/ΕΚ ή 2004/18/ΕΚ. Ομοίως και αι ρυθμιζόμεναι δια του παρόντος Κανονισμού συμβάσεις δεν υπόκεινται εις τας προβλεπομένας δια τα νομικά πρόσωπα της Γενικής Κυβερνήσεως και του Δημοσίου Τομέως διαδικασίας προσυμβατικού ελέγχου (άρθρον 68 παρ. 3 του Ν. 4235/2014).
Άρθρον 2
Πεδίον Εφαρμογής
1. Ο παρών Κανονισμός εφαρμόζεται εφ’ όλων των συναπτομένων υπό του νομικού προσώπου της Εκκλησίας της Ελλάδος συμβάσεων έργων και μελετών εις το πλαίσιον της δραστηριότητός της.
2. Ο παρών Κανονισμός εφαρμόζεται και όταν η υπό σύναψιν σύμβασις έργου έχει ταυτοχρόνως ως αντικείμενον και την διενέργειαν προμηθείας ή την παροχήν υπηρεσίας ή την εκπόνησιν μελέτης, εφ’ όσον η προϋπολογιζομένη αξία του έργου υπερβαίνει την προϋπολογιζομένην αξίαν της περιλαμβανομένης εν τη συμβάσει προμηθείας ή υπηρεσίας ή μελέτης.
3. Δια το ύψος του ποσού των προϋπολογισμών των έργων, μελετών ή παροχής συναφών υπηρεσιών που καταλαμβάνονται από τον παρόντα Κανονισμόν δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν ο Φ.Π.Α. ή άλλος τυχόν προβλεφθησόμενος φόρος ή αι αναθεωρήσεις.
Άρθρον 3
Συμβάσεις με εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα και με νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέως
Η Εκκλησία της Ελλάδος δύναται, ανεξαρτήτως ύψους προϋπολογισμού, να αναθέτη απ’ ευθείας συμβάσεις έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και να συνάπτη προγραμματικάς συμβάσεις δια την εκτέλεσιν έργων ή μελετών με ετέρας εκκλησιαστικάς Αναθετού-σας Αρχάς (ν.π.δ.δ ή ν.π.ιδ.), ώς και με νομικά πρόσωπα, εις τα οποία η Εκκλησία της Ελλάδος ή η εκκλησιαστική Αναθέτουσα Αρχή ασκεί αμέσως ή εμμέσως καθοριστικήν επιρροήν λόγω της κυριότητος ή της χρηματοδοτικής της επιρροής, καθώς και με το Ελληνικόν Δημόσιον, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. και εν γένει με νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέως.
Άρθρον 4 ,
Όργανα – έννοιαι – ορισμοί
1. Αι αποφάσεις δια την δημοπράτησιν και ανάθε-σιν συμβάσεως μελέτης ή έργου ή παροχής συναφών υπηρεσιών της Εκκλησίας της Ελλάδος λαμβάνονται αναλόγως της αξίας των είτε από την Δ.Ι.Σ., είτε από την Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο., είτε από τον Πρόεδρον της Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο., είτε από τον Γενικόν Διευθυντήν της Ε.Κ.Υ.Ο., κατά τας ισχυούσας διακρίσεις αρμοδιοτήτων του Κανονισμού 240/2013 (ΦΕΚ Α΄ 243), όπως εκάστοτε ισχύει.
2. Κατόπιν κανονιστικής αποφάσεως της Δ.Ι.Σ. δύναται να μεταβιβάζεται μέρος των ανωτέρω αρμοδιοτήτων είτε δια συγκεκριμένην σύμβασιν μελέτης ή έργου ή παροχής συναφών υπηρεσιών εις ένα ή περισσότερα Όργανα της Εκκλησίας της Ελλάδος είτε δι’ ωρισμένην κατηγορίαν έργου ή μελέτης ή παροχής υπηρεσιών, αναλόγως του ύψους του προϋπολογισμού της δαπάνης των, δημοσιευομένης της αποφάσεως ταύτης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Ως «Κύριος του Έργου» και «Εργοδότης» ορίζεται η Εκκλησία της Ελλάδος.
4. Ως «Αναθέτουσα Αρχή» ορίζονται αφ’ ενός μεν η Διαρκής Ιερά Σύνοδος δι' έργα ή μελέτας ή παροχήν υπηρεσιών προϋπολογισμού δαπάνης άνω των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €) και αφ' ετέρου η Διοικούσα Επιτροπή (Δ.Ε.) της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών (Ε.Κ.Υ.Ο.) δι’ ομοίας συμβάσεις προϋπολογιζομένης δαπάνης έως πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €).
5. Ως «Προϊσταμένη Αρχή» δια παν έργον, μελέτην και παροχήν συναφών υπηρεσιών της Εκκλησίας της Ελλάδος ορίζεται η Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο.
6. Ως «Διευθύνουσα και Επιβλέπουσα Υπηρεσία» ορίζεται η Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο.. Η εν λόγω Διεύθυνσις δύναται να στελεχώνεται όχι μόνον εκ μονίμων υπαλλήλων, αλλά και με επί σχέσει εργασίας αορίστου ή ωρισμένου χρόνου και με επί συμβάσει έργου ή εντολής. Τα στελέχη της Διευθύνσεως ταύτης ασκούν εκτός των άλλων και καθήκοντα επιβλέποντος Μηχανικού κατ’ ανάθεσιν.
7. Ως «Τεχνικόν Συμβούλιον» ορίζεται το Τεχνικόν Συμβούλιον της Ε.Κ.Υ.Ο..
8. Επί των αιτήσεων θεραπείας εργοληπτών, μελετητών και παρόχων συναφών υπηρεσιών δια συμβάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται η Δ.Ι.Σ., κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Τεχνικού Συμβουλίου.
9. Επί των ενστάσεων εργοληπτών, μελετητών και παρόχων συναφών υπηρεσιών δια συμβάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται η Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο.
Άρθρον 5
Κατασκευή έργων και εκπόνησις μελετών
1. Τα έργα της Εκκλησίας της Ελλάδος κατασκευάζονται βάσει σχετικής μελέτης, αναλόγως της φύσεως του έργου:
α΄. Είτε από εργοληπτικάς επιχειρήσεις, είτε από εμπειροτέχνας, είτε από ειδικούς τεχνίτας, είτε από ειδικούς περί τά εκκλησιαστικά καλλιτέχνας.
β΄. Από την Εκκλησίαν της Ελλάδος με αυτεπιστασίαν, δια της Δ/νσεως Τεχνικών Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο. και με προσωπικόν που είτε υπάρχει είτε κατά περίπτωσιν προσλαμβάνεται και αμείβεται από τας πιστώσεις του έργου
2. Αι μελέται της Εκκλησίας της Ελλάδος εκπονούνται είτε από την Δ/νσιν Τεχνικών Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο., είτε από ιδιώτας μελετητάς, είτε από εταιρείας ή Γραφεία μελετών.
3. Συναφείς υπηρεσίαι παρέχονται εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος είτε από ιδιώτας είτε από εταιρείας ή Γραφεία παροχής υπηρεσιών που έχουν την απαιτουμένην επιστημονικήν γνώσιν και το ανεγνωρισμένον από το δίκαιον της επαγγελματικής των έδρας δικαίωμα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΙ ΑΝΑΘΕΣΕΩΣ
Άρθρον 6
Επιλογή διαδικασίας αναθέσεως
1. Η ανάθεσις συμβάσεων έργων ή μελετών ή παροχής συναφών υπηρεσιών με προϋπολογισμόν ανώτερον των εκατόν χιλιάδων ευρώ (100.000,00 €) δύναται να γίνη κατά περίπτωσιν με μίαν από τας κατωτέρω διαδικασίας:
α΄. ανοικτού διαγωνισμού,
β΄. κλειστού διαγωνισμού,
γ΄. διαπραγματεύσεων,
δ΄. ανταγωνιστικού διαλόγου,
ε΄. προεπιλογής αναδόχου
2. Δια την ανάθεσιν συμβάσεων έργων ή μελετών ή παροχής συναφών υπηρεσιών, των οποίων ο προϋπολογισμός δαπάνης είναι κατώτερος ή ίσος των εκατόν χιλιάδων ευρώ (100.000,00 €) είναι δυνατόν, επιπλέον των ανωτέρω, να επιλέγεται κατά περίπτωσιν και μία εκ των κάτωθι διαδικασιών:
α΄. προχείρου διαγωνισμού
β΄. διαπραγματεύσεων
Άρθρον 7
Ορισμοί Διαδικασιών ανοικτού, κλειστού διαγωνισμού, διαπραγματεύσεων, ανταγωνιστικού διαλόγου
1. Διαδικασία ανοικτού διαγωνισμού είναι η διαδικασία εις το πλαίσιον της οποίας κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορεύς δύναται να υποβάλη προσφοράν.
2. Διαδικασία κλειστού διαγωνισμού είναι η διαδικασία εις το πλαίσιον της οποίας κάθε οικονομικός φορεύς δύναται να ζητήση να συμμετάσχη εκδηλώνων ενδιαφέρον, αλλά μόνον οι υποψήφιοι που θα κληθούν από την Εκκλησίαν της Ελλάδος θα δικαιούνται να υποβάλουν προσφοράν.
3. Διαδικασία με διαπραγμάτευσιν είναι η διαδικασία εις το πλαίσιον της οποίας η Εκκλησία της Ελλάδος διαβουλεύεται με ένα ή περισσοτέρους οικονομικούς φορείς της επιλογής Της και διαπραγματεύεται τους όρους της συμβάσεως με ένα ή περισσοτέρους από αυτούς.
4. Ανταγωνιστικός διάλογος είναι η διαδικασία, η οποία είναι δυνατόν να ακολουθηθή δια πολυπλόκους συμβάσεις. Εις την διαδικασίαν του ανταγωνιστικού διαλόγου δύναται να προσφύγη η Εκκλησία της Ελλάδος ειδικώς εις περίπτωσιν ιδιαιτέρως πολυπλόκων συμβάσεων κατ’ ανάλογον εφαρμογήν του άρθρου 23 του Π.Δ. 60/2007 (κατ’ αντιστοιχίαν του άρθρ. 29 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ), εφ’ όσον με απόφασιν της Δ.Ι.Σ. κριθή ότι η χρησιμοποίησις της ανοικτής ή της κλειστής διαδικασίας δεν επιτρέπει την ανάθεσιν της συμβάσεως. Κατ’ αυτήν δημοσιεύεται Προκήρυξις δια της οποίας γνωστοποιούνται αι ανάγκαι και αι απαιτήσεις της Αναθετούσης Αρχής. Όσοι κρίνουν ότι δύνανται να ανταποκριθούν εκδηλώνουν ενδιαφέρον. Η Εκκλησία της Ελλάδος επιλέγει όσους εκ τούτων πληρούν τα προβλεπόμενα εκάστοτε εις την Προκήρυξιν κριτήρια ποιοτικής επιλογής. Εν συνεχεία διεξάγει με αυτούς διάλογον, προκειμένου να ευρεθούν μία ή περισσότεραι λύσεις που θα ηδύναντο να ικανοποιήσουν τας ανάγκας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Μετά την εξεύρεσιν των λύσεων κηρύσσεται η λήξις του διαλόγου και καλούναι οι επιλεγέντες υποψήφιοι να υποβάλουν προσφοράν βάσει αυτών.
5. Εις την διαδικασίαν με προεπιλογήν αναδόχου, κατ’ αρχήν δημοσιεύεται Διακήρυξις προς εκδήλωσιν ενδιαφέροντος. Εις την Διακήρυξιν θα αναφέρωνται η πιθαναλογουμένη ημερομηνία κατά την οποίαν όσοι προεπιλεγούν θα κληθούν να υποβάλουν προσφοράν, ως επίσης και η εγγύησις που θα πρέπη να καταθέσουν προκειμένου να συμμετάσχουν εις το στάδιον υποβολής των προσφορών. Ακολουθεί επιλογή των συμμετασχό-ντων βάσει των κριτηρίων που αναφέρονται εις την Διακήρυξιν. Εν συνεχεία, οι προεπιλεγέντες προσκαλούνται να συμμετάσχουν εις τον κυρίως διαγωνισμόν και να καταθέσουν προσφοράν. Δια την επιλογήν της διαδικασίας αυτής προαπαιτείται απόφασις της Δ.Ι.Σ. Η εν λόγω διαδικασία γίνεται κατ’ ανάλογον εφαρμογήν του άρθρ. 23 του Ν. 3669/2008.
Άρθρον 8
Διαδικασία Προχείρου διαγωνισμού
1. Πρόχειρος διαγωνισμός είναι η διαδικασία, εις το πλαίσιον της οποίας η Εκκλησία της Ελλάδος, μετά από άτυπον έρευναν αγοράς ή μετά από δημοσίευσιν προσκλήσεως ενδιαφέροντος, αναθέτει εις εκείνα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα του άρθρ. 5 του παρόντος Κανονισμού που θα επιλέξη την εκτέλεσιν ωρισμένης συμβάσεως.
2. Η διαδικασία του προχείρου διαγωνισμού διενεργείται ως εξής:
α΄. Η Εκκλησία της Ελλάδος είτε διενεργεί άτυπον έρευναν αγοράς και απευθύνεται εις τρεις (3) κατ’ ελάχιστον υποψηφίους της επιλογής Της που δραστηριοποιούνται εις τομείς συναφείς με το δημοπρατούμενον αντικείμενον, από τους οποίους ζητείται η υποβολή προσφοράς, είτε προβαίνει εις δημοσίευσιν προσκλήσεως ενδιαφέροντος και συλλέγει προσφοράς από ενδιαφερόμενους.
β΄. Εν συνεχεία η Εκκλησία της Ελλάδος δικαιούται να συνάψη σύμβασιν με οιονδήποτε από τους ως άνω προσφέροντας, είτε βάσει της προσφοράς του, είτε μετά από περαιτέρω διαπραγμάτευσιν ή κατά τους όρους της προσκλήσεως ενδιαφέροντος με ένα ή περισσοτέρους από τους προσφέροντας.
3. Κατ’ εξαίρεσιν των ανωτέρω, εις περίπτωσιν που η δαπάνη έργου ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών είναι ίση ή κατωτέρα των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00 €), η Εκκλησία της Ελλάδος δύναται να ανα-θέση απ’ ευθείας ταύτα εις δραστηριοποιούμενον εις τομείς συναφείς με το αντικείμενον, χωρίς την τήρησιν των διαδικασιών της παρ. 2.
Άρθρον 9
Διαδικασία διαπραγματεύσεων (απ’ ευθείας ανάθεσις)
1. Η απ’ ευθείας ανάθεσις ή ο διαγωνισμός μεταξύ περιωρισμένου αριθμού προσκαλούμενων φυσικών ή νομικών προσώπων του άρθρ. 5 του παρόντος Κανονισμού, ως τρόπος επιλογής αναδόχου δια την κατασκευήν έργου ή την εκπόνησιν μελέτης ή την παροχήν συναφών υπηρεσιών, επιτρέπεται:
α΄. είτε όταν ο προϋπολογισμός του έργου ή της μελέτης ή της παροχής συναφών υπηρεσιών υπολείπεται των εκατόν χιλιάδων ευρώ (100.000,00 €).
β΄. είτε κατόπιν δημοσιεύσεως σχετικής Προκηρύξεως, ανεξαρτήτως προϋπολογισμού, εις τας κάτωθι περιπτώσεις:
i) όταν κατά την διενέργειαν διαγωνισμού αι προσφο-ραί που έχουν υποβληθεί είναι άκυροι ή απαράδεκτοι και η επανάληψις του διαγωνισμού κρίνεται από το Όργανον που έχει διακηρύξει τον διαγωνισμόν ασύμφορος. Εις την περίπτωσιν αυτήν οι όροι της διακηρύξεως του διεξαχθέντος διαγωνισμού επιτρέπεται να μεταβληθούν κατά την απευθείας ανάθεσιν, μόνον όμως δια να καταστούν πλέον συμφέροντες δια την Εκκλησίαν της Ελλάδος.
ii) όταν, εις εξαιρετικάς περιπτώσεις, πρόκειται δι έργα ή μελέτας ή παροχήν συναφών υπηρεσιών, που η φύσις των ή αστάθμητοι παράγοντες δεν επιτρέπουν μιαν προκαταρκτικήν συνολικήν τιμολόγησιν.
iii) όταν η φύσις των έργων ή μελετών ή της παροχής συναφών υπηρεσιών δεν παρέχει την δυνατότητα διατυπώσεως αυτών με ακρίβειαν, ούτως ώστε να συναφθή σύμβασις με επιλογήν της καλυτέρας προσφοράς.
γ΄. είτε όταν γίνεται διαπραγμάτευσις, χωρίς προ-ηγουμένην δημοσίευσιν προκηρύξεως, ανεξαρτήτως προϋπολογισμού, εις τας κατωτέρω περιπτώσεις:
i) όταν ουδεμία έχει υποβληθεί προσφορά ή ουδεμία κατάλληλος προσφορά εις διαγωνισμόν ανοικτόν ή κλειστόν,
ii) όταν δια λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασίαν αποκλειστικών δικαιωμάτων, η εκτέλεσις του έργου ή της μελέτης ή της παροχής συναφών υπηρεσιών δύναται να ανατεθή μόνον εις συ-γκεκριμένον πρόσωπον,
iii) όταν η σύμβασις αποτελή συνέχειαν ενός διαγωνισμού έργου ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών και συμφώνως με τους εφαρμοζομένους κανόνας θα πρέπη αύτη να ανατεθή εις τον νικητήν του διαγωνισμού ή εις ένα από τους νικητάς,
iv) όταν έκτακτος και φανερά κατεπείγουσα ανάγκη, αιτιολογουμένη από την αρμόδιαν Υπηρεσίαν της Ε.Κ.Υ.Ο., καθιστά αδύνατον την τήρησιν των διατάξεων που αφορούν εις την διενέργειαν διαγωνισμού.
v) όταν υφίσταται ανάγκη συμπληρωματικών συμβάσεων έργων ή μελετών που δεν περιλαμβάνονται μεν εις την αρχικήν σύμβασιν, αλλ' είναι αναγκαίαι λόγω απροβλέπτων περιστάσεων που θα προκύψουν κατά την εκτέλεσιν της αρχικής συμβάσεως και:
- είτε δεν δύνανται να διαχωρισθούν από την κυρίαν σύμβασιν,
- είτε δύνανται μεν να διαχωρισθούν, είναι όμως απολύτως αναγκαίαι δια την τελειοποίησίν της.
Αι συμπληρωματικαί αυταί εργασίαι ή μελέται δεν δύναται να υπερβαίνουν το πεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%) της αξίας της κυρίας συμβάσεως,
vi) όταν παρίσταται ανάγκη εκτελέσεως νέων εργασιών ή μελετών που συνιστούν επανάληψιν παρομοίων εργασιών ή μελετών που είχαν ανατεθεί με διαγωνισμόν εις τον αρχικόν ανάδοχον και αποτελούν συνέχειαν ή συμπλήρωσιν της αρχικής συμβάσεως, υπό τον όρον ότι δεν έχει παρέλθει τριετία από αυτήν και εξασφαλίζονται οι ίδιοι όροι και προϋποθέσεις, πλην μόνον των οικονομικών όρων οι οποίοι δύνανται να τύχουν τιμαριθμικής αναπροσαρμογής,
vii) όταν πρόκειται δι’ υπόθεσιν που αφορά εις απόρρητα της Εκκλησίας, του χαρακτηρισμού ως απορρήτου διδομένου δι' Αποφάσεως της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.
viii) όταν προκύψουν ειδικαί περιπτώσεις, όπως θεομηνία, σεισμός, σοβαρός επικείμενος κίνδυνος, μοναδι-κότης του κατασκευαστού, συνέχισις εργασιών κατόπιν εκπτώσεως του αναδόχου ή διαλύσεως της συμβάσεως, ερευνητικαί εργασίαι ή εργασίαι δοκιμαστικής εφαρμογής νέων τεχνολογιών ή έργα ειδικής φύσεως, εφ' όσον χαρακτηρισθούν ούτω με απόφασιν του αρμοδίου Οργάνου της Εκκλησίας της Ελλάδος αναλόγως του προϋπολογισμού του, της αποφάσεως ταύτης εκδιδομένης κατόπιν γνώμης του οικείου Τεχνικού Συμβουλίου.
ix) όταν πρόκειται περί έργων καλλιτεχνικών, οπότε επιτρέπεται η απ' ευθείας και άνευ διαγωνισμού ανάθε-σις τούτων εις ειδικούς δεδοκιμασμένους καλλιτέχνας ή ειδικούς τεχνίτας και ειδικούς κατασκευαστάς κατόπιν γνωμοδοτήσεως του παρά τη Εκκλησία της Ελλάδος Κ.Ε.Σ.Ε.Α..
x) όταν πρόκειται περί κατασκευής μικρών έργων και εργασιών επισκευής ή συντηρήσεως, των οποίων ο προϋπολογισμός δεν υπερβαίνει τας εκατόν χιλιάδας ευρώ (100.000,00 €).
δ΄. είτε όταν γίνεται διαπραγμάτευσις, χωρίς προη-γουμένην δημοσίευσιν Προκηρύξεως, δια την ανάθεσιν συμβάσεως προμελέτης ή ετέρας συμβάσεως μελέτης, η συμβατική αμοιβή της οποίας θα είναι έως πεντακοσίας χιλιάδας ευρώ (500.000,00 €) άνευ Φ.Π.Α. (ή τυχόν ετέρου προβλεφθησομένου φόρου), με σκοπόν την άμεσον επισκευήν ή επέκτασιν εκκλησιαστικού κτηρίου, προκειμένου να συναφθή επ’ ανταλλάγματι σύμβασις μισθώσεως ή άλλης παραχωρήσεως της χρήσεως του ή ετέρου εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού εις το Ελληνικόν Δημόσιον, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. και εν γένει νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέως. Εις την περίπτωσιν αυτήν η Ε.Κ.Υ.Ο. θα προεκτιμήση το κόστος της προμελέτης ή της ετέρας μελέτης, τούτο δε θα είναι το ανώτατον όριον της συμβατικής αμοιβής του αναδόχου. Δια την υπογραφήν της συμβάσεως προμελέτης ή ετέρας μελέτης απαιτείται γνωμοδότησις του αρμοδίου Τεχνικού Συμβουλίου της Εκκλησίας της Ελλάδος τόσον ως προς την συνδρομήν των προϋποθέσεων εφαρμογής του παρόντος εδαφίου, όσον και προς την ορθότητα του ύψους της προεκτιμηθείσης αμοιβής.
Άρθρον 10
Συμφωνίαι πλαίσια
1. Εις τας περιπτώσεις κατά τας οποίας πρέπει νά εκτελεσθούν ομοειδή έργα ή μελέται, δια τα οποία δεν δύναται να προσδιορισθή εκ των προτέρων ο ακριβής αριθμός των και ο χρόνος παραγγελίας και παραδόσε-ώς των, είναι δυνατή η σύναψις συμφωνίας - πλαισίου.
Με την συμφωνίαν - πλαίσιον καθορίζεται ο συνολικός προϋπολογισμός των επί μέρους συμβάσεων αι οποίαι δύνανται να ανατεθούν εις τον ανάδοχον, η χρονική των διάρκεια, η διαδικασία αναθέσεως των επιμέρους συμβάσεων, οι γενικοί όροι εκτελέσεως τούτων, αι τιμαί μονάδος εν συναρτήσει με κλίμακα ποσοτήτων και ο χρόνος ανταποκρίσεως του αναδόχου εις κάθε πρό-σκλησιν δι' ανάληψιν εκτελέσεως συγκεκριμένων προβλεπόμενων από την συμφωνίαν - πλαίσιον εργασιών.
2. Δια την επιλογήν της διαδικασίας συνάψεως συμφωνίας - πλαισίου λαμβάνεται υπ’ όψιν ο συνολικός προϋπολογισμός αυτής. Η διάρκεια εκάστης συμφωνίας - πλαισίου δεν δύναται να υπερβαίνη χρονικώς τα τρία (3) έτη.
3. Η συμφωνία - πλαίσιον επιτρέπεται να συναφθή με ένα έως τρεις αναδόχους, αναλόγως της πολυπλοκό-τητος του αντικειμένου, του μεγέθους του προϋπολογισμού και της ανάγκης εξασφαλίσεως μεγαλυτέρου ανταγωνισμού κατά την διάρκειαν της συμφωνίας, διά της υποβολής προσφορών από περισσοτέρους αναδόχους της συμφωνίας - πλαισίου.
4. Κατά την διάρκειαν της συμφωνίας - πλαισίου ο ανάδοχος, αναλόγως των απαιτήσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα καλήται να υποβάλη οικονομικήν προσφοράν δια την υλοποίησιν συγκεκριμένων έργων, εντασσομένων εις την συμφωνίαν - πλαίσιον. Εάν υπάρχουν περισσότεροι ανάδοχοι, θα καλούνται να υποβάλουν ανταγωνιστικήν προσφοράν δια την επιλογήν της συμφεροτέρας. Οι ειδικότεροι όροι της εκπονήσεως του έργου ή της μελέτης θα προβλέπωνται εις την συμφω-νίαν – πλαίσιον. Το ειδικόν αντικείμενον του έργου ή της μελέτης, η αμοιβή και ο χρόνος υλοποιήσεως θα προβλέπωνται εις την επί μέρους σύμβασιν.
5. Εις περιπτώσεις όπου το αντικείμενον της συμβάσεως έργου ή μελέτης είναι επαναλαμβανόμενον ή επαρκώς προσδιωρισμένον εκ των προτέρων, είναι δυνατόν να προβλεφθή εις την συμφωνίαν - πλαίσιον ότι θα εκδίδεται κάθ' εκάστην φοράν μονομερώς από την Αναθέτουσαν Αρχήν επί μέρους ανάθεσις με προσδιω-ρισμένον οικονομικόν αντικείμενον, χωρίς να απαιτείται υποβολή προσφοράς από τον ανάδοχον και ενδεχομένως χωρίς να απαιτείται υπογραφή ειδικοτέρας συμβάσεως, υπό την προϋπόθεσιν ότι οι όροι εκτελέσεως και η αμοιβή θα είναι επαρκώς προσδιωρισμένοι εις την συμφωνίαν - πλαίσιον.
6. Η Προκήρυξις δια την σύναψιν συμφωνίας – πλαισίου θα περιλαμβάνη επιπλέον και τα εξής:
- συνολικόν προϋπολογισμόν της συμφωνίας - πλαισίου,
- περιγραφήν του συνολικού αντικειμένου των έργων και, εφ’ όσον είναι δυνατόν, το αντικείμενον των επί μέρους εργασιών,
- συνολικήν χρονικήν διάρκειαν της συμφωνίας - πλαισίου,
- διαδικασίαν αναθέσεως των επιμέρους εργασιών,
- μέγιστον αριθμόν αναδόχων, οι οποίοι θα επιλεγούν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ
Άρθρον 11
Συστήματα υποβολής προσφορών δια την εκτέλεσιν έργων
1. Τα συστήματα υποβολής προσφορών δια την εκτέ-λεσιν έργων είναι τα κατωτέρω:
α΄. Προσφορά ενιαίου ποσοστού εκπτώσεως επί συ-μπεπληρωμένου Τιμολογίου, προητοιμασμένου υπό της Δ/νσεως Τεχν. Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο..
β΄. Προσφορά επιμέρους ποσοστών εκπτώσεως καθ’ ομάδας τιμών επί συμπεπληρωμένου Τιμολογίου ομαδοποιημένων τιμών, προητοιμασμένου υπό της Δ/νσεως Τεχν. Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο.. Εις την περίπτωσιν αυτήν θα γίνεται έλεγχος της ομαλότητος των επιμέρους ποσοστών εκπτώσεως.
γ΄. Συμπλήρωσις ανοικτού Τιμολογίου κατ’ ελευθέραν εκτίμησιν του ενδιαφερομένου. Εις την περίπτωσιν αυτήν το Τιμολόγιον είναι δυνατόν να περιλαμβάνη ανα-λυτικάς ή περιληπτικάς τιμάς ή κατ’ αποκοπήν τιμήν.
δ΄. Προσφορά δια μελέτην και κατασκευήν με κατ’ αποκοπήν εργολαβικόν αντάλλαγμα είτε δι’ ολόκλη-ρον το έργον είτε δια τμήματα αυτού. Εις το σύστημα αυτό αξιολογείται κατ’ αρχήν η ποιότης της τεχνικής προσφοράς (μελέτη) και εν συνεχεία εξετάζεται η οικονομική προσφορά.
ε΄. Μειοδοσία μόνον επί ποσοστού οφέλους δια την εκτέλεσιν απολογιστικών εργασιών.
ς΄. Προσφορά δια την αξιοποίησιν ακινήτων με το σύστημα της αντιπαροχής ποσοστών εξ αδιαιρέτου και αντιστοίχων διηρημένων ιδιοκτησιών.
ζ΄. Προσφορά που περιλαμβάνει μερικήν ή ολικήν αυτο-χρηματοδότησιν έργου με αντάλλαγμα την λειτουργίαν ή εκμετάλλευσιν αυτού ή άλλα τυχόν ανταλλάγματα έναντι της κατασκευής τούτου.
Τα συστήματα αυτά δύνανται να εφαρμοσθούν και συνδυαστικώς μεταξύ των.
2. Το Αρμόδιον Όργανον της Εκκλησίας της Ελλάδος -αναλόγως του προϋπολογισμού δαπάνης του έργου ή της μελέτης ή της παροχής συναφών υπηρεσιών-καθορίζει με απόφασίν του, κατά την διακριτικήν του ευχέρειαν, τα συστήματα υποβολής προσφορών.
3. Ειδικώς δια την λήψιν προσφορών με επιλογήν του συστήματος μελέτης - κατασκευής του έργου απαιτείται προηγουμένη απόφασις της Δ.Ι.Σ. μετά από γνώμην του Τεχνικού Συμβουλίου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Το εν λόγω Τεχνικόν Συμβούλιον γνωματεύει και ως προς το σύμφορον του προσφερομένου εργολαβικού ανταλλάγματος.
Το σύστημα προσφοράς που περιλαμβάνει μελέτην - κατασκευήν δύναται να εφαρμόζεται δια παν εκκλησιαστικόν έργον που αφορά είτε εις ανέγερσιν κτηρίων, είτε εις επισκευήν ή συντήρησιν ή ανακαίνισιν ή αναβάθμισιν τούτων, είτε εις καλλιτεχνικόν έργον.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΟΣ
Άρθρον 12
Διατυπώσεις δημοσιότητος
1. Δια τας συμβάσεις έργων ή μελετών (περιλαμβανομένων και των προμελετών) ή παροχής συναφών υπηρεσιών, αι οποίαι ανατίθενται κατά την ανοικτήν ή τήν κλειστήν διαδικασίαν ή την διαδικασίαν με διαπραγμά-τευσιν κατόπιν δημοσιεύσεως Προκηρύξεως, θα δημοσιεύεται υποχρεωτικώς περίληψις της Προκηρύξεως ή της προσκλήσεως ενδιαφέροντος εις μίαν τουλάχιστον ημερησίαν πολιτικήν εφημερίδα των Αθηνών, η οποία θα πληροί τας νομίμους προϋποθέσεις, ή εις μίαν ημε-ρησίαν οικονομικήν εφημερίδα των Αθηνών, η οποία θα πληροί τας προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθρου 26 του Ν. 2190/ 1920, ως ισχύει. Η Προκήρυξις θα δημοσιεύεται επιπροσθέτως υποχρεωτικώς εις την ιστοσελίδα της Εκκλησίας της Ελλάδος ή της Ε.Κ.Υ.Ο. εις το διαδίκτυον.
2. Με απόφασιν της Αναθετούσης Αρχής, δημοσιευο-μένην δια του αυτού τρόπου, είναι δυνατόν να ορίζεται διαφορετική ημέρα υποβολής των προσφορών.
3. Η Προκήρυξις είναι δυνατόν, κατά την ελευθέραν κρίσιν της Αναθετούσης Αρχής, να συντάσσεται συμφώνως προς τα εγκεκριμένα από τον Υπουργόν Π.Ε.Κ.Α. υποδείγματα, με τας αναγκαίας όμως προσαρμογάς.
Άρθρον 13
Προθεσμία υποβολής προσφορών
1. Εις περίπτωσιν διεξαγωγής ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού ή διαδικασίας ανταγωνιστικού διαλόγου η προθεσμία υποβολής των προσφορών δεν επιτρέπεται να είναι μικροτέρα των είκοσιν (20) ημερών από της ημερομηνίας δημοσιεύσεως της Προκηρύξεως.
2. Εις περίπτωσιν διεξαγωγής προχείρου διαγωνισμού με δημοσίευσιν Προσκλήσεως Ενδιαφέροντος η προθεσμία υποβολής των προσφορών δεν επιτρέπεται να είναι μικροτέρα των πέντε (5) ημερών από της ημερομηνίας δημοσιεύσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄
ΕΠΙΤΡΟΠΑΙ
Άρθρον 14
Επιτροπή διαγωνισμού/διαπραγματεύσεως
1. Δια την ανάθεσιν έργων ή μελέτων ή παροχής συναφών υπηρεσιών συνολικού προϋπολογισμού μέχρι και πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €) συγκροτείται Επιτροπή Διαγωνισμού ή Διαπραγματεύσεως, που αποτελείται από τρία υπηρεσιακά στελέχη της Εκκλησίας της Ελλάδος (μονίμους υπαλλήλους ή στελέχη συνδεόμενα με σύμβασιν εργασίας, έργου ή εντολής), τα οποία ορίζονται από την Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο. τη εισηγήσει του Γενικού Διευθυντού αυτής.
Ένα από τα μέλη της Επιτροπής ορίζεται ως πρόεδρος. Δια την Επιτροπήν ορίζονται και αντίστοιχα αναπληρωματικά μέλη, που αναπληρώνουν κατά την σειράν που διορίζονται οιαδήποτε από τα τακτικά μέλη που τυχόν λείπουν, απουσιάζουν ή κωλύονται. Τα μέλη της Επιτροπής είναι δυνατόν να ορίζωνται δια την διενέργει-αν περισσοτέρων διαδικασιών αναθέσεως των ανωτέρω.
2. Δια την ανάθεσιν έργων ή μελετών ή παροχήν συναφών υπηρεσιών προϋπολογισμού ανωτέρου των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €) συγκροτείται Επιτροπή Διαγωνισμού ή Διαπραγματεύσεως, που ορίζεται υπό της Δ.Ι.Σ., τη εισηγήσει της Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο.. Αύτη αποτελείται από πέντε (5) τεχνικούς – υπηρεσιακά στελέχη του ιδίου ή ετέρων εκκλησιαστικών νομικών προσώπων (μονίμους υπαλλήλους ή στελέχη συνδεόμενα με σύμβασιν εργασίας, έργου ή εντολής), που έχουν την απαιτούμενην τεχνικήν ειδικότητα. Εάν το έργον ή η μελέτη ή η παροχή συναφών υπηρεσιών πρόκειται να χρησιμοποιηθή από φορέα άλλον από τον φορέα κατασκευής, το ένα από αυτά τα μέλη θα προέρχεται από τον φορέα που θα χρησιμοποιήση το έργον.
3. Η Εκκλησία της Ελλάδος δύναται να συγκροτή επί ετησίας βάσεως Επιτροπάς Διαγωνισμού ή Διαπραγματεύσεως δια την ανάθεσιν του συνόλου των έργων ή μελετών ή παροχών συναφών υπηρεσιών ή κατά κατηγορίας. Εις την περίπτωσιν αυτήν αι διαδικασίαι δημοπρασιών ή διαπραγματεύσεων που ήρχισαν εντός του έτους συνεχίζονται και ολοκληρώνονται από την ιδίαν Επιτροπήν και μετά την λήξιν του έτους. Η ύπαρξις Επιτροπών επί ετησίας βάσεως δεν αποκλείει την συγκρότησιν ειδικής Επιτροπής Διαγωνισμού ή Διαπραγματεύσεως δια συγκεκριμένον έργον ή έργα, μελέτην ή μελέτας και παροχήν συναφών υπηρεσιών. Αι αποφάσεις συγκροτήσεως όλων των Επιτροπών διαγωνισμού κοινοποιούνται εις τα διοριζόμενα μέλη και ανακοινούνται δια τοιχοκολλήσεως εις τον Πίνακα Ανακοινώσεων του Συνοδικού Μεγάρου, χωρίς να απαιτείται άλλος τύπος δημοσιότητος.
4. Δια την συγκρότησιν και λειτουργίαν των ανωτέρω Επιτροπών Διαγωνισμού/ Διαπραγματεύσεων εφαρμόζονται συμπληρωματικώς αι διατάξεις των άρθρων 13 έως 15 του ν. 2690/1999.
5. Η Αναθέτουσα Αρχή δύναται δι’ αποφάσεώς της να αναθέτη καθήκοντα Τεχνικού Συμβούλου κατ’ ανά-λογον εφαρμογήν της παρ. 3 του άρθρου εβδόμου του ν. 1955/1991.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄
ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ
Άρθρον 15
Έλεγχος καταλληλότητος υποψηφίων
1. Οι ενδιαφερόμενοι υποψήφιοι ανάδοχοι δύνανται να υποχρεωθούν να πληρούν και να αποδείξουν ωρισμένας προϋποθέσεις επαγγελματικής επαρκείας, αξιοπιστίας, τεχνικής και χρηματοοικονομικής ικανότητος, συμφώνως πρός τα ειδικότερον οριζόμενα εις τας ισχυούσας Κοινοτικάς Οδηγίας, το Εθνικόν Δίκαιον προσαρμογής, την Προκήρυξιν και τα λοιπά τεύχη Δημοπρατήσεως του συγκεκριμένου διαγωνισμού.
2. Εις πάσαν περίπτωσιν δημοπρατήσεως συμβάσεως έργων ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών γίνεται δεκτή χωρίς διακρίσεις και με τους ιδίους όρους που εφαρμόζονται δια τους Έλληνας υποψηφίους η συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων οικονομικών φορέων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, ως και Χωρών που έχουν υπογράψει συμφωνίας συνδέσεως ή άλλας διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίας με την Ε.Ε., υπό την προϋπόθεσιν αφ' ενός μεν ότι η δημοπρατουμένη σύμβασις εμπίπτει εις το πεδίον εφαρμογής αναλόγων συμφωνιών και αφ' ετέρου ότι οι υποψήφιοι πληρούν τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που τίθενται κατά περίπτωσιν από την Εκκλησίαν της Ελλάδος.
3. Αι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων του παρόντος Κανονισμού και αφού προηγουμένως ελεχθή ότι πληρούνται τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής (προσωπική κατάστασις, χρηματοοικονομική επάρκεια, τεχνική ικανότης κ.ά.), τα οποία θα τεθούν εις την Προκήρυξιν ή την Πρόσκλησιν υποβολής προσφοράς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄
ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΝΑΔΟΧΟΥ
Άρθρον 16
Κριτήρια επιλογής αναδόχου
1. Ο ανάδοχος δι’ εκτέλεσιν έργου επιλέγεται κατά περίπτωσιν:
α΄ είτε βάσει της πλέον συμφερούσης από τεχνο-οικονομικής απόψεως προσφοράς β΄ είτε αποκλειστικώς βάσει της χαμηλοτέρας τιμής.
2. Ο ανάδοχος δι’ εκπόνισιν μελέτης ή παροχήν υπηρεσιών επιλέγεται βάσει της πλέον συμφερούσης από τεχνο-οικονομικής απόψεως προσφοράς.
3. Ο τρόπος επιλογής θα αναφέρεται εις την Προκήρυξιν.
4. Διά την επιλογήν της πλέον συμφερούσης –κατά την ως άνω παράγραφον 1α΄- προσφοράς θα σταθμίζωνται κριτήρια που συνδέονται με το αντικείμενον της συγκεκριμένης συμβάσεως (κριτήρια αξιολογήσεως) και αφορούν εις την τεχνικήν προσφοράν των διαγωνιζομένων. Τα κριτήρια αξιολογήσεως των προσφορών θα αναφέρωνται εις την Προκήρυξιν ομού μετά της βαρύτητος, την οποίαν θα έχουν κατά την αξιολόγησίν των. Ταύτα δύνανται να είναι ιδίως η τιμή, η προθεσμία εκτελέσεως, η ποιότης, η αποδοτικότης, τα τεχνικά πλεονεκτήματα, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, η τεχνική αξία, η εμπειρία εις εκκλησιαστικά έργα κ.λπ.
5. Εις περίπτωσιν, καθ’ ην η Εκκλησία της Ελλάδος δια των αρμοδίων Οργάνων Της θεωρήση ότι η προσφορά ενός διαγωνιζόμενου είναι υπερβολικά χαμηλή εν σχέσει με το αντικείμενον της δημοπρατουμένης συμβάσεως δύναται να καλέση, πριν να απορρίψη την προσφοράν, τον διαγωνιζόμενον, προκειμένου ούτος να αιτιολογήση εγγράφως τα επιμέρους στοιχεία της προσφοράς του.
Άρθρον 17
Ενστάσεις κατά της διαδικασίας διενεργουμένων διαγωνισμών
1. Δι' εκάστην πράξιν ή παράλειψιν Οργάνου της Εκκλησίας της Ελλάδος εν σχέσει προς διενεργούμενον δια-γωνισμόν είναι δυνατόν να ασκηθή ένστασις μόνον από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα του άρθρ. 5 του παρόντος που συμμετέχουν εις τον διαγωνισμόν ή απεκλείσθησαν από αυτόν εις οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας του.
Ενστάσεις δύνανται να υποβληθούν μόνον δια τα στάδια προεπιλογής, καταθέσεως προσφορών και αξιολογήσεως και διά λόγους που ανακύπτουν κατά το αντίστοιχον στάδιον.
Αι ενστάσεις απευθύνονται προς την Προϊσταμένην Αρχήν, υποβάλλονται εις την έδραν Της και παραλαμβάνονται από Αρμοδίαν Επιτροπήν. Επ’ αυτών αποφαίνεται η Προϊσταμένη Αρχή μετά από εισήγησιν της αρμοδίας Επιτροπής, την οποίαν συγκροτεί προς τούτο δι’ αποφάσεως του το αρμόδιον Όργανον της Εκκλησίας της Ελλάδος.
2. Ένστασις κατά της Προκηρύξεως ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών από της τελευταίας δημοσιεύσεώς της. Ένστασις κατά της αναλυτικής Προκηρύξεως και των Τευχών δημοπρατήσεως εν γένει ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών από της λήξεως της προθεσμίας παραλαβής των. Ένστασις κατά της διαδικασίας και των πράξεων διενεργείας του διαγωνισμού ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών (3) ημερών από της δημοσιεύσεως ή κοινοποιήσεως της προσβαλλομένης πράξεως ή της τελέσεως διαδικαστικής ενεργείας. Ένστασις κατά της αποφάσεως κατακυρώσεως ή της αναθέσεως της δημοπρατουμένης συμβάσεως ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών (3) ημερών από της δημοσιεύσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού.
3. Ειδικώς δια τους εν άρθρ. 6 παρ. 3 διαγωνισμούς (πρόχειρον ή διαπραγματεύσεων), το σύνολον των ανωτέρω προθεσμιών δια την άσκησιν ενστάσεως ορίζεται εις δύο (2) εργασίμους ημέρας.
4. Ενστάσεις στρεφόμεναι κατά της συμμετοχής, της αξιολογήσεως προσφοράς υποψηφίου ή της κατακυρώσεως του έργου εις αυτόν, κοινοποιούνται με Δικαστικόν Επιμελητήν, επί ποινή απαραδέκτου, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από της ασκήσεώς των από τον ενιστάμενον και προς αυτόν κατά του οποίου στρέφονται. Αποδεικτικόν της επιδόσεως της ενστάσεως κοινοποιείται, επί ποινή απαραδέκτου ταύτης, από τον ενιστάμενον προς την Εκκλησίαν της Ελλάδος.
5. Δια την άσκησιν πάσης ενστάσεως καταβάλλεται τέλος υπέρ της Ε.Κ.Υ.Ο. της Εκκλησίας της Ελλάδος ίσον προς ποσοστόν 1% επί του προϋπολογισμού της υπό ανάθεσιν συμβάσεως έργου ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών, το οποίον εν πάση περιπτώσει δεν θα υπερβαίνη τας δεκαπέντε χιλιάδας ευρώ (15.000,00 €) και δεν θα είναι κατώτερον των διακοσίων πεντήκοντα ευρώ (250,00 €). Άνευ της καταβολής τούτου η ένστασις απορρίπτεται άνευ ετέρου, ως απαραδέκτως υποβληθείσα.
6. Η απόφασις της Προϊσταμένης Αρχής επί της ενστάσεως λαμβάνεται εντός τριάκοντα (30) ημερών από της καταθέσεως της ή από της κοινοποιήσεώς της εις τον καθ’ ου αύτη τρίτον.
Άρθρον 18
Κατακύρωσις – Σύναψις συμβάσεως
1. Κάθε διαδικασία αναθέσεως συμβάσεως έργου ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών της Εκκλησίας της Ελλάδος κατακυρούται με απόφασιν του αρμοδίου Οργάνου Της μετά την εξέτασιν τυχόν ενστάσεων.
2. Η Εκκλησία της Ελλάδος δύναται, κατά την ελευ-θέραν κρίσιν Της και αζημίως δι` Αυτήν, να ματαιώση οιονδήποτε διαγωνισμόν εις κάθε στάδιον της διαδικασίας, δια τους ακολούθ Tromaktiko
Δείτε αναλυτικά:
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 255/2014/14 (ΦΕΚ 95 Α/15-04-2014) : Περί αναθέσεως και εκτελέσεως παρά της Εκκλησίας της Ελλάδος συμβάσεων έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών.
Η ΔΙΑΡΚΗΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Έχουσα υπ’ όψιν:
1. τας διατάξεις του άρθρου 46 παρ. 2 του ν. 590/1977 «Περί καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (ΦΕΚ Α΄ 146), όπως ισχύουν κατόπιν τροποποιήσεως του άρθρου 68 παρ. 6 του ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄ 32),
2. το άρθρον 46 παρ. 2 του Ν. 590/1977,
3. το άρθρο 68 παρ. 3 του Ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄/32/ 11-02-2014),
4. την ανάγκην ρυθμίσεως της αναθέσεως και εκτελέσεως των έργων και μελετών δια την αξιοποίησιν της εκκλησιαστικής περιουσίας,
5. τό από 19.3.2014 Υπηρεσιακό – Εισηγητικό σημείωμα του Ειδικού Νομικού Συμβούλου της Εκκλησίας της Ελλάδος
Ψηφίζει τον υπ’ αριθμ.255/2014 Κανονισμόν, ο οποίος έχει ως ακολούθως:
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΑΡΙΘ. 255/2014
Περί αναθέσεως και εκτελέσεως παρά της Εκκλησίας της Ελλάδος συμβάσεων έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄
ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρον 1
Αντικείμενον του Κανονισμού
1. Αντικείμενον του παρόντος Κανονισμού αποτελεί ο καθορισμός των όρων και προϋποθέσεων, κατά τους οποίους ανατίθενται, συνάπτονται και εκτελούνται αι συμβάσεις έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών, τας οποίας αναθέτει το νομικόν πρόσωπον της Εκκλησίας της Ελλάδος.
2. Περί του ορισμού του εκκλησιαστικού έργου ισχύουν οι ορισμοί του Κανονισμού 55/1974 (ΦΕΚ Α΄ 185/1.7.1974).
3. «Μελέτη εκκλησιαστικού έργου» είναι το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και ερεύνης, που αποβλέπει εις την παραγωγήν εκκλησιαστικού έργου ή εις την επέμβασιν επί εκκλησιαστικού έργου ή εις τον σχεδιασμόν και την απεικόνισιν εκκλησιαστικού έργου. Η μελέτη έχει την έκτασιν και το βάθος που καθορίζεται με την σύμβασιν αναθέσεώς της, απεικονίζεται δε και παραδίδεται εις την Αναθέτουσαν Αρχήν με συγκεκριμένην συμπεφωνημένην μορφήν.
4. «Σύμβασις παροχής υπηρεσιών συναφών με εκκλησιαστικά έργα» είναι η σύμβασις εις την οποίαν η παροχή του αναδόχου συνίσταται εις την προσφοράν γνώσεων και ικανοτήτων, διά της διαθέσεως κυρίως συγκεκριμένου επιστημονικού προσωπικού και άλλων μέσων δι' ωρισμένον χρονικόν διάστημα, που προσδιορίζεται είτε ημερολογιακώς είτε εν συναρτήσει με ωρισμένον γεγονός της διαδικασίας παραγωγής εκκλησιαστικού έργου.
Ως συμβάσεις παροχής υπηρεσιών νοούνται ιδίως αι συμβάσεις:
α΄. Δια την σύνταξιν των τευχών διαγωνισμού αναθέσεως μελέτης ή υπηρεσίας.
β΄. Δια τον έλεγχον και την επίβλεψιν έργου ή μελέτης.
γ΄. Δια την υποστήριξιν της Εκκλησίας της Ελλάδος είτε κατά την διαδικασίαν αναθέσεως συμβάσεως μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, είτε εις την επίβλεψιν ή τον έλεγχον μελέτης είτε εις την διοίκησιν ή επίβλεψιν ή έλεγχον έργου.
5. Εν περιπτώσει αμφισβητήσεως περί τον χαρακτηρισμόν έργου τινός ως καλλιτεχνικού αποφαίνεται εν ολομελεία το Κεντρικόν Συμβούλιον Εκκλησιαστικής Αρχιτεκτονικής (Κ.Ε.Σ.Ε.Α.) της Εκκλησίας της Ελλάδος.
6. Έκαστον των έργων περιλαμβάνει την εκπόνησιν της μελέτης και την εκτέλεσιν της κατασκευής του.
7. Τα έργα, αι μελέται και αι παροχαί συναφών υπηρεσιών δια την ανάπτυξιν και αξιοποίησιν της εκκλησιαστικής περιουσίας εις το πλαίσιον των νομοθετημένων σκοπών της Ε.Κ.Υ.Ο. κατά τον Κανονισμόν 240/2013 (ΦΕΚ Α΄ 243), ως εκάστοτε ισχύει, δεν αποτελούν «δημόσια έργα» ή «διοικητικές συμβάσεις έργων ή μελετών» ή «δημόσιες συμβάσεις έργων» ή «δημόσιες συμβάσεις μελετών» κατά την έννοιαν της σχετικής νομοθεσίας (ν. 3669/2008 ν. 3316/2005. π.δ. 60/2007, π.δ. 59/2007), καθ’ όσον η Εκκλησία της Ελλάδος δεν συνιστά «οργα-νισμόν δημοσίου δικαίου» κατά την έννοιαν των οδηγιών 2004/17/ΕΚ ή 2004/18/ΕΚ. Ομοίως και αι ρυθμιζόμεναι δια του παρόντος Κανονισμού συμβάσεις δεν υπόκεινται εις τας προβλεπομένας δια τα νομικά πρόσωπα της Γενικής Κυβερνήσεως και του Δημοσίου Τομέως διαδικασίας προσυμβατικού ελέγχου (άρθρον 68 παρ. 3 του Ν. 4235/2014).
Άρθρον 2
Πεδίον Εφαρμογής
1. Ο παρών Κανονισμός εφαρμόζεται εφ’ όλων των συναπτομένων υπό του νομικού προσώπου της Εκκλησίας της Ελλάδος συμβάσεων έργων και μελετών εις το πλαίσιον της δραστηριότητός της.
2. Ο παρών Κανονισμός εφαρμόζεται και όταν η υπό σύναψιν σύμβασις έργου έχει ταυτοχρόνως ως αντικείμενον και την διενέργειαν προμηθείας ή την παροχήν υπηρεσίας ή την εκπόνησιν μελέτης, εφ’ όσον η προϋπολογιζομένη αξία του έργου υπερβαίνει την προϋπολογιζομένην αξίαν της περιλαμβανομένης εν τη συμβάσει προμηθείας ή υπηρεσίας ή μελέτης.
3. Δια το ύψος του ποσού των προϋπολογισμών των έργων, μελετών ή παροχής συναφών υπηρεσιών που καταλαμβάνονται από τον παρόντα Κανονισμόν δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν ο Φ.Π.Α. ή άλλος τυχόν προβλεφθησόμενος φόρος ή αι αναθεωρήσεις.
Άρθρον 3
Συμβάσεις με εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα και με νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέως
Η Εκκλησία της Ελλάδος δύναται, ανεξαρτήτως ύψους προϋπολογισμού, να αναθέτη απ’ ευθείας συμβάσεις έργων, μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και να συνάπτη προγραμματικάς συμβάσεις δια την εκτέλεσιν έργων ή μελετών με ετέρας εκκλησιαστικάς Αναθετού-σας Αρχάς (ν.π.δ.δ ή ν.π.ιδ.), ώς και με νομικά πρόσωπα, εις τα οποία η Εκκλησία της Ελλάδος ή η εκκλησιαστική Αναθέτουσα Αρχή ασκεί αμέσως ή εμμέσως καθοριστικήν επιρροήν λόγω της κυριότητος ή της χρηματοδοτικής της επιρροής, καθώς και με το Ελληνικόν Δημόσιον, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. και εν γένει με νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέως.
Άρθρον 4 ,
Όργανα – έννοιαι – ορισμοί
1. Αι αποφάσεις δια την δημοπράτησιν και ανάθε-σιν συμβάσεως μελέτης ή έργου ή παροχής συναφών υπηρεσιών της Εκκλησίας της Ελλάδος λαμβάνονται αναλόγως της αξίας των είτε από την Δ.Ι.Σ., είτε από την Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο., είτε από τον Πρόεδρον της Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο., είτε από τον Γενικόν Διευθυντήν της Ε.Κ.Υ.Ο., κατά τας ισχυούσας διακρίσεις αρμοδιοτήτων του Κανονισμού 240/2013 (ΦΕΚ Α΄ 243), όπως εκάστοτε ισχύει.
2. Κατόπιν κανονιστικής αποφάσεως της Δ.Ι.Σ. δύναται να μεταβιβάζεται μέρος των ανωτέρω αρμοδιοτήτων είτε δια συγκεκριμένην σύμβασιν μελέτης ή έργου ή παροχής συναφών υπηρεσιών εις ένα ή περισσότερα Όργανα της Εκκλησίας της Ελλάδος είτε δι’ ωρισμένην κατηγορίαν έργου ή μελέτης ή παροχής υπηρεσιών, αναλόγως του ύψους του προϋπολογισμού της δαπάνης των, δημοσιευομένης της αποφάσεως ταύτης εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Ως «Κύριος του Έργου» και «Εργοδότης» ορίζεται η Εκκλησία της Ελλάδος.
4. Ως «Αναθέτουσα Αρχή» ορίζονται αφ’ ενός μεν η Διαρκής Ιερά Σύνοδος δι' έργα ή μελέτας ή παροχήν υπηρεσιών προϋπολογισμού δαπάνης άνω των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €) και αφ' ετέρου η Διοικούσα Επιτροπή (Δ.Ε.) της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών (Ε.Κ.Υ.Ο.) δι’ ομοίας συμβάσεις προϋπολογιζομένης δαπάνης έως πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €).
5. Ως «Προϊσταμένη Αρχή» δια παν έργον, μελέτην και παροχήν συναφών υπηρεσιών της Εκκλησίας της Ελλάδος ορίζεται η Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο.
6. Ως «Διευθύνουσα και Επιβλέπουσα Υπηρεσία» ορίζεται η Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο.. Η εν λόγω Διεύθυνσις δύναται να στελεχώνεται όχι μόνον εκ μονίμων υπαλλήλων, αλλά και με επί σχέσει εργασίας αορίστου ή ωρισμένου χρόνου και με επί συμβάσει έργου ή εντολής. Τα στελέχη της Διευθύνσεως ταύτης ασκούν εκτός των άλλων και καθήκοντα επιβλέποντος Μηχανικού κατ’ ανάθεσιν.
7. Ως «Τεχνικόν Συμβούλιον» ορίζεται το Τεχνικόν Συμβούλιον της Ε.Κ.Υ.Ο..
8. Επί των αιτήσεων θεραπείας εργοληπτών, μελετητών και παρόχων συναφών υπηρεσιών δια συμβάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται η Δ.Ι.Σ., κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Τεχνικού Συμβουλίου.
9. Επί των ενστάσεων εργοληπτών, μελετητών και παρόχων συναφών υπηρεσιών δια συμβάσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται η Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο.
Άρθρον 5
Κατασκευή έργων και εκπόνησις μελετών
1. Τα έργα της Εκκλησίας της Ελλάδος κατασκευάζονται βάσει σχετικής μελέτης, αναλόγως της φύσεως του έργου:
α΄. Είτε από εργοληπτικάς επιχειρήσεις, είτε από εμπειροτέχνας, είτε από ειδικούς τεχνίτας, είτε από ειδικούς περί τά εκκλησιαστικά καλλιτέχνας.
β΄. Από την Εκκλησίαν της Ελλάδος με αυτεπιστασίαν, δια της Δ/νσεως Τεχνικών Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο. και με προσωπικόν που είτε υπάρχει είτε κατά περίπτωσιν προσλαμβάνεται και αμείβεται από τας πιστώσεις του έργου
2. Αι μελέται της Εκκλησίας της Ελλάδος εκπονούνται είτε από την Δ/νσιν Τεχνικών Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο., είτε από ιδιώτας μελετητάς, είτε από εταιρείας ή Γραφεία μελετών.
3. Συναφείς υπηρεσίαι παρέχονται εις την Εκκλησίαν της Ελλάδος είτε από ιδιώτας είτε από εταιρείας ή Γραφεία παροχής υπηρεσιών που έχουν την απαιτουμένην επιστημονικήν γνώσιν και το ανεγνωρισμένον από το δίκαιον της επαγγελματικής των έδρας δικαίωμα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΙ ΑΝΑΘΕΣΕΩΣ
Άρθρον 6
Επιλογή διαδικασίας αναθέσεως
1. Η ανάθεσις συμβάσεων έργων ή μελετών ή παροχής συναφών υπηρεσιών με προϋπολογισμόν ανώτερον των εκατόν χιλιάδων ευρώ (100.000,00 €) δύναται να γίνη κατά περίπτωσιν με μίαν από τας κατωτέρω διαδικασίας:
α΄. ανοικτού διαγωνισμού,
β΄. κλειστού διαγωνισμού,
γ΄. διαπραγματεύσεων,
δ΄. ανταγωνιστικού διαλόγου,
ε΄. προεπιλογής αναδόχου
2. Δια την ανάθεσιν συμβάσεων έργων ή μελετών ή παροχής συναφών υπηρεσιών, των οποίων ο προϋπολογισμός δαπάνης είναι κατώτερος ή ίσος των εκατόν χιλιάδων ευρώ (100.000,00 €) είναι δυνατόν, επιπλέον των ανωτέρω, να επιλέγεται κατά περίπτωσιν και μία εκ των κάτωθι διαδικασιών:
α΄. προχείρου διαγωνισμού
β΄. διαπραγματεύσεων
Άρθρον 7
Ορισμοί Διαδικασιών ανοικτού, κλειστού διαγωνισμού, διαπραγματεύσεων, ανταγωνιστικού διαλόγου
1. Διαδικασία ανοικτού διαγωνισμού είναι η διαδικασία εις το πλαίσιον της οποίας κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορεύς δύναται να υποβάλη προσφοράν.
2. Διαδικασία κλειστού διαγωνισμού είναι η διαδικασία εις το πλαίσιον της οποίας κάθε οικονομικός φορεύς δύναται να ζητήση να συμμετάσχη εκδηλώνων ενδιαφέρον, αλλά μόνον οι υποψήφιοι που θα κληθούν από την Εκκλησίαν της Ελλάδος θα δικαιούνται να υποβάλουν προσφοράν.
3. Διαδικασία με διαπραγμάτευσιν είναι η διαδικασία εις το πλαίσιον της οποίας η Εκκλησία της Ελλάδος διαβουλεύεται με ένα ή περισσοτέρους οικονομικούς φορείς της επιλογής Της και διαπραγματεύεται τους όρους της συμβάσεως με ένα ή περισσοτέρους από αυτούς.
4. Ανταγωνιστικός διάλογος είναι η διαδικασία, η οποία είναι δυνατόν να ακολουθηθή δια πολυπλόκους συμβάσεις. Εις την διαδικασίαν του ανταγωνιστικού διαλόγου δύναται να προσφύγη η Εκκλησία της Ελλάδος ειδικώς εις περίπτωσιν ιδιαιτέρως πολυπλόκων συμβάσεων κατ’ ανάλογον εφαρμογήν του άρθρου 23 του Π.Δ. 60/2007 (κατ’ αντιστοιχίαν του άρθρ. 29 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ), εφ’ όσον με απόφασιν της Δ.Ι.Σ. κριθή ότι η χρησιμοποίησις της ανοικτής ή της κλειστής διαδικασίας δεν επιτρέπει την ανάθεσιν της συμβάσεως. Κατ’ αυτήν δημοσιεύεται Προκήρυξις δια της οποίας γνωστοποιούνται αι ανάγκαι και αι απαιτήσεις της Αναθετούσης Αρχής. Όσοι κρίνουν ότι δύνανται να ανταποκριθούν εκδηλώνουν ενδιαφέρον. Η Εκκλησία της Ελλάδος επιλέγει όσους εκ τούτων πληρούν τα προβλεπόμενα εκάστοτε εις την Προκήρυξιν κριτήρια ποιοτικής επιλογής. Εν συνεχεία διεξάγει με αυτούς διάλογον, προκειμένου να ευρεθούν μία ή περισσότεραι λύσεις που θα ηδύναντο να ικανοποιήσουν τας ανάγκας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Μετά την εξεύρεσιν των λύσεων κηρύσσεται η λήξις του διαλόγου και καλούναι οι επιλεγέντες υποψήφιοι να υποβάλουν προσφοράν βάσει αυτών.
5. Εις την διαδικασίαν με προεπιλογήν αναδόχου, κατ’ αρχήν δημοσιεύεται Διακήρυξις προς εκδήλωσιν ενδιαφέροντος. Εις την Διακήρυξιν θα αναφέρωνται η πιθαναλογουμένη ημερομηνία κατά την οποίαν όσοι προεπιλεγούν θα κληθούν να υποβάλουν προσφοράν, ως επίσης και η εγγύησις που θα πρέπη να καταθέσουν προκειμένου να συμμετάσχουν εις το στάδιον υποβολής των προσφορών. Ακολουθεί επιλογή των συμμετασχό-ντων βάσει των κριτηρίων που αναφέρονται εις την Διακήρυξιν. Εν συνεχεία, οι προεπιλεγέντες προσκαλούνται να συμμετάσχουν εις τον κυρίως διαγωνισμόν και να καταθέσουν προσφοράν. Δια την επιλογήν της διαδικασίας αυτής προαπαιτείται απόφασις της Δ.Ι.Σ. Η εν λόγω διαδικασία γίνεται κατ’ ανάλογον εφαρμογήν του άρθρ. 23 του Ν. 3669/2008.
Άρθρον 8
Διαδικασία Προχείρου διαγωνισμού
1. Πρόχειρος διαγωνισμός είναι η διαδικασία, εις το πλαίσιον της οποίας η Εκκλησία της Ελλάδος, μετά από άτυπον έρευναν αγοράς ή μετά από δημοσίευσιν προσκλήσεως ενδιαφέροντος, αναθέτει εις εκείνα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα του άρθρ. 5 του παρόντος Κανονισμού που θα επιλέξη την εκτέλεσιν ωρισμένης συμβάσεως.
2. Η διαδικασία του προχείρου διαγωνισμού διενεργείται ως εξής:
α΄. Η Εκκλησία της Ελλάδος είτε διενεργεί άτυπον έρευναν αγοράς και απευθύνεται εις τρεις (3) κατ’ ελάχιστον υποψηφίους της επιλογής Της που δραστηριοποιούνται εις τομείς συναφείς με το δημοπρατούμενον αντικείμενον, από τους οποίους ζητείται η υποβολή προσφοράς, είτε προβαίνει εις δημοσίευσιν προσκλήσεως ενδιαφέροντος και συλλέγει προσφοράς από ενδιαφερόμενους.
β΄. Εν συνεχεία η Εκκλησία της Ελλάδος δικαιούται να συνάψη σύμβασιν με οιονδήποτε από τους ως άνω προσφέροντας, είτε βάσει της προσφοράς του, είτε μετά από περαιτέρω διαπραγμάτευσιν ή κατά τους όρους της προσκλήσεως ενδιαφέροντος με ένα ή περισσοτέρους από τους προσφέροντας.
3. Κατ’ εξαίρεσιν των ανωτέρω, εις περίπτωσιν που η δαπάνη έργου ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών είναι ίση ή κατωτέρα των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00 €), η Εκκλησία της Ελλάδος δύναται να ανα-θέση απ’ ευθείας ταύτα εις δραστηριοποιούμενον εις τομείς συναφείς με το αντικείμενον, χωρίς την τήρησιν των διαδικασιών της παρ. 2.
Άρθρον 9
Διαδικασία διαπραγματεύσεων (απ’ ευθείας ανάθεσις)
1. Η απ’ ευθείας ανάθεσις ή ο διαγωνισμός μεταξύ περιωρισμένου αριθμού προσκαλούμενων φυσικών ή νομικών προσώπων του άρθρ. 5 του παρόντος Κανονισμού, ως τρόπος επιλογής αναδόχου δια την κατασκευήν έργου ή την εκπόνησιν μελέτης ή την παροχήν συναφών υπηρεσιών, επιτρέπεται:
α΄. είτε όταν ο προϋπολογισμός του έργου ή της μελέτης ή της παροχής συναφών υπηρεσιών υπολείπεται των εκατόν χιλιάδων ευρώ (100.000,00 €).
β΄. είτε κατόπιν δημοσιεύσεως σχετικής Προκηρύξεως, ανεξαρτήτως προϋπολογισμού, εις τας κάτωθι περιπτώσεις:
i) όταν κατά την διενέργειαν διαγωνισμού αι προσφο-ραί που έχουν υποβληθεί είναι άκυροι ή απαράδεκτοι και η επανάληψις του διαγωνισμού κρίνεται από το Όργανον που έχει διακηρύξει τον διαγωνισμόν ασύμφορος. Εις την περίπτωσιν αυτήν οι όροι της διακηρύξεως του διεξαχθέντος διαγωνισμού επιτρέπεται να μεταβληθούν κατά την απευθείας ανάθεσιν, μόνον όμως δια να καταστούν πλέον συμφέροντες δια την Εκκλησίαν της Ελλάδος.
ii) όταν, εις εξαιρετικάς περιπτώσεις, πρόκειται δι έργα ή μελέτας ή παροχήν συναφών υπηρεσιών, που η φύσις των ή αστάθμητοι παράγοντες δεν επιτρέπουν μιαν προκαταρκτικήν συνολικήν τιμολόγησιν.
iii) όταν η φύσις των έργων ή μελετών ή της παροχής συναφών υπηρεσιών δεν παρέχει την δυνατότητα διατυπώσεως αυτών με ακρίβειαν, ούτως ώστε να συναφθή σύμβασις με επιλογήν της καλυτέρας προσφοράς.
γ΄. είτε όταν γίνεται διαπραγμάτευσις, χωρίς προ-ηγουμένην δημοσίευσιν προκηρύξεως, ανεξαρτήτως προϋπολογισμού, εις τας κατωτέρω περιπτώσεις:
i) όταν ουδεμία έχει υποβληθεί προσφορά ή ουδεμία κατάλληλος προσφορά εις διαγωνισμόν ανοικτόν ή κλειστόν,
ii) όταν δια λόγους τεχνικούς, καλλιτεχνικούς ή σχετικούς με την προστασίαν αποκλειστικών δικαιωμάτων, η εκτέλεσις του έργου ή της μελέτης ή της παροχής συναφών υπηρεσιών δύναται να ανατεθή μόνον εις συ-γκεκριμένον πρόσωπον,
iii) όταν η σύμβασις αποτελή συνέχειαν ενός διαγωνισμού έργου ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών και συμφώνως με τους εφαρμοζομένους κανόνας θα πρέπη αύτη να ανατεθή εις τον νικητήν του διαγωνισμού ή εις ένα από τους νικητάς,
iv) όταν έκτακτος και φανερά κατεπείγουσα ανάγκη, αιτιολογουμένη από την αρμόδιαν Υπηρεσίαν της Ε.Κ.Υ.Ο., καθιστά αδύνατον την τήρησιν των διατάξεων που αφορούν εις την διενέργειαν διαγωνισμού.
v) όταν υφίσταται ανάγκη συμπληρωματικών συμβάσεων έργων ή μελετών που δεν περιλαμβάνονται μεν εις την αρχικήν σύμβασιν, αλλ' είναι αναγκαίαι λόγω απροβλέπτων περιστάσεων που θα προκύψουν κατά την εκτέλεσιν της αρχικής συμβάσεως και:
- είτε δεν δύνανται να διαχωρισθούν από την κυρίαν σύμβασιν,
- είτε δύνανται μεν να διαχωρισθούν, είναι όμως απολύτως αναγκαίαι δια την τελειοποίησίν της.
Αι συμπληρωματικαί αυταί εργασίαι ή μελέται δεν δύναται να υπερβαίνουν το πεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%) της αξίας της κυρίας συμβάσεως,
vi) όταν παρίσταται ανάγκη εκτελέσεως νέων εργασιών ή μελετών που συνιστούν επανάληψιν παρομοίων εργασιών ή μελετών που είχαν ανατεθεί με διαγωνισμόν εις τον αρχικόν ανάδοχον και αποτελούν συνέχειαν ή συμπλήρωσιν της αρχικής συμβάσεως, υπό τον όρον ότι δεν έχει παρέλθει τριετία από αυτήν και εξασφαλίζονται οι ίδιοι όροι και προϋποθέσεις, πλην μόνον των οικονομικών όρων οι οποίοι δύνανται να τύχουν τιμαριθμικής αναπροσαρμογής,
vii) όταν πρόκειται δι’ υπόθεσιν που αφορά εις απόρρητα της Εκκλησίας, του χαρακτηρισμού ως απορρήτου διδομένου δι' Αποφάσεως της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.
viii) όταν προκύψουν ειδικαί περιπτώσεις, όπως θεομηνία, σεισμός, σοβαρός επικείμενος κίνδυνος, μοναδι-κότης του κατασκευαστού, συνέχισις εργασιών κατόπιν εκπτώσεως του αναδόχου ή διαλύσεως της συμβάσεως, ερευνητικαί εργασίαι ή εργασίαι δοκιμαστικής εφαρμογής νέων τεχνολογιών ή έργα ειδικής φύσεως, εφ' όσον χαρακτηρισθούν ούτω με απόφασιν του αρμοδίου Οργάνου της Εκκλησίας της Ελλάδος αναλόγως του προϋπολογισμού του, της αποφάσεως ταύτης εκδιδομένης κατόπιν γνώμης του οικείου Τεχνικού Συμβουλίου.
ix) όταν πρόκειται περί έργων καλλιτεχνικών, οπότε επιτρέπεται η απ' ευθείας και άνευ διαγωνισμού ανάθε-σις τούτων εις ειδικούς δεδοκιμασμένους καλλιτέχνας ή ειδικούς τεχνίτας και ειδικούς κατασκευαστάς κατόπιν γνωμοδοτήσεως του παρά τη Εκκλησία της Ελλάδος Κ.Ε.Σ.Ε.Α..
x) όταν πρόκειται περί κατασκευής μικρών έργων και εργασιών επισκευής ή συντηρήσεως, των οποίων ο προϋπολογισμός δεν υπερβαίνει τας εκατόν χιλιάδας ευρώ (100.000,00 €).
δ΄. είτε όταν γίνεται διαπραγμάτευσις, χωρίς προη-γουμένην δημοσίευσιν Προκηρύξεως, δια την ανάθεσιν συμβάσεως προμελέτης ή ετέρας συμβάσεως μελέτης, η συμβατική αμοιβή της οποίας θα είναι έως πεντακοσίας χιλιάδας ευρώ (500.000,00 €) άνευ Φ.Π.Α. (ή τυχόν ετέρου προβλεφθησομένου φόρου), με σκοπόν την άμεσον επισκευήν ή επέκτασιν εκκλησιαστικού κτηρίου, προκειμένου να συναφθή επ’ ανταλλάγματι σύμβασις μισθώσεως ή άλλης παραχωρήσεως της χρήσεως του ή ετέρου εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού εις το Ελληνικόν Δημόσιον, Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. και εν γένει νομικά πρόσωπα του δημοσίου τομέως. Εις την περίπτωσιν αυτήν η Ε.Κ.Υ.Ο. θα προεκτιμήση το κόστος της προμελέτης ή της ετέρας μελέτης, τούτο δε θα είναι το ανώτατον όριον της συμβατικής αμοιβής του αναδόχου. Δια την υπογραφήν της συμβάσεως προμελέτης ή ετέρας μελέτης απαιτείται γνωμοδότησις του αρμοδίου Τεχνικού Συμβουλίου της Εκκλησίας της Ελλάδος τόσον ως προς την συνδρομήν των προϋποθέσεων εφαρμογής του παρόντος εδαφίου, όσον και προς την ορθότητα του ύψους της προεκτιμηθείσης αμοιβής.
Άρθρον 10
Συμφωνίαι πλαίσια
1. Εις τας περιπτώσεις κατά τας οποίας πρέπει νά εκτελεσθούν ομοειδή έργα ή μελέται, δια τα οποία δεν δύναται να προσδιορισθή εκ των προτέρων ο ακριβής αριθμός των και ο χρόνος παραγγελίας και παραδόσε-ώς των, είναι δυνατή η σύναψις συμφωνίας - πλαισίου.
Με την συμφωνίαν - πλαίσιον καθορίζεται ο συνολικός προϋπολογισμός των επί μέρους συμβάσεων αι οποίαι δύνανται να ανατεθούν εις τον ανάδοχον, η χρονική των διάρκεια, η διαδικασία αναθέσεως των επιμέρους συμβάσεων, οι γενικοί όροι εκτελέσεως τούτων, αι τιμαί μονάδος εν συναρτήσει με κλίμακα ποσοτήτων και ο χρόνος ανταποκρίσεως του αναδόχου εις κάθε πρό-σκλησιν δι' ανάληψιν εκτελέσεως συγκεκριμένων προβλεπόμενων από την συμφωνίαν - πλαίσιον εργασιών.
2. Δια την επιλογήν της διαδικασίας συνάψεως συμφωνίας - πλαισίου λαμβάνεται υπ’ όψιν ο συνολικός προϋπολογισμός αυτής. Η διάρκεια εκάστης συμφωνίας - πλαισίου δεν δύναται να υπερβαίνη χρονικώς τα τρία (3) έτη.
3. Η συμφωνία - πλαίσιον επιτρέπεται να συναφθή με ένα έως τρεις αναδόχους, αναλόγως της πολυπλοκό-τητος του αντικειμένου, του μεγέθους του προϋπολογισμού και της ανάγκης εξασφαλίσεως μεγαλυτέρου ανταγωνισμού κατά την διάρκειαν της συμφωνίας, διά της υποβολής προσφορών από περισσοτέρους αναδόχους της συμφωνίας - πλαισίου.
4. Κατά την διάρκειαν της συμφωνίας - πλαισίου ο ανάδοχος, αναλόγως των απαιτήσεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα καλήται να υποβάλη οικονομικήν προσφοράν δια την υλοποίησιν συγκεκριμένων έργων, εντασσομένων εις την συμφωνίαν - πλαίσιον. Εάν υπάρχουν περισσότεροι ανάδοχοι, θα καλούνται να υποβάλουν ανταγωνιστικήν προσφοράν δια την επιλογήν της συμφεροτέρας. Οι ειδικότεροι όροι της εκπονήσεως του έργου ή της μελέτης θα προβλέπωνται εις την συμφω-νίαν – πλαίσιον. Το ειδικόν αντικείμενον του έργου ή της μελέτης, η αμοιβή και ο χρόνος υλοποιήσεως θα προβλέπωνται εις την επί μέρους σύμβασιν.
5. Εις περιπτώσεις όπου το αντικείμενον της συμβάσεως έργου ή μελέτης είναι επαναλαμβανόμενον ή επαρκώς προσδιωρισμένον εκ των προτέρων, είναι δυνατόν να προβλεφθή εις την συμφωνίαν - πλαίσιον ότι θα εκδίδεται κάθ' εκάστην φοράν μονομερώς από την Αναθέτουσαν Αρχήν επί μέρους ανάθεσις με προσδιω-ρισμένον οικονομικόν αντικείμενον, χωρίς να απαιτείται υποβολή προσφοράς από τον ανάδοχον και ενδεχομένως χωρίς να απαιτείται υπογραφή ειδικοτέρας συμβάσεως, υπό την προϋπόθεσιν ότι οι όροι εκτελέσεως και η αμοιβή θα είναι επαρκώς προσδιωρισμένοι εις την συμφωνίαν - πλαίσιον.
6. Η Προκήρυξις δια την σύναψιν συμφωνίας – πλαισίου θα περιλαμβάνη επιπλέον και τα εξής:
- συνολικόν προϋπολογισμόν της συμφωνίας - πλαισίου,
- περιγραφήν του συνολικού αντικειμένου των έργων και, εφ’ όσον είναι δυνατόν, το αντικείμενον των επί μέρους εργασιών,
- συνολικήν χρονικήν διάρκειαν της συμφωνίας - πλαισίου,
- διαδικασίαν αναθέσεως των επιμέρους εργασιών,
- μέγιστον αριθμόν αναδόχων, οι οποίοι θα επιλεγούν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄
ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ
Άρθρον 11
Συστήματα υποβολής προσφορών δια την εκτέλεσιν έργων
1. Τα συστήματα υποβολής προσφορών δια την εκτέ-λεσιν έργων είναι τα κατωτέρω:
α΄. Προσφορά ενιαίου ποσοστού εκπτώσεως επί συ-μπεπληρωμένου Τιμολογίου, προητοιμασμένου υπό της Δ/νσεως Τεχν. Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο..
β΄. Προσφορά επιμέρους ποσοστών εκπτώσεως καθ’ ομάδας τιμών επί συμπεπληρωμένου Τιμολογίου ομαδοποιημένων τιμών, προητοιμασμένου υπό της Δ/νσεως Τεχν. Υπηρεσιών της Ε.Κ.Υ.Ο.. Εις την περίπτωσιν αυτήν θα γίνεται έλεγχος της ομαλότητος των επιμέρους ποσοστών εκπτώσεως.
γ΄. Συμπλήρωσις ανοικτού Τιμολογίου κατ’ ελευθέραν εκτίμησιν του ενδιαφερομένου. Εις την περίπτωσιν αυτήν το Τιμολόγιον είναι δυνατόν να περιλαμβάνη ανα-λυτικάς ή περιληπτικάς τιμάς ή κατ’ αποκοπήν τιμήν.
δ΄. Προσφορά δια μελέτην και κατασκευήν με κατ’ αποκοπήν εργολαβικόν αντάλλαγμα είτε δι’ ολόκλη-ρον το έργον είτε δια τμήματα αυτού. Εις το σύστημα αυτό αξιολογείται κατ’ αρχήν η ποιότης της τεχνικής προσφοράς (μελέτη) και εν συνεχεία εξετάζεται η οικονομική προσφορά.
ε΄. Μειοδοσία μόνον επί ποσοστού οφέλους δια την εκτέλεσιν απολογιστικών εργασιών.
ς΄. Προσφορά δια την αξιοποίησιν ακινήτων με το σύστημα της αντιπαροχής ποσοστών εξ αδιαιρέτου και αντιστοίχων διηρημένων ιδιοκτησιών.
ζ΄. Προσφορά που περιλαμβάνει μερικήν ή ολικήν αυτο-χρηματοδότησιν έργου με αντάλλαγμα την λειτουργίαν ή εκμετάλλευσιν αυτού ή άλλα τυχόν ανταλλάγματα έναντι της κατασκευής τούτου.
Τα συστήματα αυτά δύνανται να εφαρμοσθούν και συνδυαστικώς μεταξύ των.
2. Το Αρμόδιον Όργανον της Εκκλησίας της Ελλάδος -αναλόγως του προϋπολογισμού δαπάνης του έργου ή της μελέτης ή της παροχής συναφών υπηρεσιών-καθορίζει με απόφασίν του, κατά την διακριτικήν του ευχέρειαν, τα συστήματα υποβολής προσφορών.
3. Ειδικώς δια την λήψιν προσφορών με επιλογήν του συστήματος μελέτης - κατασκευής του έργου απαιτείται προηγουμένη απόφασις της Δ.Ι.Σ. μετά από γνώμην του Τεχνικού Συμβουλίου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Το εν λόγω Τεχνικόν Συμβούλιον γνωματεύει και ως προς το σύμφορον του προσφερομένου εργολαβικού ανταλλάγματος.
Το σύστημα προσφοράς που περιλαμβάνει μελέτην - κατασκευήν δύναται να εφαρμόζεται δια παν εκκλησιαστικόν έργον που αφορά είτε εις ανέγερσιν κτηρίων, είτε εις επισκευήν ή συντήρησιν ή ανακαίνισιν ή αναβάθμισιν τούτων, είτε εις καλλιτεχνικόν έργον.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄
ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΟΣ
Άρθρον 12
Διατυπώσεις δημοσιότητος
1. Δια τας συμβάσεις έργων ή μελετών (περιλαμβανομένων και των προμελετών) ή παροχής συναφών υπηρεσιών, αι οποίαι ανατίθενται κατά την ανοικτήν ή τήν κλειστήν διαδικασίαν ή την διαδικασίαν με διαπραγμά-τευσιν κατόπιν δημοσιεύσεως Προκηρύξεως, θα δημοσιεύεται υποχρεωτικώς περίληψις της Προκηρύξεως ή της προσκλήσεως ενδιαφέροντος εις μίαν τουλάχιστον ημερησίαν πολιτικήν εφημερίδα των Αθηνών, η οποία θα πληροί τας νομίμους προϋποθέσεις, ή εις μίαν ημε-ρησίαν οικονομικήν εφημερίδα των Αθηνών, η οποία θα πληροί τας προϋποθέσεις της παρ. 2 του άρθρου 26 του Ν. 2190/ 1920, ως ισχύει. Η Προκήρυξις θα δημοσιεύεται επιπροσθέτως υποχρεωτικώς εις την ιστοσελίδα της Εκκλησίας της Ελλάδος ή της Ε.Κ.Υ.Ο. εις το διαδίκτυον.
2. Με απόφασιν της Αναθετούσης Αρχής, δημοσιευο-μένην δια του αυτού τρόπου, είναι δυνατόν να ορίζεται διαφορετική ημέρα υποβολής των προσφορών.
3. Η Προκήρυξις είναι δυνατόν, κατά την ελευθέραν κρίσιν της Αναθετούσης Αρχής, να συντάσσεται συμφώνως προς τα εγκεκριμένα από τον Υπουργόν Π.Ε.Κ.Α. υποδείγματα, με τας αναγκαίας όμως προσαρμογάς.
Άρθρον 13
Προθεσμία υποβολής προσφορών
1. Εις περίπτωσιν διεξαγωγής ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού ή διαδικασίας ανταγωνιστικού διαλόγου η προθεσμία υποβολής των προσφορών δεν επιτρέπεται να είναι μικροτέρα των είκοσιν (20) ημερών από της ημερομηνίας δημοσιεύσεως της Προκηρύξεως.
2. Εις περίπτωσιν διεξαγωγής προχείρου διαγωνισμού με δημοσίευσιν Προσκλήσεως Ενδιαφέροντος η προθεσμία υποβολής των προσφορών δεν επιτρέπεται να είναι μικροτέρα των πέντε (5) ημερών από της ημερομηνίας δημοσιεύσεως.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε΄
ΕΠΙΤΡΟΠΑΙ
Άρθρον 14
Επιτροπή διαγωνισμού/διαπραγματεύσεως
1. Δια την ανάθεσιν έργων ή μελέτων ή παροχής συναφών υπηρεσιών συνολικού προϋπολογισμού μέχρι και πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €) συγκροτείται Επιτροπή Διαγωνισμού ή Διαπραγματεύσεως, που αποτελείται από τρία υπηρεσιακά στελέχη της Εκκλησίας της Ελλάδος (μονίμους υπαλλήλους ή στελέχη συνδεόμενα με σύμβασιν εργασίας, έργου ή εντολής), τα οποία ορίζονται από την Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο. τη εισηγήσει του Γενικού Διευθυντού αυτής.
Ένα από τα μέλη της Επιτροπής ορίζεται ως πρόεδρος. Δια την Επιτροπήν ορίζονται και αντίστοιχα αναπληρωματικά μέλη, που αναπληρώνουν κατά την σειράν που διορίζονται οιαδήποτε από τα τακτικά μέλη που τυχόν λείπουν, απουσιάζουν ή κωλύονται. Τα μέλη της Επιτροπής είναι δυνατόν να ορίζωνται δια την διενέργει-αν περισσοτέρων διαδικασιών αναθέσεως των ανωτέρω.
2. Δια την ανάθεσιν έργων ή μελετών ή παροχήν συναφών υπηρεσιών προϋπολογισμού ανωτέρου των πεντακοσίων χιλιάδων ευρώ (500.000,00 €) συγκροτείται Επιτροπή Διαγωνισμού ή Διαπραγματεύσεως, που ορίζεται υπό της Δ.Ι.Σ., τη εισηγήσει της Δ.Ε. της Ε.Κ.Υ.Ο.. Αύτη αποτελείται από πέντε (5) τεχνικούς – υπηρεσιακά στελέχη του ιδίου ή ετέρων εκκλησιαστικών νομικών προσώπων (μονίμους υπαλλήλους ή στελέχη συνδεόμενα με σύμβασιν εργασίας, έργου ή εντολής), που έχουν την απαιτούμενην τεχνικήν ειδικότητα. Εάν το έργον ή η μελέτη ή η παροχή συναφών υπηρεσιών πρόκειται να χρησιμοποιηθή από φορέα άλλον από τον φορέα κατασκευής, το ένα από αυτά τα μέλη θα προέρχεται από τον φορέα που θα χρησιμοποιήση το έργον.
3. Η Εκκλησία της Ελλάδος δύναται να συγκροτή επί ετησίας βάσεως Επιτροπάς Διαγωνισμού ή Διαπραγματεύσεως δια την ανάθεσιν του συνόλου των έργων ή μελετών ή παροχών συναφών υπηρεσιών ή κατά κατηγορίας. Εις την περίπτωσιν αυτήν αι διαδικασίαι δημοπρασιών ή διαπραγματεύσεων που ήρχισαν εντός του έτους συνεχίζονται και ολοκληρώνονται από την ιδίαν Επιτροπήν και μετά την λήξιν του έτους. Η ύπαρξις Επιτροπών επί ετησίας βάσεως δεν αποκλείει την συγκρότησιν ειδικής Επιτροπής Διαγωνισμού ή Διαπραγματεύσεως δια συγκεκριμένον έργον ή έργα, μελέτην ή μελέτας και παροχήν συναφών υπηρεσιών. Αι αποφάσεις συγκροτήσεως όλων των Επιτροπών διαγωνισμού κοινοποιούνται εις τα διοριζόμενα μέλη και ανακοινούνται δια τοιχοκολλήσεως εις τον Πίνακα Ανακοινώσεων του Συνοδικού Μεγάρου, χωρίς να απαιτείται άλλος τύπος δημοσιότητος.
4. Δια την συγκρότησιν και λειτουργίαν των ανωτέρω Επιτροπών Διαγωνισμού/ Διαπραγματεύσεων εφαρμόζονται συμπληρωματικώς αι διατάξεις των άρθρων 13 έως 15 του ν. 2690/1999.
5. Η Αναθέτουσα Αρχή δύναται δι’ αποφάσεώς της να αναθέτη καθήκοντα Τεχνικού Συμβούλου κατ’ ανά-λογον εφαρμογήν της παρ. 3 του άρθρου εβδόμου του ν. 1955/1991.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄
ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ
Άρθρον 15
Έλεγχος καταλληλότητος υποψηφίων
1. Οι ενδιαφερόμενοι υποψήφιοι ανάδοχοι δύνανται να υποχρεωθούν να πληρούν και να αποδείξουν ωρισμένας προϋποθέσεις επαγγελματικής επαρκείας, αξιοπιστίας, τεχνικής και χρηματοοικονομικής ικανότητος, συμφώνως πρός τα ειδικότερον οριζόμενα εις τας ισχυούσας Κοινοτικάς Οδηγίας, το Εθνικόν Δίκαιον προσαρμογής, την Προκήρυξιν και τα λοιπά τεύχη Δημοπρατήσεως του συγκεκριμένου διαγωνισμού.
2. Εις πάσαν περίπτωσιν δημοπρατήσεως συμβάσεως έργων ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών γίνεται δεκτή χωρίς διακρίσεις και με τους ιδίους όρους που εφαρμόζονται δια τους Έλληνας υποψηφίους η συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων οικονομικών φορέων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, ως και Χωρών που έχουν υπογράψει συμφωνίας συνδέσεως ή άλλας διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίας με την Ε.Ε., υπό την προϋπόθεσιν αφ' ενός μεν ότι η δημοπρατουμένη σύμβασις εμπίπτει εις το πεδίον εφαρμογής αναλόγων συμφωνιών και αφ' ετέρου ότι οι υποψήφιοι πληρούν τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που τίθενται κατά περίπτωσιν από την Εκκλησίαν της Ελλάδος.
3. Αι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων του παρόντος Κανονισμού και αφού προηγουμένως ελεχθή ότι πληρούνται τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής (προσωπική κατάστασις, χρηματοοικονομική επάρκεια, τεχνική ικανότης κ.ά.), τα οποία θα τεθούν εις την Προκήρυξιν ή την Πρόσκλησιν υποβολής προσφοράς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ΄
ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΝΑΔΟΧΟΥ
Άρθρον 16
Κριτήρια επιλογής αναδόχου
1. Ο ανάδοχος δι’ εκτέλεσιν έργου επιλέγεται κατά περίπτωσιν:
α΄ είτε βάσει της πλέον συμφερούσης από τεχνο-οικονομικής απόψεως προσφοράς β΄ είτε αποκλειστικώς βάσει της χαμηλοτέρας τιμής.
2. Ο ανάδοχος δι’ εκπόνισιν μελέτης ή παροχήν υπηρεσιών επιλέγεται βάσει της πλέον συμφερούσης από τεχνο-οικονομικής απόψεως προσφοράς.
3. Ο τρόπος επιλογής θα αναφέρεται εις την Προκήρυξιν.
4. Διά την επιλογήν της πλέον συμφερούσης –κατά την ως άνω παράγραφον 1α΄- προσφοράς θα σταθμίζωνται κριτήρια που συνδέονται με το αντικείμενον της συγκεκριμένης συμβάσεως (κριτήρια αξιολογήσεως) και αφορούν εις την τεχνικήν προσφοράν των διαγωνιζομένων. Τα κριτήρια αξιολογήσεως των προσφορών θα αναφέρωνται εις την Προκήρυξιν ομού μετά της βαρύτητος, την οποίαν θα έχουν κατά την αξιολόγησίν των. Ταύτα δύνανται να είναι ιδίως η τιμή, η προθεσμία εκτελέσεως, η ποιότης, η αποδοτικότης, τα τεχνικά πλεονεκτήματα, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, η τεχνική αξία, η εμπειρία εις εκκλησιαστικά έργα κ.λπ.
5. Εις περίπτωσιν, καθ’ ην η Εκκλησία της Ελλάδος δια των αρμοδίων Οργάνων Της θεωρήση ότι η προσφορά ενός διαγωνιζόμενου είναι υπερβολικά χαμηλή εν σχέσει με το αντικείμενον της δημοπρατουμένης συμβάσεως δύναται να καλέση, πριν να απορρίψη την προσφοράν, τον διαγωνιζόμενον, προκειμένου ούτος να αιτιολογήση εγγράφως τα επιμέρους στοιχεία της προσφοράς του.
Άρθρον 17
Ενστάσεις κατά της διαδικασίας διενεργουμένων διαγωνισμών
1. Δι' εκάστην πράξιν ή παράλειψιν Οργάνου της Εκκλησίας της Ελλάδος εν σχέσει προς διενεργούμενον δια-γωνισμόν είναι δυνατόν να ασκηθή ένστασις μόνον από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα του άρθρ. 5 του παρόντος που συμμετέχουν εις τον διαγωνισμόν ή απεκλείσθησαν από αυτόν εις οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας του.
Ενστάσεις δύνανται να υποβληθούν μόνον δια τα στάδια προεπιλογής, καταθέσεως προσφορών και αξιολογήσεως και διά λόγους που ανακύπτουν κατά το αντίστοιχον στάδιον.
Αι ενστάσεις απευθύνονται προς την Προϊσταμένην Αρχήν, υποβάλλονται εις την έδραν Της και παραλαμβάνονται από Αρμοδίαν Επιτροπήν. Επ’ αυτών αποφαίνεται η Προϊσταμένη Αρχή μετά από εισήγησιν της αρμοδίας Επιτροπής, την οποίαν συγκροτεί προς τούτο δι’ αποφάσεως του το αρμόδιον Όργανον της Εκκλησίας της Ελλάδος.
2. Ένστασις κατά της Προκηρύξεως ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών από της τελευταίας δημοσιεύσεώς της. Ένστασις κατά της αναλυτικής Προκηρύξεως και των Τευχών δημοπρατήσεως εν γένει ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας πέντε (5) ημερών από της λήξεως της προθεσμίας παραλαβής των. Ένστασις κατά της διαδικασίας και των πράξεων διενεργείας του διαγωνισμού ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών (3) ημερών από της δημοσιεύσεως ή κοινοποιήσεως της προσβαλλομένης πράξεως ή της τελέσεως διαδικαστικής ενεργείας. Ένστασις κατά της αποφάσεως κατακυρώσεως ή της αναθέσεως της δημοπρατουμένης συμβάσεως ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριών (3) ημερών από της δημοσιεύσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού.
3. Ειδικώς δια τους εν άρθρ. 6 παρ. 3 διαγωνισμούς (πρόχειρον ή διαπραγματεύσεων), το σύνολον των ανωτέρω προθεσμιών δια την άσκησιν ενστάσεως ορίζεται εις δύο (2) εργασίμους ημέρας.
4. Ενστάσεις στρεφόμεναι κατά της συμμετοχής, της αξιολογήσεως προσφοράς υποψηφίου ή της κατακυρώσεως του έργου εις αυτόν, κοινοποιούνται με Δικαστικόν Επιμελητήν, επί ποινή απαραδέκτου, εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από της ασκήσεώς των από τον ενιστάμενον και προς αυτόν κατά του οποίου στρέφονται. Αποδεικτικόν της επιδόσεως της ενστάσεως κοινοποιείται, επί ποινή απαραδέκτου ταύτης, από τον ενιστάμενον προς την Εκκλησίαν της Ελλάδος.
5. Δια την άσκησιν πάσης ενστάσεως καταβάλλεται τέλος υπέρ της Ε.Κ.Υ.Ο. της Εκκλησίας της Ελλάδος ίσον προς ποσοστόν 1% επί του προϋπολογισμού της υπό ανάθεσιν συμβάσεως έργου ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών, το οποίον εν πάση περιπτώσει δεν θα υπερβαίνη τας δεκαπέντε χιλιάδας ευρώ (15.000,00 €) και δεν θα είναι κατώτερον των διακοσίων πεντήκοντα ευρώ (250,00 €). Άνευ της καταβολής τούτου η ένστασις απορρίπτεται άνευ ετέρου, ως απαραδέκτως υποβληθείσα.
6. Η απόφασις της Προϊσταμένης Αρχής επί της ενστάσεως λαμβάνεται εντός τριάκοντα (30) ημερών από της καταθέσεως της ή από της κοινοποιήσεώς της εις τον καθ’ ου αύτη τρίτον.
Άρθρον 18
Κατακύρωσις – Σύναψις συμβάσεως
1. Κάθε διαδικασία αναθέσεως συμβάσεως έργου ή μελέτης ή παροχής συναφών υπηρεσιών της Εκκλησίας της Ελλάδος κατακυρούται με απόφασιν του αρμοδίου Οργάνου Της μετά την εξέτασιν τυχόν ενστάσεων.
2. Η Εκκλησία της Ελλάδος δύναται, κατά την ελευ-θέραν κρίσιν Της και αζημίως δι` Αυτήν, να ματαιώση οιονδήποτε διαγωνισμόν εις κάθε στάδιον της διαδικασίας, δια τους ακολούθ Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ