2014-06-04 09:00:19
Φαήλος Κρανιδιώτης
Είναι άραγε μόνο η κρίση και η πτωχοποίηση μεγάλου τμήματος του λαού μας που σπρώχνουν ψηφοφόρους στη Χρυσή Αυγή; Αν οι αιτίες είναι μόνον οικονομικές, «αντιμνημονιακές», τότε γιατί αυτοί οι ψηφοφόροι φεύγοντας κυρίως από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν πήγαν πιο αριστερά; Αν όχι στον ΣΥΡΙΖΑ, στο ΚΚΕ ή στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Απλούστατα διότι, ανεξαρτήτως προέλευσης, έχουν κάτι κοινό: πιο εθνικά χαρακτηριστικά από τους άλλους.
Ο λόγος που η άκρα Δεξιά ήταν πάντοτε περιθωριακή δύναμη τις προηγούμενες δεκαετίες δεν ήταν μόνο η επίπλαστη ευμάρειά μας με δανεικά. Κυρίως ήταν διότι σχεδόν όλα τα κόμματα, πέραν της κομμουνιστικής Αριστεράς, κυρίως η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, είχαν σε μια σειρά από ζητήματα στοιχειωδώς εθνικό λόγο και συμπεριφορά, ικανοποιώντας έτσι και συγκρατώντας στις γραμμές τους τούς ανθρώπους που είχαν πιο έντονες ευαισθησίες από τους άλλους σε ζητήματα, όπως τα ελληνοτουρκικά, το μακεδονικό, το Κυπριακό, η Θράκη, η ασφάλεια, του λαθρομεταναστευτικού συμπεριλαμβανομένου, ο αριστερόστροφος και νεοταξίτικος «αναθεωρητισμός» στην Παιδεία και ιδίως στην Ιστορία και εν γένει στον δημόσιο λόγο.
Απόψεις, που πριν θα καθιστούσαν τους φορείς τους κοινωνικά απόβλητους, κοπρίζουν πλέον τη δημόσια σφαίρα ανερυθρίαστα και σε εθνική μετάδοση από «καθεστωτικά» ΜΜΕ, όπου, όπως και στα πανεπιστήμια, οι μειοψηφικές μηδενιστικές απόψεις υπερεκπροσωπούνται, εξόδοις του έθνους.
Ο μοιραίος άνθρωπος, και εδώ, ήταν ο Σημίτης και η σκυφτή και δειλή διακυβέρνησή του. Ιμια, γκρίζες ζώνες, S 300, Οτσαλάν πλήγωσαν βαθιά τα εθνικά συμφέροντα και τη φιλοτιμία πολλών Ελλήνων. Εκτός όμως από αυτά, τότε έκαναν επίσης επέλαση η διαπλοκή αλλά και ένας εσμός ποικιλόχρωμων ανακυκλωμένων αριστεριστών και αναθεωρητών, που στελέχωσαν μηχανισμούς, πανεπιστήμια, «ανεξάρτητες» Αρχές, ΜΚΟ, ΜΜΕ. Πήραν κεφάλι άνθρωποι, που στην εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου, με όλα τα ελαττώματά του, δεν θα τους επέτρεπε να περάσουν ούτε απέξω. Η προσπάθεια να γίνουμε ένα μουνουχισμένο μοσχάρι, ως έθνος, θεωρήθηκε «εκσυγχρονισμός», δυτικότροπη «πρόοδος», προστιθεμένης και της λεηλασίας του δημόσιου χρήματος. Ετσι συνεχίσαμε με έντονους ρυθμούς και με τις ευλογίες της ενθουσιώδους κεντρικής εξουσίας να πυροβολούμε τα πόδια μας και να πριονίζουμε το κλαδί στο οποίο καθόμαστε.
Γιατί τι άλλο από αυτοτραυματισμός είναι μια Πολιτεία να αποδομεί την ίδια της την εθνική ταυτότητα, τους ήρωες και την Ιστορία της και να προάγει τον μηδενισμό, αμφισβητώντας το ίδιο της το έθνος κι ό,τι το συγκροτεί, ενώ, υποτίθεται, είναι ταγμένη να το υπηρετεί.
Δυστυχώς, μερίδιο ευθύνης έχει και η δική μας παράταξη, με την ενοχική στάση της, την περιπέτεια του κατάπτυστου ρεπούσειου πονήματος και την παραχώρηση κι άλλου εδάφους στον δημόσιο λόγο στους μηδενιστές. Ακόμη και πριν από την εποχή του «μεσαίου χώρου», ήδη από τις αρχές του ’90, όποιος πήγαινε στη Ν.Δ. να πει τίποτε πιο εθνικά χρωματισμένο άκουγε ένα «σσσστ, μη λέμε τέτοια, θα μας πουν ακροδεξιούς». Το σύνδρομο του μόνιμου ενοχικού προλόγου «σέβομαι την Αριστερά για τους αγώνες της κ.λπ.» έγινε μόνιμο αξεσουάρ, μαζί με το κινητό και τη γραβάτα. Ανθρώπους γενναίους, συνεπείς και τίμιους στην Αριστερά οφείλουμε να σεβόμαστε, γιατί υπήρξαν και υπάρχουν ως πρόσωπα. Στην Αριστερά όμως ως ολοκληρωτική ιδεολογία, αντεστραμμένο είδωλο του μαύρου φασισμού, με εμφυλιοπολεμική δράση και εγκληματικό μητρώο, που βλέπει την κοινωνία ως πεδίο κοινωνικού πολέμου και μικρές παραφυάδες της φλερτάρουν με τους μπαχαλάκηδες ή και την τρομοκρατία, τι ακριβώς πρέπει να σεβόμαστε; Τίποτα.
Επειδή λοιπόν οι ψηφοφόροι δεν ανήκουν σε κανέναν. Επειδή οι απειλές, οι ύβρεις και η ηθικολογία δεν είναι μέθοδος πειθούς και επαναπατρισμού των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής, γι’ αυτό απαιτούνται ειλικρινείς και με βάθος πολιτικές, που θα ξαναδώσουν στον λόγο των κομμάτων όχι μια επίφαση εθνικού και πατριωτικού λόγου αλλά ουσία.
Για τη Δεξιά, την Κεντροδεξιά, πείτε την όπως σας βολεύει, είναι στην ουσία του πυρήνα της ιδεολογίας της, είναι βασικό χαρακτηριστικό του κορμού των ψηφοφόρων της.
Η δε αντιπολίτευση, αντί οψίμως και εν όψει εκλογών να χρωματίζει τις ομιλίες του προέδρου της με τις λέξεις «πατρίδα» και «πατριωτισμός», ας θυμηθεί πως η Αριστερά έφτασε μία και μοναδική φορά να συσπειρώσει στις γραμμές της μεγάλες μάζες, όταν έστω και ως καπηλεία πήρε τη σημαία του εθνικού αγώνα. Αν ποτέ αντιληφθεί πως το Εθνος δεν είναι ένας «αναχρονισμός», μια «αντιδραστική» έννοια, αλλά το ίδιο το πρόσωπό μας στον κόσμο και στην Ιστορία, τότε θα ωφεληθούν η ίδια και η πατρίδα. Τότε θα αντιληφθεί πως η υπεράσπιση της εθνικής και κοινωνικής συνοχής, της ασφάλειας των πολιτών, η καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης, της εθνικής ταυτότητας είναι πατριωτικό και κοινωνικό καθήκον, βαθιά δημοκρατικό, που ανήκει σε όλους και δεν εκχωρείται στην άκρα Δεξιά. Τότε η Αριστερά θα πάψει να λειτουργεί ως στρατολόγος της Χρυσής Αυγής και τροφοδότρια μιας τυχοδιωκτικής πόλωσης.
Παράλληλα, η Ν.Δ. οφείλει, χωρίς αδικαιολόγητες ενοχές, να πάψει να μαλώνει με τον εαυτό της και να επαναφέρει κάτω από τις σημαίες της όλο το εύρος των ψηφοφόρων της, επαναπατρίζοντάς τους, με πολιτικές που απαντούν πειστικά και πρακτικά στις αιτίες της οργής και της απογοήτευσής τους. Αλλιώς, όλοι θα βλέπουμε την επιρροή της Χρυσής Αυγής να διευρύνεται, με ό,τι αυτό σημαίνει Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης
δημοκρατία
InfoGnomon
Είναι άραγε μόνο η κρίση και η πτωχοποίηση μεγάλου τμήματος του λαού μας που σπρώχνουν ψηφοφόρους στη Χρυσή Αυγή; Αν οι αιτίες είναι μόνον οικονομικές, «αντιμνημονιακές», τότε γιατί αυτοί οι ψηφοφόροι φεύγοντας κυρίως από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν πήγαν πιο αριστερά; Αν όχι στον ΣΥΡΙΖΑ, στο ΚΚΕ ή στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Απλούστατα διότι, ανεξαρτήτως προέλευσης, έχουν κάτι κοινό: πιο εθνικά χαρακτηριστικά από τους άλλους.
Ο λόγος που η άκρα Δεξιά ήταν πάντοτε περιθωριακή δύναμη τις προηγούμενες δεκαετίες δεν ήταν μόνο η επίπλαστη ευμάρειά μας με δανεικά. Κυρίως ήταν διότι σχεδόν όλα τα κόμματα, πέραν της κομμουνιστικής Αριστεράς, κυρίως η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, είχαν σε μια σειρά από ζητήματα στοιχειωδώς εθνικό λόγο και συμπεριφορά, ικανοποιώντας έτσι και συγκρατώντας στις γραμμές τους τούς ανθρώπους που είχαν πιο έντονες ευαισθησίες από τους άλλους σε ζητήματα, όπως τα ελληνοτουρκικά, το μακεδονικό, το Κυπριακό, η Θράκη, η ασφάλεια, του λαθρομεταναστευτικού συμπεριλαμβανομένου, ο αριστερόστροφος και νεοταξίτικος «αναθεωρητισμός» στην Παιδεία και ιδίως στην Ιστορία και εν γένει στον δημόσιο λόγο.
Απόψεις, που πριν θα καθιστούσαν τους φορείς τους κοινωνικά απόβλητους, κοπρίζουν πλέον τη δημόσια σφαίρα ανερυθρίαστα και σε εθνική μετάδοση από «καθεστωτικά» ΜΜΕ, όπου, όπως και στα πανεπιστήμια, οι μειοψηφικές μηδενιστικές απόψεις υπερεκπροσωπούνται, εξόδοις του έθνους.
Ο μοιραίος άνθρωπος, και εδώ, ήταν ο Σημίτης και η σκυφτή και δειλή διακυβέρνησή του. Ιμια, γκρίζες ζώνες, S 300, Οτσαλάν πλήγωσαν βαθιά τα εθνικά συμφέροντα και τη φιλοτιμία πολλών Ελλήνων. Εκτός όμως από αυτά, τότε έκαναν επίσης επέλαση η διαπλοκή αλλά και ένας εσμός ποικιλόχρωμων ανακυκλωμένων αριστεριστών και αναθεωρητών, που στελέχωσαν μηχανισμούς, πανεπιστήμια, «ανεξάρτητες» Αρχές, ΜΚΟ, ΜΜΕ. Πήραν κεφάλι άνθρωποι, που στην εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου, με όλα τα ελαττώματά του, δεν θα τους επέτρεπε να περάσουν ούτε απέξω. Η προσπάθεια να γίνουμε ένα μουνουχισμένο μοσχάρι, ως έθνος, θεωρήθηκε «εκσυγχρονισμός», δυτικότροπη «πρόοδος», προστιθεμένης και της λεηλασίας του δημόσιου χρήματος. Ετσι συνεχίσαμε με έντονους ρυθμούς και με τις ευλογίες της ενθουσιώδους κεντρικής εξουσίας να πυροβολούμε τα πόδια μας και να πριονίζουμε το κλαδί στο οποίο καθόμαστε.
Γιατί τι άλλο από αυτοτραυματισμός είναι μια Πολιτεία να αποδομεί την ίδια της την εθνική ταυτότητα, τους ήρωες και την Ιστορία της και να προάγει τον μηδενισμό, αμφισβητώντας το ίδιο της το έθνος κι ό,τι το συγκροτεί, ενώ, υποτίθεται, είναι ταγμένη να το υπηρετεί.
Δυστυχώς, μερίδιο ευθύνης έχει και η δική μας παράταξη, με την ενοχική στάση της, την περιπέτεια του κατάπτυστου ρεπούσειου πονήματος και την παραχώρηση κι άλλου εδάφους στον δημόσιο λόγο στους μηδενιστές. Ακόμη και πριν από την εποχή του «μεσαίου χώρου», ήδη από τις αρχές του ’90, όποιος πήγαινε στη Ν.Δ. να πει τίποτε πιο εθνικά χρωματισμένο άκουγε ένα «σσσστ, μη λέμε τέτοια, θα μας πουν ακροδεξιούς». Το σύνδρομο του μόνιμου ενοχικού προλόγου «σέβομαι την Αριστερά για τους αγώνες της κ.λπ.» έγινε μόνιμο αξεσουάρ, μαζί με το κινητό και τη γραβάτα. Ανθρώπους γενναίους, συνεπείς και τίμιους στην Αριστερά οφείλουμε να σεβόμαστε, γιατί υπήρξαν και υπάρχουν ως πρόσωπα. Στην Αριστερά όμως ως ολοκληρωτική ιδεολογία, αντεστραμμένο είδωλο του μαύρου φασισμού, με εμφυλιοπολεμική δράση και εγκληματικό μητρώο, που βλέπει την κοινωνία ως πεδίο κοινωνικού πολέμου και μικρές παραφυάδες της φλερτάρουν με τους μπαχαλάκηδες ή και την τρομοκρατία, τι ακριβώς πρέπει να σεβόμαστε; Τίποτα.
Επειδή λοιπόν οι ψηφοφόροι δεν ανήκουν σε κανέναν. Επειδή οι απειλές, οι ύβρεις και η ηθικολογία δεν είναι μέθοδος πειθούς και επαναπατρισμού των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής, γι’ αυτό απαιτούνται ειλικρινείς και με βάθος πολιτικές, που θα ξαναδώσουν στον λόγο των κομμάτων όχι μια επίφαση εθνικού και πατριωτικού λόγου αλλά ουσία.
Για τη Δεξιά, την Κεντροδεξιά, πείτε την όπως σας βολεύει, είναι στην ουσία του πυρήνα της ιδεολογίας της, είναι βασικό χαρακτηριστικό του κορμού των ψηφοφόρων της.
Η δε αντιπολίτευση, αντί οψίμως και εν όψει εκλογών να χρωματίζει τις ομιλίες του προέδρου της με τις λέξεις «πατρίδα» και «πατριωτισμός», ας θυμηθεί πως η Αριστερά έφτασε μία και μοναδική φορά να συσπειρώσει στις γραμμές της μεγάλες μάζες, όταν έστω και ως καπηλεία πήρε τη σημαία του εθνικού αγώνα. Αν ποτέ αντιληφθεί πως το Εθνος δεν είναι ένας «αναχρονισμός», μια «αντιδραστική» έννοια, αλλά το ίδιο το πρόσωπό μας στον κόσμο και στην Ιστορία, τότε θα ωφεληθούν η ίδια και η πατρίδα. Τότε θα αντιληφθεί πως η υπεράσπιση της εθνικής και κοινωνικής συνοχής, της ασφάλειας των πολιτών, η καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης, της εθνικής ταυτότητας είναι πατριωτικό και κοινωνικό καθήκον, βαθιά δημοκρατικό, που ανήκει σε όλους και δεν εκχωρείται στην άκρα Δεξιά. Τότε η Αριστερά θα πάψει να λειτουργεί ως στρατολόγος της Χρυσής Αυγής και τροφοδότρια μιας τυχοδιωκτικής πόλωσης.
Παράλληλα, η Ν.Δ. οφείλει, χωρίς αδικαιολόγητες ενοχές, να πάψει να μαλώνει με τον εαυτό της και να επαναφέρει κάτω από τις σημαίες της όλο το εύρος των ψηφοφόρων της, επαναπατρίζοντάς τους, με πολιτικές που απαντούν πειστικά και πρακτικά στις αιτίες της οργής και της απογοήτευσής τους. Αλλιώς, όλοι θα βλέπουμε την επιρροή της Χρυσής Αυγής να διευρύνεται, με ό,τι αυτό σημαίνει Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης
δημοκρατία
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Σμαράγδα Καρύδη: «Αχ, άσε τις π@π@ριές ρε»
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ