2014-07-04 09:19:02
Η ιδιότυπη ομηρεία 7.000 Ελλήνων στρατιωτών, που έζησαν «φιλοξενούμενοι» στο Γκαίρλιτς
Ήταν Σεπτέμβριος του 1916, όταν στην πόλη Γκαίρλιτς της πρώην Ανατολικής Γερμανίας έφταναν με τρένα από τη Δράμα, περίπου 7.000 Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί.
Ήταν η δύναμη του Δ΄Σώματος Στρατού, η οποία «αναγκάστηκε» μέσα μια τραγική ιστορική συγκυρία να οδηγηθεί σ΄αυτή την πόλη και να παραμείνει επί δυόμισι χρόνια ως υπό περιορισμό «φιλοξενούμενη» του Κάιζερ.
Είχε προηγηθεί η κατάκτηση της Ανατολικής Μακεδονίας από τους Βουλγάρους, «μετά το πράσινο φως της γερμανικής ηγεσίας, γεγονός με ολέθριες συνέπειες για τον ελληνικό πληθυσμό της.
Τα δύο αυτά συμβάντα - η κατάληψη εθνικού εδάφους και η μεταφορά ενός ολόκληρου σώματος στρατού σε στρατόπεδο της Γερμανίας - συγκλόνισαν τότε την ελληνική κοινωνία, οξύνοντας στο έπακρο τον εμφύλιο διχασμό της» αναφέρει στο βιβλίο του «Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς 1916-1919» (Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη) ο Γεράσιμος Αλεξάτος.
Ο συγγραφέας δήλωσε συγκλονισμένος από τις συναντήσεις που είχε στην πόλη, στη διάρκεια της έρευνάς του για αυτό το ιστορικό θέμα ελληνογερμανικού ενδιαφέροντος.
«...Σε μια ορισμένη ιστορική περίοδο που εξέταζα, αρχές 20ού αιώνα, "σκόνταφτα" διαρκώς στη λέξη Γκαίρλιτς, στην πόλη, που ήταν άγνωστη σε μένα» είπε, μεταξύ άλλων, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Ο ίδιος έκανε το πρώτο του ταξίδι στο Γκαίρλιτς το 2005 και στη συνέχεια μετέβη στην πόλη τουλάχιστον άλλες δέκα φορές για να συλλέξει υλικό για την έρευνά του.
To θαύμα του Γκαίρλιτς
Η ιστορική περίοδος που «πραγματεύεται» το βιβλίο χαρακτηρίζεται και από μια συγκυρία, κατά την οποία, η Ελλάδα ήταν «κομμένη» στα δύο:
Από τη μια η κυβέρνηση Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν εγκατεστημένες οι αγγλογαλλικές δυνάμεις της Αντάντ.
Από την άλλη η κυβέρνηση των Αθηνών, υπό τον βασιλιά Κωνσταντίνο. Αποτέλεσμα, η «λογική» του διαχωρισμού των Ελλήνων σε «βενιζελικούς» και «βασιλικούς».
Χαρακτηριστικά δε, της αντιπαράθεσης που επικράτησε -και στο στρατόπεδο όπου «φιλοξενούνταν» οι Έλληνες στρατιώτες- εξαιτίας του Εθνικού Διχασμού, ήταν και τα ακόλουθα γεγονότα:
Στις αρχές του 1918, 36 Έλληνες «βενιζελικοί» αξιωματικοί, με την κατηγορία ότι ασκούσαν προπαγάνδα οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Βέρλ της Βεστφαλίας.
«Εκεί, σε ένα παλιό πρώην καθολικό μοναστήρι, θα έμεναν για έναν περίπου χρόνο, μέχρι το τέλος του πολέμου. Υπέφεραν πολύ από τη μόνιμη έλλειψη τροφίμων.
Η κατάσταση τους επιδεινώθηκε, όταν σταμάτησε η αποστολή δεμάτων με απαραίτητα για την επιβίωσή τους συμπληρώματα. Τότε αντιμετώπισαν το 'φρικώδες μαρτύριο της πείνας' (Κατάθεση Βασίλη Ρώτα, Εμπρός 26.5/8.6.1920)» αναφέρεται στο βιβλίο.
Άλλοι 17 στις φυλακές του Κένιγκσμπεργκ (σημερινό Καλίνινγκραντ), «γιατί, εν αγνοία της διοίκησης, είχαν απευθύνει υπόμνημα στον έκπτωτο, εκφράζοντας παράλληλα τα παράπονα για τους από χρόνια καθηλωμένους μισθούς τους.
Απελευθερώθηκαν λίγους μήνες αργότερα από σπαρτακιστές επαναστάτες» συμπληρώνεται.
Η άφιξη και η υποδοχή των Ελλήνων στρατιωτών
Η άφιξη -το 1916- χιλιάδων στρατευμένων από ολόκληρο τον τότε διάσπαρτο ελληνικό κόσμο είναι η πρώτη στην ιστορία μαζική συνάντηση Ελλήνων και Γερμανών σε γερμανικό έδαφος.
Είχε προηγηθεί βέβαια η τραυματική εμπειρία με τον Οθωνα και τη βαυαρική συνοδεία του, ενώ διαρκής ήταν η ροή Ελλήνων σπουδαστών, διανοούμενων και εμπόρων προς τα πανεπιστήμια και τα εμπορικά κέντρα της Γερμανίας, σημειώνει ο συγγραφέας.
Προσθέτει ότι «ωστόσο, το επεισόδιο του Γκαίρλιτς ήταν εκείνο το γεγονός, που περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, έβαλε τη σφραγίδα του στις ελληνογερμανικές σχέσεις κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα».
Όταν ο ελληνικός στρατός έφθασε στο Γκαίρλιτς η υποδοχή ήταν θερμή. Οπως αναφέρεται στο βιβλίο:
«...Η μικρή πόλη της Σιλεσίας, που έβλεπε με υπερηφάνεια το όνομά της να φιγουράρει επί εβδομάδες στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, είχε φορέσει τα καλά της και ετοιμαζόταν να "καλωσορίσει εγκάρδια τους Έλληνες φίλους".
Το στρατόπεδο έλαμπε από καθαριότητα και την είσοδό του τη στόλιζε η γνωστή από τις φωτογραφίες γιρλάντα με την επιγραφή "ΧΑΙΡΕΤΕ".
Στους δρόμους και τις πλατείες, από όπου θα περνούσαν παρελαύνοντας τα ένοπλα τμήματα, είχαν αναρτηθεί ελληνικές σημαίες.
Ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί με επικεφαλής τον υφυπουργό Στρατιωτικών, κλιμάκια αξιωματικών του Γενικού Επιτελείου, φιλέλληνες, διπλωμάτες και πολλοί δημοσιογράφοι, συνέρρεαν ήδη απ΄ όλη τη Γερμανία».
Το στρατόπεδο
Ενάμισι χιλιόμετρο από το ιστορικό κέντρο της πόλης, ένα πρώην στρατόπεδο Ρώσων αιχμαλώτων χρησιμοποιήθηκε για τον στρατωνισμό των ανδρών του Σώματος.
Κάλυπτε μια πελώρια περιφραγμένη έκταση - 700 χ 400 μέτρα - ικανή να παρέχει κατάλυμα σε 12.000 αιχμαλώτους.
Για τις ανάγκες των 6500 Ελλήνων που αρχικά εγκαταστάθηκαν εκεί, ο χώρος ήταν επομένως υπερεπαρκής. Θα αραιώσει δε περισσότερο, όταν το καλοκαίρι του 1917 θα ξεκινήσουν οι αθρόες αποστολές εργασίας, με αποτέλεσμα κατά το τέλος του πολέμου και το ξέσπασμα της εξέγερσης των στρατιωτών, ο αριθμός των εκεί διαβιούντων να μην υπερβαίνει τους 1500.
Η εφημερίδα Έλληνες καλλιτέχνες και λόγιοι
Στις 3 Νοεμβρίου 1916, έναν μόλις μήνα μετά την άφιξη του στρατού, κυκλοφόρησε το πρώτο φύλλο της καθημερινής (εκτός Κυριακής) εφημερίδας Νέα του Γκαίρλιτς.
Η εφημερίδα αποτελούσε την ελληνόφωνη έκδοση της ομότιτλης τοπικής εφημερίδας Γκέρλιτσερ Νάχριχτεν. Οπως επισημαίνεται στο βιβλίο, «η έκδοση της εφημερίδας είχε και σημαντικές παράπλευρες ωφέλειες: λειτούργησε ως πόλος συσπείρωσης για κάποιους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, νέους τότε και άγνωστους, διάσημους αργότερα - που έτυχε να βρίσκονται μεταξύ των στρατευμένων.
Μεταξύ αυτών ο νεαρός ποιητής και λόγιος Λέων Κουκούλας, τότε υπαξιωματικός, ο διάσημος αργότερα ποιητής και άνθρωπος του θεάτρου Βασίλης Ρώτας, τότε αξιωματικός με τον βαθμό του υπολοχαγού».
«Στις αρχές του 1917, όταν, συνεπεία του αφόρητου ψύχους, τα πρώτα κρούσματα μηνιγγίτιδας χτύπησαν το ελληνικό στρατόπεδο, διατάσσεται από τις γερμανικές αρχές ο πλήρης αποκλεισμός του από γερμανική φρουρά και η απαγόρευση επί εβδομάδες κάθε επικοινωνίας με την πόλη.
Ανάμεσα στους εγκλωβισμένους ήταν και ο Βασίλης Ρώτας» επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ο συγγραφέας.
Και συνεχίζει: «Για να διασκεδάσει τότε τους αποκλεισμένους στρατιώτες, είχε την έμπνευση να ανεβάσει αυτοσχέδιες παραστάσεις Καραγκιόζη.
Ενός Καραγκιόζη όμως διαφορετικού, που βρέθηκε και αυτός άθελά του στη Γερμανία και ζούσε εξόριστος στο Γκαίρλιτς. Έτσι κάνει την εμφάνισή του, ενθουσιάζοντας τους στρατιώτες, το πρώτο καραγκιόζικο έργο του Ρώτα, "η πρώτη ζύμη, κάποιο προσχέδιο, η αρχική ιδέα", όπως διαπιστώνει σε πρόσφατο βιβλίο του ο μελετητής του ρωταϊκού έργου Θανάσης Καραγιάννης».
Οι Ελληνες αιχμάλωτοι
Με το υπ΄αριθμόν 365 φύλλο, σταματά η κυκλοφορία των Νέων του Γκαίρλιτς και την ίδια ημέρα, στις 14 Ιανουαρίου 1918 κάνουν την εμφάνισή τους στο Βερολίνο τα Ελληνικά Φύλλα. Στις 28 Νοεμβρίου 1918, θα κυκλοφορήσει το τελευταίο της φύλλο.
«Συναγερμός» στους κύκλους των φιλελλήνων και η πρώτη ηχογράφηση μπουζουκιού παγκοσμίως!
Η έλευση χιλιάδων Ελλήνων σήμανε «συναγερμό» στους κύκλους των φιλελλήνων.
Ο πρώτος που εξέφρασε επίσημα την επιθυμία να προσφέρει ολόπλευρα τις υπηρεσίες του, ήταν ο διάσημος βυζαντινολόγος και νεοελληνιστής Άουγκουστ Χάιζενμπεργκ (August Heisenberg), κάτοχος της σχετικής έδρας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και πρόεδρος της νεοσύστατης, τότε, Γερμανοελληνικής εταιρείας.
Πραγματοποιήθηκαν σπανιότατες μελέτες, διατριβές, ηχητικές καταγραφές τραγουδιού και διαλέκτων, που μόλις σήμερα βγαίνουν σταδιακά στο φως της δημοσιότητας, προκαλώντας επιστημονικό και γενικότερο ενδιαφέρον. Μεταξύ αυτών και η πρώτη ηχογράφηση μπουζουκιού παγκοσμίως!
Η τεχνική διεκπεραίωση του «εγχειρήματος» ανατέθηκε στη Βασιλική Πρωσική Φωνογραφική Επιτροπή και συνολικά ηχογραφήθηκαν 72 δίσκοι γραμμοφώνου, από τους οποίους οι 65 περιέχουν ομιλίες, απαγγελίες κειμένων και διαλόγους, ενώ οι υπόλοιποι 7 τραγούδια, χορωδίες και μουσικά όργανα.
Ανάμεσα στους επτά δίσκους με μουσική της συλλογής Χάιζενμπεργκ ανακαλύφθηκε και η πρώτη παγκοσμίως εγγραφή μπουζουκιού, που είναι γνωστή μέχρι σήμερα.
Πρόκειται για το σμυρναίικο «Χήρα ν΄αλλάξεις όνομα» που τραγουδούσε ο Σκιαθίτης στρατιώτης Απόστολος Παπαδιαμάντης (συγγενής του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη) υπό τους ήχους μπουζουκιού που έπαιζε ο επίσης στρατιώτης Κώστας Καλαμάρας από τη Σύρο.
Τα «παράξενα» του Γκαίρλιτς
Στα παράξενα του Γκαίρλιτς ανήκει και η αθρόα συμμετοχή των Ελλήνων στρατιωτών στη γερμανική επανάσταση του Νοεμβρίου του 1918, τη γνωστή ως επανάσταση των Σπαρτακιστών, με επικεφαλής τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λήμπνεχτ.
Οπως αναφέρεται στο βιβλίο, επηρεασμένοι από το διάχυτα ανατρεπτικό μεταπολεμικό κλίμα, αλλά και για δικούς τους ειδικούς λόγους, ήρθαν σε ρήξη με τους αξιωματικούς, καθαίρεσαν από τη διοίκηση του Σώματος και εξέλεξαν επαναστατικά στρατιωτικά συμβούλια («σοβιέτ»), με κορυφαίο αίτημα την άμεση επιστροφή στην πατρίδα.
Γεγονότα πρωτοφανή στα ελληνικά στρατιωτικά χρονικά, «φωτεινό παράδειγμα για τους φαντάρους, τους ναύτες και όλους τους εργαζόμενους της χώρας» (Ριζοσπάστης 23.7.1932), που όμως μετά τη ρήξη με τη γερμανική πλευρά θα έριχναν βαριά τη σκιά τους στην τελευταία πράξη του επεισοδίου, οδηγώντας τον κύριο όγκο των στρατιωτών σε άτακτη και περιπετειώδη φυγή.
Η επιστροφή στην Ελλάδα
Ήταν 24 Φεβρουαρίου 1919. Στην πόλη της Σιλεσίας δεν υπήρχαν πλέον Έλληνες εκτός από κάποιους που την είχαν επιλέξει για μόνιμη πατρίδα τους.
Και μια επιτροπή αξιωματικών που θα ακολουθούσε σύντομα μετά την τακτοποίηση και των τελευταίων εκκρεμοτήτων, τονίζεται.
«Μετά την παλιννόστηση βαρύς θα έπεφτε ο πέλεκυς των διώξεων επί δικαίων και αδίκων. Υπήρξαν έως και θανατικές καταδίκες (αξιωματικών, οι οποίες όμως, ενόψει των εκλογών του 1920, δεν εκτελέστηκαν), που όξυναν αφόρητα το κλίμα του εσωτερικού διχασμού κατά τη διάρκεια μάλιστα της Μικρασιατικής Εκστρατείας» προστίθεται.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Γεράσιμος Αλεξάτος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Τη δεκαετία του 80 εργάστηκε σε διευθυντικές θέσεις σε ελληνικές βιομηχανίες. Από το 1988 μέχρι πρόσφατα εργαζόταν ως ερευνητής - ελεγκτής εφευρέσεων στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Ευρεσιτεχνών στο Βερολίνο.
Παράλληλα ασχολήθηκε εντατικά και επί πολλά χρόνια με τη μελέτη, έρευνα, διαλέξεις και δημοσιεύσεις σε ειδικά ιστορικά θέματα ελληνογερμανικού ενδιαφέροντος. «Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς 1916-1919» είναι το πρώτο του βιβλίο.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΠΗΓΗ: http://www.euro2day.gr/news/highlights/article-news/1232777/h-agnosth-ellhnogermanikh-peripeteia-toy-a-pp.html
kranos
Ήταν Σεπτέμβριος του 1916, όταν στην πόλη Γκαίρλιτς της πρώην Ανατολικής Γερμανίας έφταναν με τρένα από τη Δράμα, περίπου 7.000 Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί.
Ήταν η δύναμη του Δ΄Σώματος Στρατού, η οποία «αναγκάστηκε» μέσα μια τραγική ιστορική συγκυρία να οδηγηθεί σ΄αυτή την πόλη και να παραμείνει επί δυόμισι χρόνια ως υπό περιορισμό «φιλοξενούμενη» του Κάιζερ.
Είχε προηγηθεί η κατάκτηση της Ανατολικής Μακεδονίας από τους Βουλγάρους, «μετά το πράσινο φως της γερμανικής ηγεσίας, γεγονός με ολέθριες συνέπειες για τον ελληνικό πληθυσμό της.
Τα δύο αυτά συμβάντα - η κατάληψη εθνικού εδάφους και η μεταφορά ενός ολόκληρου σώματος στρατού σε στρατόπεδο της Γερμανίας - συγκλόνισαν τότε την ελληνική κοινωνία, οξύνοντας στο έπακρο τον εμφύλιο διχασμό της» αναφέρει στο βιβλίο του «Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς 1916-1919» (Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη) ο Γεράσιμος Αλεξάτος.
Ο συγγραφέας δήλωσε συγκλονισμένος από τις συναντήσεις που είχε στην πόλη, στη διάρκεια της έρευνάς του για αυτό το ιστορικό θέμα ελληνογερμανικού ενδιαφέροντος.
«...Σε μια ορισμένη ιστορική περίοδο που εξέταζα, αρχές 20ού αιώνα, "σκόνταφτα" διαρκώς στη λέξη Γκαίρλιτς, στην πόλη, που ήταν άγνωστη σε μένα» είπε, μεταξύ άλλων, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Ο ίδιος έκανε το πρώτο του ταξίδι στο Γκαίρλιτς το 2005 και στη συνέχεια μετέβη στην πόλη τουλάχιστον άλλες δέκα φορές για να συλλέξει υλικό για την έρευνά του.
To θαύμα του Γκαίρλιτς
Η ιστορική περίοδος που «πραγματεύεται» το βιβλίο χαρακτηρίζεται και από μια συγκυρία, κατά την οποία, η Ελλάδα ήταν «κομμένη» στα δύο:
Από τη μια η κυβέρνηση Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν εγκατεστημένες οι αγγλογαλλικές δυνάμεις της Αντάντ.
Από την άλλη η κυβέρνηση των Αθηνών, υπό τον βασιλιά Κωνσταντίνο. Αποτέλεσμα, η «λογική» του διαχωρισμού των Ελλήνων σε «βενιζελικούς» και «βασιλικούς».
Χαρακτηριστικά δε, της αντιπαράθεσης που επικράτησε -και στο στρατόπεδο όπου «φιλοξενούνταν» οι Έλληνες στρατιώτες- εξαιτίας του Εθνικού Διχασμού, ήταν και τα ακόλουθα γεγονότα:
Στις αρχές του 1918, 36 Έλληνες «βενιζελικοί» αξιωματικοί, με την κατηγορία ότι ασκούσαν προπαγάνδα οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Βέρλ της Βεστφαλίας.
«Εκεί, σε ένα παλιό πρώην καθολικό μοναστήρι, θα έμεναν για έναν περίπου χρόνο, μέχρι το τέλος του πολέμου. Υπέφεραν πολύ από τη μόνιμη έλλειψη τροφίμων.
Η κατάσταση τους επιδεινώθηκε, όταν σταμάτησε η αποστολή δεμάτων με απαραίτητα για την επιβίωσή τους συμπληρώματα. Τότε αντιμετώπισαν το 'φρικώδες μαρτύριο της πείνας' (Κατάθεση Βασίλη Ρώτα, Εμπρός 26.5/8.6.1920)» αναφέρεται στο βιβλίο.
Άλλοι 17 στις φυλακές του Κένιγκσμπεργκ (σημερινό Καλίνινγκραντ), «γιατί, εν αγνοία της διοίκησης, είχαν απευθύνει υπόμνημα στον έκπτωτο, εκφράζοντας παράλληλα τα παράπονα για τους από χρόνια καθηλωμένους μισθούς τους.
Απελευθερώθηκαν λίγους μήνες αργότερα από σπαρτακιστές επαναστάτες» συμπληρώνεται.
Η άφιξη και η υποδοχή των Ελλήνων στρατιωτών
Η άφιξη -το 1916- χιλιάδων στρατευμένων από ολόκληρο τον τότε διάσπαρτο ελληνικό κόσμο είναι η πρώτη στην ιστορία μαζική συνάντηση Ελλήνων και Γερμανών σε γερμανικό έδαφος.
Είχε προηγηθεί βέβαια η τραυματική εμπειρία με τον Οθωνα και τη βαυαρική συνοδεία του, ενώ διαρκής ήταν η ροή Ελλήνων σπουδαστών, διανοούμενων και εμπόρων προς τα πανεπιστήμια και τα εμπορικά κέντρα της Γερμανίας, σημειώνει ο συγγραφέας.
Προσθέτει ότι «ωστόσο, το επεισόδιο του Γκαίρλιτς ήταν εκείνο το γεγονός, που περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, έβαλε τη σφραγίδα του στις ελληνογερμανικές σχέσεις κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα».
Όταν ο ελληνικός στρατός έφθασε στο Γκαίρλιτς η υποδοχή ήταν θερμή. Οπως αναφέρεται στο βιβλίο:
«...Η μικρή πόλη της Σιλεσίας, που έβλεπε με υπερηφάνεια το όνομά της να φιγουράρει επί εβδομάδες στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, είχε φορέσει τα καλά της και ετοιμαζόταν να "καλωσορίσει εγκάρδια τους Έλληνες φίλους".
Το στρατόπεδο έλαμπε από καθαριότητα και την είσοδό του τη στόλιζε η γνωστή από τις φωτογραφίες γιρλάντα με την επιγραφή "ΧΑΙΡΕΤΕ".
Στους δρόμους και τις πλατείες, από όπου θα περνούσαν παρελαύνοντας τα ένοπλα τμήματα, είχαν αναρτηθεί ελληνικές σημαίες.
Ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί με επικεφαλής τον υφυπουργό Στρατιωτικών, κλιμάκια αξιωματικών του Γενικού Επιτελείου, φιλέλληνες, διπλωμάτες και πολλοί δημοσιογράφοι, συνέρρεαν ήδη απ΄ όλη τη Γερμανία».
Το στρατόπεδο
Ενάμισι χιλιόμετρο από το ιστορικό κέντρο της πόλης, ένα πρώην στρατόπεδο Ρώσων αιχμαλώτων χρησιμοποιήθηκε για τον στρατωνισμό των ανδρών του Σώματος.
Κάλυπτε μια πελώρια περιφραγμένη έκταση - 700 χ 400 μέτρα - ικανή να παρέχει κατάλυμα σε 12.000 αιχμαλώτους.
Για τις ανάγκες των 6500 Ελλήνων που αρχικά εγκαταστάθηκαν εκεί, ο χώρος ήταν επομένως υπερεπαρκής. Θα αραιώσει δε περισσότερο, όταν το καλοκαίρι του 1917 θα ξεκινήσουν οι αθρόες αποστολές εργασίας, με αποτέλεσμα κατά το τέλος του πολέμου και το ξέσπασμα της εξέγερσης των στρατιωτών, ο αριθμός των εκεί διαβιούντων να μην υπερβαίνει τους 1500.
Η εφημερίδα Έλληνες καλλιτέχνες και λόγιοι
Στις 3 Νοεμβρίου 1916, έναν μόλις μήνα μετά την άφιξη του στρατού, κυκλοφόρησε το πρώτο φύλλο της καθημερινής (εκτός Κυριακής) εφημερίδας Νέα του Γκαίρλιτς.
Η εφημερίδα αποτελούσε την ελληνόφωνη έκδοση της ομότιτλης τοπικής εφημερίδας Γκέρλιτσερ Νάχριχτεν. Οπως επισημαίνεται στο βιβλίο, «η έκδοση της εφημερίδας είχε και σημαντικές παράπλευρες ωφέλειες: λειτούργησε ως πόλος συσπείρωσης για κάποιους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, νέους τότε και άγνωστους, διάσημους αργότερα - που έτυχε να βρίσκονται μεταξύ των στρατευμένων.
Μεταξύ αυτών ο νεαρός ποιητής και λόγιος Λέων Κουκούλας, τότε υπαξιωματικός, ο διάσημος αργότερα ποιητής και άνθρωπος του θεάτρου Βασίλης Ρώτας, τότε αξιωματικός με τον βαθμό του υπολοχαγού».
«Στις αρχές του 1917, όταν, συνεπεία του αφόρητου ψύχους, τα πρώτα κρούσματα μηνιγγίτιδας χτύπησαν το ελληνικό στρατόπεδο, διατάσσεται από τις γερμανικές αρχές ο πλήρης αποκλεισμός του από γερμανική φρουρά και η απαγόρευση επί εβδομάδες κάθε επικοινωνίας με την πόλη.
Ανάμεσα στους εγκλωβισμένους ήταν και ο Βασίλης Ρώτας» επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ο συγγραφέας.
Και συνεχίζει: «Για να διασκεδάσει τότε τους αποκλεισμένους στρατιώτες, είχε την έμπνευση να ανεβάσει αυτοσχέδιες παραστάσεις Καραγκιόζη.
Ενός Καραγκιόζη όμως διαφορετικού, που βρέθηκε και αυτός άθελά του στη Γερμανία και ζούσε εξόριστος στο Γκαίρλιτς. Έτσι κάνει την εμφάνισή του, ενθουσιάζοντας τους στρατιώτες, το πρώτο καραγκιόζικο έργο του Ρώτα, "η πρώτη ζύμη, κάποιο προσχέδιο, η αρχική ιδέα", όπως διαπιστώνει σε πρόσφατο βιβλίο του ο μελετητής του ρωταϊκού έργου Θανάσης Καραγιάννης».
Οι Ελληνες αιχμάλωτοι
Με το υπ΄αριθμόν 365 φύλλο, σταματά η κυκλοφορία των Νέων του Γκαίρλιτς και την ίδια ημέρα, στις 14 Ιανουαρίου 1918 κάνουν την εμφάνισή τους στο Βερολίνο τα Ελληνικά Φύλλα. Στις 28 Νοεμβρίου 1918, θα κυκλοφορήσει το τελευταίο της φύλλο.
«Συναγερμός» στους κύκλους των φιλελλήνων και η πρώτη ηχογράφηση μπουζουκιού παγκοσμίως!
Η έλευση χιλιάδων Ελλήνων σήμανε «συναγερμό» στους κύκλους των φιλελλήνων.
Ο πρώτος που εξέφρασε επίσημα την επιθυμία να προσφέρει ολόπλευρα τις υπηρεσίες του, ήταν ο διάσημος βυζαντινολόγος και νεοελληνιστής Άουγκουστ Χάιζενμπεργκ (August Heisenberg), κάτοχος της σχετικής έδρας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και πρόεδρος της νεοσύστατης, τότε, Γερμανοελληνικής εταιρείας.
Πραγματοποιήθηκαν σπανιότατες μελέτες, διατριβές, ηχητικές καταγραφές τραγουδιού και διαλέκτων, που μόλις σήμερα βγαίνουν σταδιακά στο φως της δημοσιότητας, προκαλώντας επιστημονικό και γενικότερο ενδιαφέρον. Μεταξύ αυτών και η πρώτη ηχογράφηση μπουζουκιού παγκοσμίως!
Η τεχνική διεκπεραίωση του «εγχειρήματος» ανατέθηκε στη Βασιλική Πρωσική Φωνογραφική Επιτροπή και συνολικά ηχογραφήθηκαν 72 δίσκοι γραμμοφώνου, από τους οποίους οι 65 περιέχουν ομιλίες, απαγγελίες κειμένων και διαλόγους, ενώ οι υπόλοιποι 7 τραγούδια, χορωδίες και μουσικά όργανα.
Ανάμεσα στους επτά δίσκους με μουσική της συλλογής Χάιζενμπεργκ ανακαλύφθηκε και η πρώτη παγκοσμίως εγγραφή μπουζουκιού, που είναι γνωστή μέχρι σήμερα.
Πρόκειται για το σμυρναίικο «Χήρα ν΄αλλάξεις όνομα» που τραγουδούσε ο Σκιαθίτης στρατιώτης Απόστολος Παπαδιαμάντης (συγγενής του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη) υπό τους ήχους μπουζουκιού που έπαιζε ο επίσης στρατιώτης Κώστας Καλαμάρας από τη Σύρο.
Τα «παράξενα» του Γκαίρλιτς
Στα παράξενα του Γκαίρλιτς ανήκει και η αθρόα συμμετοχή των Ελλήνων στρατιωτών στη γερμανική επανάσταση του Νοεμβρίου του 1918, τη γνωστή ως επανάσταση των Σπαρτακιστών, με επικεφαλής τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λήμπνεχτ.
Οπως αναφέρεται στο βιβλίο, επηρεασμένοι από το διάχυτα ανατρεπτικό μεταπολεμικό κλίμα, αλλά και για δικούς τους ειδικούς λόγους, ήρθαν σε ρήξη με τους αξιωματικούς, καθαίρεσαν από τη διοίκηση του Σώματος και εξέλεξαν επαναστατικά στρατιωτικά συμβούλια («σοβιέτ»), με κορυφαίο αίτημα την άμεση επιστροφή στην πατρίδα.
Γεγονότα πρωτοφανή στα ελληνικά στρατιωτικά χρονικά, «φωτεινό παράδειγμα για τους φαντάρους, τους ναύτες και όλους τους εργαζόμενους της χώρας» (Ριζοσπάστης 23.7.1932), που όμως μετά τη ρήξη με τη γερμανική πλευρά θα έριχναν βαριά τη σκιά τους στην τελευταία πράξη του επεισοδίου, οδηγώντας τον κύριο όγκο των στρατιωτών σε άτακτη και περιπετειώδη φυγή.
Η επιστροφή στην Ελλάδα
Ήταν 24 Φεβρουαρίου 1919. Στην πόλη της Σιλεσίας δεν υπήρχαν πλέον Έλληνες εκτός από κάποιους που την είχαν επιλέξει για μόνιμη πατρίδα τους.
Και μια επιτροπή αξιωματικών που θα ακολουθούσε σύντομα μετά την τακτοποίηση και των τελευταίων εκκρεμοτήτων, τονίζεται.
«Μετά την παλιννόστηση βαρύς θα έπεφτε ο πέλεκυς των διώξεων επί δικαίων και αδίκων. Υπήρξαν έως και θανατικές καταδίκες (αξιωματικών, οι οποίες όμως, ενόψει των εκλογών του 1920, δεν εκτελέστηκαν), που όξυναν αφόρητα το κλίμα του εσωτερικού διχασμού κατά τη διάρκεια μάλιστα της Μικρασιατικής Εκστρατείας» προστίθεται.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Γεράσιμος Αλεξάτος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Τη δεκαετία του 80 εργάστηκε σε διευθυντικές θέσεις σε ελληνικές βιομηχανίες. Από το 1988 μέχρι πρόσφατα εργαζόταν ως ερευνητής - ελεγκτής εφευρέσεων στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Ευρεσιτεχνών στο Βερολίνο.
Παράλληλα ασχολήθηκε εντατικά και επί πολλά χρόνια με τη μελέτη, έρευνα, διαλέξεις και δημοσιεύσεις σε ειδικά ιστορικά θέματα ελληνογερμανικού ενδιαφέροντος. «Οι Έλληνες του Γκαίρλιτς 1916-1919» είναι το πρώτο του βιβλίο.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΠΗΓΗ: http://www.euro2day.gr/news/highlights/article-news/1232777/h-agnosth-ellhnogermanikh-peripeteia-toy-a-pp.html
kranos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αρχαία πόλη έφεραν στο φως ανασκαφές κοντά στη Λάρνακα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ