2014-07-11 08:29:06
Η χώρα της σάμπα και του ποδοσφαίρου έχει σίγουρα να αντιμετωπίσει περισσότερα προβλήματα από όσα χωράνε στη βιτρίνα που θέλει να την χρησιμοποιήσει για να τονώσει την εικόνα της ισχύος και της ευημερίας. Στην πραγματικότητα, η σύγχρονη Βραζιλία κινδυνεύει να γίνει η «Μαρία Αντουανέτα» του πλανήτη. Το Μουντιάλ και η ανάληψη των ολυμπιακών αγώνων αποτελούν στην πραγματικότητα τη λαμπερή όψη μίας προσπάθειας από την ηγεσία της να αναδειχθεί η Βραζιλία σε…υπερδύναμη.
Όμως η πορεία αυτή κρύβει πολλά εμπόδια και εξίσου μεγάλους κινδύνους. Η στροφή του κέντρου βάρους της πολιτικής της προς τους BRICS και κυρίως την Κίνα, οι κόντρες με τις ΗΠΑ και οι έντονες κοινωνικές ανισότητες που αποτελούν μία μόνιμη και ζέουσα πηγή έντασης στο εσωτερικό της, είναι δύο αντιφατικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Αμέσως μετά το Μουντιάλ και πριν από τις προεδρικές εκλογές, η χώρα θα φιλοξενήσει την επόμενη συνάντηση κορυφής των BRICS στην πόλη Φορταλέζα. Το πιο σημαντικό θέμα στην ατζέντα της θα είναι η ίδρυση μιας κοινής αναπτυξιακής τράπεζας, με ένα αρχικό κεφάλαιο 100 δισ. δολαρίων.
Η Βραζιλία είναι η 7η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, όμως το 6% του πληθυσμού ζει σε φαβέλες, όπου οι υποδομές είναι ανύπαρκτες και το εμπόριο ναρκωτικών, αλλά και η εγκληματικότητα είναι καθημερινά φαινόμενα. Με τις κοινωνικές υπηρεσίες να είναι ανύπαρκτες, κυρίως στην υγεία, την παιδεία και τις μεταφορές, τα χρήματα που δαπανώνται για τη διοργάνωση του Μουντιάλ έχουν εξοργίσει τους πολίτες της Βραζιλίας. Έντεκα δισεκατομμύρια ευρώ σε μια χώρα που ο μέσος μισθός είναι περίπου 640 ευρώ και ο κατώτατος μισθός είναι στα 240 ευρώ τον μήνα.
Ωστόσο, σύμφωνα με υπολογισμούς, χρειάζονται 1.000 ευρώ για τη βασική συντήρηση μιας οικογένειας. Οι διαδηλώσεις άρχισαν να παίρνουν βίαιη τροπή, πριν από περίπου ένα χρόνο. Οι πολίτες είδαν τις τιμές των βασικών αγαθών να εκτοξεύονται και την καταναλωτική τους δύναμη να εξασθενεί. Το κόστος της διοργάνωσης ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Πριν από μερικά χρόνια, ο πληθωρισμός ήταν στο 3,6% και τον περασμένο χρόνο έφτασε το 6,5%. Οι τιμές των τροφίμων, όπως το ρύζι, τα λαχανικά και το κοτόπουλο έχουν αυξηθεί από 20% μέχρι 100%. Τα ενοίκια έχουν διπλασιαστεί.
Πριν γίνει μέλος των BRICS, η Βραζιλία ήταν βυθισμένη σε βαθιά οικονομική κρίση. Η γρήγορη ανάκαμψή της εξέπληξε πολλούς, αλλά έχει σημειώσει μικρή πρόοδο στην κοινωνική ανάπτυξη από τότε. Μια τέτοια περίπτωση είναι η αποτυχία της να δημιουργήσει ένα δίκαιο και αποτελεσματικό σύστημα υγείας. Σχεδόν το 70% του πληθυσμού εξαρτάται από το καθολικό σύστημα υγείας, που ονομάζεται SUS, αλλά η κυβερνητική χρηματοδότηση γι’ αυτό είναι ελάχιστη.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει επίσης αμελήσει να βοηθήσει τις τοπικές κυβερνήσεις να διαχειριστούν τα νοσοκομεία του SUS και έχει δώσει λίγα χρήματα για βασικές ανάγκες, όπως κρεβάτια και μηχανήματα ακτινών Χ, για εργαζόμενους της υγειονομικής περίθαλψης και για φάρμακα. Ως αποτέλεσμα το 2012 εκτιμάται ότι περίπου το 40% του πληθυσμού δεν είχε πρόσβαση στα βασικά φάρμακα.
Η εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης ήταν εξίσου αναποτελεσματική. Οι τοπικές κυβερνήσεις, οι οποίες έχουν αναλάβει την ευθύνη για τη βασική εκπαίδευση, δεν ήταν σε θέση να επενδύσουν επαρκώς στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Υπήρξε ελάχιστη προσπάθεια για τον καθορισμό των προσόντων διδασκαλίας ή για την παροχή επαρκούς κατάρτισης και έτσι η συνολική ποιότητα της διδασκαλίας έχει μειωθεί. Σήμερα, πάνω από 10% του πληθυσμού είναι αναλφάβητοι. Ακόμη και με την πρόσφατη δέσμευση της Ρούσεφ για αύξηση της χρηματοδότησης για την εκπαίδευση, ορισμένοι ανησυχούν ότι το εργατικό δυναμικό της Βραζιλίας σύντομα δεν θα διαθέτει τις τεχνικές δεξιότητες που απαιτούνται για να διαχειρίζεται την οικονομία της χώρας.
Το Μουντιάλ
Εν όψει όλων αυτών των προκλήσεων, η κοινωνία των πολιτών έχει γίνει όλο και πιο θυμωμένη, επειδή η κυβέρνησή της επικεντρώνεται στην παροχή βοήθειας στο εξωτερικό, όταν η ανάγκη στο εσωτερικό είναι τόσο μεγάλη. Και φυσικά, από την κριτική δεν έλλειψε το Μουντιάλ: «Πρόκειται για διοργάνωση που δεν εξυπηρετεί κατ΄ ελάχιστο τα δημόσιο συμφέρον, αλλά μόνο τις ιδιωτικές οργανώσεις, όπως τη FIFA και μια μικρομεσαία ελίτ», λέει το «Movimento Passe Livre», ένα κίνημα το οποίο πρωτοστατεί στις κοινωνικές αντιδράσεις στη Βραζιλία.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Datafolha που έγινε πριν την έναρξη της διοργάνωσης, μόλις το 52% των Βραζιλιάνων υποστήριζε το Μουντιάλ, ενώ στη διάρκεια του Confederation Cup τον περασμένο Ιούνιο, το αντίστοιχο ποσοστό έφτανε το 65% και το 2008, ένα χρόνο μετά την ανάθεση της διοργάνωσης στη Βραζιλία, ακόμα και το 79%.
«Ο απλός κόσμος δεν κερδίζει κάτι από το Παγκόσμιο Κύπελλο. Οι περισσότεροι δεν μπορούν να δουν τα ματς, γιατί οι τιμές των εισιτηρίων είναι απαγορευτικές» λένε οι πολίτες . Εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών, ασκούν ακόμη πιο έντονη κριτική και υποστηρίζουν ότι οι ανάγκες του Μουντιάλ δεν ήταν παρά ένα πρόσχημα, για να υλοποιηθούν μεγάλα έργα, τα οποία στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον.
Όλα αυτά σε συνδυασμό και με τον αποκλεισμό της ομάδας της Βραζιλίας από τον τελικό, φαίνεται ότι μετατρέπουν την κορυφαία ποδοσφαιρική διοργάνωση στον κόσμο, σε πολιτικό πρόβλημα. Η πρόεδρος της Βραζιλίας είναι εμφανώς συγκλονισμένη από την ιδιαίτερη μελαγχολία της χώρας της μετά τη βαριά ήττα. Και με το δίκιο της.
Ναι μεν υπάρχει ζωή και μετά το ποδόσφαιρο, αλλά υπάρχει και ο προεκλογικός αγώνας για τις προεδρικές εκλογές του Οκτωβρίου, όπου η επανεκλογή της Ρουσέφ είναι αμφίβολη. Χρειάζονται σοβαρές και αξιόπιστες πρωτοβουλίες για μεταρρυθμίσεις στον κοινωνικό τομέα, ώστε να διασωθεί.
Η εξωτερική πολιτική
Την ίδια στιγμή, η αποστασιοποίηση από τις ΗΠΑ που αποφάσισε η Κυβέρνηση της Βραζιλίας, έχει αναθεωρήσει όλες τις προτεραιότητες της χώρας στην εξωτερική πολιτική. Όταν οι ΗΠΑ άσκησαν βέτο στη μεταρρύθμιση του ΔΝΤ ακυρώνοντας την απόφαση που είχε ληφθεί το 2010 και που προέβλεπε αύξηση κατά 6% του μεριδίου συμμετοχής των αναδυόμενων και αναπτυσσόμενων χωρών σε ψηφοφορίες, η ηγεσία της Βραζιλίας αντέδρασε. Το αμερικανικό βέτο προκάλεσε την οργή της Βραζιλίας και οδήγησε στη χειροτέρευση των ούτως ή άλλως τεταμένων σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Γιατί ήδη από την αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών από τον Σνόουντεν, η πρόεδρος της Βραζιλίας ΝτίλμαΡούσεφ είχε αποστασιοποιηθεί από τον αμερικανό ομόλογό της και είχε ακυρώσει συνάντηση μαζί του, προγραμματισμένη για το Σεπτέμβριο του 2013. Αλλά και ο προκάτοχός της Λούλα ντα Σίλβα, με την επέκταση της συνεργασίας Νότου – Νότου, κατάφερε να δημιουργήσει αντίβαρο στην πολιτική κυριαρχία των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική. Η ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων στους κόλπους των BRICS οδήγησε στο να αντικαταστήσει η Κίνα τις ΗΠΑ ως κύριος εισαγωγέας βραζιλιάνικων προϊόντων.
Πολύ πιο σημαντική όμως για τη Βραζιλία είναι η γεωστρατηγική συνεργασία της με την Κίνα. Η συμμετοχή του κινέζου προέδρου στη συνάντηση κορυφής των BRICS στη Φορταλέζα, αποτελεί την απόλυτη προτεραιότητα για τη Μπραζίλια, γιατί είναι και η πρώτη στη χώρα και στην περιοχή. Η κρίση στην Ουκρανία επιταχύνει τη στρατηγική στροφή της Βραζιλίας προς την Ασία και την Αφρική.
attikipress.gr
Όμως η πορεία αυτή κρύβει πολλά εμπόδια και εξίσου μεγάλους κινδύνους. Η στροφή του κέντρου βάρους της πολιτικής της προς τους BRICS και κυρίως την Κίνα, οι κόντρες με τις ΗΠΑ και οι έντονες κοινωνικές ανισότητες που αποτελούν μία μόνιμη και ζέουσα πηγή έντασης στο εσωτερικό της, είναι δύο αντιφατικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Αμέσως μετά το Μουντιάλ και πριν από τις προεδρικές εκλογές, η χώρα θα φιλοξενήσει την επόμενη συνάντηση κορυφής των BRICS στην πόλη Φορταλέζα. Το πιο σημαντικό θέμα στην ατζέντα της θα είναι η ίδρυση μιας κοινής αναπτυξιακής τράπεζας, με ένα αρχικό κεφάλαιο 100 δισ. δολαρίων.
Η Βραζιλία είναι η 7η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, όμως το 6% του πληθυσμού ζει σε φαβέλες, όπου οι υποδομές είναι ανύπαρκτες και το εμπόριο ναρκωτικών, αλλά και η εγκληματικότητα είναι καθημερινά φαινόμενα. Με τις κοινωνικές υπηρεσίες να είναι ανύπαρκτες, κυρίως στην υγεία, την παιδεία και τις μεταφορές, τα χρήματα που δαπανώνται για τη διοργάνωση του Μουντιάλ έχουν εξοργίσει τους πολίτες της Βραζιλίας. Έντεκα δισεκατομμύρια ευρώ σε μια χώρα που ο μέσος μισθός είναι περίπου 640 ευρώ και ο κατώτατος μισθός είναι στα 240 ευρώ τον μήνα.
Ωστόσο, σύμφωνα με υπολογισμούς, χρειάζονται 1.000 ευρώ για τη βασική συντήρηση μιας οικογένειας. Οι διαδηλώσεις άρχισαν να παίρνουν βίαιη τροπή, πριν από περίπου ένα χρόνο. Οι πολίτες είδαν τις τιμές των βασικών αγαθών να εκτοξεύονται και την καταναλωτική τους δύναμη να εξασθενεί. Το κόστος της διοργάνωσης ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Πριν από μερικά χρόνια, ο πληθωρισμός ήταν στο 3,6% και τον περασμένο χρόνο έφτασε το 6,5%. Οι τιμές των τροφίμων, όπως το ρύζι, τα λαχανικά και το κοτόπουλο έχουν αυξηθεί από 20% μέχρι 100%. Τα ενοίκια έχουν διπλασιαστεί.
Πριν γίνει μέλος των BRICS, η Βραζιλία ήταν βυθισμένη σε βαθιά οικονομική κρίση. Η γρήγορη ανάκαμψή της εξέπληξε πολλούς, αλλά έχει σημειώσει μικρή πρόοδο στην κοινωνική ανάπτυξη από τότε. Μια τέτοια περίπτωση είναι η αποτυχία της να δημιουργήσει ένα δίκαιο και αποτελεσματικό σύστημα υγείας. Σχεδόν το 70% του πληθυσμού εξαρτάται από το καθολικό σύστημα υγείας, που ονομάζεται SUS, αλλά η κυβερνητική χρηματοδότηση γι’ αυτό είναι ελάχιστη.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει επίσης αμελήσει να βοηθήσει τις τοπικές κυβερνήσεις να διαχειριστούν τα νοσοκομεία του SUS και έχει δώσει λίγα χρήματα για βασικές ανάγκες, όπως κρεβάτια και μηχανήματα ακτινών Χ, για εργαζόμενους της υγειονομικής περίθαλψης και για φάρμακα. Ως αποτέλεσμα το 2012 εκτιμάται ότι περίπου το 40% του πληθυσμού δεν είχε πρόσβαση στα βασικά φάρμακα.
Η εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης ήταν εξίσου αναποτελεσματική. Οι τοπικές κυβερνήσεις, οι οποίες έχουν αναλάβει την ευθύνη για τη βασική εκπαίδευση, δεν ήταν σε θέση να επενδύσουν επαρκώς στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Υπήρξε ελάχιστη προσπάθεια για τον καθορισμό των προσόντων διδασκαλίας ή για την παροχή επαρκούς κατάρτισης και έτσι η συνολική ποιότητα της διδασκαλίας έχει μειωθεί. Σήμερα, πάνω από 10% του πληθυσμού είναι αναλφάβητοι. Ακόμη και με την πρόσφατη δέσμευση της Ρούσεφ για αύξηση της χρηματοδότησης για την εκπαίδευση, ορισμένοι ανησυχούν ότι το εργατικό δυναμικό της Βραζιλίας σύντομα δεν θα διαθέτει τις τεχνικές δεξιότητες που απαιτούνται για να διαχειρίζεται την οικονομία της χώρας.
Το Μουντιάλ
Εν όψει όλων αυτών των προκλήσεων, η κοινωνία των πολιτών έχει γίνει όλο και πιο θυμωμένη, επειδή η κυβέρνησή της επικεντρώνεται στην παροχή βοήθειας στο εξωτερικό, όταν η ανάγκη στο εσωτερικό είναι τόσο μεγάλη. Και φυσικά, από την κριτική δεν έλλειψε το Μουντιάλ: «Πρόκειται για διοργάνωση που δεν εξυπηρετεί κατ΄ ελάχιστο τα δημόσιο συμφέρον, αλλά μόνο τις ιδιωτικές οργανώσεις, όπως τη FIFA και μια μικρομεσαία ελίτ», λέει το «Movimento Passe Livre», ένα κίνημα το οποίο πρωτοστατεί στις κοινωνικές αντιδράσεις στη Βραζιλία.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Datafolha που έγινε πριν την έναρξη της διοργάνωσης, μόλις το 52% των Βραζιλιάνων υποστήριζε το Μουντιάλ, ενώ στη διάρκεια του Confederation Cup τον περασμένο Ιούνιο, το αντίστοιχο ποσοστό έφτανε το 65% και το 2008, ένα χρόνο μετά την ανάθεση της διοργάνωσης στη Βραζιλία, ακόμα και το 79%.
«Ο απλός κόσμος δεν κερδίζει κάτι από το Παγκόσμιο Κύπελλο. Οι περισσότεροι δεν μπορούν να δουν τα ματς, γιατί οι τιμές των εισιτηρίων είναι απαγορευτικές» λένε οι πολίτες . Εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών, ασκούν ακόμη πιο έντονη κριτική και υποστηρίζουν ότι οι ανάγκες του Μουντιάλ δεν ήταν παρά ένα πρόσχημα, για να υλοποιηθούν μεγάλα έργα, τα οποία στην πραγματικότητα δεν εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον.
Όλα αυτά σε συνδυασμό και με τον αποκλεισμό της ομάδας της Βραζιλίας από τον τελικό, φαίνεται ότι μετατρέπουν την κορυφαία ποδοσφαιρική διοργάνωση στον κόσμο, σε πολιτικό πρόβλημα. Η πρόεδρος της Βραζιλίας είναι εμφανώς συγκλονισμένη από την ιδιαίτερη μελαγχολία της χώρας της μετά τη βαριά ήττα. Και με το δίκιο της.
Ναι μεν υπάρχει ζωή και μετά το ποδόσφαιρο, αλλά υπάρχει και ο προεκλογικός αγώνας για τις προεδρικές εκλογές του Οκτωβρίου, όπου η επανεκλογή της Ρουσέφ είναι αμφίβολη. Χρειάζονται σοβαρές και αξιόπιστες πρωτοβουλίες για μεταρρυθμίσεις στον κοινωνικό τομέα, ώστε να διασωθεί.
Η εξωτερική πολιτική
Την ίδια στιγμή, η αποστασιοποίηση από τις ΗΠΑ που αποφάσισε η Κυβέρνηση της Βραζιλίας, έχει αναθεωρήσει όλες τις προτεραιότητες της χώρας στην εξωτερική πολιτική. Όταν οι ΗΠΑ άσκησαν βέτο στη μεταρρύθμιση του ΔΝΤ ακυρώνοντας την απόφαση που είχε ληφθεί το 2010 και που προέβλεπε αύξηση κατά 6% του μεριδίου συμμετοχής των αναδυόμενων και αναπτυσσόμενων χωρών σε ψηφοφορίες, η ηγεσία της Βραζιλίας αντέδρασε. Το αμερικανικό βέτο προκάλεσε την οργή της Βραζιλίας και οδήγησε στη χειροτέρευση των ούτως ή άλλως τεταμένων σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Γιατί ήδη από την αποκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών από τον Σνόουντεν, η πρόεδρος της Βραζιλίας ΝτίλμαΡούσεφ είχε αποστασιοποιηθεί από τον αμερικανό ομόλογό της και είχε ακυρώσει συνάντηση μαζί του, προγραμματισμένη για το Σεπτέμβριο του 2013. Αλλά και ο προκάτοχός της Λούλα ντα Σίλβα, με την επέκταση της συνεργασίας Νότου – Νότου, κατάφερε να δημιουργήσει αντίβαρο στην πολιτική κυριαρχία των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική. Η ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων στους κόλπους των BRICS οδήγησε στο να αντικαταστήσει η Κίνα τις ΗΠΑ ως κύριος εισαγωγέας βραζιλιάνικων προϊόντων.
Πολύ πιο σημαντική όμως για τη Βραζιλία είναι η γεωστρατηγική συνεργασία της με την Κίνα. Η συμμετοχή του κινέζου προέδρου στη συνάντηση κορυφής των BRICS στη Φορταλέζα, αποτελεί την απόλυτη προτεραιότητα για τη Μπραζίλια, γιατί είναι και η πρώτη στη χώρα και στην περιοχή. Η κρίση στην Ουκρανία επιταχύνει τη στρατηγική στροφή της Βραζιλίας προς την Ασία και την Αφρική.
attikipress.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αλλάζει ο μεταβολισμός μου το καλοκαίρι;
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ