2014-07-12 08:11:05
Το να βάζουμε ετικέτες μπορεί να είναι κάτι ιδιαίτερα καταστροφικό για την ωρίμανσή μας.
Ποιοι είμαστε; Πως θα περιγράφαμε τον εαυτό μας; Για ν’ απαντήσουμε σ’ αυτά τα δύο ερωτήματα, το πιο πιθανό είναι να αναφερθούμε στην προσωπική μας ιστορία, σ’ ένα παρελθόν που έχουμε ζήσει, με το οποίο όμως είμαστε αναμφίβολα δεμένοι και από το οποίο θεωρούμε δύσκολο να ξεφύγουμε.
Ποιες είναι οι αυτοπεριγραφές μας; Μήπως αυτές οι μικρές ξεκάθαρες ετικέτες που συσσωρεύσαμε μια ολόκληρη ζωή; Έχουμε ένα συρτάρι γεμάτο από αυτοχαρακτηρισμούς που το χρησιμοποιούμε τακτικά; Μπορεί να συμπεριλαμβάνει καρτέλες, όπως είμαι νευρικός, είμαι ντροπαλός, είμαι βαρετός, δεν ξέρω από μουσική, είμαι αδέξιος, ξεχνώ εύκολα κι ένα σωρό άλλα επιπρόσθετα “είμαι” που αδιάκοπα χρησιμοποιούμε. Ίσως να έχουμε και πολλά θετικά “είμαι”, όπως”: είμαι αξιαγάπητος, είμαι καλός στο σκάκι, είμαι γλυκός.
Οι αυτοπεριγραφές δεν είναι από μόνες τους λαθεμένες, μπορεί όμως να χρησιμοποιηθούν με επιζήμιο τρόπο. Το να βάζουμε ετικέτες μπορεί να είναι κάτι ιδιαίτερα καταστροφικό για την ωρίμανση. Είναι εύκολο να χρησιμοποιούμε ετικέτες ως δικαιολογία για να παραμείνουμε ίδιοι.
Ο Σέρεν Κίρκεγκωρ έγραφε: “Από τη στιγμή που με χαρακτηρίζετε με κάνετε αρνητικό”. Όταν το άτομο πρέπει να ζήσει σύμφωνα με ετικέτες, ο εαυτός του παύει να υπάρχει. Το ίδιο ισχύει και για τις ετικέτες που κολλάμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας. Αρνιόμαστε τον εαυτό μας όταν τον ταυτίζουμε με ταμπέλες, αντί να τον συγκρίνουμε με τη δυνατότητά μας για ωρίμανση.
Όλοι οι αυτοχαρακτηρισμοί ξεκινούν από το ιστορικό του ατόμου. Αλλά το παρελθόν, όπως λέει ο Καρλ Σάντμπουργκ στο “Λιβάδι”, “είναι ένας κάδος από στάχτες”.
Ας ελέγξουμε τον εαυτό μας ως ποιο βαθμό είμαστε δεμένοι με το παρελθόν. Όλα τα “είμαι” της αυτοήττας είναι αποτέλεσμα της χρήσης αυτών των νευρωτικών φράσεων:
1. “Αυτός είμαι”.
2. “Πάντα ήμουν έτσι”.
3. “Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς”.
4. “Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου”.
Αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα. Είναι οι παράγοντες που μας εμποδίζουν να ωριμάσουμε, ν’ αλλάξουμε και να κάνουμε τη ζωή μας (από τη στιγμή αυτή και μετά – όλη τη ζωή που έχουμε μπροστά μας) νέα, γοητευτική και γεμάτη από την ικανοποίηση των τωρινών στιγμών.
Μερικοί άνθρωποι συνήθως χρησιμοποιούν και τις τέσσερις φράσεις μαζί, όταν τους φέρνεις αντιμέτωπους με τη συμπεριφορά τους. Ρωτήστε κάποιον γιατί εκνευρίζεται όταν προκύπτει θέμα ατυχημάτων κι είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα σας απαντήσει: “Ω, έτσι είμαι εγώ. Πάντα ήμουν έτσι, γιατί αυτός είναι ο χαρακτήρας μου”. Με μια ανάσα όλες αυτές οι φράσεις μαζί! Κι η καθεμιά να χρησιμοποιείται ως μια εξήγηση σχετικά με το γιατί δεν θα γίνουν ποτέ διαφορετικοί και γιατί ούτε καν σκέφτονται ν’ αλλάξουν.
Τα “είμαι” μας που περιγράφουν αυτή την αυτοαπαγορευτική συμπεριφορά ξεκινούν από κάτι που διδαχθήκαμε στο παρελθόν. Και κάθε φορά που χρησιμοποιούμε μία από τις τέσσερις παραπάνω φράσεις, στην πραγματικότητα λέμε: “Κι έχω σκοπό να εξακολουθήσω να είμαι αυτός που είμαι”.
Μπορούμε ν’ αρχίσουμε να λύνουμε τους κόμπους που μας συνδέουν με το παρελθόν και να διώξουμε από μέσα μας τις άκαρπες αυτές φράσεις. που προφέρονται για να μας κρατούν έτσι όπως πάντα ήμασταν.
Κατάλογος χαρακτηριστικών “είμαι” που μπορούν να συμπεριληφθούν στην αυτοεικόνα μας:
Είμαι ντροπαλός.
Είμαι τεμπέλης.
Είμαι δειλός.
Είμαι φοβισμένος.
Είμαι αδέξιος.
Είμαι αγχώδης.
Είμαι ξεχασιάρης.
Είμαι άσχετος από μηχανές.
Είμαι απαίσιος μάγειρας.
Είμαι φοβερά ανορθόγραφος.
Είμαι απ’ αυτούς που κουράζονται εύκολα.
Είμαι φιλάσθενος.
Είμαι απ’ αυτούς που δεν κάνουν τίποτα σωστά.
Είμαι επιρρεπής στα ατυχήματα.
Είμαι χοντρός.
Είμαι άμουσος.
Είμαι άσχετος με τ’ αθλητικά.
Είμαι βαριεστημένος.
Είμαι πεισματάρης.
Είμαι ανώριμος.
Είμαι σχολαστικός.
Είμαι απρόσεκτος.
Είμαι άσχετος από μαθηματικά.
Είμαι μοναχικός τύπος.
Είμαι ψυχρός.
Είμαι μνησίκακος.
Είμαι βλοσυρός.
Είμαι απαθής.
Είμαι ανεύθυνος.
Είμαι νευρικός.
Είμαι τσαπατσούλης.
Είμαι εχθρικός.
Πιθανόν είμαστε κάτι απ’ όλα αυτά, ή ίσως και να’ χουμε φτιάξει ένα δικό μας κατάλογο. Η ουσία δεν είναι ποια ετικέτα διαλέγουμε, αλλά ότι διαλέξαμε να κολλήσουμε πάνω μας μια ετικέτα. Αν είμαστε πραγματικά ικανοποιημένοι με κάποιο απ’ αυτά τα “είμαι”, τότε να το αφήσουμε το να υπάρχει, αλλά αν μπορούμε να παραδεχθούμε πως κάποιο απ’ αυτά ή τ’ άλλα “είμαι” μας ενοχλεί, είναι καιρός να κάνουμε κάποιες αλλαγές. Αλλά ας αρχίσουμε με την κατανόηση αυτών των “είμαι”.
Οι άνθρωποι αρέσκονται να μας χαρακτηρίζουν, να μας κατατάσσουν σε κάποιες μικρές κατηγορίες. Είναι ο ευκολότερος τρόπος. Ο Ντ. Χ. Λώρενς διαπίστωσε το ανόητο αυτής της διαδικασίας στο ποίημά του Ποιος είναι αυτός;
-Ποιος είναι αυτός;
-Ένας άνθρωπος φυσικά.
-Ναι, μα τι κάνει;
-Ζει και είναι άνθρωπος.
-Ναι, βέβαια! Μα θα πρέπει να εργάζεται. Κάτι θα πρέπει να κάνει.
-Γιατί;
-Επειδή φανερά ανήκει στις αργόσχολες τάξεις.
-Δεν ξέρω. Έχει πολύ ελεύθερο χρόνο. Και φτιάχνει πολύ όμορφες καρέκλες.
-Ε, να το λοιπόν. Είναι επιπλοποιός.
-Όχι, όχι!
-Ε, τότε θα είναι μαραγκός.
-Καθόλου.
-Μα, εσύ το είπες.
-Τι είπα;
-Ότι φτιάχνει καρέκλες και είναι μαραγκός.
-Είπα ότι φτιάχνει καρέκλες, μα δεν είπα πως είναι μαραγκός.
-Ωραία. Μήπως τότε είναι ερασιτέχνης;
-Ίσως! Αλλά θα’ λεγες το πουλί ή η τσίχλα είναι επαγγελματίας φλαουτίστας ή ερασιτέχνης;
-Θα’ λεγα πως είναι μόνο ένα πουλί.
-Κι εγώ είπα πως είναι μόνο άνθρωπος.
-Εντάξει! Πάντα σ’ άρεσε να ‘σαι αινιγματικός.
Πως ξεκίνησαν τα “είμαι”
Οι πρόγονοι των “είμαι” μας ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Το πρώτο είδος αυτών των ετικετών προέρχεται από τους άλλους. Μας τις καρφιτσώνουν από παιδί και τις κουβαλάμε πάνω μας μέχρι σήμερα. Οι άλλες ετικέτες είναι αποτελεσμα της εκλογής που κάναμε για ν’ αποφύγουμε δυσάρεστες ή δύσκολες αγγαρείες.
Η πρώτη κατηγορία είναι αυτή που ως τώρα κυριαρχεί. Η μικρή Χόουπ πηγαίνει στη Β’ τάξη. Της αρέσει πολύ το μάθημα της ζωγραφικής και ξεχνιέται σχεδιάζοντας και παίζοντας με τα χρώματα. Η δασκάλα της όμως της λέει ότι δεν είναι τόσο καλή κι αυτή αρχίζει ν’ απομακρύνεται από τη ζωγραφική επειδή δεν της αρέσει να την επιτιμούν. Εδώ και λίγο καιρό άρχισε ένα από τα “είμαι” της. “Είμαι ελάχιστα καλή στη ζωγραφική”.
Η συμπεριφορά αποφυγής ενισχύει μέσα της αυτή την ιδέα κι όταν πια έχει μεγαλώσει, όποτε τη ρωτούν γιατί δεν ζωγραφίζει, απαντά: “Α, δεν είμαι καλή στη ζωγραφική. Πάντα έτσι ήμουν”.
Τα περισσότερα “είμαι” είναι κατάλοιπα μιας εποχής, όταν ακούγαμε φράσεις όπως: “Α, αυτός είναι αδέξιος. Ο αδελφός του είναι καλός στον αθλητισμό, μα σ’ αυτόν αρέσει η μελέτη”, “Είσαι σαν κι εμένα· κι εγώ δεν τα κατάφερνα καθόλου στην ορθογραφία”, “Ο Μπίλυ ήταν πάντα ο ντροπαλός της οικογένειας”, “Είναι σαν τον πατέρα της, δεν τα καταφέρνει σε τίποτε!” Όλα αυτά είναι τα “είμαι” μιας ολόκληρης ζωής, που ξεκινούν από την ώρα που γεννιόμαστε και που ποτέ δεν τα αμφισβητούμε. Απλώς τα αποδεχόμαστε ως έναν όρο ζωής.
Ας ανοίξουμε κουβέντα με τους ανθρώπους που στη ζωή μας θεωρούμε τους πλέον υπεύθυνους για πολλά από τα “είμαι” μας (γονείς, παλιούς οικογενειακούς φίλους, πρώην δασκάλους σας, παππούδες κ.λ.π.). Να τους ρωτήσουμε πως νομίζουν ότι γίναμε αυτό που είμστε κι αν ήμασταν πάντα έτσι. Να τους πούμε ότι είμαστε αποφασισμένοι ν’ αλλάξουμε και να δούμε να πιστεύουν ότι είμαστε ικανοί για κάτι τέτοιο. Θα εκπλαγούμε από την ερμηνεία τους κι από την αντίληψη που έχουν ότι δεν μπορούμε να είμαστε διαφορετικοί, αφού “Πάντα είμασταν έτσι”.
Η δεύτερη κατηγορία των “είμαι” ξεκινά από εκείνες τις βολικές ετικέτες που μάθαμε να κολλάμε πάνω μας, με σκοπό να αποφύγουμε δραστηριότητες που δεν μας αρέσουν.
Δούλευα κάποτε μ’ έναν πελάτη 46 χρονών, που ήθελε πάρα πολύ να φοιτήσει σε κολέγιο, μια που έχασε αυτή την ευκαιρία εξαιτίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου· φοβόταν όμως ότι θ’ αντιμετώπιζε τον ανταγωνισμό των νεαρών σπουδαστών. Ο φόβος της αποτυχίας κι η αμφιβολία για τις διανοητικές του ικανότητες τον τρόμαζαν.
Διάβαζε συνέχεια και με τη βοήθεια των συμβούλών μου αποφάσισε να συμμετάσχει στις εισαγωγικές εξετάσεις ενός τοπικού κοινοτικού κολεγίου. Εξασφάλισε ημέρα και ώρα συνέντευξης με την εξεταστική επιτροπή, αλλά εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί τα “είμαι” του για να παρακάμψει την ουσιαστική διαδικασία. Δικαιολογούσε την αδράνειά του λέγοντας: “Είμαι πολύ γέρος, δεν είμαι αρκετά έξυπνος και άλλωστε δεν ενδιαφέρομαι πολύ”.
Ο άνθρωπος αυτός χρησιμοποιεί τα “είμαι” του για ν’ αποφύγει κάτι που θέλει τόσο πολύ. Ένας συνάδελφός μου τα χρησιμοποιεί για ν’ αποφύγει δραστηριότητες που δεν του αρέσουν. Αποφεύγει να επιδιορθώσει το κουδούνι της πόρτας ή το ραδιόφωνο, καθώς και οποιαδήποτε “αντρική” χειρωνακτική δουλειά που τη θεωρεί δυσάρεστη, υπενθυμίζοντας απλώς στη γυναίκα του: “Το ξέρεις, αγαπητή μου, ότι δεν τα καταφέρνω με τα μηχανήματα”.
Αυτές οι μορφές των “είμαι” είναι συμπεριφορές προσαρμογής, αλλά είναι μαζί και παραπλανητικές δικαιολογίες. Αντί να πουν “Θεωρώ αυτή τη δουλειά βαρετή ή χωρίς ενδιαφέρον και προτιμώ να μην την κάνω τώρα” (πράγμα που θα ήταν απόλυτα λογικό και υγιές) θεωρούν πιο εύκολο να προτάξουν ένα “είμαι”.
Στις περιπτώσεις αυτές τα άτομα λένε κάτι για τον εαυτό τους. Δηλώνουν: “Είμαι ολοκληρωμένος σ’ αυτό τον τομέα και δεν πρόκειται να γίνω κάτι διαφορετικό”. Αν είμαστε ολοκληρωμένοι, καθ’ όλα εντάξει κι έχουμε βρει τη θέση μας, τότε έχουμε σταματήσει να ωριμάζουμε, κι ενώ μπορεί να θέλουμε πάρα πολύ να μείνουμε προσκολλημένοι σε μερικά “είμαι”, μπορεί ν’ ανακαλύψουμε ότι κάποια άλλα είναι απλούσταστα περιοριστικά και αυτοκαταστροφικά.
Παρακάτω υπάρχει ένας κατάλογος χαρακτηρισμών, κατάλοιπα του παρελθόντος. Αν κάποιος απ’ αυτούς ανήκει και σ’ εμάς, μπορεί να θέλουμε να τον αλλάξουμε.
Ας έχουμε υπόψη μας ότι εδώ δεν συζητάμε για πράγματα που απλώς δεν μας αρέσει να κάνουμε, αλλά εξετάζουμε κάποια συμπεριφορά που μας κρατά μακριά από δραστηριότητες οι οποίες πιθανόν να μας πρόσφεραν μεγάλη χαρά κι απόλαυση.
Χαρακτηριστικές κατηγορίες “είμαι” και η νευρωτική υπόστασή τους
1. Είμαι κακός στα μαθηματικά, στην ορθογραφία, στις ξένες γλώσσες κ.τ.λ.
Αυτό το “είμαι” μας απαλλάσσει από την προσπάθεια ν’ αλλάξουμε και να μάθουμε κάτι που ανέκαθεν θεωρούσαμε δύσκολο ή πληκτικό. Όσο χαρακτηρίζουμε τον εαυτό μας ανίκανο, έχουμε μια γερή δικαιολογία για ν’ αποφύγουμε την αντιμετώπιση του θέματος.
2. Δεν είμαι καθόλου καλός σε δουλειές που απαιτούν δεξιότητα, όπως η μαγειρική, τα σπορ, το σχέδιο, η ηθοποιία κ.τ.λ.
Αυτό το “είμαι” μας εξασφαλίζει από το να μην κάνουμε τίποτα απ’ όλα αυτά στο μέλλον και δικαιολογεί οποιαδήποτε ανεπιτυχή εκτέλεσή τους στο παρελθόν. “Πάντα ήμουν έτσι· είναι απλούστατα στο χαρακτήρα μου”. Αυτή η στάση ενισχύει την αδράνειά μας και, ακόμη πιο σημαντικό, μας βοηθά να προσκολληθούμε στην ανόητη ιδέα ότι δεν θα πρέπει να κάνουμε τίποτε αν δεν το κάνουμε σωστά και καλά. Έτσι, αν δεν είμαστε παγκοσμίως πρωταθλητής, είναι καλύτερα ν’ αποφύγουμε κάθε άθλημα.
3. Είμαι ντροπαλός, επιφυλακτικός, άστατος, νευρικός, φοβιτσιάρης κ.τ.λ.
Εδώ βρισκόμαστε στη γέννηση αυτών των “είμαι”. Αντί να τα προκαλέσουμε και μαζί μ’ αυτά την αυτοκαταστροφική σκέψη που τα ενισχύει, απλούστατα τ’ αποδεχόμαστε ως μια επικύρωση ότι ανέκαθεν ήμασταν έτσι. Επιπλέον μπορεί να κατηγορούμε τους γονείς μας και να τους χρησιμοποιούμε ως δικαιολογία για το τωρινό μας “είμαι”.
Τους θεωρούμε υπαίτιους κι έτσι δεν χρειάζεται να εργαστούμε για να γίνουμε διαφορετικοί. Διαλέγουμε αυτή τη συμπεριφορά ως έναν τρόπο για ν’ αποφύγουμε την επικύρωση καταστάσεων που πάντα μας ήταν ενοχλητικές. Αυτό το “είμαι” είναι κατάλοιπο της παιδικής μας ηλικίας, όταν οι άλλοι είχαν συμφέρον να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι είμαστε ανίκανοι να σκεφτούμε για τον εαυτό μας.
Απλώς ορίζουμε την προσωπικότητά μας μ’ ένα βολικό “είμαι” και μπορούμε πια να δικαιολογήσουμε όλων των ειδών τις αυτοστερητικές συμπεριφορές ως κάτι έξω από τον έλεγχό μας. Απαρνιόμαστε την ιδέα ότι εμείς μπορούμε να διαλέξουμε την προσωπικότητά μας κι αντίθετα στηριζόμαστε στις από καταβολής κακοτυχίες για να εξηγήσουμε όλα τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς μας που θα θέλαμε ν’ απορρίψουμε.
4. Είμαι αδέξιος, ασυντόνιστος κ.τ.λ.
Αυτά τα “είμαι” που μάθαμε παιδί μας βοηθούν ν’ αποφύγουμε τη γελοιοποίηση που πιθανόν να συναντήσουμε, επειδή δεν είμαστε σωματικά εκπαιδευμένοι όπως οι άλλοι. Φυσικά, η έλλειψη ευστροφίας κι ικανότητας ξεκινά μάλλον από το γεγονός ότι πιστέψαμε σ’ αυτά τα “είμαι” κι έτσι αποφύγαμε τη σωματική άσκηση, παρά από κάποιο κληρονομικό μειονέκτημα. Γινόμαστε καλοί σε ό,τι εξασκούμαστε κι όχι σ’ ό,τι αποφεύγουμε. Κρατάμε το “είμαι” μας και στεκόμαστε παράμερα κοιτάζοντας κι επιθυμώντας, υποκρινόμενοι ότι πραγματικά δεν μας αρέσουν αυτά τα πράγματα.
5. Δεν είμαι ελκυστικός, είμαι άσχημος, πολύ ψηλός, πολύ κοντός κ.τ.λ.
Αυτά τα σωματικά “είμαι” μας βοηθούν να κρατηθούμε και να δικαιολογήσουμε την κακή αυτοεικόνα μας καθώς και την έλλειψη αγάπης. Όσο θα χαρακτηρίζουμε τον εαυτό μας κατ’ αυτό τον τρόπο θα’ χουμε μια προκατασκευασμένη δικαιολογία ώστε να μην εκτεθούμε σε μια ερωτική σχέση· ούτε θα χρειαστεί να προσπαθήσουμε να γίνουμε γοητευτικοί, ακόμη κι απέναντι στον ίδιο τον εαυτό μας. Χρησιμοποιούμε τον καθρέφτη μας ως δικαιολογία για το ότι δεν διακινδυνεύουμε. Εντούτοις υπάρχει ένα πρόβλημα εδώ: βλέπουμε ακριβώς αυτό που διαλέγουμε να δούμε – ακόμη και μέσα στον καθρέφτη.
6. Είμαι ανοργάνωτος, σχολαστικός, τσαπατσούλης κ.τ.λ.
Αυτά τα “είμαι” συμπεριφοράς μας δίνουν την ευκαιρία να εκμεταλλευόμαστε τους άλλους και να δικαιολογούμε γιατί τα πράγματα πρέπει να γίνουν κατά έναν ορισμένο τρόπο. “Πάντα έτσι ενεργούσα”. Λες και η συνήθεια είναι μια δικαιολογία για να κάνουμε οτιδήποτε. Και το “Έτσι θα ενεργώ πάντα” είναι το μήνυμα που δεν διατυπώνεται. Στηριζόμενοι στον τρόπο που πάντα ενεργούσαμε, δεν χρειάζεται καθόλου να ριψοκινδυνεύσουμε για κάτι διαφορετικό και ταυτόχρονα σιγουρευόμαστε ότι όλοι γύρω μας ενεργούν με τον ίδιο τρόπο. Αυτό είναι το “είμαι” που απαιτεί μια πολιτική ως υποκατάστατο σκέψης.
7. Είμαι ξεχασιάρης, αδιάφορος, ανεύθυνος, απαθής κ.τ.λ.
Αυτές οι περιπτώσεις των “είμαι” μας είναι ιδιαίτερα ωφέλιμες όταν θέλουμε να δικαιολογηθούμε για κάποια αναποτελεσματική συμπεριφορά. Το “είμαι” μας απαλλάσσει ακόμη κι από τον κόπο να αντιμετωπίσουμε την αφηρημάδα ή την απροσεξία μας κι έτσι απλούστατα δικαιολογούμε τον εαυτό μας μ’ ένα εφησυχαστικό “Έτσι είμαι εγώ”.
Όσο θα εκστομίζουμε αυτό το “είμαι”, όταν συμπεριφερόμαστε με οποιονδήποτε απ’ τους τρόπους που αναφέραμε πιο πάνω, δεν θα χρειαστεί ποτέ να προσπαθήσουμε ν’ αλλάξουμε. Θα είμαστε πάντα ξεχασιάρηδες και θα υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε γι’ αυτό, έτσι ώστε να μείνουμε πάντα ξεχασιάρηδες.
8. Είμαι Ιταλός, Γερμανός, Εβραίος, Αφρικάνος, Κινέζος κ.τ.λ.
Αυτά είναι τα εθνικά μας “είμαι” και λειτουργούν πάρα πολύ καλά όταν δεν βρίσκουμε άλλους λόγους για να ερμηνεύσουμε μερικές κακές συμπεριφορές μας, που είναι όμως πολύ δύσκολο να τις αντιμετωπίσουμε. Κάθε φορά που συλλαμβάνουμε τον εαυτό μας να συμπεριφέρεται με στερεότυπα που συνδέονται με την υποκουλτούρα μας, απλούστατα καταφεύγουμε στο εθνικό μας “είμαι” για να δικαιολογηθούμε. Κάποτε ρώτησα ένα μαιτρ σε κάποιο εστιατόριο γιατί έδειχνε τόσο εκνευρισμένος κι αντιδρούσε στο παραμικρό πρόβλημα με ξεσπάσματα οργής. Μου απάντησε: “Τι περιμένετε από μένα; Είμαι Ιταλός, δεν μπορώ να συγκρατηθώ”.
9. Είμαι απότομος, αυταρχικός, πιεστικός κ.τ.λ.
Εδώ το “είμαι” μάλλον μας βοηθά να διατηρήσουμε την εχθρική μας διάθεση, παρά να προσπαθήσουμε ν’ αναπτύξουμε αυτοπειθαρχία. Επικαλύπτουμε τη συμπεριφορά αυτή μ’ ένα “Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, έτσι ήμουν πάντα”.
10. Είμαι γέρος, μεσόκοπος, κουρασμένος κ.τ.λ.
Μ’ αυτό το “είμαι” χρησιμοποιούμε την ηλικία μας ως δικαιολογία για να μη συμμετέχουμε σε μια δραστηριότητα που μπορεί να είναι επικίνδυνη ή απειλητική. Κάθε φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δραστηριότητες όπως τα σπορ, το ραντεβού με μια ερωμένη μετά από το διαζύγιο ή το θάνατο της γυναίκας μας, ένα ταξίδι, ή κάτι παρόμοιο λέμε “Είμαι πολύ γέρος” κι εκμηδενίζουμε κάθε συνακόλουθο κίνδυνο, που συνδέεται με τη δοκιμή του καινούργιου που φέρνει ωρίμανση.
Η σημασία αυτού του “είμαι ηλικίας” είναι ότι μας κατατάσσει στους ολοκληρωτικά ξοφλημένους στον τομέα αυτό και αφού ολοένα θα γερνάμε, θα έχουμε αποκλεστεί από κάθε είδους ωρίμανση ή γνωριμία με το καινούργιο.
Ο κύκλος του “είμαι”
Τα ανταλλάγματα της προσκόλλησης στο παρελθόν προβάλλοντας τα “είμαι” μας μπορούν να συνοψιστούν σε μια μόνο λέξη: αποφυγή. Κάθε φορά που θέλουμε ν’ αποφύγουμε κάποια δραστηριότητα ή να συγκαλύψουμε ένα μειονέκτημα της προσωπικότητάς μας, φέρνουμε στην επιφάνεια κάποιο “είμαι”. Πράγματι, αφού χρησιμοποιήσουμε κατά κόρον αυτές τις ετικέτες, αρχίζουμε να τις πιστεύουμε κι οι ίδιοι και σ’ εκείνη την τωρινή στιγμή είμαστε “ολοκληρωμένοι” κι έτσι πρόκειται να παραμείνουμε στην υπόλοιπη ζωή μας.
Οι ετικέτες μας βοηθούν ν’ αποφεύγουμε τη δύσκολη προσπάθεια και τον κίνδυνο να επιχειρήσουμε την αλλαγή. Διαιωνίζουν τη συμπεριφορά που τις δημιούργησε. Έτσι, αν ένας νεαρός πάει σ’ ένα πάρτι πιστεύοντας ότι είναι ντροπαλός, θα συμπεριφερθεί ντροπαλά κι αυτό θα στηρίξει ακόμη περισσότερο αυτή την αυτοεικόνα του.
Πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο.
Έτσι έχει το πράγμα. Αντί να παρέμβει ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 του κύκλου, απλούστατα δικαιολογεί τη συμπεριφορά του μ’ ένα “είμαι” και αποφεύγει επιδέξια να εκτεθεί στον κίνδυνο που είναι αναγκαίος για να βγει απ’ αυτή την παγίδα. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί λόγοι που ο νεαρός είναι ντροπαλός και μερικοί απ’ αυτούς πιθανόν να ανάγονται στην παιδική ηλικία.
Όποιοι κι αν είναι οι λόγοι του φόβου του, έχει αποφασίσει να μην προσπαθήσει να γίνει κοινωνικός, αλλά να εξηγεί αυτή την έλλειψη μ’ ένα “είμαι”. Ο φόβος της αποτυχίας είναι αρκετά ισχυρός, ώστε να τον εμποδίζει να προσπαθήσει. Ενώ αν πίστευε στην τωρινή στιγμή και στην ικανότητά του να επιλέγει, η φράση του θ’ άλλαζε και από “Είμαι δειλός” θα γινόταν “Μέχρι τώρα συμπεριφερόμουν με δειλία”.
Ο φαύλος κύκλος της δειλίας μπορεί κυριολεκτικά να εφρμοστεί σ’ όλα τα “είμαι” που είναι αυτομειωτικά. Ας εξετάσουμε τον κύκλο ενός σπουδαστή που πιστεύει ότι δεν είναι καλός στα μαθηματικά, ενόσω ασχολείται με τη λύση αλγεβρικών προβλημάτων. Αντί να σταματήσει ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 και να θυσιάσει κι άλλο χρόνο στη λύση των προβλημάτων, να συμβουλευτεί κάποιον άλλο, να προσπαθήσει, απλούστατα σταματά. Όταν τον ρωτήσουν γιατί δεν πήρε καλό βαθμό στην άλγεβρα θα πει: “Πάντα ήμουν κακός στα μαθηματικά”.
Αυτά τα φοβερά “είμαι” τα επικαλούμαστε για να δικαιολογήσουμε τον εαυτό μας και να εξηγήσουμε στους άλλους γιατί επιμένουμε σ’ αυτό το πρότυπο της αυτοήττας.
Μπορούμε να εξετάσουμε κι εμείς το δικό μας κύκλο νευρωτικής λογικής και ν’ αρχίσουμε να προκαλούμε οποιαδήποτε πλευρά της ζωής μας, στην οποία έχουμε επιλέξει να θεωρούμε τον εαυτό μας ολοκληρωμένο. Το σοβαρότερο τίμημα για το ότι μένουμε προσκολλημένοι στο παρελθόν μας και στηριζόμαστε στα “είμαι” μας είναι η αποφυγή οποιασδήποτε ευκαιρίας για αλλαγή. Κάθε φορά που χρησιμοποιούμε το “είμαι” για να εξηγήσουμε μια συμπεριφορά που δεν μας αρέσει, ας φανταστούμε τον εαυτό μας ένα δέμα με όμορφο περιτύλιγμα και κορδελίτσες, που περιέχει κάποιο “φινιρισμένο” προϊόν.
Βέβαια είναι πιο έυκολο να περιγράψουμε τον εαυτό μας παρά να τον αλλάξουμε. Ίσως ν’ αποδίδουμε τα αίτια των χαρακτηρισμών μας στους γονείς μας ή σε άλλους ενήλικους που άσκησαν επιρροή στην παιδική μας ηλικία (δάσκαλοι, γείτονες, παππούδες).
Αποδίδοντας τους ευθύνες γι’ αυτό που είμαστε σήμερα, τους παραχωρούμε ένα βαθμό ελέγχου στη ζωή μας, εξυψώνοντάς τους σε ανώτερη θέση από εμάς και, έξυπνα, δημιουργούμε ένα άλλοθι για να παραμείνουμε σ’ αυτή την άγονη κατάσταση. Πράγματι πρόκειται για ξεκάθαρα μικρό τίμημα, που μας εξασφαλίζει από το να εκτεθούμε σε κίνδυνο. Αν φταίει η “κουλτούρα” που αποκτήσαμε αυτά τα “είμαι”, τότε εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε.
Μερικές μέθοδοι για ν’ απαλλαγούμε από το παρελθόν και να εκμηδενίσουμε τα ενοχλητικά “είμαι”
Το ν’ αφήσουμε πίσω το παρελθόν μας σημαίνει να εκτεθούμε σε κινδύνους. Έχουμε συνηθίσει στους αυτοορισμούς μας. Σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν ως σύστημα υποστήριξης της καθημερινής μας ζωής. Ωστόσο, ανάμεσα στις μεθόδους που θα μας βοηθήσουν να εκμηδενίσουμε αυτά τα “είμαι” είναι και οι ακόλουθες:
- Να εξαλείψουμε το “είμαι” κάθε φορά που μπορούμε. Να το αντικαταστήσουμε με φράσεις όπως: “Μέχρι σήμερα διάλεγα να είμαι έτσι” ή “Συνήθιζα να χαρακτηρίζω τον εαυτό μου…”.
- Να ανακοινώσουμε στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους ότι θέλουμε να εξαλείψουμε μερικά από τα “είμαι” μας. Ας αποφασίσουμε ποια είναι τα πιο σημαντικά και να τους ζητήσουμε να μας το υπενθυμίζουν κάθε φορά που τα εκστομίζουμε.
- Να βάλουμε στόχο να ενεργούμε διαφορετικά απ’ ότι μέχρι τώρα. Λόγου χάρη, αν θεωρείτε τον εαυτό σας ντροπαλό, συστηθείτε σ’ ένα πρόσωπο που άλλοτε θα το αποφεύγατε.
- Να μιλήσουμε μ’ ένα πρόσωπο που του έχουμε εμπιστοσύνη και που θα μας βοηθήσει να καταπολεμήσουμε τις δυνάμεις του παρελθόντος. Να του ζητήσουμε να μας κάνει ένα σιωπηλό νόημα κάθε φορά που παρατηρεί να ξαναγυρίζουμε στο “είμαι”.
- Να κρατάμε ημερολόγιο για τα αυτοκαταστροφικά “είμαι” και τις ανάλογες συμπεριφορές και να καταγράφουμε την πρακτική μας, καθώς και το πως νιώθουμε ενώ συμπεριφερόμαστε μ’ αυτό τον τρόπο. Για μια εβδομάδα ας καταγράψουμε την ακριβή ώρα, ημερομηνία και περίσταση, κατά την οποία χρησιμοποιήσαμε ένα από τα αυτοκαταστροφικά “είμαι” και ας προσπαθήσουμε να τα μειώσουμε. να χρησιμοποιήσουμε τον κατάλογο που αναφέραμε πιο πάνω ως οδηγό για το ημερολόγιο που θα κρατήσουμε.
- Να προσέξουμε τις τέσσερις νευρωτικές φράσεις και κάθε φορά που θα φτάνουμε στο σημείο να τις χρησιμοποιήσουμε, να διορθώνουμε τον εαυτό μας δυνατά με τον ακόλουθο τρόπο: μετατρέψτε το:
“Έτσι είμαι εγώ” σε “Έτσι ήμουν εγώ”.
“Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς” σε “Μπορώ να κάνω αλλιώς αν προσπαθήσω”.
“Πάντα ήμουν έτσι” σε “Θα γίνω διαφορετικός”.
“Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου” σε “Έτσι πίστευα παλιά ότι ήταν ο χαρακτήρας μου”.
- Να προσπαθήσουμε κάθε μέρα να εξαλείψουμε ένα “είμαι”, έστω και μόνο γι’ αυτή τη μέρα. Αν χρησιμοποιούμε το “Είμαι ξεχασιάρης” για να χαρακτηρίσουμε τον εαυτό μας, να αφιερώσουμε τη Δευτέρα κάθε εβδομάδας στην προσπάθεια συνειδητοποίησης αυτής της τάσης και να δούμε αν μπορούμε να διορθώσουμε μια ή δυο συμπεριφορές που μας εμφανίζουν ως ξεχασιάρη.
Το ίδιο μπορούμε να κάνουμε αν δεν μας αρέσει το “Είμαι πεισματάρης” – ας αφιερώσουμε μια μέρα για να δείξουμε ανεκτικότητα στις αντίθετες γνώμες και να δούμε αν μπορούμε ν’ απαλλαγούμε απ’ αυτό το “είμαι” έστω και για μια μέρα.
- Μπορούμε να σπάσουμε τον “κύκλο του είμαι” ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 και ν’ αποφασίσουμε ν’ αποβάλουμε αυτές τις τόσο παλιές προφάσεις αποφυγής.
- Να βρούμε κάτι που δεν έχουμε κάνει ποτέ και να αφιερώσουμε ένα απόγευμα σ’ αυτή τη δραστηριότητα. Αφού θα επιδωθούμε για τρεις ώρες σ’ αυτή την εντελώς νέα δραστηριότητα, που στο παρελθόν πάντα αποφεύγαμε, ας δούμε αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ακόμη το ίδιο “είμαι” που μεταχειριστήκαμε το ίδιο πρωί.
Όλα τα “είμαι” είναι διδαγμένα πρότυπα αποφυγής και μπορούμε να μάθουμε να είμαστε σχεδόν καθετί αν το επιλέξουμε.
Μερικές τελικές σκέψεις
Δεν υπάρχει αυτό που λέγεται ανθρώπινη φύση. Η φράση καθαυτή σκοπό έχει να ταξινομεί τους ανθρώπους και να δημιουργεί προφάσεις. Είμαστε το αποτέλεσμα των επιλογών μας και κάθε “είμαι” που αποθησαυρίζουμε θα μπορούσε να επαναχαρακτηριστεί ως “Διάλεξα να είμαι”. Ας ξαναγυρίσουμε στα αρχικά ερωτήματα αυτού του κεφαλαίου. Ποιοί είμαστε; Πως θα περιγράφαμε τον εαυτό μας; Ας σκεφτούμε κάποιες όμορφες, νέες ετικέτες που να μη συνδέονται, κατά κανέναν τρόπο, με τις επιλογές που οι άλλοι έκαναν για μας ή μ’ αυτές που εμείς κάναμε μέχρι τώρα. Αυτές οι παλιές, κουραστικές ετικέτες μπορεί να μας κρατούν μακριά από το να ζήσεουμε τη ζωή μας στην πληρότητά της.
Ας θυμηθούμε τι είπε ο Μέρλιν σχετικά με τη μάθηση:
“Το καλύτερο πράγμα για να μη στενοχωρηθείς”, απάντησε ο Μέρλιν ξεφυσώντας και φουσκώνοντας, “είναι να μάθεις κάτι”. Είναι το μόνο που δεν αποτυχαίνει. Μπορεί να γεράσεις και να τρέμεις ολόκληρος, μπορεί να μένεις άγρυπνος τις νύχτες ακούγοντας την ταραχή στις φλέβες σου, μπορεί να χάσεις τη μοναδική σου αγάπη, μπορεί να βλέπεις τον κόσμο γύρω σου λεηλατημένο από χυδαίους τρελούς, ή να νιώθεις την τιμή σου τσαλαπατειμένη από χυδαία πνεύματα.
Ένα μόνο πράγμα υπάρχει για όλα αυτά τότε, να μάθεις. Μάθε γιατί ο κόσμος συγκλονίζεται και τι τον συγκλονίζει. Είναι το μόνο πράγμα από το οποίο το πνεύμα δεν μπορεί να εξαντληθεί, να αλλοτριωθεί, δεν μπορεί ποτέ να βασανιστεί, δεν νιώθει φόβο ή δυσπιστία και ποτέ δεν ονειρεύεται πως θα μετανιώσει. Η μάθηση είναι αυτό που σου χρειάζεται.
Κοίτα πόσα πολλά πράγματα υπάρχουν να μάθεις – η καθαρή γνώση, η μόνη καθαρότητα που υπάρχει. Μπορείς να μάθεις αστρονομία μέσα σε μια ζωή, φυσική ιστορία σε τρεις ζωές, φιλολογία σε έξι. Και μετά, αφού θα’ χεις εξαντλήσει ένα εκατομμύριο ζωές στη βιολογία και στην ιατρική και στη θεοκριτική και στη γεωγραφία και στην οικονομία, για ποιό λόγο να μην αρχίσεις να μαθαίνεις ξυλογλυπτική ή να περάσεις πενήντα χρόνια μαθαίνοντας πως ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις πως να κατανικάς τον αντίπαλό σου στην ξιφασκία.Ύστερα απ’ αυτό μπορείς ν’ αρχίσεις πάλι με μαθηματικά, μέχρι που να’ ρθει ο καιρός ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις όργωμα” (Terence H. White, The once and future king, Νέα Υόρκη, G. P. Putnam’ s Sons, 1958).
Κάθε “είμαι” που μας εμποδίζει να ωριμάσουμε είναι ένας δαίμονας που πρέπει να τον ξορκίσουμε. Αν πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ένα “είμαι”, ας δοκιμάσουμε αυτό: “Είμαι ένα “είμαι”-εξορκιστής και αυτό μ’ αρέσει”.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Γουαίην Ντύερ: “Οι περιοχές των σφαλμάτων σας“, εκδόσεις Γλάρος
enallaktikidrasi.com
Ποιοι είμαστε; Πως θα περιγράφαμε τον εαυτό μας; Για ν’ απαντήσουμε σ’ αυτά τα δύο ερωτήματα, το πιο πιθανό είναι να αναφερθούμε στην προσωπική μας ιστορία, σ’ ένα παρελθόν που έχουμε ζήσει, με το οποίο όμως είμαστε αναμφίβολα δεμένοι και από το οποίο θεωρούμε δύσκολο να ξεφύγουμε.
Ποιες είναι οι αυτοπεριγραφές μας; Μήπως αυτές οι μικρές ξεκάθαρες ετικέτες που συσσωρεύσαμε μια ολόκληρη ζωή; Έχουμε ένα συρτάρι γεμάτο από αυτοχαρακτηρισμούς που το χρησιμοποιούμε τακτικά; Μπορεί να συμπεριλαμβάνει καρτέλες, όπως είμαι νευρικός, είμαι ντροπαλός, είμαι βαρετός, δεν ξέρω από μουσική, είμαι αδέξιος, ξεχνώ εύκολα κι ένα σωρό άλλα επιπρόσθετα “είμαι” που αδιάκοπα χρησιμοποιούμε. Ίσως να έχουμε και πολλά θετικά “είμαι”, όπως”: είμαι αξιαγάπητος, είμαι καλός στο σκάκι, είμαι γλυκός.
Οι αυτοπεριγραφές δεν είναι από μόνες τους λαθεμένες, μπορεί όμως να χρησιμοποιηθούν με επιζήμιο τρόπο. Το να βάζουμε ετικέτες μπορεί να είναι κάτι ιδιαίτερα καταστροφικό για την ωρίμανση. Είναι εύκολο να χρησιμοποιούμε ετικέτες ως δικαιολογία για να παραμείνουμε ίδιοι.
Ο Σέρεν Κίρκεγκωρ έγραφε: “Από τη στιγμή που με χαρακτηρίζετε με κάνετε αρνητικό”. Όταν το άτομο πρέπει να ζήσει σύμφωνα με ετικέτες, ο εαυτός του παύει να υπάρχει. Το ίδιο ισχύει και για τις ετικέτες που κολλάμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας. Αρνιόμαστε τον εαυτό μας όταν τον ταυτίζουμε με ταμπέλες, αντί να τον συγκρίνουμε με τη δυνατότητά μας για ωρίμανση.
Όλοι οι αυτοχαρακτηρισμοί ξεκινούν από το ιστορικό του ατόμου. Αλλά το παρελθόν, όπως λέει ο Καρλ Σάντμπουργκ στο “Λιβάδι”, “είναι ένας κάδος από στάχτες”.
Ας ελέγξουμε τον εαυτό μας ως ποιο βαθμό είμαστε δεμένοι με το παρελθόν. Όλα τα “είμαι” της αυτοήττας είναι αποτέλεσμα της χρήσης αυτών των νευρωτικών φράσεων:
1. “Αυτός είμαι”.
2. “Πάντα ήμουν έτσι”.
3. “Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς”.
4. “Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου”.
Αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα. Είναι οι παράγοντες που μας εμποδίζουν να ωριμάσουμε, ν’ αλλάξουμε και να κάνουμε τη ζωή μας (από τη στιγμή αυτή και μετά – όλη τη ζωή που έχουμε μπροστά μας) νέα, γοητευτική και γεμάτη από την ικανοποίηση των τωρινών στιγμών.
Μερικοί άνθρωποι συνήθως χρησιμοποιούν και τις τέσσερις φράσεις μαζί, όταν τους φέρνεις αντιμέτωπους με τη συμπεριφορά τους. Ρωτήστε κάποιον γιατί εκνευρίζεται όταν προκύπτει θέμα ατυχημάτων κι είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα σας απαντήσει: “Ω, έτσι είμαι εγώ. Πάντα ήμουν έτσι, γιατί αυτός είναι ο χαρακτήρας μου”. Με μια ανάσα όλες αυτές οι φράσεις μαζί! Κι η καθεμιά να χρησιμοποιείται ως μια εξήγηση σχετικά με το γιατί δεν θα γίνουν ποτέ διαφορετικοί και γιατί ούτε καν σκέφτονται ν’ αλλάξουν.
Τα “είμαι” μας που περιγράφουν αυτή την αυτοαπαγορευτική συμπεριφορά ξεκινούν από κάτι που διδαχθήκαμε στο παρελθόν. Και κάθε φορά που χρησιμοποιούμε μία από τις τέσσερις παραπάνω φράσεις, στην πραγματικότητα λέμε: “Κι έχω σκοπό να εξακολουθήσω να είμαι αυτός που είμαι”.
Μπορούμε ν’ αρχίσουμε να λύνουμε τους κόμπους που μας συνδέουν με το παρελθόν και να διώξουμε από μέσα μας τις άκαρπες αυτές φράσεις. που προφέρονται για να μας κρατούν έτσι όπως πάντα ήμασταν.
Κατάλογος χαρακτηριστικών “είμαι” που μπορούν να συμπεριληφθούν στην αυτοεικόνα μας:
Είμαι ντροπαλός.
Είμαι τεμπέλης.
Είμαι δειλός.
Είμαι φοβισμένος.
Είμαι αδέξιος.
Είμαι αγχώδης.
Είμαι ξεχασιάρης.
Είμαι άσχετος από μηχανές.
Είμαι απαίσιος μάγειρας.
Είμαι φοβερά ανορθόγραφος.
Είμαι απ’ αυτούς που κουράζονται εύκολα.
Είμαι φιλάσθενος.
Είμαι απ’ αυτούς που δεν κάνουν τίποτα σωστά.
Είμαι επιρρεπής στα ατυχήματα.
Είμαι χοντρός.
Είμαι άμουσος.
Είμαι άσχετος με τ’ αθλητικά.
Είμαι βαριεστημένος.
Είμαι πεισματάρης.
Είμαι ανώριμος.
Είμαι σχολαστικός.
Είμαι απρόσεκτος.
Είμαι άσχετος από μαθηματικά.
Είμαι μοναχικός τύπος.
Είμαι ψυχρός.
Είμαι μνησίκακος.
Είμαι βλοσυρός.
Είμαι απαθής.
Είμαι ανεύθυνος.
Είμαι νευρικός.
Είμαι τσαπατσούλης.
Είμαι εχθρικός.
Πιθανόν είμαστε κάτι απ’ όλα αυτά, ή ίσως και να’ χουμε φτιάξει ένα δικό μας κατάλογο. Η ουσία δεν είναι ποια ετικέτα διαλέγουμε, αλλά ότι διαλέξαμε να κολλήσουμε πάνω μας μια ετικέτα. Αν είμαστε πραγματικά ικανοποιημένοι με κάποιο απ’ αυτά τα “είμαι”, τότε να το αφήσουμε το να υπάρχει, αλλά αν μπορούμε να παραδεχθούμε πως κάποιο απ’ αυτά ή τ’ άλλα “είμαι” μας ενοχλεί, είναι καιρός να κάνουμε κάποιες αλλαγές. Αλλά ας αρχίσουμε με την κατανόηση αυτών των “είμαι”.
Οι άνθρωποι αρέσκονται να μας χαρακτηρίζουν, να μας κατατάσσουν σε κάποιες μικρές κατηγορίες. Είναι ο ευκολότερος τρόπος. Ο Ντ. Χ. Λώρενς διαπίστωσε το ανόητο αυτής της διαδικασίας στο ποίημά του Ποιος είναι αυτός;
-Ποιος είναι αυτός;
-Ένας άνθρωπος φυσικά.
-Ναι, μα τι κάνει;
-Ζει και είναι άνθρωπος.
-Ναι, βέβαια! Μα θα πρέπει να εργάζεται. Κάτι θα πρέπει να κάνει.
-Γιατί;
-Επειδή φανερά ανήκει στις αργόσχολες τάξεις.
-Δεν ξέρω. Έχει πολύ ελεύθερο χρόνο. Και φτιάχνει πολύ όμορφες καρέκλες.
-Ε, να το λοιπόν. Είναι επιπλοποιός.
-Όχι, όχι!
-Ε, τότε θα είναι μαραγκός.
-Καθόλου.
-Μα, εσύ το είπες.
-Τι είπα;
-Ότι φτιάχνει καρέκλες και είναι μαραγκός.
-Είπα ότι φτιάχνει καρέκλες, μα δεν είπα πως είναι μαραγκός.
-Ωραία. Μήπως τότε είναι ερασιτέχνης;
-Ίσως! Αλλά θα’ λεγες το πουλί ή η τσίχλα είναι επαγγελματίας φλαουτίστας ή ερασιτέχνης;
-Θα’ λεγα πως είναι μόνο ένα πουλί.
-Κι εγώ είπα πως είναι μόνο άνθρωπος.
-Εντάξει! Πάντα σ’ άρεσε να ‘σαι αινιγματικός.
Πως ξεκίνησαν τα “είμαι”
Οι πρόγονοι των “είμαι” μας ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Το πρώτο είδος αυτών των ετικετών προέρχεται από τους άλλους. Μας τις καρφιτσώνουν από παιδί και τις κουβαλάμε πάνω μας μέχρι σήμερα. Οι άλλες ετικέτες είναι αποτελεσμα της εκλογής που κάναμε για ν’ αποφύγουμε δυσάρεστες ή δύσκολες αγγαρείες.
Η πρώτη κατηγορία είναι αυτή που ως τώρα κυριαρχεί. Η μικρή Χόουπ πηγαίνει στη Β’ τάξη. Της αρέσει πολύ το μάθημα της ζωγραφικής και ξεχνιέται σχεδιάζοντας και παίζοντας με τα χρώματα. Η δασκάλα της όμως της λέει ότι δεν είναι τόσο καλή κι αυτή αρχίζει ν’ απομακρύνεται από τη ζωγραφική επειδή δεν της αρέσει να την επιτιμούν. Εδώ και λίγο καιρό άρχισε ένα από τα “είμαι” της. “Είμαι ελάχιστα καλή στη ζωγραφική”.
Η συμπεριφορά αποφυγής ενισχύει μέσα της αυτή την ιδέα κι όταν πια έχει μεγαλώσει, όποτε τη ρωτούν γιατί δεν ζωγραφίζει, απαντά: “Α, δεν είμαι καλή στη ζωγραφική. Πάντα έτσι ήμουν”.
Τα περισσότερα “είμαι” είναι κατάλοιπα μιας εποχής, όταν ακούγαμε φράσεις όπως: “Α, αυτός είναι αδέξιος. Ο αδελφός του είναι καλός στον αθλητισμό, μα σ’ αυτόν αρέσει η μελέτη”, “Είσαι σαν κι εμένα· κι εγώ δεν τα κατάφερνα καθόλου στην ορθογραφία”, “Ο Μπίλυ ήταν πάντα ο ντροπαλός της οικογένειας”, “Είναι σαν τον πατέρα της, δεν τα καταφέρνει σε τίποτε!” Όλα αυτά είναι τα “είμαι” μιας ολόκληρης ζωής, που ξεκινούν από την ώρα που γεννιόμαστε και που ποτέ δεν τα αμφισβητούμε. Απλώς τα αποδεχόμαστε ως έναν όρο ζωής.
Ας ανοίξουμε κουβέντα με τους ανθρώπους που στη ζωή μας θεωρούμε τους πλέον υπεύθυνους για πολλά από τα “είμαι” μας (γονείς, παλιούς οικογενειακούς φίλους, πρώην δασκάλους σας, παππούδες κ.λ.π.). Να τους ρωτήσουμε πως νομίζουν ότι γίναμε αυτό που είμστε κι αν ήμασταν πάντα έτσι. Να τους πούμε ότι είμαστε αποφασισμένοι ν’ αλλάξουμε και να δούμε να πιστεύουν ότι είμαστε ικανοί για κάτι τέτοιο. Θα εκπλαγούμε από την ερμηνεία τους κι από την αντίληψη που έχουν ότι δεν μπορούμε να είμαστε διαφορετικοί, αφού “Πάντα είμασταν έτσι”.
Η δεύτερη κατηγορία των “είμαι” ξεκινά από εκείνες τις βολικές ετικέτες που μάθαμε να κολλάμε πάνω μας, με σκοπό να αποφύγουμε δραστηριότητες που δεν μας αρέσουν.
Δούλευα κάποτε μ’ έναν πελάτη 46 χρονών, που ήθελε πάρα πολύ να φοιτήσει σε κολέγιο, μια που έχασε αυτή την ευκαιρία εξαιτίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου· φοβόταν όμως ότι θ’ αντιμετώπιζε τον ανταγωνισμό των νεαρών σπουδαστών. Ο φόβος της αποτυχίας κι η αμφιβολία για τις διανοητικές του ικανότητες τον τρόμαζαν.
Διάβαζε συνέχεια και με τη βοήθεια των συμβούλών μου αποφάσισε να συμμετάσχει στις εισαγωγικές εξετάσεις ενός τοπικού κοινοτικού κολεγίου. Εξασφάλισε ημέρα και ώρα συνέντευξης με την εξεταστική επιτροπή, αλλά εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί τα “είμαι” του για να παρακάμψει την ουσιαστική διαδικασία. Δικαιολογούσε την αδράνειά του λέγοντας: “Είμαι πολύ γέρος, δεν είμαι αρκετά έξυπνος και άλλωστε δεν ενδιαφέρομαι πολύ”.
Ο άνθρωπος αυτός χρησιμοποιεί τα “είμαι” του για ν’ αποφύγει κάτι που θέλει τόσο πολύ. Ένας συνάδελφός μου τα χρησιμοποιεί για ν’ αποφύγει δραστηριότητες που δεν του αρέσουν. Αποφεύγει να επιδιορθώσει το κουδούνι της πόρτας ή το ραδιόφωνο, καθώς και οποιαδήποτε “αντρική” χειρωνακτική δουλειά που τη θεωρεί δυσάρεστη, υπενθυμίζοντας απλώς στη γυναίκα του: “Το ξέρεις, αγαπητή μου, ότι δεν τα καταφέρνω με τα μηχανήματα”.
Αυτές οι μορφές των “είμαι” είναι συμπεριφορές προσαρμογής, αλλά είναι μαζί και παραπλανητικές δικαιολογίες. Αντί να πουν “Θεωρώ αυτή τη δουλειά βαρετή ή χωρίς ενδιαφέρον και προτιμώ να μην την κάνω τώρα” (πράγμα που θα ήταν απόλυτα λογικό και υγιές) θεωρούν πιο εύκολο να προτάξουν ένα “είμαι”.
Στις περιπτώσεις αυτές τα άτομα λένε κάτι για τον εαυτό τους. Δηλώνουν: “Είμαι ολοκληρωμένος σ’ αυτό τον τομέα και δεν πρόκειται να γίνω κάτι διαφορετικό”. Αν είμαστε ολοκληρωμένοι, καθ’ όλα εντάξει κι έχουμε βρει τη θέση μας, τότε έχουμε σταματήσει να ωριμάζουμε, κι ενώ μπορεί να θέλουμε πάρα πολύ να μείνουμε προσκολλημένοι σε μερικά “είμαι”, μπορεί ν’ ανακαλύψουμε ότι κάποια άλλα είναι απλούσταστα περιοριστικά και αυτοκαταστροφικά.
Παρακάτω υπάρχει ένας κατάλογος χαρακτηρισμών, κατάλοιπα του παρελθόντος. Αν κάποιος απ’ αυτούς ανήκει και σ’ εμάς, μπορεί να θέλουμε να τον αλλάξουμε.
Ας έχουμε υπόψη μας ότι εδώ δεν συζητάμε για πράγματα που απλώς δεν μας αρέσει να κάνουμε, αλλά εξετάζουμε κάποια συμπεριφορά που μας κρατά μακριά από δραστηριότητες οι οποίες πιθανόν να μας πρόσφεραν μεγάλη χαρά κι απόλαυση.
Χαρακτηριστικές κατηγορίες “είμαι” και η νευρωτική υπόστασή τους
1. Είμαι κακός στα μαθηματικά, στην ορθογραφία, στις ξένες γλώσσες κ.τ.λ.
Αυτό το “είμαι” μας απαλλάσσει από την προσπάθεια ν’ αλλάξουμε και να μάθουμε κάτι που ανέκαθεν θεωρούσαμε δύσκολο ή πληκτικό. Όσο χαρακτηρίζουμε τον εαυτό μας ανίκανο, έχουμε μια γερή δικαιολογία για ν’ αποφύγουμε την αντιμετώπιση του θέματος.
2. Δεν είμαι καθόλου καλός σε δουλειές που απαιτούν δεξιότητα, όπως η μαγειρική, τα σπορ, το σχέδιο, η ηθοποιία κ.τ.λ.
Αυτό το “είμαι” μας εξασφαλίζει από το να μην κάνουμε τίποτα απ’ όλα αυτά στο μέλλον και δικαιολογεί οποιαδήποτε ανεπιτυχή εκτέλεσή τους στο παρελθόν. “Πάντα ήμουν έτσι· είναι απλούστατα στο χαρακτήρα μου”. Αυτή η στάση ενισχύει την αδράνειά μας και, ακόμη πιο σημαντικό, μας βοηθά να προσκολληθούμε στην ανόητη ιδέα ότι δεν θα πρέπει να κάνουμε τίποτε αν δεν το κάνουμε σωστά και καλά. Έτσι, αν δεν είμαστε παγκοσμίως πρωταθλητής, είναι καλύτερα ν’ αποφύγουμε κάθε άθλημα.
3. Είμαι ντροπαλός, επιφυλακτικός, άστατος, νευρικός, φοβιτσιάρης κ.τ.λ.
Εδώ βρισκόμαστε στη γέννηση αυτών των “είμαι”. Αντί να τα προκαλέσουμε και μαζί μ’ αυτά την αυτοκαταστροφική σκέψη που τα ενισχύει, απλούστατα τ’ αποδεχόμαστε ως μια επικύρωση ότι ανέκαθεν ήμασταν έτσι. Επιπλέον μπορεί να κατηγορούμε τους γονείς μας και να τους χρησιμοποιούμε ως δικαιολογία για το τωρινό μας “είμαι”.
Τους θεωρούμε υπαίτιους κι έτσι δεν χρειάζεται να εργαστούμε για να γίνουμε διαφορετικοί. Διαλέγουμε αυτή τη συμπεριφορά ως έναν τρόπο για ν’ αποφύγουμε την επικύρωση καταστάσεων που πάντα μας ήταν ενοχλητικές. Αυτό το “είμαι” είναι κατάλοιπο της παιδικής μας ηλικίας, όταν οι άλλοι είχαν συμφέρον να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι είμαστε ανίκανοι να σκεφτούμε για τον εαυτό μας.
Απλώς ορίζουμε την προσωπικότητά μας μ’ ένα βολικό “είμαι” και μπορούμε πια να δικαιολογήσουμε όλων των ειδών τις αυτοστερητικές συμπεριφορές ως κάτι έξω από τον έλεγχό μας. Απαρνιόμαστε την ιδέα ότι εμείς μπορούμε να διαλέξουμε την προσωπικότητά μας κι αντίθετα στηριζόμαστε στις από καταβολής κακοτυχίες για να εξηγήσουμε όλα τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς μας που θα θέλαμε ν’ απορρίψουμε.
4. Είμαι αδέξιος, ασυντόνιστος κ.τ.λ.
Αυτά τα “είμαι” που μάθαμε παιδί μας βοηθούν ν’ αποφύγουμε τη γελοιοποίηση που πιθανόν να συναντήσουμε, επειδή δεν είμαστε σωματικά εκπαιδευμένοι όπως οι άλλοι. Φυσικά, η έλλειψη ευστροφίας κι ικανότητας ξεκινά μάλλον από το γεγονός ότι πιστέψαμε σ’ αυτά τα “είμαι” κι έτσι αποφύγαμε τη σωματική άσκηση, παρά από κάποιο κληρονομικό μειονέκτημα. Γινόμαστε καλοί σε ό,τι εξασκούμαστε κι όχι σ’ ό,τι αποφεύγουμε. Κρατάμε το “είμαι” μας και στεκόμαστε παράμερα κοιτάζοντας κι επιθυμώντας, υποκρινόμενοι ότι πραγματικά δεν μας αρέσουν αυτά τα πράγματα.
5. Δεν είμαι ελκυστικός, είμαι άσχημος, πολύ ψηλός, πολύ κοντός κ.τ.λ.
Αυτά τα σωματικά “είμαι” μας βοηθούν να κρατηθούμε και να δικαιολογήσουμε την κακή αυτοεικόνα μας καθώς και την έλλειψη αγάπης. Όσο θα χαρακτηρίζουμε τον εαυτό μας κατ’ αυτό τον τρόπο θα’ χουμε μια προκατασκευασμένη δικαιολογία ώστε να μην εκτεθούμε σε μια ερωτική σχέση· ούτε θα χρειαστεί να προσπαθήσουμε να γίνουμε γοητευτικοί, ακόμη κι απέναντι στον ίδιο τον εαυτό μας. Χρησιμοποιούμε τον καθρέφτη μας ως δικαιολογία για το ότι δεν διακινδυνεύουμε. Εντούτοις υπάρχει ένα πρόβλημα εδώ: βλέπουμε ακριβώς αυτό που διαλέγουμε να δούμε – ακόμη και μέσα στον καθρέφτη.
6. Είμαι ανοργάνωτος, σχολαστικός, τσαπατσούλης κ.τ.λ.
Αυτά τα “είμαι” συμπεριφοράς μας δίνουν την ευκαιρία να εκμεταλλευόμαστε τους άλλους και να δικαιολογούμε γιατί τα πράγματα πρέπει να γίνουν κατά έναν ορισμένο τρόπο. “Πάντα έτσι ενεργούσα”. Λες και η συνήθεια είναι μια δικαιολογία για να κάνουμε οτιδήποτε. Και το “Έτσι θα ενεργώ πάντα” είναι το μήνυμα που δεν διατυπώνεται. Στηριζόμενοι στον τρόπο που πάντα ενεργούσαμε, δεν χρειάζεται καθόλου να ριψοκινδυνεύσουμε για κάτι διαφορετικό και ταυτόχρονα σιγουρευόμαστε ότι όλοι γύρω μας ενεργούν με τον ίδιο τρόπο. Αυτό είναι το “είμαι” που απαιτεί μια πολιτική ως υποκατάστατο σκέψης.
7. Είμαι ξεχασιάρης, αδιάφορος, ανεύθυνος, απαθής κ.τ.λ.
Αυτές οι περιπτώσεις των “είμαι” μας είναι ιδιαίτερα ωφέλιμες όταν θέλουμε να δικαιολογηθούμε για κάποια αναποτελεσματική συμπεριφορά. Το “είμαι” μας απαλλάσσει ακόμη κι από τον κόπο να αντιμετωπίσουμε την αφηρημάδα ή την απροσεξία μας κι έτσι απλούστατα δικαιολογούμε τον εαυτό μας μ’ ένα εφησυχαστικό “Έτσι είμαι εγώ”.
Όσο θα εκστομίζουμε αυτό το “είμαι”, όταν συμπεριφερόμαστε με οποιονδήποτε απ’ τους τρόπους που αναφέραμε πιο πάνω, δεν θα χρειαστεί ποτέ να προσπαθήσουμε ν’ αλλάξουμε. Θα είμαστε πάντα ξεχασιάρηδες και θα υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε γι’ αυτό, έτσι ώστε να μείνουμε πάντα ξεχασιάρηδες.
8. Είμαι Ιταλός, Γερμανός, Εβραίος, Αφρικάνος, Κινέζος κ.τ.λ.
Αυτά είναι τα εθνικά μας “είμαι” και λειτουργούν πάρα πολύ καλά όταν δεν βρίσκουμε άλλους λόγους για να ερμηνεύσουμε μερικές κακές συμπεριφορές μας, που είναι όμως πολύ δύσκολο να τις αντιμετωπίσουμε. Κάθε φορά που συλλαμβάνουμε τον εαυτό μας να συμπεριφέρεται με στερεότυπα που συνδέονται με την υποκουλτούρα μας, απλούστατα καταφεύγουμε στο εθνικό μας “είμαι” για να δικαιολογηθούμε. Κάποτε ρώτησα ένα μαιτρ σε κάποιο εστιατόριο γιατί έδειχνε τόσο εκνευρισμένος κι αντιδρούσε στο παραμικρό πρόβλημα με ξεσπάσματα οργής. Μου απάντησε: “Τι περιμένετε από μένα; Είμαι Ιταλός, δεν μπορώ να συγκρατηθώ”.
9. Είμαι απότομος, αυταρχικός, πιεστικός κ.τ.λ.
Εδώ το “είμαι” μάλλον μας βοηθά να διατηρήσουμε την εχθρική μας διάθεση, παρά να προσπαθήσουμε ν’ αναπτύξουμε αυτοπειθαρχία. Επικαλύπτουμε τη συμπεριφορά αυτή μ’ ένα “Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, έτσι ήμουν πάντα”.
10. Είμαι γέρος, μεσόκοπος, κουρασμένος κ.τ.λ.
Μ’ αυτό το “είμαι” χρησιμοποιούμε την ηλικία μας ως δικαιολογία για να μη συμμετέχουμε σε μια δραστηριότητα που μπορεί να είναι επικίνδυνη ή απειλητική. Κάθε φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δραστηριότητες όπως τα σπορ, το ραντεβού με μια ερωμένη μετά από το διαζύγιο ή το θάνατο της γυναίκας μας, ένα ταξίδι, ή κάτι παρόμοιο λέμε “Είμαι πολύ γέρος” κι εκμηδενίζουμε κάθε συνακόλουθο κίνδυνο, που συνδέεται με τη δοκιμή του καινούργιου που φέρνει ωρίμανση.
Η σημασία αυτού του “είμαι ηλικίας” είναι ότι μας κατατάσσει στους ολοκληρωτικά ξοφλημένους στον τομέα αυτό και αφού ολοένα θα γερνάμε, θα έχουμε αποκλεστεί από κάθε είδους ωρίμανση ή γνωριμία με το καινούργιο.
Ο κύκλος του “είμαι”
Τα ανταλλάγματα της προσκόλλησης στο παρελθόν προβάλλοντας τα “είμαι” μας μπορούν να συνοψιστούν σε μια μόνο λέξη: αποφυγή. Κάθε φορά που θέλουμε ν’ αποφύγουμε κάποια δραστηριότητα ή να συγκαλύψουμε ένα μειονέκτημα της προσωπικότητάς μας, φέρνουμε στην επιφάνεια κάποιο “είμαι”. Πράγματι, αφού χρησιμοποιήσουμε κατά κόρον αυτές τις ετικέτες, αρχίζουμε να τις πιστεύουμε κι οι ίδιοι και σ’ εκείνη την τωρινή στιγμή είμαστε “ολοκληρωμένοι” κι έτσι πρόκειται να παραμείνουμε στην υπόλοιπη ζωή μας.
Οι ετικέτες μας βοηθούν ν’ αποφεύγουμε τη δύσκολη προσπάθεια και τον κίνδυνο να επιχειρήσουμε την αλλαγή. Διαιωνίζουν τη συμπεριφορά που τις δημιούργησε. Έτσι, αν ένας νεαρός πάει σ’ ένα πάρτι πιστεύοντας ότι είναι ντροπαλός, θα συμπεριφερθεί ντροπαλά κι αυτό θα στηρίξει ακόμη περισσότερο αυτή την αυτοεικόνα του.
Πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο.
Έτσι έχει το πράγμα. Αντί να παρέμβει ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 του κύκλου, απλούστατα δικαιολογεί τη συμπεριφορά του μ’ ένα “είμαι” και αποφεύγει επιδέξια να εκτεθεί στον κίνδυνο που είναι αναγκαίος για να βγει απ’ αυτή την παγίδα. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί λόγοι που ο νεαρός είναι ντροπαλός και μερικοί απ’ αυτούς πιθανόν να ανάγονται στην παιδική ηλικία.
Όποιοι κι αν είναι οι λόγοι του φόβου του, έχει αποφασίσει να μην προσπαθήσει να γίνει κοινωνικός, αλλά να εξηγεί αυτή την έλλειψη μ’ ένα “είμαι”. Ο φόβος της αποτυχίας είναι αρκετά ισχυρός, ώστε να τον εμποδίζει να προσπαθήσει. Ενώ αν πίστευε στην τωρινή στιγμή και στην ικανότητά του να επιλέγει, η φράση του θ’ άλλαζε και από “Είμαι δειλός” θα γινόταν “Μέχρι τώρα συμπεριφερόμουν με δειλία”.
Ο φαύλος κύκλος της δειλίας μπορεί κυριολεκτικά να εφρμοστεί σ’ όλα τα “είμαι” που είναι αυτομειωτικά. Ας εξετάσουμε τον κύκλο ενός σπουδαστή που πιστεύει ότι δεν είναι καλός στα μαθηματικά, ενόσω ασχολείται με τη λύση αλγεβρικών προβλημάτων. Αντί να σταματήσει ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 και να θυσιάσει κι άλλο χρόνο στη λύση των προβλημάτων, να συμβουλευτεί κάποιον άλλο, να προσπαθήσει, απλούστατα σταματά. Όταν τον ρωτήσουν γιατί δεν πήρε καλό βαθμό στην άλγεβρα θα πει: “Πάντα ήμουν κακός στα μαθηματικά”.
Αυτά τα φοβερά “είμαι” τα επικαλούμαστε για να δικαιολογήσουμε τον εαυτό μας και να εξηγήσουμε στους άλλους γιατί επιμένουμε σ’ αυτό το πρότυπο της αυτοήττας.
Μπορούμε να εξετάσουμε κι εμείς το δικό μας κύκλο νευρωτικής λογικής και ν’ αρχίσουμε να προκαλούμε οποιαδήποτε πλευρά της ζωής μας, στην οποία έχουμε επιλέξει να θεωρούμε τον εαυτό μας ολοκληρωμένο. Το σοβαρότερο τίμημα για το ότι μένουμε προσκολλημένοι στο παρελθόν μας και στηριζόμαστε στα “είμαι” μας είναι η αποφυγή οποιασδήποτε ευκαιρίας για αλλαγή. Κάθε φορά που χρησιμοποιούμε το “είμαι” για να εξηγήσουμε μια συμπεριφορά που δεν μας αρέσει, ας φανταστούμε τον εαυτό μας ένα δέμα με όμορφο περιτύλιγμα και κορδελίτσες, που περιέχει κάποιο “φινιρισμένο” προϊόν.
Βέβαια είναι πιο έυκολο να περιγράψουμε τον εαυτό μας παρά να τον αλλάξουμε. Ίσως ν’ αποδίδουμε τα αίτια των χαρακτηρισμών μας στους γονείς μας ή σε άλλους ενήλικους που άσκησαν επιρροή στην παιδική μας ηλικία (δάσκαλοι, γείτονες, παππούδες).
Αποδίδοντας τους ευθύνες γι’ αυτό που είμαστε σήμερα, τους παραχωρούμε ένα βαθμό ελέγχου στη ζωή μας, εξυψώνοντάς τους σε ανώτερη θέση από εμάς και, έξυπνα, δημιουργούμε ένα άλλοθι για να παραμείνουμε σ’ αυτή την άγονη κατάσταση. Πράγματι πρόκειται για ξεκάθαρα μικρό τίμημα, που μας εξασφαλίζει από το να εκτεθούμε σε κίνδυνο. Αν φταίει η “κουλτούρα” που αποκτήσαμε αυτά τα “είμαι”, τότε εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε.
Μερικές μέθοδοι για ν’ απαλλαγούμε από το παρελθόν και να εκμηδενίσουμε τα ενοχλητικά “είμαι”
Το ν’ αφήσουμε πίσω το παρελθόν μας σημαίνει να εκτεθούμε σε κινδύνους. Έχουμε συνηθίσει στους αυτοορισμούς μας. Σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν ως σύστημα υποστήριξης της καθημερινής μας ζωής. Ωστόσο, ανάμεσα στις μεθόδους που θα μας βοηθήσουν να εκμηδενίσουμε αυτά τα “είμαι” είναι και οι ακόλουθες:
- Να εξαλείψουμε το “είμαι” κάθε φορά που μπορούμε. Να το αντικαταστήσουμε με φράσεις όπως: “Μέχρι σήμερα διάλεγα να είμαι έτσι” ή “Συνήθιζα να χαρακτηρίζω τον εαυτό μου…”.
- Να ανακοινώσουμε στους πιο κοντινούς μας ανθρώπους ότι θέλουμε να εξαλείψουμε μερικά από τα “είμαι” μας. Ας αποφασίσουμε ποια είναι τα πιο σημαντικά και να τους ζητήσουμε να μας το υπενθυμίζουν κάθε φορά που τα εκστομίζουμε.
- Να βάλουμε στόχο να ενεργούμε διαφορετικά απ’ ότι μέχρι τώρα. Λόγου χάρη, αν θεωρείτε τον εαυτό σας ντροπαλό, συστηθείτε σ’ ένα πρόσωπο που άλλοτε θα το αποφεύγατε.
- Να μιλήσουμε μ’ ένα πρόσωπο που του έχουμε εμπιστοσύνη και που θα μας βοηθήσει να καταπολεμήσουμε τις δυνάμεις του παρελθόντος. Να του ζητήσουμε να μας κάνει ένα σιωπηλό νόημα κάθε φορά που παρατηρεί να ξαναγυρίζουμε στο “είμαι”.
- Να κρατάμε ημερολόγιο για τα αυτοκαταστροφικά “είμαι” και τις ανάλογες συμπεριφορές και να καταγράφουμε την πρακτική μας, καθώς και το πως νιώθουμε ενώ συμπεριφερόμαστε μ’ αυτό τον τρόπο. Για μια εβδομάδα ας καταγράψουμε την ακριβή ώρα, ημερομηνία και περίσταση, κατά την οποία χρησιμοποιήσαμε ένα από τα αυτοκαταστροφικά “είμαι” και ας προσπαθήσουμε να τα μειώσουμε. να χρησιμοποιήσουμε τον κατάλογο που αναφέραμε πιο πάνω ως οδηγό για το ημερολόγιο που θα κρατήσουμε.
- Να προσέξουμε τις τέσσερις νευρωτικές φράσεις και κάθε φορά που θα φτάνουμε στο σημείο να τις χρησιμοποιήσουμε, να διορθώνουμε τον εαυτό μας δυνατά με τον ακόλουθο τρόπο: μετατρέψτε το:
“Έτσι είμαι εγώ” σε “Έτσι ήμουν εγώ”.
“Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς” σε “Μπορώ να κάνω αλλιώς αν προσπαθήσω”.
“Πάντα ήμουν έτσι” σε “Θα γίνω διαφορετικός”.
“Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου” σε “Έτσι πίστευα παλιά ότι ήταν ο χαρακτήρας μου”.
- Να προσπαθήσουμε κάθε μέρα να εξαλείψουμε ένα “είμαι”, έστω και μόνο γι’ αυτή τη μέρα. Αν χρησιμοποιούμε το “Είμαι ξεχασιάρης” για να χαρακτηρίσουμε τον εαυτό μας, να αφιερώσουμε τη Δευτέρα κάθε εβδομάδας στην προσπάθεια συνειδητοποίησης αυτής της τάσης και να δούμε αν μπορούμε να διορθώσουμε μια ή δυο συμπεριφορές που μας εμφανίζουν ως ξεχασιάρη.
Το ίδιο μπορούμε να κάνουμε αν δεν μας αρέσει το “Είμαι πεισματάρης” – ας αφιερώσουμε μια μέρα για να δείξουμε ανεκτικότητα στις αντίθετες γνώμες και να δούμε αν μπορούμε ν’ απαλλαγούμε απ’ αυτό το “είμαι” έστω και για μια μέρα.
- Μπορούμε να σπάσουμε τον “κύκλο του είμαι” ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 και ν’ αποφασίσουμε ν’ αποβάλουμε αυτές τις τόσο παλιές προφάσεις αποφυγής.
- Να βρούμε κάτι που δεν έχουμε κάνει ποτέ και να αφιερώσουμε ένα απόγευμα σ’ αυτή τη δραστηριότητα. Αφού θα επιδωθούμε για τρεις ώρες σ’ αυτή την εντελώς νέα δραστηριότητα, που στο παρελθόν πάντα αποφεύγαμε, ας δούμε αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ακόμη το ίδιο “είμαι” που μεταχειριστήκαμε το ίδιο πρωί.
Όλα τα “είμαι” είναι διδαγμένα πρότυπα αποφυγής και μπορούμε να μάθουμε να είμαστε σχεδόν καθετί αν το επιλέξουμε.
Μερικές τελικές σκέψεις
Δεν υπάρχει αυτό που λέγεται ανθρώπινη φύση. Η φράση καθαυτή σκοπό έχει να ταξινομεί τους ανθρώπους και να δημιουργεί προφάσεις. Είμαστε το αποτέλεσμα των επιλογών μας και κάθε “είμαι” που αποθησαυρίζουμε θα μπορούσε να επαναχαρακτηριστεί ως “Διάλεξα να είμαι”. Ας ξαναγυρίσουμε στα αρχικά ερωτήματα αυτού του κεφαλαίου. Ποιοί είμαστε; Πως θα περιγράφαμε τον εαυτό μας; Ας σκεφτούμε κάποιες όμορφες, νέες ετικέτες που να μη συνδέονται, κατά κανέναν τρόπο, με τις επιλογές που οι άλλοι έκαναν για μας ή μ’ αυτές που εμείς κάναμε μέχρι τώρα. Αυτές οι παλιές, κουραστικές ετικέτες μπορεί να μας κρατούν μακριά από το να ζήσεουμε τη ζωή μας στην πληρότητά της.
Ας θυμηθούμε τι είπε ο Μέρλιν σχετικά με τη μάθηση:
“Το καλύτερο πράγμα για να μη στενοχωρηθείς”, απάντησε ο Μέρλιν ξεφυσώντας και φουσκώνοντας, “είναι να μάθεις κάτι”. Είναι το μόνο που δεν αποτυχαίνει. Μπορεί να γεράσεις και να τρέμεις ολόκληρος, μπορεί να μένεις άγρυπνος τις νύχτες ακούγοντας την ταραχή στις φλέβες σου, μπορεί να χάσεις τη μοναδική σου αγάπη, μπορεί να βλέπεις τον κόσμο γύρω σου λεηλατημένο από χυδαίους τρελούς, ή να νιώθεις την τιμή σου τσαλαπατειμένη από χυδαία πνεύματα.
Ένα μόνο πράγμα υπάρχει για όλα αυτά τότε, να μάθεις. Μάθε γιατί ο κόσμος συγκλονίζεται και τι τον συγκλονίζει. Είναι το μόνο πράγμα από το οποίο το πνεύμα δεν μπορεί να εξαντληθεί, να αλλοτριωθεί, δεν μπορεί ποτέ να βασανιστεί, δεν νιώθει φόβο ή δυσπιστία και ποτέ δεν ονειρεύεται πως θα μετανιώσει. Η μάθηση είναι αυτό που σου χρειάζεται.
Κοίτα πόσα πολλά πράγματα υπάρχουν να μάθεις – η καθαρή γνώση, η μόνη καθαρότητα που υπάρχει. Μπορείς να μάθεις αστρονομία μέσα σε μια ζωή, φυσική ιστορία σε τρεις ζωές, φιλολογία σε έξι. Και μετά, αφού θα’ χεις εξαντλήσει ένα εκατομμύριο ζωές στη βιολογία και στην ιατρική και στη θεοκριτική και στη γεωγραφία και στην οικονομία, για ποιό λόγο να μην αρχίσεις να μαθαίνεις ξυλογλυπτική ή να περάσεις πενήντα χρόνια μαθαίνοντας πως ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις πως να κατανικάς τον αντίπαλό σου στην ξιφασκία.Ύστερα απ’ αυτό μπορείς ν’ αρχίσεις πάλι με μαθηματικά, μέχρι που να’ ρθει ο καιρός ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις όργωμα” (Terence H. White, The once and future king, Νέα Υόρκη, G. P. Putnam’ s Sons, 1958).
Κάθε “είμαι” που μας εμποδίζει να ωριμάσουμε είναι ένας δαίμονας που πρέπει να τον ξορκίσουμε. Αν πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ένα “είμαι”, ας δοκιμάσουμε αυτό: “Είμαι ένα “είμαι”-εξορκιστής και αυτό μ’ αρέσει”.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Γουαίην Ντύερ: “Οι περιοχές των σφαλμάτων σας“, εκδόσεις Γλάρος
enallaktikidrasi.com
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ