2014-07-19 04:42:10
Πρωτοφανῆ γιά τά Ἑλληνικά δεδοµένα χαρακτηρίζουν οἱ εἰδικοί τήν αὔξηση τῶν αὐτοκτονιῶν στήν πατρίδα µας τήν διετία 2009 – 2011, ὡς ἀπόρροια τῆς κατάθλιψης πού βιώνουν οἱ συµπατριῶτες µας, λόγω τῆς οἰκονοµικῆς ὕφεσης, τῆς ἀνεργίας, ἀλλά καί τῆς γενικότερης κοινωνικῆς ἀνασφάλειας. Σύµφωνα µέ στοιχεῖα τοῦ Ἀρχηγείου τῆς Ἑλληνικῆς Ἀστυνοµίας οἱ τελεσθεῖσες αὐτοκτονίες ἤ ἀπόπειρες αὐτοκτονίας ἀνῆλθαν σέ 1.727 τήν περίοδο ἀπό τό 2009 ἕως τίς 10/12/2011. Πιό συγκεκριµένα, τό 2009 οἱ περιπτώσεις αὐτοκτονιῶν (τελεσµένες – ἀπόπειρες) ἀνῆλθαν σέ 507, ἐνῶ τό 2010 παρουσίασαν σηµαντική αὔξηση τῆς τάξης τοῦ 22,5% φθάνοντας στίς 622 καί παρέµειναν περίπου στό ἴδιο ἐπίπεδο τό 2011, καθώς µέ βάση τά ὑπάρχοντα στοιχεῖα ἕως τίς 10 Δεκεµβρίου τά ἄτοµα πού ἔθεσαν ἤ ἀποπειράθηκαν νά θέσουν τέλος στή ζωή τους ἀνῆλθαν σέ 598.
Ἡ οἰκονοµική δυσχέρεια πού πλήττει ἑκατοµµύρια συµπολιτῶν µας, ἡ µείωση τοῦ εἰσοδήµατός τους, τά ἀβάσταχτα χρέη, ὁ φόβος καί ἡ ἀνασφάλεια γιά τό µέλλον εἶναι µερικοί µόνο ἀπό τούς παράγοντες, πού σύµφωνα µέ τούς εἰδικούς, µποροῦν νά ὁδηγήσουν στήν ἐµφάνιση καταθλιπτικῶν συµπτωµάτων
. Οἱ ἄνθρωποι ὅµως καί στό παρελθόν ἀντιµετώπισαν τέτοια προβλήµατα καί πολλές φορές ἀµφιταλαντεύθηκαν γιά τό ἄν θά ἔπρεπε νά προβοῦν στό θανάσιµο αὐτό ἁµάρτηµα, τῆς ἀφαίρεσης δηλαδή τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς τους. Ἄς δοῦµε ὅµως τί µᾶς συµβουλεύει ἀπό τό παρελθόν ἕνας µεγάλος ἅγιος τῆς Ὀρθόδοξης Σερβικῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ἀχρίδος στό κείµενο µέ τίτλο: «Στόν καφετζῆ Σ. Μ. πού ἔπρεπε νά ἐπιλέξει ἀνάµεσα στήν αὐτοκτονία καί τήν ἐπαιτεία» ἀπό τό βιβλίο του «Δρόµος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται...».
«Γράφεις ὅτι ὅλη ἡ περιουσία σου πωλήθηκε σέ τρίτους. Ὅταν βρέθηκες στόν δρόµο χωρίς τίποτα καί κανέναν κατευθύνθηκες πρός τό νεκροταφεῖο ἀποφασισµένος νά αὐτοκτονήσεις. Δέν εἶχες ἀµφιβολία, οὔτε δεύτερη σκέψη ἐπ’ αὐτοῦ. Ἐξουθενωµένος ἀπό τήν ταλαιπωρία ξάπλωσες πάνω στόν τάφο τῶν γονιῶν σου καί ἀποκοιµήθηκες. Στόν ὕπνο σου ἐµφανίσθηκε ἡ µητέρα σου πού σέ ἀπείλησε λέγοντάς σου ὅτι στό Βασίλειο τοῦ Θεοῦ ὑπάρχουν πολλοί ἀπό ἐκείνους πού ἐπαιτοῦσαν στή γῆ, ἀλλά οὔτε ἕνας ἀπό ἐκείνους πού ἀφαίρεσαν µόνοι τους τή ζωή τους. Αὐτό τό ὄνειρο σ’ ἔσωσε ἀπό τήν αὐτοκτονία. Ὄντως ἡ ἀγαπηµένη σου µητέρα σέ ἔσωσε κατά τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἄρχισες νά ἐπαιτεῖς καί ἀπό τήν ἐπαιτεία νά ζεῖς. Καί ρωτᾶς ἄν µ’ αὐτό καταπατᾶς τόν νόµο τοῦ Θεοῦ;
Θάρρος ἄνθρωπε! Ὁ Θεός ἔδωσε ἐντολή: οὐ κλέψεις! Ἀλλά δέν ἔδωσε ἐντολή: µήν ἐπαιτεῖς! Ἡ ἐπαιτεία χωρίς πραγµατική ἀνάγκη εἶναι κλοπή, ἀλλά στή δική σου περίπτωση δέν εἶναι κλοπή. Ὁ στρατηγός καί αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός πού δόξαζε τόν Βελιάλ, στά γεράµατα ἔµεινε χωρίς περιουσία, χωρίς φίλους καί τυφλός. Καθόταν τυφλός ἔξω ἀπό τήν αὐλή τοῦ θρόνου καί ἐπαιτοῦσε γιά λίγο ψωµί. Σάν χριστιανός δέν ἐπέτρεψε στόν ἑαυτό του οὔτε κάν νά σκεφθεῖ τήν αὐτοκτονία. Γιατί ὅπως ἡ ζωή εἶναι καλύτερη ἀπό τόν θάνατο ἔτσι καί εἶναι καλύτερα ζητιάνος παρά αὐτόχειρας.
Λές πώς σέ κυριεύει ντροπή καί πώς ἡ θλίψη σου εἶναι βαθεῖα. Στέκεις τά βράδια ἔξω ἀπό τό καφενεῖο πού κάποτε ἦταν δικό σου καί ζητᾶς ἐλεηµοσύνη ἀπό ὅσους µπαίνουν καί βγαίνουν. Θυµᾶσαι πώς πρίν λίγο καιρό ἤσουν τό ἀφεντικό τοῦ καφενείου καί πώς τώρα δέν τολµᾶς νά µπεῖς οὔτε σάν πελάτης. Καί κοκκινίζουν τά µάτια σου ἀπό τό κλάµα καί τόν ὀδυρµό. Ὦ καλέ µου ἄνθρωπε παρηγορήσου! Οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι µακριά σου. Γιατί κλαῖς γιά τό καφενεῖο; Δέν ἔχεις ἀκούσει γιά ἕνα καφενεῖο στήν ἄκρη τοῦ Βελιγραδίου πού λέγεται «ὅποιου δέν ἦταν, ὅποιου δέν θά εἶναι»; Πράγµατι ἦταν µεγάλος φιλόσοφος αὐτός πού ἔγραψε αὐτές τίς λέξεις. Ἀφοῦ αὐτό ἰσχύει γιά ὅλα τά καφενεῖα, ὅλα τά σπίτια, ὅλους τούς πύργους καί ὅλα τά παλάτια τοῦ κόσµου.
Τί ἔχασες; Ἐκεῖνο πού δέν ἦταν δικό σου ὅταν γεννήθηκες καί δέν εἶναι οὔτε τώρα δικό σου. Ἤσουν τό ἀφεντικό, τώρα εἶσαι φτωχός. Αὐτό δέν εἶναι ἀπώλεια. Ἀπώλεια εἶναι ὅταν κάποιος ἄνθρωπος γίνεται κτῆνος. Ἀλλά ἐσύ ἤσουν ἄνθρωπος καί παρέµεινες ἄνθρωπος. Ὑπέγραψες κάποιες συναλλαγµατικές σέ κάποιους ἐπιφανεῖς πελάτες σου καί γι΄αὐτό τό καφενεῖο σου ἔγινε καφενεῖο κάποιου ξένου. Τώρα βλέπεις ἀπό τό παράθυρο πώς ὅλοι ἐκεῖνοι γελοῦν στό καφενεῖο ὅπως πρίν, ἐνῶ ἐσύ περιφέρεσαι στούς δρόµους µέ δάκρυα στά µάτια καί σκεπάζεις τήν ντροπή. Μήν φοβᾶσαι, ὁ Θεός ἔχει δικαιοσύνη. Ὅλοι αὐτοί θά ἀπολογηθοῦν γιά τά ἀδικήµατά τους. Ὅταν ὅµως αὐτοί ἀποπειραθοῦν νά αὐτοκτονήσουν, ποιός ξέρει ἄν ὁ δίκαιος Θεός θά ἐπιτρέψει στή µητέρα τους νά τούς παρουσιαστεῖ ἀπό ἐκεῖνον τόν κόσµο καί νά τούς ἀποτρέψει ἀπό αὐτό τό ἔγκληµα; Μήν βλέπεις οὔτε στιγµή τήν ἐπιτυχία τους. Ἀφοῦ δέν γνωρίζεις τό τέλος τους. Ἕνας ἀρχαῖος Ἕλληνας σοφός εἶπε κάποτε: «Μηδένα πρό τοῦ τέλους µακάριζε», δηλαδή ποτέ µήν ἀποκαλεῖς κάποιον εὐτυχισµένο πρίν δεῖς τό τέλος του!
Εἶναι δύσκολο νά εἶσαι ἐπαίτης; Ἀλλά µήπως δέν εἴµαστε ὅλοι ἐπαῖτες; Μήπως δέν ἐξαρτώµεθα ὅλοι, κάθε µέρα καί κάθε ὥρα, ἀπό τό ἔλεος Ἐκείνου πού µᾶς δίνει ζωή νά ζοῦµε; Ἐσύ καί τώρα ἔχεις σηµαντική ἀποστολή στόν κόσµο: στρέφεις τήν προσοχή τῶν ἀνθρώπων στό νά θυµοῦνται τόν Θεό καί τήν ψυχή καί νά εἶναι ἐλεήµονες. Ἀναγκασµένος νά ζεῖς στή σιωπή ἐµβάθυνε στήν ψυχή σου καί συζήτα µέσω τῆς προσευχῆς µέ τόν Θεό. Ἡ ζωή τοῦ ἐπαίτη εἶναι πιό ἡρωϊκή ἀπ’ αὐτήν τοῦ ἀφεντικοῦ. «Ὅτι ἐν πυρί δοκιµάζεται χρυσός καί ἄνθρωποι δεκτοί ἐν καµίνῳ ταπεινώσεως» (Σειρ. 2,5). Ἀλλά ἐσύ ἤδη ἔδειξες ἡρωϊσµό µέ τό νά νικήσεις τή µαύρη σκέψη τῆς αὐτοκτονίας. Αὐτό εἶναι νίκη πάνω στό πνεῦµα τῆς ἀπογοήτευσης. Μετά ἀπό αὐτή τή νίκη ὅλες οἱ ἄλλες γιά σένα θά εἶναι εὔκολες. Ὁ Κύριος ἄς εἶναι δίπλα σου».
Ὁ µεγάλος αὐτός Ἅγιος τῆς Ὀρθόδοξης Σερβικῆς Ἐκκλησίας σηµειώνει κάπου ἀλλοῦ ὅτι ἡ αὐτοκτονία εἶναι ἡ σφραγίδα τῆς ἀπελπισίας. «Ἀναρωτιέστε, γιατί ὑπάρχει τόση ἀπελπισία καί γιατί ὑπάρχουν τόσοι ἀπελπισµένοι στήν ἐποχή µας; Ἀπό τό ἄδειασµα τοῦ µυαλοῦ καί τήν ἐρηµιά τῆς καρδιᾶς. Ὁ νοῦς δέ σκέφτεται τό Θεό καί ἡ καρδιά δέν ἀγαπάει τό Θεό. Ὅλος ὁ κόσµος δέν µπορεῖ νά γεµίσει τό ἀνθρώπινο µυαλό, αὐτό µπορεῖ µόνο ὁ Θεός νά τό κάνει. Χωρίς τό Θεό ὁ νοῦς εἶναι πάντα ἄδειος καί ὅλες οἱ γνώσεις πού µπαίνουν στό µυαλό πέφτουν στήν ἄβυσσο. Ἡ ἀγάπη ὅλου τοῦ κόσµου δέν µπορεῖ νά γεµίσει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἐπειδή ἡ καρδιά νιώθει πώς ἡ κοσµική ἀγάπη ἀλλάζει καί εἶναι σάν τήν παλίρροια καί τήν ἄµπωτη τῆς θάλασσας. Ἀδερφοί µου, καί τό µυαλό καί ἡ καρδιά µας ἀνήκουν στό Θεό καί µόνο ὁ Θεός µπορεῖ νά τά γεµίσει µέ τή δύναµή Του: Νά τό γεµίσει µέ τή δική Του χαρούµενη σοφία, µέ τήν πίστη καί τήν ἀγάπη.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι ἀµάθεια.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι στεναχώρια.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι ἀπελπισία...»
Ἰωάννης Χαραλάµπης, Οἰκονοµολόγος
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 120
Πηγή
Tromaktiko
Ἡ οἰκονοµική δυσχέρεια πού πλήττει ἑκατοµµύρια συµπολιτῶν µας, ἡ µείωση τοῦ εἰσοδήµατός τους, τά ἀβάσταχτα χρέη, ὁ φόβος καί ἡ ἀνασφάλεια γιά τό µέλλον εἶναι µερικοί µόνο ἀπό τούς παράγοντες, πού σύµφωνα µέ τούς εἰδικούς, µποροῦν νά ὁδηγήσουν στήν ἐµφάνιση καταθλιπτικῶν συµπτωµάτων
«Γράφεις ὅτι ὅλη ἡ περιουσία σου πωλήθηκε σέ τρίτους. Ὅταν βρέθηκες στόν δρόµο χωρίς τίποτα καί κανέναν κατευθύνθηκες πρός τό νεκροταφεῖο ἀποφασισµένος νά αὐτοκτονήσεις. Δέν εἶχες ἀµφιβολία, οὔτε δεύτερη σκέψη ἐπ’ αὐτοῦ. Ἐξουθενωµένος ἀπό τήν ταλαιπωρία ξάπλωσες πάνω στόν τάφο τῶν γονιῶν σου καί ἀποκοιµήθηκες. Στόν ὕπνο σου ἐµφανίσθηκε ἡ µητέρα σου πού σέ ἀπείλησε λέγοντάς σου ὅτι στό Βασίλειο τοῦ Θεοῦ ὑπάρχουν πολλοί ἀπό ἐκείνους πού ἐπαιτοῦσαν στή γῆ, ἀλλά οὔτε ἕνας ἀπό ἐκείνους πού ἀφαίρεσαν µόνοι τους τή ζωή τους. Αὐτό τό ὄνειρο σ’ ἔσωσε ἀπό τήν αὐτοκτονία. Ὄντως ἡ ἀγαπηµένη σου µητέρα σέ ἔσωσε κατά τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἄρχισες νά ἐπαιτεῖς καί ἀπό τήν ἐπαιτεία νά ζεῖς. Καί ρωτᾶς ἄν µ’ αὐτό καταπατᾶς τόν νόµο τοῦ Θεοῦ;
Θάρρος ἄνθρωπε! Ὁ Θεός ἔδωσε ἐντολή: οὐ κλέψεις! Ἀλλά δέν ἔδωσε ἐντολή: µήν ἐπαιτεῖς! Ἡ ἐπαιτεία χωρίς πραγµατική ἀνάγκη εἶναι κλοπή, ἀλλά στή δική σου περίπτωση δέν εἶναι κλοπή. Ὁ στρατηγός καί αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός πού δόξαζε τόν Βελιάλ, στά γεράµατα ἔµεινε χωρίς περιουσία, χωρίς φίλους καί τυφλός. Καθόταν τυφλός ἔξω ἀπό τήν αὐλή τοῦ θρόνου καί ἐπαιτοῦσε γιά λίγο ψωµί. Σάν χριστιανός δέν ἐπέτρεψε στόν ἑαυτό του οὔτε κάν νά σκεφθεῖ τήν αὐτοκτονία. Γιατί ὅπως ἡ ζωή εἶναι καλύτερη ἀπό τόν θάνατο ἔτσι καί εἶναι καλύτερα ζητιάνος παρά αὐτόχειρας.
Λές πώς σέ κυριεύει ντροπή καί πώς ἡ θλίψη σου εἶναι βαθεῖα. Στέκεις τά βράδια ἔξω ἀπό τό καφενεῖο πού κάποτε ἦταν δικό σου καί ζητᾶς ἐλεηµοσύνη ἀπό ὅσους µπαίνουν καί βγαίνουν. Θυµᾶσαι πώς πρίν λίγο καιρό ἤσουν τό ἀφεντικό τοῦ καφενείου καί πώς τώρα δέν τολµᾶς νά µπεῖς οὔτε σάν πελάτης. Καί κοκκινίζουν τά µάτια σου ἀπό τό κλάµα καί τόν ὀδυρµό. Ὦ καλέ µου ἄνθρωπε παρηγορήσου! Οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι µακριά σου. Γιατί κλαῖς γιά τό καφενεῖο; Δέν ἔχεις ἀκούσει γιά ἕνα καφενεῖο στήν ἄκρη τοῦ Βελιγραδίου πού λέγεται «ὅποιου δέν ἦταν, ὅποιου δέν θά εἶναι»; Πράγµατι ἦταν µεγάλος φιλόσοφος αὐτός πού ἔγραψε αὐτές τίς λέξεις. Ἀφοῦ αὐτό ἰσχύει γιά ὅλα τά καφενεῖα, ὅλα τά σπίτια, ὅλους τούς πύργους καί ὅλα τά παλάτια τοῦ κόσµου.
Τί ἔχασες; Ἐκεῖνο πού δέν ἦταν δικό σου ὅταν γεννήθηκες καί δέν εἶναι οὔτε τώρα δικό σου. Ἤσουν τό ἀφεντικό, τώρα εἶσαι φτωχός. Αὐτό δέν εἶναι ἀπώλεια. Ἀπώλεια εἶναι ὅταν κάποιος ἄνθρωπος γίνεται κτῆνος. Ἀλλά ἐσύ ἤσουν ἄνθρωπος καί παρέµεινες ἄνθρωπος. Ὑπέγραψες κάποιες συναλλαγµατικές σέ κάποιους ἐπιφανεῖς πελάτες σου καί γι΄αὐτό τό καφενεῖο σου ἔγινε καφενεῖο κάποιου ξένου. Τώρα βλέπεις ἀπό τό παράθυρο πώς ὅλοι ἐκεῖνοι γελοῦν στό καφενεῖο ὅπως πρίν, ἐνῶ ἐσύ περιφέρεσαι στούς δρόµους µέ δάκρυα στά µάτια καί σκεπάζεις τήν ντροπή. Μήν φοβᾶσαι, ὁ Θεός ἔχει δικαιοσύνη. Ὅλοι αὐτοί θά ἀπολογηθοῦν γιά τά ἀδικήµατά τους. Ὅταν ὅµως αὐτοί ἀποπειραθοῦν νά αὐτοκτονήσουν, ποιός ξέρει ἄν ὁ δίκαιος Θεός θά ἐπιτρέψει στή µητέρα τους νά τούς παρουσιαστεῖ ἀπό ἐκεῖνον τόν κόσµο καί νά τούς ἀποτρέψει ἀπό αὐτό τό ἔγκληµα; Μήν βλέπεις οὔτε στιγµή τήν ἐπιτυχία τους. Ἀφοῦ δέν γνωρίζεις τό τέλος τους. Ἕνας ἀρχαῖος Ἕλληνας σοφός εἶπε κάποτε: «Μηδένα πρό τοῦ τέλους µακάριζε», δηλαδή ποτέ µήν ἀποκαλεῖς κάποιον εὐτυχισµένο πρίν δεῖς τό τέλος του!
Εἶναι δύσκολο νά εἶσαι ἐπαίτης; Ἀλλά µήπως δέν εἴµαστε ὅλοι ἐπαῖτες; Μήπως δέν ἐξαρτώµεθα ὅλοι, κάθε µέρα καί κάθε ὥρα, ἀπό τό ἔλεος Ἐκείνου πού µᾶς δίνει ζωή νά ζοῦµε; Ἐσύ καί τώρα ἔχεις σηµαντική ἀποστολή στόν κόσµο: στρέφεις τήν προσοχή τῶν ἀνθρώπων στό νά θυµοῦνται τόν Θεό καί τήν ψυχή καί νά εἶναι ἐλεήµονες. Ἀναγκασµένος νά ζεῖς στή σιωπή ἐµβάθυνε στήν ψυχή σου καί συζήτα µέσω τῆς προσευχῆς µέ τόν Θεό. Ἡ ζωή τοῦ ἐπαίτη εἶναι πιό ἡρωϊκή ἀπ’ αὐτήν τοῦ ἀφεντικοῦ. «Ὅτι ἐν πυρί δοκιµάζεται χρυσός καί ἄνθρωποι δεκτοί ἐν καµίνῳ ταπεινώσεως» (Σειρ. 2,5). Ἀλλά ἐσύ ἤδη ἔδειξες ἡρωϊσµό µέ τό νά νικήσεις τή µαύρη σκέψη τῆς αὐτοκτονίας. Αὐτό εἶναι νίκη πάνω στό πνεῦµα τῆς ἀπογοήτευσης. Μετά ἀπό αὐτή τή νίκη ὅλες οἱ ἄλλες γιά σένα θά εἶναι εὔκολες. Ὁ Κύριος ἄς εἶναι δίπλα σου».
Ὁ µεγάλος αὐτός Ἅγιος τῆς Ὀρθόδοξης Σερβικῆς Ἐκκλησίας σηµειώνει κάπου ἀλλοῦ ὅτι ἡ αὐτοκτονία εἶναι ἡ σφραγίδα τῆς ἀπελπισίας. «Ἀναρωτιέστε, γιατί ὑπάρχει τόση ἀπελπισία καί γιατί ὑπάρχουν τόσοι ἀπελπισµένοι στήν ἐποχή µας; Ἀπό τό ἄδειασµα τοῦ µυαλοῦ καί τήν ἐρηµιά τῆς καρδιᾶς. Ὁ νοῦς δέ σκέφτεται τό Θεό καί ἡ καρδιά δέν ἀγαπάει τό Θεό. Ὅλος ὁ κόσµος δέν µπορεῖ νά γεµίσει τό ἀνθρώπινο µυαλό, αὐτό µπορεῖ µόνο ὁ Θεός νά τό κάνει. Χωρίς τό Θεό ὁ νοῦς εἶναι πάντα ἄδειος καί ὅλες οἱ γνώσεις πού µπαίνουν στό µυαλό πέφτουν στήν ἄβυσσο. Ἡ ἀγάπη ὅλου τοῦ κόσµου δέν µπορεῖ νά γεµίσει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἐπειδή ἡ καρδιά νιώθει πώς ἡ κοσµική ἀγάπη ἀλλάζει καί εἶναι σάν τήν παλίρροια καί τήν ἄµπωτη τῆς θάλασσας. Ἀδερφοί µου, καί τό µυαλό καί ἡ καρδιά µας ἀνήκουν στό Θεό καί µόνο ὁ Θεός µπορεῖ νά τά γεµίσει µέ τή δύναµή Του: Νά τό γεµίσει µέ τή δική Του χαρούµενη σοφία, µέ τήν πίστη καί τήν ἀγάπη.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι ἀµάθεια.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι στεναχώρια.
Χωρίς τό Θεό ὅλα εἶναι ἀπελπισία...»
Ἰωάννης Χαραλάµπης, Οἰκονοµολόγος
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 120
Πηγή
Tromaktiko
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ύποπτοι για ξέπλυμα όσοι χρωστούν στην εφορία
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ