2014-08-05 12:29:23
Του Μιχαήλ Μανωλόπουλου
Όταν κάποιος έχει άγια και αναμάρτητη ζωή, η διανοητική γνώση μπορεί να παράγει θαυμάσιους καρπούς. Αντιθέτως, μία γνώση χωρίς αγάπη δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο1.
Σε άρθρο του Πασχάλη Κιτρομιλήδη διαβάζουμε σε ένα κείμενο του 1810 ακραίων «διαφωτιστών» την προσπάθειά τους να γελοιοποιήσουν και να διακωμωδήσουν το φαινόμενο των νεομαρτύρων:2«…Δυσχεραίνουσιν οι Άγιοι (Αρχιερείς) όταν βλέπουσι εκδιδόμενα εις φως βιβλία επιστημονικά και φιλολογικά, τα οποία φωτίζουσι το γένος. Ως φαίνεται, δεν εχόρτασαν ούτοι από Συναξάρια και Μαρτυρολόγια, Νέους Παραδείσους και Όρμους σωτηρίους, Ορθοδοξίας Πηδάλια, Λαυσαϊκά, Ασκητικά και άλλας σαπρολογίας, με τα οποία οι μελανοφόροι και μελανόψυχοι απεζόφωσαν το γένος…». Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, κατά κόσμον Νικόλαος Καλλιβούρτζης (1749-1809)3, χωρίς να αγνοεί «επιστημονικά και φιλολογικά βιβλία της εποχής του», συγγράφει «Συναξάρια και Μαρτυρολόγια, και Ορθοδοξίας Πηδάλια, και Ασκητικά».
α΄ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
«…Μικρός δε όντας έμαθεν εις την πατρίδα του, η οποία καλείται Χώρα, από έναν ιερέα της γειτονίας αυτού τα κοινά γράμματα, όστις και τον εσυλλειτουργούσε μεν τας καθημερινάς…»4. Όπου προφανώς το ρήμα «εσυλλειτουργούσε», αναφέρεται στην απαραίτητη βοήθεια ενός λαϊκού για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας, βοήθεια και ως παρουσία, αλλά και ως εκείνη του ψάλτου, που παρείχε ασφαλώς ο Νικόλαος, παρά την παιδική του ηλικία. «…Η καθαρότης ηνωμένη εις την παιδικήν του ψυχήν μετά των χαρισμάτων, συνίστων τον μικρόν Νικόλαον Καλλιβούρτσην, όστις, μη ων εισέτι εις ηλικίαν προς φοίτησιν και εκ πρωίμου αυτώ δίψης του «ειδέναι», ηκροάτο από των παραθύρων του σχολείου διψαλέως τα ιερά και Ελληνικά γράμματα. Κατεπλήττοντο οι μαθηταί, όταν εις ερωτήσεις του· «τι εδίδαξεν ο διδάσκαλος σήμερον», αυτοί μεν δεν ενεθυμούντο καλώς, αυτός δε τοις έλεγε καταλεπτώς την διδαχθείσαν ύλην. Τούτο εποίει επί πολλάς ημέρας. Έως ότου ο ιερεύς της ενορίας του, αντιληφθείς την ασυνήθη του παιδός οξυδέρκειαν, παραλαμβάνει αυτόν και διδάσκει τα πρώτα γράμματα, ως ο ραββίνος Γαμαλιήλ παρά τους πόδας του τον μέγαν Παύλον…»5. Την πληροφορία αυτή την συναντάμε στον π. Θεόκλητο χωρίς να αναφέρεται η πηγή η οποία είναι ρουμανική.6Η αναφορά σε «σχολείο» από τον π. Θεόκλητο δεν αφορά οργανωμένη εκπαίδευση, αλλά την προσπάθεια του «ιερέα της γειτονίας αυτού», αφού για τα έτη 1755-1765 δεν έχουμε μαρτυρίες για σχολείο στην Νάξο.7
β΄ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΣΠΟΥΔΕΣ
Σε ηλικία 16 ετών (1765) ο Νικόλαος μετά του πατρός του, μεταβαίνει στη Σμύρνη, για να γραφεί στην Ευαγγελική Σχολή8. Κατά τον μ. Θεόκλητο Διονυσιάτη9ο επίσκοπος Παροναξίας, κυρ Άνθιμος Βαρδής, λαβών υπό την προστασίαν του τον νεαρό Νικόλαο, διαγνώνοντας την έφεσή του για μάθηση, τον απέστειλε στη Σμύρνη, για να συνεχίσει τις σπουδές του.
Διευθυντής της σχολής και διδάσκαλος ήταν ο εκ των συνιδρυτών της σχολής ιερομόναχος Ιερόθεος (κατά κόσμον Ιωάννης) Δενδρινός10. Δίπλα του εμαθήτευσε ο νεαρός Νικόλαος καθώς και στον μαθητή του πρώτου, και διάδοχό του στη διεύθυνση της σχολής τον Χρύσανθο Καραβία11, αμφοτέρων Ιθακήσιων. Ο «συντηρητικός Ιερόθεος»12, ανίκανος να παρακολουθήσει τον ρυθμό της εποχής13, αντίθετος στην επιστημονική γνώση και τη νέα φιλοσοφία, εμμένει στην διδασκαλία της ελληνικής γλώσσης και των ιερών μαθημάτων, προκαλώντας και την περιφρόνηση του Κοραή, παλαιού μαθητού της σχολής14. Είναι φανερό επομένως ότι στη Σμύρνη ο Άγιος Νικόδημος δεν είχε τη δυνατότητα να μορφωθεί στη θύραθεν παιδεία και ιδιαίτερα στις θετικές επιστήμες. Άλλωστε η Ευαγγελική Σχολή ήτο συνέχεια της Ελληνικής Σχολής ιδρυθείσης το 1708 με διδάσκαλο τον προαναφερθέντα Ιερόθεο.15
Στη Σμύρνη ο Νικόλαος παρέμεινε επί πέντε έτη. Το 1770 εξαναγκάζεται να επιστρέψει στη Νάξο, λόγω των ωμοτήτων των Τούρκων στη Σμύρνη, εν είδει αντιποίνων, μετά την κατάκαυση του τουρκικού στόλου από τους Ρώσους στη ναυμαχία του Τσεσμέ.16
Στα τέλη του 1773 φθάνει στη Νάξο, προερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη, ο Χρύσανθος ο Αιτωλός ο εσωχωρίτης, αδερφός του νεομάρτυρα Κοσμά του Αιτωλού17, ο οποίος είχε διατελέσει διδάσκαλος και εν συνεχεία σχολάρχης της Πατριαρχικής μεγάλης του γένους σχολής18. Υπάρχουν σοβαρώτατες ενδείξεις ότι ο Νικόλαος μαθήτευσε πλησίον του Χρυσάνθου, και επωφελήθη της πλούσιας βιβλιοθήκης του, με βιβλία και της θύραθεν παιδείας.19 Οι λόγοι κατά τον Ιωάννη Τουμπακάρη είναι οι εξής: α) Η μαρτυρία του βιογράφου του Αγίου, του μ. Ευθυμίου, β) Η κοινή παρουσία και των δύο στη Νάξο τη διετία 1773-75, γ) η στάση και των δύο έναντι του ζητήματος του αναβαπτισμού, δ) η κατάρτιση του Αγίου, από νεαρής ηλικίας σε επιστημονικά ζητήματα της εποχής του. Ενδιαφέρον για την παρούσα εργασία έχει ο 4ος λόγος. Έτσι δικαιολογούνται οι γνώσεις του Νικολάου, μάλιστα σε νεαρή ηλικία, γνώσεις βέβαια που είναι αρκετά πιθανόν να συμπλήρωσε στις βιβλιοθήκες των μονών του Αγίου Όρους.
Υπάρχει επίσης η πληροφορία από τον Τρύφωνα Ευαγγελίδη, ότι ο Άγιος Νικόδημος εφοίτησε στην Αθωνιάδα20. Η πληροφορία αυτή δεν επιβεβαιώνεται από αλλού. Η σχολή όμως εκείνη την εποχή ευρίσκετο σε παρακμή21, κάτι που αναφέρει και ο ίδιος ο Άγιος22.
γ΄ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ
Αντελαμβάνετο ταχέως και απετύπωνε ευκόλως την νέα γνώση (βλ. ανωτέρω, «Τα πρώτα γράμματα»). «…Ό,τι βιβλίον ανέγνωθε κάθε επιστήμης ή λόγον ήκουεν άξιον μαθήσεως τον εσφράγιζεν εις το κρανίον του, [] δεν επρόφθανεν η γλώσσα να ειπή όσα ο νους εκατέβαζεν, τα ρητά της θείας Γραφής, των Αγίων τας εξηγήσεις τε και νοήματα, τους θείους Κανόνας των αγίων Αποστόλων, Συνόδων τε και Πατέρων, με τας εκδόσεις της τυπογραφίας και με τας σελίδας, τα δε χειρόγραφα το καθένα που το απάντησε. [] Έπαιρνε το μάθημα, εστέκετο εις ένα μέρος του σχολείου και το εθεωρούσε κατά μόνας, και μετά τούτο ευθύς έλεγε και την εξήγησιν, και, καθώς μας έλεγεν ατός του, υπεράνω της ώρας δεν εγίνετο ο κόπος του...»23Όπως επίσης αναφέρει ο βιογράφος του μ. Ευθύμιος, δεν εχρειάζετο να ξενυχτήσει για να μελετήσει όπως οι υπόλοιποι συμμαθητές του, του κοινοβίου της Ευαγγελικής σχολής24. Θα ανέμενε κάποιος ότι ο Νικόλαος θα προξενούσε το φθόνο των υπολοίπων συμμαθητών του για την επίδοσή του. Τουναντίον ήταν πολύ συμπαθής γιατί οποιαδήποτε βοήθεια του ζητούσαν στα μαθήματα την παρέσχε ευχαρίστως. Έτσι «…Όταν ήρχετο η αράδα του Νικολάου δια να μαγειρεύση, [] τας υπηρεσίας του μαγειρίου τας ετελείωναν οι συμμαθηταί του, δια να τον έχουν ευπειθή εις τα ζητήματά τους...».25
Οι ικανότητές του, του επέτρεπαν, ενώ ήταν ακόμα μαθητής στην Ευαγγελική σχολή να παραδίδει μαθήματα σε κάποια αρχοντικά.26 Οι επιδόσεις του στις σπουδές, η οξύνοιά του, καθώς και η μόρφωσή του είχαν ως αποτέλεσμα ο διδάσκαλός του Ιερόθεος, να τον προορίζει για διάδοχό του στην σχολή27.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για την μεγάλη μνήμη του Αγίου Νικοδήμου. Γράφει ο βιογράφος του, μοναχός Ονούφριος Ιβηρίτης28: «…Εις τοσούτον δε ήλασε μνήμης, ώστε και όλα κεφάλαια απεστομάτιζε της Γραφής, ρητών εδάφια τε και σελίδας και πλείστας μαρτυρίας και γνώμας Πατέρων, ων και τους τόπους των λόγων και τόμων ανεπισφαλώς εκ μνήμης εγίνωσκε…».
Σε ηλικία 32 ετών, το 1781, βρίσκεται στη Σκυροπούλα, υποτακτικός του ιερομονάχου Αρσενίου. Εκεί συγγράφει το «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, ήτοι περί φυλακής των πέντε αισθήσεων»29, κατά πολλούς το καλλίτερο έργο του, μη έχοντας στο προαναφερθέν ξερονήσι την αναγκαία βιβλιογραφία, χρησιμοποιώντας ενίοτε εκτενέστατα χωρία, ακόμα και της θύραθεν παιδείας από μνήμης. «… Έργον πνευματικό χωρίς Βιβλία. Βιβλίον εκ των πνευματικωτάτων, όπερ εγράφη από μνήμης υπό νεωτάτου την ηλικίαν Μοναχού…».30Γράφει ο ίδιος ο Άγιος σε συνοδευτική επιστολή του έργου του προς τον Ιερόθεο31: «…Αλλά που νυν παρ’ εμοί βίβλοι; [] Και δη μικράν σχολήν λαβών, από τε της σκάφης και του χειρομύλωνος, κατά την εικόνα των αναμηρυκιζόντων ζώων, πολλούς λογισμούς πρότερον ανελίξας, εις εμαυτόν ως οιόν τε συστραφείς και πανθ’ όσα, όσα δι’ αναγνώσεως έφθη εντυπωθέντα, τω, κατ’ Αριστοτέλη, αγράφω αβακίω της εμής φαντασίας, και κατά Πρόκλον, σηκοίς τον εμού νοός˙ ή μάλλον ειπείν το του θείου Δαβίδ˙ «άπερ εν τη καρδία μου έκρυψα θεία λόγια, όπως αν μη αμάρτω» (Ψαλμ. 118,11) [] Συμβουλευτικώ [] ενεχάραξα ο και αποστέλλω [] και μικρόν προσφορίδιον αντί πολλών των εις εμέ γεγενημένων χαρίτων σου…».
Ο Π. Πάσχος, έχει την γνώμη32 ότι: «…Πολύ σημαντικά είναι και όσα παίρνει από τους κλασικούς ο άγιος Νικόδημος, για να ενισχύσει τις γνώμες του, που είναι πάντα στη γραμμή των αγίων Πατέρων. Και ολ’ αυτά, βέβαια, εκ του προχείρου και από μνήμης, δίχως βιβλιογραφία και βιβλιοθήκες. [] γι’ αυτό και οι κάποιες μικροδιαφορές των παραθεμάτων από τις πηγές τους…». Τα σχόλια αφορούν την επιστολή «Νικοδήμου Αγιορείτου, Προς Θωμάν»33, που καταχωρείται στο προαναφερθέν βιβλίο.
Ένα μέγα Σάββατο, σταθείς κάτω από τον πολυέλαιο του Ναού του Πρωτάτου, και υπό τον γενικό θαυμασμό των παρεισταμένων, απήγγειλε και τας δεκαπέντε προφητείας του Εσπερινού από στήθους34.
Χαρακτηριστικό είναι το επιστημονικό ήθος που επιδεικνύει ο Άγιος. Αναφέρει τις πηγές του, καθώς και την οποιαδήποτε συνεισφορά άλλων προσώπων, στα έργα του υποτιμώντας ή αποσιωπώντας την δική του συνεισφορά! Στο έργο του Νέον Μαρτυρολόγιον, αναφέρει ποίος «εστάθη», ο συγγραφεύς για κάθε μάρτυρα, ενώ όπου αυτός αποσιωπάται, όπως αναφέρει στον πρόλογο του βιβλίου ο Π. Β. Πάσχος η γλώσσα και το ύφος μαρτυρούν και βεβαιώνουν ότι είναι ο Άγιος Νικόδημος.35Ομοίως για το ίδιο θέμα ο μ. Νικόδημος Μπιλάλης, αναφέρεται στην «ευαισθησία-ευσυνειδησία και ακριβολογία του Αγίου Νικοδήμου σε περιπτώσεις δανείων, με σχετικές σημειώσεις και παραπομπές, που κυριολεκτικά καταπλήσσουν και τους ειδικούς ερευνητές-μελετητές.36Όλα αυτά παρά τις συνήθειες της εποχής και τις δυσπρόσιτες πηγές, όπως αναφέρει ο προαναφερθείς μελετητής του Αγίου (σελ.90). Η επιστημονική ευσυνειδησία και δεοντολογία παραμένουν ζητούμενα και στην εποχή μας, αρκετούς αιώνες μετά την επιστημονική επανάσταση!37
Ο επιστημονικός τρόπος με τον οποίο εργάζεται ο Άγιος καταδεικνύεται στις εκδόσεις πατερικών έργων, βίων των αγίων και των μαρτύρων λειτουργικών κειμένων, καθώς και των σχετικών περί τους ιερούς κανόνες. Χρησιμοποιεί την αποδελτίωση των στοιχείων από τις μελέτες του38. Η κριτική έκδοση των κειμένων καθώς και ο φιλολογικός σχολιασμός τους δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τη σοβαρή εργασία μιας σύγχρονης σοβαρής φιλολογικής μεθόδου.
Άξια αναφοράς είναι και η μεγάλη εργατικότητα του Αγίου, είτε επρόκειτο για χειρωνακτική ή πνευματική εργασία. Για παράδειγμα κατά την παραμονή του στη Σκυροπούλα (1777-78) εργάζεται σκληρά χειρονακτικά «…τον εργατικόν δε και χειρωνακτικόν βίον ειλόμην, δικελλίτης γεγονώς, και σκαπανεύς, σπείρων, θερίζων, και καθ’ εκάστην αλέθων, και τ’ άλλα πάντα ποιών, οις η πολύμοχθος χαρακτηρίζεται των ερημονήσων ζωή, και πολυειδής περιπέτεια…»39, αλλά και διανοητικά αφού «…κάνοντας, λοιπόν, μικρή διακοπή από την σκάφη και τον χειρόμυλο [] το Συμβουλευτικό [] έγραψα και αποστέλλω [] μικρή προσφορά, σε αντάλλαγμα των πολλών χαρίτων που έκανες σε μένα…»40. Ο βιογράφος του Αγίου, ιερομόναχος Ευθύμιος, συχνά αναφέρεται στην εργατικότητα του. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα που μας μεταφέρει κατά την συγγραφή του Πηδαλίου. «…Και όντως θαύμα ήτον να τον βλέπη τινάς τον ευλογημένον οπού εκάθητο εις το σκαμνίον και τριγύρου του είχεν τα βιβλία, άλλα ανοικτά και άλλα κλεισμένα, και με το κονδύλιον εις την δεξιάν εθεωρούσε πότε το ένα και πότε το άλλο. Εσυντάχθη με υπερβολικούς κόπους και ιδρώτας…»41. Ο έτερος των βιογράφων του ο μ. Ονούφριος αναφέρει: «…Επί πάσι δε συναθροίσας [] τα του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά συγγράμματα, μετά κόπου πολλού και εν τρισίν όλοις τεύχεσιν απαρτίσας και πλείστοις σημειώμασιν, ως έθος αυτώ, προσεπαυξήσας και κατακαλλύνας, απέστειλεν εις Βιέννην διά να τυπωθώσιν, όπου και παρέπεσον διά τινάς περιστάσεις…»42.
Τέλος ο Άγιος Νικόδημος δε διστάζει να χρησιμοποιήσει κείμενα και γνώμες συγγραφέων και εκτός της Ορθόδοξης Εκκλησίας ευρισκομένων: «…Και το να διαλέγη τινάς τα καλά και ορθά από τους εναντίους, τούτο δεν κατηγορείται˙ αλλ’ όχι και να δανείζεται τα σαθρά και τα κακόδοξα…»43.
δ΄ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ
Ο Άγιος Νικόδημος δεν παρακολούθησε μαθήματα θετικών επιστημών σε κάποια ανώτερη σχολή της εποχής του στον τουρκοκρατούμενο χώρο ή αλλού. Ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος γράφει σε ανέκδοτο επιστολή του στις 20 Ιουνίου του 1803 προς τον Νικόδημο, για το έργο του Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο, ειρωνευόμενος τρόπον τινά τον Άγιο: «…αλλά πότε και που εσπούδαξας [] την θαυμασίαν ταύτην ανατομικήν; τάχα εις το κολλέγιον της Σκυροπούλας ότε εκείσε μετέβης μετά του αλήστου εκείνου Αρσενίου; ή εις την Ουνιβερσιτάν του Άθωνος;…».44Όπως ανεφέρθη προηγουμένως το πρόγραμμα των μαθημάτων της Ευαγγελικής σχολής δεν περιείχε αντικείμενα των θετικών επιστημών. Η μαθητεία του στον Χρύσανθο τον Αιτωλό και οι βιβλιοθήκες του Άθω ως φαίνεται είναι οι μοναδικές πηγές των γνώσεών του και μάλιστα μόνο η ελληνική βιβλιογραφία, αφού δεν φαίνεται να γνώριζε ξένες γλώσσες45. Η αναφορά του σε επιστημονικά θέματα με την οποία συμπληρώνει την επιχειρηματολογία του σε όλο σχεδόν το έργο του δείχνει μια άνεση γνώσεων, αλλά και ανυπαρξία φόβου στην διαχείριση της θύραθεν παιδείας και γνώσης.
Στην ενδιαφέρουσα επιστολή του Αγίου Προς Θωμάν46υπερασπιζόμενος την ησυχία της ασκητικής ζωής γράφει: «…Και αυτοί δε οι έξω φιλόσοφοι τω φωτί του φυσικού λόγου επόμενοι, εγνώρισαν την της ησυχίας ωφέλειαν, [] ο Πυθαγόρας εν τω όρει της Ίδης ησυχάζων, την πολυθρύλλητον εκείνην παρά τοις μαθηματικοίς εύρηκε πρότασιν…». Υπονοεί προφανώς το πυθαγόρειο θεώρημα. Η πληροφορία είναι πιθανόν να αντλήθηκε από τον Πορφύριο τον Τύριο (233-304 μ.Χ.), στο έργο του «Πυθαγόρου βίος»47. Αναφορές στον Πυθαγόρα ως φιλόσοφο, συναντάμε και σε άλλα έργα του. Στο «Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο»48, γίνεται εκ νέου αναφορά στον Πυθαγόρα και στο φερώνυμο θεώρημα, αναφέροντας και τη θέση στην οποία υπάρχει στον Ευκλείδη49. Η αναφορά συνυπάρχει με εκείνη στον Αρχιμήδη και στην προσπάθειά του να βρει, κατ’ εντολήν του βασιλιά Ιέρωνα, την αναλογία σε ένα χρυσό στεφάνι του πολυτίμου μετάλλου, φυσικά χωρίς να το καταστρέψει. Αφορμή και για τις δύο αναφορές είναι η χαρά που προξενούν οι πνευματικές ηδονές ακόμα και στους «εξωτερικούς»
Στα «Πνευματικά Γυμνάσματα» και συγκεκριμένα στο «Περί ατάκτου έρωτος του πλούτου και των υπαρχόντων», γράφει: «…Όλαι αι τελειότητες [] της επιστήμης [] επ’ άπειρον εκτεινόμεναι, δεν είναι άλλο παρά μία στιγμή, συγκρινόμεναι με την πλέον μικροτέραν τελειότητα της θείας χάριτος. Ερώτησε ένα μαθηματικόν, και ειπέ του˙ ανίσως εγώ πολυπλασιάσω επ’ άπειρον την επιφάνειαν ενός σώματος, ημπορώ ποτέ να συστήσω ένα σώμα; θέλει σου ειπεί όχι…»50.
Ο Δημήτριος Κωτσάκης, ο οποίος διετέλεσε καθηγητής της φυσικομαθηματικής σχολής του Πανεπιστήμίου Αθηνών σε μια σύντομη επιστολή του στο περιοδικό ΑΚΤΙΝΕΣ51, αναφέρεται στις αστρονομικές γνώσεις του Αγίου και μάλιστα της εποχής του, τονίζοντας την ευκολία με την οποία χρησιμοποιεί σχετικές έννοιες. Στο βιβλίο «Νέα Κλίμαξ»52ο Άγιος αναφέρεται στη φύση και το χρώμα της Σελήνης, καθώς και ότι «τας αμπώτιδας, ήτοι τας πλημμύρας της θαλάσσης προξενεί». Στο ίδιο βιβλίο (σ. 86, 342), ομιλεί για τις κινήσεις του Ηλίου και της Σελήνης. Μάλιστα για τις περισσότερες από τις αναφορές του, όπως αναφέρει ο καθηγητής Κωτσάκης «βεβαιώνει και η σύγχρονος Αστρονομία»53. Στο προαναφερθέν βιβλίο, αναφέρονται ονόματα παλαιοτέρων αστρονόμων και επιστημόνων54, όπως του «κορυφαίου Πτολεμαίου», του Πρόκλου, του Αριστοτέλη, του Πυθαγόρα, του Γαληνού, του Αλεξάνδρου του Αφροδισιέως, του Νικηφόρου Βλεμμίδη, και του «Άραβος Αλή»55. Η αναφορά στους νεότερους δεν γίνεται ονομαστικά, χρησιμοποιούνται οι εκφράσεις, «και παν το σύστημα των Αστρονόμων αποφαίνεται»56, «οι νεώτεροι φιλόσοφοι, όσον μηχανικοί, άλλο τόσον τολμηροί»57, «οι δε νεώτεροι»58, «όθεν και οι νεώτεροι γεωγράφοι»59, «κατά τους φυσικούς»60, «κατά δε τους νεωτέρους αστρονόμους»61, «πάντες σχεδόν οι Αστρονόμοι και παλαιοί και νεώτεροι [] και οι νεώτεροι λέγουν»62, «κατά τους νεωτέρους»63, «κατά δε τους νεωτέρους φυσικούς»64. Εξαίρεση αποτελούν δύο ονομαστικές αναφορές. Στην ερμηνεία του ενάτου Αναβαθμού του πλ. α΄ ήχου ο Άγιος γράφει: «…Αόρατος δε κόσμος ονομάζεται υπό των νεωτέρων εκείνος ο τόπος και το διάστημα όπου περιέχει τα τόσον μικρά ζωΰφια, τα οποία είναι αόρατα τελείως εις τους γυμνούς οφθαλμούς μας, δια μέσου δε του μικροσκοπίου ορώμενα, εις τρόπον όπου χίλια εξ’ αυτών δύνανται να σταθούν εις την ακίδα μιας λεπτής βελόνης, καθώς ο νεώτερος φυσικός Λοβενόκιος65παρετήρησε˙ καθ’ ένα δε είδος από αυτά είναι ένας μικρός κόσμος και διαμένει εν τω παντί ήδη επτά χιλιάδας χρόνων και επέκεινα˙ και κάθε άτομον εξ αυτών έχει σπλάγχνα και όλα τα εξωτερικά και εσωτερικά μέλη του σώματος, όσα είναι αναγκαία δια να τρέφεται, διά να ζη και διά να γεννά όμοιόν του…»66. Στη «Νέα Κλίμακα» συγκεκριμένα στην ερμηνεία του δωδεκάτου Αναβαθμού του πλ. δ΄ ήχου ο Άγιος δεν διστάζει να καταθέσει τις παρατηρήσεις του Γαλιλαίου, «διά του τηλεσκοπίου κατοπτεύσαντα», όσον αφορά τον αριθμό των αστέρων στις Πλειάδες, διορθώνοντας τους παλαιότερους και μάλιστα τον «θείον Βασίλειον»67.
Ο Άγιος αναφέρει τους τέσσερις τότε γνωστούς δορυφόρους του Διός και δύο μικρούς «αστερίσκους», λογχίτες τους ονομάζει, πλησίον του Κρόνου, ουράνια σώματα που δεν είναι ορατά δια γυμνού οφθαλμού, αλλά δια του τηλεσκοπίου.68Τα ουράνια αυτά σώματα «…εκλείπουσι και σκοτίζονται συχνές φορές, και σχεδόν καθ’ εκάστην ημέραν, κατά την κοινή δόξαν και παρατήρησιν των νεωτέρων Αστρονόμων, πίπτοντες και κρυπτόμενοι μέσα εις την σκιάν των ιδίων τους πλανητών…».69Με την σημερινή ορολογία κατά την κίνησή τους περί το Δία, οι δορυφόροι του, άλλοτε υφίστανται εκλείψεις, άλλοτε διαβάσεις (προ του δίσκου του Διός) και άλλοτε επιπροσθήσεις. Για τις κηλίδες του ηλίου γράφει: «…Τι άλλο είναι λαμπρότερον και καθαρότερον από τον Ήλιον; Βέβαια κανένα πράγμα του υλικού Κόσμου τούτου˙ και μ’ όλον τούτο οι νεώτεροι Αστρονόμοι με την πολλήν περιέργειάν τους και με την κατασκευήν των τηλεσκοπίων τους, εθεώρησαν μέσα εις αυτόν τον καθαρώτατον και λαμπρότατον δίσκον του Ηλίου, κάποια μικρά και σκοτινά νέφαλα, τα οποία επονομάζουσι κηλίδας, και ρύπους του Ηλίου˙ και μερικοί μεν από αυτούς θέλουσι να είναι πραγματικαί και αληθιναί αι κηλίδες αυταί, και οι ρύποι˙ μερικοί δε εξ’ αυτών λέγουσι, πως είναι πλάνη και απάτη των οφθαλμών, προερχομένη ή εκ των τηλεσκοπίων, ή εκ της αδυναμίας των θεωρούντων αυτάς οφθαλμών…»70. Αξίζει να σημειωθεί ότι τους αναφερόμενους τέσσερις δορυφόρους τους Διός τους ανακάλυψε δια του τηλεσκοπίου ο Γαλιλαίος το 1610. Από το 1611 αρχίζουν οι πρώτες παρατηρήσεις κηλίδων με τηλεσκόπιο από το Φαμπρίκιο, το Γαλιλαίο, το Σάινερ και το Χάριοτ. Η ανακάλυψη των δορυφόρων του Διός απετέλεσε για τον Γαλιλαίο ένα ακόμη επιχείρημα περί της ορθότητος του ηλιοκεντρικού συστήματος71.
Στην Χρηστοήθεια ο Άγιος Νικόδημος αναφέρει ιδιότητες των ζώων, που τουλάχιστον φανερώνουν αν μη τι άλλο παρατηρητικότητα.72
Στον Κήπο Χαρίτων υπάρχει αναφορά στους γεωγράφους Στράβωνα και Ποσειδώνιο.73
Την άνεση του Αγίου να κινείται σε χώρους που άπτονται των θετικών επιστημών, φανερώνει ο υπάρχων ύμνος προς την Θεοτόκο στον Κήπο Χαρίτων. Χρησιμοποιεί έννοιες διαφόρων επιστημών για να επαινέσει την Παναγία. Γράφει μεταξύ άλλων: «…Ω γλυκυτάτη και πράγμα και όνομα Μαριάμ, [] τοσούτον είναι θαυμαστά τα μεγαλεία σου Θεοτόκε, ώστε οπού όλοι οι περί τας λογικάς τέχνας και επιστήμας καταγινόμενοι, [] εφιλοτιμήθησαν ο καθ’ ένας εξ αυτών, να σε επαινέση με τα της τέχνης και επιστήμης του ίδια. [] Οι Αριθμητικοί εσένα λέγουν, ότι πλουτείς την κατ’ αυτούς αναλογίαν˙ διά τι ον λόγον και σχέσιν έχει ο ουράνιος Πατήρ προς τον Χριστόν, τον αυτόν έχεις και συ η επίγειος Μήτηρ προς τον αυτόν Χριστόν. Εσένα οι γεωμέτραι νοούν, κύκλον ευρυχωρότατον˙ επειδή εχώρησας εν τη αγιωτάτη κοιλία σου όλον το τρίγωνον, ήγουν αυτήν την υπερούσιον και αχώρητον Τριάδα, με το να έγινες Μήτηρ μιας των αυτής Αγίων Υποστάσεων˙ αλλά και κέντρον οι αυτοί σε ονομάζουσιν, εν ω στήσας τον διαβήτην του ο νοητός Ευκλείδης, και Αριστοτέχνης Λόγος, εγύρισε παγκάλλιστα όλην την περιφέρειαν της ενσάρκου Οικονομίας του. [] Εσένα οι Αστρονόμοι, τώρα μεν, σφαίραν πολύαστρον ονομάζουσι˙ καθώς γαρ εκείνη είναι πεπυκνωμένη με τα αμέτρητα άστρα, έτζι και συ είσαι πεπυκνωμένη με τα αναρίθμητα φωταυγή χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος˙ τώρα δε Σελήνην αργυροειδή και ολόφωτον˙ καθώς γαρ η Σελήνη πανσέληνος ούσα, γεμίζει και πλουτίζει τα δεκτικά σώματα των εκείνης απορροιών, έτζι και συ γεμίζεις και πλουτίζεις τους Ορθοδόξους με τας ποικιλοτρόπους απορροίας των Θεομητορικών σου χαρίτων˙ και τώρα Πλειάδα σε ονομάζουν, ήτοι Πούλιαν, διατί καθώς η Πούλια φυλάττει αχώριστον τον σύνδεσμον και την ένωσιν, είτε των επτά αστέρων της, κατά τους παλαιούς˙ είτε των τεσσαράκοντα και προς, κατά τους νεωτέρους Αστρονόμους και μάλιστα τον Γαλιλαίον, διά του τηλεσκοπίου θεωρήσαντα τούτους˙ έτζι και συ φυλάττεις συνδεδεμένους εν τη αγάπη πάντας τους προς σε ευλαβείς Ορθοδόξους [] οι δε Οπτικοί, εσένα γνωματεύουν θαυμάσιον τηλεσκόπιον, διά μέσου του οποίου απεκαλύφθη η προαιώνιος και κεκρυμμένη βουλή του Θεού, και ημείς οι Χριστιανοί, ακριβέστερον ορώμεν δι’ αυτού τα πόρρω όντα και απόκρυφα του Θεού μυστήρια. Εσένα οι Μηχανικοί υποθέτουν υπομόχλιον ενεργητικώτατον, επάνω εις το οποίον ο μηχανικώτατος Αρχιμήδης, και μέγας αρχιτέκτων Θεός, επιστηρίξας τον εδικόν του μοχλόν, εκίνησεν όχι μόνον όλην την γην, αλλά και όλον τον ουρανόν, και ούτω μετέστησεν αυτά από την φθοράν εις την αφθαρσίαν, και από την τροπήν εις την ατρεψίαν. Οι δε Φυσικοί θαύμα θαυμάτων υπερφυές σε ονομάζουσιν˙ ακολουθούντες τους εις τους φυσικούς των κανόνας και νόμους, δεν δύνανται να νοήσουν το ειδικόν σου Μυστήριον˙[] και πως περατούται το άπειρον! Άπερ κατά φυσικόν λόγον πάντη υπάρχει αδύνατα…»74
ε΄ Η ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΓΝΩΣΗ
Ο Άγιος Νικόδημος κατείχετο υπό θείου έρωτος και επομένως ολόκληρη η ζωή του περιεστρέφετο γύρω από αυτό τον άξονα. Στον βιβλίο του «Αόρατος πόλεμος», και στο κεφάλαιο «Ευχαί κατά αλφάβητον εν είδει Οίκων εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν κατανυκτικαί» διαβάζουμε: «… Ιησού, ο Γλυκύτατος Πλάστης μου, [] Ιησού, η ψυχή της ψυχής μου, [] Ιησού, το πρωτότυπον κάλλος μου, [] Ιησού, το γλυκύ μου και πράγμα και όνομα, [] Ιησού, η αναπνοή μου, [] Ιησού, η ωραιότης η εκστατική και υπέρκαλλος, [] Ιησού, ο έρως ο μανικός τε και παντεπόθητος, [] Ιησού, ωραιότατε, [] Ιησού, Παμπόθητε…»75. Οτιδήποτε δεν εξυπηρετούσε αυτό τον σκοπό δεν ευρίσκετο στο άμεσο ενδιαφέρον του. Η ενασχόληση και η βίωση των θείων αληθειών δεν συγκρίνεται με την προσπάθεια κατονοήσεως της φύσεως.
Η ενασχόληση με την επιστήμη δεν είναι βλαβερή για τον άνθρωπο, αφού «…Οι τέχνες δεν προξενούν καμμίαν κακίαν, αλλ’ η κακή προαίρεσις εκείνων οπού τας δουλεύουν…».76Στο ίδιο δε έργο του δύο σελίδες παρακάτω αναφέρεται στα ψεύδη των ιατρών για να κερδίσουν περισσότερα.77
Σημαντική και για το θέμα μας είναι η επιστολή του Αγίου Προς Θωμάν, μαθητή του Αγίου Αθανασίου του Παρίου, ο οποίος ευρισκόμενος στη Βιέννη για σπουδές, απεφάσισε να μην ενδυθεί το μοναχικό σχήμα, βρίσκοντάς το αντίθετο του Χριστιανισμού. Κατόπιν παρακλήσεως του Παρίου, αναλαμβάνει να του απαντήσει ο Άγιος Νικόδημος. Η επιστολή έχει ημερομηνία 29 Απριλίου 1786. Παραθέτω δύο χαρακτηριστικά χωρία: «…παραπέμπω την ελλογιμότητά σου εις τα νεοτύπωτα βιβλία της Φιλοκαλίας των ιερών Νηπτικών, και του Ευεργετινού Παύλου, γιά να ιδής εκεί, όχι ένα ή δύο ασκητάς και ερημίτας ποιητάς συγγραμμάτων αληθείας και της μυστικής και αποκρύφου φιλοσοφίας του αγίου Πνεύματος, αλλά νέφος όλον και πολυάριθμον σύνταγμα, αυτά τα όργια, όχι της αληθείας των ανθρωπίνων πραγμάτων, όχι της των φυσικών λόγων της κτίσεως (μικρά γαρ ταύτα και πάρεργον της οδού, η λέγεται, παρ’ εκείνοις τοις θεοληπτουμένοις και διαβατικωτάτοις εγίνετο), αλλ’ αυτής της υπέρ νουν και λόγον ιεράς και θείας αληθείας, ην άληστον οι θεφόροι πάλιν ούτοι κατονομάζουσιν…»78. Εδώ η ενασχόληση με την επιστήμη χαρακτηρίζεται πάρεργο της οδού για τη θεία αλήθεια.
Το δεύτερο κομμάτι είναι εκτενέστερο (σελ.77-79). Ο Άγιος αναγνωρίζει την ανάγκη του ανθρώπου να μελετήσει τη φυσική πραγματικότητα μέσω των μαθηματικών και της φυσικής και δεν κατηγορεί το Θωμά γι’ αυτό. Τονίζει όμως ότι υπάρχουν αλήθειες με μεγαλύτερη αξία και άλλες με μικρότερη, ανώτερες και κατώτερες και όποιος προτιμήσει τις δεύτερες, περιφρονώντας τις πρώτες είναι άμυαλος. «…Αδελφέ, και τα μαθηματικά παρέρχονται μαζί με τας αληθείας των, και τα φυσικά ομοίως˙ ο Θεός αεί διαμένει μαζί με τας αϊδίους του αληθείας˙ και να δώση τινάς ένα αιώνιον διά να αγοράση ένα παρερχόμενον, είναι το ίδιον, ωσάν να αγοράση χουν και κονιορτόν με τους μαργαρίτας και τους αδάμαντας…»79. Εν τέλει δεν υπάρχουν δύο δρόμοι για την εύρεση της Αλήθειας, αλλά ένας και μοναδικός!
Η ενασχόληση με την επιστήμη, ή ακόμα και με θεάρεστο έργο, ενέχει τον κίνδυνο της επικρατήσεως του ιδίου θελήματος έναντι του Θείου: «…Όθεν, όποιος δεν προσέχει καλώς εις τούτο, αρχίζει πολλάκις να κάμη κανένα έργον, με σκοπόν διά να αρέση μόνον εις τον Κύριόν του˙ αλλ’ έπειτα, κατ’ ολίγον, ανεπαισθήτως πηγαίνοντας, αρέσκεται και αυτός εις τούτο με την ιδίαν του θέλησιν, τοιουτοτρόπως, οπού αλησμονεί το θείον θέλημα˙ και δένεται τόσον πολλά με την ηδονήν εκείνου του έργου, οπού, αν ο ίδιος Θεός τον εμποδίση από το έργον εκείνο, με καμμίαν ασθένειαν, ή με πειρασμόν δαιμόνων, και ανθρώπων, ή με άλλο μέσον κανενός κτίσματος, αυτός συγχίζεται όλος, [] σημείον πολλά φανερόν, ότι η γνώμη του, δεν ήτον όλη του Θεού, αλλ’ εγεννάτο από ρίζαν σεσαθρωμένην, και διεφθαρμένην της φιλαυτίας…»80.
Η γνώση των αισθητών είναι αποδεκτή όταν μας ανάγει στο Δημιουργό τους: Στο κα΄ κεφάλαιο του Αοράτου Πολέμου γράφει: «…Έτζι βλέποντας τα τέσσαρα στοιχεία, το πυρ, τον αέρα, το ύδωρ, και την γην, και στοχαζόμενος την ουσίαν, και την δύναμιν, και ενέργειαν, οπού έχουν, με μεγάλην σου ηδονήν θέλεις ειπή προς τον άκρον Ποιητήν, οπού τοιούτης λογής τα εδημιούργησεν˙ «ω θεία ουσία! ω άπειρος Δύναμις και ενέργεια, άκρως επιθυμητή! πόσον χαίρω και αγάλλομαι, ότι συ είσαι μόνη αρχή και αιτία κάθε κτιστής ουσίας των όντων, και κάθε ενεργείας και δυνάμεως»! έτζι , όταν βλέπης τα ουράνια, και φωτεινά σώματα, τον ήλιον, την σελήνην, και τους αστέρας [] τα δένδρα, τα χόρτα και άλλα διάφορα φυτά˙ [] ημπορείς να ειπής˙ «Ιδού εδώ η αληθινή ζωή, εξ ης, και εν η, και δι’ ης ζώσι, και τρέφονται, και αυξάνουν όλα τα πάντα˙ ω ζωντανή θεραπεία της καρδίας μου!...»81. Στο ίδιο κεφάλαιο λίγο παρακάτω αναφέρει: «…Ανίσως, Θεέ μου, τα κτίσματά σου, είναι τόσον ωραία, τόσον χαροποιά, τόσον αρεστά, πόσον άρα γε ωραίος, πόσον χαροποιός, και γλυκύτατος είσαι εσύ ο Κτίστης τούτων απάντων!...»82
Η επιτυχής ενασχόληση με την επιστήμη προϋποθέτει τον καθαρισμό του νου και της καρδιάς του ανθρώπου από τα πάθη: «…Πρόσεχε δε, να μη καταγίνεσαι εις τους λόγους των υλικών σωμάτων, και ζώων, ήτοι εις τα λεγόμενα φυσικά, όντας ακόμη εμπαθής. Διατί με το να μην είναι ο νους ελεύθερος από τας εμπαθείς φαντασίας των αισθητών, προ του να διαπεράση μέσα εις τους Πνευματικούς και αΰλους λογαριασμούς, τους εν τοις σώμασι και ζώοις ευρισκομένους, αρπάζεται από μόνην την εξωτερικήν αυτών μορφήν, και επιφάνειαν˙ και ηδυνόμενος εις αυτήν, αποκτά ψευδοδοξίας και πάθη, ως λέγει ο άγιος Μάξιμος, αντί να εύρη απάθειαν και αλήθειαν˙ καθώς το έπαθον και τόσοι φιλόσοφοι οι καλούμενοι φυσικοί…»83.
Η επίδοση στην επιστήμη και τα επιτηδεύματα είναι θείο χάρισμα και δεν δικαιολογείται υπερηφάνεια από την μεριά του ανθρώπου: «…Ταλαίπωροι τεχνίται, και επιστήμονες και ως τι υπερηφανεύεσθε; εις την σοφίαν και επιτηδειότητα του νοός σας; και αυτή είναι χάρισμα του Κυρίου (Σειρ. α΄ .1.) [] εις τι υπερηφανεύεσθε; εις τέχνην και επιστήμην σας; και αυτήν ομοίως ο Θεός σας εχάρισεν, όστις όχι μόνον είναι ο εις και μόνον τεχνίτης οπού εδημιούργησε τον Ουρανόν και την Γην και όλον τον Κόσμον με την παντεχνήμονα σοφίαν του, καθώς είναι γεγραμμένον˙ ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός (Εβρ. ια΄ 10.) [] αλλά και αυτός είναι οπού δίδει εις τους άνδρας, την γνώσιν και επιστήμην των διαφόρων τεχνών και επιστημών, καθώς λέγει ο θείος Δαβίδ [] καμμίαν τέχνην, ή επιστήμην, δεν δύνασθε να μάθετε χωρίς την δύναμιν και βοήθειαν του Θεού, [] πολλά ζώα είναι σοφώτερα και γνωστικότερα από λόγου σας, [] δια τι αυτά, χωρίς να μάθουν Αστρονομίαν και χωρίς να περιεργασθούν τα κινήματα των αστέρων, εκ φύσεως και αφ’ εαυτών, έχουν πρόγνωσιν των μελλόντων και προγνωρίζουν οίκοθεν τας μεταβολάς των καιρών και των ανέμων, τας αλλοιώσεις της Ατμοσφαίρας, τας βροχάς, και τας της θαλάσσης φουρτούνας και αλλαγάς˙ τα οποία εσείς με όλας σας τας Αστρονομίας και παρατηρήσεις των φωστήρων και των αστέρων, δεν ημπορήτε τόσον ασφαλώς να προγνωρίσετε...»84Η προκοπή στις τέχνες και τις επιστήμες προκαλεί φθόνο γι’ αυτό ο Άγιος συστήνει: «…Εκείνοι οι τεχνίται, και επιστήμονες, οι των άλλων συντεχνιτών, και επιστημόνων προκομενέστεροι, πρέπει να κρύπτουν την προκοπήν τους όσον δύνανται και να μην την δείχνουν έμπροσθεν εις εκείνους οπού τους φθονούν, [] αλλά να ταπεινώνονται…»85
Ο Άγιος γνωρίζει ότι η φύση διέπεται από νόμους: «…Ναι προγνωρίζουσι πολλά και οι δαίμονες, ως λέγουσιν οι ιεροί θεολόγοι, αλλ’ ως επί το πλείστον τα φυσικά, συμπεραίνοντες την γνώσιν αυτών από τους λόγους και νόμους της φύσεως˙ καθώς και πολλοί από τους ανθρώπους, οι οποίοι μάλιστα εισίν οι Φιλόσοφοι, πολλά τοιαύτα προγνωρίζουσι και προλέγουσι…»86. Μάλιστα στο Πηδάλιο, αναφέρει ότι όπως η Αγία Τριάς δημιούργησε τους φυσικούς νόμους (φυσικούς κανόνας), «…εξ ων η τάξις, και εκ της τάξεως η συνοχή του παντός διασώζεται, και γίνεται καθώς είπεν ο Ορφεύς, όλη η κτίσις μία μουσική συμφωνία [] τοιουτοτρόπως η αυτή Τριάς, και τον δεύτερον τούτον και νοητόν κόσμον της Καθολικής Εκκλησίας κατασκευάσασα, με τους ιερούς τούτους και θείους Κανόνας συνέδησεν αυτόν και συνέπηξεν...».87
Οι φυσικοί νόμοι, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το αποτέλεσμα της δράσεως του Αγίου Πνεύματος, αφού κατά τον Άγιο, το Άγιο Πνεύμα «…κινεί πρώτον την νοητήν κτίσιν των αγίων Αγγέλων˙ δεύτερον και την λογική κτίσιν των ανθρώπων [] Κινεί δε το άγιον Πνεύμα και την αισθητήν κτίσιν˙ όθεν κάθε κίνησις των ουρανίων σωμάτων [] ομοίως και η των στοιχείων κίνησης, του πυρός, του αέρος, του ύδατος, της γής, η συνεκτική και ζωογόνος, υπό του αγίου Πνεύματος ενεργείται και συνίσταται και διαμένει…».88 Στο κα΄ κεφάλαιο του Αοράτου Πολέμου γράφει: «…Όταν παρασταθεί εμπρός εις καμμίαν εξωτερικήν σου αίσθησιν κανένα αισθητόν αντικείμενον, είτε ορατόν, είτε ακουστόν, είτε οσφραντόν, είτε γευστόν ή απτόν, χώρισε με τον λογισμόν σου από το υλικόν πράγμα, όπου έχει, το άϋλον πνεύμα, ήγουν την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, οπού είναι εις αυτό˙ και στοχάσου, ότι, αυτό αφ’ εαυτού του, δεν είναι δυνατόν να έχει το είναι, ή άλλο τίποτε, από όσα ευρίσκονται εις αυτό...».89
Η παρέμβαση του Θεού στην κτίση είναι συνεχής, «παραβαίνουσα» και τους νόμους που ο ίδιος έθεσε σε αυτή: «… Ας άσωμεν [] εις τον Κύριον, [] επειδή [] όχι μόνον εποίησεν εις την Αίγυπτον σημεία και τέρατα θαυμαστά και παράδοξα, αλλά και προς τούτοις έκαμεν ημάς να διαπεράσωμεν την ερυθράν θάλασσαν, με τρόπον υπερβαίνοντα τους Νόμους της φύσεως…»90.
Μόλις και χρειάζεται να τονισθεί ότι παρόμοιες απόψεις δεν αφήνουν κανένα περιθώριο δεϊσμού.
Την περίοδο της νεοελληνικής αναγεννήσεως (νεοελληνικού διαφωτισμού), εντοπίζονται σε γραπτά της περιόδου, απόψεις για την ύλη που παραπέμπουν σε φιλοσοφικές υλιστικές θεωρίες91. Γράφει ο Άγιος στο Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο: «…Όθεν σφάλλουσι, και πολλά σφάλλουσι, τινές των καθ’ ημάς νεωτέρων Μεταφυσικών, οίτινες δοξάζουσι τας ουσίας των όντων, ότι είναι οι άκτιστοι εκείνοι και συναΐδιοι λόγοι οι εν τω Θεώ, και διά τούτο λέγουσι τας ουσίας ταύτας των όντων, αιωνίους˙ ανακαινίζουσι γαρ διά τούτου την Ελληνικήν πλάνην και δόξαν, την υποθέττουσαν την ύλην (ήτις ως ουσία κυρία των όντων παρά τοις Έλλησιν εξοξάζετο) αιώνιον, και τω Δημιουργώ συναΐδιον και συνάναρχον, οι φυσικοί λόγοι δε οι εν τοις κτίμασσιν ευρισκόμενοι, αποτελέσματα, και εικόνες των εν τω Θεώ ακτίστων εκείνων, και παραδειγματικώς λόγων εισίν.…»92
ς΄ Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ
Αν γίνεται αναφορά των «σχέσεων» του Αγίου Νικοδήμου με τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Νικηφόρο Θεοτόκη93, σχέση που εξαντλείτο στη γνώση από μεριάς του Νικοδήμου κάποιων έργων τους και όχι προσωπική, είναι γιατί και οι δύο εκτός από πατερικοί, ήταν και κάτοχοι της επιστημονικής γνώσης της εποχής τους. Θεωρούνται οι εισαγωγείς των νεωτέρων μαθηματικών και φυσικής στην Ελλάδα.
Η αναφορά στο Βούλγαρη από τον Άγιο είναι θετική έως θαυμαστική. Στην «Ομολογία Πίστεως, ήτοι απολογία δικαιοτάτη», χρησιμοποιεί ο Νικόδημος στα επιχειρήματά του και ένα από τον Ευγένιο Βούλγαρη94ως εξής: «…άκουσον τι λέγει αυτολεξεί ο σοφός Διδάσκαλος κύριος Ευγένιος, εν σελ.37 της νεωτυπώτου «Εκατονταετηρίδος» του…». Τελειώνοντας την ομολογία πίστεως και απολογούμενος για την συγγραφήν της αναφέρει τα εξής95: «…Συνήθεια γαρ εξ αρχαίων χρόνων επικρατεί εις την του Χριστού Εκκλησίαν και όποιος κατηγορείται εις τα της Πίστεως, και να απολογήται [] έτζι ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς ιδίαν ομολογίαν εξέθετο [] ο θείος Μάρκος ο Εφέσου, [] και πολλοί των νεωτέρων Διδασκάλων εποίησαν, ως ο κυρ Ευγένιος και άλλοι…».
Στο «Νικοδήμου προς Θωμάν» η αναφορά στο Βούλγαρη έχει ως εξής:96«…Υπομνήσθητι, ότι και ο κατά φιλοσοφίαν περιβόητος Ευγένιος και παρά σου θαυμαζόμενος, επήγεν εις Πετζέρσκαν και προσεκύνησε τα λείψανα των εκείσε αγίων Ασκητών…».
Στη «Νέα Κλίμακα» και στην ερμηνεία του Θ΄ Αναβαθμού του πλ. δ΄ ήχου97, ο Άγιος Νικόδημος χρησιμοποιεί μικρό απόσπασμα από το έργο του Βούλγαρη «Ανάκρισις περί Νικηφόρου του Βλεμμίδου».
Στο «Νέον Μαρτυρολόγιον» αναφέρει για τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, ότι εσπούδασε στην Αθωνιάδα «…υποκάτω εις τον διδάσκαλον Παναγιώτην Παλαμάν˙ μετά δε ταύτα παρέλαβε και την Λογικήν από τον διδάσκαλον Νικόλαον Τζαρτζούλιον τον εκ Μετζόβου, όστις εκεί εσχολάρχησε μετά τον σοφώτατον Ευγένιον…».98
Ό Άγιος πρέπει να είχε έρθει σε επαφή με το έργο του Θεοτόκη, αφού στην βιβλιοθήκη του Χρυσάνθου υπήρχαν και οι δύο τόμοι της φυσικής του τελευταίου99. Ο Άγιος περιγράφει μέρος του οφθαλμού, και παραπέμπει στον Θεοτόκη: «Όρα τον β΄ Τομ. Της Φυσικής του Θεοτόκη».100 Πρόκειται για το έργο του Νικηφόρου Θεοτόκη «Στοιχεία Φυσικής εκ των νεωτέρων συνερανισθέντα, υπό Νικηφόρου Ιερομονάχου του Θεοτόκου», αποτελούμενο από δύο τόμους που εκδόθησαν στην Λειψία το 1766-67.
Κατά τον Νικηφόρο Θεοτόκη «…η Φυσική εν μέρος της Φιλοσοφίας εστί, το τερπνότερον πάντως, [] κατανοούντων γαρ ημών τίνι λόγω τα αόρατα ορατά γίνεται [] ανάμεστος ηδονής ο ημέτερος Νους γίγνεται, επειδή γαρ λογικοί εσμέν του τον λόγον ειδέναι φύσει πάντες εφιέμεθα…»101. Μεγάλη ηδονή και κατά τον Άγιο προξενούν οι λόγοι των κτισμάτων, η οποία ηδονή όμως μετατρέπεται σε θαυμασμό και απορία για τον Πλάστη: «…Μεγάλην ηδονήν προξενούσιν εις τον νουν οι λόγοι των κτισμάτων, των αισθητών τε, και νοητών˙ διά τι αυτός βλέπωντας με μίαν ομματίαν όλην την νοητήν, και αισθητήν Κτίσην, Αγγέλους, Ουρανούς, Φωστήρας, στοιχεία, φυτά, ζώα αναίσθητα, και ανθρώπους, και στοχαζόμενος πως τα εδημιούργησεν εκ του μη όντος εις το είναι ο Θεός με ένα του μοναχόν λόγον: «Αυτός γαρ φησιν, είπε και εγεννήθησαν», θαυμάζει και απορεί…»102
ζ΄ ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αν και ασχολείται με τα «Συναξάρια και Μαρτυρολόγια, και Ορθοδοξίας Πηδάλια, και Ασκητικά», κατά τους «διαφωτιστές» (βλ. στον πρόλογο του παρόντος), δεν υποτιμά την επιστήμη, για επιτεύγματα της οποίας είναι ενήμερος. Την αντιμετωπίζει όμως στις πραγματικές της διαστάσεις: «…τα μαθηματικά παρέρχονται μαζί με τας αληθείας των, και τα φυσικά ομοίως …»103. Άλλωστε είναι γνωστό ότι «… είτε γλώσσαι, παύσονται˙ είτε γνώσις, καταργηθήσεται. εκ μέρους γαρ γινώσκομεν…»104. Στην καλλίτερη περίπτωση η επιστήμη, κατορθώνει να διαβάσει, κάποιες, ενίοτε δυσανάγνωστες, από δική της υπαιτιότητα, σελίδες του βιβλίου χρήσης του κόσμου, γραμμένου από το agioritikesmnimes
Όταν κάποιος έχει άγια και αναμάρτητη ζωή, η διανοητική γνώση μπορεί να παράγει θαυμάσιους καρπούς. Αντιθέτως, μία γνώση χωρίς αγάπη δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο1.
Σε άρθρο του Πασχάλη Κιτρομιλήδη διαβάζουμε σε ένα κείμενο του 1810 ακραίων «διαφωτιστών» την προσπάθειά τους να γελοιοποιήσουν και να διακωμωδήσουν το φαινόμενο των νεομαρτύρων:2«…Δυσχεραίνουσιν οι Άγιοι (Αρχιερείς) όταν βλέπουσι εκδιδόμενα εις φως βιβλία επιστημονικά και φιλολογικά, τα οποία φωτίζουσι το γένος. Ως φαίνεται, δεν εχόρτασαν ούτοι από Συναξάρια και Μαρτυρολόγια, Νέους Παραδείσους και Όρμους σωτηρίους, Ορθοδοξίας Πηδάλια, Λαυσαϊκά, Ασκητικά και άλλας σαπρολογίας, με τα οποία οι μελανοφόροι και μελανόψυχοι απεζόφωσαν το γένος…». Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, κατά κόσμον Νικόλαος Καλλιβούρτζης (1749-1809)3, χωρίς να αγνοεί «επιστημονικά και φιλολογικά βιβλία της εποχής του», συγγράφει «Συναξάρια και Μαρτυρολόγια, και Ορθοδοξίας Πηδάλια, και Ασκητικά».
α΄ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
«…Μικρός δε όντας έμαθεν εις την πατρίδα του, η οποία καλείται Χώρα, από έναν ιερέα της γειτονίας αυτού τα κοινά γράμματα, όστις και τον εσυλλειτουργούσε μεν τας καθημερινάς…»4. Όπου προφανώς το ρήμα «εσυλλειτουργούσε», αναφέρεται στην απαραίτητη βοήθεια ενός λαϊκού για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας, βοήθεια και ως παρουσία, αλλά και ως εκείνη του ψάλτου, που παρείχε ασφαλώς ο Νικόλαος, παρά την παιδική του ηλικία. «…Η καθαρότης ηνωμένη εις την παιδικήν του ψυχήν μετά των χαρισμάτων, συνίστων τον μικρόν Νικόλαον Καλλιβούρτσην, όστις, μη ων εισέτι εις ηλικίαν προς φοίτησιν και εκ πρωίμου αυτώ δίψης του «ειδέναι», ηκροάτο από των παραθύρων του σχολείου διψαλέως τα ιερά και Ελληνικά γράμματα. Κατεπλήττοντο οι μαθηταί, όταν εις ερωτήσεις του· «τι εδίδαξεν ο διδάσκαλος σήμερον», αυτοί μεν δεν ενεθυμούντο καλώς, αυτός δε τοις έλεγε καταλεπτώς την διδαχθείσαν ύλην. Τούτο εποίει επί πολλάς ημέρας. Έως ότου ο ιερεύς της ενορίας του, αντιληφθείς την ασυνήθη του παιδός οξυδέρκειαν, παραλαμβάνει αυτόν και διδάσκει τα πρώτα γράμματα, ως ο ραββίνος Γαμαλιήλ παρά τους πόδας του τον μέγαν Παύλον…»5. Την πληροφορία αυτή την συναντάμε στον π. Θεόκλητο χωρίς να αναφέρεται η πηγή η οποία είναι ρουμανική.6Η αναφορά σε «σχολείο» από τον π. Θεόκλητο δεν αφορά οργανωμένη εκπαίδευση, αλλά την προσπάθεια του «ιερέα της γειτονίας αυτού», αφού για τα έτη 1755-1765 δεν έχουμε μαρτυρίες για σχολείο στην Νάξο.7
β΄ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΣΠΟΥΔΕΣ
Σε ηλικία 16 ετών (1765) ο Νικόλαος μετά του πατρός του, μεταβαίνει στη Σμύρνη, για να γραφεί στην Ευαγγελική Σχολή8. Κατά τον μ. Θεόκλητο Διονυσιάτη9ο επίσκοπος Παροναξίας, κυρ Άνθιμος Βαρδής, λαβών υπό την προστασίαν του τον νεαρό Νικόλαο, διαγνώνοντας την έφεσή του για μάθηση, τον απέστειλε στη Σμύρνη, για να συνεχίσει τις σπουδές του.
Διευθυντής της σχολής και διδάσκαλος ήταν ο εκ των συνιδρυτών της σχολής ιερομόναχος Ιερόθεος (κατά κόσμον Ιωάννης) Δενδρινός10. Δίπλα του εμαθήτευσε ο νεαρός Νικόλαος καθώς και στον μαθητή του πρώτου, και διάδοχό του στη διεύθυνση της σχολής τον Χρύσανθο Καραβία11, αμφοτέρων Ιθακήσιων. Ο «συντηρητικός Ιερόθεος»12, ανίκανος να παρακολουθήσει τον ρυθμό της εποχής13, αντίθετος στην επιστημονική γνώση και τη νέα φιλοσοφία, εμμένει στην διδασκαλία της ελληνικής γλώσσης και των ιερών μαθημάτων, προκαλώντας και την περιφρόνηση του Κοραή, παλαιού μαθητού της σχολής14. Είναι φανερό επομένως ότι στη Σμύρνη ο Άγιος Νικόδημος δεν είχε τη δυνατότητα να μορφωθεί στη θύραθεν παιδεία και ιδιαίτερα στις θετικές επιστήμες. Άλλωστε η Ευαγγελική Σχολή ήτο συνέχεια της Ελληνικής Σχολής ιδρυθείσης το 1708 με διδάσκαλο τον προαναφερθέντα Ιερόθεο.15
Στη Σμύρνη ο Νικόλαος παρέμεινε επί πέντε έτη. Το 1770 εξαναγκάζεται να επιστρέψει στη Νάξο, λόγω των ωμοτήτων των Τούρκων στη Σμύρνη, εν είδει αντιποίνων, μετά την κατάκαυση του τουρκικού στόλου από τους Ρώσους στη ναυμαχία του Τσεσμέ.16
Στα τέλη του 1773 φθάνει στη Νάξο, προερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη, ο Χρύσανθος ο Αιτωλός ο εσωχωρίτης, αδερφός του νεομάρτυρα Κοσμά του Αιτωλού17, ο οποίος είχε διατελέσει διδάσκαλος και εν συνεχεία σχολάρχης της Πατριαρχικής μεγάλης του γένους σχολής18. Υπάρχουν σοβαρώτατες ενδείξεις ότι ο Νικόλαος μαθήτευσε πλησίον του Χρυσάνθου, και επωφελήθη της πλούσιας βιβλιοθήκης του, με βιβλία και της θύραθεν παιδείας.19 Οι λόγοι κατά τον Ιωάννη Τουμπακάρη είναι οι εξής: α) Η μαρτυρία του βιογράφου του Αγίου, του μ. Ευθυμίου, β) Η κοινή παρουσία και των δύο στη Νάξο τη διετία 1773-75, γ) η στάση και των δύο έναντι του ζητήματος του αναβαπτισμού, δ) η κατάρτιση του Αγίου, από νεαρής ηλικίας σε επιστημονικά ζητήματα της εποχής του. Ενδιαφέρον για την παρούσα εργασία έχει ο 4ος λόγος. Έτσι δικαιολογούνται οι γνώσεις του Νικολάου, μάλιστα σε νεαρή ηλικία, γνώσεις βέβαια που είναι αρκετά πιθανόν να συμπλήρωσε στις βιβλιοθήκες των μονών του Αγίου Όρους.
Υπάρχει επίσης η πληροφορία από τον Τρύφωνα Ευαγγελίδη, ότι ο Άγιος Νικόδημος εφοίτησε στην Αθωνιάδα20. Η πληροφορία αυτή δεν επιβεβαιώνεται από αλλού. Η σχολή όμως εκείνη την εποχή ευρίσκετο σε παρακμή21, κάτι που αναφέρει και ο ίδιος ο Άγιος22.
γ΄ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ
Αντελαμβάνετο ταχέως και απετύπωνε ευκόλως την νέα γνώση (βλ. ανωτέρω, «Τα πρώτα γράμματα»). «…Ό,τι βιβλίον ανέγνωθε κάθε επιστήμης ή λόγον ήκουεν άξιον μαθήσεως τον εσφράγιζεν εις το κρανίον του, [] δεν επρόφθανεν η γλώσσα να ειπή όσα ο νους εκατέβαζεν, τα ρητά της θείας Γραφής, των Αγίων τας εξηγήσεις τε και νοήματα, τους θείους Κανόνας των αγίων Αποστόλων, Συνόδων τε και Πατέρων, με τας εκδόσεις της τυπογραφίας και με τας σελίδας, τα δε χειρόγραφα το καθένα που το απάντησε. [] Έπαιρνε το μάθημα, εστέκετο εις ένα μέρος του σχολείου και το εθεωρούσε κατά μόνας, και μετά τούτο ευθύς έλεγε και την εξήγησιν, και, καθώς μας έλεγεν ατός του, υπεράνω της ώρας δεν εγίνετο ο κόπος του...»23Όπως επίσης αναφέρει ο βιογράφος του μ. Ευθύμιος, δεν εχρειάζετο να ξενυχτήσει για να μελετήσει όπως οι υπόλοιποι συμμαθητές του, του κοινοβίου της Ευαγγελικής σχολής24. Θα ανέμενε κάποιος ότι ο Νικόλαος θα προξενούσε το φθόνο των υπολοίπων συμμαθητών του για την επίδοσή του. Τουναντίον ήταν πολύ συμπαθής γιατί οποιαδήποτε βοήθεια του ζητούσαν στα μαθήματα την παρέσχε ευχαρίστως. Έτσι «…Όταν ήρχετο η αράδα του Νικολάου δια να μαγειρεύση, [] τας υπηρεσίας του μαγειρίου τας ετελείωναν οι συμμαθηταί του, δια να τον έχουν ευπειθή εις τα ζητήματά τους...».25
Οι ικανότητές του, του επέτρεπαν, ενώ ήταν ακόμα μαθητής στην Ευαγγελική σχολή να παραδίδει μαθήματα σε κάποια αρχοντικά.26 Οι επιδόσεις του στις σπουδές, η οξύνοιά του, καθώς και η μόρφωσή του είχαν ως αποτέλεσμα ο διδάσκαλός του Ιερόθεος, να τον προορίζει για διάδοχό του στην σχολή27.
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για την μεγάλη μνήμη του Αγίου Νικοδήμου. Γράφει ο βιογράφος του, μοναχός Ονούφριος Ιβηρίτης28: «…Εις τοσούτον δε ήλασε μνήμης, ώστε και όλα κεφάλαια απεστομάτιζε της Γραφής, ρητών εδάφια τε και σελίδας και πλείστας μαρτυρίας και γνώμας Πατέρων, ων και τους τόπους των λόγων και τόμων ανεπισφαλώς εκ μνήμης εγίνωσκε…».
Σε ηλικία 32 ετών, το 1781, βρίσκεται στη Σκυροπούλα, υποτακτικός του ιερομονάχου Αρσενίου. Εκεί συγγράφει το «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, ήτοι περί φυλακής των πέντε αισθήσεων»29, κατά πολλούς το καλλίτερο έργο του, μη έχοντας στο προαναφερθέν ξερονήσι την αναγκαία βιβλιογραφία, χρησιμοποιώντας ενίοτε εκτενέστατα χωρία, ακόμα και της θύραθεν παιδείας από μνήμης. «… Έργον πνευματικό χωρίς Βιβλία. Βιβλίον εκ των πνευματικωτάτων, όπερ εγράφη από μνήμης υπό νεωτάτου την ηλικίαν Μοναχού…».30Γράφει ο ίδιος ο Άγιος σε συνοδευτική επιστολή του έργου του προς τον Ιερόθεο31: «…Αλλά που νυν παρ’ εμοί βίβλοι; [] Και δη μικράν σχολήν λαβών, από τε της σκάφης και του χειρομύλωνος, κατά την εικόνα των αναμηρυκιζόντων ζώων, πολλούς λογισμούς πρότερον ανελίξας, εις εμαυτόν ως οιόν τε συστραφείς και πανθ’ όσα, όσα δι’ αναγνώσεως έφθη εντυπωθέντα, τω, κατ’ Αριστοτέλη, αγράφω αβακίω της εμής φαντασίας, και κατά Πρόκλον, σηκοίς τον εμού νοός˙ ή μάλλον ειπείν το του θείου Δαβίδ˙ «άπερ εν τη καρδία μου έκρυψα θεία λόγια, όπως αν μη αμάρτω» (Ψαλμ. 118,11) [] Συμβουλευτικώ [] ενεχάραξα ο και αποστέλλω [] και μικρόν προσφορίδιον αντί πολλών των εις εμέ γεγενημένων χαρίτων σου…».
Ο Π. Πάσχος, έχει την γνώμη32 ότι: «…Πολύ σημαντικά είναι και όσα παίρνει από τους κλασικούς ο άγιος Νικόδημος, για να ενισχύσει τις γνώμες του, που είναι πάντα στη γραμμή των αγίων Πατέρων. Και ολ’ αυτά, βέβαια, εκ του προχείρου και από μνήμης, δίχως βιβλιογραφία και βιβλιοθήκες. [] γι’ αυτό και οι κάποιες μικροδιαφορές των παραθεμάτων από τις πηγές τους…». Τα σχόλια αφορούν την επιστολή «Νικοδήμου Αγιορείτου, Προς Θωμάν»33, που καταχωρείται στο προαναφερθέν βιβλίο.
Ένα μέγα Σάββατο, σταθείς κάτω από τον πολυέλαιο του Ναού του Πρωτάτου, και υπό τον γενικό θαυμασμό των παρεισταμένων, απήγγειλε και τας δεκαπέντε προφητείας του Εσπερινού από στήθους34.
Χαρακτηριστικό είναι το επιστημονικό ήθος που επιδεικνύει ο Άγιος. Αναφέρει τις πηγές του, καθώς και την οποιαδήποτε συνεισφορά άλλων προσώπων, στα έργα του υποτιμώντας ή αποσιωπώντας την δική του συνεισφορά! Στο έργο του Νέον Μαρτυρολόγιον, αναφέρει ποίος «εστάθη», ο συγγραφεύς για κάθε μάρτυρα, ενώ όπου αυτός αποσιωπάται, όπως αναφέρει στον πρόλογο του βιβλίου ο Π. Β. Πάσχος η γλώσσα και το ύφος μαρτυρούν και βεβαιώνουν ότι είναι ο Άγιος Νικόδημος.35Ομοίως για το ίδιο θέμα ο μ. Νικόδημος Μπιλάλης, αναφέρεται στην «ευαισθησία-ευσυνειδησία και ακριβολογία του Αγίου Νικοδήμου σε περιπτώσεις δανείων, με σχετικές σημειώσεις και παραπομπές, που κυριολεκτικά καταπλήσσουν και τους ειδικούς ερευνητές-μελετητές.36Όλα αυτά παρά τις συνήθειες της εποχής και τις δυσπρόσιτες πηγές, όπως αναφέρει ο προαναφερθείς μελετητής του Αγίου (σελ.90). Η επιστημονική ευσυνειδησία και δεοντολογία παραμένουν ζητούμενα και στην εποχή μας, αρκετούς αιώνες μετά την επιστημονική επανάσταση!37
Ο επιστημονικός τρόπος με τον οποίο εργάζεται ο Άγιος καταδεικνύεται στις εκδόσεις πατερικών έργων, βίων των αγίων και των μαρτύρων λειτουργικών κειμένων, καθώς και των σχετικών περί τους ιερούς κανόνες. Χρησιμοποιεί την αποδελτίωση των στοιχείων από τις μελέτες του38. Η κριτική έκδοση των κειμένων καθώς και ο φιλολογικός σχολιασμός τους δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τη σοβαρή εργασία μιας σύγχρονης σοβαρής φιλολογικής μεθόδου.
Άξια αναφοράς είναι και η μεγάλη εργατικότητα του Αγίου, είτε επρόκειτο για χειρωνακτική ή πνευματική εργασία. Για παράδειγμα κατά την παραμονή του στη Σκυροπούλα (1777-78) εργάζεται σκληρά χειρονακτικά «…τον εργατικόν δε και χειρωνακτικόν βίον ειλόμην, δικελλίτης γεγονώς, και σκαπανεύς, σπείρων, θερίζων, και καθ’ εκάστην αλέθων, και τ’ άλλα πάντα ποιών, οις η πολύμοχθος χαρακτηρίζεται των ερημονήσων ζωή, και πολυειδής περιπέτεια…»39, αλλά και διανοητικά αφού «…κάνοντας, λοιπόν, μικρή διακοπή από την σκάφη και τον χειρόμυλο [] το Συμβουλευτικό [] έγραψα και αποστέλλω [] μικρή προσφορά, σε αντάλλαγμα των πολλών χαρίτων που έκανες σε μένα…»40. Ο βιογράφος του Αγίου, ιερομόναχος Ευθύμιος, συχνά αναφέρεται στην εργατικότητα του. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα που μας μεταφέρει κατά την συγγραφή του Πηδαλίου. «…Και όντως θαύμα ήτον να τον βλέπη τινάς τον ευλογημένον οπού εκάθητο εις το σκαμνίον και τριγύρου του είχεν τα βιβλία, άλλα ανοικτά και άλλα κλεισμένα, και με το κονδύλιον εις την δεξιάν εθεωρούσε πότε το ένα και πότε το άλλο. Εσυντάχθη με υπερβολικούς κόπους και ιδρώτας…»41. Ο έτερος των βιογράφων του ο μ. Ονούφριος αναφέρει: «…Επί πάσι δε συναθροίσας [] τα του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά συγγράμματα, μετά κόπου πολλού και εν τρισίν όλοις τεύχεσιν απαρτίσας και πλείστοις σημειώμασιν, ως έθος αυτώ, προσεπαυξήσας και κατακαλλύνας, απέστειλεν εις Βιέννην διά να τυπωθώσιν, όπου και παρέπεσον διά τινάς περιστάσεις…»42.
Τέλος ο Άγιος Νικόδημος δε διστάζει να χρησιμοποιήσει κείμενα και γνώμες συγγραφέων και εκτός της Ορθόδοξης Εκκλησίας ευρισκομένων: «…Και το να διαλέγη τινάς τα καλά και ορθά από τους εναντίους, τούτο δεν κατηγορείται˙ αλλ’ όχι και να δανείζεται τα σαθρά και τα κακόδοξα…»43.
δ΄ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ
Ο Άγιος Νικόδημος δεν παρακολούθησε μαθήματα θετικών επιστημών σε κάποια ανώτερη σχολή της εποχής του στον τουρκοκρατούμενο χώρο ή αλλού. Ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος γράφει σε ανέκδοτο επιστολή του στις 20 Ιουνίου του 1803 προς τον Νικόδημο, για το έργο του Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο, ειρωνευόμενος τρόπον τινά τον Άγιο: «…αλλά πότε και που εσπούδαξας [] την θαυμασίαν ταύτην ανατομικήν; τάχα εις το κολλέγιον της Σκυροπούλας ότε εκείσε μετέβης μετά του αλήστου εκείνου Αρσενίου; ή εις την Ουνιβερσιτάν του Άθωνος;…».44Όπως ανεφέρθη προηγουμένως το πρόγραμμα των μαθημάτων της Ευαγγελικής σχολής δεν περιείχε αντικείμενα των θετικών επιστημών. Η μαθητεία του στον Χρύσανθο τον Αιτωλό και οι βιβλιοθήκες του Άθω ως φαίνεται είναι οι μοναδικές πηγές των γνώσεών του και μάλιστα μόνο η ελληνική βιβλιογραφία, αφού δεν φαίνεται να γνώριζε ξένες γλώσσες45. Η αναφορά του σε επιστημονικά θέματα με την οποία συμπληρώνει την επιχειρηματολογία του σε όλο σχεδόν το έργο του δείχνει μια άνεση γνώσεων, αλλά και ανυπαρξία φόβου στην διαχείριση της θύραθεν παιδείας και γνώσης.
Στην ενδιαφέρουσα επιστολή του Αγίου Προς Θωμάν46υπερασπιζόμενος την ησυχία της ασκητικής ζωής γράφει: «…Και αυτοί δε οι έξω φιλόσοφοι τω φωτί του φυσικού λόγου επόμενοι, εγνώρισαν την της ησυχίας ωφέλειαν, [] ο Πυθαγόρας εν τω όρει της Ίδης ησυχάζων, την πολυθρύλλητον εκείνην παρά τοις μαθηματικοίς εύρηκε πρότασιν…». Υπονοεί προφανώς το πυθαγόρειο θεώρημα. Η πληροφορία είναι πιθανόν να αντλήθηκε από τον Πορφύριο τον Τύριο (233-304 μ.Χ.), στο έργο του «Πυθαγόρου βίος»47. Αναφορές στον Πυθαγόρα ως φιλόσοφο, συναντάμε και σε άλλα έργα του. Στο «Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο»48, γίνεται εκ νέου αναφορά στον Πυθαγόρα και στο φερώνυμο θεώρημα, αναφέροντας και τη θέση στην οποία υπάρχει στον Ευκλείδη49. Η αναφορά συνυπάρχει με εκείνη στον Αρχιμήδη και στην προσπάθειά του να βρει, κατ’ εντολήν του βασιλιά Ιέρωνα, την αναλογία σε ένα χρυσό στεφάνι του πολυτίμου μετάλλου, φυσικά χωρίς να το καταστρέψει. Αφορμή και για τις δύο αναφορές είναι η χαρά που προξενούν οι πνευματικές ηδονές ακόμα και στους «εξωτερικούς»
Στα «Πνευματικά Γυμνάσματα» και συγκεκριμένα στο «Περί ατάκτου έρωτος του πλούτου και των υπαρχόντων», γράφει: «…Όλαι αι τελειότητες [] της επιστήμης [] επ’ άπειρον εκτεινόμεναι, δεν είναι άλλο παρά μία στιγμή, συγκρινόμεναι με την πλέον μικροτέραν τελειότητα της θείας χάριτος. Ερώτησε ένα μαθηματικόν, και ειπέ του˙ ανίσως εγώ πολυπλασιάσω επ’ άπειρον την επιφάνειαν ενός σώματος, ημπορώ ποτέ να συστήσω ένα σώμα; θέλει σου ειπεί όχι…»50.
Ο Δημήτριος Κωτσάκης, ο οποίος διετέλεσε καθηγητής της φυσικομαθηματικής σχολής του Πανεπιστήμίου Αθηνών σε μια σύντομη επιστολή του στο περιοδικό ΑΚΤΙΝΕΣ51, αναφέρεται στις αστρονομικές γνώσεις του Αγίου και μάλιστα της εποχής του, τονίζοντας την ευκολία με την οποία χρησιμοποιεί σχετικές έννοιες. Στο βιβλίο «Νέα Κλίμαξ»52ο Άγιος αναφέρεται στη φύση και το χρώμα της Σελήνης, καθώς και ότι «τας αμπώτιδας, ήτοι τας πλημμύρας της θαλάσσης προξενεί». Στο ίδιο βιβλίο (σ. 86, 342), ομιλεί για τις κινήσεις του Ηλίου και της Σελήνης. Μάλιστα για τις περισσότερες από τις αναφορές του, όπως αναφέρει ο καθηγητής Κωτσάκης «βεβαιώνει και η σύγχρονος Αστρονομία»53. Στο προαναφερθέν βιβλίο, αναφέρονται ονόματα παλαιοτέρων αστρονόμων και επιστημόνων54, όπως του «κορυφαίου Πτολεμαίου», του Πρόκλου, του Αριστοτέλη, του Πυθαγόρα, του Γαληνού, του Αλεξάνδρου του Αφροδισιέως, του Νικηφόρου Βλεμμίδη, και του «Άραβος Αλή»55. Η αναφορά στους νεότερους δεν γίνεται ονομαστικά, χρησιμοποιούνται οι εκφράσεις, «και παν το σύστημα των Αστρονόμων αποφαίνεται»56, «οι νεώτεροι φιλόσοφοι, όσον μηχανικοί, άλλο τόσον τολμηροί»57, «οι δε νεώτεροι»58, «όθεν και οι νεώτεροι γεωγράφοι»59, «κατά τους φυσικούς»60, «κατά δε τους νεωτέρους αστρονόμους»61, «πάντες σχεδόν οι Αστρονόμοι και παλαιοί και νεώτεροι [] και οι νεώτεροι λέγουν»62, «κατά τους νεωτέρους»63, «κατά δε τους νεωτέρους φυσικούς»64. Εξαίρεση αποτελούν δύο ονομαστικές αναφορές. Στην ερμηνεία του ενάτου Αναβαθμού του πλ. α΄ ήχου ο Άγιος γράφει: «…Αόρατος δε κόσμος ονομάζεται υπό των νεωτέρων εκείνος ο τόπος και το διάστημα όπου περιέχει τα τόσον μικρά ζωΰφια, τα οποία είναι αόρατα τελείως εις τους γυμνούς οφθαλμούς μας, δια μέσου δε του μικροσκοπίου ορώμενα, εις τρόπον όπου χίλια εξ’ αυτών δύνανται να σταθούν εις την ακίδα μιας λεπτής βελόνης, καθώς ο νεώτερος φυσικός Λοβενόκιος65παρετήρησε˙ καθ’ ένα δε είδος από αυτά είναι ένας μικρός κόσμος και διαμένει εν τω παντί ήδη επτά χιλιάδας χρόνων και επέκεινα˙ και κάθε άτομον εξ αυτών έχει σπλάγχνα και όλα τα εξωτερικά και εσωτερικά μέλη του σώματος, όσα είναι αναγκαία δια να τρέφεται, διά να ζη και διά να γεννά όμοιόν του…»66. Στη «Νέα Κλίμακα» συγκεκριμένα στην ερμηνεία του δωδεκάτου Αναβαθμού του πλ. δ΄ ήχου ο Άγιος δεν διστάζει να καταθέσει τις παρατηρήσεις του Γαλιλαίου, «διά του τηλεσκοπίου κατοπτεύσαντα», όσον αφορά τον αριθμό των αστέρων στις Πλειάδες, διορθώνοντας τους παλαιότερους και μάλιστα τον «θείον Βασίλειον»67.
Ο Άγιος αναφέρει τους τέσσερις τότε γνωστούς δορυφόρους του Διός και δύο μικρούς «αστερίσκους», λογχίτες τους ονομάζει, πλησίον του Κρόνου, ουράνια σώματα που δεν είναι ορατά δια γυμνού οφθαλμού, αλλά δια του τηλεσκοπίου.68Τα ουράνια αυτά σώματα «…εκλείπουσι και σκοτίζονται συχνές φορές, και σχεδόν καθ’ εκάστην ημέραν, κατά την κοινή δόξαν και παρατήρησιν των νεωτέρων Αστρονόμων, πίπτοντες και κρυπτόμενοι μέσα εις την σκιάν των ιδίων τους πλανητών…».69Με την σημερινή ορολογία κατά την κίνησή τους περί το Δία, οι δορυφόροι του, άλλοτε υφίστανται εκλείψεις, άλλοτε διαβάσεις (προ του δίσκου του Διός) και άλλοτε επιπροσθήσεις. Για τις κηλίδες του ηλίου γράφει: «…Τι άλλο είναι λαμπρότερον και καθαρότερον από τον Ήλιον; Βέβαια κανένα πράγμα του υλικού Κόσμου τούτου˙ και μ’ όλον τούτο οι νεώτεροι Αστρονόμοι με την πολλήν περιέργειάν τους και με την κατασκευήν των τηλεσκοπίων τους, εθεώρησαν μέσα εις αυτόν τον καθαρώτατον και λαμπρότατον δίσκον του Ηλίου, κάποια μικρά και σκοτινά νέφαλα, τα οποία επονομάζουσι κηλίδας, και ρύπους του Ηλίου˙ και μερικοί μεν από αυτούς θέλουσι να είναι πραγματικαί και αληθιναί αι κηλίδες αυταί, και οι ρύποι˙ μερικοί δε εξ’ αυτών λέγουσι, πως είναι πλάνη και απάτη των οφθαλμών, προερχομένη ή εκ των τηλεσκοπίων, ή εκ της αδυναμίας των θεωρούντων αυτάς οφθαλμών…»70. Αξίζει να σημειωθεί ότι τους αναφερόμενους τέσσερις δορυφόρους τους Διός τους ανακάλυψε δια του τηλεσκοπίου ο Γαλιλαίος το 1610. Από το 1611 αρχίζουν οι πρώτες παρατηρήσεις κηλίδων με τηλεσκόπιο από το Φαμπρίκιο, το Γαλιλαίο, το Σάινερ και το Χάριοτ. Η ανακάλυψη των δορυφόρων του Διός απετέλεσε για τον Γαλιλαίο ένα ακόμη επιχείρημα περί της ορθότητος του ηλιοκεντρικού συστήματος71.
Στην Χρηστοήθεια ο Άγιος Νικόδημος αναφέρει ιδιότητες των ζώων, που τουλάχιστον φανερώνουν αν μη τι άλλο παρατηρητικότητα.72
Στον Κήπο Χαρίτων υπάρχει αναφορά στους γεωγράφους Στράβωνα και Ποσειδώνιο.73
Την άνεση του Αγίου να κινείται σε χώρους που άπτονται των θετικών επιστημών, φανερώνει ο υπάρχων ύμνος προς την Θεοτόκο στον Κήπο Χαρίτων. Χρησιμοποιεί έννοιες διαφόρων επιστημών για να επαινέσει την Παναγία. Γράφει μεταξύ άλλων: «…Ω γλυκυτάτη και πράγμα και όνομα Μαριάμ, [] τοσούτον είναι θαυμαστά τα μεγαλεία σου Θεοτόκε, ώστε οπού όλοι οι περί τας λογικάς τέχνας και επιστήμας καταγινόμενοι, [] εφιλοτιμήθησαν ο καθ’ ένας εξ αυτών, να σε επαινέση με τα της τέχνης και επιστήμης του ίδια. [] Οι Αριθμητικοί εσένα λέγουν, ότι πλουτείς την κατ’ αυτούς αναλογίαν˙ διά τι ον λόγον και σχέσιν έχει ο ουράνιος Πατήρ προς τον Χριστόν, τον αυτόν έχεις και συ η επίγειος Μήτηρ προς τον αυτόν Χριστόν. Εσένα οι γεωμέτραι νοούν, κύκλον ευρυχωρότατον˙ επειδή εχώρησας εν τη αγιωτάτη κοιλία σου όλον το τρίγωνον, ήγουν αυτήν την υπερούσιον και αχώρητον Τριάδα, με το να έγινες Μήτηρ μιας των αυτής Αγίων Υποστάσεων˙ αλλά και κέντρον οι αυτοί σε ονομάζουσιν, εν ω στήσας τον διαβήτην του ο νοητός Ευκλείδης, και Αριστοτέχνης Λόγος, εγύρισε παγκάλλιστα όλην την περιφέρειαν της ενσάρκου Οικονομίας του. [] Εσένα οι Αστρονόμοι, τώρα μεν, σφαίραν πολύαστρον ονομάζουσι˙ καθώς γαρ εκείνη είναι πεπυκνωμένη με τα αμέτρητα άστρα, έτζι και συ είσαι πεπυκνωμένη με τα αναρίθμητα φωταυγή χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος˙ τώρα δε Σελήνην αργυροειδή και ολόφωτον˙ καθώς γαρ η Σελήνη πανσέληνος ούσα, γεμίζει και πλουτίζει τα δεκτικά σώματα των εκείνης απορροιών, έτζι και συ γεμίζεις και πλουτίζεις τους Ορθοδόξους με τας ποικιλοτρόπους απορροίας των Θεομητορικών σου χαρίτων˙ και τώρα Πλειάδα σε ονομάζουν, ήτοι Πούλιαν, διατί καθώς η Πούλια φυλάττει αχώριστον τον σύνδεσμον και την ένωσιν, είτε των επτά αστέρων της, κατά τους παλαιούς˙ είτε των τεσσαράκοντα και προς, κατά τους νεωτέρους Αστρονόμους και μάλιστα τον Γαλιλαίον, διά του τηλεσκοπίου θεωρήσαντα τούτους˙ έτζι και συ φυλάττεις συνδεδεμένους εν τη αγάπη πάντας τους προς σε ευλαβείς Ορθοδόξους [] οι δε Οπτικοί, εσένα γνωματεύουν θαυμάσιον τηλεσκόπιον, διά μέσου του οποίου απεκαλύφθη η προαιώνιος και κεκρυμμένη βουλή του Θεού, και ημείς οι Χριστιανοί, ακριβέστερον ορώμεν δι’ αυτού τα πόρρω όντα και απόκρυφα του Θεού μυστήρια. Εσένα οι Μηχανικοί υποθέτουν υπομόχλιον ενεργητικώτατον, επάνω εις το οποίον ο μηχανικώτατος Αρχιμήδης, και μέγας αρχιτέκτων Θεός, επιστηρίξας τον εδικόν του μοχλόν, εκίνησεν όχι μόνον όλην την γην, αλλά και όλον τον ουρανόν, και ούτω μετέστησεν αυτά από την φθοράν εις την αφθαρσίαν, και από την τροπήν εις την ατρεψίαν. Οι δε Φυσικοί θαύμα θαυμάτων υπερφυές σε ονομάζουσιν˙ ακολουθούντες τους εις τους φυσικούς των κανόνας και νόμους, δεν δύνανται να νοήσουν το ειδικόν σου Μυστήριον˙[] και πως περατούται το άπειρον! Άπερ κατά φυσικόν λόγον πάντη υπάρχει αδύνατα…»74
ε΄ Η ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΓΝΩΣΗ
Ο Άγιος Νικόδημος κατείχετο υπό θείου έρωτος και επομένως ολόκληρη η ζωή του περιεστρέφετο γύρω από αυτό τον άξονα. Στον βιβλίο του «Αόρατος πόλεμος», και στο κεφάλαιο «Ευχαί κατά αλφάβητον εν είδει Οίκων εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν κατανυκτικαί» διαβάζουμε: «… Ιησού, ο Γλυκύτατος Πλάστης μου, [] Ιησού, η ψυχή της ψυχής μου, [] Ιησού, το πρωτότυπον κάλλος μου, [] Ιησού, το γλυκύ μου και πράγμα και όνομα, [] Ιησού, η αναπνοή μου, [] Ιησού, η ωραιότης η εκστατική και υπέρκαλλος, [] Ιησού, ο έρως ο μανικός τε και παντεπόθητος, [] Ιησού, ωραιότατε, [] Ιησού, Παμπόθητε…»75. Οτιδήποτε δεν εξυπηρετούσε αυτό τον σκοπό δεν ευρίσκετο στο άμεσο ενδιαφέρον του. Η ενασχόληση και η βίωση των θείων αληθειών δεν συγκρίνεται με την προσπάθεια κατονοήσεως της φύσεως.
Η ενασχόληση με την επιστήμη δεν είναι βλαβερή για τον άνθρωπο, αφού «…Οι τέχνες δεν προξενούν καμμίαν κακίαν, αλλ’ η κακή προαίρεσις εκείνων οπού τας δουλεύουν…».76Στο ίδιο δε έργο του δύο σελίδες παρακάτω αναφέρεται στα ψεύδη των ιατρών για να κερδίσουν περισσότερα.77
Σημαντική και για το θέμα μας είναι η επιστολή του Αγίου Προς Θωμάν, μαθητή του Αγίου Αθανασίου του Παρίου, ο οποίος ευρισκόμενος στη Βιέννη για σπουδές, απεφάσισε να μην ενδυθεί το μοναχικό σχήμα, βρίσκοντάς το αντίθετο του Χριστιανισμού. Κατόπιν παρακλήσεως του Παρίου, αναλαμβάνει να του απαντήσει ο Άγιος Νικόδημος. Η επιστολή έχει ημερομηνία 29 Απριλίου 1786. Παραθέτω δύο χαρακτηριστικά χωρία: «…παραπέμπω την ελλογιμότητά σου εις τα νεοτύπωτα βιβλία της Φιλοκαλίας των ιερών Νηπτικών, και του Ευεργετινού Παύλου, γιά να ιδής εκεί, όχι ένα ή δύο ασκητάς και ερημίτας ποιητάς συγγραμμάτων αληθείας και της μυστικής και αποκρύφου φιλοσοφίας του αγίου Πνεύματος, αλλά νέφος όλον και πολυάριθμον σύνταγμα, αυτά τα όργια, όχι της αληθείας των ανθρωπίνων πραγμάτων, όχι της των φυσικών λόγων της κτίσεως (μικρά γαρ ταύτα και πάρεργον της οδού, η λέγεται, παρ’ εκείνοις τοις θεοληπτουμένοις και διαβατικωτάτοις εγίνετο), αλλ’ αυτής της υπέρ νουν και λόγον ιεράς και θείας αληθείας, ην άληστον οι θεφόροι πάλιν ούτοι κατονομάζουσιν…»78. Εδώ η ενασχόληση με την επιστήμη χαρακτηρίζεται πάρεργο της οδού για τη θεία αλήθεια.
Το δεύτερο κομμάτι είναι εκτενέστερο (σελ.77-79). Ο Άγιος αναγνωρίζει την ανάγκη του ανθρώπου να μελετήσει τη φυσική πραγματικότητα μέσω των μαθηματικών και της φυσικής και δεν κατηγορεί το Θωμά γι’ αυτό. Τονίζει όμως ότι υπάρχουν αλήθειες με μεγαλύτερη αξία και άλλες με μικρότερη, ανώτερες και κατώτερες και όποιος προτιμήσει τις δεύτερες, περιφρονώντας τις πρώτες είναι άμυαλος. «…Αδελφέ, και τα μαθηματικά παρέρχονται μαζί με τας αληθείας των, και τα φυσικά ομοίως˙ ο Θεός αεί διαμένει μαζί με τας αϊδίους του αληθείας˙ και να δώση τινάς ένα αιώνιον διά να αγοράση ένα παρερχόμενον, είναι το ίδιον, ωσάν να αγοράση χουν και κονιορτόν με τους μαργαρίτας και τους αδάμαντας…»79. Εν τέλει δεν υπάρχουν δύο δρόμοι για την εύρεση της Αλήθειας, αλλά ένας και μοναδικός!
Η ενασχόληση με την επιστήμη, ή ακόμα και με θεάρεστο έργο, ενέχει τον κίνδυνο της επικρατήσεως του ιδίου θελήματος έναντι του Θείου: «…Όθεν, όποιος δεν προσέχει καλώς εις τούτο, αρχίζει πολλάκις να κάμη κανένα έργον, με σκοπόν διά να αρέση μόνον εις τον Κύριόν του˙ αλλ’ έπειτα, κατ’ ολίγον, ανεπαισθήτως πηγαίνοντας, αρέσκεται και αυτός εις τούτο με την ιδίαν του θέλησιν, τοιουτοτρόπως, οπού αλησμονεί το θείον θέλημα˙ και δένεται τόσον πολλά με την ηδονήν εκείνου του έργου, οπού, αν ο ίδιος Θεός τον εμποδίση από το έργον εκείνο, με καμμίαν ασθένειαν, ή με πειρασμόν δαιμόνων, και ανθρώπων, ή με άλλο μέσον κανενός κτίσματος, αυτός συγχίζεται όλος, [] σημείον πολλά φανερόν, ότι η γνώμη του, δεν ήτον όλη του Θεού, αλλ’ εγεννάτο από ρίζαν σεσαθρωμένην, και διεφθαρμένην της φιλαυτίας…»80.
Η γνώση των αισθητών είναι αποδεκτή όταν μας ανάγει στο Δημιουργό τους: Στο κα΄ κεφάλαιο του Αοράτου Πολέμου γράφει: «…Έτζι βλέποντας τα τέσσαρα στοιχεία, το πυρ, τον αέρα, το ύδωρ, και την γην, και στοχαζόμενος την ουσίαν, και την δύναμιν, και ενέργειαν, οπού έχουν, με μεγάλην σου ηδονήν θέλεις ειπή προς τον άκρον Ποιητήν, οπού τοιούτης λογής τα εδημιούργησεν˙ «ω θεία ουσία! ω άπειρος Δύναμις και ενέργεια, άκρως επιθυμητή! πόσον χαίρω και αγάλλομαι, ότι συ είσαι μόνη αρχή και αιτία κάθε κτιστής ουσίας των όντων, και κάθε ενεργείας και δυνάμεως»! έτζι , όταν βλέπης τα ουράνια, και φωτεινά σώματα, τον ήλιον, την σελήνην, και τους αστέρας [] τα δένδρα, τα χόρτα και άλλα διάφορα φυτά˙ [] ημπορείς να ειπής˙ «Ιδού εδώ η αληθινή ζωή, εξ ης, και εν η, και δι’ ης ζώσι, και τρέφονται, και αυξάνουν όλα τα πάντα˙ ω ζωντανή θεραπεία της καρδίας μου!...»81. Στο ίδιο κεφάλαιο λίγο παρακάτω αναφέρει: «…Ανίσως, Θεέ μου, τα κτίσματά σου, είναι τόσον ωραία, τόσον χαροποιά, τόσον αρεστά, πόσον άρα γε ωραίος, πόσον χαροποιός, και γλυκύτατος είσαι εσύ ο Κτίστης τούτων απάντων!...»82
Η επιτυχής ενασχόληση με την επιστήμη προϋποθέτει τον καθαρισμό του νου και της καρδιάς του ανθρώπου από τα πάθη: «…Πρόσεχε δε, να μη καταγίνεσαι εις τους λόγους των υλικών σωμάτων, και ζώων, ήτοι εις τα λεγόμενα φυσικά, όντας ακόμη εμπαθής. Διατί με το να μην είναι ο νους ελεύθερος από τας εμπαθείς φαντασίας των αισθητών, προ του να διαπεράση μέσα εις τους Πνευματικούς και αΰλους λογαριασμούς, τους εν τοις σώμασι και ζώοις ευρισκομένους, αρπάζεται από μόνην την εξωτερικήν αυτών μορφήν, και επιφάνειαν˙ και ηδυνόμενος εις αυτήν, αποκτά ψευδοδοξίας και πάθη, ως λέγει ο άγιος Μάξιμος, αντί να εύρη απάθειαν και αλήθειαν˙ καθώς το έπαθον και τόσοι φιλόσοφοι οι καλούμενοι φυσικοί…»83.
Η επίδοση στην επιστήμη και τα επιτηδεύματα είναι θείο χάρισμα και δεν δικαιολογείται υπερηφάνεια από την μεριά του ανθρώπου: «…Ταλαίπωροι τεχνίται, και επιστήμονες και ως τι υπερηφανεύεσθε; εις την σοφίαν και επιτηδειότητα του νοός σας; και αυτή είναι χάρισμα του Κυρίου (Σειρ. α΄ .1.) [] εις τι υπερηφανεύεσθε; εις τέχνην και επιστήμην σας; και αυτήν ομοίως ο Θεός σας εχάρισεν, όστις όχι μόνον είναι ο εις και μόνον τεχνίτης οπού εδημιούργησε τον Ουρανόν και την Γην και όλον τον Κόσμον με την παντεχνήμονα σοφίαν του, καθώς είναι γεγραμμένον˙ ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός (Εβρ. ια΄ 10.) [] αλλά και αυτός είναι οπού δίδει εις τους άνδρας, την γνώσιν και επιστήμην των διαφόρων τεχνών και επιστημών, καθώς λέγει ο θείος Δαβίδ [] καμμίαν τέχνην, ή επιστήμην, δεν δύνασθε να μάθετε χωρίς την δύναμιν και βοήθειαν του Θεού, [] πολλά ζώα είναι σοφώτερα και γνωστικότερα από λόγου σας, [] δια τι αυτά, χωρίς να μάθουν Αστρονομίαν και χωρίς να περιεργασθούν τα κινήματα των αστέρων, εκ φύσεως και αφ’ εαυτών, έχουν πρόγνωσιν των μελλόντων και προγνωρίζουν οίκοθεν τας μεταβολάς των καιρών και των ανέμων, τας αλλοιώσεις της Ατμοσφαίρας, τας βροχάς, και τας της θαλάσσης φουρτούνας και αλλαγάς˙ τα οποία εσείς με όλας σας τας Αστρονομίας και παρατηρήσεις των φωστήρων και των αστέρων, δεν ημπορήτε τόσον ασφαλώς να προγνωρίσετε...»84Η προκοπή στις τέχνες και τις επιστήμες προκαλεί φθόνο γι’ αυτό ο Άγιος συστήνει: «…Εκείνοι οι τεχνίται, και επιστήμονες, οι των άλλων συντεχνιτών, και επιστημόνων προκομενέστεροι, πρέπει να κρύπτουν την προκοπήν τους όσον δύνανται και να μην την δείχνουν έμπροσθεν εις εκείνους οπού τους φθονούν, [] αλλά να ταπεινώνονται…»85
Ο Άγιος γνωρίζει ότι η φύση διέπεται από νόμους: «…Ναι προγνωρίζουσι πολλά και οι δαίμονες, ως λέγουσιν οι ιεροί θεολόγοι, αλλ’ ως επί το πλείστον τα φυσικά, συμπεραίνοντες την γνώσιν αυτών από τους λόγους και νόμους της φύσεως˙ καθώς και πολλοί από τους ανθρώπους, οι οποίοι μάλιστα εισίν οι Φιλόσοφοι, πολλά τοιαύτα προγνωρίζουσι και προλέγουσι…»86. Μάλιστα στο Πηδάλιο, αναφέρει ότι όπως η Αγία Τριάς δημιούργησε τους φυσικούς νόμους (φυσικούς κανόνας), «…εξ ων η τάξις, και εκ της τάξεως η συνοχή του παντός διασώζεται, και γίνεται καθώς είπεν ο Ορφεύς, όλη η κτίσις μία μουσική συμφωνία [] τοιουτοτρόπως η αυτή Τριάς, και τον δεύτερον τούτον και νοητόν κόσμον της Καθολικής Εκκλησίας κατασκευάσασα, με τους ιερούς τούτους και θείους Κανόνας συνέδησεν αυτόν και συνέπηξεν...».87
Οι φυσικοί νόμοι, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά το αποτέλεσμα της δράσεως του Αγίου Πνεύματος, αφού κατά τον Άγιο, το Άγιο Πνεύμα «…κινεί πρώτον την νοητήν κτίσιν των αγίων Αγγέλων˙ δεύτερον και την λογική κτίσιν των ανθρώπων [] Κινεί δε το άγιον Πνεύμα και την αισθητήν κτίσιν˙ όθεν κάθε κίνησις των ουρανίων σωμάτων [] ομοίως και η των στοιχείων κίνησης, του πυρός, του αέρος, του ύδατος, της γής, η συνεκτική και ζωογόνος, υπό του αγίου Πνεύματος ενεργείται και συνίσταται και διαμένει…».88 Στο κα΄ κεφάλαιο του Αοράτου Πολέμου γράφει: «…Όταν παρασταθεί εμπρός εις καμμίαν εξωτερικήν σου αίσθησιν κανένα αισθητόν αντικείμενον, είτε ορατόν, είτε ακουστόν, είτε οσφραντόν, είτε γευστόν ή απτόν, χώρισε με τον λογισμόν σου από το υλικόν πράγμα, όπου έχει, το άϋλον πνεύμα, ήγουν την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, οπού είναι εις αυτό˙ και στοχάσου, ότι, αυτό αφ’ εαυτού του, δεν είναι δυνατόν να έχει το είναι, ή άλλο τίποτε, από όσα ευρίσκονται εις αυτό...».89
Η παρέμβαση του Θεού στην κτίση είναι συνεχής, «παραβαίνουσα» και τους νόμους που ο ίδιος έθεσε σε αυτή: «… Ας άσωμεν [] εις τον Κύριον, [] επειδή [] όχι μόνον εποίησεν εις την Αίγυπτον σημεία και τέρατα θαυμαστά και παράδοξα, αλλά και προς τούτοις έκαμεν ημάς να διαπεράσωμεν την ερυθράν θάλασσαν, με τρόπον υπερβαίνοντα τους Νόμους της φύσεως…»90.
Μόλις και χρειάζεται να τονισθεί ότι παρόμοιες απόψεις δεν αφήνουν κανένα περιθώριο δεϊσμού.
Την περίοδο της νεοελληνικής αναγεννήσεως (νεοελληνικού διαφωτισμού), εντοπίζονται σε γραπτά της περιόδου, απόψεις για την ύλη που παραπέμπουν σε φιλοσοφικές υλιστικές θεωρίες91. Γράφει ο Άγιος στο Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο: «…Όθεν σφάλλουσι, και πολλά σφάλλουσι, τινές των καθ’ ημάς νεωτέρων Μεταφυσικών, οίτινες δοξάζουσι τας ουσίας των όντων, ότι είναι οι άκτιστοι εκείνοι και συναΐδιοι λόγοι οι εν τω Θεώ, και διά τούτο λέγουσι τας ουσίας ταύτας των όντων, αιωνίους˙ ανακαινίζουσι γαρ διά τούτου την Ελληνικήν πλάνην και δόξαν, την υποθέττουσαν την ύλην (ήτις ως ουσία κυρία των όντων παρά τοις Έλλησιν εξοξάζετο) αιώνιον, και τω Δημιουργώ συναΐδιον και συνάναρχον, οι φυσικοί λόγοι δε οι εν τοις κτίμασσιν ευρισκόμενοι, αποτελέσματα, και εικόνες των εν τω Θεώ ακτίστων εκείνων, και παραδειγματικώς λόγων εισίν.…»92
ς΄ Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΘΕΟΤΟΚΗΣ
Αν γίνεται αναφορά των «σχέσεων» του Αγίου Νικοδήμου με τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Νικηφόρο Θεοτόκη93, σχέση που εξαντλείτο στη γνώση από μεριάς του Νικοδήμου κάποιων έργων τους και όχι προσωπική, είναι γιατί και οι δύο εκτός από πατερικοί, ήταν και κάτοχοι της επιστημονικής γνώσης της εποχής τους. Θεωρούνται οι εισαγωγείς των νεωτέρων μαθηματικών και φυσικής στην Ελλάδα.
Η αναφορά στο Βούλγαρη από τον Άγιο είναι θετική έως θαυμαστική. Στην «Ομολογία Πίστεως, ήτοι απολογία δικαιοτάτη», χρησιμοποιεί ο Νικόδημος στα επιχειρήματά του και ένα από τον Ευγένιο Βούλγαρη94ως εξής: «…άκουσον τι λέγει αυτολεξεί ο σοφός Διδάσκαλος κύριος Ευγένιος, εν σελ.37 της νεωτυπώτου «Εκατονταετηρίδος» του…». Τελειώνοντας την ομολογία πίστεως και απολογούμενος για την συγγραφήν της αναφέρει τα εξής95: «…Συνήθεια γαρ εξ αρχαίων χρόνων επικρατεί εις την του Χριστού Εκκλησίαν και όποιος κατηγορείται εις τα της Πίστεως, και να απολογήται [] έτζι ο θείος Γρηγόριος ο Παλαμάς ιδίαν ομολογίαν εξέθετο [] ο θείος Μάρκος ο Εφέσου, [] και πολλοί των νεωτέρων Διδασκάλων εποίησαν, ως ο κυρ Ευγένιος και άλλοι…».
Στο «Νικοδήμου προς Θωμάν» η αναφορά στο Βούλγαρη έχει ως εξής:96«…Υπομνήσθητι, ότι και ο κατά φιλοσοφίαν περιβόητος Ευγένιος και παρά σου θαυμαζόμενος, επήγεν εις Πετζέρσκαν και προσεκύνησε τα λείψανα των εκείσε αγίων Ασκητών…».
Στη «Νέα Κλίμακα» και στην ερμηνεία του Θ΄ Αναβαθμού του πλ. δ΄ ήχου97, ο Άγιος Νικόδημος χρησιμοποιεί μικρό απόσπασμα από το έργο του Βούλγαρη «Ανάκρισις περί Νικηφόρου του Βλεμμίδου».
Στο «Νέον Μαρτυρολόγιον» αναφέρει για τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, ότι εσπούδασε στην Αθωνιάδα «…υποκάτω εις τον διδάσκαλον Παναγιώτην Παλαμάν˙ μετά δε ταύτα παρέλαβε και την Λογικήν από τον διδάσκαλον Νικόλαον Τζαρτζούλιον τον εκ Μετζόβου, όστις εκεί εσχολάρχησε μετά τον σοφώτατον Ευγένιον…».98
Ό Άγιος πρέπει να είχε έρθει σε επαφή με το έργο του Θεοτόκη, αφού στην βιβλιοθήκη του Χρυσάνθου υπήρχαν και οι δύο τόμοι της φυσικής του τελευταίου99. Ο Άγιος περιγράφει μέρος του οφθαλμού, και παραπέμπει στον Θεοτόκη: «Όρα τον β΄ Τομ. Της Φυσικής του Θεοτόκη».100 Πρόκειται για το έργο του Νικηφόρου Θεοτόκη «Στοιχεία Φυσικής εκ των νεωτέρων συνερανισθέντα, υπό Νικηφόρου Ιερομονάχου του Θεοτόκου», αποτελούμενο από δύο τόμους που εκδόθησαν στην Λειψία το 1766-67.
Κατά τον Νικηφόρο Θεοτόκη «…η Φυσική εν μέρος της Φιλοσοφίας εστί, το τερπνότερον πάντως, [] κατανοούντων γαρ ημών τίνι λόγω τα αόρατα ορατά γίνεται [] ανάμεστος ηδονής ο ημέτερος Νους γίγνεται, επειδή γαρ λογικοί εσμέν του τον λόγον ειδέναι φύσει πάντες εφιέμεθα…»101. Μεγάλη ηδονή και κατά τον Άγιο προξενούν οι λόγοι των κτισμάτων, η οποία ηδονή όμως μετατρέπεται σε θαυμασμό και απορία για τον Πλάστη: «…Μεγάλην ηδονήν προξενούσιν εις τον νουν οι λόγοι των κτισμάτων, των αισθητών τε, και νοητών˙ διά τι αυτός βλέπωντας με μίαν ομματίαν όλην την νοητήν, και αισθητήν Κτίσην, Αγγέλους, Ουρανούς, Φωστήρας, στοιχεία, φυτά, ζώα αναίσθητα, και ανθρώπους, και στοχαζόμενος πως τα εδημιούργησεν εκ του μη όντος εις το είναι ο Θεός με ένα του μοναχόν λόγον: «Αυτός γαρ φησιν, είπε και εγεννήθησαν», θαυμάζει και απορεί…»102
ζ΄ ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αν και ασχολείται με τα «Συναξάρια και Μαρτυρολόγια, και Ορθοδοξίας Πηδάλια, και Ασκητικά», κατά τους «διαφωτιστές» (βλ. στον πρόλογο του παρόντος), δεν υποτιμά την επιστήμη, για επιτεύγματα της οποίας είναι ενήμερος. Την αντιμετωπίζει όμως στις πραγματικές της διαστάσεις: «…τα μαθηματικά παρέρχονται μαζί με τας αληθείας των, και τα φυσικά ομοίως …»103. Άλλωστε είναι γνωστό ότι «… είτε γλώσσαι, παύσονται˙ είτε γνώσις, καταργηθήσεται. εκ μέρους γαρ γινώσκομεν…»104. Στην καλλίτερη περίπτωση η επιστήμη, κατορθώνει να διαβάσει, κάποιες, ενίοτε δυσανάγνωστες, από δική της υπαιτιότητα, σελίδες του βιβλίου χρήσης του κόσμου, γραμμένου από το agioritikesmnimes
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
3 τρόποι για να έχεις χώρο στο σπίτι σου!
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Προκαταρκτική έρευνα για τα όργια στη Ρόδο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ