2012-04-26 07:59:50
Φωτογραφία για Tο ταγκό Γαλλίας και Γερμανίας συνεχίζεται
Τα τελευταία δυο χρόνια, οι χρηματοπιστωτικές αγορές εστίασαν τη προσοχή τους σε μια σειρά από χώρες (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, και Ιταλία), μετατρέποντας τη καθεμία από αυτές σε επίκεντρο ενός πιθανού μεγάλου οικονομικού σεισμού. Οι πολιτικοί όμως, πάντοτε αναγνώριζαν πως η πραγματική καρδιά του ευρωπαϊκού οράματος ήταν οι σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας. ‘Άραγε, κινδυνεύει σήμερα αυτή η σχέση;

Υπάρχει μια θεωρία (του ντόμινο) που θέλει την κρίση της ευρωπαϊκής περιφέρειας να έχει επιπτώσεις στον γαλλογερμανικό πυρήνα. Η Γαλλία, μετά από μια φούσκα ακινήτων που πέρασε, είναι τρωτή, ειδικά  σε τραπεζικά και δημοσιονομικά προβλήματα. Μάλιστα, οι προεδρικές της εκλογές πολιτικοποίησαν την διασύνδεση μεταξύ των περιφερειακών ντόμινο, και του ευρωπαϊκού πυρήνα.

Στη τελευταία του προεκλογική συγκέντρωση, ο Nicolas Sarkozy στάθηκε μπροστά από ένα πανό που έγραφε la France forte (δυνατή Γαλλία). Για ένα μεγάλο μέρος του ακροατηρίου, το κεφάλι του προέδρου έκρυβε το γράμμα e στη λέξη France, και έτσι το σλόγκαν διαβάζονταν ως franc fort (δυνατό φράγκο), που ακούγεται ως Frankfurt, δηλαδή το γερμανικό οικονομικό κέντρο στο οποίο έχει την έδρα της η ΕΚΤ.


Η ομιλία του Sarkozy ενίσχυσε αυτό το μήνυμα. Μόνο η επανεκλογή του θα μπορούσε να σώσει ένα ισχυρό νόμισμα που θα εγγυάται την γαλλική ευμάρεια, και τα γαλλικά εισοδήματα.

Αντίθετα, η  αριστερά θα μπορούσε να προκαλέσει μια νομισματική κατάρρευση, και μια κρίση ομολόγων, που θα έφερνε την κρίση από την Ελλάδα, την Ισπανία, και την Ιταλία στη καρδιά της ευρωπαϊκής διαδικασίας, στη σχέση δηλαδή της Γαλλίας με την Γερμανία.

Η γαλλική προεκλογική εκστρατεία έχει επαναφέρει στο προσκήνιο ένα παλιό θέμα της γαλλικής πολιτικής: Οι αριστεροί πολιτικοί βλέπουν τους εαυτούς τους ως θύματα οικονομικών συνομωσιών.

Το 1924, ένας συνασπισμός σοσιαλιστών και κεντροαριστερών, το cartel des gauches,αντιμετωπίστηκε με αποσύρσεις καταθέσεων από τις τράπεζες, και υποτίμηση του φράγκου, κάτι το οποίο η αριστερά απέδωσε σε μια σκευωρία οργανωμένη και σχεδιασμένη από την κεντρική τράπεζα της Γαλλίας.

Το 1936, όταν οι κομμουνιστές συμμάχησαν με τους σοσιαλιστές στο Λαϊκό Μέτωπο του Léon Blum, προχωρώντας σε αυξήσεις ημερομισθίων κα μειώσεις των ωρών εργασίας, ξαφνικά εμφανίστηκε μια ακόμη νομισματική κρίση, και μέσα σε δυο μόλις χρόνια επανήλθε στην εξουσία η κεντροδεξιά. Στο μεταξύ, η αριστερά είχε ήδη κρατικοποιήσει την κεντρική τράπεζα.

Το πιο πρόσφατο επεισόδιο σε αυτό το μακρόχρονο δράμα, ήρθε με την νίκη του François Mitterrand το 1981. Ως πρόεδρος, για δυο χρόνια προχώρησε σε πειραματισμούς σοσιαλιστικής οικονομικής θεωρίας, με σκοπό την προσέλκυση κομμουνιστών ψηφοφόρων. Οι τράπεζες κρατικοποιήθηκαν, και τα μεροκάματα ανέβηκαν, προκαλώντας φυγή του φράγκου. Έτσι, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να επιβάλλει αυστηρούς ελέγχους κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων και αυστηρών περιορισμών του πόσα χρήματα θα μπορούσαν οι Γάλλοι να ξοδέψουν στο εξωτερικό, ως τουρίστες.

Μετά από δυο χρόνια, ο Mitterrand αντιμετώπιζε ένα δραματικό ερώτημα: Θα πρέπει η Γαλλία να συνεχίσει την πορεία της με «σοσιαλισμό σε μια χώρα», ή μήπως η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση απαιτούσε μια πλήρη μεταβολή;

Ο μετριοπαθής και ευρωπαϊστής υπουργός τότε των Οικονομικών Jacques Delors, πραγματοποίησε αυτή τη μεταβολή, επαναφέροντας την Γαλλία πίσω στην Ευρώπη, και στο ισχυρό φράγκο.

Υπάρχουν αρκετές ομοιότητες μεταξύ του 1981 και σήμερα. Το 1981 υπήρχε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για την νομισματική  σταθερότητα (το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα) που ο Mitterrand θεωρούσε ως προσωπικό έργο του δεξιού του αντιπάλου, του πρώην προέδρου Valéry Giscard d’Estaing. Του έμοιαζε λογικό να επιτεθεί στο σταθερό νόμισμα ως μια συντηρητική απόπειρα για να κρατούνται χαμηλά τα εργατικά ημερομίσθια. Μάλιστα, στη μέση μιας ύφεσης, το σταθερό νόμισμα έμοιαζε και σαν μια βασική αιτία για την ανεργία στη χώρα.

Το 2012, η διάσωση του  ευρώ είχε προσωποποιηθεί ως ένα ταγκό μεταξύ του Sarkozy και της Angela Merkel, ενός ντουέτου βαπτισμένου ως Merkozy. Αυτοί οι δύο αποφάσιζαν για όλα, επιμένοντας σε αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία, κάτι που δεν πολυαρέσει στην αριστερά.

Τόσο ό ακροαριστερός υποψήφιος Jean-Luc Mélenchon, όσο και η ακροδεξιά λαϊκίστρια Marine Le Pen, έχουν στο επίκεντρο της προεκλογικής τους εκστρατείας την αντι-γερμανική ρητορική. Το ίδιο έκανε και ο συμβατικά αριστερός υποψήφιος François Hollande, που δείχνει έτοιμος να κερδίσει την εκλογική μάχη. Συνεχώς τονίζει την αντίθεση μεταξύ της αυστηρότητας της ΕΚΤ, και της ελαστικότητας της βρετανικής και της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, που τυπώνουν χρήμα.

Οι θέσεις του μάλιστα έχουν ενισχυθεί από τη προχτεσινή κατάρρευση της ολλανδικής κυβέρνησης, εξαιτίας της άρνησης του λαϊκιστή Geert Wilder να αποδεχτεί την γερμανική συνταγή της λιτότητας.

Για να φτάσει η Γαλλία του Mitterrand να κάνει μεταβολή 180ο χρειάστηκε μια βαθιά αλλαγή στην ευρωπαϊκή προσέγγιση. Η ευρωπαϊκή Κομισιόν ανησυχούσε πως μια αριστερά υπό τον Mitterrand, θα απέρριπτε το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα. Κάτι θα έπρεπε να γίνει λοιπόν, για να εξευμενιστούν οι σοσιαλιστές της Γαλλίας, και συνεπώς η Γαλλία θα έπρεπε να έχει μεγαλύτερο λόγο στη γερμανική νομισματική πολιτική.

Οι Γερμανοί, και πιο συγκεκριμένα οι πανίσχυροι κεντρικοί τραπεζίτες στην Bundesbank της Φρανκφούρτης εξοργίστηκαν. Στάλθηκε ένα υψηλόβαθμο στέλεχος της Κομισιόν, για να τους αντιμετωπίσει. Τους εξήγησε ότι η γερμανική νομισματική επιτήρηση ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένη στη μάχη για την σταθερότητα, με αποτέλεσμα να καταστεί πολιτικά ευάλωτη.

Η μεταβολή της στάσης της Γαλλίας γέννησε επιχειρήματα υπέρ της δημιουργίας του ευρώ. Η γερμανική λιτότητα χρειάζονταν ένα ευρωπαϊκό μηχανισμό για να την απαλύνει κάπως, και να τη κάνει πολιτικά αποδεκτή. Η γαλλική συμμετοχή θα ήταν να σχεδιάζει τους κανόνες για τους προϋπολογισμούς.

Η οροφή του 3% του ΑΕΠ στα ελλείμματα, που αποφασίστηκε σχετικά αυθαίρετα στη δεκαετία του `90, πηγάζει από τα τραύματα του πειράματος Mitterrand. Το 3% ήταν ο αριθμός που ο Delors υπολόγισε ως το μέγιστο έλλειμμα συμβατό με την νομισματική σταθερότητα των περιστάσεων του 1983. Στη συνέχεια μετατράπηκε σε γενικό ευρωπαϊκό κανονισμό στη δεκαετία των `90ς.

Οι χρηματαγορές είναι σήμερα πολύ πιο επιθετικές από ότι ήταν το 1981. Δεν υπάρχει πια το περιθώριο για πειράματα διάρκειας δυο χρόνων. Το αποτέλεσμα θα είναι να ασκηθεί μια ισχυρή πίεση για μια πιο γρήγορη επανασχεδίαση των ευρωπαϊκών θεσμών, με τον κίνδυνο όμως ότι το αποτέλεσμα που θα προκύψει να μην είναι αξιόπιστο. Πιο πολύ, ένα αδιέξοδο δηλαδή,  παρά μια επί τόπου στροφή-μεταβολή.

http://www.project-syndicate.org/commentary/france-and-frankfurt
S.A.
liberals10
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ