2014-08-16 11:55:08
Φωτογραφία για Σκληρή αντιπολίτευση εκ των έσω στην πολιτική Ομπάμα για την Ουκρανία
Σήμερα οι αμερικανορωσικές σχέσεις βρίσκονται ίσως στο χειρότερο σημείο τους από την εποχή της κουβανικής κρίσης του 1962. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει εξελιχτεί σε διαμάχη ΗΠΑ- Ρωσίας. Αυτό που μέχρι τώρα φάνταζε απίθανο, δηλαδή ένας πόλεμος μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, υπάρχει πλέον, έστω ως σενάριο.

Ήδη η ανθρωπότητα βρίσκεται ενώπιον ενός νέου Ψυχρού Πολέμου, τον οποίο επιτείνουν οι οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Και ο νέος αυτός Ψυχρός Πόλεμος, για μια σειρά από λόγους, είναι πιο επικίνδυνος του προηγούμενού του.

Αυτή τη φορά επίκεντρο του Ψυχρού Πολέμου είναι η Ουκρανία, μια περιοχή που η Ρωσία θεωρεί ζωτικής σημασίας για την ασφάλειά της. Υπάρχει δε αυξημένος κίνδυνος χρήσης τακτικών πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία, ώστε να αντισταθμίσει την υπεροχή των αντιπάλων της σε συμβατικά όπλα. Ένας άλλος κίνδυνος προέρχεται από το γεγονός ότι αυτή τη φορά δεν ισχύουν οι κανόνες που προέβλεπαν τότε ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας μεταξύ των δύο αντιπάλων.


Αντίθετα, σήμερα υπάρχει μόνο καχυποψία, παραπληροφόρηση και δαιμονοποίηση του αντιπάλου, ειδικά του Βλ. Πούτιν, από τα δυτικά ΜΜΕ. Επίσης αυτή τη φορά, στις ΗΠΑ, δεν υπάρχουν φωνές που να μιλούν αντίθετα με την κυρίαρχη πολιτική, φωνές που να καταδεικνύουν στην αμερικανική κυβέρνηση τα σφάλματα που διέπραξε και συνεχίζει να διαπράττει έναντι της Ρωσίας.

Η αμερικανική πολιτική αποδεικνύεται καταστροφική και έχει στοιχίσει στην Ουάσιγκτον την απώλεια ενός χρήσιμου συνεργάτη, όπως θα μπορούσε να είναι η Ρωσία, σε περιοχές όπως η Συρία, ή το Αφγανιστάν, αλλά και σε θέματα όπως η διασπορά των πυρηνικών όπλων και η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας.

Σύμφωνα με την επικρατούσα αμερικανική άποψη, από το 1991, που κατάρρευσε η ΕΣΣΔ, οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν τη Ρωσία ως φίλο και συνεργάτη, επιχειρώντας να την καταστήσουν μέρος του δυτικού συστήματος, να ενσταλάξουν τη δημοκρατία σε αυτή, προς όφελος της διεθνούς ασφάλειας. Ήταν η Ρωσία που αρνήθηκε να συνεργαστεί, ειδικά, μετά την άνοδο στην εξουσία του Πούτιν.

Στην πραγματικότητα όμως τα πράγματα είναι μάλλον διαφορετικά. Ήδη από την περίοδο διακυβέρνησης Κλίντον, η αμερικανική ηγεσία, αντιμετώπιζε τη Ρωσία ως την ηττημένη δύναμη του Ψυχρού Πολέμου, η οποία είχε περιορισμένα δικαιώματα, στο εσωτερικό της και το εξωτερικό. Αυτή η λογική οδήγησε στη θεωρία επέκτασης του ΝΑΤΟ σε πρώην σοβιετικές ζώνες επιρροής, οδήγησε στη λογική ανάπτυξης του σχεδίου αντιπυραυλικής άμυνας, η οποία, ουσιαστικά, αποκλείει τη Ρωσία από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα ασφαλείας, οδήγησε, τέλος, στην κρίση της Γεωργίας, το 2008 και της Ουκρανίας, σήμερα.

Μια άλλη αξιωματική αποστροφή της αμερικανικής πολιτικής αφορά την Ουκρανία καθαυτή. Η Δύση μιλά για ουκρανικό έθνος και ουκρανικό λαό, τη στιγμή που ιστορικά, οι όροι αυτοί δεν ίσχυσαν ποτέ. Η σημερινή Ουκρανία είναι μια χώρα διαιρεμένη εθνοτικά, γλωσσικά, θρησκευτικά, πολιτιστικά, οικονομικά και πολιτικά, όπως ήταν πάντοτε.

Ένας άλλος ισχυρισμός της Δύσης, είναι ότι το 2013 η ΕΕ πρόσφερε στον Ουκρανό πρόεδρο Γιανουκόβιτς και τη χώρα του, την προοπτική της ευρωπαϊκής, δημοκρατικής, ευημερίας. Ο Γιανουκόβιτς ήταν έτοιμος να εντάξει τη χώρα του στο ευρωπαϊκό σύστημα, αλλά αντέδρασε η Μόσχα, με αποτέλεσμα να εξεγερθούν οι Ουκρανοί κατά του υποκύπτοντα στη Μόσχα προέδρου τους.

Στην πραγματικότητα η ΕΕ προκάλεσε τον Γιανουκόβιτς να διαλέξει μεταξύ της Ευρώπης ή της Ρωσίας. Η ΕΕ απέρριψε επίσης την πρόταση Πούτιν για την από κοινού δάσωση της ουκρανικής οικονομίας. Η πρόταση δε της ΕΕ για τη διάσωση της ουκρανικής οικονομίας δεν ήταν, αφ’ εαυτού της, βιώσιμη. Προσφέροντας ελάχιστη χρηματοδότηση, οι Ευρωπαίοι, ζητούσαν σε αντάλλαγμα την εφαρμογή σκληρής λιτότητας και κυρίως διακοπή των οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία.

Επίσης, η ευρωπαϊκή πρόταση προέβλεπε την υπογραφή, από την πλευρά της Ουκρανίας, μιας σειράς πρωτοκόλλων για κοινή πολιτική στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, κάτι που σήμαινε, χωρίς να αναφέρεται την τρόπον τινά, εισδοχή της χώρας στον αμυντικό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ. Δεν ήταν λοιπόν η επιθετικότητα του Πούτιν που οδήγησε στην σημερινή κρίση, αλλά η «βελούδινη» επιθετικότητα των Βρυξελλών και της Ουάσινγκτον, μέσω της οποίας επιχείρησαν να φέρουν το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία.

Έτσι, αν και η Δύση υποστηρίζει, ότι η επιθετικότητα του Πούτιν είναι η αιτία για τον διεξαγόμενο σήμερα πόλεμο στην Ουκρανία, στην πραγματικότητα οι ακραίοι εθνικιστές και νεοναζί Ουκρανοί, ήταν αυτοί που ξεκίνησαν την σύγκρουση, τον Φεβρουάριο του 2014. Αν και οι Ευρωπαίοι επιχείρησαν να επιτύχουν έναν συμβιβασμό, μεταξύ διαδηλωτών και Γιανουκόβιτς, ήταν ήδη αργά. Ο Γιανουκόβιτς εκδιώχθηκε και στη θέση του βρέθηκαν να κυβερνούν την Ουκρανία εκπρόσωποι της αντιρωσικής μερίδας, με προεξάρχοντες τους νεοναζί.

Με τον τρόπο αυτό όμως η Δύση επέτρεψε την κατάλυση της συνταγματικής τάξης στην Ουκρανία, καθώς αγκάλιασε τους ανατροπείς του νόμιμα εκλεγμένου προέδρου της χώρας. Ό,τι ακολούθησε, από τη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας, μέχρι τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην ανατολική Ουκρανία, είχε ως αφετηρία το συνταγματικό πραξικόπημα της πλατείας Μεϊντάν.

Η Δύση υποστηρίζει, επίσης, ότι ο μοναδικός τρόπος τερματισμού της κρίσης είναι η Μόσχα να αποσύρει την υποστήριξή της από τους αυτονομιστές της ανατολικής Ουκρανίας. Θα αρκούσε όμως πραγματικά κάτι τέτοιο σε μια χώρα τόσο βαθιά διαιρεμένη; Ο βασικός παράγοντας κλιμάκωσης της κρίσης είναι η απόφαση του Κιέβου να επιχειρήσει να καταστείλει τους αυτονομιστές με στρατιωτικά μέτρα. Η Μόσχα δεν έχει άλλη επιλογή από το να υποστηρίξει τους ομοεθνείς της στην ανατολική Ουκρανία. Αν οι ουκρανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις σταματούσαν η Μόσχα, πιθανότατα, θα έπειθε τους αυτονομιστές να διαπραγματευτούν.

Όσον αφορά την ουκρανική κρίση υπάρχουν τρία πιθανά σενάρια. Το πρώτο προβλέπει περαιτέρω κλιμάκωση της κρίσης με τη συμμετοχή ρωσικών και ίσως ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στην Ουκρανία. Το δεύτερο, προβλέπει τη διχοτόμηση της Ουκρανίας, με τη δημιουργία ενός ανατολικού ουκρανικού κράτους, φίλα προσκείμενου προς τη Ρωσία και το τρίτο προβλέπει τη μετατροπή της Ουκρανίας σε ένα ομόσπονδο κράτος, όπου οι ανατολικές, ρωσόφωνες, επαρχίες θα απολαμβάνουν καθεστώς διευρυμένης αυτονομίας.

Η Ουκρανία όμως, σε καμία περίπτωση, δεν πρέπει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, όπως δεν πρέπει να ενταχθεί και καμία από τα πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Η Ουκρανία μπορεί και πρέπει να συνεργαστεί οικονομικά με τη Δύση και τη Ρωσία. Βασική προϋπόθεση όμως για όλα αυτά είναι να σταματήσει το Κίεβο τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην ανατολική Ουκρανία.

Του Stephen F. Cohen «The New Cold War and the Necessity of Patriotic Heresy: US fallacies may be leading to war with Russia» (Ο νέος Ψυχρός Πόλεμος και η ανάγκη πατριωτικής αιρετικότητας: Οι πλάνες των ΗΠΑ ίσως οδηγούν σε πόλεμο με τη Ρωσία)

The Nation (thenation.com)

Ο Stephen F. Cohen είναι καθηγητής Ρωσικών Σπουδών και Πολιτικής στα πανεπιστήμια «New York University» και «Princeton University».

ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ