2014-09-24 07:10:07
Λόγω του μεγάλου ενδιαφέροντος που, εκ των πραγμάτων, βλέπω ότι υπάρχει στο σύνολο των εμπλεκομένων στην ευρύτερη ασφαλιστική αγορά, αλλά ιδιαίτερα στους διαμεσολαβούντες/ασφαλιστές, θέλω να αναφερθώ σε ένα ακόμα φλέγον ζήτημα, που αφορά στις υποχρεωτικές δημοσιεύσεις οικονομικών στοιχείων των ασφαλιστικών εταιριών. Επ’ αυτών των δημοσιευμένων στοιχείων, θα μπορούν οι διαμεσολαβούντες (ασφαλιστές) να χτίζουν το οικοδόμημα της πώλησης και της άριστης σχέσης τους με τους πελάτες τους.
Το ζήτημα αυτό αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αν συνυπολογίσουμε και τη γενικότερη τάση που επικρατεί στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες (ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια) δεν παύουν να δημοσιεύουν στον κλαδικό ή μη τύπο, συνεχώς πληροφορίες σχετικές με τη συμμετοχή τους σε δραστηριότητες και χορηγίες, είτε ασφαλιστικού, είτε ευρύτερα κοινωνικού ενδιαφέροντος, καθώς και τα ποσοστιαία παραγωγικά τους αποτελέσματα. Άρα παρατηρούμε και μια ίδια διάθεση των επιχειρήσεων να ενημερώνουν το κοινωνικό σύνολο σχετικά με τέτοιου τύπου, πολύ ενδιαφέρουσες, δραστηριότητές τους, οι οποίες όμως λόγω του Solvency II, δεν θα είναι πλέον αρκετές.
Όπως έχω αναφέρει περιληπτικά σε προηγούμενο άρθρο, ο «τρίτος πυλώνας» του Solvency II αφορά τις απαιτήσεις προσαρμογής των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν να κάνουν με απαιτήσεις διαφάνειας στη λειτουργία τους, απαιτήσεις υποχρεωτικών δημοσιεύσεων, απαιτήσεις ομαλής προσαρμογής της αγοράς κ.λπ.
Τώρα θα δούμε κάποια περισσότερα στοιχεία σχετικά με τις υποχρεωτικές δημοσιεύσεις.
Στα άρθρα 51 – 56 της οδηγίας Solvency II, ξεκαθαρίζεται ότι ο «τρίτος πυλώνας» αποσκοπεί στην επίτευξη διαφάνειας μέσα στην ασφαλιστική αγορά, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μέσω δημοσιοποίησης οικονομικών στοιχείων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, τα οποία ρητά ορίζονται από τις εποπτικές αρχές.
Συγκεκριμένα στο άρθρο 51 της οδηγίας, αναφέρεται η «Έκθεση σχετικά με τη Φερεγγυότητα και τη Χρηματοοικονομική κατάσταση», που η ασφαλιστική επιχείρηση είναι υποχρεωμένη να δημοσιοποιεί, σύμφωνα με τις απαιτήσεις διαφάνειας.
Αυτή η έκθεση θα πρέπει υποχρεωτικά να περιλαμβάνει στοιχεία που αφορούν τις δραστηριότητες της επιχείρησης και τις επιδόσεις που έχει σε αυτές, την περιγραφή του συστήματος διακυβέρνησης της επιχείρησης και την εκτίμηση καταλληλότητας του, ανάλογα με το προφίλ κινδύνου της επιχείρησης, την περιγραφή ανά κατηγορία κινδύνων που εμπλέκεται η επιχείρηση και αντίστοιχη αναφορά σε θέματα έκθεσης σε κινδύνους, συγκέντρωσης κινδύνων κ.λπ. Ακόμα θα πρέπει να περιλαμβάνει την καταγραφή των στοιχείων ενεργητικού της επιχείρησης, την καταγραφή των τεχνικών προβλέψεων, την περιγραφή της διαχείρισης των κεφαλαίων της και τέλος τις αλλαγές που έχουν επέλθει σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς. Επίσης θα πρέπει να δημοσιεύονται οι απαιτήσεις φερεγγυότητας της επιχείρησης και οι ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Αυτά όλα τα στοιχεία που θα αναγράφονται στην έκθεση, φυσικά, θα πρέπει να καταγράφονται με συγκεκριμένους αριθμούς και όχι με ποσοστά αύξησης ή μείωσης.
Εδώ πρέπει, για λόγους τάξης, να αναφέρω ότι στο άρθρο 53 της οδηγίας, δίνεται στις εποπτικές αρχές, κάποια δυνατότητα συντονισμού για την μη υποβολή στοιχείων από την επιχείρηση ή για την επιβολή πρόσθετων πληροφοριών ή επικαιροποιήσεων, ανάλογα με το τι είναι αναγκαίο, για λόγους που αφορούν θέματα, όπως η ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης. Αυτό όμως είναι ένα ζήτημα το οποίο θα μας απασχολήσει μετά από την εφαρμογή της οδηγίας, οπότε και θα το αναλύσουμε τότε.
Ακόμα, ως προς το πλήθος των αναφορών που θα πρέπει να εκδίδονται, πρέπει να πούμε ότι σύμφωνα με την οδηγία, γίνεται ένας διαχωρισμός σε ανεξάρτητες ασφαλιστικές εταιρίες και εταιρίες που αποτελούν μέρος ομίλων. Έτσι, οι ανεξάρτητες (μεμονωμένες) εταιρίες θα πρέπει να εκδίδουν ετησίως 48 εκθέσεις που αφορούν τον εποπτικό μηχανισμό και 11 εκθέσεις που στοχεύουν στην πληροφόρηση του καταναλωτή και τη διαφάνεια. Αντίστοιχα, οι ασφαλιστικές εταιρίες που είναι μέρος ομίλου επιχειρήσεων, θα πρέπει να εκδίδουν 29 εκθέσεις προς την εποπτεία και 7 εκθέσεις σχετικά με τη διαφάνεια και την πληροφόρηση του καταναλωτή.
Κάποια από τα βασικά στοιχεία που θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε αυτές τις εκθέσεις είναι οι ισολογισμοί των επιχειρήσεων, τα ίδια κεφάλαια, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις, οι τεχνικές προβλέψεις, στοιχεία αντασφάλισης κ.λπ. Τέλος σχετικά με ότι αφορά τους ομίλους, θα πρέπει να περιλαμβάνονται και στοιχεία όπως, οι στόχοι του ομίλου, οι συναλλαγές εντός του ομίλου και η συγκέντρωση κινδύνων.
Επειδή φοβάμαι ότι έχω «βαρύνει» αρκετά το σύντομο άρθρο που ξεκίνησα να γράφω, χωρίς να είναι ακόμα ώρα (για τον μέσο ασφαλιστή) να μπει σε τέτοιες λεπτομέρειες, θα ήθελα να τελειώσω με τις παρακάτω παρατηρήσεις:
1. Η ποσότητα και η ποιότητα των πληροφοριών που υποχρεωτικά θα εκδίδουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, λόγω του Solvency II, θα είναι τέτοια που θα ικανοποιεί και τις πλέον «ακραίες» απαιτήσεις ενημέρωσης των πελατών μας, στους οποίους θα δίνει τη βεβαιότητα της άριστης διαχείρισης των χρημάτων τους.
2. Η δυνατότητα του μέσου διαμεσολαβούντα / ασφαλιστή να διαχειριστεί και να αξιοποιήσει κατάλληλα όλες αυτές τις πληροφορίες, προκειμένου να βελτιστοποιήσει τη σχέση του με τους πελάτες του, θα πρέπει να αναβαθμιστεί σημαντικά. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες τόσο οι αρμόδιοι φορείς, όσο και οι ασφαλιστικές εταιρίες και βέβαια οι ίδιοι οι ασφαλιστές, με τη στήριξη των προηγούμενων.
3. Το χτίσιμο των πελατολογίων για τα οποία οι ασφαλιστές πασχίζουν όλα αυτά τα χρόνια, θα μπορεί μέσα σε αυτό το περιβάλλον να αναπτυχθεί πλήρως και να ενδυναμωθούν οι σχέσεις των ασφαλιστών με τους πελάτες τους. Θα είναι πραγματικά δυνατή, η ουσιαστική αναβάθμιση της εργασίας του διαμεσολαβούντα ασφαλιστή.
Πηγή Tromaktiko
Το ζήτημα αυτό αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον, αν συνυπολογίσουμε και τη γενικότερη τάση που επικρατεί στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες (ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια) δεν παύουν να δημοσιεύουν στον κλαδικό ή μη τύπο, συνεχώς πληροφορίες σχετικές με τη συμμετοχή τους σε δραστηριότητες και χορηγίες, είτε ασφαλιστικού, είτε ευρύτερα κοινωνικού ενδιαφέροντος, καθώς και τα ποσοστιαία παραγωγικά τους αποτελέσματα. Άρα παρατηρούμε και μια ίδια διάθεση των επιχειρήσεων να ενημερώνουν το κοινωνικό σύνολο σχετικά με τέτοιου τύπου, πολύ ενδιαφέρουσες, δραστηριότητές τους, οι οποίες όμως λόγω του Solvency II, δεν θα είναι πλέον αρκετές.
Όπως έχω αναφέρει περιληπτικά σε προηγούμενο άρθρο, ο «τρίτος πυλώνας» του Solvency II αφορά τις απαιτήσεις προσαρμογής των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν να κάνουν με απαιτήσεις διαφάνειας στη λειτουργία τους, απαιτήσεις υποχρεωτικών δημοσιεύσεων, απαιτήσεις ομαλής προσαρμογής της αγοράς κ.λπ.
Τώρα θα δούμε κάποια περισσότερα στοιχεία σχετικά με τις υποχρεωτικές δημοσιεύσεις.
Στα άρθρα 51 – 56 της οδηγίας Solvency II, ξεκαθαρίζεται ότι ο «τρίτος πυλώνας» αποσκοπεί στην επίτευξη διαφάνειας μέσα στην ασφαλιστική αγορά, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μέσω δημοσιοποίησης οικονομικών στοιχείων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, τα οποία ρητά ορίζονται από τις εποπτικές αρχές.
Συγκεκριμένα στο άρθρο 51 της οδηγίας, αναφέρεται η «Έκθεση σχετικά με τη Φερεγγυότητα και τη Χρηματοοικονομική κατάσταση», που η ασφαλιστική επιχείρηση είναι υποχρεωμένη να δημοσιοποιεί, σύμφωνα με τις απαιτήσεις διαφάνειας.
Αυτή η έκθεση θα πρέπει υποχρεωτικά να περιλαμβάνει στοιχεία που αφορούν τις δραστηριότητες της επιχείρησης και τις επιδόσεις που έχει σε αυτές, την περιγραφή του συστήματος διακυβέρνησης της επιχείρησης και την εκτίμηση καταλληλότητας του, ανάλογα με το προφίλ κινδύνου της επιχείρησης, την περιγραφή ανά κατηγορία κινδύνων που εμπλέκεται η επιχείρηση και αντίστοιχη αναφορά σε θέματα έκθεσης σε κινδύνους, συγκέντρωσης κινδύνων κ.λπ. Ακόμα θα πρέπει να περιλαμβάνει την καταγραφή των στοιχείων ενεργητικού της επιχείρησης, την καταγραφή των τεχνικών προβλέψεων, την περιγραφή της διαχείρισης των κεφαλαίων της και τέλος τις αλλαγές που έχουν επέλθει σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς. Επίσης θα πρέπει να δημοσιεύονται οι απαιτήσεις φερεγγυότητας της επιχείρησης και οι ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Αυτά όλα τα στοιχεία που θα αναγράφονται στην έκθεση, φυσικά, θα πρέπει να καταγράφονται με συγκεκριμένους αριθμούς και όχι με ποσοστά αύξησης ή μείωσης.
Εδώ πρέπει, για λόγους τάξης, να αναφέρω ότι στο άρθρο 53 της οδηγίας, δίνεται στις εποπτικές αρχές, κάποια δυνατότητα συντονισμού για την μη υποβολή στοιχείων από την επιχείρηση ή για την επιβολή πρόσθετων πληροφοριών ή επικαιροποιήσεων, ανάλογα με το τι είναι αναγκαίο, για λόγους που αφορούν θέματα, όπως η ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης. Αυτό όμως είναι ένα ζήτημα το οποίο θα μας απασχολήσει μετά από την εφαρμογή της οδηγίας, οπότε και θα το αναλύσουμε τότε.
Ακόμα, ως προς το πλήθος των αναφορών που θα πρέπει να εκδίδονται, πρέπει να πούμε ότι σύμφωνα με την οδηγία, γίνεται ένας διαχωρισμός σε ανεξάρτητες ασφαλιστικές εταιρίες και εταιρίες που αποτελούν μέρος ομίλων. Έτσι, οι ανεξάρτητες (μεμονωμένες) εταιρίες θα πρέπει να εκδίδουν ετησίως 48 εκθέσεις που αφορούν τον εποπτικό μηχανισμό και 11 εκθέσεις που στοχεύουν στην πληροφόρηση του καταναλωτή και τη διαφάνεια. Αντίστοιχα, οι ασφαλιστικές εταιρίες που είναι μέρος ομίλου επιχειρήσεων, θα πρέπει να εκδίδουν 29 εκθέσεις προς την εποπτεία και 7 εκθέσεις σχετικά με τη διαφάνεια και την πληροφόρηση του καταναλωτή.
Κάποια από τα βασικά στοιχεία που θα πρέπει να περιλαμβάνονται σε αυτές τις εκθέσεις είναι οι ισολογισμοί των επιχειρήσεων, τα ίδια κεφάλαια, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις, οι τεχνικές προβλέψεις, στοιχεία αντασφάλισης κ.λπ. Τέλος σχετικά με ότι αφορά τους ομίλους, θα πρέπει να περιλαμβάνονται και στοιχεία όπως, οι στόχοι του ομίλου, οι συναλλαγές εντός του ομίλου και η συγκέντρωση κινδύνων.
Επειδή φοβάμαι ότι έχω «βαρύνει» αρκετά το σύντομο άρθρο που ξεκίνησα να γράφω, χωρίς να είναι ακόμα ώρα (για τον μέσο ασφαλιστή) να μπει σε τέτοιες λεπτομέρειες, θα ήθελα να τελειώσω με τις παρακάτω παρατηρήσεις:
1. Η ποσότητα και η ποιότητα των πληροφοριών που υποχρεωτικά θα εκδίδουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, λόγω του Solvency II, θα είναι τέτοια που θα ικανοποιεί και τις πλέον «ακραίες» απαιτήσεις ενημέρωσης των πελατών μας, στους οποίους θα δίνει τη βεβαιότητα της άριστης διαχείρισης των χρημάτων τους.
2. Η δυνατότητα του μέσου διαμεσολαβούντα / ασφαλιστή να διαχειριστεί και να αξιοποιήσει κατάλληλα όλες αυτές τις πληροφορίες, προκειμένου να βελτιστοποιήσει τη σχέση του με τους πελάτες του, θα πρέπει να αναβαθμιστεί σημαντικά. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες τόσο οι αρμόδιοι φορείς, όσο και οι ασφαλιστικές εταιρίες και βέβαια οι ίδιοι οι ασφαλιστές, με τη στήριξη των προηγούμενων.
3. Το χτίσιμο των πελατολογίων για τα οποία οι ασφαλιστές πασχίζουν όλα αυτά τα χρόνια, θα μπορεί μέσα σε αυτό το περιβάλλον να αναπτυχθεί πλήρως και να ενδυναμωθούν οι σχέσεις των ασφαλιστών με τους πελάτες τους. Θα είναι πραγματικά δυνατή, η ουσιαστική αναβάθμιση της εργασίας του διαμεσολαβούντα ασφαλιστή.
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η πρόγνωση του καιρού για σήμερα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ