2014-09-28 13:33:08
Ο Θουκυδίδης υπήρξε αναμφισβήτητα ο πατέρας της σύγχρονης, ρεαλιστικής, πολιτικής σκέψης. Περιγράφοντας τα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εξέλιξη του πολέμου αυτού επηρεάστηκε από τον φόβο, την τιμή και το ατομικό συμφέρον.
Όσον αφορά τον φόβο, ο Θουκυδίδης, αναφέρει ότι ο φόβος για την ισχυροποίηση της Αθήνας οδήγησε στην Σπάρτη στον εναντίον της πόλεμο. Από την άλλη ο Περικλής, στον Επιτάφιο λόγο του, εκφωνεί το περίφημο «ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος», τιμώντας τους νεκρούς Αθηναίους του πρώτου έτους του πολέμου. Το ατομικό συμφέρον επίσης, κατά τον Θουκυδίδη, αποτέλεσε την αιτία της αθηναϊκής ήττας, καθώς το ατομικό υπερίσχυσε του γενικού συμφέροντος.
Ο Ξενοφών, ο οποίος στα «Ελληνικά» του, συνέχισε την αφήγηση του Θουκυδίδη, περιγράφει την παράδοση της Αθήνας στην Σπάρτη, το 404 π.Χ. ύστερα από 27 ολόκληρα χρόνια πολέμου. Η Αθήνα υποχρεώθηκε να γκρεμίσει τα Μακρά Τείχη, να παραδώσει τον στόλο της και την ηγεμονίας της. Κορίνθιοι και Θηβαίοι, σύμμαχοι αμφότεροι της Σπάρτης, απαίτησαν την ολοκληρωτική καταστροφή της Αθήνας , την ισοπέδωσή της και των πώληση ως σκλάβων όλων των κατοίκων της. Οι Σπαρτιάτες όμως, με μεγαθυμία, αρνήθηκαν να καταστρέψουν την πόλη που είχε σώσει την Ελλάδα στα Μηδικά.
Ο Θουκυδίδης, περιγράφει με θαυμαστή ακρίβεια τις αιτίες της αθηναϊκής ήττας, ως εξής:
1. Οι διάδοχοι του Περικλή ενήργησαν με βάσει τις προσωπικές τους φιλοδοξίες και όχι το καλό της πόλης.
2. Ο Περικλής ήταν ικανός να κερδίζει τον λαό με την προσωπικότητά του. Οι διάδοχοί του, λόγω της μεταξύ τους πολιτικής διαμάχης για τη εξουσία, απλώς έλεγαν στον λαό αυτό που ήθελε να ακούσει.
3. Η Σικελική Εκστρατεία κατέληξε σε καταστροφή γιατί οι Αθηναίοι, λόγω πάλι των εσωτερικών συγκρούσεων για την εξουσία, δεν ενίσχυσαν εγκαίρως και επαρκώς τα εκεί μαχόμενα τμήματά τους.
4. Ακόμα και μετά την καταστροφή στην Σικελία, η Αθήνα άντεξε μόνης της έναντι στις πολλαπλάσιες εχθρικές δυνάμεις, μέχρις ότου οι εσωτερικές έριδες την κατέστρεψαν.
Πριν από 2.500 χρόνια, λοιπόν, η φιλαρχία, η διάθεση αυτοπροβολής, οι πολιτικές ίντριγκες και διαμάχες, έφεραν την καταστροφή στην Αθήνα. Αυτό, δυστυχώς, ισχύει και σήμερα. Εξετάζοντας τα πράγματα σήμερα, όχι μόνο στην Ελλάδα, φαίνεται να ισχύουν τα ίδια. Αντιγράφοντας, θαρρείς, τους πολιτικούς της αρχαίας Αθήνας, οι σύγχρονοι πολιτικοί έχουν φέρει τη χώρα στο χείλος της καταστροφής, όχι μόνο για να κερδίσουν χρήματα οι ίδιοι, αλλά και για την προσωπική τους προβολή και «δόξα».
Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα αντιμετωπίζει έξι εξίσου σημαντικά ζητήματα εθνικής ασφαλείας, εθνικού ενδιαφέροντος, αλλά και πολιτισμικής ενότητας, στο Αιγαίο, τη Θράκη, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, την Κύπρο, αλλά και όσον αφορά την ΑΟΖ της. Όλα αυτά είναι ζωτικής σημασίας για τον Ελληνισμό ως σύνολο. Είναι ζωτικής σημασίας διότι αφορούν, άμεσα, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, την εθνική της ασφάλεια και ενότητα.
Μεταφερόμενοι στο παρελθόν βλέπουμε ότι ο βασικός λόγος για την επέκταση του ΝΑΤΟ ήταν η κατάρρευση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, η οποία όμως δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιου στρατηγικού σχεδίου, αλλά προϊόν πολιτικής τύχης. Η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ υποχρέωσε το ΝΑΤΟ να μεταβάλει τον ρόλο του. Από μια αμυντική συμμαχία, το ΝΑΤΟ, εξελίχθηκε σε σταθεροποιητικό παράγοντα της ασταθούς, πλέον, γεωπολιτικής πραγματικότητας στην ανατολική Ευρώπη.
Η αναδυόμενη ΕΕ δεν ήταν σε θέση να εξασφαλίσει την σταθερότητα και μόνο το ΝΑΤΟ μπορούσε να καλύψει το κενό. Οι δε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ θεώρησαν σκόπιμο να ενταχθούν σε μια συμμαχία που θα τις εξασφάλιζε από τον κομμουνισμό.
Δεν υπήρχε τρόπος να ανατραπεί το αυθόρμητο αυτό αίσθημα των λαών των χωρών αυτών, έναντι του μόνου δυτικού θεσμού που τους εξασφάλιζε ασφάλεια και τους οδηγούσε στον εκδημοκρατισμό. Η νέα όμως αυτή κατάσταση μετέτρεψε το ΝΑΤΟ από αμυντική συμμαχία σε συμμαχία υποχρεωμένη να επεμβαίνει, σε «συμμαχία ασφαλείας».
Πριν την πτώση του τείχους το ΝΑΤΟ αποδεχόταν στους κόλπους του χώρες βάσει της γεωπολιτικής-γεωστρατηγικής τους σημασίας. Μετά το 1989 το ΝΑΤΟ άλλαξε τον κανόνα αυτό για να αντιμετωπίσει τη νέα πραγματικότητα. Εφόσον η ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι προαιρετική, τα νέα κράτη μέλη, πριν την ένταξή τους, οφείλουν να αποδεχτούν τις δημοκρατικές αρχές που διέπουν την συμμαχία και να τις εφαρμόσουν.
Το ΝΑΤΟ αποτελεί σταθεροποιητικό μηχανισμό, μόνο όμως, εφόσον οι χώρες μέλη δεν είναι οι ίδιες αποσταθεροποιημένες εσωτερικά, λόγω δημοκρατικού ελλείμματος. Η εξασφάλιση εσωτερικής σταθερότητας σε μια χώρα που δεν διοικείται βάσει των δημοκρατικών θεσμών δεν αποτελεί αποστολή του ΝΑΤΟ.
Το ΝΑΤΟ παρέχει περιφερειακή σταθερότητα και δεν πρέπει να αναμιγνύεται στα εσωτερικά μιας χώρας μέλους. Αυτός είναι ο λόγος που το ΝΑΤΟ επιθυμεί οι προς ένταξη χώρες, ως προϋπόθεση, να έχουν κατοχυρώσει τους δημοκρατικούς θεσμούς στο εσωτερικό τους. Τρεις χώρες που συνορεύουν με την ΠΓΔΜ είναι μέλη του ΝΑΤΟ, γεγονός που σημαίνει ότι τα Σκόπια δεν μπορούν να τις χαρακτηρίσουν ως εχθρικές.
Αντιτιθέμεθα στη ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ γιατί το κράτος των Σκοπίων δεν έχει εσωτερική σταθερότητα και αυτό οφείλετε στους ίδιους τους Σκοπιανούς. Τα Σκόπια δεν μπορούν να καταπατούν την ελευθερία το Τύπου, να χαρακτηρίζουν ανθρώπους με διαφορετική της επίσημης άποψης, ως προδότες, να υποδαυλίζουν το εθνοτικό μίσος, να προκαλούν ανοικτά τις γειτονικές τους χώρες μέλη του ΝΑΤΟ και μετά να περιμένουν οι χώρες αυτές να σβήσουν τη φωτιά που το σχεδόν δικτατορικό καθεστώς τους έχει ανάψει, προς δόξα αυτού και προς ενίσχυση του εθνικισμού και του μίσους τους προς τις γειτονικές τους χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Η νοοτροπία αυτή της εποχής του Ψυχρού Πολέμου δεν δικαιολογείται σήμερα από τις περιστάσεις.
Το ΝΑΤΟ είναι υπερήφανο για τις δημοκρατικές αξίες που διέπουν τον πολιτικό βίο των κρατών μελών του και σέβεται την ανεξαρτησία τους. Όλες οι χώρες μέλη είναι ίσες μεταξύ τους. Η Δύση, γενικότερα και το ΝΑΤΟ, ειδικά, οφείλουν λοιπόν να πιέσουν προς την κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού της Δημοκρατίας των Σκοπίων, ώστε να επιτευχθεί η απαραίτητη περιφερειακή σταθερότητα.
Η ιδέα ότι το ΝΑΤΟ χρειάζεται τις ένοπλες δυνάμεις των Σκοπίων, που στην καλύτερη περίπτωση, αριθμούν 8.000, είναι τουλάχιστον γελοία. Από τους άνδρες αυτούς δε, οι 2.000 υπηρετούν σε διάφορα πόστα του υπουργείου Άμυνας της χώρας, σε πρεσβείες και διπλωματικές αποστολές. Από τους υπόλοιπους 6.000 μόλις οι 1.000 είναι μάχιμοι, αλλά και αυτοί άσχημα εκπαιδευμένοι και εξοπλισμένοι. Το ΝΑΤΟ δεν πάσχει από 1.000 στρατιώτες.
Όσον αφορά το ζήτημα της ονομασίας, η αντίληψη που οι Σκοπιανοί διαχέουν ότι πιέζονται να αλλάξουν το όνομα της πατρίδας τους, επίσης δεν ευσταθεί. Και δεν ευσταθεί γιατί καμία χώρα, ούτε η Ελλάδα, έχει κάνει λόγο για κάτι τέτοιο. Το 1918, όταν κατέρρευσε η Αυστροουγγαρία, η αυστριακή εθνοσυνέλευση αποφάσισε τη μετονομασία του κράτους σε Δημοκρατία της Γερμανικής Αυστρίας. Αυτό ίσχυσε μέχρι το 1919, όταν με τη συνθήκη του Αγ. Γερμανού, οι ΗΠΑ απαγόρευσαν στους Αυστριακούς τον όρο «γερμανική», ώστε να μην υπάρχει καμία σύνδεση, ή εκατέρωθεν διεκδίκηση. Έτσι η Γερμανική Αυστρία έγινε απλώς Αυστρία.
Το προηγούμενο αυτό νομιμοποιεί την ελληνική επιμονή για το θέμα του ονόματος. Σε κάθε περίπτωση που η ΠΓΔΜ φέρει όνομα με τον όρο «Μακεδονία» υπονοεί μελλοντική ένωση των Σκοπίων με την ελληνική επαρχία με το ίδιο όνομα. Σύμφωνα με πληροφορίες, μέλη της Γερουσίας και του Κογκρέσου υποστηρίζουν την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, διότι θεωρούν τις ελληνικές αντιρρήσεις ακατανόητες. Ως Έλλην το θεωρώ αυτό απαράδεκτο. Αποδεικνύει όμως ότι το λεγόμενο ελληνικό λόμπι στις ΗΠΑ είναι τελικά μύθος. Οι μετέχοντες σε αυτό δεν έχουν ούτε τη γνώση, ούτε την κριτική σκέψη να συνδέσουν το θέμα του ονόματος με το ανάλογο προηγούμενο της Αυστρίας.
Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι όλες οι οργανώσεις που υποτίθεται ότι είναι μέλη του ελληνικού λόμπι, απλώς κερδίζουν χρήματα, προωθώντας τα δικά τους συμφέροντα, θέτοντας στο περιθώριο τα ελληνικά ζητήματα ασφαλείας. Οι ίδιοι άνθρωποι, εξάλλου, όπως έπραξαν και στην περίπτωση της Κύπρου το 1974, αδιαφορούν και σήμερα για το όνομα της Μακεδονίας.
Τα λόμπι που θέλουν να προστατέψουν τα εθνικά συμφέροντα της πατρίδας τους πιέζουν ασφυκτικά τους Αμερικανούς αξιωματούχους, μιλώντας τους στη γλώσσα που καταλαβαίνουν. Το ελληνικό, λεγόμενο λόμπι, ακολουθώντας το σκεπτικό του «ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν Έλληνας», δεν αντιδρούν με λογικά επιχειρήματα στην προοπτική ένταξης των Σκοπίων στην συμμαχία.
Οι Αμερικανοί Γερουσιαστές και τα μέλη του Κογκρέσου δεν ενδιαφέρονται, για τη πραγματική καταγωγή του Μ. Αλεξάνδρου. Ενδιαφέρονται για το παρόν και το μέλλον, όχι για τη αρχαία ιστορία. Όταν, πρόσφατα, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μπάιντεν επισκέφτηκε την Κύπρο, πίεσε για λύση του ζητήματος που προέκυψε από την τουρκική εισβολή στο νησί. Εξέφρασε παράλληλα το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τα ζητήματα ενέργειας, αποκαλώντας την Κύπρο «στρατηγικό εταίρο».
Η στρατηγική συνεργασία δεν είναι παρά μια επίσημη συμμαχία μεταξύ εμπορικών συμφερόντων και στην περίπτωση Μπάιντεν, ο ίδιος ο Αμερικανός αντιπρόεδρος, αναγνώρισε την κυπριακή ΑΟΖ και κατ’ επέκταση και την ελληνική και την ισραηλινή, ως κομμάτι των εθνικών συμφερόντων των ΗΠΑ. Και το έκανε αυτό την στιγμή που κανείς Έλληνας αξιωματούχος, καμία ελληνική οργάνωση, δεν έχει συσχετίσει την ΑΟΖ, Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου, χαρακτηρίζοντάς την κομμάτι των εθνικών συμφερόντων των ΗΠΑ.
Η ΑΟΖ προσφέρει στη Ελλάδα μια θαυμάσια ευκαιρία να επιλύσει το οικονομικό της πρόβλημα και να εκσυγχρονίσει την οικονομία της. Παρόλα αυτά η Ελλάδα ακόμα το σκέπτεται να ανακηρύξει τη ΑΟΖ της, διαιωνίζοντας μια κατάσταση που διαρκεί από το 1982. Η ανακήρυξη της ΑΟΖ δεν προϋποθέτει την αναγνώριση καμίας κυβέρνησης. Μπορεί απλώς να ανακηρυχθεί, βάσει του Δικαίου της Θάλασσας.
Οφείλουμε να βοηθήσουμε τους αξιωματούχους των ΗΠΑ να κατανοήσουν, λοιπόν, ότι υποστηρίζοντας την ΠΓΔΜ δεν βοηθούν τον λαό της χώρας αυτής, δεν εξασφαλίζουν την περιφερειακή σταθερότητα. Το καθεστώς των Σκοπίων έχει αποξενωθεί από όλα τα εθνοτικά σύνολα στη χώρα, πλην του σλαβικού, ακολουθώντας αντιδημοκρατικές μεθόδους και επιδιώκοντας να αποσταθεροποιήσει και την Ελλάδα, καταλύοντας την εδαφική της ακεραιότητα. Και η Ελλάδα είναι ο μόνος αποδεδειγμένος σύμμαχος των ΗΠΑ στα Βαλκάνια.
Η ηγεσία των Σκοπίων λαμβάνει, αυτή τη στιγμή, αντιφατικά μηνύματα από τις ΗΠΑ, ενθαρρυντικά από τη μια, αποθαρρυντικά από την άλλη. Η ΕΕ έχει ταχθεί ήδη υπέρ των Σκοπίων λόγω της φιλοτουρκικής μερίδας της Βρετανίας, την οποία ενισχύουν και Έλληνες. Οι Σκοπιανοί εκμεταλλεύονται τόσο τα ενθαρρυντικά μηνύματα από τις ΗΠΑ, όσο και την στάση της ΕΕ, εμφανιζόμενοι ως θύματα.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι περίπλοκη, όπως γεννήθηκε και εξελίχθηκε από το 1821 και μετά, όπου επί 40 χρόνια το Αγγλικό, Γαλλικό και Ρωσικό κόμμα κυριαρχούσαν. Εξαρτάτο δε από τον εκάστοτε υπουργό και τους περί αυτόν συμβούλους, κριτήριο επιλογής των οποίων είναι η νομιμοφροσύνης τους προς το κόμμα. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών δεν κάνει πολιτική, επιτρέπει σε οργανώσεις όπως το ΕΛΙΑΜΕΠ και το ΚΕΜΟ να κάνουν πολιτική, η οποία μόνο εθνική δεν είναι. Ελληνοαμερικανικές ΜΚΟ, μαζί με εκλεγμένους Έλληνες αξιωματούχους, έχουν εκφράσει ήδη την υποστήριξή τους στην απόφαση της Κομιντέρν, του 1934, βάσει της οποίας αναγνωρίζεται «μακεδονικό έθνος».
Οι ελληνικές κυβερνήσεις, δια στόματος των εκάστοτε υπουργών Εξωτερικών, συχνά-πυκνά διακήρυττε ότι η Πανμακεδονική Ομοσπονδία δεν κάνει πολιτική. Διαφωνούμε. Αν οι οργανώσεις αυτές ασκούν πολιτική και η Πανμακεδονική Ομοσπονδία μπορεί. Οφείλουμε να πολεμήσουμε, όχι μόνο τα Σκόπια και την Άγκυρα, αλλά τον καθένα που επιθυμεί να υπονομεύσει την ελληνοαμερικανική φιλία. Πρέπει να σταματήσουμε να αντιδρούμε, απλώς, στα γεγονότα, αλλά να ενεργά να υπεραμυνθούμε των θέσεών μας.
Τα Σκόπια και η Τουρκία έχουν δυναμικά και αποτελεσματικά λόμπι στις ΗΠΑ. Η Ελλάδα όχι, αν και στις ΗΠΑ ζουν 3 εκατ. Έλληνες. Χρειαζόμαστε επαγγελματίες πολιτικούς επιστήμονες που κατανοούν τα ζητήματα, ερευνητικά ινστιτούτα και think tanks, ακαδημαϊκές θέσεις και συγγραφείς που να ενημερώσουν τον κόσμο για τις γενοκτονίες που έχει υποστεί ο Ελληνισμός. Χρειαζόμαστε, σαν Ελληνισμός, πολιτικές ηγεσίες με όραμα που θα υπερασπίζονται τα εθνικά συμφέροντα και θα τα θέτουν υπεράνω όλων. Για αυτό καλώ την Πανμακεδονική Ομοσπονδία να δημιουργήσει ένα πανελλήνιο ίδρυμα ενεργητικής άμυνας, με μόνο στόχο την άσκηση πολιτικής πίεσης.
Ο Κλαούζεβιτς θεωρούσε τον πόλεμο συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Αν και το αξίωμα αυτό γενικά ισχύει, δεν είναι σήμερα απόλυτο. Ο πόλεμος σήμερα δεν γίνεται μόνο με όπλα. Μπορεί κανείς να επικρατήσει και με ειρηνικά μέσα, μέσω της οικονομίας, της ανάπτυξης, των πρωτοποριακών ιδεών.
Του Marcus Alexander Templar (από ομιλία στη Νέα Υόρκη στις 28 Ιουνίου)
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας
Πηγή Tromaktiko
Όσον αφορά τον φόβο, ο Θουκυδίδης, αναφέρει ότι ο φόβος για την ισχυροποίηση της Αθήνας οδήγησε στην Σπάρτη στον εναντίον της πόλεμο. Από την άλλη ο Περικλής, στον Επιτάφιο λόγο του, εκφωνεί το περίφημο «ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος», τιμώντας τους νεκρούς Αθηναίους του πρώτου έτους του πολέμου. Το ατομικό συμφέρον επίσης, κατά τον Θουκυδίδη, αποτέλεσε την αιτία της αθηναϊκής ήττας, καθώς το ατομικό υπερίσχυσε του γενικού συμφέροντος.
Ο Ξενοφών, ο οποίος στα «Ελληνικά» του, συνέχισε την αφήγηση του Θουκυδίδη, περιγράφει την παράδοση της Αθήνας στην Σπάρτη, το 404 π.Χ. ύστερα από 27 ολόκληρα χρόνια πολέμου. Η Αθήνα υποχρεώθηκε να γκρεμίσει τα Μακρά Τείχη, να παραδώσει τον στόλο της και την ηγεμονίας της. Κορίνθιοι και Θηβαίοι, σύμμαχοι αμφότεροι της Σπάρτης, απαίτησαν την ολοκληρωτική καταστροφή της Αθήνας , την ισοπέδωσή της και των πώληση ως σκλάβων όλων των κατοίκων της. Οι Σπαρτιάτες όμως, με μεγαθυμία, αρνήθηκαν να καταστρέψουν την πόλη που είχε σώσει την Ελλάδα στα Μηδικά.
Ο Θουκυδίδης, περιγράφει με θαυμαστή ακρίβεια τις αιτίες της αθηναϊκής ήττας, ως εξής:
1. Οι διάδοχοι του Περικλή ενήργησαν με βάσει τις προσωπικές τους φιλοδοξίες και όχι το καλό της πόλης.
2. Ο Περικλής ήταν ικανός να κερδίζει τον λαό με την προσωπικότητά του. Οι διάδοχοί του, λόγω της μεταξύ τους πολιτικής διαμάχης για τη εξουσία, απλώς έλεγαν στον λαό αυτό που ήθελε να ακούσει.
3. Η Σικελική Εκστρατεία κατέληξε σε καταστροφή γιατί οι Αθηναίοι, λόγω πάλι των εσωτερικών συγκρούσεων για την εξουσία, δεν ενίσχυσαν εγκαίρως και επαρκώς τα εκεί μαχόμενα τμήματά τους.
4. Ακόμα και μετά την καταστροφή στην Σικελία, η Αθήνα άντεξε μόνης της έναντι στις πολλαπλάσιες εχθρικές δυνάμεις, μέχρις ότου οι εσωτερικές έριδες την κατέστρεψαν.
Πριν από 2.500 χρόνια, λοιπόν, η φιλαρχία, η διάθεση αυτοπροβολής, οι πολιτικές ίντριγκες και διαμάχες, έφεραν την καταστροφή στην Αθήνα. Αυτό, δυστυχώς, ισχύει και σήμερα. Εξετάζοντας τα πράγματα σήμερα, όχι μόνο στην Ελλάδα, φαίνεται να ισχύουν τα ίδια. Αντιγράφοντας, θαρρείς, τους πολιτικούς της αρχαίας Αθήνας, οι σύγχρονοι πολιτικοί έχουν φέρει τη χώρα στο χείλος της καταστροφής, όχι μόνο για να κερδίσουν χρήματα οι ίδιοι, αλλά και για την προσωπική τους προβολή και «δόξα».
Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα αντιμετωπίζει έξι εξίσου σημαντικά ζητήματα εθνικής ασφαλείας, εθνικού ενδιαφέροντος, αλλά και πολιτισμικής ενότητας, στο Αιγαίο, τη Θράκη, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, την Κύπρο, αλλά και όσον αφορά την ΑΟΖ της. Όλα αυτά είναι ζωτικής σημασίας για τον Ελληνισμό ως σύνολο. Είναι ζωτικής σημασίας διότι αφορούν, άμεσα, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, την εθνική της ασφάλεια και ενότητα.
Μεταφερόμενοι στο παρελθόν βλέπουμε ότι ο βασικός λόγος για την επέκταση του ΝΑΤΟ ήταν η κατάρρευση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, η οποία όμως δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιου στρατηγικού σχεδίου, αλλά προϊόν πολιτικής τύχης. Η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ υποχρέωσε το ΝΑΤΟ να μεταβάλει τον ρόλο του. Από μια αμυντική συμμαχία, το ΝΑΤΟ, εξελίχθηκε σε σταθεροποιητικό παράγοντα της ασταθούς, πλέον, γεωπολιτικής πραγματικότητας στην ανατολική Ευρώπη.
Η αναδυόμενη ΕΕ δεν ήταν σε θέση να εξασφαλίσει την σταθερότητα και μόνο το ΝΑΤΟ μπορούσε να καλύψει το κενό. Οι δε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ θεώρησαν σκόπιμο να ενταχθούν σε μια συμμαχία που θα τις εξασφάλιζε από τον κομμουνισμό.
Δεν υπήρχε τρόπος να ανατραπεί το αυθόρμητο αυτό αίσθημα των λαών των χωρών αυτών, έναντι του μόνου δυτικού θεσμού που τους εξασφάλιζε ασφάλεια και τους οδηγούσε στον εκδημοκρατισμό. Η νέα όμως αυτή κατάσταση μετέτρεψε το ΝΑΤΟ από αμυντική συμμαχία σε συμμαχία υποχρεωμένη να επεμβαίνει, σε «συμμαχία ασφαλείας».
Πριν την πτώση του τείχους το ΝΑΤΟ αποδεχόταν στους κόλπους του χώρες βάσει της γεωπολιτικής-γεωστρατηγικής τους σημασίας. Μετά το 1989 το ΝΑΤΟ άλλαξε τον κανόνα αυτό για να αντιμετωπίσει τη νέα πραγματικότητα. Εφόσον η ένταξη στο ΝΑΤΟ είναι προαιρετική, τα νέα κράτη μέλη, πριν την ένταξή τους, οφείλουν να αποδεχτούν τις δημοκρατικές αρχές που διέπουν την συμμαχία και να τις εφαρμόσουν.
Το ΝΑΤΟ αποτελεί σταθεροποιητικό μηχανισμό, μόνο όμως, εφόσον οι χώρες μέλη δεν είναι οι ίδιες αποσταθεροποιημένες εσωτερικά, λόγω δημοκρατικού ελλείμματος. Η εξασφάλιση εσωτερικής σταθερότητας σε μια χώρα που δεν διοικείται βάσει των δημοκρατικών θεσμών δεν αποτελεί αποστολή του ΝΑΤΟ.
Το ΝΑΤΟ παρέχει περιφερειακή σταθερότητα και δεν πρέπει να αναμιγνύεται στα εσωτερικά μιας χώρας μέλους. Αυτός είναι ο λόγος που το ΝΑΤΟ επιθυμεί οι προς ένταξη χώρες, ως προϋπόθεση, να έχουν κατοχυρώσει τους δημοκρατικούς θεσμούς στο εσωτερικό τους. Τρεις χώρες που συνορεύουν με την ΠΓΔΜ είναι μέλη του ΝΑΤΟ, γεγονός που σημαίνει ότι τα Σκόπια δεν μπορούν να τις χαρακτηρίσουν ως εχθρικές.
Αντιτιθέμεθα στη ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ γιατί το κράτος των Σκοπίων δεν έχει εσωτερική σταθερότητα και αυτό οφείλετε στους ίδιους τους Σκοπιανούς. Τα Σκόπια δεν μπορούν να καταπατούν την ελευθερία το Τύπου, να χαρακτηρίζουν ανθρώπους με διαφορετική της επίσημης άποψης, ως προδότες, να υποδαυλίζουν το εθνοτικό μίσος, να προκαλούν ανοικτά τις γειτονικές τους χώρες μέλη του ΝΑΤΟ και μετά να περιμένουν οι χώρες αυτές να σβήσουν τη φωτιά που το σχεδόν δικτατορικό καθεστώς τους έχει ανάψει, προς δόξα αυτού και προς ενίσχυση του εθνικισμού και του μίσους τους προς τις γειτονικές τους χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Η νοοτροπία αυτή της εποχής του Ψυχρού Πολέμου δεν δικαιολογείται σήμερα από τις περιστάσεις.
Το ΝΑΤΟ είναι υπερήφανο για τις δημοκρατικές αξίες που διέπουν τον πολιτικό βίο των κρατών μελών του και σέβεται την ανεξαρτησία τους. Όλες οι χώρες μέλη είναι ίσες μεταξύ τους. Η Δύση, γενικότερα και το ΝΑΤΟ, ειδικά, οφείλουν λοιπόν να πιέσουν προς την κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού της Δημοκρατίας των Σκοπίων, ώστε να επιτευχθεί η απαραίτητη περιφερειακή σταθερότητα.
Η ιδέα ότι το ΝΑΤΟ χρειάζεται τις ένοπλες δυνάμεις των Σκοπίων, που στην καλύτερη περίπτωση, αριθμούν 8.000, είναι τουλάχιστον γελοία. Από τους άνδρες αυτούς δε, οι 2.000 υπηρετούν σε διάφορα πόστα του υπουργείου Άμυνας της χώρας, σε πρεσβείες και διπλωματικές αποστολές. Από τους υπόλοιπους 6.000 μόλις οι 1.000 είναι μάχιμοι, αλλά και αυτοί άσχημα εκπαιδευμένοι και εξοπλισμένοι. Το ΝΑΤΟ δεν πάσχει από 1.000 στρατιώτες.
Όσον αφορά το ζήτημα της ονομασίας, η αντίληψη που οι Σκοπιανοί διαχέουν ότι πιέζονται να αλλάξουν το όνομα της πατρίδας τους, επίσης δεν ευσταθεί. Και δεν ευσταθεί γιατί καμία χώρα, ούτε η Ελλάδα, έχει κάνει λόγο για κάτι τέτοιο. Το 1918, όταν κατέρρευσε η Αυστροουγγαρία, η αυστριακή εθνοσυνέλευση αποφάσισε τη μετονομασία του κράτους σε Δημοκρατία της Γερμανικής Αυστρίας. Αυτό ίσχυσε μέχρι το 1919, όταν με τη συνθήκη του Αγ. Γερμανού, οι ΗΠΑ απαγόρευσαν στους Αυστριακούς τον όρο «γερμανική», ώστε να μην υπάρχει καμία σύνδεση, ή εκατέρωθεν διεκδίκηση. Έτσι η Γερμανική Αυστρία έγινε απλώς Αυστρία.
Το προηγούμενο αυτό νομιμοποιεί την ελληνική επιμονή για το θέμα του ονόματος. Σε κάθε περίπτωση που η ΠΓΔΜ φέρει όνομα με τον όρο «Μακεδονία» υπονοεί μελλοντική ένωση των Σκοπίων με την ελληνική επαρχία με το ίδιο όνομα. Σύμφωνα με πληροφορίες, μέλη της Γερουσίας και του Κογκρέσου υποστηρίζουν την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, διότι θεωρούν τις ελληνικές αντιρρήσεις ακατανόητες. Ως Έλλην το θεωρώ αυτό απαράδεκτο. Αποδεικνύει όμως ότι το λεγόμενο ελληνικό λόμπι στις ΗΠΑ είναι τελικά μύθος. Οι μετέχοντες σε αυτό δεν έχουν ούτε τη γνώση, ούτε την κριτική σκέψη να συνδέσουν το θέμα του ονόματος με το ανάλογο προηγούμενο της Αυστρίας.
Οφείλουμε να κατανοήσουμε ότι όλες οι οργανώσεις που υποτίθεται ότι είναι μέλη του ελληνικού λόμπι, απλώς κερδίζουν χρήματα, προωθώντας τα δικά τους συμφέροντα, θέτοντας στο περιθώριο τα ελληνικά ζητήματα ασφαλείας. Οι ίδιοι άνθρωποι, εξάλλου, όπως έπραξαν και στην περίπτωση της Κύπρου το 1974, αδιαφορούν και σήμερα για το όνομα της Μακεδονίας.
Τα λόμπι που θέλουν να προστατέψουν τα εθνικά συμφέροντα της πατρίδας τους πιέζουν ασφυκτικά τους Αμερικανούς αξιωματούχους, μιλώντας τους στη γλώσσα που καταλαβαίνουν. Το ελληνικό, λεγόμενο λόμπι, ακολουθώντας το σκεπτικό του «ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν Έλληνας», δεν αντιδρούν με λογικά επιχειρήματα στην προοπτική ένταξης των Σκοπίων στην συμμαχία.
Οι Αμερικανοί Γερουσιαστές και τα μέλη του Κογκρέσου δεν ενδιαφέρονται, για τη πραγματική καταγωγή του Μ. Αλεξάνδρου. Ενδιαφέρονται για το παρόν και το μέλλον, όχι για τη αρχαία ιστορία. Όταν, πρόσφατα, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μπάιντεν επισκέφτηκε την Κύπρο, πίεσε για λύση του ζητήματος που προέκυψε από την τουρκική εισβολή στο νησί. Εξέφρασε παράλληλα το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τα ζητήματα ενέργειας, αποκαλώντας την Κύπρο «στρατηγικό εταίρο».
Η στρατηγική συνεργασία δεν είναι παρά μια επίσημη συμμαχία μεταξύ εμπορικών συμφερόντων και στην περίπτωση Μπάιντεν, ο ίδιος ο Αμερικανός αντιπρόεδρος, αναγνώρισε την κυπριακή ΑΟΖ και κατ’ επέκταση και την ελληνική και την ισραηλινή, ως κομμάτι των εθνικών συμφερόντων των ΗΠΑ. Και το έκανε αυτό την στιγμή που κανείς Έλληνας αξιωματούχος, καμία ελληνική οργάνωση, δεν έχει συσχετίσει την ΑΟΖ, Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου, χαρακτηρίζοντάς την κομμάτι των εθνικών συμφερόντων των ΗΠΑ.
Η ΑΟΖ προσφέρει στη Ελλάδα μια θαυμάσια ευκαιρία να επιλύσει το οικονομικό της πρόβλημα και να εκσυγχρονίσει την οικονομία της. Παρόλα αυτά η Ελλάδα ακόμα το σκέπτεται να ανακηρύξει τη ΑΟΖ της, διαιωνίζοντας μια κατάσταση που διαρκεί από το 1982. Η ανακήρυξη της ΑΟΖ δεν προϋποθέτει την αναγνώριση καμίας κυβέρνησης. Μπορεί απλώς να ανακηρυχθεί, βάσει του Δικαίου της Θάλασσας.
Οφείλουμε να βοηθήσουμε τους αξιωματούχους των ΗΠΑ να κατανοήσουν, λοιπόν, ότι υποστηρίζοντας την ΠΓΔΜ δεν βοηθούν τον λαό της χώρας αυτής, δεν εξασφαλίζουν την περιφερειακή σταθερότητα. Το καθεστώς των Σκοπίων έχει αποξενωθεί από όλα τα εθνοτικά σύνολα στη χώρα, πλην του σλαβικού, ακολουθώντας αντιδημοκρατικές μεθόδους και επιδιώκοντας να αποσταθεροποιήσει και την Ελλάδα, καταλύοντας την εδαφική της ακεραιότητα. Και η Ελλάδα είναι ο μόνος αποδεδειγμένος σύμμαχος των ΗΠΑ στα Βαλκάνια.
Η ηγεσία των Σκοπίων λαμβάνει, αυτή τη στιγμή, αντιφατικά μηνύματα από τις ΗΠΑ, ενθαρρυντικά από τη μια, αποθαρρυντικά από την άλλη. Η ΕΕ έχει ταχθεί ήδη υπέρ των Σκοπίων λόγω της φιλοτουρκικής μερίδας της Βρετανίας, την οποία ενισχύουν και Έλληνες. Οι Σκοπιανοί εκμεταλλεύονται τόσο τα ενθαρρυντικά μηνύματα από τις ΗΠΑ, όσο και την στάση της ΕΕ, εμφανιζόμενοι ως θύματα.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι περίπλοκη, όπως γεννήθηκε και εξελίχθηκε από το 1821 και μετά, όπου επί 40 χρόνια το Αγγλικό, Γαλλικό και Ρωσικό κόμμα κυριαρχούσαν. Εξαρτάτο δε από τον εκάστοτε υπουργό και τους περί αυτόν συμβούλους, κριτήριο επιλογής των οποίων είναι η νομιμοφροσύνης τους προς το κόμμα. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών δεν κάνει πολιτική, επιτρέπει σε οργανώσεις όπως το ΕΛΙΑΜΕΠ και το ΚΕΜΟ να κάνουν πολιτική, η οποία μόνο εθνική δεν είναι. Ελληνοαμερικανικές ΜΚΟ, μαζί με εκλεγμένους Έλληνες αξιωματούχους, έχουν εκφράσει ήδη την υποστήριξή τους στην απόφαση της Κομιντέρν, του 1934, βάσει της οποίας αναγνωρίζεται «μακεδονικό έθνος».
Οι ελληνικές κυβερνήσεις, δια στόματος των εκάστοτε υπουργών Εξωτερικών, συχνά-πυκνά διακήρυττε ότι η Πανμακεδονική Ομοσπονδία δεν κάνει πολιτική. Διαφωνούμε. Αν οι οργανώσεις αυτές ασκούν πολιτική και η Πανμακεδονική Ομοσπονδία μπορεί. Οφείλουμε να πολεμήσουμε, όχι μόνο τα Σκόπια και την Άγκυρα, αλλά τον καθένα που επιθυμεί να υπονομεύσει την ελληνοαμερικανική φιλία. Πρέπει να σταματήσουμε να αντιδρούμε, απλώς, στα γεγονότα, αλλά να ενεργά να υπεραμυνθούμε των θέσεών μας.
Τα Σκόπια και η Τουρκία έχουν δυναμικά και αποτελεσματικά λόμπι στις ΗΠΑ. Η Ελλάδα όχι, αν και στις ΗΠΑ ζουν 3 εκατ. Έλληνες. Χρειαζόμαστε επαγγελματίες πολιτικούς επιστήμονες που κατανοούν τα ζητήματα, ερευνητικά ινστιτούτα και think tanks, ακαδημαϊκές θέσεις και συγγραφείς που να ενημερώσουν τον κόσμο για τις γενοκτονίες που έχει υποστεί ο Ελληνισμός. Χρειαζόμαστε, σαν Ελληνισμός, πολιτικές ηγεσίες με όραμα που θα υπερασπίζονται τα εθνικά συμφέροντα και θα τα θέτουν υπεράνω όλων. Για αυτό καλώ την Πανμακεδονική Ομοσπονδία να δημιουργήσει ένα πανελλήνιο ίδρυμα ενεργητικής άμυνας, με μόνο στόχο την άσκηση πολιτικής πίεσης.
Ο Κλαούζεβιτς θεωρούσε τον πόλεμο συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Αν και το αξίωμα αυτό γενικά ισχύει, δεν είναι σήμερα απόλυτο. Ο πόλεμος σήμερα δεν γίνεται μόνο με όπλα. Μπορεί κανείς να επικρατήσει και με ειρηνικά μέσα, μέσω της οικονομίας, της ανάπτυξης, των πρωτοποριακών ιδεών.
Του Marcus Alexander Templar (από ομιλία στη Νέα Υόρκη στις 28 Ιουνίου)
ΠΗΓΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Για την πρόκριση ο Απόλλωνας σήμερα στη Βέροια
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ