©New York Times
Την τελευταία διετία, οι περισσότεροι πολιτικοί και εμπειρογνώμονες της Ευρώπης -και πολλοί πολιτικοί και εμπειρογνώμονες της Αμερικής- έπεσαν θύμα ενός καταστρεπτικού οικονομικού δόγματος: σύμφωνα με το δόγμα αυτό, οι κυβερνήσεις δεν έπρεπε να αντιδράσουν στις έντονες υφεσιακές πιέσεις στις οικονομίες τους όπως επιτάσσει η οικονομική θεωρία -αυξάνοντας δηλαδή τις δημόσιες δαπάνες ώστε να αντισταθμιστεί η μείωση της ζήτησης των νοικοκυριών- αλλά με δημοσιονομική λιτότητα και περικοπές των δαπανών με στόχο την ισοσκέλιση των προϋπολογισμών τους.
Οι επικριτές αυτής της επιλογής προειδοποιούσαν εξαρχής πως η λιτότητα εν μέσω ύφεσης το μόνο που θα πετύχαινε θα ήταν η επιδείνωση της ύφεσης. Αλλά οι «λιτοτιστές» επέμεναν πως θα συμβεί ακριβώς το ανάποδο. Πώς αυτό; Χάρη στην «εμπιστοσύνη»! «Οι πολιτικές που εμπεδώνουν την εμπιστοσύνη θα χαλυβδώσουν τις οικονομίες, δε θα τις εξασθενήσουν», δήλωνε ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ (Jean-Claude Trichet), πρώην πρόεδρος της «ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας» (ΕΚΤ) και τον ισχυρισμό αυτό επαναλάμβαναν στα καθ’ ημάς οι Ρεπουμπλικάνοι στο κογκρέσο
Τα καλά νέα είναι πως πολλοί άνθρωποι με επιρροή παραδέχονται επιτέλους πως τέτοια νεράιδα δεν υπάρχει. Τα κακά νέα είναι πως παρά την παραδοχή αυτή, ελάχιστες είναι οι προοπτικές σύντομης αλλαγής πορείας στην Ευρώπη -ή εδώ στην Αμερική, όπου να μεν δεν ασπαστήκαμε ποτέ πλήρως αυτό το δόγμα, αλλά παρ’ όλα αυτά είχαμε μια de factoλιτότητα, με τη μορφή των πελώριων περικοπών στις δαπάνες και την απασχόληση σε πολιτειακό και ομοσπονδιακό επίπεδο.
Λοιπόν, σχετικά με αυτό το δόγμα: η επίκληση των θαυματουργικών ιδιοτήτων της «εμπιστοσύνης» είναι κάτι που ο Χέρμπερτ Χούβερ (Herbert Hoover) θα εύρισκε εξαιρετικά οικείο· και η πίστη στην «εμπιστοσύνη» πέτυχε στην Ευρώπη πάνω κάτω όσο είχε πετύχει στην Αμερική επί Χούβερ. Σε ολόκληρη την περιφέρεια της Ευρώπης, από την Ισπανία στη Λετονία, οι πολιτικές λιτότητας δημιούργησαν ύφεση αντάξια της μεγάλης κρίσης και ανεργία επίσης αντάξια της μεγάλης κρίσης· η νεράιδα της «εμπιστοσύνης» δεν εμφανίστηκε πουθενά, ούτε καν στη Βρετανία, που η επιστροφή της στη λιτότητα εδώ και δυο χρόνια είχε χαιρετιστεί με ουρανομήκη «ωσαννά» από τις πολιτικές ελίτ ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού.
Αλλά τίποτα από αυτά δεν έπρεπε να μας εκπλήσσει, μιας που η επικείμενη αποτυχία των πολιτικών λιτότητας ήταν ανέκαθεν ολοφάνερη. Κι όμως, οι Ευρωπαίοι ηγέτες ξόδεψαν χρόνια ολόκληρα αρνούμενοι την πραγματικότητα, επιμένοντας πως όπου να ‘ναι οι εφαρμοζόμενες πολιτικές θα άρχιζαν να αποδίδουν και θριαμβολογώντας στην παραμικρή –αμελητέα- θετική ένδειξη. Ιδίως η από μακρόν ταλαιπωρούμενη Ιρλανδία κατονομάσθηκε ως μεγάλη επιτυχία, όχι άπαξ, αλλά δις, στις αρχές του 2010 και ξανά το φθινόπωρο του 2011. Κάθε φορά όμως, η υποτιθέμενη επιτυχία αποδεικνυόταν οφθαλμαπάτη: μετά από τρία χρόνια λιτότητας, η Ιρλανδία εξακολουθεί να μη δείχνει κανένα σημείο πραγματικής ανάκαμψης από μια οικονομική «βουτιά» που εκτίναξε την ανεργία της σε σχεδόν 15%.
Κι όμως, κάτι άλλαξε τις προηγούμενες λίγες εβδομάδες. Μια σειρά γεγονότων -ηκατάρρευση της ολλανδικής κυβέρνησης ενόψει της υιοθέτησης μέτρων λιτότητας, η καλή εμφάνιση του θολού πολέμιου της λιτότητας Φρανσουά Ολάντ (François Hollande) στον α’ γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών και μια έκθεση που δείχνει πως η σημερινή πορεία της Βρετανίας είναι χειρότερη από εκείνη της δεκαετίας του 1930, δείχνει πως επιτέλους ο τοίχος της εθελοτυφλίας έχει ραγίσει. Έξαφνα, οι πάντες παραδέχονται πως η λιτότητα δε λειτουργεί.
Η ερώτηση πλέον είναι τι προτίθενται να κάνουν γι’ αυτό. Η απάντηση φοβούμαι πως είναι: τίποτα το σπουδαίο!
Από τη μια, ενώ οι «λιτοτιστές» φαίνεται να έχουν εγκαταλείψει κάθε ελπίδα, εξακολουθούν να μένουν προσκολλημένοι στο φόβο -ήτοι στον ισχυρισμό πως χωρίς περικοπές των δαπανών, ακόμα και σε οικονομίες σε ύφεση, θα καταντήσουμε σαν την Ελλάδα, με τα επιτόκια δανεισμού στα ύψη.
Αλλά ο ισχυρισμός πως μόνο τα προγράμματα λιτότητας μπορούν να καθησυχάσουν τις αγορές, έχει αποδειχθεί εξίσου εσφαλμένος με τον ισχυρισμό πως μόνο η νεράιδα της «εμπιστοσύνης» μπορεί να επαναφέρει την ευημερία. Πέρασαν σχεδόν τρία χρόνια από τότε που η «Ουολ Στιρτ τζόρναλ» προειδοποιούσε πως ξεκίνησε η επίθεση στα αμερικανικά ομόλογα και στο χρέος των ΗΠΑ, κι όμως, έκτοτε τα επιτόκια δανεισμού δεν παρέμειναν απλά χαμηλά, αλλά μειώθηκαν στο μισό. Η Ιαπωνία προειδοποιείται για το πρόβλημα του χρέους της επί πάνω από μια δεκαετία· ως την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δανείζεται με επιτόκιο μικρότερο του 1%.
Οι σοβαροί αναλυτές πλέον επιχειρηματολογούν πως η δημοσιονομική πειθάρχηση μιας οικονομίας σε ύφεση λειτουργεί προφανώς αυτοκαταστροφικά: συρρικνώνοντας την οικονομία και πλήττοντας τα μελλοντικά εισοδήματα, η λιτότητα κατά πάσα πιθανότητα επιδεινώνει το χρέος, αντί να το βελτιώνει.
Την ώρα όμως που η νεράιδα της «εμπιστοσύνης» φαίνεται να έχει πεθάνει και θαφτεί για τα καλά, οι ιστορίες τρόμου με τα ελλείμματα εξακολουθούν να είναι δημοφιλείς. Οι υπερασπιστές της τρέχουσας βρετανικής οικονομικής πολιτικής απορρίπτουν κάθε σκέψη επανεξέτασής της, παρά την προφανή της αποτυχία δήθεν διότι τυχόν χαλάρωση της λιτότητας θα εκτόξευε το κόστος δανεισμού.
Τελικά ζούμε σε έναν κόσμο νεκροζώντανων οικονομικών πολιτικών, που ενώ θα έπρεπε να έχουν ενταφιαστεί προ πολλούς μετά την οφθαλμοφανή τους αποτυχία να εκπληρώσουν ό,τι υποσχέθηκαν, συνεχίζουν να κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Και ο Θεός μόνο ξέρει πότε θα τελειώσει αυτή η μεσοβασιλεία του ψεύδους.
Ο Paul Krugman είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο του «Πρίνστον» και επιφυλλιδογράφος στους «Νιου Γιορκ τάιμς». To 2008 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ οικονομίας
Πηγές:
http://www.ppol.gr/cm/index.php?Datain=7703&LID=1
http://www.nytimes.com/2012/04/27/opinion/krugman-death-of-a-fairy-tale.html?_r=2&ref=opinion