2014-11-16 17:08:04
Σε επιστροφή στη Συμφωνία της Φερράρας - Φλωρεντίας και στην Ένωση των... δύο μεγάλων Εκκλησιών της Χριστιανοσύνης, της Ορθόδοξης και της Καθολικής, θέλει να προχωρήσουμε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος σε συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα «Κουρίρ»
Στην ίδια συνέντευξη, όταν ερωτάται για το Σχίσμα του 1054 (που διαίρεσε τον Χριστιανισμό σε Καθολικισμό και Ορθοδοξία), ο κ. Βαρθολομαίος σημειώνει πως η αποκατάσταση της διάσπασης της και η επανένωση της Εκκλησίας συνιστά μεγάλο καθήκον της εποχής μας.
Σε σχέση με το Σχίσμα του 1054, ο κ. Βαρθολομαίος σημειώνει πως η αποκατάσταση της διάσπασης της και η επανένωση της Εκκλησίας συνιστά μεγάλο καθήκον της εποχής μας, και παραπέμπει στα πρώτα βήματα που ξεκίνησαν σε αυτή την κατεύθυνση πριν από 50 χρόνια ο Πάπας Παύλος ο Έκτος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, ενώ, όπως παρατηρεί, ο επίσημος Θεολογικός Διάλογος ανάμεσα στις Εκκλησίες βοήθησε να εξαλειφθούν παρεξηγήσεις και διαφορές απόψεων!
Δηλαδή αποδέχτηκαν οι Παπικοί την κατάργηση της κοσμικής εξουσίας του Πάπα; Το "αλάθητο" του Ποντίφηκα; Ότι είναι ο "ζων εκπρόσωπος του Χριστού επι Γης";Αποδέχτηκαν την άρση της κακοδοξίας του "φιλιοκβε" που σύμφωνα με το οποίο το Άγιο Πνεύμα εκπορευόταν από τον Θεό Υιό όσο και από τον Θεό Πατέρα;
Δεν έχει ανακοινωθεί κάτι τέτοιο πουθενά. Η Ένωση των δύο Εκκλησιών θα ήταν κάτι σπουδαίο. Η υποταγή όμως της Ορθόδοξης Εκκλησίας στους σχεδιασμούς κέντρων εξουσίας που θα την καθιστούσαν από πνευματικό φάρο ελπίδας σε κοσμικό οργανισμό θα ήταν καταστροφή.
Μην ξεχνάμε ότι η Νέα Εποχή δεν επιζητά την καταστροφή των θρησκειών αλλά την Ένωσή τους σε μια κοσμική Πανθρησκεία,υλιστικού περιεχομένου που οπωσδήποτε δεν θα "Ακονίζει" τα πνεύματα και τις ψυχές των πιστών.
Αναφέρεται, επίσης, στη συνάντησή του τον περασμένο Μάιο στην Ιερουσαλήμ με τον Πάπα Φραγκίσκο, όπως επίσης στην ανταλλαγή επισκέψεων κάθε χρόνο ανάμεσα σε αντιπροσωπείες των δύο Εκκλησιών στη Ρώμη με την ευκαιρία της εορτής των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και αντίστοιχα με την ευκαιρία της εορτής του Αποστόλου Ανδρέα στην Κωνσταντινούπολη, όπου φέτος θα βρίσκεται προσκεκλημένος του (από τις 29 Νοεμβρίου) ο Πάπας Φραγκίσκος, ενώ ως μεγάλη βοήθεια θεωρεί ο ίδιος θεσμούς όπως το Ίδρυμα «Προ Οριέντε», που προωθούν τόσο τις θεολογικές όσο και τις προσωπικές επαφές.
Από τον Πάπα Φραγκίσκο ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναμένει, όπως σημειώνει, περαιτέρω θαρραλέα βήματα και προσπάθειες για την ενότητα των Εκκλησιών, όπως εκείνος έχει ήδη κάνει από την εκλογή του σε προκαθήμενο της Καθολικής Εκκλησίας.
Στη συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρεται διεξοδικά και τονίζει την ιδιαίτερη σημασία που θα έχει η πρώτη ορθόδοξη μονή στην Αυστρία, η οποία θα ανεγερθεί σε έκταση στο Σανκτ Αντρέ του αυστριακού ομόσπονδου κρατιδίου Μπούργκενλαντ, που παραχωρήθηκε – δωρήθηκε από την αυστριακή Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στην Ιερά Μητρόπολη Αυστρίας.
Όπως παρατηρεί, αυτή η μονή θα αποτελεί πνευματικό καταφύγιο για τους μοναχούς, αλλά και μια γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, έναν τόπο όπου θα συναντώνται Χριστιανοί με διαφορετικές παραδόσεις και πολιτισμό, ενώ για τους κατοίκους της περιοχής η μονή θα να είναι ένας τόπος όπου θα μπορούν να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι, και ακόμη, εάν κάποιοι έχουν επιφυλάξεις, θα εκτιμήσουν και θα αγαπήσουν τη μονή και τους μοναχούς όταν τους γνωρίσουν.
Ας δούμε τι λέει η Βικιπαιδία για την πρώτη απόπειρα ένωσης των δύο Εκκλησιών (απορρόφησης της Ορθόδοξης από την Καθολική) η οποία θα γινόταν υπό δυσμενέστατους και ντροπιαστικούς όρους από την Ελληονορθόδοξη πλευρά.
Η Σύνοδος Φλωρεντίας λεγόμενη και Σύνοδος Φερράρας - Φλωρεντίας λέγεται η σύνοδος που από μέρους της Καθολικής εκκλησίας ήταν η συνέχεια της συνόδου της Βασιλείας που είχε αρχίσει το 1431 από τον πάπα Μαρτίνο τον Ε΄ και μεταφέρθηκε σε πρώτη φάση στη Φεράρα της Ιταλίας το 1438 και αργότερα, το 1439 στη Φλωρεντία της Ιταλίας όπου και εκεί συζητήθηκε το ζήτημα της Ένωσης των δυο εκκλησιών -Ανατολικής και Δυτικής- υπό την ηγεσία του πάπα Ευγένιου Δ΄. Το αποτέλεσμα της Συνόδου ήταν να ψηφιστεί η Ένωση των δυο εκκλησιών αλλά εξαιτίας των αντιδράσεων στη Κωνσταντινούπολη να μη γίνει πράξη ποτέ.
Η Σύνοδος της Βασιλείας συνεκλήθη το 1431 πρώτα από τον πάπα Μαρτίνο τον Δ' και όταν αυτός πέθανε από το διάδοχό του, τον Βενετσιάνο καρδινάλιο που ονομάστηκε Ευγένιος Δ' (1431-1447). Η σύνοδος της Βασιλείας ανήκε σε μια σειρά συνόδων για τη μεταρρύθμιση της καθολικής εκκλησίας και την καταδίκη των εμφανιζόμενων όλο και συχνότερα, αιρετικών. το συμβούλιο αντιμετώπιζε το θέμα της καθαίρεσης του Ευγένιου του Δ', γι'αυτό όταν ο αυτοκράτορας Ιωάννης ο Η' θέλησε να διαπραγματευτεί τη βοήθεια των Δυτικών και κυρίως του Πάπα με αντάλλαγμα την ένωση των δυο εκκλησιών, ο Ευγένιος άδραξε την ευκαιρία για να ισχυροποιήσει τη θέση του.
Οι Έλληνες δεν ήθελαν ένα τόσο μακρινό μέρος όσο η Βασιλεία. Κάποιοι πρότειναν την Αβινιόν, η ιταλική πλευρά επέμενε για τη Φλωρεντία που ήταν κοντά και στο λιμάνι που θα έφταναν οι Έλληνες, τη Βενετία, κάτι που υποστήριξε ο πάπας για να φύγει από τη Βασιλεία, να διακόψει τις συναντήσεις της συνόδου και να πάει στη Φερράρα που τελικά επιλέχτηκε, για να συνομιλήσει με τους Έλληνες το Γενάρη του 1438. Η σύνοδος της Βασιλείας παρόλο που καθαίρεσε τον Ευγένιο τον Δ' το 1439, δεν κατόρθωσε να τον πλήξει ουσιαστικά.
Στη Φερράρα
Η πρώτη δημόσια συνεδρίαση της Φερράρα πραγματοποιήθηκε στις 10 Γενάρη του 1438 για να κηρύξει επίσημα και τη μεταφορά της συνόδου από την Βασιλεία στη Φερράρα και να ακυρώσει τις αποφάσεις των διαβουλεύσεων που κάποιοι συνοδικοί συνέχιζαν στη Βασιλεία ερήμην του πάπα. Στη δεύτερη δημόσια συνεδρίαση ο πάπας Ευγένιος ο Δ’ αφόρισε τους ιερείς που παρά τις διαταγές του συνέχιζαν να διαβουλεύονται στη Βασιλεία.
Οι Έλληνες έχοντας παραδεχτεί τη σύνοδο της Φερράρα σα νόμιμη αναχώρησαν από τη Κωνσταντινούπολη επιβιβαζόμενοι σε βενετικά πλοία στο τέλος του Νοέμβρη του 1437. Η αντιπροσωπεία με αρχηγούς τον ίδιο τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η' και ακόμα το γιό του Μανουήλ Β' Παλαιολόγο, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ Β', τον Πατριάρχη Πασών των Ρωσιών Ισίδωρο, αποτελούνταν από σχεδόν 700 άτομα, σχεδόν ολόκληρη την ελληνική διανόηση της εποχής.
Οι εργασίες της Συνόδου άρχισαν στις 9 Απρίλη 1438 στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Γεωργίου της Φερράρα. Η σύνοδος αποφάσισε να συνέρχονται τρεις φορές την εβδομάδα στον ναό του Αγίου Αντρέα της Φερράρα για να συζητούν. Από τη μεριά των Ελλήνων έπαιρναν μέρος οι Μητροπολίτες Εφέσου, Μονεμβασίας, Νίκαιας, Αγχιάλου, ο μέγας χαρτοφύλακας, ο μέγας εκκλησιάρχης, ο ηγούμενος της μονής Παντοκράτορα, ο ηγούμενος της μονής Καλέως και ο ιερομόναχος Μωυσής ενώ από τη μεριά των Λατίνων υπήρχαν δυο καρδινάλιοι, δύο μητροπολίτες, δύο επίσκοποι και 4 κληρικοί.
Οι πρώτες συνεδριάσεις κράτησαν μέχρι τις 17 Ιούλη του 1438 στις οποίες συζητήθηκαν όλες οι διαφορές που είχαν προκύψει από το Σχίσμα του 1054 αλλά ο γάμος των κληρικών, το καθαρτήριο των ψυχών και κυρίως η προέλευση του Αγίου Πνεύματος, το πιο δύσκολο σημείο των συνομιλιών.
Στη Φλωρεντία
Το Γενάρη του 1439 η σύνοδος μεταφέρθηκε στη Φλωρεντία της Ιταλίας λόγω της πανώλης που ξέσπασε στη Φερράρα αλλά και λόγω της προθυμίας του Λαυρέντιου των Μεδίκων να χρηματοδοτήσει τις εργασίες της Συνόδου. Για το θέμα του Filioque η διαφωνία συνεχιζόταν τόσο μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών, όσο και μεταξύ του αυτοκράτορα και του Mάρκου Ευγενικού, Μητροπολίτη Εφέσου, κυρίως, που δεν συναινούσε στις δικηγορίστικες ερμηνείες της δογματικής αυτής διαφοράς.
Οι ορθόδοξοι τελικά υποχώρησαν και συμφώνησαν στην χρησιμοποίηση της φράσης «εκπόρευση δια του Υιού» κάτι που οι Λατίνοι που εξελάμβαναν ως «εκπόρευση εκ του Υιού» και συμφώνησαν επίσης και στα πρωτεία του Λατίνου πατριάρχη έναντι όλων των ορθόδοξων πατριαρχών της Ανατολής.
Έτσι Ιούλιο 1439 σε επίσημη λειτουργία στο μητροπολιτικό ναό της Φλωρεντίας διαβάστηκαν από ελληνικής πλευράς από τον Μητροπολίτη Νικαίας Βησσαρίωνα, οι Όροι της Ένωσης, που έφερε τις υπογραφές των πάντων εκτός από του πατριάρχη Ιωσήφ Β΄ που είχε στο μεταξύ πεθάνει και του Μάρκου του Ευγενικού που αρνήθηκε να υπογράψει καθώς και ο επίσκοπος Ιβηρίας και ο Ιωάννης Ευγενικός –αδερφός του Μάρκου- διάκονος και νομοφύλακας της μεγάλης εκκλησίας, ο Λακεδαίμονος και ο Σταυρουπόλεως Ησαϊας που έφυγε πριν τη λήξη για να μην υπογράψει. « μόνος εφάνη και πρώτον και μέσον καν τω τελεί μάχαιρα μεν δίστομος κατά των επι τω ευγενεί σπόρω των ιερών της Εκκλησίας δογμάτων νόθων και μοχθηρών ζιζανίων» , όπως γράφει για τον Μάρκο Ευγενικό ο αδερφός του Ιωάννης Ευγενικός, στη βιογραφία του.
Οι ορθόδοξοι αποδέχτηκαν το ρωμαϊκό δόγμα ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορευόταν από τον Θεό Υιό όσο και από τον Θεό Πατέρα και αναγνώριζαν επίσης το πρωτείο του παπισμού. σε αντάλλαγμα ο πάπας θα έστελνε δυο πολεμικές τριήρεις και 300 στρατιώτες για την άμυνα της Κωνσταντινούπολης.
Δηλαδή επρόκειτο για μηδαμινή βοήθεια, για την οποία θα δίναμε κυριολεκτικά την ψυχή μας.
Η Ορθοδοξία δεν είναι κοσμικό-υλιστικό δόγμα όπως ο Ρωμαιοκαθολικισμός αλλά στηρίζεται σε λαϊκή βάση και είναι πνευματική, για αυτό και αλάθητο δεν έχει κανείς, και όλοι μπορούν να σφάλουν αλλά και όλοι μπορούν να κατανοήσουν το Θέιο με τη Χάρη του Θεού.
Στον Ρωμαιοκαθολικισμό έχουμε μια γνώμη του Πάπα και όλες οι άλλες παύουν να υπάρχουν, στην Ορθοδοξία επειδή στηρίζεται στο Αρχαίο Ελληνικό πνεύμα της διαλεκτικής, δεν υπάρχει ο "αλάθητος".
Η δε κακοδοξία των Καθολικών με το Άγιο Πνεύμα δεν είναι διαδικαστικό θέμα, και δεν μπορεί να αγνοηθεί.Για να υπάρξει Ένωση αυτά τα δύο στοιχέια πρέπει να εξαλειφθούν,αλλιώς δεν μιλάμε περί Ένωσης αλλά περί υποταγής.
Και ακόμα και αν αυτή λόγω Μνημονίου και οικονομικής καταστροφής την δεχτούν στην Ελλάδα, πιστεύοντας ότι κάτι θα μας δώσει η Δύση προς αντάλλαγμα, δεν θα γινει αποδεχτό από την ρωσική υπερδύναμη που έχει αναλάβει την προστασία της Ορθοδοξίας στα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια που διανύουμε όπου η Νέα Τάξη Πραγμάτων κυριολεκτικά επελαύνει, και όλα δέιχνουν ότι θα ζήσουμε "τα έσχατα χρόνια" που μας προειδοποιούσαν οι Άγιοι αιώνες πριν.
Πηγή
Tromaktiko
Στην ίδια συνέντευξη, όταν ερωτάται για το Σχίσμα του 1054 (που διαίρεσε τον Χριστιανισμό σε Καθολικισμό και Ορθοδοξία), ο κ. Βαρθολομαίος σημειώνει πως η αποκατάσταση της διάσπασης της και η επανένωση της Εκκλησίας συνιστά μεγάλο καθήκον της εποχής μας.
Σε σχέση με το Σχίσμα του 1054, ο κ. Βαρθολομαίος σημειώνει πως η αποκατάσταση της διάσπασης της και η επανένωση της Εκκλησίας συνιστά μεγάλο καθήκον της εποχής μας, και παραπέμπει στα πρώτα βήματα που ξεκίνησαν σε αυτή την κατεύθυνση πριν από 50 χρόνια ο Πάπας Παύλος ο Έκτος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, ενώ, όπως παρατηρεί, ο επίσημος Θεολογικός Διάλογος ανάμεσα στις Εκκλησίες βοήθησε να εξαλειφθούν παρεξηγήσεις και διαφορές απόψεων!
Δηλαδή αποδέχτηκαν οι Παπικοί την κατάργηση της κοσμικής εξουσίας του Πάπα; Το "αλάθητο" του Ποντίφηκα; Ότι είναι ο "ζων εκπρόσωπος του Χριστού επι Γης";Αποδέχτηκαν την άρση της κακοδοξίας του "φιλιοκβε" που σύμφωνα με το οποίο το Άγιο Πνεύμα εκπορευόταν από τον Θεό Υιό όσο και από τον Θεό Πατέρα;
Δεν έχει ανακοινωθεί κάτι τέτοιο πουθενά. Η Ένωση των δύο Εκκλησιών θα ήταν κάτι σπουδαίο. Η υποταγή όμως της Ορθόδοξης Εκκλησίας στους σχεδιασμούς κέντρων εξουσίας που θα την καθιστούσαν από πνευματικό φάρο ελπίδας σε κοσμικό οργανισμό θα ήταν καταστροφή.
Μην ξεχνάμε ότι η Νέα Εποχή δεν επιζητά την καταστροφή των θρησκειών αλλά την Ένωσή τους σε μια κοσμική Πανθρησκεία,υλιστικού περιεχομένου που οπωσδήποτε δεν θα "Ακονίζει" τα πνεύματα και τις ψυχές των πιστών.
Αναφέρεται, επίσης, στη συνάντησή του τον περασμένο Μάιο στην Ιερουσαλήμ με τον Πάπα Φραγκίσκο, όπως επίσης στην ανταλλαγή επισκέψεων κάθε χρόνο ανάμεσα σε αντιπροσωπείες των δύο Εκκλησιών στη Ρώμη με την ευκαιρία της εορτής των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και αντίστοιχα με την ευκαιρία της εορτής του Αποστόλου Ανδρέα στην Κωνσταντινούπολη, όπου φέτος θα βρίσκεται προσκεκλημένος του (από τις 29 Νοεμβρίου) ο Πάπας Φραγκίσκος, ενώ ως μεγάλη βοήθεια θεωρεί ο ίδιος θεσμούς όπως το Ίδρυμα «Προ Οριέντε», που προωθούν τόσο τις θεολογικές όσο και τις προσωπικές επαφές.
Από τον Πάπα Φραγκίσκο ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναμένει, όπως σημειώνει, περαιτέρω θαρραλέα βήματα και προσπάθειες για την ενότητα των Εκκλησιών, όπως εκείνος έχει ήδη κάνει από την εκλογή του σε προκαθήμενο της Καθολικής Εκκλησίας.
Στη συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρεται διεξοδικά και τονίζει την ιδιαίτερη σημασία που θα έχει η πρώτη ορθόδοξη μονή στην Αυστρία, η οποία θα ανεγερθεί σε έκταση στο Σανκτ Αντρέ του αυστριακού ομόσπονδου κρατιδίου Μπούργκενλαντ, που παραχωρήθηκε – δωρήθηκε από την αυστριακή Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στην Ιερά Μητρόπολη Αυστρίας.
Όπως παρατηρεί, αυτή η μονή θα αποτελεί πνευματικό καταφύγιο για τους μοναχούς, αλλά και μια γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, έναν τόπο όπου θα συναντώνται Χριστιανοί με διαφορετικές παραδόσεις και πολιτισμό, ενώ για τους κατοίκους της περιοχής η μονή θα να είναι ένας τόπος όπου θα μπορούν να αισθάνονται ευπρόσδεκτοι, και ακόμη, εάν κάποιοι έχουν επιφυλάξεις, θα εκτιμήσουν και θα αγαπήσουν τη μονή και τους μοναχούς όταν τους γνωρίσουν.
Ας δούμε τι λέει η Βικιπαιδία για την πρώτη απόπειρα ένωσης των δύο Εκκλησιών (απορρόφησης της Ορθόδοξης από την Καθολική) η οποία θα γινόταν υπό δυσμενέστατους και ντροπιαστικούς όρους από την Ελληονορθόδοξη πλευρά.
Η Σύνοδος Φλωρεντίας λεγόμενη και Σύνοδος Φερράρας - Φλωρεντίας λέγεται η σύνοδος που από μέρους της Καθολικής εκκλησίας ήταν η συνέχεια της συνόδου της Βασιλείας που είχε αρχίσει το 1431 από τον πάπα Μαρτίνο τον Ε΄ και μεταφέρθηκε σε πρώτη φάση στη Φεράρα της Ιταλίας το 1438 και αργότερα, το 1439 στη Φλωρεντία της Ιταλίας όπου και εκεί συζητήθηκε το ζήτημα της Ένωσης των δυο εκκλησιών -Ανατολικής και Δυτικής- υπό την ηγεσία του πάπα Ευγένιου Δ΄. Το αποτέλεσμα της Συνόδου ήταν να ψηφιστεί η Ένωση των δυο εκκλησιών αλλά εξαιτίας των αντιδράσεων στη Κωνσταντινούπολη να μη γίνει πράξη ποτέ.
Η Σύνοδος της Βασιλείας συνεκλήθη το 1431 πρώτα από τον πάπα Μαρτίνο τον Δ' και όταν αυτός πέθανε από το διάδοχό του, τον Βενετσιάνο καρδινάλιο που ονομάστηκε Ευγένιος Δ' (1431-1447). Η σύνοδος της Βασιλείας ανήκε σε μια σειρά συνόδων για τη μεταρρύθμιση της καθολικής εκκλησίας και την καταδίκη των εμφανιζόμενων όλο και συχνότερα, αιρετικών. το συμβούλιο αντιμετώπιζε το θέμα της καθαίρεσης του Ευγένιου του Δ', γι'αυτό όταν ο αυτοκράτορας Ιωάννης ο Η' θέλησε να διαπραγματευτεί τη βοήθεια των Δυτικών και κυρίως του Πάπα με αντάλλαγμα την ένωση των δυο εκκλησιών, ο Ευγένιος άδραξε την ευκαιρία για να ισχυροποιήσει τη θέση του.
Οι Έλληνες δεν ήθελαν ένα τόσο μακρινό μέρος όσο η Βασιλεία. Κάποιοι πρότειναν την Αβινιόν, η ιταλική πλευρά επέμενε για τη Φλωρεντία που ήταν κοντά και στο λιμάνι που θα έφταναν οι Έλληνες, τη Βενετία, κάτι που υποστήριξε ο πάπας για να φύγει από τη Βασιλεία, να διακόψει τις συναντήσεις της συνόδου και να πάει στη Φερράρα που τελικά επιλέχτηκε, για να συνομιλήσει με τους Έλληνες το Γενάρη του 1438. Η σύνοδος της Βασιλείας παρόλο που καθαίρεσε τον Ευγένιο τον Δ' το 1439, δεν κατόρθωσε να τον πλήξει ουσιαστικά.
Στη Φερράρα
Η πρώτη δημόσια συνεδρίαση της Φερράρα πραγματοποιήθηκε στις 10 Γενάρη του 1438 για να κηρύξει επίσημα και τη μεταφορά της συνόδου από την Βασιλεία στη Φερράρα και να ακυρώσει τις αποφάσεις των διαβουλεύσεων που κάποιοι συνοδικοί συνέχιζαν στη Βασιλεία ερήμην του πάπα. Στη δεύτερη δημόσια συνεδρίαση ο πάπας Ευγένιος ο Δ’ αφόρισε τους ιερείς που παρά τις διαταγές του συνέχιζαν να διαβουλεύονται στη Βασιλεία.
Οι Έλληνες έχοντας παραδεχτεί τη σύνοδο της Φερράρα σα νόμιμη αναχώρησαν από τη Κωνσταντινούπολη επιβιβαζόμενοι σε βενετικά πλοία στο τέλος του Νοέμβρη του 1437. Η αντιπροσωπεία με αρχηγούς τον ίδιο τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η' και ακόμα το γιό του Μανουήλ Β' Παλαιολόγο, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ Β', τον Πατριάρχη Πασών των Ρωσιών Ισίδωρο, αποτελούνταν από σχεδόν 700 άτομα, σχεδόν ολόκληρη την ελληνική διανόηση της εποχής.
Οι εργασίες της Συνόδου άρχισαν στις 9 Απρίλη 1438 στον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Γεωργίου της Φερράρα. Η σύνοδος αποφάσισε να συνέρχονται τρεις φορές την εβδομάδα στον ναό του Αγίου Αντρέα της Φερράρα για να συζητούν. Από τη μεριά των Ελλήνων έπαιρναν μέρος οι Μητροπολίτες Εφέσου, Μονεμβασίας, Νίκαιας, Αγχιάλου, ο μέγας χαρτοφύλακας, ο μέγας εκκλησιάρχης, ο ηγούμενος της μονής Παντοκράτορα, ο ηγούμενος της μονής Καλέως και ο ιερομόναχος Μωυσής ενώ από τη μεριά των Λατίνων υπήρχαν δυο καρδινάλιοι, δύο μητροπολίτες, δύο επίσκοποι και 4 κληρικοί.
Οι πρώτες συνεδριάσεις κράτησαν μέχρι τις 17 Ιούλη του 1438 στις οποίες συζητήθηκαν όλες οι διαφορές που είχαν προκύψει από το Σχίσμα του 1054 αλλά ο γάμος των κληρικών, το καθαρτήριο των ψυχών και κυρίως η προέλευση του Αγίου Πνεύματος, το πιο δύσκολο σημείο των συνομιλιών.
Στη Φλωρεντία
Το Γενάρη του 1439 η σύνοδος μεταφέρθηκε στη Φλωρεντία της Ιταλίας λόγω της πανώλης που ξέσπασε στη Φερράρα αλλά και λόγω της προθυμίας του Λαυρέντιου των Μεδίκων να χρηματοδοτήσει τις εργασίες της Συνόδου. Για το θέμα του Filioque η διαφωνία συνεχιζόταν τόσο μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών, όσο και μεταξύ του αυτοκράτορα και του Mάρκου Ευγενικού, Μητροπολίτη Εφέσου, κυρίως, που δεν συναινούσε στις δικηγορίστικες ερμηνείες της δογματικής αυτής διαφοράς.
Οι ορθόδοξοι τελικά υποχώρησαν και συμφώνησαν στην χρησιμοποίηση της φράσης «εκπόρευση δια του Υιού» κάτι που οι Λατίνοι που εξελάμβαναν ως «εκπόρευση εκ του Υιού» και συμφώνησαν επίσης και στα πρωτεία του Λατίνου πατριάρχη έναντι όλων των ορθόδοξων πατριαρχών της Ανατολής.
Έτσι Ιούλιο 1439 σε επίσημη λειτουργία στο μητροπολιτικό ναό της Φλωρεντίας διαβάστηκαν από ελληνικής πλευράς από τον Μητροπολίτη Νικαίας Βησσαρίωνα, οι Όροι της Ένωσης, που έφερε τις υπογραφές των πάντων εκτός από του πατριάρχη Ιωσήφ Β΄ που είχε στο μεταξύ πεθάνει και του Μάρκου του Ευγενικού που αρνήθηκε να υπογράψει καθώς και ο επίσκοπος Ιβηρίας και ο Ιωάννης Ευγενικός –αδερφός του Μάρκου- διάκονος και νομοφύλακας της μεγάλης εκκλησίας, ο Λακεδαίμονος και ο Σταυρουπόλεως Ησαϊας που έφυγε πριν τη λήξη για να μην υπογράψει. « μόνος εφάνη και πρώτον και μέσον καν τω τελεί μάχαιρα μεν δίστομος κατά των επι τω ευγενεί σπόρω των ιερών της Εκκλησίας δογμάτων νόθων και μοχθηρών ζιζανίων» , όπως γράφει για τον Μάρκο Ευγενικό ο αδερφός του Ιωάννης Ευγενικός, στη βιογραφία του.
Οι ορθόδοξοι αποδέχτηκαν το ρωμαϊκό δόγμα ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορευόταν από τον Θεό Υιό όσο και από τον Θεό Πατέρα και αναγνώριζαν επίσης το πρωτείο του παπισμού. σε αντάλλαγμα ο πάπας θα έστελνε δυο πολεμικές τριήρεις και 300 στρατιώτες για την άμυνα της Κωνσταντινούπολης.
Δηλαδή επρόκειτο για μηδαμινή βοήθεια, για την οποία θα δίναμε κυριολεκτικά την ψυχή μας.
Η Ορθοδοξία δεν είναι κοσμικό-υλιστικό δόγμα όπως ο Ρωμαιοκαθολικισμός αλλά στηρίζεται σε λαϊκή βάση και είναι πνευματική, για αυτό και αλάθητο δεν έχει κανείς, και όλοι μπορούν να σφάλουν αλλά και όλοι μπορούν να κατανοήσουν το Θέιο με τη Χάρη του Θεού.
Στον Ρωμαιοκαθολικισμό έχουμε μια γνώμη του Πάπα και όλες οι άλλες παύουν να υπάρχουν, στην Ορθοδοξία επειδή στηρίζεται στο Αρχαίο Ελληνικό πνεύμα της διαλεκτικής, δεν υπάρχει ο "αλάθητος".
Η δε κακοδοξία των Καθολικών με το Άγιο Πνεύμα δεν είναι διαδικαστικό θέμα, και δεν μπορεί να αγνοηθεί.Για να υπάρξει Ένωση αυτά τα δύο στοιχέια πρέπει να εξαλειφθούν,αλλιώς δεν μιλάμε περί Ένωσης αλλά περί υποταγής.
Και ακόμα και αν αυτή λόγω Μνημονίου και οικονομικής καταστροφής την δεχτούν στην Ελλάδα, πιστεύοντας ότι κάτι θα μας δώσει η Δύση προς αντάλλαγμα, δεν θα γινει αποδεχτό από την ρωσική υπερδύναμη που έχει αναλάβει την προστασία της Ορθοδοξίας στα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια που διανύουμε όπου η Νέα Τάξη Πραγμάτων κυριολεκτικά επελαύνει, και όλα δέιχνουν ότι θα ζήσουμε "τα έσχατα χρόνια" που μας προειδοποιούσαν οι Άγιοι αιώνες πριν.
Πηγή
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ