2014-11-28 00:06:05
Ένα φθινοπωρινό βράδυ, καθώς συζητούσα με την εφτάχρονη κόρη μου (για πολλοστή φορά) για θέματα καλής συμπεριφοράς και αυθεντικής φιλίας με κοιτάει βαθιά στα μάτια λέγοντας μου με περισσή ειλικρίνεια:
"Φτάνει μαμά μη μιλάς άλλο, τα κατάλαβα ας κοιμηθούμε τώρα!...".
Δεν σας κρύβω ότι αισθάνθηκα κάπως αμήχανα και άβολα. Μήπως όντως είχα ζαλίσει το μυαλουδάκι της; Μήπως είχα ξεπεράσει το όριο της λεκτικής επικοινωνίας; Και αν ναι υπάρχει κάποιο όριο, ποιο είναι αυτό; Πόσο πρέπει ένας γονέας να μιλάει και να συμβουλεύει το παιδί του; Πρέπει να εμπλέκεται σε όλα τα προσωπικά του ζητήματα; Και αν ναι μέχρι που μπορεί να φτάνει η κάθε συζήτηση;
Αυτά τα, φλέγοντα κατά τα άλλα, ερωτήματα με έκαναν να ψάξω για περισσότερες πληροφορίες για να μπορώ τώρα να τα απαντήσω. Το έναυσμα γι αυτό το άρθρο μου -όπως καταλαβαίνετε- ήταν η ερώτηση της γλυκιάς μου κόρης!
Ακούω καθημερινά σε συζητήσεις μαμάδων τα εξής:
"Μα τι να τον/την κάνω; Δεν με ακούει και δεν μου λέει απολύτως τίποτα για τα προσωπικά του. Δεν αντέχεται άλλο....". Είμαι σίγουρη ότι όλοι οι γονείς έχουμε αναρωτηθεί ή έχουμε ακούσει κάτι παρόμοιο.
Η πρώτη ερώτηση λοιπόν που κάνω στις μαμάδες, είναι η εξής:
"Πόσο χρόνο αφιερώνεται για να μιλήσετε στα παιδιά σας και από ποια ηλικία ξεκινήσατε να συζητάτε;". Παίρνω ποικίλες απαντήσεις. Κατά τη γνώμη μου, αν και δεν είμαι ειδικός, και κάνω λάθη ως άνθρωπος και γι'αυτό είμαι καλός ακροατής, λεκτική επικοινωνία είναι βασική προϋπόθεση στη φυσιολογική ανάπτυξη των παιδιών. Από την πρώτη στιγμή της γέννησης (ή και πολύ νωρίτερα στο στάδιο της κυοφορίας ) ένα παιδί αναγνωρίζει τη φώνη των γονιών του. Τότε είναι μια καλή ευκαιρία της λεκτικής επαφής με το παιδί μας. Πρέπει να μιλάμε απλά, ήρεμα και γλυκά στο βρέφος και σε λίγο καιρό θα δούμε ότι αυτή η πράξη μας θα βρει αντίκρυσμα στον αποδέκτη και θα μας δώσει το πιο όμορφο δώρο, "το πρώτο χαμόγελο του". Στη συνέχεια στις προσχολικές ηλικίες μπορούμε να κάνουμε πιο συγκεκριμένες ερωτήσεις και θα λαμβάνουμε πιο σαφείς απαντήσεις. Τέλος στις σχολικές ηλικίες, ήδη θα έχουμε πετύχει τον απώτερο στόχο μας να κάνουμε τα παιδιά να μας εμπιστεύονται πιο πολύ και να νιώθουν ασφαλή. Οι εφηβικές ηλικίες είναι ένα αχανές κεφάλαιο στο οποίο δεν θα εντρυφήσω...
Τα όρια της λεκτικής επικοινωνίας είναι σαφή. Πρέπει να επαναλαμβάνουμε πολλές φορές τα ίδια πράγματα μέχρι να εισακουστούμε (και ας νιώθουμε κουραστικοί) με επιμονή και υπομονή πάντα. Μπορούμε να δίνουμε απλόχερα τις συμβουλές μας σε ότι μας ζητήσουν αλλά χωρίς επιβλητικό τόνο. Δίνουμε πάντα την δυνατότητα επιλογής (σε συγκεκριμένα θέματα) στο παιδί μας!
Όσον αφορά τώρα τις πολύπλοκες καταστάσεις ένας γονέας πρέπει να εμπλέκεται σε προσωπικές καταστάσεις που αφορούν το παιδί του ΜΟΝΟ όταν είναι απόλυτη ανάγκη.Το παιδί πρέπει να νιώθει υπεύθυνο και αυτόνομο. Δίνουμε στο παιδί να καταλάβει ότι πρέπει να προστατεύει τον εαυτό του και χωρίς την παρουσία μας. Τέλος, τα όρια της συζήτησης είναι προσωπική πια υπόθεση...
Πηγή
Tromaktiko
"Φτάνει μαμά μη μιλάς άλλο, τα κατάλαβα ας κοιμηθούμε τώρα!...".
Δεν σας κρύβω ότι αισθάνθηκα κάπως αμήχανα και άβολα. Μήπως όντως είχα ζαλίσει το μυαλουδάκι της; Μήπως είχα ξεπεράσει το όριο της λεκτικής επικοινωνίας; Και αν ναι υπάρχει κάποιο όριο, ποιο είναι αυτό; Πόσο πρέπει ένας γονέας να μιλάει και να συμβουλεύει το παιδί του; Πρέπει να εμπλέκεται σε όλα τα προσωπικά του ζητήματα; Και αν ναι μέχρι που μπορεί να φτάνει η κάθε συζήτηση;
Αυτά τα, φλέγοντα κατά τα άλλα, ερωτήματα με έκαναν να ψάξω για περισσότερες πληροφορίες για να μπορώ τώρα να τα απαντήσω. Το έναυσμα γι αυτό το άρθρο μου -όπως καταλαβαίνετε- ήταν η ερώτηση της γλυκιάς μου κόρης!
Ακούω καθημερινά σε συζητήσεις μαμάδων τα εξής:
"Μα τι να τον/την κάνω; Δεν με ακούει και δεν μου λέει απολύτως τίποτα για τα προσωπικά του. Δεν αντέχεται άλλο....". Είμαι σίγουρη ότι όλοι οι γονείς έχουμε αναρωτηθεί ή έχουμε ακούσει κάτι παρόμοιο.
Η πρώτη ερώτηση λοιπόν που κάνω στις μαμάδες, είναι η εξής:
"Πόσο χρόνο αφιερώνεται για να μιλήσετε στα παιδιά σας και από ποια ηλικία ξεκινήσατε να συζητάτε;". Παίρνω ποικίλες απαντήσεις. Κατά τη γνώμη μου, αν και δεν είμαι ειδικός, και κάνω λάθη ως άνθρωπος και γι'αυτό είμαι καλός ακροατής, λεκτική επικοινωνία είναι βασική προϋπόθεση στη φυσιολογική ανάπτυξη των παιδιών. Από την πρώτη στιγμή της γέννησης (ή και πολύ νωρίτερα στο στάδιο της κυοφορίας ) ένα παιδί αναγνωρίζει τη φώνη των γονιών του. Τότε είναι μια καλή ευκαιρία της λεκτικής επαφής με το παιδί μας. Πρέπει να μιλάμε απλά, ήρεμα και γλυκά στο βρέφος και σε λίγο καιρό θα δούμε ότι αυτή η πράξη μας θα βρει αντίκρυσμα στον αποδέκτη και θα μας δώσει το πιο όμορφο δώρο, "το πρώτο χαμόγελο του". Στη συνέχεια στις προσχολικές ηλικίες μπορούμε να κάνουμε πιο συγκεκριμένες ερωτήσεις και θα λαμβάνουμε πιο σαφείς απαντήσεις. Τέλος στις σχολικές ηλικίες, ήδη θα έχουμε πετύχει τον απώτερο στόχο μας να κάνουμε τα παιδιά να μας εμπιστεύονται πιο πολύ και να νιώθουν ασφαλή. Οι εφηβικές ηλικίες είναι ένα αχανές κεφάλαιο στο οποίο δεν θα εντρυφήσω...
Τα όρια της λεκτικής επικοινωνίας είναι σαφή. Πρέπει να επαναλαμβάνουμε πολλές φορές τα ίδια πράγματα μέχρι να εισακουστούμε (και ας νιώθουμε κουραστικοί) με επιμονή και υπομονή πάντα. Μπορούμε να δίνουμε απλόχερα τις συμβουλές μας σε ότι μας ζητήσουν αλλά χωρίς επιβλητικό τόνο. Δίνουμε πάντα την δυνατότητα επιλογής (σε συγκεκριμένα θέματα) στο παιδί μας!
Όσον αφορά τώρα τις πολύπλοκες καταστάσεις ένας γονέας πρέπει να εμπλέκεται σε προσωπικές καταστάσεις που αφορούν το παιδί του ΜΟΝΟ όταν είναι απόλυτη ανάγκη.Το παιδί πρέπει να νιώθει υπεύθυνο και αυτόνομο. Δίνουμε στο παιδί να καταλάβει ότι πρέπει να προστατεύει τον εαυτό του και χωρίς την παρουσία μας. Τέλος, τα όρια της συζήτησης είναι προσωπική πια υπόθεση...
Πηγή
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πως ο οδηγός σχολικού έσωσε μαθητή που έπαθε ανακοπή
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ