2014-11-30 00:45:37
Editorial
Οι προθέσεις του κ. Γιούνκερ με το επενδυτικό πρόγραμμα των 300 δισ. είναι ευγενείς, αλλά η επιτυχία αμφισβητείται. Οι κίνδυνοι που εγκυμονούν για την Ευρώπη, η διάσταση απόψεων Γαλλίας - Γερμανίας και η καταστροφική εμμονή του Βερολίνου.
Μετά από τρία χρόνια κοντά στην στασιμότητα και με την ανεργία κολλημένη σε διψήφια ποσοστά, είναι όλο και πιο εμφανές ότι η πολιτική και οικονομική κρίση της ευρωζώνης θα ενταθεί εάν δεν υπάρξει αναπτυξιακή ώθηση. Οιαδήποτε πρόταση επιδιώκει ανάκαμψη της ζήτησης στη νομισματική ένωση πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά.
Την επόμενη εβδομάδα, ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναμένεται να παρουσιάσει ένα τέτοιο σχέδιο, περιγράφοντας τις λεπτομέρειες του επενδυτικού προγράμματος των 300 δισ. ευρώ που στοχεύει την ενίσχυση της ανάπτυξης μέσα στην επόμενη τριετία. Ο κ. Γιούνκερ παρουσιάζει αυτή την κίνηση ως την πρώτη μεγάλη πρωτοβουλία της προεδρίας του. Είναι όμως, μάλλον απίθανο να επιφέρει τον αντίκτυπο που ο ίδιος επιδιώκει.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκινά τέτοιο πρόγραμμα για να δώσει ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομία. Πριν δύο χρόνια, ενώ η ευρωζώνη βρισκόταν στο αποκορύφωμα της κρίσης, ο προκάτοχος του κ. Γιούνκερ, ο Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο κατάφερε να εξασφαλίσει στήριξη για ένα παρόμοιο επενδυτικό πρόγραμμα 180 δισ. ευρώ. Δεν είχε κανένα ορατό αντίκτυπο.
Τώρα, η Κομισιόν προσπαθεί και πάλι. Σύμφωνα με την πρόταση που τίθεται επί τάπητος, οι Βρυξέλλες εξετάζουν τη δημιουργία επενδυτικών ταμείων που θα τροφοδοτούνται με κεφάλαια είτε από τον προϋπολογισμό της ΕΕ είτε από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και θα αποτελέσουν τον κεντρικό άξονα του νέου αναπτυξιακού σχεδίου. Η Κομισιόν θα προσπαθήσει να δελεάσει ιδιώτες επενδυτές να χρηματοδοτήσουν ευρωπαϊκά έργα υποδομών με τις Βρυξέλλες να αναλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος του κινδύνου.
Η Ευρώπη χρειάζεται τέτοιου είδους πρωτοβουλίες. Η ένεση επενδύσεων 300 δισ. ευρώ, εάν είναι πλήρως αποτελεσματική, θα αντιστοιχεί σε 0,8% του ΑΕΠ της ΕΕ. Τα πρώτα σημάδια όμως, δείχνουν ότι ο κ. Γιούνκερ έχει σηκώσει πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών. Η βασική πηγή ανησυχίας είναι ότι το σχέδιό του θέλει να αποφύγει τη δημιουργία νέου δανεισμού. Ως αποτέλεσμα, το ύψος των νέων χρηματοδοτήσεων με κεφάλαια του δημοσίου θα είναι περιορισμένος – και σίγουρα κάτω από τα 60 με 80 δισ. ευρώ που ζητά το Παρίσι.
Δεν είναι καθόλου βέβαιο πόσα ιδιωτικά κεφάλαια θα μπορέσει να μοχλεύσει αυτό το σχήμα. Ο Εμανουέλ Μακρόν, ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, υποστήριξε αυτή την εβδομάδα ότι το σχέδιο αυτό θα αποδειχθεί «απογοητευτικό» και πως χρειάζεται να χρηματοδοτηθεί με «πραγματικό χρήμα».
Οι προθέσεις του κ. Γιούνκερ είναι ευγενείς. Η πρότασή του όμως, δεν πρέπει να αποπροσανατολίσει από τα πιο δομικά βήματα που χρειάζεται να γίνουν για υπάρξει ανάπτυξη. Το Βερολίνο θα πρέπει να σταματήσει τηνεμμονή με τον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και να ακολουθήσει πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική. Ο κ. Μακρόν, δικαίως υποστηρίζει πως εάν η Γαλλία μειώσει τον προϋπολογισμό της κατά 50 δισ. ευρώ, η Γερμανία θα πρέπει να απαντήσει αυξάνοντας ισόποσα τις δικές της δαπάνες.
Η γερμανική κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να επιτρέψει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παίξει το ρόλο που της αναλογεί στην ανάκαμψη, δίνοντάς της την απαιτούμενη πολιτική κάλυψη για να προχωρήσει σεπλήρη ποσοτική χαλάρωση και να σώσει την ευρωζώνη που βρίσκεται στο χείλος του αποπληθωρισμού. Με πιο επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, Ιταλία και Γαλλία θα αποκτήσουν περισσότερα περιθώρια για να εφαρμόσουν τις επώδυνες αλλά αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, όπως η αναδιάρθρωση στην αγορά εργασίας.
Η απροθυμία της Γερμανίας να αλλάξει πορεία τόσο στη δημοσιονομική όσο και στη νομισματική πολιτική δημιουργεί κίνδυνο παράτασης των οικονομικών προβλημάτων της ευρωζώνης και διεύρυνσης του διχασμού ανάμεσα στο Βερολίνο και το Παρίσι, που είναι παραδοσιακά ο βασικός εταίρος της Γερμανίας στην ΕΕ. Σε αυτό το σημείο, ο κ. Γιούνκερ έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει. Ως πρόεδρος της Κομισιόν που είχε την στήριξη της Άγκελα Μέρκελ, θα πρέπει να προσπαθήσει να πείσει τη Γερμανία να αλλάξει οικονομική πολιτική και να γεφυρώσει τις διαφορές με τη Γαλλία. Σε αυτό το θέμα – περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο – θα κριθεί τελικά η προεδρία του.
liberals10
Οι προθέσεις του κ. Γιούνκερ με το επενδυτικό πρόγραμμα των 300 δισ. είναι ευγενείς, αλλά η επιτυχία αμφισβητείται. Οι κίνδυνοι που εγκυμονούν για την Ευρώπη, η διάσταση απόψεων Γαλλίας - Γερμανίας και η καταστροφική εμμονή του Βερολίνου.
Μετά από τρία χρόνια κοντά στην στασιμότητα και με την ανεργία κολλημένη σε διψήφια ποσοστά, είναι όλο και πιο εμφανές ότι η πολιτική και οικονομική κρίση της ευρωζώνης θα ενταθεί εάν δεν υπάρξει αναπτυξιακή ώθηση. Οιαδήποτε πρόταση επιδιώκει ανάκαμψη της ζήτησης στη νομισματική ένωση πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά.
Την επόμενη εβδομάδα, ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναμένεται να παρουσιάσει ένα τέτοιο σχέδιο, περιγράφοντας τις λεπτομέρειες του επενδυτικού προγράμματος των 300 δισ. ευρώ που στοχεύει την ενίσχυση της ανάπτυξης μέσα στην επόμενη τριετία. Ο κ. Γιούνκερ παρουσιάζει αυτή την κίνηση ως την πρώτη μεγάλη πρωτοβουλία της προεδρίας του. Είναι όμως, μάλλον απίθανο να επιφέρει τον αντίκτυπο που ο ίδιος επιδιώκει.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκινά τέτοιο πρόγραμμα για να δώσει ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομία. Πριν δύο χρόνια, ενώ η ευρωζώνη βρισκόταν στο αποκορύφωμα της κρίσης, ο προκάτοχος του κ. Γιούνκερ, ο Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο κατάφερε να εξασφαλίσει στήριξη για ένα παρόμοιο επενδυτικό πρόγραμμα 180 δισ. ευρώ. Δεν είχε κανένα ορατό αντίκτυπο.
Τώρα, η Κομισιόν προσπαθεί και πάλι. Σύμφωνα με την πρόταση που τίθεται επί τάπητος, οι Βρυξέλλες εξετάζουν τη δημιουργία επενδυτικών ταμείων που θα τροφοδοτούνται με κεφάλαια είτε από τον προϋπολογισμό της ΕΕ είτε από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και θα αποτελέσουν τον κεντρικό άξονα του νέου αναπτυξιακού σχεδίου. Η Κομισιόν θα προσπαθήσει να δελεάσει ιδιώτες επενδυτές να χρηματοδοτήσουν ευρωπαϊκά έργα υποδομών με τις Βρυξέλλες να αναλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος του κινδύνου.
Η Ευρώπη χρειάζεται τέτοιου είδους πρωτοβουλίες. Η ένεση επενδύσεων 300 δισ. ευρώ, εάν είναι πλήρως αποτελεσματική, θα αντιστοιχεί σε 0,8% του ΑΕΠ της ΕΕ. Τα πρώτα σημάδια όμως, δείχνουν ότι ο κ. Γιούνκερ έχει σηκώσει πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών. Η βασική πηγή ανησυχίας είναι ότι το σχέδιό του θέλει να αποφύγει τη δημιουργία νέου δανεισμού. Ως αποτέλεσμα, το ύψος των νέων χρηματοδοτήσεων με κεφάλαια του δημοσίου θα είναι περιορισμένος – και σίγουρα κάτω από τα 60 με 80 δισ. ευρώ που ζητά το Παρίσι.
Δεν είναι καθόλου βέβαιο πόσα ιδιωτικά κεφάλαια θα μπορέσει να μοχλεύσει αυτό το σχήμα. Ο Εμανουέλ Μακρόν, ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, υποστήριξε αυτή την εβδομάδα ότι το σχέδιο αυτό θα αποδειχθεί «απογοητευτικό» και πως χρειάζεται να χρηματοδοτηθεί με «πραγματικό χρήμα».
Οι προθέσεις του κ. Γιούνκερ είναι ευγενείς. Η πρότασή του όμως, δεν πρέπει να αποπροσανατολίσει από τα πιο δομικά βήματα που χρειάζεται να γίνουν για υπάρξει ανάπτυξη. Το Βερολίνο θα πρέπει να σταματήσει τηνεμμονή με τον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό και να ακολουθήσει πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική. Ο κ. Μακρόν, δικαίως υποστηρίζει πως εάν η Γαλλία μειώσει τον προϋπολογισμό της κατά 50 δισ. ευρώ, η Γερμανία θα πρέπει να απαντήσει αυξάνοντας ισόποσα τις δικές της δαπάνες.
Η γερμανική κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να επιτρέψει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παίξει το ρόλο που της αναλογεί στην ανάκαμψη, δίνοντάς της την απαιτούμενη πολιτική κάλυψη για να προχωρήσει σεπλήρη ποσοτική χαλάρωση και να σώσει την ευρωζώνη που βρίσκεται στο χείλος του αποπληθωρισμού. Με πιο επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, Ιταλία και Γαλλία θα αποκτήσουν περισσότερα περιθώρια για να εφαρμόσουν τις επώδυνες αλλά αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, όπως η αναδιάρθρωση στην αγορά εργασίας.
Η απροθυμία της Γερμανίας να αλλάξει πορεία τόσο στη δημοσιονομική όσο και στη νομισματική πολιτική δημιουργεί κίνδυνο παράτασης των οικονομικών προβλημάτων της ευρωζώνης και διεύρυνσης του διχασμού ανάμεσα στο Βερολίνο και το Παρίσι, που είναι παραδοσιακά ο βασικός εταίρος της Γερμανίας στην ΕΕ. Σε αυτό το σημείο, ο κ. Γιούνκερ έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει. Ως πρόεδρος της Κομισιόν που είχε την στήριξη της Άγκελα Μέρκελ, θα πρέπει να προσπαθήσει να πείσει τη Γερμανία να αλλάξει οικονομική πολιτική και να γεφυρώσει τις διαφορές με τη Γαλλία. Σε αυτό το θέμα – περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο – θα κριθεί τελικά η προεδρία του.
liberals10
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ