2014-12-11 18:51:22
Σταύρος Λυγερός, «Κυπριακό, η αιρετική λύση», Εκδόσεις Πατάκη 2014
Ο Σταύρος Λυγερός, έγκυρος δημοσιογράφος και αναλυτής των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας εδώ και πολλά χρόνια, με το τελευταίο του βιβλίο (Σταύρος Λυγερός, Κυπριακό, η αιρετική λύση, Εκδόσεις Πατάκη 2014), παρεμβαίνει στη συζήτηση για ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική Πολιτεία και κοινωνία.
Η παρέμβασή του αυτή τη φορά δεν συνίσταται μόνο στην ανάλυση του Κυπριακού και των εξελίξεων που έχουν συμβεί, αλλά προβαίνει σε μια συγκροτημένη πρόταση για λύση του προβλήματος.
Η πρωτοβουλία του ΣΛ να προβεί σε μια πρόταση για ένα θέμα υψηλής στρατηγικής και τεράστιου ενδιαφέροντος του ελληνικού κράτους αλλά και του Ελληνισμού γενικότερα, συνιστά κατ’ αρχάς, δίχως άλλο, πράξη τολμηρή από την άποψη της πνευματικής συγκρότησης και γνώσης του συγκεκριμένου ζητήματος εκ μέρους του προτείνοντος. Το τόλμημα γίνεται μεγαλύτερο αν η προτεινόμενη λύση διαφοροποιείται αισθητά από τις υπάρχουσες και μάλιστα κινείται σε αποκλίνουσα λογική από αυτές οι οποίες, ειρήσθω εν παρόδω, έχουν διατυπωθεί από συλλογικές οντότητες, γεγονός που τους παρέχει σαφέστατα κύρος.
Σε αυτό το επίπεδο, ο ΣΛ ανταπεξέρχεται απολύτως στις απαιτήσεις τόσο από την πλευρά της συγκρότησης όσο και της εσωτερικής συνεκτικότητας της πρότασης που καταθέτει. Πρόκειται για μια πρόταση ολοκληρωμένη, με βασικές προκείμενες, οι οποίες του επιτρέπουν να δημιουργήσει ένα συνεκτικό (μη αντιφατικό) πλαίσιο ερμηνείας του προβλήματος και να καταλήξει σε συνεπή συμπεράσματα. Όμως οι βασικές προκείμενες είναι εκείνες που υποβαστάζουν την όλη συλλογιστική και ως εκ τούτου φέρουν το βάρος του «βασάνου της κριτικής».
Οι βασικές προκείμενες είναι οι ακόλουθες:
1. Η βαθειά του πεποίθηση ότι οι μέχρι σήμερα προτεινόμενες εναλλακτικές πολιτικές από τη μεριά των Ελληνοκυπρίων έχουν ολοκληρωτικά αποτύχει. Τόσο η εναλλακτική πρόταση της επανατοποθέτησης του Κυπριακού προβλήματος σε αντικατοχική βάση (επιδίωξη ενός ενιαίου κράτους που απλώς θα διασφαλίζει τα μειονοτικά δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων), όσο και η εναλλακτική πρόταση για την εγκαθίδρυση μιας πραγματικά δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας η οποία εν τοις πράγμασι , έχει οδηγήσει σε λύσεις τύπου Ανάν, δηλαδή σε μια ιδιότυπη και μη βιώσιμη συνομοσπονδία. Τα σχέδια αυτά, ενώ καλλιεργούν την αυταπάτη της επανενοποίησης της Κύπρου, στην πραγματικότητα νομιμοποιούν τον έλεγχο της Άγκυρας στο Βορρά και εγγράφουν τουρκικές υποθήκες στον Νότο.
2. Η εκτίμησή του ότι εάν ικανοποιηθούν οι βασικές τους επιδιώξεις ενδέχεται οι Τουρκοκύπριοι να θελήσουν να απαλλαγούν από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της Τουρκίας.
3. Η εκτίμησή του ότι πράγματι υπάρχει θέληση από τους ισχυρούς παίκτες της διεθνούς σκακιέρας να δοθεί αποτελεσματική όσο και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό. Επιπλέον ότι θα υπάρχει βούληση από τις ΗΠΑ και ΕΕ για παροχή εγγυήσεων για διατήρηση των αποτελεσμάτων του προτεινόμενου σχεδίου στο διηνεκές.
Οι βασικές αυτές προκείμενες, τον οδηγούν να διατυπώσει την πρότασή του για το «βελούδινο ημιδιαζύγιο». Όπως έχουμε αναφέρει στόχος της είναι να απομακρύνει το μικρό τουρκοκυπριακό κράτος από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της ‘Άγκυρας, βάζοντάς το να χορέψει σε ευρωπαϊκούς ρυθμούς. Όμως ταυτόχρονα οι προκείμενες αυτές, όπως προείπα, πρέπει να αναμετρηθούν με τις πολυποίκιλες πεποιθήσεις που κινούνται σε άλλο μήκος κύματος ή και στον αντίποδά τους.
Από τη στιγμή, όμως, που πρόκειται για πεποιθήσεις εκλείπει υπό μιαν έννοια το «αντικειμενικό» κριτήριο που θα βάρυνε στην επιδοκιμασία της μιας και στην απόρριψη των άλλων. Για να είμαστε όσο το δυνατόν «αντικειμενικοί», θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι η πρώτη προκείμενη στηρίζεται, σε μεγάλο βαθμό στο res gestae (πραγματικό γίγνεσθαι) παρότι κάθε λόγος για την πραγματικότητα εμπεριέχει υποκειμενικά στοιχεία λιγότερα ή περισσότερα.
Πράγματι, η προσεκτική μελέτη της εξέλιξης των ιστορικών γεγονότων μας οδηγεί με αρκετή ασφάλεια στην αποδοχή της πρώτης προκείμενης. Συνεπώς θα μπορούσαμε να δεχθούμε ότι και οι μελλοντικές εξελίξεις, με την επιφύλαξη ότι δεν θα συμβούν «crucial events» (κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει τους ετερογενείς σκοπούς της Ιστορίας), θα κινηθούν προς την ίδια κατεύθυνση.
Όμως η δεύτερη προκείμενη προσομοιάζει περισσότερο σε μια ερμηνεία, σε ένα rerum gestarum (όπως εμείς το λέμε), που δεν εδράζεται σε πραγματολογικά στοιχεία ικανά να την θεμελιώσουν έστω και ακραιφνώς «αντικειμενικά». Θυμίζει περισσότερο αφηγηματικό λόγο για την υπάρχουσα πραγματικότητα. Αυτό την καθιστά εύκολη λεία σε οποιαδήποτε καλόπιστη ή κακόπιστη κριτική. Μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ποια είναι η πραγματική βούληση των Τουρκοκυπρίων; Είναι εύκολο να διαχωριστεί το θέλω τους από το θέλω της Τουρκίας; Ο ΣΛ εκτιμάει ότι το πιθανότερο είναι η Τουρκία να επιχειρήσει να τορπιλίσει αυτή τη λύση, επειδή την εκτοπίζει στρατιωτικά και πολιτικά από την Κύπρο. Θεωρεί, όμως, ότι κι αν συμβεί αυτό, η Κυπριακή Δημοκρατία θα έχει κερδίσει διπλωματικά.
Το ίδιο πάνω κάτω μπορεί να ειπωθεί και για την τρίτη προκείμενη. Εδώ σε αντίθεση με την περίπτωση της δεύτερης τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν μάλλον ότι δεν υπάρχει βούληση, από κανένα από τους ισχυρούς διεθνείς παίκτες , για τελική λύση του Κυπριακού. Μάλλον αυτό που προκύπτει είναι ότι επιθυμούν μια μη-λύση.
Η πρόταση του «βελούδινου ημιδιαζυγίου» εκτός των βασικών προκείμενων συνοδεύεται από σειρά προϋποθέσεων (πολιτικού-νομικού-τεχνικού χαρακτήρα) με υψηλό βαθμό αβεβαιότητας με αποτέλεσμα να υπάρχει αυξημένη ενδεχομενικότητα ως προς την πραγμάτωσή τους. Παρόλα αυτά δεν θεωρώ ότι αυτά τα σημεία δημιουργούν κρίσιμα και αναπάντητα ερωτήματα για την πρόταση του ΣΛ.
Όμως από το βιβλίο του ΣΛ αναδύεται μια μεγάλη αλήθεια: απαιτείται αλλαγή πλαισίου για την αναζήτηση λύσης. Το υπάρχον πλαίσιο είναι κλειστό ως προς την αναζήτηση λύσης. Προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση: σχέδια τύπου Ανάν. Μπορούν οι πολιτικές δυνάμεις στην Κύπρο και στην Ελλάδα να σηκώσουν αυτό το βάρος; Δηλαδή να παραδεχθούν ότι οι μέχρι τώρα ασκηθείσα πολιτική έχει οδηγήσει μόνο σε λύσεις τύπου Ανάν. Δύσκολο το θεωρώ, για να μην πω αδύνατον. Αλλά είναι δύσκολο και ως βασική θέση σε μια νέα διαπραγμάτευση. Πώς να «εισέλθεις» σε μια νέα διαπραγμάτευση παραδεχόμενος ότι επί 50 συναπτά έτη έκανες λάθος;
Κλείνοντας, θα ήθελα να παροτρύνω τους αναγνώστες αυτών των σκέψεων να διαβάσουν οπωσδήποτε το βιβλίο του ΣΛ. Πρόκειται για ένα βιβλίο που συνεισφέρει απολύτως θετικά στον προβληματισμό μας σχετικά με το Κυπριακό πρόβλημα. Είναι ένα βιβλίο «καθαρό», απλό και σαφές. Οι σκέψεις του συγγραφέα είναι διαυγείς, δεν υποκρύπτουν ιδεολογισμούς και πολιτικά τεχνάσματα. Είναι ένα βιβλίο από καρδιάς για την Κύπρο και την Ελλάδα. Ας το διαβάσουμε και ας συζητήσουμε σοβαρά το περιεχόμενό του. Αξίζει.
InfoGnomon
Ο Σταύρος Λυγερός, έγκυρος δημοσιογράφος και αναλυτής των θεμάτων εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας εδώ και πολλά χρόνια, με το τελευταίο του βιβλίο (Σταύρος Λυγερός, Κυπριακό, η αιρετική λύση, Εκδόσεις Πατάκη 2014), παρεμβαίνει στη συζήτηση για ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική Πολιτεία και κοινωνία.
Η παρέμβασή του αυτή τη φορά δεν συνίσταται μόνο στην ανάλυση του Κυπριακού και των εξελίξεων που έχουν συμβεί, αλλά προβαίνει σε μια συγκροτημένη πρόταση για λύση του προβλήματος.
Η πρωτοβουλία του ΣΛ να προβεί σε μια πρόταση για ένα θέμα υψηλής στρατηγικής και τεράστιου ενδιαφέροντος του ελληνικού κράτους αλλά και του Ελληνισμού γενικότερα, συνιστά κατ’ αρχάς, δίχως άλλο, πράξη τολμηρή από την άποψη της πνευματικής συγκρότησης και γνώσης του συγκεκριμένου ζητήματος εκ μέρους του προτείνοντος. Το τόλμημα γίνεται μεγαλύτερο αν η προτεινόμενη λύση διαφοροποιείται αισθητά από τις υπάρχουσες και μάλιστα κινείται σε αποκλίνουσα λογική από αυτές οι οποίες, ειρήσθω εν παρόδω, έχουν διατυπωθεί από συλλογικές οντότητες, γεγονός που τους παρέχει σαφέστατα κύρος.
Σε αυτό το επίπεδο, ο ΣΛ ανταπεξέρχεται απολύτως στις απαιτήσεις τόσο από την πλευρά της συγκρότησης όσο και της εσωτερικής συνεκτικότητας της πρότασης που καταθέτει. Πρόκειται για μια πρόταση ολοκληρωμένη, με βασικές προκείμενες, οι οποίες του επιτρέπουν να δημιουργήσει ένα συνεκτικό (μη αντιφατικό) πλαίσιο ερμηνείας του προβλήματος και να καταλήξει σε συνεπή συμπεράσματα. Όμως οι βασικές προκείμενες είναι εκείνες που υποβαστάζουν την όλη συλλογιστική και ως εκ τούτου φέρουν το βάρος του «βασάνου της κριτικής».
Οι βασικές προκείμενες είναι οι ακόλουθες:
1. Η βαθειά του πεποίθηση ότι οι μέχρι σήμερα προτεινόμενες εναλλακτικές πολιτικές από τη μεριά των Ελληνοκυπρίων έχουν ολοκληρωτικά αποτύχει. Τόσο η εναλλακτική πρόταση της επανατοποθέτησης του Κυπριακού προβλήματος σε αντικατοχική βάση (επιδίωξη ενός ενιαίου κράτους που απλώς θα διασφαλίζει τα μειονοτικά δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων), όσο και η εναλλακτική πρόταση για την εγκαθίδρυση μιας πραγματικά δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας η οποία εν τοις πράγμασι , έχει οδηγήσει σε λύσεις τύπου Ανάν, δηλαδή σε μια ιδιότυπη και μη βιώσιμη συνομοσπονδία. Τα σχέδια αυτά, ενώ καλλιεργούν την αυταπάτη της επανενοποίησης της Κύπρου, στην πραγματικότητα νομιμοποιούν τον έλεγχο της Άγκυρας στο Βορρά και εγγράφουν τουρκικές υποθήκες στον Νότο.
2. Η εκτίμησή του ότι εάν ικανοποιηθούν οι βασικές τους επιδιώξεις ενδέχεται οι Τουρκοκύπριοι να θελήσουν να απαλλαγούν από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της Τουρκίας.
3. Η εκτίμησή του ότι πράγματι υπάρχει θέληση από τους ισχυρούς παίκτες της διεθνούς σκακιέρας να δοθεί αποτελεσματική όσο και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό. Επιπλέον ότι θα υπάρχει βούληση από τις ΗΠΑ και ΕΕ για παροχή εγγυήσεων για διατήρηση των αποτελεσμάτων του προτεινόμενου σχεδίου στο διηνεκές.
Οι βασικές αυτές προκείμενες, τον οδηγούν να διατυπώσει την πρότασή του για το «βελούδινο ημιδιαζύγιο». Όπως έχουμε αναφέρει στόχος της είναι να απομακρύνει το μικρό τουρκοκυπριακό κράτος από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της ‘Άγκυρας, βάζοντάς το να χορέψει σε ευρωπαϊκούς ρυθμούς. Όμως ταυτόχρονα οι προκείμενες αυτές, όπως προείπα, πρέπει να αναμετρηθούν με τις πολυποίκιλες πεποιθήσεις που κινούνται σε άλλο μήκος κύματος ή και στον αντίποδά τους.
Από τη στιγμή, όμως, που πρόκειται για πεποιθήσεις εκλείπει υπό μιαν έννοια το «αντικειμενικό» κριτήριο που θα βάρυνε στην επιδοκιμασία της μιας και στην απόρριψη των άλλων. Για να είμαστε όσο το δυνατόν «αντικειμενικοί», θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι η πρώτη προκείμενη στηρίζεται, σε μεγάλο βαθμό στο res gestae (πραγματικό γίγνεσθαι) παρότι κάθε λόγος για την πραγματικότητα εμπεριέχει υποκειμενικά στοιχεία λιγότερα ή περισσότερα.
Πράγματι, η προσεκτική μελέτη της εξέλιξης των ιστορικών γεγονότων μας οδηγεί με αρκετή ασφάλεια στην αποδοχή της πρώτης προκείμενης. Συνεπώς θα μπορούσαμε να δεχθούμε ότι και οι μελλοντικές εξελίξεις, με την επιφύλαξη ότι δεν θα συμβούν «crucial events» (κανείς δεν μπορεί να προδιαγράψει τους ετερογενείς σκοπούς της Ιστορίας), θα κινηθούν προς την ίδια κατεύθυνση.
Όμως η δεύτερη προκείμενη προσομοιάζει περισσότερο σε μια ερμηνεία, σε ένα rerum gestarum (όπως εμείς το λέμε), που δεν εδράζεται σε πραγματολογικά στοιχεία ικανά να την θεμελιώσουν έστω και ακραιφνώς «αντικειμενικά». Θυμίζει περισσότερο αφηγηματικό λόγο για την υπάρχουσα πραγματικότητα. Αυτό την καθιστά εύκολη λεία σε οποιαδήποτε καλόπιστη ή κακόπιστη κριτική. Μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα ποια είναι η πραγματική βούληση των Τουρκοκυπρίων; Είναι εύκολο να διαχωριστεί το θέλω τους από το θέλω της Τουρκίας; Ο ΣΛ εκτιμάει ότι το πιθανότερο είναι η Τουρκία να επιχειρήσει να τορπιλίσει αυτή τη λύση, επειδή την εκτοπίζει στρατιωτικά και πολιτικά από την Κύπρο. Θεωρεί, όμως, ότι κι αν συμβεί αυτό, η Κυπριακή Δημοκρατία θα έχει κερδίσει διπλωματικά.
Το ίδιο πάνω κάτω μπορεί να ειπωθεί και για την τρίτη προκείμενη. Εδώ σε αντίθεση με την περίπτωση της δεύτερης τα ιστορικά στοιχεία δείχνουν μάλλον ότι δεν υπάρχει βούληση, από κανένα από τους ισχυρούς διεθνείς παίκτες , για τελική λύση του Κυπριακού. Μάλλον αυτό που προκύπτει είναι ότι επιθυμούν μια μη-λύση.
Η πρόταση του «βελούδινου ημιδιαζυγίου» εκτός των βασικών προκείμενων συνοδεύεται από σειρά προϋποθέσεων (πολιτικού-νομικού-τεχνικού χαρακτήρα) με υψηλό βαθμό αβεβαιότητας με αποτέλεσμα να υπάρχει αυξημένη ενδεχομενικότητα ως προς την πραγμάτωσή τους. Παρόλα αυτά δεν θεωρώ ότι αυτά τα σημεία δημιουργούν κρίσιμα και αναπάντητα ερωτήματα για την πρόταση του ΣΛ.
Όμως από το βιβλίο του ΣΛ αναδύεται μια μεγάλη αλήθεια: απαιτείται αλλαγή πλαισίου για την αναζήτηση λύσης. Το υπάρχον πλαίσιο είναι κλειστό ως προς την αναζήτηση λύσης. Προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση: σχέδια τύπου Ανάν. Μπορούν οι πολιτικές δυνάμεις στην Κύπρο και στην Ελλάδα να σηκώσουν αυτό το βάρος; Δηλαδή να παραδεχθούν ότι οι μέχρι τώρα ασκηθείσα πολιτική έχει οδηγήσει μόνο σε λύσεις τύπου Ανάν. Δύσκολο το θεωρώ, για να μην πω αδύνατον. Αλλά είναι δύσκολο και ως βασική θέση σε μια νέα διαπραγμάτευση. Πώς να «εισέλθεις» σε μια νέα διαπραγμάτευση παραδεχόμενος ότι επί 50 συναπτά έτη έκανες λάθος;
Κλείνοντας, θα ήθελα να παροτρύνω τους αναγνώστες αυτών των σκέψεων να διαβάσουν οπωσδήποτε το βιβλίο του ΣΛ. Πρόκειται για ένα βιβλίο που συνεισφέρει απολύτως θετικά στον προβληματισμό μας σχετικά με το Κυπριακό πρόβλημα. Είναι ένα βιβλίο «καθαρό», απλό και σαφές. Οι σκέψεις του συγγραφέα είναι διαυγείς, δεν υποκρύπτουν ιδεολογισμούς και πολιτικά τεχνάσματα. Είναι ένα βιβλίο από καρδιάς για την Κύπρο και την Ελλάδα. Ας το διαβάσουμε και ας συζητήσουμε σοβαρά το περιεχόμενό του. Αξίζει.
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Στέλεχος ΔΝΤ: Τα λάθη του 2010 πληρώνουν οι Έλληνες
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ